Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΝΕΛ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΝΕΛ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2023

Σε ποιον ανήκουν οι έδρες και ποιοι είναι οι «αποστάτες»

«Oι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος», ορίζει ρητά και απερίφραστα το Σύνταγμα της Ελλάδος (άρθρο 51, παραγρ. 2) και κάποιος πρέπει να αναλάβει να το πει στον Στέφανο Κασσελάκη, ο οποίος μάλλον το αγνοεί, παρότι εξέπνευσε το δίμηνο της περιόδου χάριτος που είχε ζητήσει ο ίδιος για να μάθει να εκφράζεται στα ελληνικά και να έχει έγκυρη άποψη για την πολιτική μας πραγματικότητα.

Αν το ήξερε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως αν το σεβόταν, δεν θα ζητούσε, ούτε ο ίδιος, ούτε ο περίγυρος του που λειτουργεί και ως υποβολέας, να παραδώσουν τις έδρες οι βουλευτές που εγκαταλείπουν το κόμμα του επειδή αισθάνονται ότι έχουν διαρραγεί οι πολιτικοί, ψυχολογικοί και ανθρώπινοι δεσμοί που είχαν μαζί του.

Χωρίς την παραμικρή διάθεση εκ μέρους μου να δικαιολογηθούν όλες οι κινήσεις και οι πρωτοβουλίες εκείνων που αποχωρούν από την Κουμουνδούρου, ειλικρινά απορώ πως θα μπορούσαν να έμεναν κάτω από την ίδια στέγη πολιτικά στελέχη τα οποία επικρίνονται από την ηγετική ομάδα του κόμματός τους ότι λειτουργούν ως «πέμπτη φάλαγγα».

Το ότι οι αποχωρούντες είχαν νωρίτερα χρησιμοποιήσει βαρύτατες εκφράσεις (περί Τραμπ, Μπέπε Γκρίλλο, φυτευτού αρχηγού κλπ) δεν αρκεί για να δικαιολογηθεί η επιθετικότητα με την οποία αντέδρασε η ομάδα Κασσελάκη που έχει να ηνία στην Κουμουνδούρου. Διότι, όποια άποψη και αν έχει κανείς για την κυβερνητική θητεία του Ευκλείδη Τσακαλώτου, δύσκολα θα μπορούσε να τον φανταστεί να παραμένει στις «γραμμές» ενός κόμματος που ο αρχηγός του δηλώνει δημοσίως ότι «η εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνούσε με Τσακαλώτους και Κατρούγκαλους έχει λήξει».

Υπό αυτό το πρίσμα, χρειάζεται πολύ μεγάλο θράσος για να χαρακτηρίζει κάποιος «αποστάτες» βουλευτές που ανεξαρτητοποιούνται από ένα κόμμα που δεν τους θέλει και δεν το θέλουν. Το θράσος γίνεται απύθμενο όταν αυτούς τους χαρακτηρισμούς εκστομίζουν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είναι το κόμμα που επιδόθηκε στη μαζικότερη αποστασία βουλευτών της μεταπολιτευτικής περιόδου. Και το έκανε με μοναδική επιδίωξη να διατηρηθεί στην εξουσία σχηματίζοντας κυβέρνηση – «κουρελού» με πολιτικά ρετάλια που προσεταιρίστηκε από σχεδόν όλες τις πτέρυγες της Βουλής.

Για όσους ενδεχομένως διαθέτουν κοντή μνήμη, ή απλώς δεν θυμούνται, χρειάζεται να επισημανθεί το γεγονός ότι, για να σχηματιστεί η πλειοψηφία η οποία επέτρεψε τον Ιανουάριο του 2019 να περάσει από τη Βουλή η περίφημη Συμφωνία των Πρεσπών και να μην πέσει η τότε κυβέρνηση, ο Αλέξης Τσίπρας διέλυσε τις κοινοβουλευτικές ομάδες των ΑΝΕΛ και του Ποταμιού και έπληξε τη συμπαράταξη ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ αποσπώντας τον Θ. Θεοχαρόπουλο.

Νωρίτερα είχε ανενδοίαστα ενσωματώσει στο κόμμα του βουλευτές που είχαν αποσκιρτήσει από τους ΑΝΕΛ, την Ένωση Κεντρώων (ποιος θυμάται την κυρία Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου;), αλλά ακόμη και από τη Νέα Δημοκρατία: η κυρία Κατερίνα Παπακώστα έγινε με απόφαση του κ. Τσίπρα η πρώτη και μόνη βουλευτής που είχε εκλεγεί με την αξιωματική αντιπολίτευση και έγινε στην ίδια κοινοβουλευτική περίοδο υφυπουργός με το αντίπαλο κυβερνών κόμμα!

Κακά τα ψέματα, μετά τη διαβόητη «Αποστασία» της περιόδου 1965 – 1966, οπότε ανετράπη ο εκλεγμένος πρωθυπουργός και οι βουλευτές της πλειοψηφίας, ενδίδοντας σε εξαγορές, στήριξαν άλλες κυβερνητικές λύσεις, ο μόνος πρωθυπουργός ο οποίος διατήρησε το αξίωμα του χάρις σε αποστάτες ήταν ο Αλέξης Τσίπρας.

«Αποστασία», άλλωστε, για να μην χάνουμε την έννοια των λέξεων και της πολιτικής ορολογίας, είναι όταν κάποιοι αποσπώνται από την παράταξή τους και περνούν στην απέναντι πολιτική όχθη στηρίζοντας την εξουσία των αντιπάλων τους.

Ανεξάρτητα, πάντως, από την προαναφερθείσα συνταγματική διάταξη που ρητά κατοχυρώνει το δικαίωμα των βουλευτών να «αντιπροσωπεύουν το Έθνος» και, άρα, να πολιτεύονται χωρίς να δίνουν λόγο όχι μόνον στο κόμμα με το οποίο κατέβηκαν στις εκλογές, αλλά ούτε καν στους ψηφοφόρους που τους ψήφισαν, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αποστασία στην περίπτωση των 9+2 μελών της Εθνικής Αντιπροσωπείας οι οποίοι εξελέγησαν τον περασμένο Ιούνιο με τον ΣΥΡΙΖΑ και σχεδιάζουν να σχηματίσουν τις επόμενες ημέρες τη δική τους Κοινοβουλευτική Ομάδα.

Είναι αναφαίρετο δικαίωμα τους, το οποίο δεν θα μπορούσε να τους αμφισβητηθεί ακόμη και αν επέλεγαν να παραμείνουν ανεξάρτητοι. Όπως και να έχει, τα καταστατικά των κομμάτων που, σε κάποιες περιπτώσεις, περιέχουν ρυθμίσεις με τις οποίες επιχειρείται να δεσμευτούν οι βουλευτές ότι θα παραιτούνται της έδρας τους όταν έρχονται σε διαφωνία με την ηγεσία τους, δεν έχουν την παραμικρή αξία.

Αυτό ισχύει πρωτίστως από νομικής άποψης, γεγονός που βεβαίως καθιστά απλά κουρελόχαρτα διάφορες δήθεν υπεύθυνες δηλώσεις που υποχρεώνονται να υπογράψουν υποψήφιοι βουλευτές -όχι μόνον από τον ΣΥΡΙΖΑ- κυρίως πριν από τις εκλογές.

Αλλά και από την ηθική και πολιτική διάσταση του θέματος, στις περισσότερες περιπτώσεις το δίκαιο είναι με το μέρος των βουλευτών και όχι των κομματικών ηγεσιών. Πολύ περισσότερο που δύσκολα μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι τα κόμματα στη χώρα μας, μάλλον χωρίς εξαίρεση, λειτουργούν με τήρηση των κανόνων της δημοκρατικής λειτουργίας. Και αυτό δεν αφορά μόνον το κόμμα του κ. Κασσελάκη.

Δυστυχώς, ο «κανόνας» που ισχύει στην πράξη ακόμη και για κόμματα, όπως ο -προ Κασσελάκη- ΣΥΡΙΖΑ, στα οποία ήταν εμφανής η λειτουργία τάσεων και ομαδοποιήσεων, στο τέλος εκείνος που αποφασίζει είναι ο αρχηγός. Εκείνος καθορίζει τη γραμμή και συγκροτεί την ηγετική ομάδα. Προνόμιο του θεωρείται η στελέχωση των ψηφοδελτίων, αλλά και η σύγκληση των κομματικών οργάνων. Για να μην αναφερθούμε στις αντιδημοκρατικές φαεινές ιδέες της «παρέας Κασσελάκη» περί εσωτερικών δημοψηφισμάτων για την επιβολή πειθαρχικών ποινών ή περί «Πολιτικού Κέντρου», που έρχονται και πάνε κατά πως βολεύουν την «παρέα».

Είναι, λοιπόν, ώρα να σταματήσει η «καραμέλα» περί «αποστατών» που έτσι κι αλλιώς είναι λιωμένη γιατί ουδείς την παίρνει στα σοβαρά. Οι πολίτες όταν πηγαίνουν στις κάλπες δεν ψηφίζουν μόνον κόμματα. Επιλέγουν και βουλευτές οι οποίοι πρέπει να έχουν άποψη και προσωπικότητα. Και να μην είναι απλώς «στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα…».

Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2023

«Πέστε να έρθουν… ψυχολόγοι είναι σοβαροί οι λόγοι…»


            Αν ισχύει η γνωστή λαϊκή ρήση, σύμφωνα με την οποία «από μικρό και από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια», τότε νομίζω ότι ο Πάνος Καμμένος, το… μικρό «αδελφάκι» του ΣΥΡΙΖΑ, έκανε τον πιο εύστοχο σχολιασμό για τα δρώμενα στο πάλαι ποτέ κραταιό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, λέγοντας ότι «τη διοίκηση του φρενοκομείου την ανέλαβαν οι τρόφιμοι».

            Με την ιδιότητά του «ως τέως κυβερνητικός εταίρος», την οποία, άλλωστε, επικαλέστηκε, ο αρχηγός των ΑΝΕΛ ξέρει ίσως περισσότερο από κάθε άλλον τα πρόσωπα και τις καταστάσεις που συνθέτουν το ετερόκλητο συνονθύλευμα των ΣΥΡΙΖΑίων, το οποίο δεν είναι τυχαίο ότι στο σύνολό του και χωρίς καμία εξαίρεση, επέλεξε τον κ. Καμμένο και τους συν αυτώ για να μοιραστούν την εξουσία που τόσο απροσδόκητα κλήθηκαν να διαχειριστούν τον Ιανουάριο του 2015.

Είναι πλέον παγκοίνως γνωστό ότι ενώ υπήρχαν και άλλες κυβερνητικές λύσεις, ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να συνεργαστεί με τον κ. Καμμένο στο πλαίσιο της υποτιθέμενης αντιμνημονιακής συμφωνίας που είχαν συνάψει όταν ήταν ακόμη στην αντιπολίτευση και έστηναν από κοινού σκευωρίες με δήθεν απόπειρες χρηματισμού στελεχών των ΑΝΕΛ, οι οποίες -τι ζήσαμε αλήθεια!- αποκαλύπτονταν τάχατες σε τηλεοπτικά πρωινάδικα από ηθοποιούς που διακονούσαν την τέχνη της κωμωδίας.

Η φαρσοκωμωδία έγινε πλήρης εν συνεχεία, όταν όλοι μαζί οργάνωσαν το ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα το οποίο απετέλεσε το απαραίτητο προπέτασμα καπνού για να ακολουθήσει το παγκόσμιο ρεζίλι με τη μεγαλύτερη «κωλοτούμπα» όλων των εποχών που έκαναν εκχωρώντας στους δανειστές της χώρας το σύνολο της δημόσιας περιουσίας την οποία ουδείς από τους προκατόχους τους είχε διανοηθεί να παραχωρήσει: ούτε ο Γιώργος Παπανδρέου, ούτε ο Λουκάς Παπαδήμος, ούτε ο Αντώνης Σαμαράς, οι οποίοι έχασαν την εξουσία με τη ρετσινιά του «μνημονιακού», είχε ενδώσει στις απαιτήσεις των δανειστών στις οποίες ενέδωσε το ντουέτο των Τσίπρα και Καμένου.

Ο Πάνος Καμμένος, λοιπόν, ξέρει καλύτερα από κάθε άλλον με ποιους συνεργάστηκε τα χρόνια που συγκυβέρνησε με το σύνολο των ΣΥΡΙΖΑίων. Κάποιοι, άλλωστε, από όσους σήμερα εξεγείρονται, επειδή ο νέος αρχηγός τους Στέφανος Κασσελάκης ενστερνίζεται φιλελεύθερα ιδεολογήματα, όταν κατείχαν υπουργικούς θώκους δεν είχαν πρόβλημα να υπηρετούν σε θέσεις εντεταλμένων και υφισταμένων του αρχηγού των ΑΝΕΛ. Τον έβλεπαν να επιδίδεται σε ένα ατελείωτο λαϊκίστικο κρεσέντο, «σταυρώνοντας», άλλοτε, τα αεροπλάνα και καθιστώντας, σε άλλες φάσεις, εγγυητή της κυβερνητικής σταθερότητας τον Αρχιεπίσκοπο, χωρίς ουδείς εξ αυτών, που κατά τα άλλα παρίσταναν τους ανεξίθρησκους, να διαμαρτύρεται. 

Για παράδειγμα, ο Νίκος Φίλης, ο οποίος τώρα… ανέβηκε στα κεραμίδια της Κουμουνδούρου -και δικαίως ίσως- κατά των αλλοπρόσαλλων θέσεων, απόψεων και πρωτοβουλιών του κ. Κασσελάκη, είχε καταπιεί αμάσητες τις εναντίον του προσκλήσεις από τον κυβερνητικό εταίρο του κόμματός του και παρέδωσε αδιαμαρτύρητα το υπουργείο Παιδείας από το οποίο εκπαραθυρώθηκε επειδή, καλώς ή κακώς, είχε γίνει στόχος θρησκευτικών κύκλων. 

Για να μην πούμε για τον Δημήτρη Βίτσα που μια χαρά υπηρέτησε ως αναπληρωτής του κ. Καμμένου στο υπουργείο Άμυνας. Ή, πολύ χειρότερα, για τον Πάνο Σκουρλέτη, ο οποίος, αν και υπηρέτησε ως υπεύθυνος Τύπου αλλά και γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ, ανακάλυψε τώρα τον άθλιο ρόλο που διαδραματίζει ο εσμός των διαδικτυακών τρολ της Κουμουνδούρου που όλα τα προηγούμενα χρόνια επιδίδονταν σε δολοφονίες χαρακτήρων των αντιπάλων του Αλέξη Τσίπρα, αλλά τώρα περιέλαβαν όσους δεν συντάσσονται με την ομάδα που περιβάλλει τον κ. Κασσελάκη.      

Άρα, μετά λόγου γνώσεως, ο κ. Καμμένος παρομοιάζει τα προσφάτως τεκταινόμενα στον ΣΥΡΙΖΑ με τις καταστάσεις που ισχύουν στα φρενοκομεία. Απόντος, άλλωστε, του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος διοικούσε με πυγμή και χωρίς αντιρρήσεις το… φρενοκομείο της Κουμουνδούρου, τώρα οι «τρόφιμοι», οι οποίοι μέχρι πρότινος ήταν σε καταστολή, χάρις της προοπτικής να αναλάβουν και πάλι την εξουσία, τελούν πλέον σε κατάσταση υπερδιέγερσης, διεκδικώντας τη… διοίκηση του Ιδρύματος που τούς στεγάζει. 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν ο νέος αρχηγός τους, τον οποίο η πλειοψηφία εξέλεξε επειδή φάνταζε ικανός να τους επαναφέρει στην Εδέμ της εξουσίας, δικαίωνε τον ισχυρισμό του ότι ήταν ο μόνος που μπορούσε να κερδίσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη, θα είχε γίνει αποδεκτός από όλους αυτούς που νέμονταν την εξουσία χάρις στον συνεταιρισμό που είχαν συνάψει με τον Πάνο Καμμένο. 

Επειδή, όμως, όλα μαρτυρούν το αντίθετο, ότι δηλαδή ο κ. Κασσελάκης όχι μόνον δεν υπηρετεί το αφήγημα της επιστροφής στην εξουσία, αλλά το υπονομεύει, είναι απλώς ζήτημα πολύ λίγου χρόνου που, όπως και πάλι πρεσβεύει η λαϊκή σοφία, τα ανεμομαζέματα να γίνουν διαβολοσκορπίσματα. 

Σε κάθε περίπτωση, για να θυμηθούμε τον «χρησμό» του γνώστη της ΣΥΡΙΖΑϊκής πραγματικότητας Πάνου Καμμένου, τον τελευταίο λόγο θα τον έχουν ψυχίατροι και ψυχολόγοι… 

Παρασκευή 24 Μαρτίου 2023

«Η κόλαση είναι οι… άλλοι» ή «ενός Πολάκη μύριοι Γκλέτσοι έπονται»

Όταν το 2014 ο Σταύρος Θεοδωράκης πήρε την πρωτοβουλία να ιδρύσει το «Ποτάμι», έναν μετριοπαθή πολιτικό σχηματισμό που έστελνε μηνύματα καταλλαγής απέναντι στην αφόρητη οξύτητα που είχε δημιουργήσει η μνημονιακή επέλαση, οι ένθεν κακείθεν φανατικοί ξιφουλκούσαν εναντίον του, καταμαρτυρώντας του τα μύρια όσα, κυρίως μέσα από την ανωνυμία του Διαδικτύου.

Σφοδρότεροι επικριτές του ήταν οι τότε επελαύνοντες προς την εξουσία φίλοι και οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ που δεν εννοούσαν να χωνέψουν τον πιθανολογούμενο κίνδυνο ότι ίσως έχαναν τα λάφυρα που προσδοκούσαν να τους επιφέρει η επερχόμενη εκλογική νίκη. 

Παρά ταύτα, μάλλον αφελώς σκεπτόμενος, ο Θεοδωράκης έτρεφε την αυταπάτη ότι μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 ο Αλέξης Τσίπρας, που δεν είχε αυτοδύναμη πλειοψηφία, θα τον προτιμούσε ως κυβερνητικό εταίρο.

Φυσικά, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ προτίμησε τους ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου. Με τους οποίους, άλλωστε, μοιράζονταν πολύ περισσότερα από όσα κοινά θα μπορούσε να βρει ο Τσίπρας στους «ποταμίσιους».

Με τον Καμένο μοιράζονταν πρωτίστως τις λαϊκίστικες διακηρύξεις περί κατάργησης του Μνημονίου «με ένα νόμο και ένα άρθρο». Αλλά και την ασύμμετρη μισαλλοδοξία εναντίον των μνημονιακών «εχθρών», χωρίς τους οποίους δεν θα είχαν έρεισμα ύπαρξης ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε οι ΑΝΕΛ.

Το σκηνικό επαναλήφθηκε και μετά την εκλογική αναμέτρηση του Σεπτεμβρίου του 2015 που ακολούθησε την μεγάλη κωλοτούμπα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ οι οποίοι χωρίς αιδώ μετέτρεψαν σε «ναι» το «όχι» του δημοψηφίσματος, υπογράφοντας το τρίτο και δυσμενέστερο Μνημόνιο.

Ο Θεοδωράκης ανέμενε και πάλι ματαίως πρόσκληση από την Κουμουνδούρου. Η οποία δεν ήρθε ποτέ αφού ο συνεταιρισμός Τσίπρα - Καμμένου είχε ακόμη πολύ μέλλον μπροστά του.

Έπρεπε να έρθει η ώρα να περάσει από τη Βουλή η διαβόητη Συμφωνία των Πρεσπών και να κορυφωθούν τα τσαλίμια του αρχηγού των ΑΝΕΛ για να αναγνωρίσει ο Τσίπρας τη χρησιμότητα του «Ποταμιού». 

Επιφυλάσσοντας στο κόμμα του ρόλο ανταλλακτικού δεκανικιού στην καταρρέουσα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο επικεφαλής του «Ποταμιού» επιτάχυνε την προϊούσα φθορά στην οποία είχε μπει ο φέρελπις σχηματισμός που είχε ιδρύσει πέντε χρόνια νωρίτερα.

Η συνέχεια ήταν, εν πολλοίς, αναμενόμενη. Ο Τσίπρας εξαργύρωσε πολιτικά τα όποια οφέλη θα μπορούσαν να υπάρξουν από μια Συμφωνία, όπως υπογράφηκε στις Πρέσπες με τις ευλογίες της Ε.Ε. και των ΗΠΑ. Ενώ ο Θεοδωράκης επιφορτίστηκε μόνον με ζημία, η οποία μάλιστα απεδείχθη τόσο μεγάλη ώστε να τερματιστεί πολύ άδοξα η πολιτική διαδρομή την οποία διέγραψε το «Ποτάμι».

Η όψιμη αναγνώριση της καλής του διάθεσης από τους παλαιούς σφοδρούς επικριτές του δεν διέσωσε τον πολιτικό Σταύρο Θεοδωράκη. Οπότε, η επιστροφή του εκεί που το ταλέντο του ήταν αδιαμφισβήτητο, δηλαδή στη δημοσιογραφία και στις πετυχημένες τηλεοπτικές εκπομπές μέσα από τις οποίες αναδείχθηκε, ήταν μοιραία εξέλιξη για εκείνον.

Εξίσου μοιραία, όμως, είναι, όπως φάνηκε, και η επανάληψη των χυδαίων επιθέσεων εναντίον του την οποία εξαπέλυσε ένας ολόκληρος στρατός διαδικτυακών χουλιγκάνων μόλις έγινε γνωστό ότι πήρε συνέντευξη από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη για την τραγωδία των Τεμπών. 

Μπορεί τα λάφυρα της εξουσίας να μην είναι τόσο ορατά όσο ήταν πριν από οκτώ χρόνια, δεν παύουν όμως να ανεβάζουν την αδρεναλίνη όσων τα ορέγονται.

Πριν καν μεταδοθεί η εκπομπή, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είχαν κατακλυσθεί από ρυπαρές αναρτήσεις ανώνυμων και επώνυμων τρολ για υποτιθέμενο «ξέπλυμα του Μητσοτάκη». Λες και ο ρόλος του δημοσιογράφου είναι να βασανίζει τον συνομιλητή του για να ομολογήσει και δεν περιορίζεται στην υποβολή ερωτήσεων και ο συνεντευξιαζόμενος κρίνεται από τις απαντήσεις που δίνει. 

Οι αντιδράσεις συνεχίστηκαν και μετά την μετάδοση της εκπομπής, αλλά τα περισσότερα από όσα γράφηκαν μαρτυρούσαν ότι η πλειονότητα των επικριτών δεν την είχαν δει.

Το πιο εξοργιστικά ενδιαφέρον, ωστόσο, ήταν ότι όταν ο Σταύρος Θεοδωράκης διευκρίνισε πως ανάλογη εκπομπή είχε συμφωνήσει να κάνει και με τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, οι φίλοι του τελευταίου -και ανάμεσα τους και δημοσιογράφοι που παριστάνουν τους επαγγελματίες!- εξεμάνησαν, φθάνοντας μέχρι του σημείου να καλούν τον πρώην πρωθυπουργό να μην ανταποκριθεί στο αίτημα του δημοσιογράφου.

Τέτοια είναι η… δημοκρατικότητα και η… δεοντολογική προσήλωση που χαρακτηρίζει μια πλειάδα συμπολιτών μας οι οποίοι, κατά τα άλλα, κήδονται δήθεν του κύρους της χώρας και τάχατες εξεγείρονται επειδή μια οργάνωση, η οποία εμφορείται από τις ίδιες με εκείνους ιδέες, έχει κατατάξει την Ελλάδα στην 108η θέση από την άποψη της ελευθερίας της ενημέρωσης.

Δεν μπορώ να προβλέψω αν τελικώς ο κ. Τσίπρας θα δώσει συνέντευξη στον Σταύρο Θεοδωράκη. Αν κρίνω από την κατάληξη που είχε η «σύγκρουση» του με τον Παύλο Πολάκη, εκτιμώ ότι θα ενδώσει στις απαιτήσεις του οπαδικού στρατού του και πιο συγκεκριμένα όλων εκείνων που επέβαλαν την επιστροφή στο ψηφοδέλτιο των Χανίων του πρώην αναπληρωτή υπουργού Υγείας. Χωρίς φυσικά ο αποκληθείς και «αψύς Σφακιανός» να μεταμεληθεί ή να αναιρέσει στο παραμικρό τη στοχοποίηση όσων ο ίδιος θεωρεί ότι αντιστρατεύονται τον ισοπεδωτικό λαϊκισμό και την ολοκληρωτική αντίληψη που χαρακτηρίζουν τον ίδιο και -δυστυχώς- το πολυπληθές ακροατήριό του.

Το γεγονός ότι αμέσως μετά το συγχωροχάρτι το οποίο εξασφάλισε ο Πολάκης, τη σκυτάλη της στοχοποίησης όσων δεν συμφωνούν με τον ΣΥΡΙΖΑ παρέλαβε -αδαπάνως, μέχρι στιγμής- ο «πολύς» Απόστολος Γκλέτσος, συνιστά τρανή απόδειξη ότι το εγχείρημα της υποτιθέμενης στροφής Τσίπρα προς το Κέντρο μπήκε στη ναφθαλίνη. 

Το τζίνι της τοξικής εχθροπάθειας έχει βγει από το μπουκάλι και κυκλοφορεί ανεξέλεγκτο και ασύδοτο.

Ο διάσημος Γάλλος φιλόσοφος είχε πολύ παραστατικά περιγράψει τέτοιες καταστάσεις με τη μνημειώδη ρήση σύμφωνα με την οποία «η κόλαση είναι οι… άλλοι». 

Ενδεχομένως, αν ζούσε στην Ελλάδα του 2023 και καλείτο να περιγράψει τον κυκεώνα μέσα στον οποίο θα διανύσουμε τη δίμηνη προεκλογική περίοδο που έχουμε μπροστά μας κατά πάσα πιθανότατα θα αναφωνούσε ότι «ενός Πολάκη μύριοι Γκλέτσοι έπονται»…

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2019

«To φυλάξαι τ’ αγαθά χαλεπώτερον του κτήσασθαι»


            Ο Σταύρος Θεοδωράκης, ο Πάνος Καμμένος και ο Βασίλης Λεβέντης ανήκουν στις γενιές οι οποίες διδαχθήκαμε αρχαία ελληνικά. Και σίγουρα ένα από κείμενα που, έστω και ακροθιγώς, θα τους έχουν διδάξει οι δάσκαλοί τους πρέπει να ήταν οι «Ολυνθιακοί Λόγοι» του Δημοσθένη, ο πρώτος από τους οποίους περιλαμβάνει ένα από τα πλέον εύγλωττα αποφθέγματα: τη διαχρονική και αιώνια επίκαιρη ρήση, σύμφωνα με την οποία «τo φυλάξαι τ’ αγαθά χαλεπώτερον του κτήσασθαι».
            Ο διασημότερος ρήτορας της αρχαίας ελληνικής πραγματικότητας, προσπαθώντας να παροτρύνει τους συμπολίτες του Αθηναίους να αντισταθούν στις επεκτατικές διαθέσεις του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου, επικαλείται την επιθυμία των ανθρώπων να είναι ελεύθεροι, παρά δούλοι, επισημαίνοντας (σε απόδοση στη νέα ελληνική) τα εξής:
«Και μα τον Δία, αυτό δεν είναι καθόλου απίθανο· γιατί για τους ανοήτους η παρ αξίαν ευτυχία γίνεται αφορμή να μη σκέφτονται σωστά· γι αυτό, πολλές φορές συμβαίνει να είναι δυσκολότερη η διατήρηση των αγαθών παρά η απόκτησή τους».
            Αναφέρεται, δηλαδή, ο Δημοσθένης σε εκείνους που γεύονται την «παρ΄ αξίαν ευτυχία» με αποτέλεσμα «να μη σκέφτονται σωστά». Και, επαναπαυόμενοι σε αυτά που έχουν, αδυνατούν να αντιληφθούν ότι «η διατήρηση των αγαθών είναι δυσκολότερη από την απόκτησή τους».
Πρόκειται, αναμφισβήτητα, για μια συμπυκνωμένη σκέψη η οποία τυγχάνει γενικής εφαρμογής: από τον πλούτο σε γνώσεις, που, αν δεν καλλιεργούνται, χάνονται έως τον πλούτο σε υλικά αγαθά που μπορεί να σπαταληθούν ή να εξανεμιστούν με πολύ μεγαλύτερη ευκολία από εκείνη που κατέβαλλε κάποιος για να τα συσσωρεύσει.
Το ίδιο, προφανώς, ισχύει και για τα πολιτικά κέρδη. Η ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα, ιδίως στις εποχές της μεγάλης κρίσης που ξεκίνησε μετά το 2009, ήταν, σε σχέση τουλάχιστον με το παρελθόν, μια εύκολη διαδικασία.
Η χρεοκοπία της χώρας στα χέρια των παραδοσιακών δυνάμεων, έφθειρε τις δύο μεγάλες παρατάξεις και μια σημαντική μερίδα συμπολιτών μας, αλαφιασμένοι από το ότι αισθάνθηκαν ότι τους έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι, ένοιωσαν την ανάγκη να τιμωρήσουν σκληρά τα παλαιά κόμματα.
Στράφηκαν, γι΄ αυτό σε νέους σχηματισμούς, αδιαφορώντας πολλές φορές για την πραγματικότητα που βοούσε ότι ένας ικανός αριθμός από όσους εμφανίζονταν ως νέοι δεν ήταν ούτε άσπιλοι ούτε  αμόλυντοι.
Πολύ περισσότερο που σε ορισμένες περιπτώσεις το νέο δεν ήταν παρά απλή μεταμόρφωση του παλαιού και το μόνο που το διαφοροποιούσε από τους υπολοίπους ήταν ότι όσοι το απάρτιζαν λειτούργησαν σαν τους ποντικούς που εγκαταλείπουν πρώτοι το σκάφος που ναυαγεί και κινδυνεύει να βουλιάξει.
Εξαιρώντας τη Χρυσή Αυγή που αποτελεί μια ξεχωριστή ιδιαιτερότητα που ξεπήδησε μέσα από την κρίση και χρήζει μεγάλης ανάλυσης, αξίζει να ρίξουμε μια ματιά στις επιδόσεις ορισμένων από τα νεοσύστατα κόμματα που ιδρύθηκαν τον καιρό της χρεοκοπίας.
Στις εκλογές του 2012, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες του Πάνου Καμμένου συγκέντρωσαν το εντυπωσιακό 10,31% και εξέλεξαν 33 βουλευτές. Επτά χρόνια μετά και αφού ο αρχηγός και τα στελέχη τους απόλαυσαν τους καρπούς της κυβερνητικής εξουσίας με πάθος που οι προηγούμενοι δεν είχαν επιδείξει, οι ΑΝ.ΕΛ. βολοδέρνουν και ο ηγέτης τους, εκτός κυβέρνησης πια, προσπαθεί να επιβιώσει επιδιδόμενος σε βαρύτατες καταγγελίες εναντίον όσων συμπορεύθηκε όλα αυτά τα χρόνια.
Με ένα κόμμα που είχε ιδρύσει μόλις τρεις μήνες νωρίτερα, ο Σταύρος Θεοδωράκης απέσπασε στις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014 ποσοστό 6,61%, εκλέγοντας δύο ευρωβουλευτές. Στις βουλευτικές κάλπες του Ιανουαρίου του 2015 το Ποτάμι, που δεν είχε κλείσει καλά καλά τον πρώτο χρόνο από την ίδρυσή του, διατήρησε περίπου το ίδιο ποσοστό και εκλέγοντας 17 βουλευτές άφησε πίσω του κόμματα, όπως το ΚΚΕ, οι ΑΝ.ΕΛ. και το ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου.
Ο Βασίλης Λεβέντης συμμετείχε για περίπου 35 χρόνια σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις. Όποτε στηνόταν κάλπη, είτε για τη Βουλή, είτε για την Ευρωβουλή, ακόμη και για την Αυτοδιοίκηση, εκείνος έθετε υποψηφιότητα. Και πάντοτε αποτύγχανε παταγωδώς. Ώσπου, τον Σεπτέμβριο του 2015, του άνοιξε η τύχη και η Ένωση Κεντρώων με 3,69% μπήκε στη Βουλή με εννιά βουλευτές.
Οι τρεις τους, δηλαδή ο Πάνος Καμμένος, ο Σταύρος Θεοδωράκης και ο Βασίλης Λεβέντης, φλέρταραν με τη συμμετοχή στη δεύτερη κυβέρνηση που σχημάτισε ο Αλέξης Τσίπρας. Ο τελευταίος επέλεξε τον Πάνο Καμμένο, ο οποίος ταυτίστηκε μαζί του. Αλλά και οι άλλοι δύο δεν απογοητεύτηκαν από την χυλόπιτα που έφαγαν.
Συνέχισαν το φλερτ με την εξουσία, αδιαφορώντας για τις φυγόκεντρες τάσεις στα κόμματά τους. Δυσκολεύονταν –από αλαζονεία ή απειρία;- να αντιληφθούν ότι αφού εκείνοι παζάρευαν με τον Αλέξη Τσίπρα, γιατί να μην κάνουν το ίδιο και τα στελέχη τους; Άλλωστε, για να θυμηθούμε και τον Δημοσθένη, δεν ήταν μόνον εκείνοι που είχαν αποκτήσει την «παρ΄ αξίαν ευτυχία», το ίδιο ίσχυε και για τους συνεργάτες τους.
Ο Αλέξης Τσίπρας που δεν χρειάζονταν πλέον τους αρχηγούς των ΑΝΕΛ, του Ποταμιού και της Ένωσης Κεντρώων, έκανε απευθείας επαφές με την Κουντουρά και τον Κόκκαλη, τη Μεγαλοοικονόμου και τον Παπαχριστόπουλο, τον Δανέλλη και τον Σαρίδη.
Κάπως, έτσι, ο… πλούτος που είχαν αποκτήσει ο Καμμένος, ο Θεοδωράκης και ο Λεβέντης εξανεμίστηκε. Και ο βασικός λόγος γι΄ αυτό είναι ότι δεν είχαν λάβει υπόψη τους τη Δημοσθένεια διδαχή για το πόσο δυσκολότερη από την απόκτηση είναι η διατήρηση των αγαθών.
Υ.Γ.: Ακόμη πιο κραυγαλέο παράδειγμα πολιτικού… νεοπλουτισμού αποτελεί η περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα. Μέχρι τώρα, ωστόσο, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι μάχεται σκληρά για την διατήρηση των κερδών του. Το αν και πόσα από αυτά θα καταφέρει να διαφυλάξει θα αρχίσουμε να το μαθαίνουμε από αύριο που θα έχει εκπληρώσει και την τελευταία μεγάλη υποχρέωση που έχει αναλάβει έναντι του ξένου παράγοντα και είναι, φυσικά, η υπερψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Πέμπτη 21 Ιουνίου 2018

«Ντρέπονται τα ίδια τα ψέματα»!



«Ζητάμε ομόφωνα άμεσα τη δικαστική διερεύνηση με εμπλοκή του εισαγγελέα. Δίνουμε όλα μας τα κινητά τηλέφωνα, της κοινοβουλευτικής μας ομάδας αλλά και των στελεχών μας, στη διάθεση της Δικαιοσύνης, προκειμένου να αποδειχθεί ποιος προσπαθεί ουσιαστικά –σε συνέχεια αυτών που ειπώθηκαν και μέσα στη Βουλή- να καταλύσει το πολίτευμα. Γιατί περί καταλύσεως του πολιτεύματος γίνεται η προσπάθεια αυτή η οποία γίνεται για εκφαυλισμό στελεχών ενός δημοκρατικού κινήματος…».
Αν τα λόγια δεν είχαν χάσει στις μέρες μας τη σημασία τους, θα έπρεπε να είχε συγκλονιστεί το πανελλήνιο ακούγοντας τις παραπάνω φράσεις να εκστομίζονται από πολιτικό αρχηγό και συγκυβερνήτη της χώρας ο οποίος έκανε αυτές τις τόσο σοβαρές «καταγγελίες» μιλώντας με φόντο το λογότυπο «Βουλή των Ελλήνων».
Κι όμως! Tόσο εκείνος που έκανε τις «καταγγελίες» για –άκουσον, άκουσον!- «κατάλυση του πολιτεύματος» και που δεν ήταν άλλος από τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Πάνο Καμένο, όσο και εκείνοι που τις άκουγαν, δηλαδή οι εναπομείναντες συνεργάτες του στο κόμμα των Ανεξαρτήτων Ελλήνων που τον περιστοίχιζαν, καθώς και οι λιγοστοί δημοσιογράφοι που ήταν εκεί για να καταγράψουν τις δηλώσεις του, δεν έδειξαν καμία ιδιαίτερη ανησυχία…
Εξάλλου, ούτε ο ίδιος ο καταγγέλλων έδειξε να έχει διάθεση για να πείσει το ακροατήριο του για τη βασιμότητα όσων έλεγε. Είπε όσα είχε να πει και αποχώρησε σαν να μην τρέχει τίποτε. Αλλά και όσοι τον άκουγαν δεν… μπήκαν στον κόπο να του ζητήσουν στοιχεία και αποδείξεις για τους ισχυρισμούς του. Ίσως γιατί και οι δύο πλευρές ήξεραν με τι είχαν να κάνουν.
Δεν ήταν, άλλωστε, η πρώτη φορά που ο κ. Καμμένος περιέγραφε απόπειρες εξαγοράς στελεχών του κόμματός του. Απόπειρες που μπορεί ποτέ να μην αποδείχθηκαν, παρά τη φιλότιμη συνδρομή αστέρων του θεάματος –σκηνοθετών, ηθοποιών και δημοσιογράφων- που πρωταγωνίστησαν στις παραστάσεις που ανέβηκαν τότε, πλην όμως, συνέτειναν αποφασιστικά στη δημιουργία ισχυρών πολιτικών εντυπώσεων που άλλαξαν τον ρου των εξελίξεων.
Το 2018, όμως, δεν είναι 2014. Και αυτό το αποτύπωσε με το σχόλιο που έκανε ένας από τους ακροατές των «καταγγελιών» του κ. Καμμένου, υπενθυμίζοντας τα λόγια του Μενέλαου Λουντέμη ο οποίος στο περίφημο έργο του «Οδός Αβύσσου αριθμός Ο» έγραφε: «Ειπώθηκαν ψέματα που ντράπηκαν και τα ίδια, μια και δεν ντρέπουνταν τα στόματα που τα ’λεγαν. Έγινε πολλή κατάχρηση στόμφου, φτηνού λυρισμού, πολλή σπατάλη άχρηστης φιλοπατρίας…».
Μπορεί οι ίδιοι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να δυσκολεύονται να το συνειδητοποιήσουν, αλλά τα τελευταία τριάμισι χρόνια έχουν αλλάξει πολλά πράγματα στη χώρα. Ακόμη και αν έχει δίκιο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας που στην πρόσφατη συνέντευξή του στην ΕΡΤ παραδέχτηκε ότι «υπάρχουν και κάποιοι που πιστεύουν ότι μας ψεκάζουν», είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι πλέον οι Έλληνες έπαψαν να είναι τόσο εύπιστοι όσο ήταν κατά το παρελθόν.
Η πλειονότητα των πολιτών που γοητεύονταν παλαιότερα από βολικά ψέματα του τύπου «θα μας παρακαλάνε να μας δανείσουν» και που πήγαινε στο Σύνταγμα για να χορέψει γιορτάζοντας το «Όχι» του δημοψηφίσματος, τώρα ξέρει πόσο πολύ εξαπατήθηκε. Το μαρτυρούν οι αντιδράσεις για το «Μακεδονικό» που, σε πείσμα της θηριώδους κυβερνητικής προπαγάνδας, δεν κάμπτονται.
Έτσι, ό,τι και αν υποστηρίξουν οι κυβερνώντες, οι πολίτες πλέον γνωρίζουν και σταθμίζουν καλύτερα πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις. Μπορεί να μην ντρέπονται τα στόματα εκείνων που συνεχίζουν να τους λένε καταφανώς τερατώδη ψέματα –«δεν θα κοπούν οι συντάξεις», «πήραμε πίσω το όνομα της Μακεδονίας», «διώχνουμε το ΔΝΤ» και πάει λέγοντας- είναι, όπως θα έλεγε ο Λουντέμης, τα ίδια τα ψέματα που ντρέπονται πλέον, για λογαριασμό εκείνων που τα λένε.

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2015

Η «κότα» και το τιμόνι

Η ψήφος εμπιστοσύνης που έλαβε η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ συνιστά, εκ των πραγμάτων, ένα σημαντικό ορόσημο που χωρίζει τις προεκλογικές εξαγγελίες από τη μετεκλογική πραγματικότητα.
Έτσι, πέρα από τους πολλούς –συνήθεις και μη- βερμπαλισμούς (όπως τα περί… ιστορικότητας και άλλα ηχηρά παρόμοια) που ακούστηκαν κατά τις τρεις μέρες συζήτησης στη Βουλή επί των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης, η ψήφος των κυβερνητικών βουλευτών οριοθετεί μια καινούργια αφετηρία, ένα ξεκίνημα που δρομολογεί εξελίξεις οι οποίες, όμως, δεν θα είναι ευθύγραμμες.
Τα δύσκολα, εξάλλου, μόλις τώρα αρχίζουν για τη νέα κυβέρνηση, καθώς οι ευνοϊκοί συσχετισμοί που –παραπέμποντας σε έναν απόλυτα ανέφελο «μήνα του μέλιτος»- είχε να αντιμετωπίσει στο ελληνικό Κοινοβούλιο δεν έχουν σχέση με τους συσχετισμούς που θα βρει στις επικείμενες συνεδριάσεις του Eurogroup ή στη Σύνοδο Κορυφής των Ευρωπαίων ηγετών.
Στο σκληρό παιχνίδι που θα παιχθεί εκεί και το οποίο θα καθορίσει πιθανότατα τις τύχες της Ελλάδας για τα πολλά επόμενα χρόνια, δεν χωρούν και δεν μπορούν να αποτελέσουν άλλοθι εύκολες και εύηχες επικλήσεις περί της λαϊκής κυριαρχίας (που συμβαίνει να μην είναι η πρώτη φορά που εκφράζεται…)
Όλα τα προγνωστικά, άλλωστε, δείχνουν ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα παιχνίδι στρατηγικής βγαλμένο μέσα από την αγαπημένη «Θεωρία Παιγνίων» του πρωταγωνιστή των ημερών, υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη: το περίφημο «chicken game» ή επί το ελληνικότερο «παιχνίδι της κότας».
Όπως περιγράφεται στα πανεπιστημιακά εγχειρίδια, ορισμένα από τα οποία μάλιστα υπογράφονται και από τον ίδιο τον κ. Βαρουφάκη, το συγκεκριμένο παιχνίδι αφορά δύο κατ΄ αρχήν λογικά άτομα τα οποία ανταγωνίζονται σε ένα εξόχως επικίνδυνο στοίχημα που έχει ως εξής: ξεκινούν με τα αυτοκίνητά τους από αντίθετες κατευθύνσεις και κινούνται ο ένας απέναντι στον άλλο σε πορεία σύγκρουσης.
Όποιος από τους δύο στρίψει πρώτος για να αποφύγει τη μετωπική θα είναι ο δειλός (η «κότα», δηλαδή) και θα χάσει το στοίχημα, ενώ αν στρίψουν και οι δύο τότε το παιχνίδι θα κριθεί ισόπαλο και δεν θα υπάρξει ούτε νικητής ούτε ηττημένος.
Αν, ωστόσο, ο ένας από τους δύο παίκτες αποφασίσει να τα παίξει «όλα για όλα» και να κερδίσει πάση θυσία το στοίχημα, καταφεύγει σε μια κατά τα φαινόμενα παράτολμη, αν όχι και παράλογη, συμπεριφορά: μόλις ξεκινά η πορεία των οχημάτων πετάει από το παράθυρο το τιμόνι του αυτοκινήτου του, στέλνοντας στον αντίπαλο το ηχηρό μήνυμα ότι είναι αποφασισμένος να μην κάνει την «κότα», αφού και να ήθελε να στρίψει, κάτι τέτοιο είναι, πλέον, αδύνατον.
Αν κάνει το ίδιο και ο άλλος οδηγός, πετάξει δηλαδή κι εκείνος το δικό του τιμόνι, η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Ο παράτολμος, όμως, που –ενδεχομένως με μια κραυγή… «ουάου»- πετάει πρώτος το τιμόνι ποντάρει στο ότι ο αντίπαλός του δεν θα απαντήσει στην πρόκληση και  θα προτιμήσει να στρίψει για να αποτρέψει τη μετωπική.
Αν τα δύο οχήματα είναι ισοδύναμης ανθεκτικότητας η σύγκρουση θα επιφέρει αντίστοιχες ζημιές και στους δύο παράτολμους οδηγούς που θα επιδιώξουν τη σύγκρουση.
Τι γίνεται, όμως, αν τα οχήματα διαφέρουν σημαντικά στο επίπεδο της ανθεκτικότητά τους; Ποιο, για παράδειγμα, θα είναι το αποτέλεσμα του παιχνιδιού αν αυτός που πετάξει πρώτος το τιμόνι επιβαίνει σε τεθωρακισμένο όχημα και τι θα κάνει ο αντίπαλος του αν οδηγεί ένα συμβατικό όχημα;
Γνωστοί και φίλοι του κ. Βαρουφάκη από το Πανεπιστήμιο και τα μέσα ενημέρωσης επιμένουν ότι αν η κυβερνητική ηγεσία του δώσει την ευθύνη του οχήματος, το τιμόνι από τα πρώτα λεπτά της κούρσας θα έχει πεταχθεί έξω από παράθυρο. Όπως υποστηρίζουν, οι μεγαλοστομίες που χρησιμοποιεί τις δύο τελευταίες εβδομάδες –έστω και αν κάποιες μετά τις παίρνει πίσω…- μαρτυρούν ότι ζει για τη στιγμή που θα εφαρμόσει τις θεωρίες που τον έκαναν διάσημο.
Σε μια τέτοια περίπτωση, όμως, το ερώτημα είναι τι θα κάνει η πλευρά των εταίρων και δανειστών της Ελλάδας: θα στρίψει εγκαίρως, ρισκάροντας να καταταγεί στην κατηγορία των… «κοτόπουλων» ή θα πετάξει κι εκείνη το τιμόνι, ποντάροντας, πιθανώς, στο διαφορετικό επίπεδο ανθεκτικότητας των οχημάτων;
Ας ελπίσουμε ότι οι νουνεχείς που βρίσκονται τόσο στην εγχώρια κυβερνητική ηγεσία, όσο και στην ευρωπαϊκή, θα φροντίσουν να μην αποσπώνται τα τιμόνια από τα οχήματα των δύο πλευρών, ώστε να εξελιχθούν τα πράγματα όπως φαίνεται ότι πάνε να εξελιχθούν. Χωρίς, δηλαδή, πεισματικά στοιχήματα και πολύ περισσότερο δίχως τη διαφαινόμενη μετωπική που θα ήθελαν οι θερμοκέφαλοι της μιας η της άλλης πλευράς.

Γιατί, αλλιώς, ο… Θεός της Ελλάδας να βάλει το χέρι του!

Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2015

Αυτοδυναμία ή όχι;



Με λιγότερο από δύο εβδομάδες να απομένουν ως τις κάλπες της 25ης Ιανουαρίου, το (μετ)εκλογικό σκηνικό φαίνεται σιγά-σιγά να διαμορφώνεται και μόνον ένα εντελώς απρόβλεπτο δραματικό γεγονός μπορεί να το μεταβάλει.
Λίγο ως πολύ, άλλωστε, όλες οι δημοσκοπήσεις συγκλίνουν στα βασικά που είναι η ενδυνάμωση του «δικομματισμού», που μπορεί να συγκεντρώσει αθροιστικά ποσοστό που να ξεπερνάει το 65%, και η μάχη για την τρίτη θέση, η οποία θα αποκτήσει ουσιώδη σημασία μόνον αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία, η οποία με τη σειρά της εξαρτάται κυρίως από το αν η σύνθεση της επόμενης Βουλής θα είναι εξακομματική, επτακομματική ή –πολύ δύσκολα- οκτακομματική.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το μοναδικό, ίσως, μεγάλο ζητούμενο της επερχόμενης αναμέτρησης είναι εάν το πρώτο κόμμα, που όλα –ακόμη και η… αποκαλυπτική στάση της λεγόμενης «διαπλοκής»- δείχνουν ότι θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, θα πετύχει, με το -πάλαι ποτέ αποκαλούμενο από τους τωρινούς διεκδικητές «καλπονοθευτικό»- μπόνους των 50 εδρών, την επιζητούμενη αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα επιτρέψει τον σχηματισμό μονοκομματικής κυβέρνησης.
Τα δημοσκοπικά προγνωστικά, πάντως, δείχνουν ότι, ακόμη και αν επιτευχθεί αυτοδυναμία, αυτή θα είναι απολύτως οριακή. Στην πλέον «φιλική» για τον ΣΥΡΙΖΑ έρευνα που είδε τελευταία το φως, εκείνη της εταιρίας Public Issue που δημοσιεύτηκε πρωτοσέλιδα στην «Αυγή», υπολογίζεται ότι οι έδρες που μπορεί να καταλάβει, με ποσοστό της τάξης του 38%, δεν είναι περισσότερες από 151. Έδρες οι οποίες μπορεί να γίνουν 154 αν δεν περάσουν το «κατώφλι» του 3% οι ΑΝ.ΕΛ. Ή, αντιθέτως, να μειωθούν σε 148 αν πάρει το «εισιτήριο» για την επόμενη Βουλή και το νεοπαγές «Κίνημα» του Γιώργου Παπανδρέου.
Στη συζήτηση που έχει ανοίξει για το αν μια αυτοδύναμη πλειοψηφία, τέτοια που να επιτρέπει στο πρώτο κόμμα να εφαρμόσει απαρέγκλιτα το πρόγραμμα του, είναι προτιμότερη από μια σχετική πλειοψηφία που να οδηγεί στην ανάγκη ευρύτερων κυβερνητικών συνεργασιών, οι απόψεις, ακόμη και μεταξύ πολιτικών στελεχών διαφορετικών παρατάξεων, διίστανται.
Αρκετοί υποστηρίζουν ότι, εάν δεν υπάρξει αυτοδυναμία, ο «πειρασμός» να οδηγηθούμε, κατά το προηγούμενο του 2012, σε επαναληπτικές κάλπες θα είναι μεγάλος για μια μερίδα της ηγεσίας του διαφαινόμενου πρώτου κόμματος. Και, με δεδομένη την κρισιμότητα της οικονομικής κατάστασης, ένας τέτοιος ενδεχόμενος πειραματισμός θα μεγιστοποιούσε τα προβλήματα και θα εξέθετε σε ακόμη μεγαλύτερους κινδύνους τη χώρα. 
Επίσης, οι θιασώτες της αυτοδυναμίας επιχειρηματολογούν υπέρ των «καθαρών λύσεων» που θα συμβάλουν στην άμεση εφαρμογή των προγραμματικών δεσμεύσεων της νέας κυβέρνησης και στην ταχεία προσαρμογή –η και… προσγείωση- στην πραγματικότητα, αφού τα όσα έχει να αντιμετωπίσει το επόμενο κυβερνητικό σχήμα, από τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους της χώρας ως τη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού και την είσπραξη των εσόδων που παρουσιάζουν, λόγω και των εκλογών, υστέρηση, δεν αφήνουν περιθώρια για χρονοτριβές που θα προκαλέσουν τυχόν διαβουλεύσεις για ένα συνεργατικό σχήμα.
Από μια άλλη οπτική, στην ίδια άποψη, υπέρ της αυτοδυναμίας, δηλαδή, κατατείνουν και ορισμένοι από αντίπαλους πολιτικούς σχηματισμούς, οι οποίοι θεωρούν ότι μια αμιγής κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με τις προσδοκίες που έχει καλλιεργήσει, θα αποδομηθεί μια ώρα αρχύτερα εάν δεν έχει το «άλλοθι» ότι υποχρεώνεται να συγκυβερνήσει, ειδικά στην περίπτωση που το κόμμα ή τα κόμματα με τα οποία θα υποχρεωθεί να συνάψει κυβερνητική συμμαχία δεν θα κινούνται στην ίδια (ούτω καλούμενη «αντιμνημονιακή») λογική.
Οι πλέον νουνεχείς, πάντως, αντιτείνουν ότι, πέρα από τις προεκλογικές κορώνες, οι οποίες φορτίζουν την ατμόσφαιρα των ημερών, σε αυτές τις κάλπες δίνεται η ευκαιρία να κλείσει ο κύκλος της μεγάλης πολιτικής όξυνσης που άνοιξε με τη βίαιη μνημονιακή προσαρμογή και να ξεκινήσει μια νέα πολιτική περίοδος, αν όχι με συναινέσεις, τουλάχιστον με συνεννοήσεις μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων. Συνεννοήσεις οι οποίες έλλειψαν τα τελευταία πέντε χρόνια, παρότι το μεγαλύτερο διάστημα είχαμε κυβερνήσεις συνεργασίας, οι οποίες, όμως, προήλθαν όχι από πραγματικές συγκλίσεις αλλά από επιβολές της ανάγκης.
Δεν είναι, εξάλλου, λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ακόμη και αν το ποσοστό του πρώτου κόμματος κινηθεί στο απώτατο όριο που του δίνουν οι δημοσκοπήσεις και, ελέω εκλογικού συστήματος, καταφέρει να σχηματίσει μονοκομματική κυβέρνηση, η κοινωνική νομιμοποίηση που θα διαθέτει η επόμενη κυβέρνηση θα είναι, ούτως ή άλλως, μικρή. Και, σε συνδυασμό με τους αναπόφευκτους εσωτερικούς περισπασμούς που αργά ή γρήγορα θα ξεκινήσουν, ο χρονικός ορίζοντας ενός μονοκομματικού σχήματος δεν θα είναι μακρύς.
Καθώς, λοιπόν, η ώρα της κάλπης πλησιάζει, ας τα έχουμε όλα τούτα κατά νου. Για να αποφασίσουμε ψύχραιμα. Και για τα κόμματα και για τα πρόσωπα που θα επιλέξουμε. Άλλωστε, ό,τι και αν λένε οι δημοσκοπήσεις, ό,τι και αν υποστηρίζουν οι αναλυτές, η ψήφος του καθενός μας είναι εκείνη που τελικά μετράει.