Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #metoo. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα #metoo. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

Ο αδυσώπητος πόλεμος των διαδικτυακών στρατών

 

Αν πιστέψουμε τον διαδικτυακό στρατό που υποστηρίζει την κυβερνητική παράταξη, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε κατά κράτος τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ στη συζήτηση των πολιτικών αρχηγών στη Βουλή.

Αν λάβουμε υπόψη μας, όμως, τα όσα αποκόμισε από την ίδια συνεδρίαση ο διαδικτυακός στρατός που είναι ταγμένος στο πλευρό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τότε πρέπει να δεχθούμε ότι ο Αλέξης Τσίπρας «ισοπέδωσε» με τη μέθοδο του οδοστρωτήρα τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Τόσο κατά τη διάρκεια της τετράωρης κοινοβουλευτικής αντιπαράθεσης, οπότε, κατά την προσφιλή τους, είχαν στηθεί στα ηλεκτρονικά τους χαρακώματα για να δημιουργήσουν τις εντυπώσεις, όσο και με την ολοκλήρωσή της, οι δύο στρατοί, τα τρολ, όπως είναι πλέον γνωστά στην καθομιλουμένη, έδωσαν ρεσιτάλ.

Ήταν, άλλωστε, η πρώτη φορά που τους αφιερώθηκε μια ολόκληρη συνεδρίαση της Βουλής των Ελλήνων. Και έπρεπε μάλλον να δικαιώσουν τη φήμη τους, αλλά και τη μεγάλη συμμετοχή που τους αναγνωρίζεται ότι έχουν πλέον στο πολιτικό γίγνεσθαι.

Είναι αλήθεια ότι οι πολιτικές συγκρούσεις μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν συνιστούν ελληνική εφεύρεση. Αντιθέτως συνιστούν πλέον ένα παγκόσμιο φαινόμενο το οποίο αναδύθηκε κατά τη δεύτερη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα και κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος εξοβελίζοντας ή περιθωριοποιώντας τους παραδοσιακούς τρόπους της πολιτικής διαμεσολάβησης και αντιπαράθεσης.

Στη χώρα μας, ειδικότερα, μοιάζει να έχουμε να κάνουμε με ένα υβρίδιο των παραδοσιακών καφενείων, που ήταν συχνά χωρισμένα σε «πράσινα» και «γαλάζια», και των εντύπων που υποστήριζαν φανατικά μια συγκεκριμένη πολιτική παράταξη.

Όπως, όμως, συμβαίνει με τα περισσότερα υβρίδια, τα χαρακτηριστικά των τρολ είναι πολύ πιο έντονα από τα πατρογονικά στοιχεία από τα οποία προέρχονται. Βοηθούσης και της ανωνυμίας που εξασφαλίζει το Διαδίκτυο, οι αντιπαραθέσεις που γίνονταν στους παλαιούς καφενέδες ή μέσα από τους ξύλινους τίτλους και την υπόλοιπη αρθρογραφία των εφημερίδων του παρελθόντος ήταν επιπέδου Παρθεναγωγείου συγκριτικά με τον φανατισμό, τη μισαλλοδοξία και την εχθροπάθεια που εκφράζεται στις μέρες μας μέσα από τις αναρτήσεις στα νέα μέσα: Facebook, Twitter, blogs, κλπ.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έφεραν σημαντικές αλλαγές στις σύγχρονες κοινωνίες και συνέβαλαν αποφασιστικά στην ταχύτερη μετάδοση των πληροφοριών. Μεγάλη επίσης υπήρξε η συνδρομή τους στην εμπέδωση συνθηκών διαφάνειας, αφού η αδιαμεσολάβητη πληροφόρηση παρέκαμψε πολλά εμπόδια που ορθώνονταν παλαιότερα λόγω του περιορισμένου αριθμού των μέσων εκπομπής που, ως εκ τούτου, επέτρεπαν περισσότερο έλεγχο, αλλά και μεγαλύτερη χειραγώγηση στις πληροφορίες που διακινούνταν στη δημόσια σφαίρα και έφθαναν στους πολίτες.

Δίπλα, όμως, σε αυτή τη φωτεινή πλευρά των πραγμάτων, υπάρχει και η σκοτεινή, καθώς ο κάθε διαταραγμένος που έχει στα χέρια του το πληκτρολόγιο ενός υπολογιστή, tablet ή smartphone, μπορεί να μεταδώσει και να μοιραστεί με πολλούς άλλους τις δικές του φαντασιώσεις ή τα κουτσομπολιά και τις ανυπόστατες φήμες, των οποίων έγινε δέκτης ή είναι απλός κατασκευαστής.

Το φίλτρο που έβαζαν παλαιότερα οι επαγγελματίες της ενημέρωσης, καθώς είχαν την ευθύνη αυτού που κυκλοφορούσε, έχει πλέον καταργηθεί. Και μοιραία επέρχεται η ισοπέδωση των πάντων και εμπεδώνεται το αίσθημα ότι «όλα επιτρέπονται», πολύ περισσότερο όταν αυτό γίνεται ανωνύμως και χωρίς συνέπειες.

Όλα όσα έγιναν τις προηγούμενες ημέρες με τις άθλιες και χυδαίες διαδόσεις που επιχειρούσαν να συνδέσουν την κυβέρνηση με κυκλώματα παιδεραστίας αποτελούν ένα πολύ χαρακτηριστικό δείγμα των επικινδύνων ατραπών στις οποίες οδηγείται η κομματική αντιπαράθεση όταν η πληροφόρηση γίνεται έρμαιο στις σκοτεινές επιδιώξεις των διαδικτυακών στρατών που συνήθως μισθώνονται, αλλά σε πολλές περιπτώσεις στρατεύονται, με σκοπό να εξαπολύουν επιθέσεις κατά των αντίπαλων στρατοπέδων, αδιαφορώντας αν όλα αυτά που εκπέμπονται δεν αποτελούν παρά δηλητήριο που καταστρέφει την κοινωνική συνοχή και συμβίωση.

Όποιος παρακολούθησε τη συζήτηση στη Βουλή αντιλήφθηκε τη δυσκολία του κ. Τσίπρα να αποκηρύξει το φαινόμενο. Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και τέως πρωθυπουργός πήρε μεν κάποιες αποστάσεις από τις ακρότητες περί κυβερνητικής παιδεραστίας, δεν τόλμησε, όμως, να πάει ένα βήμα παραπέρα και να στηλιτεύσει τα στελέχη και τους πολιτικούς της παράταξής του που εκπέμπουν διχαστικό λόγο, είναι διακινητές fakenews ή συκοφαντικών επιθέσεων κατά πολιτικών του αντιπάλων.

Από την άλλη, βεβαίως, και ο νυν πρωθυπουργός χειρίστηκε με το… γάντι τους μαχητές του δικού του πολιτικού χώρου που εκφράζονται ακραία κατά των δικών του αντιπάλων. Έδειξε μάλιστα να δικαιολογεί τις επιθέσεις όταν οι… αγωνιστές του πληκτρολογίου είναι απλοί πολίτες και όχι αξιωματούχοι.

Εν ολίγοις, λοιπόν, το βασικό συμπέρασμα το οποίο εξήχθη από τη συζήτηση που έγινε στη Βουλή κάθε άλλο παρά δικαίωσε τον σκοπό για τον οποίο διεξήχθη και αφορούσε «την ποιότητα της Δημοκρατίας και του Δημοσίου Διαλόγου» στον απόηχο του απόλυτου ξεστρατίσματος που κινδυνεύει να υποστεί το ελληνικό «#metoo» προκειμένου να δικαιολογήσουν τον ρόλο τους οι διαδικτυακοί κομματικοί στρατοί.

Και αν υπολογίσει κανείς ότι –τυπικά, τουλάχιστον- απέχουμε είκοσι οκτώ ολόκληρους μήνες από τις επόμενες εκλογές, μπορείτε να αναλογιστείτε τι μας επιφυλάσσει ακόμη ο αδυσώπητος πόλεμος των διαδικτυακών στρατών που όσο θα πλησιάζουν οι κάλπες θα γίνεται όλο και πιο σκληρός…

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2021

Δεν αρκεί μόνον «να πέσει φως»

 

Συμπληρώνονται αισίως δύο εβδομάδες αφότου η ολυμπιονίκης Σοφία Μπεκατώρου πήρε τη γενναία απόφαση να μιλήσει δημοσίως για την κακοποίηση που υπέστη από έναν άνθρωπο ο οποίος, με βάση τα καταγγελλόμενα, έκανε κατάφωρη κατάχρηση της εξουσίας την οποία διέθετε.

Η καταγγελία της γνωστής αθλήτριας έδωσε το έναυσμα για να ανοίξουν και άλλα στόματα και να έρθει στο φως μια ατελείωτη σωρεία αποτρόπαιων περιστατικών που η κοινωνία μας προσπαθούσε να κρατήσει μυστικά με τον ίδιο τρόπο που κάποιοι κρύβουν βεβιασμένα τα σκουπίδια κάτω από το χαλί με σκοπό να δείξουν ότι διατήρησαν «καθαρό» τον χώρο ευθύνης τους.

Λίγοι είναι εκείνοι που, κακά τα ψέματα, μπορεί να ισχυριστούν ότι έπεσαν από τα σύννεφα με όσα ακούστηκαν και γράφηκαν το τελευταίο δεκαπενθήμερο τόσο για τα φαινόμενα με τις κάθε είδους κακοποιήσεις όσο και για τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν σε τέτοιες καταστάσεις. Καταστάσεις οι οποίες εκτείνονται σε πολλούς τομείς της εγχώριας δημόσιας ζωής: από το θέατρο ως τη δημοσιογραφία, από την τηλεόραση έως τα υπουργικά γραφεία και ακόμη παραπέρα.

Παρά ταύτα είναι απορίας άξιο ότι, πέρα από κάποιες γενικόλογες δηλώσεις αγανάκτησης που ακούστηκαν στην αρχή και περιορίστηκαν στις καταγγελίες για τα τεκταινόμενα στον χώρο της ιστιοπλοΐας, μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει καμία οργανωμένη θεσμικού χαρακτήρα πρωτοβουλία, αφενός για να κολαστούν τα εγκλήματα που μπορεί να αποδειχθούν και αφετέρου για να οριοθετηθούν κανόνες συμπεριφοράς που ενδεχομένως να συμβάλουν, αν όχι να μπει ένα τέρμα, τουλάχιστον στον περιορισμό του φαινομένου.

Με λύπη, άλλωστε, διαπιστώνει κανείς την παγερή αδιαφορία με την οποία αντιμετωπίζουν τις καταγγελίες οι θεσμοί της οργανωμένης Πολιτείας. Όπως και οι συλλογικότητες της κοινωνίας των πολιτών. Που είναι, για παράδειγμα, οι πολυποίκιλες μη κυβερνητικές οργανώσεις που ασχολούνται με τα ανθρώπινα δικαιώματα; Γιατί, αλήθεια, τόσο ηχηρή σιωπή; Οι οργανώσεις για τα δικαιώματα των γυναικών δεν βρήκαν να τις αφορά όλος αυτός ο θόρυβος;

Οι αρμόδιες εισαγγελικές αρχές; Τι κάνουν άραγε; Γιατί δεν κινητοποιήθηκαν αυτεπαγγέλτως για να καλέσουν, έστω, καταγγέλλοντες και καταγγελλόμενους για να δώσουν καταθέσεις; Ακόμη και αν καταλήξουν στη διαπίστωση ότι τα καταγγελλόμενα στερούνται βάση αληθείας ή εμπίπτουν σε παραγραφή, το κέρδος για το κοινωνικό σύνολο δεν θα είναι διόλου ευκαταφρόνητο.

Αν το κάνουν, τότε οι καταγγελλόμενοι θα ξέρουν ότι την επόμενη φορά που κάποιος ή κάποια θα τους καταγγείλει σε χρόνο που δεν θα εμπίπτει σε παραγραφή, θα βρεθούν αντιμέτωποι με την τσιμπίδα του νόμου. Ενώ οι καταγγέλλοντες θα ξέρουν ότι βρήκαν, τουλάχιστον, ένα ευήκοον ους. Έτσι ώστε την επόμενη φορά οι ίδιοι ή κάποιοι άλλοι να μην αισθάνονται εύκολη λεία στα χέρια των εξουσιαστών τους οι οποίοι θα μείνουν στο απυρόβλητο όποιο έγκλημα και αν διαπράξουν;

Λίαν προσφάτως αποκτήσαμε και υφυπουργό αρμόδιο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Τον άκουσε κανείς να παίρνει θέση; Να ανακοινώνει κάποια επικείμενη θεσμική παρέμβαση; Μια παραγγελία για δικαστική έρευνα; Μια ημερίδα; Ένα συνέδριο; Τη σύσταση, έστω, μιας Επιτροπής που να μελετήσει το σοβαρό αυτό κοινωνικό ζήτημα το οποίο ανεδείχθη και να αποφανθεί αν είναι όλα καλά στο δικαιικό μας σύστημα ή αν χρειάζεται να γίνουν κάποιες παρεμβάσεις για την άρση της ατιμωρησίας;

Υπό αυτές τις συνθήκες, δυστυχώς η τροπή των πραγμάτων δείχνει ότι οι θεσμοί της κοινωνίας μας δεν είναι ακόμη έτοιμοι να θέσουν το χέρι της επί τον τύπον των ήλων. Η αρχική μεγάλη αγανάκτηση για όσα υπέστη η Σοφία Μπεκατώρου, δυστυχώς, περιορίζεται. Προϊόντος του χρόνου, μάλιστα, τείνει να προσλάβει τα χαρακτηριστικά ενός σήριαλ με κουτσομπολίστικο περιεχόμενο που δίνει τροφή στις αναλόγου επιπέδου αδηφάγες στήλες των ηλεκτρονικών ή έντυπων μέσων ενημέρωσης.

Σε άλλες χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η ανακίνηση τέτοιων θεμάτων δεν περιορίστηκε μόνον στις δημοσιεύσεις των καταγγελιών των θυμάτων. Το περίφημο πλέον «#metoo» ευαισθητοποίησε μεγάλο μέρος της αμερικανικής αλλά και της παγκόσμιας κοινωνίας. Τα πράγματα, όμως, δεν έμειναν απλώς εκεί. Οι θεσμοί ενεργοποιήθηκαν και οι πρωταγωνιστές ήρθαν αντιμέτωποι με τον πέλεκυ της Δικαιοσύνης.

Όπως και να έχει, πάντως, σε ό,τι αφορά τα καθ΄ ημάς, το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν αρκεί να συμφωνούμε οι περισσότεροι στη γενικόλογη διαπίστωση – ευχή περί της ανάγκης «να πέσει άπλετο φως». Χρειάζεται κάτι περισσότερο. Και αυτό δεν μπορεί να είναι τίποτε λιγότερο από την επιβεβλημένη κάθαρση. Την κάθαρση που θα λειτουργήσει λυτρωτικά για τα θύματα της κακοποίησης. Πρωτίστως, όμως, την κάθαρση που, αν μη τι άλλο, με τη δύναμη της απαξίας θα δημιουργήσει προηγούμενο για όποιον μελλοντικά διανοηθεί να επαναλάβει αυτού του είδους τις αποτρόπαιες πράξεις. 

Υ.Γ.: Ισχυρισμοί του τύπου «γιατί τα θυμήθηκαν μετά από τόσα χρόνια;», «εμένα δεν με παρενόχλησε κανείς, επειδή δεν έδωσα ποτέ δικαιώματα» ή «όλα γίνονται για λόγους αντεκδίκησης» ελέγχονται ως παντελώς ανυπόστατοι. Και, σε κάθε περίπτωση, μαρτυρούν αφελή άγνοια όταν δεν υποκρύπτουν ενοχική υποκρισία.