Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μάρκος Βαφειάδης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μάρκος Βαφειάδης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 21 Μαΐου 2021

 

Μια ενδιαφέρουσα έκπληξη επεφύλαξε την περασμένη Τετάρτη στους θεατές της, η εκπομπή της ΕΡΤ 1 «Μουσικό Κουτί» που κοσμεί τη δημόσια τηλεόραση. Ο τραγουδοποιός Νίκος Πορτοκάλογλου, ο οποίος, μαζί με την ταλαντούχα τραγουδίστρια Ρένα Μόρφη, παρουσιάζει την εκπομπή, είχε φιλοξενούμενο τον ομότεχνό του Σταμάτη Κραουνάκη, για τον οποίο όποια άποψη κι αν έχει κανείς, ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι είναι ένας χαρισματικός καλλιτέχνης.

Στη διάρκεια της εκπομπής, λοιπόν, όταν ήρθε η ώρα να πει ένα αγαπημένο του τραγούδι, ο Κραουνάκης επέλεξε το φορτισμένο «θα περάσει κι αυτό…», το οποίο όταν το έγραψε τέτοιες μέρες πριν από έξι χρόνια ο Πορτοκάλογλου είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων από μια πλειάδα οπαδών της τότε κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ που το είχαν θεωρήσει… αντικαθεστωτικό και υπονομευτικό για τη μακροημέρευση εκείνης της αλλοπρόσαλλης συγκυβέρνησης.

Έχει, νομίζω, σημασία, να θυμηθούμε τους στίχους του συγκεκριμένου τραγουδιού που είχε προκαλέσει τη μήνη των τότε κυβερνώντων που δεν ήθελαν να αιωρείται στην ατμόσφαιρα ούτε καν υπαινιγμός ότι, όπως συνήθως συμβαίνει στις δημοκρατικές χώρες, δεν ήταν αιώνια η εξουσία που μόλις είχαν αποκτήσει.

«Δεν κοιμάμαι πια τις νύχτες κι ανεβάζω πυρετό, δηλητήριο στο αίμα τρικυμία στο μυαλό. Κάποιος θέλει να με σώσει μ’ ένα φάρμακο φριχτό, ίσως και να με σκοτώσει αν τολμήσω ν’ αρνηθώ», ανέφερε το πρώτο κουπλέ του άσματος που ακολουθούνταν από το ρεφρέν: «Θα περάσει κι αυτό, θα περάσει η ζωή, θα περάσεις κι εσύ, θα περάσω κι εγώ».

«Θέλω να στο τραγουδήσω, θέλω να το μοιραστώ, το ηφαίστειο να σβήσω που μου καίει το λαιμό. Διχασμένη μου πατρίδα, διχασμένη μου καρδιά, μεσ’ τα ερείπια σε είδα να μετράμε τη ζημιά», έλεγε το δεύτερο κουπλέ για να ακολουθήσει και πάλι το ρεφρέν: «Θα περάσει κι αυτό, θα περάσει η ζωή, θα περάσεις κι εσύ, θα περάσω κι εγώ».

«Πέφτει γύρω μου σκοτάδι ή εγώ είμαι τυφλός κι όποιος βγαίνει απ’ το κοπάδι εφιάλτης και εχθρός. Είναι η πόλη μου καμένη, ειν’ η χώρα μου μισή, νικητές και νικημένοι όλοι χάσαμε μαζί», συνέχιζε το τρίτο κουπλέ και το τραγούδι έκλεινε με το ρεφρέν: «Θα περάσει κι αυτό, θα περάσει η ζωή, θα περάσεις κι εσύ, θα περάσω κι εγώ».

Με την απόσταση των χρόνων, είναι λογικό να δυσκολεύεται κάποιος να αντιληφθεί τι ακριβώς ήταν εκείνο που είχε αφιονίσει τόσους συμπατριώτες μας που εκφράζονταν με τόσο πάθος και μισαλλοδοξία σε βάρος όσων είχαν διαφορετική από τη δική τους άποψη και δεν ενστερνίζονταν τις λαϊκίστικες απλοϊκότητες του τύπου «θα καταργήσουμε τα Μνημόνια με ένα νόμο και με ένα άρθρο» και «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν».

Το πιο παράδοξο, μάλιστα, είναι πως, όπως μπορεί εύκολα να διαπιστώσει κανείς με μια σύντομη περιήγηση στο Διαδίκτυο, εκείνο που είχε περισσότερο ενοχλήσει ήταν το μάλλον συμφιλιωτικό σημείωμα με το οποίο ο Πορτοκάλογλου συνόδευε το άσμα του: «Αφιερωμένο από καρδιάς σε όλους μας με την ευχή να θυμόμαστε πιο συχνά ότι και “εμείς” και οι “άλλοι” είμαστε όλοι ταξιδιώτες στο ίδιο καράβι…», έγραφε ο τραγουδοποιός.

Το τι ειπώθηκε και γράφηκε τότε εναντίον του είναι ασύλληπτο. Μύδροι επί μύδρων. Και επιθέσεις επί επιθέσεων. Δεν του συγχωρούσαν, λέει, το γεγονός ότι «δεν κινητοποιήθηκε με τέτοιο πείσμα και σπουδή να γράψει πολιτικότροπο τραγούδι ούτε όταν άρχισε η χώρα να καταρρέει, όταν χάσαμε τις δουλειές μας, όταν πύκνωναν οι άνεργοι και μαζί τα ασφυκτικά οικονομικά μέτρα, όταν θερμαίνονταν οι διαδηλώσεις, όταν άρχισαν οι αυτοκτονίες, όταν ισοπεδώνονταν ζωές και άλλαζαν συνθήκες».

Αντιθέτως, όπως διατείνονταν οι επικριτές του, εκείνος «όταν συνέβαιναν όλα αυτά συνιστούσε ψυχραιμία, αυτοκριτική και ομαδική ανάληψη ευθυνών» και «σε συνέντευξή του αποκάλεσε “λαϊκίστικο σύνθημα το ότι οι πολιτικοί μας είναι διεφθαρμένοι που μας καταπιέζουν”». Αυτά τότε. Διότι τώρα, έξι χρόνια μετά, ήταν χάρμα ιδέσθαι να ακούει κανείς τον διαπρύσιο υπερασπιστή εκείνης της συγκυβέρνησης Σταμάτη Κραουνάκη να τραγουδά από τη συχνότητα της δημόσιας τηλεόρασης το πάλαι ποτέ επάρατο «θα περάσει κι αυτό».

Παλαιότερα, κάποιοι είχαν υποστηρίξει ότι ο αιματηρός και αδελφοκτόνος Εμφύλιος Πόλεμος της περιόδου 1945-1949 έληξε ουσιαστικά όταν συναντήθηκαν και έδωσαν τα χέρια οι δύο πρωταγωνιστικές μορφές του: ο επικεφαλής του εθνικού στρατού στρατηγός Θρασύβουλος Τσακαλώτος και ο αρχηγός του αντάρτικου ΔΣΕ Μάρκος Βαφειάδης.

Η συνάντηση Τσακαλώτου -Βαφειάδη έγινε το 1984 και τα μέσα ενημέρωσης της εποχής κατέγραψαν τον εξής διάλογο που είχαν οι δύο άνδρες: «Κάναμε λάθος τότε», είπε ο στρατηγός Τσακαλώτος και ο καπετάν Μάρκος απάντησε: «Μάλλον, στρατηγέ μου». Για να συμπληρώσουν και οι δύο για τα θύματα του εμφυλίου: «Ήταν όλοι καλοί Έλληνες».

Εκείνο το ιστορικό τετ α τετ πανηγυρίστηκε από όλες τις πλευρές, παρόλο που, μόλις δύο χρόνια πριν, όταν η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου είχε αναγνωρίσει και τη συμμετοχή της Αριστεράς στην Εθνική Αντίσταση, η αξιωματική αντιπολίτευση του Ευάγγελου Αβέρωφ είχε αντιδράσει με οξύτητα και είχε αποχωρήσει από τη Βουλή.

Όσο και αν οι αναλογίες δεν είναι ευθείες, η συνύπαρξη του Κραουνάκη με τον Πορτοκάλογλου στη δημόσια τηλεόραση ήταν μια εξίσου καλή στιγμή της ελληνικής ιστορίας όσο και η χειραψία Τσακαλώτου – Βαφειάδη. Και μακάρι να αποτελέσει το έναυσμα για να αφήσουμε οριστικά πίσω μας τις διχαστικές λογικές του χθες με τις εντάσεις και τους «ψόφους»…