Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολλάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολλάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2016

Το τέλος του… καλοπαιδισμού



            Ορμώμενοι από διαφορετικές αφετηρίες, ήταν αρκετοί εκείνοι –παραπλανημένοι «πατερούληδες» από τον χώρο της παλαιάς διαπλοκής, «επαγγελματίες» αβανταδόροι, διαχρονικοί νταραβεριτζήδες, αλλά και κάποιοι λίγοι καλοπροαίρετοι συμπολίτες μας- που, εντός και εκτός Ελλάδος, βαυκαλίζονταν να λένε για «τα καλά παιδιά» που μας κυβερνούν από τον Ιανουάριο του 15 και τα οποία, «μπορεί να μην ήξεραν τι τους περίμενε με τους… ανελέητους ξένους», αλλά «τώρα έβαλαν μυαλό».      
            «Μα δεν ακούσατε τι είπε ο Αλέξης Τσίπρας στη ΔΕΘ για την αυτορύθμιση της αγοράς;», διερρήγνυε τα ιμάτια του γνωστός αβανταδόρος την περασμένη Κυριακή μετά την πρωθυπουργική συνέντευξη στη Θεσσαλονίκη. «Ούτε ο Μητσοτάκης, ούτε η Γεννηματά, ούτε ο Θεοδωράκης δεν τολμούν να τα πουν αυτά. Τι άλλο θέλετε πια; Είναι οι καλύτεροι εφαρμοστές των μνημονιακών απαιτήσεων», πρόσθετε ο ίδιος, με σαφή διάθεση να φιλοτεχνήσει το «εκσυγχρονιστικό» προφίλ του πρωθυπουργού και της παρέας του, που φόρεσαν νέες μάσκες στη ΔΕΘ.
Παρέβλεπε, μάλλον εθελοτοτυφλώντας, ο συγκεκριμένος υπερασπιστής των κυβερνητικών πεπραγμένων ότι στην προκειμένη περίπτωση η επίκληση της λειτουργίας των δυνάμεων της αγοράς, που προβλήθηκε για να δικαιολογηθούν οι συνέπειες από την αδειοδότηση των καναλιών, ακολούθησε την πιο ακραία εκδοχή κρατικού παρεμβατισμού που έχει γνωρίσει δυτική δημοκρατία, όπως είναι η δια νόμου επιβολή ολιγοπωλίου στους ειδησεογραφικούς σταθμούς με προφανή στόχο τη δημιουργία ελεγχόμενου καρτέλ στην ενημέρωση.
Οι επισημάνσεις τόσο των αυταπόδεικτων αστοχιών στις οποίες οδηγεί το επικίνδυνο μείγμα ανεπάρκειας και ιδεοληψίας, που χαρακτηρίζει το σύνολο σχεδόν των κυβερνητικών πράξεων, όσος και των ακραίων φαινομένων καθεστωτισμού και απόπειρας φίμωσης κάθε κριτικής φωνής, που συνιστά ο πρωτοφανής αποκλεισμός από τη συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ των μη αρεστών δημοσιογράφων, βρίσκονται αντιμέτωπες με αστείες δικαιολογίες του τύπου «και γιατί οι άλλοι ήταν καλύτεροι;» ή ότι «το Μνημόνιο μας έκανε να συνηθίσουμε την… ανεργία».
Γεγονότα και καταστάσεις που σε άλλες περιόδους ξεσήκωναν θύελλες αντιδράσεων, ακόμη και όταν εκδηλωνόταν σε πιο ήπιες εκδοχές, τώρα επιχειρείται να υποβαθμιστούν ή και να αποσιωπηθούν. Εμφανίζονται ως «κανονικότητα» που δήθεν την επέβαλε το Μνημόνιο. Και, άρα, πρέπει να την αποδεχτούμε αδιαμαρτύρητα. Το χειρότερο όλων, όμως, είναι η προσπάθεια να επιβληθεί ως κανονικότητα η πολιτική εξαπάτηση που εξακολουθεί να αποτελεί τον οδηγό της δράσης των κυβερνώντων.
Μόνον και μόνον η ιδιάζουσα περίπτωση που συνιστά το «φαινόμενο Πολλάκης» και η προπαγανδιστική προσπάθεια να μετατραπούν τα θύματα σε θύτες και οι θύτες να εμφανίζονται ως θύματα, που –οι… καημένοι!- υφίστανται «δολοφονία χαρακτήρων», αποδεικνύει πόσο αμετανόητοι είναι. Και για όσα λένε και για όσα κάνουν. Είναι, εξάλλου, πολλά τα κρούσματα αλλά και οι ενδείξεις και αποδείξεις από την πρωθυπουργική συνέντευξη στη Θεσσαλονίκη που μαρτυρούν ότι δεν έχουν αλλάξει στο παραμικρό ο κ. Τσίπρας και η παρέα που κινεί τα νήματα από το Μαξίμου.
Με κορωνίδα τα απροκάλυπτα ψέματα για «τετραγωνισμό του κύκλου» με τις συντάξεις, τους ψευδείς ισχυρισμούς ότι είμαστε «πιο κοντά από ποτέ» στην ελάφρυνση του χρέους, αλλά και την αδυναμία να κοστολογηθεί η εξαγγελία για αναστολή πληρωμής των ασφαλιστικών εισφορών από τους ελεύθερους επαγγελματίες –«δεν είμαι πρόχειρος», ήταν η αμίμητη ατάκα που χρησιμοποίησε όταν ρωτήθηκε- κατεδείχθη ότι ο κ. Τσίπρας παραμένει αδιόρθωτος.
Είναι στην πραγματικότητα ίδιος και απαράλλακτος με τον προηγούμενο εαυτό του που έταζε στους ψηφοφόρους τον ουρανό με τα άστρα και κραύγαζε –«Go back κυρία Μέρκελ…»- κατά των Ευρωπαίων. Εξαπάτηση έκανε τότε. Το ίδιο κάνει και τώρα. Σε τίποτε δεν διαφέρει το χθες των κούφιων υποσχέσεων για 13η σύνταξη και κατάργηση του ΕΝΦΙΑ με το σήμερα των απατηλών διαβεβαιώσεων ότι το 90% των συνταξιούχων δεν υπέστη περικοπές. Όπως δεν διαφέρει το παλαιό παραμύθι για διαγραφή του χρέους από τη σύγχρονη υποταγή στις επιδιώξεις της γερμανίδας καγκελαρίου με την κρυφή ελπίδα να λυπηθεί και να ελεήσει το «καλό παιδί» που απεδείχθη υπάκουο.
Επειδή, όμως, όπως είχε πει Αβραάμ Λίνκολν, «μπορείς να τους ξεγελάς όλους για λίγο καιρό, λίγους όλο τον καιρό, αλλά όχι όλους όλο τον καιρό», φαίνεται ότι το τέλος του… «καλοπαιδισμού» έχει έρθει. Και αρχίζει να το αισθάνεται και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας. Διότι δεν είναι  τυχαία η φράση για το «πολιτικό κόστος» που ο ίδιος είπε ότι αισθάνεται πως έχει από τους χειρισμούς στο ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών με το οποίο νυχθημερόν και σχεδόν αποκλειστικά ασχολούνται στο Μέγαρο Μαξίμου όλους τους τελευταίους μήνες.
 «Ξέρετε τι κόστος έχουμε εμείς απ’ αυτό;», αναρωτήθηκε ο ίδιος. Και με… πόνο ψυχής απάντησε στο δικό του ερώτημα, λέγοντας: «Αυτοί οι οποίοι μπήκαν στον διαγωνισμό και δεν πήραν άδεια θα είναι εναντίον μας. Αυτοί οι οποίοι εξέπεμπαν και τώρα τους αναγκάζουμε να πληρώσουν, πάλι εναντίον μας. Αυτοί οι οποίοι μπαίνουν, όταν έρχεται ο κύριος Μητσοτάκης και τους λέει “εγώ θα σας τα δώσω τζάμπα”, πάλι εναντίον μας».
Κανονικά, ένας διαπρύσιος κήρυκας της διαφάνειας και αποφασισμένος πολέμιος της διαπλοκής, όπως έχει αυτοαναγορευθεί ο κ. Τσίπρας, δεν θα έπρεπε να είχε τίποτε να φοβηθεί. Πολύ περισσότερο που δεκάδες φορές τον τελευταίο χρόνο το Μέγαρο Μαξίμου διαβεβαίωνε ότι η διαπλοκή έπνεε τα λοίσθια. Τι συνέβη, άραγε, και άρχισαν οι κλαυθμυρισμοί για το «κόστος»; Μήπως παγιδεύτηκαν με τις τέσσερις άδειες που έβαλαν στη ρουλέτα; Ή μήπως αντιλήφθηκαν ότι οι διάφοροι «πατερούληδες» της εγχώριας διαπλοκής πήραν χαμπάρι πόσο… «καλά παιδιά» (δεν) ήταν εκείνοι στους οποίους είχαν δώσει γη και ύδωρ; Φανταστείτε να μιλήσουν και οι… γάτες Ιμαλαΐων...  

Πέμπτη 14 Ιουλίου 2016

Κάποιος να τους πει ότι η διακυβέρνηση δεν έχει μόνον βολέματα



«O Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επικοινώνησε σήμερα με τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Νίκο Παρασκευόπουλο από τον οποίο ενημερώθηκε αναλυτικά για τις εξελίξεις στην δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης Siemens» διαβάζουμε αυτολεξεί σε επίσημο κυβερνητικό ανακοινωθέν που εξεδόθη από το Μέγαρο Μαξίμου για να μας πληροφορήσει ότι ο επικεφαλής της κυβέρνησης επικοινωνεί με τους συνεργάτες του τους οποίους ο ίδιος όρισε να είναι μέλη του υπουργικού συμβουλίου.
Ο συντάκτης του ανακοινωθέντος, με το οποίο μαθαίνουμε ακόμη ότι «ο Υπουργός Δικαιοσύνης θα μεταβεί αύριο στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου και θα ζητήσει από την Εισαγγελέα κα Ξένη Δημητρίου να παραγγείλει την εκδίκαση των δύο υποθέσεων της Siemens που βρίσκονται στο ακροατήριο (ψηφιοποίηση παροχών του ΟΤΕ και δωροδοκία τέως κυβερνητικών στελεχών), κατ’ απόλυτη προτεραιότητα», θα είχε προφανώς επίγνωση της… σπανιότητας του γεγονότος να επικοινωνεί ο πρωθυπουργός με τον υπουργό και γι΄ αυτό χρησιμοποίησε τις συγκεκριμένες διατυπώσεις.
Η κυβερνητική αντίδραση απέναντι στο φιάσκο με τις προκλητικές νέες αναβολές στην εκδίκαση των επίμαχων υποθέσεων του σκανδάλου με τις μίζες της γερμανικής εταιρίας είναι η καλύτερη απόδειξη ότι η χώρα πορεύεται ουσιαστικά ακυβέρνητη, επειδή οι άνθρωποι που έχουν αναλάβει τα ηνία της διακυβέρνησης έχουν παρεξηγήσει τον ρόλο και την αποστολή που τους έχουν ανατεθεί. Εξακολουθούν να συμπεριφέρονται όπως όταν ήταν στην αντιπολίτευση, δηλαδή ως σχολιαστές και καταγγέλλοντες τα κακώς κείμενα ακόμη και όταν αυτά δεν είναι παρά αποτελέσματα της δικής τους ιδιότυπης πρακτικής να αποδέχονται μόνον τα προνόμια της εξουσίας και καμία από τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται η ανάληψη της κυβερνητικής ευθύνης.
Αν στο μείζον ζήτημα της απονομής της δικαιοσύνης, που αφορά άμεσα τόσο την καθημερινότητα των πολιτών όσο και τη θεσμική υπόσταση της χώρας, είχε επιδειχθεί μόνον ένα πολλοστημόριο από το αυξημένο, σχεδόν αποκλειστικό, ενδιαφέρον που επιδεικνύεται σε συγκριτικά ήσσονος σημασίας ζητήματα, όπως είναι, επί παραδείγματι, οι άδειες των τηλεοπτικών καναλιών ή ακόμη και ο εκλογικός νόμος, είναι βέβαιο ότι τα πράγματα στη χώρα θα ήταν πολύ καλύτερα.
Εξίσου βέβαιο είναι ότι θα είχαν περιοριστεί τα φαινόμενα ανομίας και δεν θα διαιωνιζόταν η ατιμωρησία αν, αντί για την απόπειρα ποδηγέτησης της Δικαιοσύνης, αποτελούσε κυβερνητική προτεραιότητα η επιτάχυνση των απαράδεκτα αργών ρυθμών εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων που προκαλούν το φαινόμενο της αρνησιδικίας το οποίο δηλητηριάζει τις κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις, για την ομαλή εξέλιξη των οποίων προϋπόθεση εκ των ων άνευ συνιστά η έκδοση δικαστικών αποφάσεων μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Το μεγαλύτερο δυστύχημα, βεβαίως, είναι ότι τα διαλαμβανόμενα στον χώρο της Δικαιοσύνης δεν αποτελούν την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα της διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Η κατάσταση παρατηρητή των εξελίξεων, την οποία έχουν επιλέξει κυβερνητικά στελέχη, είναι εκτεταμένο ζήτημα. Το σύνολο, σχεδόν, των κυβερνητικών ιθυνόντων φλυαρούν ακαταπαύστως, κυρίως στα κανάλια (που, κατά τα άλλα, καταγγέλλουν) και σπανιότερα στη Βουλή. Μιλούν, κατά βάση, για θέματα που δεν είναι της αρμοδιότητάς τους. Ενώ όταν συμβαίνει το αντίθετο αρκούνται σε επικρίσεις προς τους προηγούμενους που –τι κακοί άνθρωποι!- δεν είχαν λύσει όλα τα προβλήματα και δεν φρόντισαν να τους παραδώσουν την εξουσία εξασφαλίζοντας τους μια ανέφελη διακυβέρνηση.
Πάρτε για παράδειγμα τον διαβόητο αναπληρωτή υπουργό Π. Πολλάκη, ο οποίος αδιαφορώντας πλήρως για τα θανατηφόρα αποτελέσματα της πολιτικής που ασκεί, πρέπει να περνάει το μισό ωράριο εργασίας στο υπουργείο Υγείας κάνοντας αναρτήσεις στο facebook, πότε με τα κεράκια γενεθλίων που σβήνει ενώπιον πορτρέτων του Βελουχιώτη και πότε με υβριστικές επιθέσεις εναντίον όσων του ασκούν κριτική, ενώ τις υπόλοιπες ώρες ξιφουλκεί σε κομματικές εκδηλώσεις ενάντια στα «βοθροκάναλα της διαπλοκής» που αναδεικνύουν την άθλια κατάσταση στον χώρο ευθύνης του που, κατά κοινή παραδοχή, έγινε χειρότερη στη διάρκεια της 18μηνης παρουσίας στους υπουργικούς θώκους των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Αλλά ούτε ο πολύς Πολλάκης αποτελεί παρεκκλίνουσα μοναδικότητα. Είναι μάλλον ο μέσος όρος του κυβερνητικού κουτσαβακισμού και ενδεχομένως υπάρχουν συνάδελφοί του που τον ξεπερνούν σε καταγγελτικό κρεσέντο. Τη μέρα που όλοι ασχολούνταν με τη Siemens, από δελτίο Τύπου των Ανεξαρτήτων Ελλήνων πληροφορηθήκαμε «καταγγελίες – φωτιά του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ Τέρενς Κουίκ». Τι λένε αυτές οι… «καυτές» καταγγελίες; Λένε ότι «οι λαθρέμποροι τσιγάρων απειλούν με σφαίρες και “φουσκωτούς” και εκβιάζουν με προβοκάτσιες και αθλιότητες». Και που έγιναν οι καταγγελίες; Μα, που αλλού; Σε… ραδιοφωνικό σταθμό! Έτσι, ακριβώς. Κοτζάμ υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ έκανε, κατά δήλωσή του, «καταγγελίες – φωτιά» για εκβιασμούς λαθρεμπόρων σε ραδιοφωνικό σταθμό και όχι στα αρμόδια όργανα της Πολιτείας που σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου θα είχαν κινητοποιηθεί οι πάντες για να συλληφθούν οι εγκληματίες.
Ας μην απορούμε, ωστόσο. Το πολιτικό συνονθύλευμα που απαρτίζουν τα πρόσωπα που μας κυβερνούν, είτε προέρχονται από την λεγόμενη ριζοσπαστική Αριστερά, όπως ο Τσίπρας, ο Πολλάκης και οι λοιποί, είτε από τη λαϊκίστικη Δεξιά, όπως ο Καμμένος ή ο Κουίκ, έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα: όλοι τους ανδρώθηκαν πολιτικά ασκούμενοι στην καταγγελιομανία. Από το συγγραφικό πόνημα του νυν υπουργού Άμυνας που εκδόθηκε για να υποδείξει τον Ανδρέα Παπανδρέου ως αρχηγό ης 17 Νοέμβρη μέχρι τα «go back κυρίες και κύριοι της συντηρητικής νομενκλατούρας» του πρωθυπουργού που υπέγραψε λίγο μετά το Μνημόνιο που κανείς… συντηρητικός δεν θα τολμούσε να υπογράψει, όλη τους η διαδρομή ήταν καταγγελίες και μόνον καταγγελίες, ανάμεικτες με μεγάλες δόσεις συνωμοσιολογίας. Αυτό έμαθαν. Αυτό ξέρουν. Αυτό έκαναν. Αυτό κάνουν.
Μέχρι προφανώς να τους υποχρεώσει κάποιος να αντιληφθούν ότι η διακυβέρνηση της χώρας δεν είναι μόνον καταγγελίες και βολέματα. Είναι και ανάληψη ευθύνης και μάχη με τα προβλήματα. Ποιος θα τους τα μάθει αυτά; Μα, ο ελληνικός λαός που, επειδή τον κορόιδευαν με τις καταγγελίες τους, νομίζουν ότι θα τον κοροϊδεύουν με τον ίδιο τρόπο για πάντα.

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2016

Η επιτυχία των «Παραιτηθείτε»



            Θα πρέπει να έτρεφε κανείς μεγάλες αυταπάτες –μεγαλύτερες, ενδεχομένως, ακόμη και από εκείνες που ισχυρίζεται ότι είχε ο Αλέξης Τσίπρας όταν υπόσχονταν όσα υποσχέθηκε- για να πιστέψει ότι μπορούσε να ευοδωθεί το κεντρικό σύνθημα του κινήματος «Παραιτηθείτε» με ένα συλλαλητήριο στο κέντρο της Αθήνας και άλλο ένα στη Θεσσαλονίκη.
            Ακόμη και αν, με ένα μαγικό τρόπο, καθίστατο δυνατόν να συγκεντρωθούν στο Σύνταγμα και σε άλλες πλατείες όλοι όσοι αισθάνονται προσβεβλημένοι ή προδομένοι από τη σημερινή εξουσία, τα εκατομμύρια, δηλαδή, των Ελλήνων που είτε καταψήφισαν τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, είτε τους ψήφισαν και τώρα νοιώθουν «κοψοχέρηδες», δεν νομίζω ότι υπάρχει εχέφρων άνθρωπος που περίμενε ότι θα άφηναν τις καρέκλες τους ο Κατρούγκαλος, ο Καμμένος, ο Πολλάκης, ο Νεφελούδης, ο Σπίρτζης και τόσο άλλοι που αυτογελοιοποιούνται καθημερινά υποστηρίζοντας τα ακριβώς αντίθετα από εκείνα που υποστήριζαν όταν μάχονταν για την κατάκτηση της εξουσίας.
            Από την άλλη, θα ήταν μέγιστο ψέμα, εφάμιλλο με τα πάμπολλα που εξακολουθούν να αραδιάζουν οι ΣΥΡΙΖΑίοι, αν ισχυριζόταν κάποιος ότι οι αντικυβερνητικές διαμαρτυρίες των «Παραιτηθείτε» είχαν το πλήθος και το πάθος που προοιωνίζονταν οι σφοδρές συγκρούσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και, πολύ περισσότερο, η «στρατηγική της έντασης» που με τόση επιμονή καλλιέργησε και έθεσε σε εφαρμογή τα τελευταία εικοσιτετράωρα πριν από τις συγκεντρώσεις ο κυβερνητικός προπαγανδιστικός μηχανισμός.
            Για πάρα πολλούς –και ευεξήγητους- λόγους, ο κόσμος που συγκεντρώθηκε τόσο στην Αθήνα όσο και στη Θεσσαλονίκη δεν ήταν πολύς. Αλλά αυτό σε τίποτε δεν μειώνει ούτε τη σημασία ούτε την αποτελεσματικότητα ούτε –γιατί όχι;- την επιτυχία της ειρηνικής κινητοποίησης που πραγματοποίησαν. Επιτυχία για την οποία οι οργανωτές της θα πρέπει να είναι περήφανοι. Κυρίως επειδή το αποτέλεσμα της δικής τους προσπάθειας δεν θύμιζε «Αγανακτισμένους». Δεν είχε μολότωφ και «μπαχαλάκηδες». Δεν υψώθηκαν κρεμάλες, δεν υβρίστηκε το Κοινοβούλιο και δεν εκφωνήθηκαν «δεκάρικοι» από Βαρουφάκηδες και Κατρούγκαλους.
            Οι σπασμωδικές αντιδράσεις της κυβερνητικής ηγεσίας που συνόδευσαν την αναγγελία των συλλαλητηρίων, όπως και η αγωνιώδης προσπάθεια των κάθε λογής μηχανισμών που τέθηκαν στην υπηρεσία της, καταγράφονται ως αψευδείς μαρτυρίες ότι η κινητοποίηση στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Εκατομμύρια πολίτες, οι οποίοι –από συνειδητή πεποίθηση ή όχι- επέλεξαν να μην πάνε στις συγκεντρώσεις, είχαν μοναδικά αποκαλυπτική ευκαιρία να διαπιστώσουν πανηγυρικά και με ενάργεια την (α)συνέπεια λόγων και έργων που διακρίνει την παρέα που κυβερνάει. Καθώς επίσης και πόσο όλοι αυτοί, οι οποίοι επί δεκαετίες δεν έκαναν σχεδόν τίποτε άλλο από συλλαλητήρια, σέβονται τους κανόνες με τους οποίους παίζεται το δημοκρατικό παιχνίδι.
            Γι΄  αυτό και ο μισαλλόδοξος αυταρχισμός που εξέπεμπε η εργώδης προσπάθεια να εμφανιστούν οι οργανωτές των ειρηνικών διαδηλώσεων ως… σφετεριστές του Συντάγματος και «εχθροί του λαού» αποτέλεσε την εκ των προτέρων δικαίωση του κινήματος τους. Ενώ οι λοιδορίες που εξακόντισαν οι «επαγγελματίες» διαδηλωτές για τον (προφανή) ερασιτεχνισμό του εγχειρήματος, μάλλον ως επιπρόσθετη νομιμοποίηση του ακηδεμόνευτου χαρακτήρα της πρωτοβουλίας των «Παραιτηθείτε» λειτούργησε και ως διάψευση του χαρακτήρα της ασύμμετρης απειλής που επιχειρήθηκε να της δοθεί.
Ανεξαρτήτως, πάντως, αν, όπως πολλοί εικάζουν, πρωτοβουλίες αυτού του είδους θα δούμε να πυκνώνουν το προσεχές διάστημα, μαζί με τα κυβερνητικά αδιέξοδα, εκείνο που περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο αφήνει πίσω του το πρώτο αποτύπωμα του συγκεκριμένου διαδικτυακού κινήματος είναι η επιβεβαίωση του φόβου που προκαλεί η λαϊκή οργή στους κυβερνώντες. Ακόμη και όταν ο φόβος αυτός εξωτερικεύεται με υπερβάλλουσα επιθετικότητα.
Όσο περισσότερα, εξάλλου, πρωτοσέλιδα της «Αυγής» θα περιγράφουν το…. «στρατηγικό αδιέξοδο» του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος συμβαίνει να υπερέχει δημοσκοπικά του πρωθυπουργού ακόμη και στις πιο… φιλικές έρευνες προς το «γκουβέρνο», τόσο θα γίνεται σαφέστερο ότι τα συνήθη επικοινωνιακά τεχνάσματα (η «διαπλοκή», οι «ολιγάρχες», ο… Παπασταύρου) εξεμέτρησαν το ζην.
Σε άλλες χώρες όταν οι κυβερνώντες βλέπουν το έδαφος να υποχωρεί κάτω από τα πόδια τους, εντίμως παραμερίζουν, όπως συνέβη προ καιρού στην Αυστρία με τον καγκελάριο Β. Φάιμαν και πιο πρόσφατα στη Φιλανδία με τον υπουργό Οικονομικών και πρώην πρωθυπουργό Αλεξάντερ Στουμπ, δίνοντας την σκυτάλη της εξουσίας σε άλλους μέσα από την ίδια την παράταξή τους.
Στη χώρα των Κατρούγκαλων και των Πολλάκηδων, όμως, τέτοιες (κακές, αστικές) συνήθειες δεν έχουν θέση. Εδώ επιτρέπεται ο Νεφελούδης, που πήρε δάνειο, το οποίο, καθ΄ ομολογία του, είναι «κόκκινο», να ισχυρίζεται, προτού να γίνει το συλλαλητήριο, ότι αν γύριζες ανάποδα όσους πήγαν να διαδηλώσουν θα εύρισκες το… μισό δημόσιο χρέος. Τόσο ξεδιάντροπα... Αλλά και με την εξής απορία: Λέτε ο ρέκτης γενικός γραμματέας να έχει υπόψη του ότι το άλλο μισό κρύβεται στις off shore που πήγε να «νομιμοποιήσει» η κυβέρνηση την οποία υπηρετεί;  
Όπως και να έχει, οι πολίτες που θέλουν μια ευρωπαϊκή Ελλάδα μάλλον χρωστούν χάρη στους «Παραιτηθείτε». Ποια είναι αυτή; Συνέβαλαν με τον τρόπο τους να συνειδητοποιήσουν, ακόμη και όσοι το ήξεραν, με ποιους έχουμε να κάνουμε. Και αυτό, νομίζω, είναι και το μέτρο της επιτυχίας τους.