Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα προεδρική εκλογή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα προεδρική εκλογή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2025

Ο Τασούλας, το… DNA Μητσοτάκη και ο κατά Μπίσμαρκ ορισμός της πολιτικής

Μέσα στην πολυπλοκότητά τους ακόμη και οι πιο κρίσιμες αποφάσεις, που ο καθένας μας καλείται να λάβει στις διάφορες εκφάνσεις της ζωής του, είναι τις περισσότερες φορές πολύ απλές: σταθμίζεις το κόστος και το όφελος που αποφέρει καθεμιά από τις εναλλακτικές λύσεις που έχεις ενώπιόν σου και καταλήγεις σε εκείνη που φαίνεται να έχει το θετικότερο ισοζύγιο.

Υπό αυτό πρίσμα νομίζω ότι πρέπει να ερμηνευτεί και η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να κάνει μια κατά τα φαινόμενα «ασφαλή» επιλογή για την Προεδρία της Δημοκρατίας προτείνοντας τον Κώστα Τασούλα με βασικό κριτήριο ότι η υποψηφιότητα του απερχόμενου Προέδρου της Βουλής και επί 25ετία βουλευτή Ιωαννίνων εξασφαλίζει την ομόθυμη στήριξη των μελών της «γαλάζιας» Κοινοβουλευτικής Ομάδας.

Μια στήριξη, όμως, η οποία δεν μπορούσε να προεξοφληθεί ότι θα ίσχυε και για οποιονδήποτε άλλον υποψήφιο, κυρίως εξαιτίας του ότι ο νυν πρωθυπουργός πριν από δέκα χρόνια είχε δημιουργήσει προηγούμενο όταν δεν ακολούθησε την κομματική γραμμή αρνούμενος να ψηφίσει υπέρ του Προκόπη Παυλόπουλου.  

Πέρα, λοιπόν, από τις βαθυστόχαστες αναλύσεις για το τι μπορεί να «κρύβεται» πίσω από την πρωθυπουργική πρόταση, όσοι δεν βλέπουν την πραγματικότητα μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς των επιθυμιών τους διακρίνουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν πάντα ένας ρεαλιστής πολιτικός. «Ανδρώθηκε», εξάλλου, σε μια πολιτική δυναστεία, στο DNA της οποίας συνυπάρχουν ισχυρές δόσεις πολιτικής επιβίωσης που άλλοτε λειτουργούν και άλλοτε όχι.

Ποιος, για παράδειγμα, ξεχνάει ότι ο σημερινός πρωθυπουργός παρέμεινε βουλευτής στην αντιμνημονιακή Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά που λάνσαρε τα περιβόητα «ισοδύναμα» των «Ζαππείων»; Το έκανε μάλιστα σε μια περίοδο που, με τη στήριξη του πατέρα τους Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η αδελφή του Ντόρα Μπακογιάννη διαφοροποιήθηκε ανοικτά, ψήφισε το πρώτο Μνημόνιο και δημιούργησε νέο πολιτικό φορέα, έχοντας στο πλάι της τα περισσότερα μέλη της οικογένειας, αλλά όχι τον βουλευτή Κυριάκο.   

Δίχως αμφιβολία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αποδείξει ότι διαβάζει τους οιωνούς που διαγράφονται στον ορίζοντα και προσαρμόζεται γρήγορα στα εκάστοτε δεδομένα. Γι΄ αυτό και από τη στιγμή που στην τρέχουσα συγκυρία η πυξίδα στο παγκόσμιο πολιτικό στερέωμα έδειξε να στρέφεται σε σαφώς συντηρητική κατεύθυνση, μόνον εθελοτυφλούντες μπορούσαν να αναμένουν ότι θα έκανε επιλογή προσώπου για το Προεδρικό Μέγαρο η οποία θα αντιστρατεύονταν τη βούληση της μεγάλης μάζας των ψηφοφόρων που τον έφεραν και τον διατήρησαν στην εξουσία πριν από ενάμισι χρόνο.

Γι΄ αυτό, άλλωστε, στην παρούσα φάση κινήθηκε στον αντίποδα της επιλογής που έκανε πριν από πέντε χρόνια όταν πρότεινε για Πρόεδρο την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, την πρώτη γυναίκα η οποία κατελάμβανε το ύπατο πολιτειακό αξίωμα με εχέγγυο τα «προοδευτικά» διαπιστευτήρια που είχε συσσωρεύσει κατά την άσκηση των καθηκόντων της στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Όπως και να το κάνουμε, όμως, το 2019 δεν είναι ίδιο με το 2025. Οπότε, ας μην αυταπατώμεθα, ούτε ο σημερινός Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ίδιος με τον προ πενταετίας Κυριάκο Μητσοτάκη που στελέχωνε το επιτελείο του και επέλεγε συνεργάτες χωρίς ισορροπητικές σταθμίσεις.   

Κακά τα ψέματα, η πρόσφατη εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ λειτούργησε καταλυτικά υπέρ της συντηρητικής αναδίπλωσης η οποία δεν περιορίζεται στις ΗΠΑ. Η επίδρασή της επεκτείνεται σε όλο τον πλανήτη, πριν καν αναλάβει καθήκοντα ο νέος Πρόεδρος που ορκίζεται την ερχόμενη Δευτέρα. Και, είτε αρέσει είτε όχι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειξε ότι ήταν από τους πρώτους που έλαβε τα σχετικά μηνύματα.

Στη δημόσια συζήτηση την οποία είχε μόλις δέκα ημέρες μετά τις αμερικανικές εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου με τον Γάλλο φιλόσοφο και συγγραφέα Πασκάλ Μπρυκνέρ πήρε σαφείς αποστάσεις από τη λεγόμενη «woke ατζέντα» που ερέθιζε το παραδοσιακό δεξιό ακροατήριο.

Οι ισχυρισμοί του για «την τυραννία των μειονοτήτων» που «αν την αμφισβητήσεις σε λένε φασίστα, θιασώτη της πατριαρχίας» δεν άφηναν αμφιβολίες για τους αποδέκτες της τοποθέτησής του. Πολύ περισσότερο που, παρότι βρισκόμαστε μόλις λίγους μήνες μετά την πολιτική ένταση που δημιούργησε ο νόμος με τον οποίο άνοιξε ο δρόμος για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, συνοδευόταν από τη διαβεβαίωση ότι «αν εξαρτάται από εμένα, (σ.σ.: η διαβόητη woke culture) δε θα ήθελα ποτέ να υπάρξει στην Ελλάδα».

Στις ευρωεκλογές του περασμένου Ιουνίου, άλλωστε, το συντηρητικό ακροατήριο το οποίο δεν απείχε από τις κάλπες διαμαρτυρόμενο γι΄ αυτό τον λόγο ή δεν ψήφιζε τα διάφορα ακροδεξιά σχήματα, που οι πολιτικές τους θέσεις είναι πολύ συχνά για γέλια και για κλάματα, έδωσε εκ νέου την ψήφο του τη ΝΔ με πολύ βαριά καρδιά.

Αν προσθέσει κανείς σε όλα αυτά και την άκρως επιθετική κριτική για πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής που, άλλοτε ασαφώς και σε κάποιες περιπτώσεις στοχευμένα, ασκούν τους τελευταίους μήνες οι προκάτοχοι του στην ηγεσία της ΝΔ και στην πρωθυπουργία της χώρας, Αντώνης Σαμαράς και Κώστας Καραμανλής, τα περιθώρια των χειρισμών που είχε παλαιότερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι πλέον αρκετά συρρικνωμένα.

Ήδη από τον προπερασμένο αιώνα, ο εμβληματικός Γερμανός καγκελάριος  Όττο φον Μπίσμαρκ δίνοντας τον ορισμό της πολιτικής υποστήριζε ότι «είναι η τέχνη του εφικτού και όχι του επιθυμητού». Ο ορισμός που διατύπωσε παραμένει αναλλοίωτος ως τις μέρες μας και όποιος τον παραβλέπει συνήθως έρχεται αντιμέτωπος με τις προσδοκίες της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης.

Ο αντίλογος βεβαίως είναι ότι συνιστά έναν κανόνα που ισχύει σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και μπορεί να λάβει διαφορετική τροπή σε μεσοπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη διάσταση. Οπότε μένει να φανεί αν το πνεύμα της λογικής «κάλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε» που επικράτησε στην επιλογή του Κώστα Τασούλα, θα ενισχύσει όντως την κυβερνητική σταθερότητα που αποτελεί την δικαιολογητική βάση από την οποία υπαγορεύτηκε η προεδρική υποψηφιότητα του εξ Ηπείρου ορμώμενου πολιτικού.

Στις προσεχείς δημοσκοπήσεις και κυρίως στις επόμενες εκλογές θα ξέρουμε αν η επιλογή υπήρξε όντως μια επιτυχής πολιτική κίνηση.

Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2019

«Η φθήνια τρώει τον… παρά»



Αν έχει ένα αναμφίβολο προσόν η κυβέρνηση Τσίπρα είναι η ευκολία με την οποία τα στελέχη της σκαρφίζονται διάφορα –φθηνά, κατά βάση- κόλπα είτε για να δικαιολογήσουν πράγματα και καταστάσεις είτε για να εξαπατήσουν τους Έλληνες πολίτες, για τους οποίους, κρίνοντες μάλλον εξ ιδίων τα αλλότρια, δεν πρέπει να έχουν την καλύτερη άποψη σχετικά με την κριτική τους ικανότητα.
Ανάμεσα σε εκατοντάδες παραδείγματα που δείχνουν σε πόσο χαμηλό επίπεδο έχουν βάλει τον πήχη της αξιολογικής κρίσης που έχουν οι συμπατριώτες μας, δανείζομαι ένα από την τρέχουσα επικαιρότητα: «Επιστροφή φόρου τον Απρίλιο για 1.000.000 πολίτες», πανηγύριζαν αυτές τις μέρες τις ημέρες φιλοκυβερνητικά μέσα.
Όποιος έμπαινε στον κόπο να μάθει πως θα γίνει διαπίστωνε με έκπληξη ότι οι φιλοΣΥΡΙΖΑϊκοί προπαγανδιστές ερμήνευαν κατ΄ αυτόν τον τρόπο το απλούστατο μέτρο που πρόσφατα θεσπίστηκε και προβλέπει την αποστολή χωριστών φορολογικών εκκαθαριστικών στα ζευγάρια, ανεξαρτήτως να υποβάλλουν ή όχι κοινές δηλώσεις.
«Οι φορολογούμενοι που θα υποβάλουν τη φορολογική τους δήλωση έως το τέλος Μαρτίου και το αποτέλεσμα της εκκαθάρισης είναι πιστωτικό, θα δουν το ποσό της επιστροφής του φόρου στον τραπεζικό τους λογαριασμό πιθανότατα και εντός του Απριλίου», διαβάζουμε στα σχετικά προπαγανδιστικά «ρεπορτάζ». «Ρεπορτάζ» τα οποία δεν έμεναν μόνον σε αυτό, αλλά «εκλαϊκεύοντας», δήθεν την «είδηση» πληροφορούν τους αναγνώστες τους και τα εξής:
«Είναι πολύ πιθανό να εμφανιστεί για πρώτη φορά το εξής “φαινόμενο”: Η σύζυγος να εισπράττει στον τραπεζικό της λογαριασμό την επιστροφή φόρου τον Απρίλιο ή τον Μάιο και ο σύζυγος να ξεκινά να πληρώνει τον δικό του φόρο εισοδήματος από τον Ιούλιο».
Όπως ακριβώς το διαβάσατε: Ο ένας σύζυγος θα πάρει νωρίς το εκκαθαριστικό που θα προβλέπει επιστροφή φόρου και γι΄ αυτό θα πάει όλη η οικογένεια μαζί στις κάλπες Μαίου για να ψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ, αδιαφορώντας για το ότι θα είναι σε αναμονή το χρεωστικό εκκαθαριστικό του άλλου συζύγου που θα τους το στείλουν μετά τις εκλογές!


Όποιος αμφιβάλει για το ποιος ενορχηστρώνει αυτούς τους αστείους ισχυρισμούς, που δεν μπορούν να κρύψουν την χαμηλή εκτίμηση που έχουν στην κυβέρνηση για τους «υπηκόους» τους, δεν έχει παρά να ανατρέξει στα «επιχειρήματα» με τα οποία θέλησε ο ίδιος ο πρωθυπουργός να υποστηρίξει τις προτάσεις του κόμματός του για τη συνταγματική αναθεώρηση.
Δικαιώνοντας όλους όσοι υποστηρίζουν ότι στο Μαξίμου ζουν και αναπνέουν με το πώς θα δημιουργήσουν προβλήματα στην αντιπολίτευση, επειδή μόνον έτσι μπορεί να κερδίσουν τις επόμενες εκλογές, η κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία μετατράπηκε σε ένα ευτελές παιχνίδι πολιτικού κουτσομπολιού για το ποιος είναι με ποιον. 
Ο Αλέξης Τσίπρας, ο πολιτικός που εργαλειοποίησε όσο κανείς άλλος στο παρελθόν τη συνταγματική διάταξη για την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας, προκαλώντας την πρόωρη διάλυση της Βουλής το 2014, τώρα εισηγείται να αλλάξει αυτή η ρύθμιση για να μην μπορεί να επαναλάβει κανείς αυτό το τέχνασμα, παρά μόνον ο ίδιος.
Και γνωρίζοντας ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος ως βουλευτής ήταν ο μόνος από τη Νέα Δημοκρατία που το 2015 δεν έδωσε θετική ψήφο στον νυν Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο, προσπάθησε να σπείρει διχαστικά «δαιμόνια» στο εσωτερικό της αντιπολίτευσης.
«Η Νέα Δημοκρατία και ο κ. Μητσοτάκης δεν θα προτείνει εκ νέου τον Προκόπη Παυλόπουλο για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, διότι δεν επιθυμεί ο σημερινός Πρόεδρος να ανανεώσει τη θητεία του», υποστήριξε από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός της Ελλάδος. «Ίσως γιατί δεν θεωρεί ότι είναι καλός Πρόεδρος είτε γιατί έχει τάξει κάπου αλλού τη στήριξή του», συμπλήρωσε καθότι στόχος του δεν ήταν μόνον η συνοχή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και της ελάσσονος.
Ο αρχηγός του κόμματος που… απείλησε την αντιπολίτευση ότι θα αποσύρει την πρότασή της για αναθεώρηση του άρθρου 32 που αναφέρεται στην προεδρική εκλογή, επειδή κινδυνεύει να του γυρίσει σε μπούμερανγκ, κατηγόρησε τον αντίπαλό του ότι «επιχειρεί να μετατρέψει τη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης σε παρωδία».
Κατηγορία, την οποία στήριξε με το γεγονός ότι ο αρχηγός της ΝΔ «μαζεύει διάφορους αξιόλογους, κατά τα άλλα, συνταγματολόγους να του ενισχύσουν την άποψη ότι δεν παίζει ρόλο τι ακριβώς ψηφίζει στην πρώτη Βουλή, ψηφίζει μόνο το άρθρο αυτό, ενώ λέει ρητά ότι διαφωνεί στην κατεύθυνση και στο περιεχόμενο, ώστε να έχει το άρθρο αυτό 180, ευελπιστώντας ότι στην επόμενη Βουλή θα έχει μαζί με το ΚΙΝΑΛ, προφανώς, 151 Βουλευτές και να το αλλάξει για να καταφέρει να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όχι τον σημερινό Πρόεδρο που εμείς προτείνουμε, αλλά κάποιον άλλον, ενδεχομένως κάποιο στέλεχος, νυν ή σε αποστρατεία, του ΚΙΝΑΛ».
«Αυτή είναι όλη η σκοπιμότητα», ισχυρίστηκε, προκαλώντας μάλλον καγχασμούς στα έδρανα της αντιπολίτευσης. Που αυξήθηκαν από όσα πρόσθεσε ο κ. Τσίπρας: «Αυτό είναι όλο το πολιτικό παιχνίδι που κρύβεται πίσω από αυτήν την ιστορία», είπε ο πρωθυπουργός. Και συμπλήρωσε: «Εμείς, λοιπόν, θα το πούμε καθαρά. Υπάρχει μεγάλη ανησυχία, αλλά εάν θέλει, μπορεί να το διαψεύσει ο κ. Μητσοτάκης. Θα πάρει τον λόγο και θα πει “όχι, εμείς θα προτείνουμε τον Παυλόπουλο”, οπότε όλη αυτή η ιστορία θα τελειώσει. Τον προκαλώ να το κάνει».
Όσοι άκουσαν κ. Τσίπρα είναι βέβαιο ότι έμειναν με την απορία για το ποιος είναι εκείνος διακατέχεται από τη «μεγάλη ανησυχία» στην οποία αναφέρθηκε. Όπως και με την περιέργεια για το ποιος μπορεί να τον έπεισε ότι δημιούργησε προβλήματα στην αντιπολίτευση με τους αστήρικτους ισχυρισμούς ότι υπάρχει προσυνεννόηση ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και στο ΚΙΝΑΛ για την εκλογή Προέδρου η οποία θα γίνει σε ένα χρόνο από τώρα και αφού στο μεταξύ θα έχουν στηθεί στη χώρα νωρίτερα τρεις κάλπες: ευρωπαϊκές, αυτοδιοικητικές και βουλευτικές. 
Είναι προφανώς το δικό του… υψηλής στάθμης πολιτικό κριτήριο που τον οδήγησε σε μια τέτοια σκέψη. Το κριτήριο με το οποίο παλαιότερα μετέτρεψε το «Όχι» του δημοψηφίσματος του 2015 σε ένα ταπεινωτικό «Ναι». Το κριτήριο που τον έκανε να καταστήσει κατηγορούμενους τους πολιτικούς του αντιπάλους που του ασκούν την πιο αυστηρή κριτική. Το κριτήριο που τον έστειλε να υπογράψει τη Συνθήκη των Πρεσπών για να διασπαστεί τη ΝΔ. Το κριτήριο που τον κάνει να πιστεύει ότι θα κλέψει τις ψήφους των αφελών οικογενειών που θα λάβουν προεκλογικά τα πιστωτικά εκκαθαριστικά με τις επιστροφές φόρων και μετεκλογικά τα χρωστικά με τις πληρωμές.
Για τέτοιες περιπτώσεις ο λαός μας μια πολύ ταιριαστή παροιμία που λέει: «Η φθήνια τρώει τον παρά». Παροιμία την οποία μάλλον δεν την ξέρουν εκεί στο Μαξίμου.