Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τραμπ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τραμπ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2025

Ο Τασούλας, το… DNA Μητσοτάκη και ο κατά Μπίσμαρκ ορισμός της πολιτικής

Μέσα στην πολυπλοκότητά τους ακόμη και οι πιο κρίσιμες αποφάσεις, που ο καθένας μας καλείται να λάβει στις διάφορες εκφάνσεις της ζωής του, είναι τις περισσότερες φορές πολύ απλές: σταθμίζεις το κόστος και το όφελος που αποφέρει καθεμιά από τις εναλλακτικές λύσεις που έχεις ενώπιόν σου και καταλήγεις σε εκείνη που φαίνεται να έχει το θετικότερο ισοζύγιο.

Υπό αυτό πρίσμα νομίζω ότι πρέπει να ερμηνευτεί και η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να κάνει μια κατά τα φαινόμενα «ασφαλή» επιλογή για την Προεδρία της Δημοκρατίας προτείνοντας τον Κώστα Τασούλα με βασικό κριτήριο ότι η υποψηφιότητα του απερχόμενου Προέδρου της Βουλής και επί 25ετία βουλευτή Ιωαννίνων εξασφαλίζει την ομόθυμη στήριξη των μελών της «γαλάζιας» Κοινοβουλευτικής Ομάδας.

Μια στήριξη, όμως, η οποία δεν μπορούσε να προεξοφληθεί ότι θα ίσχυε και για οποιονδήποτε άλλον υποψήφιο, κυρίως εξαιτίας του ότι ο νυν πρωθυπουργός πριν από δέκα χρόνια είχε δημιουργήσει προηγούμενο όταν δεν ακολούθησε την κομματική γραμμή αρνούμενος να ψηφίσει υπέρ του Προκόπη Παυλόπουλου.  

Πέρα, λοιπόν, από τις βαθυστόχαστες αναλύσεις για το τι μπορεί να «κρύβεται» πίσω από την πρωθυπουργική πρόταση, όσοι δεν βλέπουν την πραγματικότητα μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς των επιθυμιών τους διακρίνουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν πάντα ένας ρεαλιστής πολιτικός. «Ανδρώθηκε», εξάλλου, σε μια πολιτική δυναστεία, στο DNA της οποίας συνυπάρχουν ισχυρές δόσεις πολιτικής επιβίωσης που άλλοτε λειτουργούν και άλλοτε όχι.

Ποιος, για παράδειγμα, ξεχνάει ότι ο σημερινός πρωθυπουργός παρέμεινε βουλευτής στην αντιμνημονιακή Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά που λάνσαρε τα περιβόητα «ισοδύναμα» των «Ζαππείων»; Το έκανε μάλιστα σε μια περίοδο που, με τη στήριξη του πατέρα τους Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η αδελφή του Ντόρα Μπακογιάννη διαφοροποιήθηκε ανοικτά, ψήφισε το πρώτο Μνημόνιο και δημιούργησε νέο πολιτικό φορέα, έχοντας στο πλάι της τα περισσότερα μέλη της οικογένειας, αλλά όχι τον βουλευτή Κυριάκο.   

Δίχως αμφιβολία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αποδείξει ότι διαβάζει τους οιωνούς που διαγράφονται στον ορίζοντα και προσαρμόζεται γρήγορα στα εκάστοτε δεδομένα. Γι΄ αυτό και από τη στιγμή που στην τρέχουσα συγκυρία η πυξίδα στο παγκόσμιο πολιτικό στερέωμα έδειξε να στρέφεται σε σαφώς συντηρητική κατεύθυνση, μόνον εθελοτυφλούντες μπορούσαν να αναμένουν ότι θα έκανε επιλογή προσώπου για το Προεδρικό Μέγαρο η οποία θα αντιστρατεύονταν τη βούληση της μεγάλης μάζας των ψηφοφόρων που τον έφεραν και τον διατήρησαν στην εξουσία πριν από ενάμισι χρόνο.

Γι΄ αυτό, άλλωστε, στην παρούσα φάση κινήθηκε στον αντίποδα της επιλογής που έκανε πριν από πέντε χρόνια όταν πρότεινε για Πρόεδρο την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, την πρώτη γυναίκα η οποία κατελάμβανε το ύπατο πολιτειακό αξίωμα με εχέγγυο τα «προοδευτικά» διαπιστευτήρια που είχε συσσωρεύσει κατά την άσκηση των καθηκόντων της στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Όπως και να το κάνουμε, όμως, το 2019 δεν είναι ίδιο με το 2025. Οπότε, ας μην αυταπατώμεθα, ούτε ο σημερινός Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ίδιος με τον προ πενταετίας Κυριάκο Μητσοτάκη που στελέχωνε το επιτελείο του και επέλεγε συνεργάτες χωρίς ισορροπητικές σταθμίσεις.   

Κακά τα ψέματα, η πρόσφατη εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ λειτούργησε καταλυτικά υπέρ της συντηρητικής αναδίπλωσης η οποία δεν περιορίζεται στις ΗΠΑ. Η επίδρασή της επεκτείνεται σε όλο τον πλανήτη, πριν καν αναλάβει καθήκοντα ο νέος Πρόεδρος που ορκίζεται την ερχόμενη Δευτέρα. Και, είτε αρέσει είτε όχι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειξε ότι ήταν από τους πρώτους που έλαβε τα σχετικά μηνύματα.

Στη δημόσια συζήτηση την οποία είχε μόλις δέκα ημέρες μετά τις αμερικανικές εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου με τον Γάλλο φιλόσοφο και συγγραφέα Πασκάλ Μπρυκνέρ πήρε σαφείς αποστάσεις από τη λεγόμενη «woke ατζέντα» που ερέθιζε το παραδοσιακό δεξιό ακροατήριο.

Οι ισχυρισμοί του για «την τυραννία των μειονοτήτων» που «αν την αμφισβητήσεις σε λένε φασίστα, θιασώτη της πατριαρχίας» δεν άφηναν αμφιβολίες για τους αποδέκτες της τοποθέτησής του. Πολύ περισσότερο που, παρότι βρισκόμαστε μόλις λίγους μήνες μετά την πολιτική ένταση που δημιούργησε ο νόμος με τον οποίο άνοιξε ο δρόμος για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, συνοδευόταν από τη διαβεβαίωση ότι «αν εξαρτάται από εμένα, (σ.σ.: η διαβόητη woke culture) δε θα ήθελα ποτέ να υπάρξει στην Ελλάδα».

Στις ευρωεκλογές του περασμένου Ιουνίου, άλλωστε, το συντηρητικό ακροατήριο το οποίο δεν απείχε από τις κάλπες διαμαρτυρόμενο γι΄ αυτό τον λόγο ή δεν ψήφιζε τα διάφορα ακροδεξιά σχήματα, που οι πολιτικές τους θέσεις είναι πολύ συχνά για γέλια και για κλάματα, έδωσε εκ νέου την ψήφο του τη ΝΔ με πολύ βαριά καρδιά.

Αν προσθέσει κανείς σε όλα αυτά και την άκρως επιθετική κριτική για πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής που, άλλοτε ασαφώς και σε κάποιες περιπτώσεις στοχευμένα, ασκούν τους τελευταίους μήνες οι προκάτοχοι του στην ηγεσία της ΝΔ και στην πρωθυπουργία της χώρας, Αντώνης Σαμαράς και Κώστας Καραμανλής, τα περιθώρια των χειρισμών που είχε παλαιότερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι πλέον αρκετά συρρικνωμένα.

Ήδη από τον προπερασμένο αιώνα, ο εμβληματικός Γερμανός καγκελάριος  Όττο φον Μπίσμαρκ δίνοντας τον ορισμό της πολιτικής υποστήριζε ότι «είναι η τέχνη του εφικτού και όχι του επιθυμητού». Ο ορισμός που διατύπωσε παραμένει αναλλοίωτος ως τις μέρες μας και όποιος τον παραβλέπει συνήθως έρχεται αντιμέτωπος με τις προσδοκίες της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης.

Ο αντίλογος βεβαίως είναι ότι συνιστά έναν κανόνα που ισχύει σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και μπορεί να λάβει διαφορετική τροπή σε μεσοπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη διάσταση. Οπότε μένει να φανεί αν το πνεύμα της λογικής «κάλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε» που επικράτησε στην επιλογή του Κώστα Τασούλα, θα ενισχύσει όντως την κυβερνητική σταθερότητα που αποτελεί την δικαιολογητική βάση από την οποία υπαγορεύτηκε η προεδρική υποψηφιότητα του εξ Ηπείρου ορμώμενου πολιτικού.

Στις προσεχείς δημοσκοπήσεις και κυρίως στις επόμενες εκλογές θα ξέρουμε αν η επιλογή υπήρξε όντως μια επιτυχής πολιτική κίνηση.

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2025

Άνοιξαν οι πύλες του… φρενοκομείου και ανέλαβαν τη διοίκηση οι υποψήφιοι τρόφιμοι

    «Η Βοημία και (η) Μοραβία ενσωματώθηκαν εις το Γ΄Ράιχ. Ο Φύρερ εισήλθε χθες στην εσπέραν εις την Πράγαν. Ο Γερμανικός στρατός  συνεπλήρωσε την κατάληψιν του τσεχικού κράτους. Τα στρατεύματα του Ράιχ κατέλαβον την πρωτεύουσα της Σλοβακίας». 

    Αυτός ήταν επί λέξει ο πρωτοσέλιδος τίτλος με τον οποίο μια ελληνική καθημερινή εφημερίδα, η οποία κυκλοφορεί ακόμη, ενημέρωνε στις 16 Μαρτίου 1939 το κοινό της για ένα πολυσήμαντο γεγονός όπως ήταν η κατάληψη της Τσεχοσλοβακίας από τον Χίτλερ. Ένα γεγονός το οποίο, ενώ αποτέλεσε την ουσιαστική πράξη κήρυξης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αντιμετωπίστηκε, όχι μόνον στην Ελλάδα, όπως μαρτυρεί το περί ού ο λόγος δημοσίευμα, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο, με εντυπωσιακή χαλαρότητα.    

    Μια μέρα νωρίτερα, ο Χίτλερ, ο οποίος είχε ήδη ενσωματώσει στο Ράιχ την Αυστρία, είχε καλέσει σε συνάντηση τον πρόεδρο και τον υπουργό Εξωτερικών της Τσεχοσλοβακίας Εμίλ Χάτσα και Φράντισεκ Χβαλκόβσκι, αντίστοιχα, για να τους ανακοινώσει ότι η απόφασή του να εισβάλει στη χώρα τους ήταν ειλημμένη. Τούς διαμήνυσε ότι είχαν την «επιλογή» να κάνουν αντίσταση, η οποία θα συντριβόταν αμέσως, ή να «επιτρέψουν» την… ειρηνική κατάληψη. 

    Αρχικά, ο πρόεδρος Χάτσα κατέρρευσε, αλλά στη συνέχεια υπέγραψε το έγγραφο, με το οποίο η χώρα του διαμελίστηκε. Η Βοημία και η Μοραβία ανακηρύχθηκαν γερμανικό προτεκτοράτο με αρμοστή τον Γερμανό πρώην υπουργό Εξωτερικών Κονσταντίν φον Νόιρατ, στην Πράγα υψώθηκε η σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό και ο ίδιος ο Χάτσα διατήρησε τη θέση του προέδρου.

    Οι «άμοιροι» Τσέχοι δεν είχαν, άλλωστε, εναλλακτικές λύσεις από τη στιγμή που οι Βρετανοί και οι Γάλλοι σύμμαχοί τους είχαν αποφασίσει να ακολουθήσουν την περιβόητη «πολιτική κατευνασμού» που είχε επισημοποιηθεί λίγους μήνες νωρίτερα όταν συναντήθηκαν στο Μόναχο με τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι οι πρωθυπουργοί της Βρετανίας και της Γαλλίας. 

    Εκεί υπέγραψαν Σύμφωνο με το οποίο αναγνωριζόταν δικαίωμα προσάρτησης της Σουδητίας, μιας περιοχής της Τσεχοσλοβακίας που κατοικούσαν πληθυσμοί που θεωρούσαν τους εαυτούς τους «αλύτρωτους» Γερμανούς. Πριν από αυτό, εξάλλου, είχε υπογραφεί στη Μόσχα το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης ανάμεσα στους υπουργούς Εξωτερικών της ναζιστικής Γερμανίας Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ και τον ομόλογά του της Σοβιετικής Ένωσης Βιατσεσλάβ Μολότοφ.

    Μπορεί να πέρασαν οκτώ και πλέον δεκαετίες από την εποχή που διαμείφθηκαν τα συγκεκριμένα γεγονότα τα οποία κατέληξαν στον πιο πολυαίμακτο πόλεμο της ανθρώπινης ιστορίας, αλλά όποιος έχει αίσθηση των πραγμάτων δεν νομίζω ότι δυσκολεύεται να βρει τις αναλογίες εκείνης της σκοτεινής περιόδου με τη σημερινή δυστοπική πραγματικότητα που προβάλλει στον διεθνή γεωπολιτικό ορίζοντα. Είναι η πρώτη φορά από το τέλος του Β΄Π.Π. που διατυπώνονται τόσο απροκάλυπτα απειλές για αναθεώρηση των συνόρων οι οποίες αν υλοποιηθούν θα αλλάξουν τον παγκόσμιο χάρτη και θα έχουν τρομακτικές επιπτώσεις που θα γίνουν αισθητές σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

    Αναμφίβολα, τα όσα με ωμότητα ισχυρίζεται ότι είναι διατεθειμένος να κάνει ο Ντόναλντ Τραμπ μόλις επιστρέψει, σε δέκα μέρες από τώρα, στον Λευκό Οίκο, σε συνδυασμό με τις επανειλημμένες αποσταθεροποιητικές παρεμβάσεις εις βάρος δημοκρατικά εκλεγμένων ηγετών και υπέρ της Διεθνούς Ακροδεξιάς στις οποίες έχει επιδοθεί ο ανεκδιήγητος Έλον Μασκ, ο οποίος αποτελεί το alter ego του επανεκλεγέντος Αμερικανού Προέδρου, δεν απέχουν πολύ όσα δραματικά βίωσε η Ευρώπη την περίοδο του Μεσοπολέμου.  

    Μόνον όποιος εθελοτυφλεί, άλλωστε, δεν αντιλαμβάνεται ότι προς αυτή την κατεύθυνση οδηγούν οι εξαγγελίες Τραμπ για επέμβαση ακόμη και με στρατιωτικά μέσα στον Παναμά, στη Γροιλανδία και στον Καναδά, όπως ακριβώς έκανε ο Χίτλερ επικαλούμενος τη θεωρία για τον «ζωτικό χώρου του Ράιχ».

    Αντίστοιχης επικινδυνότητας είναι και οι απειλές για επιβολή δασμών έναντι όλων των εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ. Ο εμπορικός πόλεμος που δίχως αμφιβολία θα ξεσπάσει από ένα τέτοιο μέτρο δεν θα αφήσει καμία χώρα ανεπηρέαστη, διότι τα αντίμετρα θα είναι αναπόφευκτα και αυτό σε μεσοπρόθεσμα θα πλήξει τη συνολική παγκόσμια παραγωγή και άρα τα εισοδήματα και ενδεχομένως την ίδια την επιβίωση πάρα πολλών ανθρώπων. 

    Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, πολλές χώρες αντιμετώπισαν το πρόβλημα με καταφυγή σε λύσεις που κατέτειναν στην εθνική αυτάρκεια. Κάτι τέτοιο, όμως, στη σημερινή εποχή του εκτεταμένου παγκόσμιου καταμερισμού της παραγωγής, αλλά και του τεχνολογικού χάσματος ανάμεσα στις προηγμένες και μη χώρες, μοιάζει ως απολύτως αναποτελεσματική εκδοχή. Αντιθέτως, οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν μόνον ως εφιαλτική προοπτική θα πρέπει να αντιμετωπίζονται. 

    Διότι, ας μην αυταπατώμεθα, το ανεκδιήγητο δίδυμο των Τραμπ και Μασκ δεν είναι οι μόνοι που δείχνουν αποφασισμένοι να ανοίξουν τις πύλες του παγκόσμιου… φρενοκομείου και αντί να νοσηλευτούν σε αυτό ως υποψήφιοι τρόφιμοι δηλώνουν έτοιμοι να αναλάβουν τη διοίκησή τους. 

    Στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη το πάνω χέρι έχουν πάρει αυταρχικοί ηγέτες οι οποίοι, όπως εμείς καλά γνωρίζουμε εδώ στη μικρή μας γειτονιά, δεν κρύβουν τα αναθεωρητικά τους σχέδια. Ενώ την ίδια ώρα οι δυνάμεις της λογικής και της συνεννόησης χάνουν όλο και μεγαλύτερο έδαφος, είτε από τα ίδια τα δικά τους λάθη, είτε από τις δύσκολες συγκυρίες που επιφυλάσσει η πολύπλοκη εποχή μας. 

    Είναι απογοητευτικό, για παράδειγμα, ότι στη σημερινή ευρωπαϊκή ηγεσία έχουν επικρατήσει πολιτικοί που θυμίζουν τον Βρετανό Νέβιλ Τσάμπερλεν, ο οποίος πίστευε ότι θα μπορούσε να κατευνάσει το χιτλερικό τέρας. Απουσιάζουν, αντιθέτως, χαρισματικές προσωπικότητες όπως ο Ουίστον Τσώρτσιλ που ηγήθηκε του αγώνα για να αφαιρεθεί η διοίκηση του φρενοκομείου από πρόσωπα, όπως ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι, που κανονικά θα έπρεπε να ήταν «τρόφιμοι» του.

    Ζητείται λοιπόν ηγεσία με λογική, σωφροσύνη και αποφασιστικότητα. Στην Ευρώπη πρωτίστως, αλλά και σε ολόκληρο τον πλανήτη συνακόλουθα. Οι πύλες του φρενοκομείου πρέπει να κλείσουν το δυνατόν γρηγορότερα.


Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2024

Η αβεβαιότητα συνιστά τη νέα «κανονικότητα» του 2025

    «Αίσιον και ευτυχές το νέο έτος», ήταν παραδοσιακά η ευχή που απηύθυναν τέτοιες μέρες οι προηγούμενες γενιές οι οποίες είχαν μεν βγει τραυματισμένες από το καμίνι του πολυαίμακτου Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, πλην όμως εκείνη η σκληρή δοκιμασία είχε «οπλίσει» τους επιβιώσαντες με μεγάλες προσδοκίες και ανυπέρβλητη αισιοδοξία ότι ένας «Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος» πρόβαλε στον ορίζοντα.

    Ακόμη και η δική μας χώρα, η οποία λόγω του Εμφυλίου άργησε να ακολουθήσει αυτή τη ρότα, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 άρχισε να βιώνει μια ιστορικών διαστάσεων μεταμόρφωση του παραδοσιακού αναπτυξιακού μοντέλου, η οποία αύξανε βαθμιαία την πεποίθηση ότι η ανοδική τροχιά της ευημερίας θα ήταν αέναη. Η πλειονότητα των ανθρώπων πίστευαν ότι τα παιδιά που αποκτούσαν θα ζούσαν καλύτερα από τους ίδιους.  

    Με μικρά ή μεγαλύτερα σκαμπανεβάσματα, όπως ήταν οι πετρελαϊκές κρίσεις του 1973 και του 1979, ο στασιμοπληθωρισμός της δεκαετίας του 1980, που γονάτισε την παγκόσμια οικονομία, όπως και μεταγενέστερα, το 2009, η κατάρρευση της Lehman Brothers, οι περισσότεροι άνθρωποι, τόσο στον δυτικό όσο και στον ανατολικό κόσμο, μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ευρώπης, το 1989, έβλεπαν το επίπεδο της ζωής τους να βελτιώνεται χρόνο με τον χρόνο. 

    Η βαθμιαία επέλαση της παγκοσμιοποίησης μπορεί να προκάλεσε αρκετά «θύματα», καθώς έθεσε εκτός του παραγωγικού ιστού πολλές παραδοσιακές επιχειρήσεις του πρωτογενούς (σ.σ.: αγροτικές καλλιέργειες) και του δευτερογενούς (σ.σ.: μεταποίηση) τομέα της οικονομίας, αλλά συνολικά αύξησε την παραγωγή, το εμπόριο αλλά και τον διανεμόμενο πλούτο. 

    Παρόλο που ο πλούτος δεν κατανεμήθηκε ισότιμα ανάμεσα στις χώρες και, πολύ περισσότερο, στους ανθρώπους, γεγονός είναι ότι η συνολική ευημερία κινήθηκε ανοδικά. Είναι αλήθεια ότι οι περισσότεροι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι. Εξίσου αλήθεια, όμως, είναι ότι τους καρπούς της αυξημένης ευημερίας γεύθηκαν τόσο τα μέλη της νεοσχηματισθείσας μεσαίας τάξης όσο και τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα που απέκτησαν πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες, όπως και σε δικαιώματα τα οποία για τους προγόνους τους ήταν αδιανόητα.        

    Ο Ψυχρός Πόλεμος, όπως και κάποιες περιφερειακές συρράξεις οι οποίες ωστόσο έμειναν σχετικά μακριά από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, που ενεπλάκησαν μόνον εμμέσως σε αυτές, δεν αποτέλεσαν τροχοπέδη για την ευημερία, η οποία εύρισκε έρεισμα στη σταθερότητα την οποία απολάμβανε ο πλανήτης για διάστημα μεγαλύτερο από επτά δεκαετίες και το οποίο ήταν μάλλον το μεγαλύτερο στην παγκόσμια ιστορία. 

    Οι τυπικοί και άτυποι θεσμοί της παγκόσμιας διακυβέρνησης παρέμεναν σε μεγάλο βαθμό σεβαστοί και απαραβίαστοι. Τα σύνορα μεταξύ των χωρών ήταν σε γενικές γραμμές απαραβίαστα. Με αποτέλεσμα όλα αυτά τα χρόνια οι περισσότερες από τις αλλαγές που συντελέστηκαν να αφορούν τη δημιουργία νέων κρατών τα οποία επιτύγχαναν την αυτοδιάθεσή τους απαλλασσόμενα από την κατοχή ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, όπως συνέβη τη δεκαετία του 1960 με πολλές αφρικανικές χώρες, αλλά και με την Κύπρο, που απέκτησαν την ανεξαρτησία τους.

    Η εναλλαγή των ηγετών και των πολιτικών δυνάμεων που ασκούσαν τη διακυβέρνηση στις σημαντικότερες χώρες διαδραμάτιζε αναμφίβολα ρόλο στις εκάστοτε εξελίξεις. Με τη διαφορά, όμως, ότι, ατενίζοντας κανείς εκ των υστέρων τη μεγάλη εικόνα, αντιλαμβάνεται ότι ο ρόλος αυτός δεν ήταν αρκετός για να ανατρέψει τον ρου της ιστορίας. 

    Πόσο, για παράδειγμα, διαφορετικός ήταν ο πλανήτης, αλλά και η ίδια η χώρα, όταν στις ΗΠΑ ήταν Πρόεδρος ο Κάρτερ από την εποχή του Ρήγκαν; Ή όταν η Γαλλία κυβερνήθηκε από τον Ντε Γκώλ σε σχέση με την εποχή του Μιττεράν, η Βρετανία από την Θάτσερ ή τον Μπλερ και η Γερμανία από τον Μπραντ ή τον Κολ.

    Η προσδοκία ότι τα πράγματα θα πήγαιναν καλύτερα ήταν τόσο ισχυρή που οι περισσότεροι πολίτες ψήφιζαν και επέλεγαν τις ηγεσίες τους κατά βάση με αυτό το κριτήριο. Ο ηγέτης και η πολιτική δύναμη που κάθε φορά εξέφραζαν περισσότερο το συγκεκριμένο «αφήγημα» ήταν εκείνοι που κέρδιζαν τις εκλογές. Την ίδια ώρα, όμως, οι γεωπολιτικές συνθήκες μέσα στις οποίες ζούσαν οι περισσότεροι άνθρωποι ήταν, κατά βάση, σταθερές. Και έτσι τα αιτήματα της πλειονότητας ήταν οικονομικής φύσης και στόχευαν πρωτίστως στην αύξηση της ευημερίας.

    Η εικόνα αυτή, που μας συντρόφευσε για αρκετές δεκαετίες, άλλαξε δραματικά τα τελευταία χρόνια. Η αναστάτωση που επέφερε η λεγόμενη «αραβική άνοιξη», που μόνον τέτοια δεν αποδείχθηκε, η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, η αποτρόπαια απαγωγή των Ισραηλινών ομήρων από τη Χαμάς και η ασύμμετρη ισοπέδωση της Γάζας, λειτούργησαν ως αφορμές για να ανοίξει το χρονοντούλαπο της Ιστορίας και να ξεπεταχθούν από τα σωθικά του καινούργιοι μισαλλόδοξοι εθνικισμοί και νέες τυφλές θρησκευτικές διαμάχες που επωάζονταν επί χρόνια και πλέον δύσκολα θα τιθασευτούν. Το κακό τζίνι βγήκε από το μπουκάλι και οι ελπίδες να επιστρέψει μάλλον φρούδες.

    Απότοκο όλων αυτών, σε συνδυασμό, βεβαίως, με τα τραγικά πολιτικά λάθη των αντιπάλων του, υπήρξε η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Ο Πρόεδρος που κέρδισε τις εκλογές με υποσχέσεις ότι το σύνθημα MAGA (Make America Great Again) θα σήμαινε ότι δεν θα συμμετείχε σε πολέμους, διότι η κυβέρνηση του θα επικέντρωνε το ενδιαφέρον της στα εσωτερικά προβλήματα της χώρας, πριν καν αναλάβει καθήκοντα εξαπέλυσε πρωτόγνωρες απειλές προς πολλές κατευθύνσεις. Απείλησε τον Παναμά ότι θα του αποσπάσει τον έλεγχο της ομώνυμης διώρυγας αν δεν μειώσει τα τέλη διέλευσης των αμερικανικών πλοίων. Στράφηκε κατά της Δανίας ανακοινώνοντας μονομερώς την απόφασή του να θέσει υπό τον έλεγχό του το στρατηγικό νησί της Γροιλανδίας. «Προειδοποίησε» τον Καναδά ότι, αν δεν συμμορφωθεί με τις υποδείξεις του, θα χάσει την κρατική οντότητά του και θα μετατραπεί σε 51η Πολιτεία των ΗΠΑ.

    Μεγάλες επιπτώσεις για τη συλλογική ευημερία στον πλανήτη θα υπάρξουν αν μετά τις 20 Ιανουαρίου 2025 που θα γίνει η «αλλαγή φρουράς» στον Λευκό Οίκο υλοποιηθούν οι απειλές Τραμπ για την επιβολή δασμών στα προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ. Οι ευρωπαϊκές χώρες, η Κίνα και τα υπόλοιπα κράτη που θα δουν να μπαίνουν εμπόδια στη διακίνηση των δικών τους προϊόντων δεν θα μείνουν με σταυρωμένα χέρια. Θα προχωρήσουν σε αντίποινα και ο γενικευμένος εμπορικός πόλεμος που θα ακολουθήσει και θα θυμίζει εποχές Μεσοπολέμου θα έχει επηρεάσει αρνητικά την παγκόσμια παραγωγή και άρα τα εισοδήματα μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων και εργαζομένων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου.  

    Με αυτά και με πολλά άλλα, ο πλανήτης υποδέχεται σε λίγα 24ωρα το 2025 μέσα σε συνθήκες τρομακτικής αβεβαιότητας, που ενισχύεται από το γεγονός ότι την ίδια ώρα η Ευρώπη ταλανίζεται από φαινόμενα πολιτικής κοινωνικής και οικονομικής αστάθειας. Η Γαλλία βρίσκεται ουσιαστικά από τον Ιούνιο χωρίς κυβέρνηση και είναι αμφίβολο αν θα αποκτήσει σύντομα για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση που την απειλεί. Η Γερμανία οδηγείται σε πρόωρες εκλογές και κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει ότι τον Φεβρουάριο που θα στηθούν οι κάλπες θα καταφέρει να αποκτήσει βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα που θα την ξεκολλήσει από την οικονομική στασιμότητα προτού βουλιάξει σε πιο βαθιά ύφεση.

    Όσο για τα καθ΄ ημάς, μπορεί οι μακροοικονομικοί δείκτες να δείχνουν ότι κινούμαστε σε αντίθετη πορεία από την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά αυτό, όπως καταγράφεται σε όλες τις μετρήσεις, δεν αυξάνει την πεποίθηση των Ελλήνων ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα την επόμενη χρονιά. Κάθε άλλο. Η απαισιοδοξία είναι στα ύψη. 

    Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν έχουμε παρά να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι τόσο οι διεθνείς όσο και οι εγχώριοι παράγοντες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η αβεβαιότητα συνιστά τη νέα «κανονικότητα» του 2025. Και άρα μάλλον δύσκολα θα αποδειχθεί «αίσιον και ευτυχές το νέον έτος».

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2024

Θα ανάψει και άλλο «πράσινο φως» ο Τραμπ για «επιθετικές εξαγορές» από τον Ερντογάν;

    Στην πιο πρόσφατη δημοσκόπηση που είδε το φως της δημοσιότητας (Pulse για τον Σκάι), τρεις στους τέσσερις Έλληνες (75%) δήλωσαν ότι τους απασχολούν τα ελληνοτουρκικά θέματα, ενώ επτά στους δέκα συμπατριώτες μας (69%) απάντησαν ότι έχουν ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στη Συρία και στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
    Είναι δύο ευρήματα που καταδεικνύουν ότι η ελληνική κοινή γνώμη δεν είναι καθόλου αδιάφορη για τα όσα συμβαίνουν στη διεθνή σκηνή και πολύ περισσότερο ότι δεν αποστρέφει, όπως ορισμένοι νομίζουν, το πρόσωπό της από τις δυσμενείς εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα τελευταία στη στενή αλλά και στην ευρύτερη γειτονιά μας. 
    Μπορεί η πλειονότητα της κοινωνίας μας να αξιολογεί ως πιο σημαντικά για τη δική της καθημερινότητα άλλα ζητήματα, όπως είναι η φρενήρης ακρίβεια που κατατρώει τα εισοδήματα των περισσοτέρων και κυρίως των πιο αδύναμων στρωμάτων, ή η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η δημόσια υγεία, πλην, όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αντιλαμβάνεται τους κινδύνους που ελλοχεύουν από τα όλο και πιο βαριά σύννεφα που συσσωρεύονται στον διεθνή ορίζοντα.
    Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι από την ίδια μέτρηση προκύπτει ότι ο ένας στους δύο συμπολίτες μας (49%) προεξοφλεί ότι η νέα χρονιά που ξεκινάει σε ένδεκα μέρες θα είναι για την ανθρωπότητα και τον κόσμο λίγο ως πολύ χειρότερη από τη φετινή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κόσμος που μας περιβάλει έχει γίνει πολύ πιο σκληρός και βίαιος τα τελευταία χρόνια. Οπότε όσο και να θέλει να είναι κάποιος αισιόδοξος, η πραγματικότητα δεν του το επιτρέπει.  
    Οι αιματηρές πολεμικές συγκρούσεις στην Ουκρανία, στη Γάζα, στον Λίβανο και η πρόσφατη καθεστωτική ανατροπή στη Δαμασκό συνθέτουν ένα σκηνικό αστάθειας, που όμοιο έχει πολλές δεκαετίες να ζήσει η ανθρωπότητα. Ένα σκηνικό το οποίο γίνεται ακόμη πιο αβέβαιο εξαιτίας της σχεδόν παντελούς απουσίας αξιόλογων ηγετικών προσωπικοτήτων στην ευρωπαϊκή ήπειρο αλλά και της ανεκδιήγητης συμπεριφοράς που έχει ο εκλεγμένος Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και των διεθνών σχέσεων.
    Μόνον και μόνον οι έπαινοι που επιφυλάσσει ο Τραμπ για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον Τούρκο πρόεδρο ο οποίος απροκάλυπτα πλέον εκμυστηρεύεται δημόσια τους νεοοθωμανικούς επεκτατικούς σχεδιασμούς του για κατάκτηση εδαφών, που ξεκινούν από τη γειτονική του Συρία και φθάνουν έως τη Λιβύη και το μακρινό Σουδάν, είναι προφανές ότι κάνουν ακόμη πιο ασυγκράτητο τον «Σουλτάνο» της Άγκυρας.
    Είναι, εξάλλου, ο ίδιος ο Αμερικανός Πρόεδρος ο οποίος επιβεβαίωσε την υποψία όλων ότι οι τζιχαντιστές που υποχρέωσαν τον δικτάτορα Άσαντ να εγκαταλείψει άρον άρον τη Δαμασκό δεν ήταν τίποτε περισσότερο από υποκινούμενα ανδρείκελα του Ερντογάν. Ανδρείκελα που, χάρις στην αφειδή τουρκική βοήθεια, είχαν εδραιωθεί στην αυτόνομη περιοχή του Ιντίλμπ, εφαρμόζοντας τα ισλαμιστικά ήθη και έθιμα (γυναίκες καλυμμένες με μαντήλες, κλπ) τα οποία, ας μην αυταπατώμεθα, αργά ή γρήγορα θα τα δούμε να επικρατούν σε όλη τη Συρία.
    Ο απίστευτος ισχυρισμός περί «επιθετικής εξαγοράς» της Συρίας από την Τουρκία, τον οποίο χρησιμοποίησε ο Τραμπ για να περιγράψει την κατάσταση στην πολύπαθη μεσανατολική χώρα που ταλανίζεται από εμφύλιες συρράξεις ήδη από το 2011, αποτελεί την απόλυτη αποθέωση του κυνισμού. Και το ακόμη πιο απογοητευτικό είναι ότι δεν έμεινε εκεί. Υποστήριξε επιπλέον ότι ο Ερντογάν «είναι πολύ έξυπνος άνθρωπος» και ότι «στην Τουρκία ήθελαν αυτή την ανατροπή εδώ και χιλιάδες χρόνια και τα κατάφεραν». Για να καταλήξει λέγοντας ότι «η Άγκυρα θα κρατήσει το κλειδί για ό,τι συμβαίνει στη Συρία».
    Περιέβαλε, βεβαίως, όλο αυτό το φιλοερντογανικό «αφήγημα» με τις γνωστές λαϊκίστικες φιοριτούρες ότι «δεν θα ήθελε να σκοτωθούν Αμερικανοί στρατιώτες στη Συρία». Στην πραγματικότητα, όμως, μόνον αφελείς μπορεί να καταπιούν τις δήθεν «πασιφιστικές ευαισθησίες» του Τραμπ ότι «δεν είναι δικός μας αυτός ο πόλεμος». Διότι πρέπει να εθελοτυφλεί κανείς για να μην αντιλαμβάνεται ότι ο εκλεγμένος Πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν αυτός που επί της ουσίας άναψε το «πράσινο φως» για να αλλάξουν τα σύνορα στη Μέση Ανατολή.
    Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι την ίδια ώρα ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου έκανε δηλώσεις μέσα από το συριακό έδαφος, στέλνοντας μήνυμα ότι δεν θα μείνει έξω από τη λεία του διαμοιρασμού των εδαφών της Συρίας. Τα εμβληματικά Υψίπεδα του Γκολάν που επί δεκαετίες, όπως θυμόμαστε οι παλαιότεροι που μεγαλώσαμε ακούγοντας τόσες και τόσες φορές γι΄ αυτή τη διαφιλονικούμενη περιοχή στη μεθόριο του Ισραήλ με τη Συρία, ελέγχονται πλέον από τις ισραηλινές στρατιωτικές δυνάμεις που θα είναι αφέλεια να αναμένει κανείς ότι θα αποσυρθούν από εκεί σε προβλεπτό χρόνο. 
    Όπως όλα δείχνουν, μάλιστα, τα χειρότερα είναι μπροστά μας, καθώς οι επεκτατικές διαθέσεις τόσο του Νετανιάχου όσο και του Ερντογάν προοιωνίζονται περισσότερο αίμα και μεγαλύτερη γεωπολιτική αναστάτωση στη Μέση Ανατολή. Οι απειλές ορισμένων στελεχών του Αμερικανικού Κογκρέσου για επιβολή κυρώσεων στην Άγκυρα εφόσον εξαπολυθεί επίθεση κατά των Κούρδων της Συρίας, οι οποίοι εξοπλισμένοι με αμερικανικά όπλα αμύνθηκαν γενναία απέναντι στο «Ισλαμικό Κράτος», δεν φαίνεται να ιδρώνει το αυτί του Τούρκου Προέδρου.
    Ακόμη περισσότερο αδιάφορος δείχνει, δυστυχώς, ο κύκλος του Τραμπ για τους σχεδιασμούς του Ερντογάν να προχωρήσει σε υπογραφή με τα ανδρείκελα του στη Δαμασκό συμφωνίας για την οριοθέτηση ΑΟΖ εις βάρος των νομίμων συμφερόντων της Ελλάδας και της Κύπρου. Το προηγούμενο του διαβόητου παράνομου τουρκολυβικού συμφώνου δεν αφήνει ελπίδες ότι θα επικρατήσει το διεθνές δίκαιο.     
    Υπό αυτές τις συνθήκες, η ελληνική διπλωματία και το ελληνικό λόμπι στις ΗΠΑδεν έχουν άλλη επιλογή παρά να κινητοποιηθούν -χωρίς χρονοτριβή και πριν να είναι αργά- ώστε να ματαιωθεί το «πράσινο φως» που έχει λάβει ο Ερντογάν από τον Τραμπ για να προχωρήσει σε νέες «επιθετικές εξαγορές». Το επιτάσσει και η κοινή γνώμη που είναι ευαισθητοποιημένη και δικαίως αγωνιά για τις εξελίξεις.

Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2024

Ο Τραμπ σάρωσε, αλλά ο τραμπισμός δεν αποτελεί λύση στα πλανητικά προβλήματα

             Η συζήτηση για τα αίτια της σαρωτικής επικράτησης του Ντόναλντ Τραμπ και των συμμάχων του στο αμερικανικό Κογκρέσο κατά τις πρόσφατες εκλογές θα διαρκέσει καιρό καθώς δεν είναι εύκολο να καταλήξει κανείς σε ένα σαφές πόρισμα που να αποτυπώνει τα «χαρίσματα» του νικητή και να απαριθμεί τα λάθη, τις παραλείψεις και τις αστοχίες των ηττημένων αντιπάλων του.

Διότι, κακά τα ψέματα, η επανάκαμψη στον Λευκό Οίκο ενός τόσο αμφιλεγόμενου και κυνικού προσώπου, το οποίο ηττήθηκε πριν από τέσσερα χρόνια, αλλά αρνήθηκε να αναγνωρίσει το αποτέλεσμα της λαϊκής ετυμηγορίας, συνιστά ένα φαινόμενο για την ανάλυση του οποίου χρειάζεται να επιστρατευθούν ερμηνευτικά εργαλεία από πολλές επιστήμες: η πολιτική επιστήμη αδυνατεί να παράσχει επαρκείς εξηγήσεις χωρίς συνδρομή της κοινωνιολογίας, της ψυχολογίας και όχι μόνο.

Στον απόηχο των πανηγυρισμών από τους ένθερμους υποστηρικτές του, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν γνωστές και μη εξαιρετέες προσωπικότητες της διεθνούς σκηνής, όπως ο Βίκτορ Όρμπαν και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και της εγχώριας, όπως ο Κυριάκος Βελόπουλος, η Αφροδίτη Λατινοπούλου και κάθε άλλο ακροδεξιό απολειφάδι, είναι νομίζω χρήσιμο να ειπωθούν ορισμένα πράγματα τα οποία δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα. Επειδή η λαϊκή ψήφος δεν αποτελεί κολυμβήθρα του Σιλωάμ, αλλά και διότι πολλά από αυτά τα στοιχεία για τα οποία εκλέχθηκε ο Τραμπ, αν πράγματι εφαρμοστούν, θα έχουν δραματικές συνέπειες για τις ζωές όλων μας, μηδέ εξαιρουμένων των ψηφοφόρων του.     

Με λίγα λόγια, όσο και αν ο Τραμπ δεν είναι ο πρώτος λαϊκιστής πολιτικός που καταφέρνει να «ισοπεδώσει» τους αντιπάλους τους χρησιμοποιώντας απλοϊκά λεκτικά σχήματα -συνθήματα του τύπου «I’ll fix it» («θα το διορθώσω»), η περίπτωσή του παραμένει εξαιρετική για τον απλούστατο λόγο ότι δεν κατέβαλε την παραμικρή προσπάθεια για να δείξει ότι άλλαξε και, ως εκ τούτου, στη νέα θητεία του, η οποία ξεκινά στις 20 Ιανουαρίου 2015, προτίθεται να κάνει κάτι διαφορετικό από όσα έκανε την πρώτη τετραετία.

Σε όλη, άλλωστε, την προεκλογική περίοδο εμφανίστηκε ακόμη περισσότερο κυνικός, αμετροεπής και τοξικός από όσο ήταν όταν στη διάρκεια της Προεδρίας του όταν αρνούνταν την πανδημία και προέτρεπε τους συμπολίτες του να… πίνουν χλωρίνη ή όταν αμφισβητούσε την κλιματική κρίση αποσύροντας τις ΗΠΑ από τις παγκόσμιες Διασκέψεις για το Κλίμα, δίνοντας στους πραγματικούς φίλους τους από την επιχειρηματική τάξη να μολύνουν ανεξέλεγκτοι την ατμόσφαιρα.

Με περισσή, εξάλλου, ελαφρότητα μοίραζε αφειδώς εύπεπτες υποσχέσεις για τιθάσευση του πληθωρισμού («με ένα νόμο και ένα άρθρο», ίσως;), εξαφάνιση της μετανάστευσης σε μια χώρα που δημιουργήθηκε από μετανάστες και κατάπαυση του πυρός στις πολεμικές συγκρούσεις της Ουκρανίας και της Μέσης Ανατολής μέσα στο πρώτο Σαββατοκύριακο από την ανάληψη των καθηκόντων του.

Με αναίδεια ταυτόχρονα δαιμονοποιούσε τους αντιπάλους του, χαρακτηρίζοντας -αν είναι δυνατόν!- «κομμουνίστρια» την Κάμαλα Χάρις, αλλά και τους εισαγγελείς και τους δικαστές που τον δίωκαν για διαπιστωμένα ποινικά αδικήματα ανάμεσα στα οποία ήταν προκλητικές φοροαπάτες, αλλά και δωροδοκίες, όπως εκείνη της πορνοστάρ που πληρώθηκε για να μην αποκαλύψει την παράνομη σεξουαλική συνεύρεση τους ενόσω ο μετέπειτα πλανητάρχης παρίστανε τον θεοσεβούμενο οικογενειάρχη.

Δεν δυσκολευόταν, την ίδια ώρα, να επικαλείται κάθε είδους fakenews για μετανάστες που τρώνε κατοικίδια στο Οχάιο, αλλά και να καταφύγει σε κάθε λογής συνομωσιολογικές θεωρίες, υπαινισσόμενος ότι μεθοδευόταν η δολοφονία του ή ισχυριζόμενος ότι σχεδιαζόταν νοθεία την οποία ήταν έτοιμος να καταγγείλει εφόσον δεν ήταν ο ίδιος νικητής στην προεδρική κάλπη της περασμένης Τρίτης.

Αναμφίβολα, οι εξαγγελίες για επιβολή δασμών στα γερμανικά αυτοκίνητα και εν γένει στις εισαγωγές ευρωπαϊκών και ασιατικών προϊόντων, τις οποίες με ψηφοθηρική άνεση μοίρασε, ακούστηκαν ευχάριστα στα αυτιά του μέσου Αμερικανού ψηφοφόρου που αισθάνεται ανασφάλεια επειδή τα φέρνει δύσκολα πέρα και δεν δελεάζονταν από τους ισχυρισμούς των Δημοκρατικών ότι οι… αριθμοί ευημερούν και κινδύνευε η Δημοκρατία από την επανεκλογή του Τραμπ ο οποίος δεν δίσταζε να πει ότι θα ήθελε να επιβάλει δικτατορία για μια μέρα.

Εξίσου ευχάριστα αντιμετωπίζονταν από τον οποιοδήποτε φορολογούμενο που ζει σε μια τις μεσοδυτικές Πολιτείες της «βαθιάς Αμερικής» υποσχέσεις ότι θα πάψουν να κατευθύνονται δεκάδες ή και εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια για να χρηματοδοτηθεί το ΝΑΤΟ ή για να προασπιστεί η ακεραιότητα της Ουκρανίας από την εισβολή της Ρωσίας του Πούτιν.

Η αλήθεια είναι ότι θέλει πολλή σκέψη και ακόμη περισσότερη γνώση και μεγαλύτερη περίσκεψη για να αντιληφθεί κανείς ότι ο δασμολογικός πόλεμος δεν υπήρξε ποτέ λύση στα προβλήματα της παγκόσμιας οικονομίας. Η τελευταία φορά που διάφορες χώρες ύψωσαν δασμολογικά σύνορα για να περιορίσουν το ελεύθερο εμπόριο ήταν την περίοδο του Μεσοπόλεμου και είχαν ως αποτέλεσμα την επιτάχυνση των εξελίξεων που οδήγησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Όποιος διαθέτει στοιχειώδεις ιστορικές γνώσεις ξέρει ότι το ίδιο αποτέλεσμα είχε και η τακτική του κατευνασμού που επικράτησε στις ΗΠΑ, αλλά και στη Σοβιετική Ένωση, κατά τα πρώτα χρόνια της επέκτασης της χιτλερικής Γερμανίας η οποία κατέπινε τη μια μετά την άλλη χώρα της γειτονιάς της. Η «ουδετερότητα» και οι αποστάσεις που τήρησαν τότε οι αντίπαλες στον Χίτλερ δυνάμεις εκείνης της εποχής όχι μόνον δεν απέτρεψαν τον πόλεμο που είχε ξεκινήσει αλλά τον κατέστησαν αναπότρεπτο και φονικότερο.

Όπως και να έχει, η επιβολή δασμών δεν υπήρξε ποτέ λύση στα πλανητικά προβλήματα. Ούτε φυσικά ο απομονωτισμός μεγάλων χωρών, όπως οι ΗΠΑ οι οποίες με την -έστω- καθυστερημένη είσοδό τους στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους καθόρισαν την έκβασή τους.

Ο καθένας, υπό αυτή τη συνθήκη, μπορεί να αντιληφθεί τι θα συμβεί αν ισχύσουν οι «εύπεπτοι» προεκλογικοί ισχυρισμοί του εκλεγμένου Αμερικανού Προέδρου τόσο για την εφαρμογή δασμών στα προϊόντα τα οποία εισάγονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και για την ουσιαστική διάλυση της Ευρωατλαντικής αμυντικής συμμαχίας, του ΝΑΤΟ, αν πάψει να έχει τη στήριξη της Ουάσιγκτον.

Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, ο κόσμος που μας περιβάλλει θα είναι εντελώς διαφορετικός από αυτόν που ξέρουμε. Και, μάλλον αναμφίβολα, θα είναι ένας πολύ χειρότερος κόσμος από αυτόν στον οποίο ζούμε τις τελευταίες δεκαετίες, αν όχι και τους τελευταίους αιώνες. Το αντέχουμε; Μάλλον όχι, τουλάχιστον όλοι όσοι δεν επιθυμούμε να ζούμε σε έναν πολυδιασπασμένο πλανήτη που κυριαρχείται από τον απομονωτικό αυταρχισμό.

Το ευτύχημα είναι ότι σχεδόν όλοι οι λαϊκιστές είναι ευεπίφοροι στις κωλοτούμπες, όπως καλύτερα από κάθε άλλον ξέρουμε εμείς εδώ σε αυτή τη χώρα. Και, άρα, εκείνο στο οποίο έχουμε να προσδοκούμε είναι ότι ο Τραμπ αποκλείεται να ξεφύγει από αυτόν τον κανόνα.

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2024

Γιατί πρέπει να κρατάμε την αναπνοή μας για την έκβαση των αμερικανικών εκλογών

    Είχα τη σπάνια ευκαιρία να περάσω δύο φορές το κατώφλι του εμβληματικού Οβάλ Γραφείου στον Λευκό Οίκο και να παρακολουθήσω από κοντά τις συναντήσεις που είχε ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τους δύο τελευταίους Προέδρους των ΗΠΑ: η πρώτη τον Ιανουάριο του 2020 με τον Ντόναλντ Τραμπ και η δεύτερη τον Μάιο του 2022 με τον Τζο Μπάιντεν.
    Η πιο ζωηρή ανάμνηση που έχει καταγραφεί -ίσως και ανεξίτηλα- στη μνήμη μου από τις δύο αυτές εμπειρίες είναι η εντελώς διαφορετική αύρα που εκπέμπονταν στην ατμόσφαιρα η οποία επικρατούσε στον διασημότερο χώρο εργασίας ολόκληρου του πλανήτη, όπου τις τελευταίες πολλές δεκαετίες έχουν ληφθεί σημαντικές αποφάσεις που καθόρισαν το ιστορικό γίγνεσθαι σύμπασας της Υφηλίου και έχουν γίνει άπειρες συναντήσεις ανάμεσα στον εκάστοτε Αμερικανό Πρόεδρο και ηγέτες από όλον τον κόσμο.
    Στη συνάντηση Τραμπ - Μητσοτάκη το κυρίαρχο αίσθημα ήταν η αγωνία της ελληνικής πλευράς για την τυχόν απρόβλεπτη διάσταση που θα μπορούσε να έχει το τετ α τετ του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ σε μια κρίσιμη συγκυρία κατά την οποία η ελληνική διπλωματία αναζητούσε ερείσματα για να αποκρούσει την εντεινόμενη τουρκική προκλητικότητα που είχε κορυφωθεί με την υπογραφή του διαβόητου παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου το οποίο παραβίαζε τα δικαιώματα της Ελλάδας στις θαλάσσιες ζώνες.
    Για του λόγου το αληθές, λίγες μόνον ώρες πριν από την επίμαχη συνάντηση, ο υπογράφων, αποτυπώνοντας την αγωνία που διακατείχε την ελληνική αντιπροσωπεία, επεσήμαινε χαρακτηριστικά στο protothema.gr: «Σε αντίθεση τόσο με το Κογκρέσο που ψήφισε διακομματικά τον νόμο EastMed Act που αποτελεί κόλαφο για την Τουρκία, όσο και με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο έχει πάρει σαφή θέση κατά της τουρκολιβυκής συμφωνίας, ο Λευκός Οίκος εμφανίζεται διστακτικός να προχωρήσει σε μια απερίφραστη καταδίκη των συνεχιζόμενων προκλήσεων της Άγκυρας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου».
    Ας μην ξεχνάμε ότι εκείνη την περίοδο ήταν παγκοίνως γνωστό ότι ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε άμεση πρόσβαση στον Λευκό Οίκο, κυρίως μέσω της παρασκηνιακής επαφής που διατηρούσε η Άγκυρα -και πιο συγκεκριμένα η οικογένεια Ερντογάν- με τον περίφημο Αμερικανό επενδυτή Τζάρεντ Κούσνερ, ο οποίος συνέβαινε να είναι γαμπρός και ανώτερος σύμβουλος του Τραμπ (και ο οποίος έχει ρίξει οικονομικά «δίχτυα» στην ευρύτερη περιοχή μας και τελευταία φέρεται να έχει κάνει «κολεγιά» με τον κύκλο του Αλβανού πρωθυπουργού Έντι Ράμα).
    Η ελληνική αποστολή στην αμερικανική πρωτεύουσα ανέπνευσε βαθιά όταν ολοκληρώθηκε η συνάντηση των δύο ηγετών, η οποία θεωρήθηκε ότι «πήγε καλά, επειδή δεν πήγε άσχημα», όπως ήταν ο αρχικός φόβος για το απρόοπτο που διακατείχε τους πάντες: από τον ίδιο πρωθυπουργό έως τον χαμηλότερο διπλωματικό υπάλληλο.
Σε κάθε περίπτωση, η ατμόσφαιρα στον Λευκό Οίκο δεν είχε καμία σχέση με την ενθουσιώδη υποδοχή που έτυχαν την επόμενη μέρα στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η συνοδεία του από τον υπουργό των Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, παρουσία και του Αντιπροέδρου Μάικ Πενς. Και οι δύο Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν φείσθηκαν εγκωμίων για την Ελλάδα και, υπό τα θερμά χειροκροτήματα των παρισταμένων, έκαναν πρόποση υπέρ του φωτεινότερου μέλλοντος στη σχέση των δύο χωρών υψώνοντας συμβολικά ποτήρια με… ούζο.
    Είκοσι οκτώ μήνες αργότερα, όταν επισκέφθηκε και πάλι την Ουάσιγκτον ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όλα ήταν διαφορετικά. Η υποδοχή την οποία έτυχε από τον Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο ήταν πολύ θερμή. Ενώ ακόμη θερμότερη -κατ΄ άλλους μάλλον αποθεωτική- υπήρξε η ανταπόκριση την οποία είχε η ιστορική ομιλία που απηύθυνε στο Καπιτώλιο ο Έλληνας πρωθυπουργός στη διάρκεια της Κοινής Συνόδου Γερουσίας και Βουλής των Αντιπροσώπων, παρουσία, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο, της Αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις και της Προέδρου της Βουλής Νάνσι Πελόζι.
    Την ίδια περίοδο, ο Τούρκος Πρόεδρος κατέβαλλε απεγνωσμένες προσπάθειες να εξασφαλίσει μια πρόσκληση για τον Λευκό Οίκο. Πλην, όμως, ματαίως. Το αίτημα του Ερντογάν δεν ικανοποιήθηκε ούτε όταν έστησε σόου στο Σέντραλ Παρκ της Νέας Υόρκης με περαστικούς που τάχατες εκθείαζαν τη συμβολή του στην ουκρανική κρίση, ενώ ήταν γνωστό σε όλους το διπλό παιχνίδι που έπαιζε στηρίζοντας την εισβολή της Ρωσίας.
Μεταφέρω τα συγκεκριμένα -βιωματικού, κατά βάση, χαρακτήρα- στιγμιότυπα, χωρίς, ωστόσο, να τρέφω αυταπάτες ή να είμαι θιασώτης των απλοϊκών προσεγγίσεων για «φιλέλληνες» και «ανθέλληνες» όταν πρόκειται για ηγέτες άλλων χωρών που εκλέγονται από τους λαούς τους για να υπερασπίσουν τα δικά τους συμφέροντα. Από την άλλη, όμως, αρνούμαι να ενστερνιστώ την ισοπεδωτική λογική ότι «όλοι το ίδιο είναι». Και, υπό αυτό το πρίσμα, δεν θεωρώ ότι μπορούμε να είμαστε αδιάφοροι για το ποιος θα εκλεγεί την προσεχή Τρίτη ώστε να αναλάβει από τις 20 Ιανουαρίου 2025 καθήκοντα ως επόμενος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
    Κακά τα ψέματα και πέρα από τον δικό μας μικρόκοσμο σε τούτη τη γωνιά της Υφηλίου, η επιλογή των Αμερικανών ψηφοφόρων ανάμεσα στον τέως Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και στη νυν Αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις, η οποία ατυχώς πήρε πολύ αργά το χρίσμα για να διεκδικήσει το ύπατο αξίωμα, περισσότερο ίσως από οποτεδήποτε άλλοτε στην ιστορία των εκλογικών αναμετρήσεων στις ΗΠΑ, αποτελεί ένα καθοριστικό διακύβευμα για τις τύχες όλων μας, ανεξαρτήτως από το μήκος και το πλάτος του πλανήτη στο οποίο κατοικούμε.
    Ο Ντόναλτ Τραμπ έχει, δίχως αμφιβολία, δώσει σαφή δείγματα γραφής για τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύτηκε κατά το παρελθόν: από την αμφισβήτηση της κλιματικής αλλαγής και της πανδημίας έως την εχθροπάθεια προς κάθε τι διαφορετικό, τα fake news και την παρουσίαση των οικονομικών ανισοτήτων ως νέα κανονικότητα. Υπό αυτή τη συνθήκη, μόνον αφελείς μπορεί να πιστέψουν ότι, εφόσον πετύχει να επανέλθει στον Λευκό Οίκο, μπορεί να είναι διατεθειμένος να πολιτευθεί με διαφορετικό τρόπο στο μέλλον.
Πολύ περισσότερο όταν ο κατά γενική ομολογία αδίστακτος τέως Πρόεδρος, εφεξής δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει τον παραμικρό φόβο απώλειας της θέσης του, αφού δεν προβλέπεται να τεθεί άλλη φορά στη βάσανο της λαϊκής ψήφου. Αν την προηγούμενη φορά που έχασε τις εκλογές ξεσήκωσε τον φιλικό προς το πρόσωπό του όχλο και τον οδήγησε στην αιματηρή πολιορκία του Καπιτωλίου, ευλόγως μπορεί ο καθείς να σκεφθεί τι «τέξεται η επιούσα» στη σφόδρα πιθανή εκδοχή της ανάδειξής του ως νικητή στην κάλπη της προσεχούς Τρίτης.
    Ο λαός (των Ηνωμένων Πολιτειών) της Αμερικής να… βάλει το χέρι του!

Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2024

Από τους αρνητές της πανδημίας φθάσαμε στους αρνητές των… τυφώνων


              Με αφορμή τον τυφώνα «Μίλτον» που χτύπησε τα προηγούμενα 24ωρα την Φλόριντα των Ηνωμένων Πολιτειών, οι απανταχού της υφηλίου «ψεκ» απέκτησαν το καινούργιο τους ίνδαλμα που είναι ο λεγόμενος «υπολοχαγός Νταν» ο οποίος αγνοώντας τις προειδοποιητικές εκκλήσεις των αρχών παρέμεινε εντός του ιστιοφόρου του που ήταν δεμένο στον κόλπο της Τάμπα.

                «Μούφα ο τυφώνας», «σκηνοθετημένος ο Μίλτον», «κινδυνολογούν για να κερδίσει η Κάμαλα Χάρις τις εκλογές του Νοεμβρίου», «δεν έκανε τίποτε ο Μπάιντεν για να μας προστατεύσει επειδή ξόδεψε όλα τα λεφτά για τους μετανάστες», απεφάνθη ένα μεγάλο μέρος του κοινού το οποίο παρακολουθούσε από την ασφάλεια του καναπέ του τη live streaming μετάδοση στο Tik tok που έκανε μέσα από την καμπίνα του σκάφους τους ο ιδιόρρυθμος αυτός ναυτάνθρωπος. Ο οποίος, χάρις στην παράλογη ανυπακοή του, κέρδισε μεγάλη δημοσιότητα μεταξύ των αρνητών της λογικής που τα τελευταία χρόνια αυξάνονται και πληθύνονται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη.

                Το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος τυφώνας δεν ήταν εν τέλει τόσο καταστροφικός όσο προέβλεπαν οι αρχικές προγνώσεις των ειδικών επιστημόνων, κάνει ορισμένους να παραβλέπουν συνειδητά ότι οι επιπτώσεις θα ήταν πολύ πιο καταστροφικές αν οι αρχές δεν είχαν λάβει προληπτικά μέτρα και δεν καλούσαν τον κόσμο να απομακρυνθεί από τις περιοχές που ήταν πιθανό να πλήξει. Είναι τέτοια μάλιστα η διαστροφή της πραγματικότητας που αγνοούν ότι, παρά τα μέτρα, κάποιοι συνάνθρωποι μας έχασαν τη ζωή τους, πολύ περισσότεροι είδαν τις περιουσίες τους να καταστρέφονται και εκατομμύρια νοικοκυριά ταλαιπωρήθηκαν μένοντας για μικρότερο ή μεγαλύτερο διάστημα χωρίς ηλεκτρισμό.   

Διαβάζοντας τα επικριτικά σχόλια όσων ανακαλύπτουν σκοπιμότητες πίσω από κάθε προειδοποίηση των αρχών για επερχόμενους κινδύνους από φυσικές καταστροφές, μου έρχονται κατά νου οι τερατολογίες που -μην μου πείτε ότι τις ξεχάσατε;- ακούγονταν τους πρώτους μήνες μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού. Για τις… κούκλες που ενταφιάζονταν και τους συγγενείς των νεκρών που παρίσταναν ψευδώς τους τεθλιμμένους επειδή τους επιδοτούσε η… νέα τάξη πραγμάτων που ήθελε να κάνει κοινωνικό πείραμα με τα lockdown. Αλλά και διότι στόχευε να μας φυτέψει με τα εμβόλια και τις μάσκες τσιπάκια ώστε να μας αποσπάσει τα προσωπικά δεδομένα που εμείς στο μεταξύ εκθέταμε οικειοθελώς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.          

                Ο ανορθολογισμός, η συνωμοσιολογία και ο λαϊκισμός είναι πολύ παλαιά φαινόμενα τα οποία αιώνες τώρα αντιστρατεύονται τις λογικές και επιστημονικές εξηγήσεις των όσων συμβαίνουν γύρω μας. Από τις δικές μας λιτανείες κατά της ανομβρίας, που τις βλέπουμε να γίνονται ακόμη και το 2024, έως τους χορούς της βροχής, ένα έθιμο που ακολουθούσαν πολλοί αρχαίοι λαοί, από την Αίγυπτο των Φαραώ έως τους Ινδιάνους της Αμερικής, οι άνθρωποι κατέφευγαν στη μεταφυσική για να ερμηνεύσουν και να ξορκίσουν τα μετεωρολογικά φαινόμενα.

Η αλήθεια είναι ότι μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες, η πρόγνωση του καιρού είχε πολύ μεγάλες αβεβαιότητες, καθώς βασιζόταν στην παρατήρηση και στη μνήμη, πλην, όμως, αδυνατούσε να προβλέψει τις ακραίες και απότομες αλλαγές των μετεωρολογικών συνθηκών που ήταν ζωτικής σημασίας για τη γεωργική παραγωγή, τα εμπορικά ταξίδια, τη ναυσιπλοΐα, αλλά και τις πολεμικές αναμετρήσεις. Ο Πέρσης βασιλιάς Ξέρξης θεώρησε σωστό να μαστιγώσει τη θάλασσα όταν στο πέρασμα του Ελλήσποντου μια αναπάντεχη καταιγίδα κατέστρεψε ένα μέρος του στόλου του.  

Η πρώτη απόπειρα για να δημιουργηθούν προγνωστικά μοντέλα ήταν τα αποκαλούμενα «μερομήνια», ένα πρωτόλειο σύστημα πρόγνωσης του καιρού που λάμβανε υπόψη όσα συμβαίνουν τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου, όπως το πως κινούνται τα σύννεφα, πως πετούν τα πουλιά, πως φυσά ο άνεμος, και εν γένει παρατηρήσεις που από κάποιους αυτόκλητους ειδικούς θεωρούνταν καλοί ή κακοί οιωνοί.

Χρειάστηκε να αναπτυχθεί η επιστήμη των υπερυπολογιστών, στους οποίους διοχετεύθηκε ένας πολύ μεγάλος όγκος δεδομένων από τις καιρικές συνθήκες που επικράτησαν επί σειρά πολλών ετών, για να δημιουργηθούν τα σύγχρονα προγνωστικά μοντέλα. Μοντέλα τα οποία μας δίνουν τη δυνατότητα να ανοίγουμε τους προσωπικούς μας υπολογιστές και τα κινητά μας τηλέφωνα και να έχουμε μια σχετικά αξιόπιστη εικόνα για τις  μετεωρολογικές συνθήκες της περιοχής μας ή οποιασδήποτε άλλης σε χρονικό βάθος περίπου δέκα ημερών.

Στο ερώτημα, ωστόσο, αν οι μετεωρολογικές προγνώσεις είναι ακριβείς, η προφανής απάντηση είναι η εξής: ναι, εφόσον υπάρχουν συναφή δεδομένα. Διότι, για παράδειγμα, όταν εκδηλώνεται ένα τόσο ισχυρό καιρικό φαινόμενο, όσο ήταν εκείνο του «Dianel» που έπληξε την Θεσσαλία στις 4 Σεπτεμβρίου 2023, δεν μπορεί να γίνει εφικτή η πρόβλεψή του από τη στιγμή που δεν υπάρχουν προηγούμενα αντίστοιχα στοιχεία.

Η κλιματική κρίση, εξάλλου, που τα τελευταία χρόνια γίνεται ολοένα και πιο απειλητική, δυσκολεύει εκτός από την καθημερινότητα όλων μας και τις δυνατότητες τις οποίες έχει η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα για να κάνει προβλέψεις που να επιβεβαιώνονται. Σε αυτή ακριβώς την εγγενή δυσκολία επενδύουν οι κάθε λογής αρνητές της λογικής για να στηρίξουν το αφήγημα της αμφισβήτησης της επιστημονικής γνώσης και των εργαλείων που αυτή χρησιμοποιεί.

Στα καθ΄ ημάς βιώνουμε συχνά πυκνά την κριτική επειδή το «112» ηχεί συχνότερα αφότου αποδεικνύεται ότι ελλοχεύει πραγματικός κίνδυνος. Μου συνέβη προσωπικά τις προηγούμενες μέρες όταν, ενώ κινούμουν στην λεωφόρο Κηφισίας στην Αθήνα, έλαβα στο κινητό μου προειδοποιητικό μήνυμα για φωτιά που είχε εκδηλωθεί σε ακατοίκητο κτήριο στον Πειραιά και εξαιτίας της είχε προκληθεί καπνός που ήταν επικίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία.

Όπως και στη Φλόριντα που δεν επιβεβαιώθηκαν τα χειρότερα σενάρια, σε τέτοιες περιπτώσεις προκύπτει το ερώτημα για το τι είναι προτιμότερο: Να δεχόμαστε μηνύματα ακόμη και όταν η απειλή για την υγεία ή τη ζωή μας δεν επιβεβαιώνεται; Ή οι αρχές να περιμένουν πρώτα να έρθουν τα χειρότερα και κατόπιν να δρουν καλώντας τους πολίτες να απομακρυνθούν από τις περιοχές που ελλοχεύουν κίνδυνοι;

Για τους λογικούς ανθρώπους νομίζω ότι δεν υπάρχει δίλημμα. Είναι προτιμότερο να λάβουν μέτρα προφύλαξης από απειλές που δεν επιβεβαιώνονται παρά να βρεθούν αντιμέτωποι με έναν κίνδυνο για τον οποίο δεν είχαν προειδοποιηθεί. Για τους αρνητές της λογικής και άρα και των… τυφώνων, τα πράγματα είναι αλλιώς.

Αν μάλιστα, όπως είναι και το πιθανότερο, ψηφίζουν τον Ντόναλντ Τραμπ, θα εμπνέονται από τον «υπολοχαγό Νταν» και θα παραμένουν ατάραχοι (;) μέσα στα ιστιοφόρα τους…

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2023

Το «χούι», η «ενέργεια» και τα… νεκροταφεία των αναντικατάστατων

«Το χούι της πολιτικής εγκαταλείπει τον πολιτικό έξι μήνες μετά τον θάνατο του…», είναι ένα από τα αποφθέγματα που χρησιμοποιούνται στην εγχώρια δημόσια ζωή για να περιγράψουν την προσκόλληση που επιδεικνύουν πολλοί συνάνθρωποι μας οι οποίοι, γοητευμένοι από την αίσθηση (συχνά και ψευδαίσθηση) εξουσίας που δίνει η ενασχόληση με τα κοινά, δεν πτοούνται από τις αποτυχίες τους, επιμένοντας εφ΄ όρου ζωής να διεκδικούν αξιώματα και κάνοντας το παν για να καταφέρουν να μείνουν προσκολλημένοι ισοβίως στις καρέκλες τους.

Στον αντίποδα αυτής της νοοτροπίας, η οποία -κακά τα ψέματα- δεν αποτελεί αποκλειστικά και μόνον ελληνικό φαινόμενο, ήρθε η γενναία απόφαση της πρωθυπουργού της Νέας Ζηλανδίας Τζασίντα Άρντερν να ανακοινώσει ότι δεν θα ζητήσει την ανανέωση της θητείας της επειδή αισθάνεται ότι δεν διαθέτει τα ανάλογα αποθέματα ενέργειας για εργαστεί με τους ίδιους ρυθμούς για ακόμη τέσσερα χρόνια.

«Είμαι άνθρωπος. Οι πολιτικοί είναι άνθρωποι. Δίνουμε ό,τι μπορούμε για όσο μπορούμε και μετά έρχεται η ώρα», είπε η 42χρονη Άρντερν. «Και για μένα ήρθε η ώρα. Ξέρω τι χρειάζεται αυτή η δουλειά. Και ξέρω ότι δεν έχω πια αρκετή ενέργεια για να αντεπεξέλθω» συμπλήρωσε η Νεοζηλανδή πολιτικός η οποία όταν πριν από τέσσερα χρόνια ανέλαβε τα ηνία της χώρας της ήταν μια από τις νεότερες ηγέτες στον πλανήτη και εξακολουθεί να ανήκει σε αυτή την κατηγορία.

Ορισμένοι έσπευσαν να αποδώσουν την απόσυρση της κ. Άρντερν στις αρνητικές δημοσκοπήσεις για την παράταξη των Εργατικών, της οποίας ηγείται, που βλέπουν το φως ενόψει των επόμενων εκλογών στην απομακρυσμένη αυτή χώρα της Ωκεανίας που είναι προγραμματισμένες για τον προσεχή Οκτώβριο.

Ακόμη και έτσι, όμως, αν είναι, η σημειολογία τόσο της πρωτοβουλίας της όσο και των δηλώσεών της δεν παύει να αποτελεί ένα σπάνιο παράδειγμα αυτογνωσίας και εξανθρωπισμού της πολιτικής.

Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου είναι πάμπολλα τα παραδείγματα των πολιτικών οι οποίοι θεωρούν την Πολιτική ισόβιο «επάγγελμα». Και, ως εκ τούτου, μέχρι το βαθύ γήρας δεν εννοούν να παραδώσουν οικειοθελώς τη σκυτάλη ακόμη και όταν είναι πασιφανές ότι έχει εξαντληθεί προ πολλού όχι μόνον η… ενέργειά τους, αλλά και η πίστωση χρόνου που τους έχουν διαθέσει οι πολίτες.

Είναι άκρως χαρακτηριστική η επιμονή του Τζο Μπάιντεν και του Ντόναλντ Τραμπ, που αμφότεροι διάγουν το ύστερο μέρος της όγδοης δεκαετίας της ζωής τους, να αποτελέσουν το δίδυμο των μονομάχων οι οποίοι θα διεκδικήσουν το προεδρικό αξίωμα των ΗΠΑ για την περίοδο 2024-2028.

Ούτε ο ένας ούτε ο άλλος δείχνουν να αρκούνται σε όσα -θετικά ή αρνητικά- είχαν να προσφέρουν στην πρώτη θητεία τους.

Ο Αμερικανός νυν Πρόεδρος Μπάιντεν έχει γεννηθεί το 1942 και εξελέγη πρώτη φορά Γερουσιαστής το 1973, δηλαδή επτά χρόνια προτού να έρθει στον κόσμο η υπό παραίτηση Νεοζηλανδή πρωθυπουργός. Αλλά και ο προκάτοχός του, που θέλει να πάρει ρεβάνς και να τον διαδεχθεί στον Λευκό Οίκο, δεν πάει πίσω.

Ο πρώην πρόεδρος Τραμπ γεννήθηκε το 1946 και, εφόσον (παρ΄ ελπίδα!) πετύχει να επανεκλεγεί, θα μείνει στον Λευκό Οίκο έως ότου θα οδεύει προς τα 83 έτη της ζωής του, σχεδόν τα διπλάσια από τον χρόνο παραίτησης της κ. Άρντερν.

Είναι αλήθεια ότι στην πολιτική και εν γένει στην ενασχόληση με τα κοινά δεν μπορεί να μπαίνει ένα συγκεκριμένο όριο ηλικίας πάνω από το οποίο δεν θα μπορεί κάποιος να διεκδικήσει τη λαϊκή ψήφο για να αναλάβει κάποιο αξίωμα.

Από την άλλη, όμως, ισχύει και το «ουδείς αναντικατάστατος». Ή, όπως πολύ εύστοχα είχε επισημάνει ο Στρατηγός Σαρλ Ντε Γκωλ, ο οποίος διετέλεσε επί δεκαετία Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, «τα νεκροταφεία είναι γεμάτα από αναντικατάστατους».

Η νοοτροπία του αναντικατάστατου, από την οποία εμφορούνται πολλοί άνθρωποι σε διάφορους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, είναι μάλλον εντονότερη στην πολιτική ζωή η οποία αποτελεί έναν κατ΄ εξοχήν χώρο στον οποίο αναζητούν ρόλους ύπαρξης κάθε λογής φιλόδοξοι, ου μην αλλά και ματαιόδοξοι που συμπεριφέρονται ως εάν ο κόσμος ολόκληρος να περιστρέφεται γύρω τους.

Στις εκλογές οι οποίες θα διεξαχθούν σε λίγους μήνες στη χώρα μας, το πιθανότερο είναι ότι μεταξύ των πολιτικών αρχηγών που διεκδικούν τη λαϊκή ψήφο μόνον ένας θα είναι ο αδιαμφισβήτητος νικητής. Όλοι οι άλλοι θα έχουν κατά τεκμήριο ηττηθεί αφού δεν θα έχουν ευοδωθεί οι στόχοι τους οποίους έχουν θέσει.

Πόσοι, αλήθεια, εξ αυτών θα ακολουθήσουν το παράδειγμα της Νεοζηλανδής πρωθυπουργού; Το πιθανότερο είναι ότι ουδείς θα κάνει κάτι ανάλογο. Παρόλο που όλοι τους -συμπεριλαμβανομένου του Νίκου Ανδρουλάκη, ο οποίος σε λίγες μέρες συμπληρώνει τα 44 του- είναι μεγαλύτεροι σε ηλικία από την Τζασίντα Άρντερν.

Εκτός και αν στην Ελλάδα υπάρχουν και αναντικατάστατοι… εκτός νεκροταφείων.

Λέτε;

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2022

Πέντε μαθήματα από το «κόκκινο κύμα» που κατέληξε… παφλασμός


Με όλες τις ιδιαιτερότητες αλλά και τις παραδοξότητες που το χαρακτηρίζουν, όπως ο σχεδόν αδιάσπαστος δικομματισμός ή η περιορισμένη συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία κυρίως των φτωχότερων στρωμάτων, το αμερικανικό πολιτικό σύστημα διαθέτει πλεονεκτήματα που μπορεί να πει κάποιος ότι είναι ζηλευτά από πολλές άλλες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες.

Η σταθερότητα, για παράδειγμα, στον χρόνο έκφρασης της λαϊκής ετυμηγορίας είναι ένα από αυτά τα πλεονεκτήματα. Οι κανόνες του εκλογικού παιχνιδιού είναι από ετών γνωστοί σε όλους και αλλάζουν πάρα πολύ σπάνια, όπως συνέβη πρόσφατα με τα όρια των εκλογικών περιφερειών στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης. 

Το σημαντικότερο, όμως, πλεονέκτημα είναι ότι, ακόμη και σε περιόδους ακραίας πολιτικής πόλωσης, όπως αυτή που ζουν τα τελευταία χρόνια οι Ηνωμένες Πολιτείες, το αμερικανικό εκλογικό σώμα επιλέγει την «εξισορροπητική» ψήφο.

Όταν στον Λευκό Οίκο ο ένοικος είναι από τη μια πολιτική παράταξη, τότε οι ψηφοφόροι φροντίζουν την πλειοψηφία στο Κογκρέσο να την έχουν οι αντίπαλοί του. Ο άτυπος αυτός κανόνας επιβεβαιώθηκε και στις ενδιάμεσες εκλογές της περασμένη Τρίτης. 

Έτσι, όπως η πλειοψηφία των Δημοκρατικών έκανε δύσκολη τη ζωή του προηγούμενου Ρεπουμπλικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, επιχειρώντας μάλιστα ακόμη την καθαίρεσή του, τώρα οι ψηφοφόροι έδωσαν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων στους Ρεπουμπλικανούς, υποχρεώνοντας τον Δημοκρατικό Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να συνδιαλλαγεί με τους αντιπάλους του αν θέλει στη διετία που του απομένει στο αξίωμα να κυβερνήσει αποτελεσματικά τη μεγάλη αυτή χώρα.

Σε πείσμα, όμως, των πρόωρων πανηγυρισμών στους οποίους -με τη συνδρομή και κάποιων δημοσκοπήσεων- επιδόθηκαν τα στελέχη και οι οπαδοί των Ρεπουμπλικανών, οι οποίοι πριν ανοίξουν οι κάλπες έβλεπαν ένα «κόκκινο κύμα» (σ.σ.: από το χρώμα του κόμματός του) να σαρώνει από άκρη σε άκρη τις Ηνωμένες Πολιτείες, η λαϊκή ψήφος διέψευσε τις προσδοκίες τους. 

Ο έλεγχος του δεύτερου νομοθετικού Σώματος, της Γερουσίας, θα παραμείνει -ευτυχώς για την Ελλάδα!- στην παράταξη των Δημοκρατικών. Και, εξ αυτού, η ανάγκη για αναζήτηση συμβιβαστικών λύσεων στα προβλήματα της αμερικανικής κοινωνίας θα είναι ακόμη πιο επιτακτική.

Πέραν, πάντως, από τα συγκεκριμένα γενικά χαρακτηριστικά που διέπουν το αποτέλεσμα αρκετών εκλογικών αναμετρήσεων στις ΗΠΑ, ουδείς μπορεί να υποστηρίξει ότι οι πρόσφατες ενδιάμεσες εκλογές, από τις οποίες αναδείχθηκε ένα μεγάλο μέρος της αμερικανικής πολιτικής τάξης, ήταν όμοια -και πως θα μπορούσε, άλλωστε;- με κάποια προηγούμενη. 

Γι΄ αυτό και τα αποτελέσματά τους, τα οποία (άλλο αυτό αμερικανικό… παράδοξο, δεν έχουν οριστικοποιηθεί ακόμη) αξίζουν μια πιο ενδελεχή ματιά για να εξαχθούν συμπεράσματα τα οποία μπορεί να αποτελέσουν μαθήματα που τυγχάνουν γενικότερης εφαρμογής:

Μάθημα πρώτο: Η υπεροπτική προεξόφληση του εκλογικού αποτελέσματος επιφυλάσσει συχνά οδυνηρές εκπλήξεις. Όποιος έχει αντίθετη άποψη ας ανατρέξει τις τελευταίες ομιλίες του Τραμπ και στις χιλιάδες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για το «κόκκινο κύμα» το οποίο κατέληξε ένας απλός… παφλασμός.

Μάθημα δεύτερο: Η βεβαιότητα που ορισμένοι εκφράζουν ότι η κατάσταση της… τσέπης είναι το αποκλειστικό κριτήριο της ψήφου των πολιτών διαψεύστηκε οικτρά. Η ανάγκη προστασίας της Δημοκρατίας από τον «τραμπισμό», όπως και το θέμα των αμβλώσεων, καθόρισε τη συμπεριφορά μιας αξιοσημείωτης μερίδας των προοδευτικών εκλογέων που κινητοποιήθηκαν και πήγαν στην κάλπη.

Μάθημα τρίτο: Οι δημοσκοπήσεις δεν πέφτουν πάντα μέσα. Προφανώς δεν είναι «στημένες», όπως τις θέλουν οι απανταχού της γης συνομωσιολόγοι, αλλά τις περισσότερες φορές βρίσκουν τις τάσεις, αλλά δεν πετυχαίνουν τα εκλογικά αποτελέσματα με χειρουργική ακρίβεια. Βλέπετε οι άνθρωποι δεν έχουν τη συμπεριφορά των μηχανών και οι ανθρωπιστικές επιστήμες δεν προσομοιάζουν με τις φυσικές.

Μάθημα τέταρτο: Η συζήτηση για τον «τοξικό» Τραμπ που άνοιξε από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η ετυμηγορία των Αμερικανών κατέδειξε ότι οι μεγάλες παρατάξεις (και -αν θέλετε- τα συμφέροντα που ταυτίζονται μαζί τους) αποφεύγουν να επενδύσουν σε… «κουτσά άλογα». 

Το σενάριο που ήθελε τον τέως Πρόεδρο να ανακοινώνει μια νέα υποψηφιότητα για το 2024 αποδυναμώθηκε, καθώς μέσα από τις κάλπες ανέτειλαν νέα πολιτικά αστέρια, όπως ο 44χρονος κυβερνήτης στην Πολιτεία της Φλόριντα Ρον Ντε Σάντις. 

Αν όντως επικρατήσει στην κούρσα για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα, που σύντομα θα ξεκινήσει, τότε και η τύχη του ήδη 80χρονου νυν Προέδρου Μπάιντεν είναι μάλλον προδιαγεγραμμένη. Δύσκολα θα ανανεώσει τη θητεία του ακόμη και αν λάβει εκ νέου το χρίσμα από τους Δημοκρατικούς.

Μάθημα πέμπτο: Το ελληνικό λόμπι είναι από τους μεγάλους νικητές αυτών των ενδιάμεσων εκλογών, καθώς πέτυχε τους περισσότερους από τους στόχους που είχε θέσει. Με αποκορύφωμα την αποτυχία να εκλεγεί Γερουσιαστής στην Πολιτεία της Πενσυλβάνιας ο διαβόητος τουρκικής καταγωγής τηλεγιατρός και φίλος του Ερντογάν Δρ Μεχμέτ Οζ. 

Η κινητοποίηση όλων των δυνάμεων της Ομογένειας και οι έξυπνες συμμαχίες που συνήψε με άλλα λόμπι και προσωπικότητες από τις δύο παρατάξεις, είχε ως αποτέλεσμα να ενισχύσει την επιρροή της στα κρίσιμα πόστα εξουσίας της Ουάσιγκτον.

Άλλωστε, ποιος διαφωνεί ότι η εφαρμοσμένη πολιτική δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια διαρκή αναμέτρηση συσχετισμών δύναμης στην άσκηση της εξουσίας;

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2022

Αν δεν πιάσει τόπο το… «GFY», ας δοκιμάσουν κατάρες ή βουντού!

Δεν ξέρω -και ειλικρινά δυσκολεύομαι πολύ να φανταστώ- τι είναι εκείνο που κάνει έναν αυτοαποκαλούμενο αριστερό της εποχής μας να εμφανίζεται διαρκώς ως θυμωμένος και να… αγανακτεί τόσο πολύ ώστε να εξαπολύει χυδαίες ύβρεις κατά των αντιπάλων του.

Η δυσκολία μου γίνεται μεγαλύτερη από το γεγονός ότι, λόγω ηλικίας ή και αναγνώσεων, έχω υπόψη μου αυθεντικούς αριστερούς οι οποίοι ήταν έτοιμοι να βάλουν το κεφάλι τους στον ντορβά -και το έβαλαν όταν χρειάστηκε- για να υπερασπιστούν τις ιδέες τους χωρίς ποτέ να καταφύγουν σε ύβρεις ακόμη και όταν ήταν αντιμέτωποι με σκληρόπετσους στρατοδίκες και αδίστακτους βασανιστές.

Μου είναι αδύνατο να σκεφτώ ότι, για παράδειγμα, ο Πλουμπίδης, ο Μπελογιάννης, ο Αμπατιέλλος, ο Λουλές, ο Κάππος κι τόσοι άλλοι οι οποίοι εκτελέστηκαν, φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν στα «πέτρινα» μετεμφυλιακά χρόνια θα διανοούνταν να χρησιμοποιήσουν -και μάλιστα στον δημόσιο λόγο τους- το ρήμα «γαμ…» δίπλα στα ονόματα των κυβερνητών της εποχής τους είτε ήταν ο Πλαστήρας, ο Παπάγος ή ο Καραμανλής, που είχαν εκλεγεί από την τότε πλειοψηφία του λαού, είτε επρόκειτο για τους σφετεριστές της εξουσίας όπως ήταν οι δικτάτορες.

Ακόμη και για σε όσους δεν… έβλεπαν φωτοστέφανα γύρω από τις κεφαλές τους, οι αριστεροί των προηγούμενων δεκαετιών ενέπνεαν σεβασμό. Ήταν, στη μεγάλη πλειονότητα τους, άνθρωποι που απέπνεαν ήθος, ανιδιοτέλεια και σοβαρότητα που απείχαν παρασάγγες από την υποκριτική σοβαροφάνεια πολλών από τους τότε κρατούντες. Η κοσμιότητα της συμπεριφοράς τους δεν μείωνε σε τίποτε την αγωνιστικότητά τους. Τουναντίον, μπορεί να ισχυριστεί κανείς.

Η μαχητικότητα και η αγωνιστικότητα που επεδείκνυαν υπήρξαν παροιμιώδεις. Και δεν ήταν μόνον ότι αναγνωρίζονταν από φίλους και αντιπάλους. Ήταν, πολύ περισσότερο, ότι δημιουργούσαν πρότυπα τα οποία ακολουθούσαν αρκετοί από τις νεότερες γενιές ακόμη και όταν το οικογενειακό τους υπόβαθρο κινούνταν σε άλλες κομματικές κατευθύνσεις.

Η εικόνα αυτή άλλαξε άρδην τα τελευταία χρόνια. Αρχής γενομένης από την πρώτη μνημονιακή περίοδο και τις πλατείες των λεγόμενων «Αγανακτισμένων», όπου έγινε ο συμφυρμός με την Ακροδεξιά, οδηγηθήκαμε βαθμιαία σε αυτό που προσφυώς ο Ευάγγελος Βενιζέλος είχε αποκαλέσει «εκτσογλανισμό της πολιτικής ζωής».

Απότοκο, προφανώς, αυτής της κατάστασης είναι το σύνθημα «Μητσοτάκη γαμ…» που άρχισαν, κυρίως μέσα από το Διαδίκτυο, να λανσάρουν ήδη από το περασμένο καλοκαίρι πρόσωπα συνδεδεμένα με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν άργησε να περάσει και στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος. Στη ΔΕΘ το φώναζαν οι συγκεντρωμένοι έξαλλοι οπαδοί του Κασιδιάρη, ενώ ακούστηκε και στις περισσότερες μαζώξεις των αντιεμβολιαστών.

Το ότι υιοθετήθηκε από αρθρογράφο της «Αυγής», έστω και με την… αγγλική του εκδοχή (το περίφημο «GFY»), αποτέλεσε μια ακόμη… ποιοτική αναβάθμιση. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που δεν έτυχε της παραμικρής αποδοκιμασίας από εκείνους που στο παρελθόν διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους ακόμη και για γελοιογραφίες που δεν ήταν της αρεσκείας τους.

Όσο αστείο, πάντως, κι αν είναι να βλέπει κανείς την… αμερικανιά, όπως είναι το «GFY» (Go Fuck Yourself!), διατυπωμένη από τη γραφίδα ενός αμετανόητου… σοβιετόφιλου, το φαινόμενο καθίσταται πολύ σοβαρό αν αναλογιστεί κανείς ότι πρόκειται για αντιγραφή συμπεριφοράς που στις ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει οι ακραίοι «τραμπιστές» που στρέφονται κατ΄ αυτόν τον τρόπο κατά του Προέδρου Τζο Μπάιντεν.

Το «fuck Joe Biden» αποτελεί το αγαπημένο σύνθημα των οπαδών του ανεκδιήγητου Αμερικανού πρώην Προέδρου. Και αυτός μόνον θα μπορούσε να ήταν ένας πολύ σοβαρός λόγος για να μην το ενστερνίζεται κανείς. Εκτός πια και αν είναι εξίσου αφιονισμένος και διψασμένος για εξουσία όσο και οι θαυμαστές του Ντόναλντ Τραμπ.

Με την τροπή, πάντως, που έχουν πάρει τα πράγματα στη χώρα μας, αν καθυστερήσουν κι άλλο οι εκλογές, ίσως δεν θα αργήσει η ώρα που το «Μητσοτάκη γαμ…» θα ακουστεί και μέσα στη Βουλή. Άλλωστε, τόσο άλλα ακούγονται το τελευταίο διάστημα. Εκτός και αν, με την απελπισία που φαίνεται να επικρατεί σε κάποια έδρανα, εκτιμηθεί ότι, αφού δεν πιάνει τόπο το «GFY», να αρχίσουν να δοκιμάζουν τις… κατάρες ή τα… βουντού ως πλέον αποτελεσματικές μεθόδους για να ανατρέψουν τους δύσκολους συσχετισμούς…

Λέτε να το δούμε μετά το επόμενο… δημοσκοπικό κύμα;

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2021

Μια σύγκριση Ελλάδας - ΗΠΑ ή όταν υπάρχουν και άλλοι… σαν και μας

 

            Περπατώντας αυτές τις μέρες στους δρόμους της Νέας Υόρκης είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω την μεγάλη ομοιότητα που παρουσιάζει ο τρόπος αντιμετώπισης της πανδημίας του κορωνοϊού ανάμεσα στη χώρα μας και στις ΗΠΑ.

            Η αμερικανική μεγαλούπολη, που δικαιολογημένα διεκδικεί τον τίτλο της μητρόπολης του κοσμοπολιτισμού, δείχνει να αφήνει σιγά σιγά πίσω της το βαρύ χτύπημα που δέχτηκε πριν από περίπου έναν χρόνο από το μεγάλο πανδημικό κύμα που στοίχισε τις ζωές σε πολλούς ανθρώπους. Δεν συμβαίνει, ωστόσο, το ίδιο σε ολόκληρη τη μεγάλη αυτή χώρα, γι΄ αυτό και ο πρόεδρος Μπάιντεν ζήτησε τελεσιγραφικά να εφαρμοστεί υποχρεωτικός εμβολιασμός σε όλη τη χώρα, πριν πάρει την απόφαση να άρει από το Νοέμβριο τους περιορισμούς για να εισέλθει κανείς στις Ηνωμένες Πολιτείες με μόνη προϋπόθεση την επίδειξη εμβολιαστικού πιστοποιητικού.   

            Παρότι υπάρχουν ξενοδοχεία και καταστήματα που παραμένουν ακόμη κλειστά, αφού εξακολουθούν να ισχύουν περιορισμοί στην έλευση τουριστών από το εξωτερικό, η ζωή στην πόλη της Νέας Υόρκης δείχνει να είναι προσαρμοσμένη στην μεταπανδημική εποχή. Οι άνθρωποι έχουν στην  πλειονότητά τους συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι πρέπει να εμβολιαστούν, όπως επίσης και ότι για κάποιον καιρό ακόμη θα ζουν με περιορισμούς.

Στους δρόμους της πόλης, οι κάτοικοι και οι λιγοστοί επισκέπτες, κυκλοφορούν σχεδόν όλοι με τις μάσκες, χωρίς, ωστόσο, οι περισσότεροι να τις φορούν. Τις έχουν, όμως, μαζί τους διότι είναι απαραίτητη προϋπόθεση αν θέλουν να μπουν σε οποιονδήποτε κλειστό χώρο, είτε πρόκειται για κατάστημα ή γραφείο, είτε για σχολείο ή εστιατόριο.    

            Βρέθηκα έξω από παιδικούς σταθμούς και είδα με πόση τάξη οι γονείς πήγαιναν τα νήπια τους τα οποία φορούσαν όλα τις μάσκες τους πριν φθάσουν στην πόρτα του σχολείου. Στην είσοδο τα υποδέχονταν οι υπεύθυνοι, τα θερμομετρούσαν και τα οδηγούσαν στις τάξεις τους. Εν ολίγοις όλα κινούνταν σα να μην υπήρχε η παραμικρή ιδιαίτερη κατάσταση. Ούτε φασαρίες, ούτε υστερικές απειλές για μηνύσεις και αυτόφωρα που χρειάζεται να παρέμβουν εισαγγελείς και υπουργοί για να αποκατασταθεί η κοινή λογική.

            Επισκέφθηκα εστιατόρια και η εικόνα ήταν ακριβώς ίδια και στη συμπεριφορά των ενηλίκων, για τους οποίους ισχύει υποχρέωση εμβολιασμού προκειμένου να βρεθούν σε εσωτερικούς χώρους για ποτό ή φαγητό. Με το που μπαίνεις δείχνεις το πιστοποιητικό εμβολιασμού σου σε υπάλληλο που είναι επιτετραμμένος γι΄ αυτό και αφού ελέγξει τα στοιχεία της ταυτότητάς σου, παίρνεις το «ΟΚ» για να πάρεις θέση σε τραπέζι. Κανείς δεν διαμαρτύρεται, κανείς δεν φωνάζει και όλα βαίνουν καλώς.

            Δεν ξέρω αν είναι παρήγορο για τη χώρα μας, αλλά θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η καλή εικόνα της Νέας Υόρκης δεν είναι αντιπροσωπευτική για το σύνολο των Ηνωμένων Πολιτειών. Στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης έχει εμβολιαστεί με τουλάχιστον μία δόση πάνω από το 70% του πληθυσμού της και άρα είναι πολύ κοντά στην επίτευξη τείχους ανοσίας αν υπολογιστεί και ο μεγάλος αριθμός όσων έχουν νοσήσει.

            Στο σύνολο των Ηνωμένων Πολιτειών, ωστόσο, τα πράγματα είναι σχεδόν όπως στη χώρα μας. Με βάση τα στοιχεία από την έγκυρη ιστοσελίδα «ourworldindata» στην Ελλάδα έχει εμβολιαστεί με τουλάχιστον μια δόση το 62% του πληθυσμού, ποσοστό που για τους πλήρως εμβολιασμένους υποχωρεί στο 58%. Αντιστοίχως, στις ΗΠΑ, όπου πάντως, οι εμβολιασμοί ξεκίνησαν νωρίτερα, έχει μέχρι τώρα εμβολιαστεί το 63% του πληθυσμού, εκ του οποίου μόνον το 54% είναι πλήρως εμβολιασμένο.

            Το ενδιαφέρον είναι ότι σε πάρα πολλές αμερικανικές Πολιτείες, τα ποσοστά εμβολιασμού είναι κάτω του 50%. Με μια απλή περιήγηση στα επίσημα στοιχεία διαπιστώνει κανείς ότι οι μεσοδυτικές Πολιτείες, που αποτελούν την αποκαλούμενη «βαθιά Αμερική» η οποία στις δύο τελευταίες πανεθνικές κάλπες ψήφισε φανατικά τον Ντόναλντ Τραμπ, είναι αυτές που παρουσιάζουν τις χαμηλότερες επιδόσεις σε προσέλευση στα εμβολιαστικά κέντρα.

Στον αντίποδα Πολιτείες με παραδοσιακή εκλογική συμπεριφορά υπέρ του Δημοκρατικού Κόμματος, όπως η Βοστώνη ή η Καλιφόρνια, η εικόνα προσομοιάζει με εκείνη της Νέας Υόρκης. Σε αδρές γραμμές, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι, όπως και στον διαχωρισμό που παρατηρήθηκε στις κάλπες του 2016 και του 2020 για την προεδρική εκλογή στην οποία οι λιγότερο μορφωμένοι και οι περισσότεροι θρησκευόμενοι επέλεγαν Τραμπ και όχι Χίλαρι Κλίντον ή Τζο Μπάιντεν, έτσι και τώρα δείχνουν μεγαλύτερη σπουδή για να εμβολιαστούν όσοι είναι περισσότερο μορφωμένοι και λιγότερο θρησκευόμενοι.

Αν και στη χώρα μας δεν έχουν γίνει αξιόπιστες μετρήσεις σχετικά με το ακριβές profile όσων αρνούνται, διστάζουν ή φοβούνται να εμβολιαστούν, δεν νομίζω να υπάρχει κάποιος που να μη βρίσκει ομοιότητες με την εικόνα των Ηνωμένων Πολιτειών. Όπως και εκεί, άλλωστε, έτσι και στα καθ΄ ημάς, το ποσοστό των εμβολιασμένων στα μεγάλα αστικά κέντρα και στην πρωτεύουσα είναι σαφώς μεγαλύτερο από εκείνο που συναντάται στην περιφέρεια και κυρίως στη Βόρειο Ελλάδα.

Χωρίς να αποτελεί γενικό κανόνα και ούτε να λείπουν οι εξαιρέσεις, η αλήθεια είναι ότι και στη χώρα μας όσο πιο πολύ θρησκευόμενος και λιγότερο μορφωμένος είναι κάποιος, τόσο πιο πιθανό είναι να μην θέλει να εμβολιαστεί. Στην Ελλάδα δεν είναι τόσο εύκολο, όσο στην Αμερική, να γίνει ο διαχωρισμός εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων με βάση τις επιλογές τους στην κάλπη. Αλλά με μια αναζήτηση στον περίγυρό μας βρίσκουμε ότι το… κίνημα των αντιεμβολιαστών είναι μεν πολυσυλλεκτικό, αλλά τροφοδοτείται από τα άκρα του πολιτικού άξονα, έχοντας εντονότερη –αλλά όχι αποκλειστικά- την ακροδεξιά προέλευση.

Καλόν είναι να τα έχουμε όλα αυτά υπόψιν, πολύ περισσότερο που, εφόσον στηθούν οι επόμενες κάλπες πριν από το οριστικό τέλος της πανδημίας, θα έχει ενδιαφέρον πως θα συμπεριφερθούν στην κάλπη όλοι αυτοί οι αρνητές των εμβολιασμών. Οι οποίοι –τι παράδοξο αλήθεια;- είναι οι ίδιοι που νωρίτερα αμφισβητούσαν την πανδημία και μάχονταν το lockdown και τις μάσκες.

Για να μην αισθανόμαστε, πάντως, «έθνος ανάδελφον», πρέπει να ξέρουμε ότι τα ίδια πιστεύουν σχεδόν αντίστοιχα ποσοστά και στην πατρίδα του… Μπιλ Γκέιτς. Αν αυτό, ωστόσο, αποτελεί παρηγοριά, είναι άλλη μεγάλη κουβέντα….       

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2021

Όταν ο Μπάιντεν μιλάει για… Νεάντερταλ, εμείς τι να πούμε;

 

Σε… «λογική του Νεάντερταλ» απέδωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν την απόφαση που έλαβαν οι κυβερνήτες δύο Πολιτειών του αμερικανικού Νότου να καταργήσουν την υποχρέωση των πολιτών τους να φορούν μάσκες όταν κυκλοφορούν δημοσίως.

Δεν εκπλήσσεται μάλλον κανείς από τη διαπίστωση ότι οι περί ων ο λόγος κυβερνήτες του Τέξας και του Μισισιπή εκλέχθηκαν στους θώκους τους με τη σημαία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ούτε προφανώς από το γεγονός ότι στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου οι Πολιτείες τους έδωσαν άνετη πλειοψηφία στον τέως Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θρηνούν τον τελευταίο χρόνο πάνω από 511.000 θύματα του κορωνοϊού και παρότι έχουν ήδη χορηγηθεί περισσότερες από 100 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων, τα κρούσματα σε καθημερινή βάση εξακολουθούν να κυμαίνονται σε υψηλά επίπεδα, φθάνοντας κοντά στις 50 χιλιάδες.

Για τους υποστηρικτές του Τραμπ, όμως, φαίνεται ότι αυτά είναι… λεπτομέρειες. Και γι΄ αυτό δεν αρκούνται μόνον στα μάλλον βεβιασμένα ανοίγματα της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, σπεύδουν να καταργήσουν και τη χρήση της μάσκας, κάτι που, δεδομένων των επιδημιολογικών συνθηκών, μόνον ως προϊόν ιδεοληπτικής εμμονής ή σε λαϊκίστικης προσέγγισης μπορεί να ερμηνευθεί.

Ο Τζο Μπάιντεν κινείται στον αντίποδα. «Είναι κρίσιμο, κρίσιμο, κρίσιμο, να ακούτε την επιστήμη: πλένετε τα χέρια σας, με ζεστό νερό, συχνά», είπε απευθυνόμενος στους πολίτες των συγκεκριμένων Πολιτειών και κατ΄ επέκταση σε όλους τους Αμερικανούς. «Φοράτε μάσκα και τηρείτε τις αποστάσεις», συμπλήρωσε για να καταλήξει: «Το ξέρω ότι το ξέρετε. Θα ήθελα να το ξέρουν και κάποιοι από τους εκλεγμένους αξιωματούχους μας».

Δεν θα είναι υπερβολή να υποστηρίξει κάποιος ότι στις τόσο απλοϊκές, τουλάχιστον από μια πρώτη ανάγνωση, προτροπές του Αμερικανού Προέδρου συμπυκνώνεται η διαχωριστική γραμμή που χωρίζει την πρόοδο από την συντήρηση, η γραμμή που χωρίζει τη λογική από την παράνοια και την πίστη στην επιστήμη από την προσκόλληση στον τσαρλατανισμό.

Κρίνοντας και εξ ιδίων, είναι προφανές ότι η παρατεταμένη περίοδος των περιορισμών έχει προκαλέσει μεγάλη κόπωση στους πολίτες ολόκληρης της υφηλίου. Κανείς δεν είναι ικανοποιημένος από αυτό που δώδεκα μήνες τώρα συμβαίνει και στη χώρα μας. Όλοι μας έχουμε κουραστεί με τις πρωτοφανείς συνθήκες εγκλεισμού και απομόνωσης που βιώνουμε, με τις μάσκες που πρέπει να φοράμε και με τις κεραίες μας που πρέπει να τις έχουμε συνεχώς ανοικτές για να μην πλησιάσουμε κανέναν και μη μας πλησιάσει κανείς.

Τα ερωτήματα, ωστόσο, που ανακύπτουν για κάθε εχέφρονα άνθρωπο είναι τα εξής: Ποια είναι η εναλλακτική μας; Ακόμη και αν οι αρμόδιες αρχές και η κυβέρνηση δεν τα έχουν κάνει όλα καλά –που δεν τα έχουν κάνει!- δικαιολογείται οποιοσδήποτε να μην τηρεί τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης και να μην φορά σωστά τη μάσκα του; Συνιστά η αδιαμφισβήτητη κούραση όλων μας επαρκή λόγο για να διοργανώνονται κορωνοπάρτι ή να γίνονται διαδηλώσεις χωρίς τη στοιχειώδη τήρηση αποστάσεων;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αρκετά από τα μέτρα που λαμβάνονται δεν διεκδικούν τον χαρακτηρισμό «έξυπνα». Ακόμη, όμως, και αν καλοπροαίρετα συμφωνήσει κανείς με εκείνους που τα χαρακτηρίζουν «χαζά», δύσκολα θα αρνηθεί ότι είναι περισσότερο… χαζή η τάχατες εξυπναδίστικη κριτική την οποία δέχονται.

Από τον πρόσφατο ισχυρισμό σύμφωνα με τον οποίο «δεν μπορεί ο κορωνοϊός να κολλάει μόνον σε όσους απομακρύνονται περισσότερο από δύο χιλιόμετρα από το σπίτι τους», τα παραδείγματα ανείπωτης βλακείας που μπορεί να παρατεθούν είναι πολλά. Με κορυφαίο ίσως το δήθεν «επιχείρημα» σύμφωνα με το οποίο «αφού όχι μόνον δεν εξαλείφθηκαν τα κρούσματα, αλλά παραμένουν πολλά, το lockdown απέτυχε και άρα δεν έχει νόημα να συνεχίζεται».

Υπάρχουν, δυστυχώς, γύρω μας ευάριθμοι συμπολίτες μας οι οποίοι δυσκολεύονται να διακρίνουν το αίτιο από το αιτιατό μιας πράξης ή ενός φαινομένου. Δεν είναι λίγοι για παράδειγμα εκείνοι που όταν βλέπουν τροχονόμο σε μια διασταύρωση που υπάρχει μποτιλιάρισμα οχημάτων, εξάγουν το συμπέρασμα ότι η παρουσία του εκεί προκάλεσε το πρόβλημα και όχι το αντίθετο, ότι δηλαδή ο τροχονόμος βρέθηκε εκεί επειδή υπήρχε πρόβλημα.

Για πολλά χρόνια η Ελλάδα αδυνατούσε να βρει βηματισμό εξόδου από την οικονομική κρίση επειδή η πλειονότητα των Ελλήνων είχε πειστεί ότι το Μνημόνιο ήταν εκείνο που έφερε την πτώχευση και όχι το αντίθετο. Ότι, δηλαδή, εξαιτίας της πτώχευσης που προηγήθηκε η χώρα δεν είχε, όπως αποδείχθηκε και από τέσσερις διαφορετικές κυβερνήσεις που ακολούθησαν την ίδια πολιτική, άλλη σανίδα σωτηρίας από την ένταξή της στα Μνημόνια που ήταν η μόνη οδός για την εξασφάλιση της αναγκαίας χρηματοδότησης.

Όποιος δυσκολεύεται να αντιληφθεί ότι το όριο των δύο χιλιομέτρων ή η απαγόρευση μετακίνησης με αυτοκίνητο για λόγους σωματικής άσκησης είναι μέτρα που στοχεύουν στον περιορισμό του συνωστισμού σε χώρους που γίνονται μαζικές συναθροίσεις, είναι αδύνατο να σκεφθεί σε τι κατάσταση θα ήμασταν αν δεν είχαν κηρυχθεί τα lockdown.

Με παρόμοιο σκεπτικό, άλλωστε, οι κυβερνήτες του Τέξας και του Μισισιπή κατήργησαν την υποχρεωτικότητα της μάσκας, υποχρεώνοντας τον Πρόεδρο Μπάιντεν να τους καταμαρτυρήσει… «λογική του Νεάντερταλ». Εμείς, η σιωπηλή πλειοψηφία που επιμένουμε να τηρούμε όσο μπορούμε τα μέτρα, για τους «δικούς μας» διαμαρτυρόμενους τι μπορούμε, άραγε, να πούμε;