Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πόλωση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πόλωση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2023

Ποιον συμφέρει η προεκλογική πόλωση;


Το «ποδαρικό» στην ακραία κομματική πόλωση που έκαναν τις προηγούμενες ημέρες ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης και ο μέχρι πρότινος εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Νάσος Ηλιόπουλος θα αμέμενε κανείς ότι θα ακολουθείτο από ένα τσουνάμι αντιδράσεων από το πολιτικό δυναμικό, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τους λεγόμενους διαμορφωτές της κοινής γνώμης.

Δύο από τα υπερπροβεβλημένα στελέχη των κομμάτων εξουσίας αντάλλαξαν ύβρεις –«είσαι κλόουν», «είστε άθλια υποκείμενα»- και αν οι οικοδεσπότες του τηλεοπτικού πρωινάδικου που τους «φιλοξενούσε» τους άφηναν αχαλιναγώγητους ουδείς γνωρίζει που θα κατέληγαν. Φεύ, όμως!

Ο άγριος καβγάς που είχαν μπροστά στις κάμερες αντιμετωπίστηκε ως κάτι σύνηθες. Ούτε οι ηγεσίες των κομμάτων τους τούς κάλεσαν να δώσουν εξηγήσεις. Ούτε φυσικά οι ίδιοι ένοιωσαν την ανάγκη να απολογηθούν για τη συμπεριφορά την οποία είχαν και την εικόνα που παρουσίασαν.

Με κυνικότητα, μάλιστα, μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι δεν αποκλείεται και ο ένας και ο άλλος να έφυγαν από τα τηλεοπτικά στούντιο ικανοποιημένοι για τη στάση τους. Είναι, άλλωστε, σαφές για τους παροικούντες στην Ιερουσαλήμ της εγχώριας πολιτικής ζωής, ότι οι τηλεοπτικοί καβγάδες είναι σχεδόν πάντοτε άκρως αποδοτικοί για τους ίδιους τους πρωταγωνιστές τους.

Οι οποίοι συχνά μόλις κλείνουν οι κάμερες φεύγουν… αγκαλιασμένοι από τα τηλεοπτικά πλατό.

Κακά τα ψέματα, οι φανατικοί οπαδοί, ανεξαρτήτως παρατάξεως, αρέσκονται στις επιθετικές συμπεριφορές που επιδεικνύονται τα στελέχη των κομμάτων που υποστηρίζουν. Έτσι όσο πιο εριστικός προς τους αντιπάλους του είναι κάποιος πολιτικός, τόσο πιο δημοφιλής γίνεται στους απαρτίζοντες τον κομματικό πυρήνα.

Μπορεί την ίδια ώρα να γίνεται απεχθής σε όλους τους υπολοίπους, που είτε είναι μετριοπαθείς και νουνεχείς πολίτες, είτε ανήκουν στους φανατικούς της άλλης πλευράς, αλλά αυτό δεν εμποδίζει την εκτίναξη των προσωπικών του μετοχών στο εσωτερικό του κομματικού χρηματιστήριου.

Θα μπορούσε, μάλιστα, χωρίς μεγάλη δόση υπερβολής να υποστηρίξει κανείς ότι όσο απεχθέστερος γίνεται κάποιος στα μάτια του αντίπαλου οπαδικού ακροατηρίου τόσο μετατρέπεται σε ολοένα και μεγαλύτερο αντικείμενο λατρείας για τους οπαδούς του δικού του χώρου. Τα παραδείγματα είναι πολλά τόσο από παλαιότερες πολιτικές περιόδους όσο και από την τρέχουσα που τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα.

Τυχάρπαστα πρόσωπα που δημιουργούν θόρυβο γύρω από το όνομα τους, ξεχωρίζουν χωρίς να διαθέτουν κανένα απολύτως χάρισμα πέραν ίσως του θράσους και της συγκρουσιακής ορμής που επιδεικνύουν.

Στον αντίποδα, σοβαροί άνθρωποι με επαγγελματικές περγαμηνές και διακρίσεις που έχουν προτάσεις να καταθέσουν και αρθρώνουν ουσιαστικό πολιτικό λόγο δυσκολεύονται να σπάσουν το φράγμα της αποσιώπησης με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι επειδή δεν θορυβούν και, ως εκ τούτου, «δεν κάνουν νούμερα», ικανά να τους εξασφαλίσουν περισσότερες προσκλήσεις για τηλεοπτικές εμφανίσεις.

Δεν είναι τυχαίος, εξάλλου, ο πολύ περιορισμένος αριθμός των πολιτικών στελεχών που καλούνται στις ουκ ολίγες τηλεοπτικές εκπομπές.

Με υπαιτιότητα άλλοτε των υπευθύνων των εκπομπών που απευθύνουν τις προσκλήσεις και άλλοτε των επικοινωνιακών επιτελείων των κομμάτων που επιλέγουν τους εκπροσώπους που στέλνουν στα τηλεοπτικά πάνελ, το βασικό κριτήριο επιλογής είναι τις περισσότερες φορές η κακώς εννοούμενη μαχητικότητα.

Τα προηγούμενα χρόνια που ήταν χρόνια μεγάλης πολιτικής έντασης, αρχικά εξαιτίας της πίεσης που ασκήθηκε από τις μνημονιακές πολιτικές σε ευρύτατα κοινωνικά στρώματα και εν συνεχεία λόγω της οξύτητας που πυροδότησε η διχαστική στρατηγική της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, τα έξαλλα και… ζοχαδιακά πολιτικά στελέχη κέρδιζαν κατά κράτος εξοβελίζοντας από το πεδίο όσους επιχειρούσαν να πάρουν αποστάσεις από τα εύπεπτα λαϊκίστικα αφηγήματα για τους «καλούς» της μιας πλευράς και το «απόλυτο καλό» της άλλης όχθης.

Εκείνα που έθρεψαν τη «Χρυσή Αυγή» και καλλιέργησαν τον «χρυσαυγητισμό».

Παρά ταύτα, πάντως, και καθώς βαθμιαία η Ελλάδα επιστρέφει -με αργούς ρυθμούς είναι η αλήθεια- στην κανονικότητα είναι απορίας άξιον αν η μακρά προεκλογική περίοδος που διανύουμε -και η οποία έχει ακόμη μακρύ δρόμο μπροστά της- αποτελεί το κατάλληλο πλαίσιο για να συνεχίζεται αενάως η τοξική αντιπαράθεση. Διότι μπορεί οι φιλέριδες πολιτικοί, οι οποίοι είτε είναι έτσι από τη φύση τους είτε παίζουν αυτό τον ρόλο, να αφιονίζουν το φανατικό κοινό της μιας ή της άλλης παράταξης, την ίδια στιγμή, όμως, απωθούν όλους όσοι δεν υποστηρίζουν τυφλά και άκριτα μια παράταξη.

Αν, μάλιστα, επιβεβαιωθεί η υπόθεση ότι στις επερχόμενες εκλογές, περισσότερο ίσως από όλες τις προηγούμενες, οι πολίτες χωρίς ιδιαίτερη κομματική ταύτιση θα είναι εκείνοι που με την επιλογή την οποία θα κάνουν στις κάλπες θα κρίνουν την έκβαση του αποτελέσματος, τότε η χρησιμότητα των στελεχών που ποντάρουν στον φανατισμό γίνεται όλο πιο περιορισμένη.

Διότι μπορεί η πόλωση, η οξύτητα και η τοξικότητα που προκαλούν να βοηθούν τους ίδιους, που «τρώνε από τα έτοιμα», σαρώνοντας τους σταυρούς των φανατικών, είναι, όμως, αμφίβολη η συνεισφορά τους στην προσέλκυση άλλων ψηφοφόρων.

Όποια ηγεσία το συνειδητοποιήσει γρηγορότερα και το εφαρμόσει αποτελεσματικότερα θα είναι πιθανότατα εκείνη που θα βγει κερδισμένη.

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2019

Ψυχραιμία, παιδιά, η πόλωση δεν κόβει πλέον εισιτήρια

Όσοι έχουμε αναμνήσεις από την εποχή της χούντας ξέρουμε ότι η κατάσταση που επικρατούσε τότε δεν έχει την παραμικρή σχέση με το σήμερα. Και αντιλαμβανόμαστε ότι είναι τουλάχιστον ανιστόρητοι οι περί αντιθέτου ισχυρισμοί που διατυπώνονται αυτές τις μέρες με αφορμή την κινηματογραφική ταινία «Τζόκερ».
Ακόμη, όμως, και όσοι δεν έχουν προσωπικές εμπειρίες από τη σκοτεινή εκείνη περίοδο, πολύ δύσκολα μπορεί να πιστέψουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κάποια σχέση με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης με τον Παύλο Τοτόμη ή η Λίνα Μενδώνη με τον Δημήτριο Τσάκωνα, που στη διάρκεια της δικτατορίας κατείχαν τα ίδια αξιώματα δια της βίας και ερήμην της λαϊκής βούλησης.
Από την άλλη, ωστόσο, και όχι μόνον για λόγους ίσων αποστάσεων, δεν μπορεί κανείς να καταπιεί αμάσητη την χοντροκομμένη προπαγάνδα κάποιων στελεχών της κυβερνητικής παράταξης τα οποία κατέφυγαν στη ευκολία των συνωμοσιολογικών θεωριών περί πολιτικής ίντριγκας πίσω από την άστοχη εξέλιξη που είχαν οι αστυνομικοί έλεγχοι για την παρουσία ανηλίκων στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Τόσο οι ανιστόρητοι παραλληλισμοί των αντιπολιτευόμενων όσο και οι θερμοκέφαλες φαντασιώσεις των κυβερνώντων συνιστούν στην πράξη τις δύο όψεις του ίδιου αποκρουστικού φαινόμενου. Του φαινομένου που δεν είναι άλλο από την απόπειρα ερμηνείας όσων συμβαίνουν γύρω μας μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς της κομματικής πόλωσης, αν όχι και τύφλωσης.
Κακά τα ψέματα, οι κυρίαρχες πολιτικές παρατάξεις στη χώρα μας έχουν βεβαρημένο παρελθόν στην οξύτητα της πολιτικής αντιπαράθεσης. Για όσους δεν εθελοτυφλούν ο επιμερισμός των ευθυνών είναι δύσκολος. Και σίγουρα δεν μπορεί να είναι μονομερής. Άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, η πλειονότητα των πολιτικών μας έχουν υποπέσει στον πειρασμό της ενοχοποίησης των αντιπάλων τους ακόμη και για πράγματα για τα οποία και οι ίδιοι δεν έχουν να επιδείξουν πολύ διαφορετικά δείγματα γραφής.
Πόση διαφορά έχει, για παράδειγμα, αν ο νόμος που ενεργοποιήθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο για την κατάταξη της καταλληλόλητας των ταινιών είναι «νόμος Γερουλάνου» και δεν είναι «νόμος Ραγκούση»; Και γιατί είναι επιλήψιμο στοιχείο η συγγένεια με στελέχη της αντιπολίτευσης των υπαλλήλων που ζήτησαν την ενεργοποίηση ενός νόμου για τον οποίο ουδείς ως τώρα είχε αμφισβητήσει την ισχύ του και οι ίδιες αμείβονταν για την εφαρμογή του;
Όπως και να έχει, πάντως, είναι απορίας άξιο η διάσταση που έλαβε η υπόθεση «Τζόκερ» στον εικονικό μικρόκοσμο των μέσων ενημέρωσης και κυρίως των μέσων κοινωνικής δικτύωσης τα οποία λειτουργούν όλο και περισσότερο ως περίκλειστα στρατόπεδα για την εξόντωση των αντιπάλων με… δολοφονικού τύπου φραστικά πυρά. Διότι αν εξαιρέσει κανείς την τεράστια δωρεάν διαφήμιση που έγινε στη χολιγουντιανή ταινία, η οποία είναι βέβαιο ότι θα κόψει πολύ περισσότερα εισιτήρια από τα πολλά που έτσι κι αλλιώς θα έκοβε, δύσκολα μπορεί να βρει κανείς κάποια ουσιαστική συνέπεια, η οποία να προέκυψε από τη σκληρή κομματική διαμάχη που –μάλλον στα καλά καθούμενα- ξέσπασε.
Ορισμένοι ισχυρίστηκαν ότι η οξεία αντιπαράθεση για ένα τόσο ήσσονος σημασίας ζήτημα μπορεί και να αποτελεί ένα μέτρο για την «επιστροφή στην κανονικότητα». Επιστροφή την «παλαιά κανονικότητα» της εποχής της αμέριμνης ευημερίας όταν, ελλείψει μεγάλων διακυβευμάτων, οι πολιτικοί μας και από κοντά όσοι εξ ημών τους ακολουθούσαμε κονταροχτυπιόμασταν για δευτερεύοντα ζητήματα.
Ακόμη κι έτσι, όμως, αν είναι, πρόκειται μάλλον για άδικο χαμένο κόπο. Η έκβαση που είχαν οι πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις έδειξε ότι οι πολίτες στην «τσιμπούν» πλέον στην πόλωση. Τουλάχιστον όσο «τσιμπούσαν» στο παρελθόν. Όλα δείχνουν ότι το φανατικό ακροατήριο, που είχε παθιαστεί σε έντονο βαθμό την περίοδο της κρίσης, έχει πλέον περιοριστεί. Με αποκορύφωμα την εξαφάνιση πολλών από τις πολιτικές τερατογενήσεις που γονιμοποίησε ο λεγόμενος «αντιμνημονιακός αγώνας»
Τόσο στις ευρωεκλογές του Μαΐου όσο και στις εθνικές εκλογές του Ιουλίου, οι Έλληνες πήγαν αποφασισμένοι στις κάλπες και εκφράστηκαν χωρίς τους φόβους και τα πάθη του παρελθόντος. Και το ίδιο κλίμα δείχνει να παγιώνεται στην κοινωνία στους τριάμισι μόλις μήνες που πέρασαν από την λαϊκή ετυμηγορία.
Ψυχραιμία, λοιπόν, παιδιά. Μπορεί ο «Τζόκερ» να σπάσει ταμεία μετά την πρόσφατη κόντρα μεταξύ των στελεχών της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά, σε αυτή τουλάχιστον τη φάση, η πόλωση που -μάλλον ατέχνως- επιχειρείται να προκληθεί, δεν πρόκειται να κόψει εισιτήρια.
Γι΄ αυτό και όσο γρηγορότερα κατέβει το κακό αυτό «έργο» που πάει να παιχθεί, τόσο καλύτερο θα είναι. Και για όλους εμάς, αλλά και για τους ίδιους τους εμπνευστές του….