Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα courier. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα courier. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2020

Επιχειρήσεις της συμφοράς, ελεγκτικοί μηχανισμοί της πλάκας

 Μια από τις απτές συνέπειες της πανδημίας του κορωνοϊού είναι ότι έφερε δραματικά στο προσκήνιο τις μεγάλες παθογένειες της ελληνικής επιχειρηματικότητας, η οποία κάθε μέρα που περνάει αποδεικνύεται τραγικά αδύναμη να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα.

Μικρές, μεσαίες αλλά και μεγάλες επιχειρήσεις λειτουργούν στην πλειονότητά τους με όρους του προηγούμενου αιώνα και εμφανίζουν αγκυλώσεις που λίγο απέχουν από το… επάρατο δημόσιο που (υποτίθεται ότι) ήταν ως τώρα εκείνο το οποίο έβαζε τροχοπέδη στο… επιχειρηματικό δαιμόνιο του Έλληνα.

Οι ατελείωτες ουρές που σχηματίζονται καθημερινά έξω καταστήματα εταιριών που προσφέρουν τις λεγόμενες «υπηρεσίες ταχυμεταφοράς» (courier) είναι μόνον η κορυφή του παγόβουνου για την κατάρρευση του υποτυπώδους ηλεκτρονικού εμπορίου στη χώρα μας. Οι πολύωρες αναμονές στις τηλεφωνικές γραμμές, τα κατεβασμένα τηλέφωνα και η αγένεια που αντιμετωπίζουν όσοι έχουν κάνει παραγγελίες, οι οποίες δεν φθάνουν παρά ελάχιστες φορές στην ώρα τους, συνιστούν φαινόμενα που σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν συναντούν οι καταναλωτές.

Παθόντες, μάλιστα, δεν είναι μόνον όσοι κάνουν διαδικτυακές παραγγελίες. Είναι και αρκετοί πολίτες που υποχρεώνονται να επικοινωνούν μέσω courier με δημόσιες υπηρεσίες, όπως οι ΔΟΥ, ο ΔΕΔΔΗΕ, κάποιοι Δήμοι, κ.λ.π. Και τούτο διότι, με πρόσχημα την πανδημία, δεν επιτρέπεται η επιτόπια επίσκεψη στις υπηρεσίες, ενώ δεν διεκπεραιώνεται η αποστολή των εγγράφων ηλεκτρονικά, με αποτέλεσμα οι πολίτες να αποκτούν πρόσβαση στην αλληλογραφία έπειτα από πολύ καιρό που μπορεί να φθάσει τις αρκετές εβδομάδες.

Άλλωστε, κάποιες εταιρίες courier ετσιθελικά και με θράσος δεν παραδίδουν καν αλληλογραφία ή δέματα και ο πολίτης - καταναλωτής για να τα παραλάβει πρέπει να προσέλθει αυτοπροσώπως στα γραφεία τους και να στηθεί σε ουρά.

Παρά το γεγονός ότι το πρώτο lockdown της άνοιξης έδειξε τα όρια της αντοχής των περισσότερων ελληνικών επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στην αύξηση της ζήτησης για ηλεκτρονικές παραγγελίες, ήταν, δυστυχώς, ελάχιστες οι εταιρίες που έσπευσαν να ενισχύσουν τα συστήματα υποδοχής, προετοιμασίας και αποστολής των παραγγελιών στους καταναλωτές.

Οι περισσότεροι επιχειρηματίες επαναπαύθηκαν στην κατάσταση που βρίσκονταν προτού να ξεσπάσει η υγειονομική κρίση και αδιαφόρησαν μπροστά στην επιτακτική ανάγκη να βελτιώσουν τα δίκτυα τους, με αποτέλεσμα σε αυτό το δεύτερο lockdown που οι παραγγελίες έχουν αυξηθεί, ίσως και λόγω των επικείμενων γιορτών, ο «Γολγοθάς» των καταναλωτών να έχει γίνει πολύ μεγαλύτερος.

Όποιος τολμήσει (ή καταφέρει, αφού τις περισσότερες φορές η επικοινωνία είναι αδύνατη) να διαμαρτυρηθεί, η στερεότυπη –και συνήθως αγενής- απάντηση που λαμβάνει είναι ότι μπορεί να πάρει τα χρήματα του πίσω. Μόνον, όμως, που και σε αυτή την περίπτωση η επιστροφή γίνεται με αρκετή καθυστέρηση, παρόλο που η πληρωμή όταν παραγγέλλεις πρέπει να γίνει άμεσα.

Ενθαρρυμένοι, μάλλον από την έλλειψη ανταγωνισμού, αφού, λίγο ως πολύ, σχεδόν όλοι με τον ίδιο τρόπο λειτουργούν, όπως και από την πλήρη απουσία αφενός αξιόπιστων καταναλωτικών οργανώσεων και αφετέρου των ελεγκτικών μηχανισμών της Πολιτείας –Συνήγορος του Καταναλωτή, Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή- που παρακολουθούν απαθείς και καθεύδοντες την ταλαιπωρία των πολιτών, οι Έλληνες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στο ηλεκτρονικό εμπόριο δεν αισθάνονται την ανάγκη να αλλάξουν το παραμικρό. Βλέπετε η κατάρρευση των δικτύων courier εμποδίζει εξίσου και τις παραγγελίες από το εξωτερικό που, υπό άλλες συνθήκες, θα έφθαναν στην ώρα τους.

Η προφανής αντίδρασή τους που θα περίμενε κανείς να είναι η πρόσληψη προσωπικού το οποίο, έπειτα από μια εντατική εκπαίδευση, θα ενέτασσαν στο δυναμικό τους, δεν φαίνεται να πέρασε από το μυαλό των περισσοτέρων. Βολεύτηκαν πιθανότατα με την ποικιλόμορφη κρατική βοήθεια που τους παρασχέθηκε, όπως οι επιστρεπτέες προκαταβολές, η μείωση των ενοικίων, η καταβολή της μισθοδοσίας των υπαλλήλων από το δημόσιο και οι αναστολές πληρωμής των υποχρεώσεων τους. Και, ως εκ τούτου, δεν προχώρησαν στις απαιτούμενες επενδύσεις σε ανθρώπινους και άλλους πόρους που θα τους επέτρεπαν να καλύψουν το χαμένο έδαφος τόσο στη διάρκεια της κρίσης, όσο και μεταγενέστερα.

Στο Σχέδιο για την Ανάπτυξη της Ελληνικής Οικονομίας που συνέταξε πρόσφατα Επιτροπή ειδικών υπό τον νομπελίστα καθηγητή Χριστόφορο Πισσαρίδη επισημαίνεται ως ένα από τα μεγάλα προβλήματα της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας ο κατακερματισμός που συνιστούν οι πολλές επιχειρήσεις μικρού μεγέθους.

«Το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων είναι συνέπεια αγκυλώσεων στην οικονομία που δημιουργούν κίνητρα στις επιχειρήσεις να παραμένουν μικρές και δυσκολεύουν την ανάπτυξή τους», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην Έκθεση της Επιτροπής. Γι΄ αυτό και μεταξύ των προτάσεων που υποβάλει είναι η «άρση αντικινήτρων για τη μεγέθυνση μικρομεσαίων επιχειρήσεων εντός της χώρας».

Κακά τα ψέματα, όμως, στην προκειμένη περίπτωση δεν απεδείχθησαν αδύναμες να ανταποκριθούν στις ανάγκες της εποχής μόνον οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Εξίσου, αν όχι και ακόμη περισσότερο, προβληματικές έδειξαν να είναι και μεγαλύτερες εταιρίες, ορισμένες από τις οποίες μάλιστα κατέχουν δεσπόζουσα θέση στον κλάδο τους.

Άρα το ζήτημα της πολυσυζητημένης οικονομικής ανασυγκρότησης της χώρας έγινε ακόμη και πιο εμφανές. Όπως εμφανέστερος έγινε και ο ρυθμιστικός ρόλος του κράτους που πρέπει κάποια στιγμή να ασκηθεί. Με στόχο όχι βεβαίως να υποκατασταθούν από δημόσιες επιχειρήσεις οι ιδιωτικές εταιρίες εμπορίας και παραγωγής, αλλά να επιβληθεί ότι το παιχνίδι θα παίζεται με τους συναλλακτικούς κανόνες που ισχύουν παγκοσμίως.