Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα lockdown. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα lockdown. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2021

Οι δημοσκοπήσεις ευνοούν τους τολμηρούς!

             Από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και επί 75 συναπτά έτη, τόσο ο πληθυσμός των Ηνωμένων Πολιτειών, όσο και το προσδόκιμο ζωής των ανθρώπων που ζουν εκεί, παρουσίαζαν ανοδικές τάσεις. Η πορεία αντιστράφηκε για πρώτη φορά το 2020, τη χρονιά, δηλαδή κατά την οποία ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού.

Σύμφωνα με τα δεδομένα του αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC), που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα, πέρυσι το προσδόκιμο ζωής των Αμερικανών πολιτών μειώθηκε κατά ένα χρόνο και οκτώ μήνες σε σύγκριση με τον αμέσως προηγούμενο χρόνο. Για την ακρίβεια, από τα 78,8 έτη που ήταν το 2019 ο μέσος όρος ζωής όσων ζουν στις ΗΠΑ, το 2020 υποχώρησε στα 77.

Οι εκατοντάδες χιλιάδες επιπλέον θάνατοι που προκάλεσε η λοίμωξη Covid-19, η οποία έγινε η τρίτη αιτία θανάτου μετά τον καρκίνο και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, σε συνδυασμό με τους πρόσθετους περιορισμούς στη μετανάστευση που συνόδευσαν την πανδημία, είχαν ως αποτέλεσμα να παραμείνει την πρώτη χρονιά της πανδημίας σχεδόν στάσιμος ο αμερικανικός πληθυσμός. Ο οποίος, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες χώρες του δυτικού κόσμου, αντιμετωπίζει τα πολυσήμαντα φαινόμενα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης.

Στα δύο χρόνια τώρα που επελαύνει η πανδημία οι ανθρώπινες απώλειες σε όλο τον πλανήτη έχουν ξεπεράσει τα 5,4 εκατομμύρια. Και δυστυχώς, όπως όλα δείχνουν, η μακάβρια λίστα με τους θανάτους θα μακρύνει πολύ ακόμη, παρά τη μεγάλη πρόοδο της επιστημονικής γνώσης που συντελέστηκε αυτό το διάστημα, κυρίως με τα εμβόλια, δευτερευόντως με κάποια θεραπευτικά σχήματα που έσωσαν αρκετές ζωές και ενδεχομένως με τα πολυαναμενόμενα χάπια που μπαίνουν οσονούπω στη μάχη.

Αναλογιζόμενος κανείς το βαρύτατο τίμημα το οποίο έχουν πληρώσει σχεδόν χωρίς εξαίρεση όλες οι χώρες της υφηλίου, δεν μπορεί παρά να απορεί με τη συμπεριφορά τόσων συνανθρώπων μας που έχουν τη δυνατότητα να εμβολιαστούν και δεν το κάνουν. Όπως δεν μπορεί και να μην εκπλήσσεται από το γεγονός ότι τα ζητήματα της πανδημίας εξακολουθούν να γίνονται στη χώρα μας αντικείμενο οξείας κομματικής αντιπαράθεσης.

Από το ξέσπασμα της πανδημίας έως τώρα, σχεδόν δεν έχει περάσει μέρα που να μην έχει καταγραφεί μια διαφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και στην αξιωματική αντιπολίτευση. Από τις μάσκες και τα παγούρια των μαθητών, έως την καθιέρωση της περιορισμένης υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών και τους περιορισμούς στην κυκλοφορία των πολιτών, από το lockdown και το click away έως τα SMS και τα κίνητρα για τον εμβολιασμό των νέων, δεν έχει υπάρξει ούτε ένα σημείο στο οποίο να συνέπεσαν οι απόψεις και οι εκτιμήσεις των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων.

Κατά έναν πολύ παράδοξο τρόπο ό,τι και να έχει κάνει ως τώρα η κυβέρνηση, η αξιωματική αντιπολίτευση δεν χάνει την ευκαιρία να καταγράψει την αντίρρηση ή τη διαφωνία της όταν δε ασκεί οξεία κριτική ή δεν εξαπολύει ανηλεή πολεμική. Όμως, όσο προφανές είναι ότι η κυβέρνηση δεν τα έκανε όλα σωστά, αφού και λάθη έγιναν και ατολμίες εμφανίστηκαν και παλινωδίες παρατηρήθηκαν, εξίσου βέβαιο είναι ότι ούτε η αντιπολίτευση κατείχε την απόλυτη αλήθεια ή γνώριζε τη χρυσή συνταγή που θα αναχαίτιζε την πανδημία και θα εξαφάνιζε κρούσματα, νοσηλείες και ανθρώπινες απώλειες.    

Η αλήθεια είναι ότι και σε άλλες χώρες παρατηρήθηκαν διαφωνίες και συγκρούσεις για τα περιοριστικά μέτρα και τα εμβολιαστικά προγράμματα. Μόνον, όμως, που οι περισσότερες κυβερνήσεις, οι οποίες, ανεξαρτήτως πολιτικού χρώματος, χειρίστηκαν την πανδημία, ήρθαν αντιμέτωπες με ακραίες ομάδες αρνητών και όχι με κανονικές πολιτικές δυνάμεις που άσκησαν παλαιότερα κυβερνητικά καθήκοντα ή φιλοδοξούν βάσιμα να ασκήσουν στο μέλλον.  

Σε καμία περίπτωση, βεβαίως, δεν είναι κακό ούτε η διαφωνία ούτε η κριτική. Αντιθέτως, θα έλεγε κανείς ότι και τα δύο είναι μέσα στα καθήκοντα της αντιπολίτευσης, η οποία έχει υποχρέωση να αναδεικνύει τα κακώς κείμενα και να στηλιτεύει τις αστοχίες, τα λάθη και τις παραλείψεις των κυβερνώντων. Έχει, ωστόσο, σημασία πως εκφράζεται η διαφωνία και πως διατυπώνεται η κριτική.

Ένα σοβαρό, για παράδειγμα, ερώτημα είναι αν η συμπαράταξη με τους αντιεμβολίαστους υγειονομικούς προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο ή πυροδοτεί το κύμα των αρνητών. Για να μην πούμε για το λάθος μήνυμα που εκπέμπεται με τον επίμονο ισχυρισμό για προσλήψεις όταν είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει διαθέσιμο προσωπικό από τις ειδικότητες (εντατικολόγοι και πνευμονολόγοι) που είναι αναγκαίες για να λειτουργήσουν καλύτερα οι ΜΕΘ.

Δεν θα είναι υπερβολή αν ισχυριστεί κάποιος ότι μόνον ένα μέρος από τον χρόνο που αφιερώθηκε τις τελευταίες εβδομάδες στους καβγάδες για τις ΜΕΘ αν είχε χρησιμοποιηθεί σε μια διακομματική προσπάθεια για να ενισχυθεί η προσέλευση στα εμβολιαστικά κέντρα όσων συμπολιτών μας εξακολουθούν να διστάζουν ή φοβούνται, τότε οι υφιστάμενες ΜΕΘ θα αρκούσαν για να νοσηλεύσουν όσους τις χρειαζόταν, παρότι έχουν εμβολιαστεί.

Κατόπιν αυτού είναι εύκολο να φανταστεί κανείς τα πολιτικά οφέλη που θα μπορούσε να αποκομίσει ο Αλέξης Τσίπρας αν ηγείτο του αγώνα υπέρ των εμβολιασμών. Πάντως, ο αρχηγός των Βρετανών Εργατικών Κιρ Στάρμερ, που στηρίζει τα περιοριστικά μέτρα που παίρνει ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον και δεν αρέσουν στα στελέχη του Συντηρητικού Κόμματος, έχει περάσει μπροστά στις δημοσκοπήσεις.

Εκτός και αν μας που πουν ότι πρόκειται κι εκεί για… συνωμοσία των «πετσομένων» δημοσιογράφων και δημοσκόπων που σπρώχνουν τον Στάρμερ, όπως υποτίθεται ότι κάνουν εδώ με τον Νίκο Ανδρουλάκη. Όπως και να έχει, πάντως, ο νεοεκλεγείς αρχηγός του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ δείχνει να τολμάει, αφού, όπως διαβάζουμε στο «Θέμα» που κυκλοφορεί, τάσσεται υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού στο Δημόσιο.

Και μπράβο του, διότι, εκτός του ότι προοδευτικοί πολίτες είναι οι λογικοί πολίτες, συμβαίνει στις κάλπες να προσέρχονται οι ζωντανοί και όχι οι… τεθνεώτες!

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2021

Όποιος στοιχηματίζει σε lockdown, το πιθανότερο είναι να… πάει κουβά!

 Ένα από τα πολλά παράδοξα που ζούμε στη χώρα μας κατά τους πάνω από 20 μήνες που διαρκεί η πανδημία του κορωνοϊού είναι η σπουδή να αναζητούμε τα επόμενα περιοριστικά μέτρα πριν καν αρχίσει η εφαρμογή των προηγουμένων.

Στην αρχή έμοιαζε με επαγγελματική διαστροφή των δημοσιογράφων, οι οποίοι αναζητούσαν ανυπόμονα το «plan b», ακόμη και όταν δεν είχε ξεκινήσει να εφαρμόζεται το «plan a». Η πορεία, ωστόσο, έδειξε ότι κατ΄ αυτόν τον τρόπο σκέπτονται πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, συμπατριώτες μας. Μια ανεξήγητη αδημονία για την επόμενη κίνηση ακολουθεί σχεδόν κάθε νέα αναγγελία περιορισμού.

Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι το πιο συχνό ερώτημα που τίθεται αυτή την περίοδο είναι: «Πότε λες θα μας κλείσουν;». Προσέξτε τη διατύπωση: όχι «πότε λες να κλείσουμε;», αλλά «πότε θα μας κλείσουν;». Διότι, ως γνωστόν, για κάθε τι άσχημο το οποίο συμβαίνει γύρω μας είναι πάντα κάποιοι… άλλοι που ευθύνονται. Αυτοί που, εν προκειμένω, θα αποφασίσουν το «κλείσιμο». Και όχι όσοι εξ ημών το προκαλούμε με τις συμπεριφορές μας.

Δεν είναι εύκολο να αποτιμήσει κανείς την επίπτωση που έχει στη βούληση των ανθρώπων, πλην, όμως, αδιαμφισβήτητη αλήθεια αποτελεί ότι τα lockdown που εφαρμόστηκαν τον τελευταίο ενάμισι χρόνο είχαν μάλλον… ευεργετικές οικονομικές συνέπειες για τις τσέπες μιας πολύ μεγάλης μερίδας των συνελλήνων. Το μαρτυρούν η τεράστια αύξηση στις καταθέσεις τόσο των νοικοκυριών όσο των επιχειρήσεων που καταγράφηκε το προηγούμενο διάστημα και προήλθαν από τις κάθε είδους αποζημιώσεις που πληρώθηκαν από τον κρατικό κορβανά.

Το συνολικό ποσό που συνέβαλε αποφασιστικά στη στήριξη του εισοδήματος ενός μεγάλου τμήματος του ιδιωτικού τομέα ξεπέρασε τα 40 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό το οποίο αντιστοιχεί σχεδόν στο ένα τέταρτο του ετήσιου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) και αύξησε κατά περισσότερο από 10% το ήδη πολύ υψηλό ελληνικό δημόσιο χρέος.

Υπό άλλες συνθήκες, τα στοιχεία αυτά θα μας είχαν θέσει προ πολλού εκτός αγορών και όχι μόνον δεν θα συνεχίζαμε να δανειζόμαστε με τα ιστορικά χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού αλλά δεν θα μας… δάνειζε ούτε το ΔΝΤ όσο σκληρά μνημόνια και αν είμαστε διατεθειμένοι να συνομολογήσουμε.

Η πανδημία, όμως, έχει αλλάξει άρδην τα διεθνή δεδομένα, οπότε όπως όλες σχεδόν οι χώρες του πλανήτη, έτσι και το ελληνικό δημόσιο μπόρεσε και έκανε δαπάνες που σε άλλες εποχές θα ήταν αδιανόητες και θα οδηγούσαν σε κατάρρευση, χειρότερη ίσως και από αυτή με την οποία φαίνεται να είναι αντιμέτωποι αυτό το διάστημα οι εξ Ανατολών γείτονες μας.

Τα περιθώρια για έντονα ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, όπως και για υψηλό δανεισμό του δημοσίου, δεν είναι απεριόριστα. Έχουν όρια, τα οποία, καλώς ή κακώς, είναι πεπερασμένα. Και όποιος επιμείνει να τα υπερβεί, αργά ή γρήγορα, θα κληθεί να πληρώσει βαρύ τίμημα. Ήδη με τον σχηματισμό της νέας γερμανικής κυβέρνησης ο χρόνος έχει αρχίσει να μετρά αντίστροφα για την επαναφορά του στενού κορσέ που λέγεται ευρωπαϊκό Σύμφωνο Σταθερότητας.

Η ανάληψη του χαρτοφυλακίου του υπουργείου Οικονομικών από τον Φιλελεύθερο Κρίστιαν Λίντνερ είναι το πρώτο σήμα για το επερχόμενο συμμάζεμα. Ακόμη και αν ο νέος επικεφαλής του γερμανικού θησαυροφυλακίου δεν δικαιώσει τη φήμη του που τον θέλει να γίνεται ο «νέος Σόιμπλε», όλοι γνωρίζουν ότι από το μέσον του 2022 και αφού μεσολαβήσουν και οι γαλλικές προεδρικές εκλογές, τα πράγματα θα αλλάξουν.

Μπορεί να μην πάμε πίσω στο 2010, όπως δήλωσε πρόσφατα ο ίδιος ο Λίντνερ, πλην όμως κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι θα μπορέσουν, από άποψης δημοσίων δαπανών, να επαναληφθούν ξανά στο ορατό μέλλον τα όσα έγιναν τα δύο τελευταία χρόνια. Κακά τα ψέματα, η «νεκρανάσταση» του ιδεών του Κέινς για τη δυνατότητα αύξησης των δημοσίων δαπανών σε έκτακτες συνθήκες κρίσης, όπως αυτές που δημιούργησε η πανδημία, έχουν ημερομηνία λήξης.

Ο στόχος, άλλωστε, της τόνωσης της ζήτησης, που είχαν οι αυξημένες δημόσιες δαπάνες, φαίνεται ότι επετεύχθη, αν κρίνουμε και από τις ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις που πυροδότησε η ανεπαρκής προσφορά ορισμένων κρίσιμων αγαθών εξαιτίας της μειωμένης παραγωγής στην οποία οδήγησαν τα εκτεταμένα lockdown που ίσχυσαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη.

Με λίγα λόγια και για να επανέλθουμε στα δικά μας, εκείνο που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε άπαντες είναι ότι έχουν εξαντληθεί προ πολλού τα περιθώρια για να επιβληθεί ένα νέο lockdown. Μπορεί ορισμένοι να το ελπίζουν ή να το εύχονται, επειδή μια χαρά βολεύτηκαν όταν δεν λειτουργούσαν τις επιχειρήσεις τους και είχαν έσοδα ή δεν πήγαιναν στις δουλειές τους και είχαν εισόδημα, όμως το ελληνικό δημόσιο δεν έχει τη δυνατότητα να «χρηματοδοτήσει» τυχόν νέους περιορισμούς στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα.

Γι΄ αυτό και είναι ώρα να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας: η κυβέρνηση να δείξει ευθύνη και αποφασιστικότητα στην απαρέγκλιτη εφαρμογή των μέτρων για την αναχαίτιση της πανδημίας που εισηγούνται οι ειδικοί επιστήμονες, η αντιπολίτευση να πάψει να επενδύει πολιτικά στην καταστροφή που μπορεί να φέρει μια νέα έξαρση στην κυκλοφορία του ιού και όλοι εμείς οι πολίτες να τηρούμε τα μέτρα και, πρωτίστως, να εμβολιαζόμαστε.

Αυτά, διότι, κατά τα λοιπά, όποιος στοιχηματίζει στην επιβολή νέου lockdown, το πιθανότερο είναι «να… πάει κουβά», όπως λένε στην αργκό τους οι «ειδικοί» των στοιχημάτων.

Παρασκευή 4 Ιουνίου 2021

Το «παράδοξο» των δημοσκοπήσεων: Άλλος κυβερνά και άλλος φθείρεται

 Η μια μετά την άλλη, όλες οι μετρήσεις των διαθέσεων της κοινής γνώμης οι οποίες βλέπουν το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα επιβεβαιώνουν τη μοναδική… παραδοξότητα που χαρακτηρίζει το πολιτικό σκηνικό στην τρέχουσα περίοδο: η κυβερνητική παράταξη, αντί να φθείρεται από την άσκηση της διακυβέρνησης, ενισχύει το πολιτικό της κεφάλαιο, διευρύνοντας το προβάδισμά της έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ποιο είναι το… παράδοξο; Το γεγονός ότι ακόμη και όταν έφθασε στην κορύφωσή της η διπλή κρίση –υγειονομική και οικονομική- που βιώσαμε τον τελευταίο ενάμισι χρόνο που επέλαυνε ο κορωνοϊός, το κυβερνών κόμμα και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αύξησαν την απόσταση που τους χώριζε από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον αρχηγό του Αλέξη Τσίπρα. Ορισμένοι έσπευσαν να μιλήσουν για το φαινόμενο της «συσπείρωσης γύρω από τη σημαία» που εμφανίζεται σε περιόδους κρίσης και οδηγεί στην ενίσχυση της δημοφιλίας των κυβερνώντων.

Σε τέτοιες περιπτώσεις, ωστόσο, μόλις η κρίση αρχίσει να ξεπερνιέται, η… πλαστή αποδοχή, την οποία απολαμβάνουν οι ασκούντες εξουσία, σιγά σιγά υποχωρεί. Το τοπίο γρηγορότερα ή αργότερα ξεδιαλύνεται. Τα πραγματικά διλήμματα επανέρχονται στο προσκήνιο. Οι προτιμήσεις των πολιτών απαλλάσσονται από τις επιδράσεις της συγκυρίας. Και ο καθένας εισπράττει τα επίχειρα των πράξεων και των παραλείψεων του τόσο στη διάρκεια της κρίσης όσο πριν αλλά και έπειτα από αυτή. Η παράδοση της εξουσίας στην οποία υποχρεώνεται αυτές τις μέρες ο επί δωδεκαετία πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο οποίος εμβολίασε νωρίτερα από ολόκληρο τον πλανήτη τους συμπατριώτες του, είναι άκρως χαρακτηριστική.

Υπό αυτές τις συνθήκες, όποιος δεν εθελοτυφλεί διαπιστώνει χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία ότι στην εγχώρια πολιτική σκηνή τα πράγματα εξελίσσονται προς την αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη στην οποία θα ήθελε η αντιπολίτευση. Σε πείσμα, εξάλλου, των δαιμονολογικών θεωρήσεων ότι τάχατες τα λεγόμενα «συστημικά» -ή και… «πετσωμένα» αποκληθέντα- μέσα ενημέρωσης διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα, οι πολίτες κάνουν τις δικές τους επιλογές αποδοκιμάζοντας τους φορείς των μηδενιστικών απόψεων που κυριάρχησαν μέσα στην πανδημία, αλλά και πριν από αυτήν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κατά τη διάρκεια της σκληρής μάχης που δόθηκε για την αντιμετώπιση αυτής της τεράστιας απειλής έγιναν και στη δική μας χώρα λάθη, παραλείψεις και αστοχίες. Από την άλλη, όμως, ουδείς εχέφρων άνθρωπος μπορεί να ισχυριστεί ότι κατείχε τη συνταγή της απόλυτης αλήθειας που οδηγούσε στην αποτελεσματική αντίδραση. Με λιγότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία, εξάλλου, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη τα ίδια πρωτόκολλα ίσχυσαν και πάνω κάτω τα ίδια περιοριστικά μέτρα εφαρμόστηκαν από όλες τις κυβερνήσεις, είτε αυτές ήταν δεξιές, κεντρώες ή αριστερές.

Είναι βέβαιο ότι η διαχείριση της πανδημίας που έγινε στη χώρα μας δεν υστερούσε εμφανώς από τον αντίστοιχο τρόπο με τον οποίο λειτούργησαν άλλες χώρες. Αν δεν ήμασταν μεταξύ των καλύτερων, όπως αυτάρεσκα υποστηρίζουν ορισμένα κυβερνητικά στελέχη, σίγουρα δεν ήμασταν μεταξύ των χειρότερων, όπως χωρίς ουσιαστικά επιχειρήματα διατείνονται κάποιοι φανατικοί της απέναντι όχθης. Άλλωστε, παρά τις μεγάλες παθογένειές του, όπως το γερασμένο ιατρικό προσωπικό, οι δυσανάλογα λίγοι νοσηλευτές, ο πολυκερματισμός και η απουσία αξιολόγησης προσωπικού και δομών, το Εθνικό Σύστημα Υγείας άντεξε. Ενώ και η ελληνική κοινωνία, στη μεγάλη πλειονότητά της, υπέμεινε με καρτερία τις δυσκολίες, κατανοώντας την έλλειψη εναλλακτικών λύσεων.

Εκείνο, ωστόσο, το οποίο φάνηκε να κατανοεί η κοινωνία, δεν έδειξε να το αντιλαμβάνεται η αξιωματική αντιπολίτευση. Με αποτέλεσμα να επιδοθεί σε μια ισοπεδωτική κριτική, η οποία την απομάκρυνε από την πραγματικότητα. Κι αυτό διότι, αντί να γίνεται συμμέτοχη στην αισιόδοξη προοπτική ότι η ατομική ευθύνη ενός εκάστου ήταν ο πιο αποφασιστικός παράγων άμυνας στην πανδημία, επιδόθηκε σε έναν ατελέσφορο πόλεμο αμφισβήτησης της πραγματικότητας ότι οι ευθύνες του κράτους και της κυβέρνησης είναι πεπερασμένες.

Η αλληλουχία, για παράδειγμα, των αρνητικών δηλώσεων για το εμβολιαστικό πρόγραμμα υπήρξε μόνον ένα από τα «βατερλώ» στο οποίο κατέληξε η ευκολία της άσκησης κριτικής χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν οι πραγματικές συνθήκες. Το ίδιο ίσχυσε με τις ασταμάτητες γκρίνιες για το άνοιγμα των σχολείων ή τη χρήση της μάσκας, τις αντιφατικές τοποθετήσεις για τα lockdown, όπως και τη θερμή συνηγορία στις συναθροίσεις, αν όχι και την υποκίνησή τους.

Με αυτά και με πολλά άλλα, ανάμεσα στα οποία κυρίαρχο λόγο έχει η δυσκολία να αναγνωριστούν τα πάμπολλα λάθη και οι άπειρες αστοχίες των οποίων γίναμε μάρτυρες όσο ήταν στα πράγματα η συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, η ψαλίδα της διαφοράς ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και στον ΣΥΡΙΖΑ ανοίγει, αντί να κλείνει, όπως είναι το πλέον σύνηθες σε αντίστοιχες χρονικές συγκυρίες. Πρόκειται για πρωτοφανές γεγονός στα ελληνικά δημοσκοπικά χρονικά, αφού δεν υπάρχει ανάλογο προηγούμενο κατά το οποίο κυβερνών κόμμα να διευρύνει στο μέσον της κυβερνητικής του θητείας το προβάδισμα που κατέχει.

Το πλέον αξιοσημείωτο ίσως είναι ότι η διεύρυνση του προβαδίσματος δεν προέρχεται τόσο από την αύξηση της επιρροής του κυβερνώντος κόμματος όσο από την υποχώρηση της απήχησης του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με λίγα λόγια, άλλος κυβερνά κι άλλος φθείρεται. Κι αυτό δεν είναι καλό για τη Δημοκρατία μας. Αφού η καλή αντιπολίτευση υποχρεώνει την κυβέρνηση είτε να γίνεται καλύτερη είτε να ετοιμάζεται να της παραδώσει τα ηνία.

Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

Να σηκώσει το χέρι όποιος κατέχει τη χρυσή συνταγή

 

Στους ανά την ελληνική επικράτεια καφενέδες που πλέον είναι κυρίως ηλεκτρονικοί ή ψηφιακοί, αφού τους έχουν υποκαταστήσει οι… εμβριθείς αναλυτές των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών πρωινάδικων, που ανταγωνίζονται σκληρά με τους… ομότεχνους τους που ξημεροβραδιάζονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα προβλήματα της πανδημίας είναι τόσο απλά που μπορεί να επιλυθούν στο άψε σβήσε.

Είναι εντυπωσιακό το πόσο πολλοί είναι οι εγχώριοι δημοσιολόγοι που έχουν έτοιμες τις λύσεις, σε βαθμό που να σε κάνουν να απορείς πως και γιατί δεν τους έχουν καλέσει ακόμη στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για να δώσουν τα φώτα τους. Σε ολόκληρο τον πλανήτη, άλλωστε, ηγέτες και λαοί προβληματίζονται, ενώ επιστήμονες και ερευνητές πονοκεφαλιάζουν για το τι μέλλει γενέσθαι με ένα φαινόμενο το οποίο συμβαίνει μια φορά σε κάθε αιώνα.

Με εξαίρεση κάποιους λίγους ψεκασμένους αρνητές, παντού στον κόσμο ουδείς ισχυρίζεται ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια ή διαθέτει τη χρυσή συνταγή για να εξαφανιστεί η επέλαση του ιού. Στη χώρα μας, όμως, τα πράγματα είναι αλλιώς. Πολιτικοί και πολιτικολογούντες, δημοσιογράφοι και δημοσιογραφούντες, γιατροί που οι γνώσεις τους για τις λοιμώξεις πρέπει να έχουν σταματήσει στην περίοδο που ήταν φοιτητές, αλλά και διάφοροι άλλοι ακόμη πιο άσχετοι με το πανδημικό φαινόμενο, παρελαύνουν ολημερίς από τις οθόνες μας αναμασώντας τετριμμένες αμπελοφιλοσοφίες που τις εμφανίζουν ως φαεινές ιδέες.

Εκφράζονται συνήθως αυτάρεσκα και με απόλυτες βεβαιότητες. Δεν έχουν ερωτήματα ή αμφιβολίες για όσα εκστομίζουν ή γράφουν στις αναρτήσεις τους. Έχουν άποψη για όλα: για τη μεταδοτικότητα του ιού και τις μεταλλάξεις του, για τις μάσκες και την προστασία που (δεν;) παρέχουν, για τα εμβόλια και την αποτελεσματικότητά τους, για τους λόγους για τους οποίους, όπως οι ίδιοι πιστεύουν, έχουν αποτύχει τα lockdown, τα οποία αποτελούν τον κανόνα που, λιγότερο ή περισσότερο, εφαρμόζονται σε όλη την υφήλιο.

Η προσέγγισή τους είναι, ως επί το πλείστον, αρνητική. Η γκρίνια, εξάλλου, όπως και το στείρο «όχι», έχουν εξ ορισμού μια υπεροχή που δεν είναι άλλη από την ευκολία. Ευκολία η οποία χάνεται όταν πρέπει να διατυπώσει κανείς εναλλακτική πρόταση σε όλα εκείνα με τα οποία δηλώνει ότι διαφωνεί. Στο εύλογο, για παράδειγμα, ερώτημα «τι πρέπει, λοιπόν, να γίνει;», η πιο συχνή και μάλλον αμήχανη απάντηση που, εκ πρώτης, δίνεται είναι του τύπου… «όποιος έχει τα γένια, έχει και τα χτένια».

Η συνέχεια είναι πιο αποκαρδιωτική, καθότι οι υποτιθέμενες ιδέες που παραθέτουν, όταν πιέζονται να αντιτάξουν κάτι συγκεκριμένο, δεν είναι παρά ένα συμπίλημα ανερμάτιστων αντιφάσεων, ιδεοληπτικών εμμονών και διακίνησης λαϊκιστικών ψευδολογιών. Ολοφύρονται για την ύφεση, αλλά ζητούν να μην προχωρήσει το σταδιακό άνοιγμα της οικονομικής δραστηριότητας. Επισημαίνουν την εκτίναξη του χρέους αλλά θέλουν να γίνουν απεριόριστες προσλήψεις στο δημόσιο και να δοθούν ατελείωτα επιδόματα προς όλους.

Θεωρούν βασική αιτία για τη διασπορά του ιού τις μετακινήσεις με τις αστικές μεταφορές, αλλά δεν τους απασχολεί ο συγχρωτισμός στα συλλαλητήρια και στις πορείες. Χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τον «θάνατο του εμποράκου», αλλά αντιτίθενται σφόδρα στο άνοιγμα του λιανεμπορίου, «αφού τα κρούσματα είναι περισσότερα από εκείνα που προκάλεσαν το κλείσιμό του». Πολέμησαν λυσσαλέα τα ανοιχτά σχολεία αλλά ψέγουν και την ψυχρή τηλεκπαίδευση. Με λίγα λόγια… δεν τους πιάνεις πουθενά.

Ας το πούμε για άλλη μια φορά για όσους και όποιους δεν εθελοτυφλούν: Όχι, δεν είναι όλα καλώς καμωμένα με τη διαχείριση της πανδημίας στη χώρα μας. Και λάθη έγιναν. Και παραλείψεις σημειώθηκαν. Και παλινωδίες διαπιστώθηκαν. Τα περιορισμένα, για παράδειγμα, τεστ εμπόδισαν την έγκαιρη ιχνηλάτιση του πραγματικού αριθμού των κρουσμάτων και επέτρεψαν την ανεξέλεγκτη διασπορά. Σε καμία, όμως, περίπτωση δεν μπορεί να υποστηρίξει κανείς βάσιμα ότι τα λάθη, οι παραλείψεις και οι παλινωδίες διαμόρφωσαν μια υγειονομική και οικονομική κατάσταση δυσχερέστερη από εκείνη που αντιμετώπισαν άλλες χώρες.

Όλα δείχνουν ότι δεν απέχουμε πολύ από το τέλος αυτής της μεγάλης περιπέτειας που διαρκεί ήδη 13 μήνες. Και σε πείσμα της δικαιολογημένης κούρασης που όλοι αισθανόμαστε, αλλά και της μεμψιμοιρίας που από ορισμένες πλευρές εκπέμπεται, ο μέχρι στιγμής απολογισμός είναι ότι η Ελλάδα δεν τα πήγε άσχημα στη μάχη κατά του κορωνοϊού. Όποιος, πολιτικός ή πολίτης, διαφωνεί επειδή πιστεύει ότι ο ίδιος γνωρίζει τη χρυσή συνταγή, η οποία δεν εφαρμόστηκε μέχρι τώρα, δεν έχει παρά να… σηκώσει το χέρι για να λάβει τον λόγο. Και να ακουστεί στα… πέρατα της οικουμένης. Όπου, άλλωστε, λίγο ως πολύ, όλοι τα ίδια κάνουν. Σε Ανατολή και Δύση. Σε Βορρά και Νότο!

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2021

Όταν ο Μπάιντεν μιλάει για… Νεάντερταλ, εμείς τι να πούμε;

 

Σε… «λογική του Νεάντερταλ» απέδωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν την απόφαση που έλαβαν οι κυβερνήτες δύο Πολιτειών του αμερικανικού Νότου να καταργήσουν την υποχρέωση των πολιτών τους να φορούν μάσκες όταν κυκλοφορούν δημοσίως.

Δεν εκπλήσσεται μάλλον κανείς από τη διαπίστωση ότι οι περί ων ο λόγος κυβερνήτες του Τέξας και του Μισισιπή εκλέχθηκαν στους θώκους τους με τη σημαία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ούτε προφανώς από το γεγονός ότι στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου οι Πολιτείες τους έδωσαν άνετη πλειοψηφία στον τέως Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θρηνούν τον τελευταίο χρόνο πάνω από 511.000 θύματα του κορωνοϊού και παρότι έχουν ήδη χορηγηθεί περισσότερες από 100 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων, τα κρούσματα σε καθημερινή βάση εξακολουθούν να κυμαίνονται σε υψηλά επίπεδα, φθάνοντας κοντά στις 50 χιλιάδες.

Για τους υποστηρικτές του Τραμπ, όμως, φαίνεται ότι αυτά είναι… λεπτομέρειες. Και γι΄ αυτό δεν αρκούνται μόνον στα μάλλον βεβιασμένα ανοίγματα της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, σπεύδουν να καταργήσουν και τη χρήση της μάσκας, κάτι που, δεδομένων των επιδημιολογικών συνθηκών, μόνον ως προϊόν ιδεοληπτικής εμμονής ή σε λαϊκίστικης προσέγγισης μπορεί να ερμηνευθεί.

Ο Τζο Μπάιντεν κινείται στον αντίποδα. «Είναι κρίσιμο, κρίσιμο, κρίσιμο, να ακούτε την επιστήμη: πλένετε τα χέρια σας, με ζεστό νερό, συχνά», είπε απευθυνόμενος στους πολίτες των συγκεκριμένων Πολιτειών και κατ΄ επέκταση σε όλους τους Αμερικανούς. «Φοράτε μάσκα και τηρείτε τις αποστάσεις», συμπλήρωσε για να καταλήξει: «Το ξέρω ότι το ξέρετε. Θα ήθελα να το ξέρουν και κάποιοι από τους εκλεγμένους αξιωματούχους μας».

Δεν θα είναι υπερβολή να υποστηρίξει κάποιος ότι στις τόσο απλοϊκές, τουλάχιστον από μια πρώτη ανάγνωση, προτροπές του Αμερικανού Προέδρου συμπυκνώνεται η διαχωριστική γραμμή που χωρίζει την πρόοδο από την συντήρηση, η γραμμή που χωρίζει τη λογική από την παράνοια και την πίστη στην επιστήμη από την προσκόλληση στον τσαρλατανισμό.

Κρίνοντας και εξ ιδίων, είναι προφανές ότι η παρατεταμένη περίοδος των περιορισμών έχει προκαλέσει μεγάλη κόπωση στους πολίτες ολόκληρης της υφηλίου. Κανείς δεν είναι ικανοποιημένος από αυτό που δώδεκα μήνες τώρα συμβαίνει και στη χώρα μας. Όλοι μας έχουμε κουραστεί με τις πρωτοφανείς συνθήκες εγκλεισμού και απομόνωσης που βιώνουμε, με τις μάσκες που πρέπει να φοράμε και με τις κεραίες μας που πρέπει να τις έχουμε συνεχώς ανοικτές για να μην πλησιάσουμε κανέναν και μη μας πλησιάσει κανείς.

Τα ερωτήματα, ωστόσο, που ανακύπτουν για κάθε εχέφρονα άνθρωπο είναι τα εξής: Ποια είναι η εναλλακτική μας; Ακόμη και αν οι αρμόδιες αρχές και η κυβέρνηση δεν τα έχουν κάνει όλα καλά –που δεν τα έχουν κάνει!- δικαιολογείται οποιοσδήποτε να μην τηρεί τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης και να μην φορά σωστά τη μάσκα του; Συνιστά η αδιαμφισβήτητη κούραση όλων μας επαρκή λόγο για να διοργανώνονται κορωνοπάρτι ή να γίνονται διαδηλώσεις χωρίς τη στοιχειώδη τήρηση αποστάσεων;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αρκετά από τα μέτρα που λαμβάνονται δεν διεκδικούν τον χαρακτηρισμό «έξυπνα». Ακόμη, όμως, και αν καλοπροαίρετα συμφωνήσει κανείς με εκείνους που τα χαρακτηρίζουν «χαζά», δύσκολα θα αρνηθεί ότι είναι περισσότερο… χαζή η τάχατες εξυπναδίστικη κριτική την οποία δέχονται.

Από τον πρόσφατο ισχυρισμό σύμφωνα με τον οποίο «δεν μπορεί ο κορωνοϊός να κολλάει μόνον σε όσους απομακρύνονται περισσότερο από δύο χιλιόμετρα από το σπίτι τους», τα παραδείγματα ανείπωτης βλακείας που μπορεί να παρατεθούν είναι πολλά. Με κορυφαίο ίσως το δήθεν «επιχείρημα» σύμφωνα με το οποίο «αφού όχι μόνον δεν εξαλείφθηκαν τα κρούσματα, αλλά παραμένουν πολλά, το lockdown απέτυχε και άρα δεν έχει νόημα να συνεχίζεται».

Υπάρχουν, δυστυχώς, γύρω μας ευάριθμοι συμπολίτες μας οι οποίοι δυσκολεύονται να διακρίνουν το αίτιο από το αιτιατό μιας πράξης ή ενός φαινομένου. Δεν είναι λίγοι για παράδειγμα εκείνοι που όταν βλέπουν τροχονόμο σε μια διασταύρωση που υπάρχει μποτιλιάρισμα οχημάτων, εξάγουν το συμπέρασμα ότι η παρουσία του εκεί προκάλεσε το πρόβλημα και όχι το αντίθετο, ότι δηλαδή ο τροχονόμος βρέθηκε εκεί επειδή υπήρχε πρόβλημα.

Για πολλά χρόνια η Ελλάδα αδυνατούσε να βρει βηματισμό εξόδου από την οικονομική κρίση επειδή η πλειονότητα των Ελλήνων είχε πειστεί ότι το Μνημόνιο ήταν εκείνο που έφερε την πτώχευση και όχι το αντίθετο. Ότι, δηλαδή, εξαιτίας της πτώχευσης που προηγήθηκε η χώρα δεν είχε, όπως αποδείχθηκε και από τέσσερις διαφορετικές κυβερνήσεις που ακολούθησαν την ίδια πολιτική, άλλη σανίδα σωτηρίας από την ένταξή της στα Μνημόνια που ήταν η μόνη οδός για την εξασφάλιση της αναγκαίας χρηματοδότησης.

Όποιος δυσκολεύεται να αντιληφθεί ότι το όριο των δύο χιλιομέτρων ή η απαγόρευση μετακίνησης με αυτοκίνητο για λόγους σωματικής άσκησης είναι μέτρα που στοχεύουν στον περιορισμό του συνωστισμού σε χώρους που γίνονται μαζικές συναθροίσεις, είναι αδύνατο να σκεφθεί σε τι κατάσταση θα ήμασταν αν δεν είχαν κηρυχθεί τα lockdown.

Με παρόμοιο σκεπτικό, άλλωστε, οι κυβερνήτες του Τέξας και του Μισισιπή κατήργησαν την υποχρεωτικότητα της μάσκας, υποχρεώνοντας τον Πρόεδρο Μπάιντεν να τους καταμαρτυρήσει… «λογική του Νεάντερταλ». Εμείς, η σιωπηλή πλειοψηφία που επιμένουμε να τηρούμε όσο μπορούμε τα μέτρα, για τους «δικούς μας» διαμαρτυρόμενους τι μπορούμε, άραγε, να πούμε;