Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επιτροπή Πισσαρίδη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επιτροπή Πισσαρίδη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 1 Απριλίου 2022

Ώρα να κοιταχθούμε στον οικονομικό μας καθρέφτη

Το παιχνίδι το οποίο, στριμωγμένος από τα αδιέξοδα που ο ίδιος προκάλεσε, επιχειρεί να παίξει ο Βλαντιμίρ Πούτιν, απαιτώντας πληρωμές σε ρούβλια από τους προμηθευτές της ενέργειας και των άλλων προϊόντων που εξακολουθεί να εξάγει στη Δύση, αποτελεί την πιο τρανή απόδειξη ότι ο οικονομικός πόλεμος μπορεί να αποβεί ως ο πιο καθοριστικός από όλους τους πολέμους της εποχής μας.

Χωρίς τη μεγάλη και δυσαναπλήρωτη εξάρτηση της Ευρώπης από τις ρωσικές εισαγωγές στους τομείς της ενέργειας, των ορυκτών και των τροφίμων είναι αμφίβολο αν ο δυνάστης του Κρεμλίνου θα έπαιρνε το ρίσκο να εισβάλει την Ουκρανία, αδιαφορώντας για τις προειδοποιήσεις του ΝΑΤΟ και, εν γένει, της Δύσης που υποτίθεται ότι τον περικύκλωναν και εκείνος τάχατες δεν είχε άλλη επιλογή από το στείλει την πολεμική του μηχανή να ισοπεδώσει τη γειτονική χώρα.

Φαίνεται όμως ότι η Μόσχα εκτίμησε ότι όλα εκείνα που δεν κατάφερε να πετύχει με τα τανκς και τους πυραύλους μπορεί να τα επιδιώξει κλείνοντας τις στρόφιγγες του φυσικού αερίου το οποίο με τόση αμεριμνησία οι ευρωπαϊκές χώρες προμηθευόταν σχεδόν κατ΄ αποκλειστικότητα από τη Ρωσία. Η διελκυστίνδα που αναπτύσσεται είναι σκληρή και η κατάληξη που θα έχει ουδείς είναι σε θέση να πει με βεβαιότητα αν θα αποδειχθεί πιο αποτελεσματική από τους ανηλεείς βομβαρδισμούς κατά των ουκρανικών πόλεων.

Η διάρκεια που θα έχει αυτός ο παράλογος πόλεμος του Πούτιν είναι ακόμη άγνωστη. Και, ως εκ τούτου, άγνωστο είναι και το κόστος που θα καταβληθεί από τους εμπόλεμους αλλά και ολόκληρο τον πλανήτη έως ότου συμφωνηθεί εκεχειρία και σιγήσουν τα όπλα. Οι άγνωστες για μας εδώ και σχεδόν δυόμιση δεκαετίες πληθωριστικές πιέσεις και η ακρίβεια που τόσο βίαια εισβάλουν καθημερινά στους προϋπολογισμούς μας, μπορεί να αποδειχθεί, όπως πολλοί επισημαίνουν, ότι δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου.

Με άλλα λόγια, τα χειρότερα ίσως να μην τα έχουμε δει ακόμη, όπως υποστηρίζουν αρκετοί ειδικοί που όλοι ευχόμαστε να διαψευστούν. Όπως και να έχει, όμως, ακόμη και αν συμφωνηθεί το συντομότερο δυνατό η πολυπόθητη κατάπαυση του πυρός και αρχίσουν άμεσα ειλικρινείς διπλωματικές διαβουλεύσεις για την υπογραφή συνθήκης ειρήνης, τίποτε δεν θα είναι ίδιο όπως ήταν πριν από την 24η Φεβρουαρίου 2022.

Δεν χρειάζεται να είναι… μελλοντολόγος κανείς για να διαπιστώσει ότι οι γεωπολιτικές και οικονομικές (αν)ισορροπίες που έφερε στην επιφάνεια ο ουκρανικός πόλεμος θα είναι παρούσες για μεγάλο διάστημα και μοιραία θα επηρεάσουν τις συλλογικές και ατομικές συμπεριφορές. Γι΄ αυτό και δύσκολα μπορεί να παραγνωρίσει κανείς ότι η απόφαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να ξεκαθαρίσει το εγχώριο πολιτικό – εκλογικό παιχνίδι του επόμενου δωδεκάμηνου βρίσκεται σε αρμονία με το λαϊκό αίσθημα.

Δεν είναι μόνον οι μετρήσεις με τις διαθέσεις της κοινής γνώμης που δείχνουν ότι οι πολίτες δεν επιθυμούν άμεση προσφυγή στις κάλπες, όπως ζητούν ορισμένες δυνάμεις της αντιπολίτευσης που ίσως εξ αυτού τα ποσοστά τους παραμένουν καθηλωμένα και δεν καταφέρνουν να κερδίσουν τίποτε από την δικαιολογημένη λαϊκή δυσφορία. Είναι, πολύ περισσότερο, το αίσθημα της κοινής λογικής που υπαγορεύει ότι στις δύσκολες ώρες οι πολίτες απαιτούν σταθερότητα και επιθυμούν ειλικρίνεια και ενσυναίσθηση.

Άλλωστε, η ενεργειακή κρίση που βρίσκεται σε πλήρη έξαρση, όπως και η επαπειλούμενη επισιτιστική κρίση, εκείνο που πρωτίστως επιβάλουν είναι να κοιταχθούμε ξανά στον οικονομικό μας καθρέφτη για να διαπιστώσουμε δια γυμνού οφθαλμού τα χρόνια λάθη του παραγωγικού μοντέλου της χώρας που αφέθηκε επί πολλά χρόνια στον προσανατολισμό προς τις υπηρεσίες, αγνοώντας τη σημασία του πρωτογενούς τομέα, όπως και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από τον ήλιο και τον αέρα που δεν μας λείπουν παρά μόνον ελάχιστες μέρες του χρόνου.

Πριν από δέκα χρόνια στην κορύφωση της μνημονιακής κρίσης ο τότε πρόεδρος του Ισραήλ Σιμόν Πέρες, επισκεπτόμενος την Αθήνα, είχε εκφράσει την έκπληξή του για το γεγονός ότι η Ελλάδα με τις τόσες λίμνες και τα τόσα ποτάμια είναι ελλειμματική σε αγροτικά προϊόντα, ενώ η δική του χώρα με ελάχιστους υδάτινους πόρους καταφέρνει και κάνει εξαγωγές. Αλλά τι χρεία έχουμε να ακούσουμε τις αδυναμίες να εκφράζονται από τα χείλη ξένων;

Η περίφημη έκθεση για την ελληνική οικονομία, η οποία με παραγγελία της σημερινής κυβέρνησης συνέταξε ομάδα ειδικών υπό τον νομπελίστα καθηγητή των Οικονομικών Χριστόφορο Πισσαρίδη, περιγράφει τα πράγματα όπως είναι: «Ο πρωτογενής τομέας και ο παραγωγικός τομέας της αγροδιατροφής έχουν στρατηγική σημασία για μια χώρα, καθώς πέρα από την οικονομική δραστηριότητά τους, συμβάλλουν στην επισιτιστική ασφάλεια του πληθυσμού, ενισχύουν την περιφερειακή ανάπτυξη και έχουν σημαντικό ρόλο για τη διατήρηση της ποιότητας του φυσικού περιβάλλοντος», αναφέρει.

«Σε πολλές περιοχές αποτελούν την κύρια οικονομική δραστηριότητα για μεγάλο τμήμα του πληθυσμού», συμπληρώνει επισημαίνοντας ότι «η διατροφική παράδοση αποτελεί βασικό συστατικό της πολιτιστικής ταυτότητας και κληρονομιάς μιας περιοχής, με σημαντικές προεκτάσεις για τη δυνατότητα προώθησης τοπικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές». Στο εξωτερικό εμπόριο, ο τομέας της αγροδιατροφής στην Ελλάδα είναι ελλειμματικός, αναφέρει η έκθεση, καθώς οι εισαγωγές μας έφθασαν κοντά στα 6,7 δισ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές μετά βίας ανέβηκαν στα 5,3 δισ.

Και όλα αυτά, την ώρα που «η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα στον τομέα της αγροδιατροφής, τα οποία στηρίζονται στην ποικιλομορφία της χώρας και την συνεπακόλουθη ποικιλία γεωργικών ειδών, τις ευνοϊκές συνθήκες του φυσικού περιβάλλοντος στις πεδινές περιοχές της χώρας, στην ποιότητα και τη θρεπτική αξία ενός σχετικά ευρέως φάσματος αγροτικών προϊόντων (ελιές, σταφύλι, όσπρια, εσπεριδοειδή και άλλα) και σε διατροφικές παραδόσεις που αναγνωρίζονται διεθνώς». Αυτά τα πλεονεκτήματα, σύμφωνε με την έκθεση, «δεν έχουν αξιοποιηθεί επαρκώς λόγω σημαντικών και χρόνιων διαρθρωτικών αδυναμιών».

Ποιες είναι οι κυριότερες από αυτές τις αδυναμίες; Γνωστές και μη εξαιρετέες: μικρές και κατακερματισμένες γεωργικές εκμεταλλεύσεις, χαμηλή παραγωγικότητα, αναποτελεσματική οργάνωση, χαμηλή ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών και εξοπλισμού, ανεπαρκής επαγγελματική εκπαίδευση, χαμηλό επίπεδο Έρευνας και Ανάπτυξης, μεγάλη εξάρτηση από επιδοτήσεις, και ελλιπής προώθηση και branding των ελληνικών προϊόντων αγροδιατροφής.

Γι΄ αυτό και σε όσους σπεύσουν να πουν «εσύ που προτείνεις επιστροφή στον πρωτογενή τομέα, πάρε πρώτος μια τσάπα και ξεκίνα να σκάβεις», η απάντηση είναι απλή: η γεωργία τον 21ο αιώνα δεν χρειάζεται χειρώνακτες εργάτες, χρειάζεται έξυπνους επιχειρηματίες που να ξέρουν το αντικείμενο και να χρησιμοποιούν τις σύγχρονες μεθόδους παραγωγής και διάθεσης των προϊόντων της γης.

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2020

Επιχειρήσεις της συμφοράς, ελεγκτικοί μηχανισμοί της πλάκας

 Μια από τις απτές συνέπειες της πανδημίας του κορωνοϊού είναι ότι έφερε δραματικά στο προσκήνιο τις μεγάλες παθογένειες της ελληνικής επιχειρηματικότητας, η οποία κάθε μέρα που περνάει αποδεικνύεται τραγικά αδύναμη να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα.

Μικρές, μεσαίες αλλά και μεγάλες επιχειρήσεις λειτουργούν στην πλειονότητά τους με όρους του προηγούμενου αιώνα και εμφανίζουν αγκυλώσεις που λίγο απέχουν από το… επάρατο δημόσιο που (υποτίθεται ότι) ήταν ως τώρα εκείνο το οποίο έβαζε τροχοπέδη στο… επιχειρηματικό δαιμόνιο του Έλληνα.

Οι ατελείωτες ουρές που σχηματίζονται καθημερινά έξω καταστήματα εταιριών που προσφέρουν τις λεγόμενες «υπηρεσίες ταχυμεταφοράς» (courier) είναι μόνον η κορυφή του παγόβουνου για την κατάρρευση του υποτυπώδους ηλεκτρονικού εμπορίου στη χώρα μας. Οι πολύωρες αναμονές στις τηλεφωνικές γραμμές, τα κατεβασμένα τηλέφωνα και η αγένεια που αντιμετωπίζουν όσοι έχουν κάνει παραγγελίες, οι οποίες δεν φθάνουν παρά ελάχιστες φορές στην ώρα τους, συνιστούν φαινόμενα που σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν συναντούν οι καταναλωτές.

Παθόντες, μάλιστα, δεν είναι μόνον όσοι κάνουν διαδικτυακές παραγγελίες. Είναι και αρκετοί πολίτες που υποχρεώνονται να επικοινωνούν μέσω courier με δημόσιες υπηρεσίες, όπως οι ΔΟΥ, ο ΔΕΔΔΗΕ, κάποιοι Δήμοι, κ.λ.π. Και τούτο διότι, με πρόσχημα την πανδημία, δεν επιτρέπεται η επιτόπια επίσκεψη στις υπηρεσίες, ενώ δεν διεκπεραιώνεται η αποστολή των εγγράφων ηλεκτρονικά, με αποτέλεσμα οι πολίτες να αποκτούν πρόσβαση στην αλληλογραφία έπειτα από πολύ καιρό που μπορεί να φθάσει τις αρκετές εβδομάδες.

Άλλωστε, κάποιες εταιρίες courier ετσιθελικά και με θράσος δεν παραδίδουν καν αλληλογραφία ή δέματα και ο πολίτης - καταναλωτής για να τα παραλάβει πρέπει να προσέλθει αυτοπροσώπως στα γραφεία τους και να στηθεί σε ουρά.

Παρά το γεγονός ότι το πρώτο lockdown της άνοιξης έδειξε τα όρια της αντοχής των περισσότερων ελληνικών επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στην αύξηση της ζήτησης για ηλεκτρονικές παραγγελίες, ήταν, δυστυχώς, ελάχιστες οι εταιρίες που έσπευσαν να ενισχύσουν τα συστήματα υποδοχής, προετοιμασίας και αποστολής των παραγγελιών στους καταναλωτές.

Οι περισσότεροι επιχειρηματίες επαναπαύθηκαν στην κατάσταση που βρίσκονταν προτού να ξεσπάσει η υγειονομική κρίση και αδιαφόρησαν μπροστά στην επιτακτική ανάγκη να βελτιώσουν τα δίκτυα τους, με αποτέλεσμα σε αυτό το δεύτερο lockdown που οι παραγγελίες έχουν αυξηθεί, ίσως και λόγω των επικείμενων γιορτών, ο «Γολγοθάς» των καταναλωτών να έχει γίνει πολύ μεγαλύτερος.

Όποιος τολμήσει (ή καταφέρει, αφού τις περισσότερες φορές η επικοινωνία είναι αδύνατη) να διαμαρτυρηθεί, η στερεότυπη –και συνήθως αγενής- απάντηση που λαμβάνει είναι ότι μπορεί να πάρει τα χρήματα του πίσω. Μόνον, όμως, που και σε αυτή την περίπτωση η επιστροφή γίνεται με αρκετή καθυστέρηση, παρόλο που η πληρωμή όταν παραγγέλλεις πρέπει να γίνει άμεσα.

Ενθαρρυμένοι, μάλλον από την έλλειψη ανταγωνισμού, αφού, λίγο ως πολύ, σχεδόν όλοι με τον ίδιο τρόπο λειτουργούν, όπως και από την πλήρη απουσία αφενός αξιόπιστων καταναλωτικών οργανώσεων και αφετέρου των ελεγκτικών μηχανισμών της Πολιτείας –Συνήγορος του Καταναλωτή, Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή- που παρακολουθούν απαθείς και καθεύδοντες την ταλαιπωρία των πολιτών, οι Έλληνες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στο ηλεκτρονικό εμπόριο δεν αισθάνονται την ανάγκη να αλλάξουν το παραμικρό. Βλέπετε η κατάρρευση των δικτύων courier εμποδίζει εξίσου και τις παραγγελίες από το εξωτερικό που, υπό άλλες συνθήκες, θα έφθαναν στην ώρα τους.

Η προφανής αντίδρασή τους που θα περίμενε κανείς να είναι η πρόσληψη προσωπικού το οποίο, έπειτα από μια εντατική εκπαίδευση, θα ενέτασσαν στο δυναμικό τους, δεν φαίνεται να πέρασε από το μυαλό των περισσοτέρων. Βολεύτηκαν πιθανότατα με την ποικιλόμορφη κρατική βοήθεια που τους παρασχέθηκε, όπως οι επιστρεπτέες προκαταβολές, η μείωση των ενοικίων, η καταβολή της μισθοδοσίας των υπαλλήλων από το δημόσιο και οι αναστολές πληρωμής των υποχρεώσεων τους. Και, ως εκ τούτου, δεν προχώρησαν στις απαιτούμενες επενδύσεις σε ανθρώπινους και άλλους πόρους που θα τους επέτρεπαν να καλύψουν το χαμένο έδαφος τόσο στη διάρκεια της κρίσης, όσο και μεταγενέστερα.

Στο Σχέδιο για την Ανάπτυξη της Ελληνικής Οικονομίας που συνέταξε πρόσφατα Επιτροπή ειδικών υπό τον νομπελίστα καθηγητή Χριστόφορο Πισσαρίδη επισημαίνεται ως ένα από τα μεγάλα προβλήματα της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας ο κατακερματισμός που συνιστούν οι πολλές επιχειρήσεις μικρού μεγέθους.

«Το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων είναι συνέπεια αγκυλώσεων στην οικονομία που δημιουργούν κίνητρα στις επιχειρήσεις να παραμένουν μικρές και δυσκολεύουν την ανάπτυξή τους», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην Έκθεση της Επιτροπής. Γι΄ αυτό και μεταξύ των προτάσεων που υποβάλει είναι η «άρση αντικινήτρων για τη μεγέθυνση μικρομεσαίων επιχειρήσεων εντός της χώρας».

Κακά τα ψέματα, όμως, στην προκειμένη περίπτωση δεν απεδείχθησαν αδύναμες να ανταποκριθούν στις ανάγκες της εποχής μόνον οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Εξίσου, αν όχι και ακόμη περισσότερο, προβληματικές έδειξαν να είναι και μεγαλύτερες εταιρίες, ορισμένες από τις οποίες μάλιστα κατέχουν δεσπόζουσα θέση στον κλάδο τους.

Άρα το ζήτημα της πολυσυζητημένης οικονομικής ανασυγκρότησης της χώρας έγινε ακόμη και πιο εμφανές. Όπως εμφανέστερος έγινε και ο ρυθμιστικός ρόλος του κράτους που πρέπει κάποια στιγμή να ασκηθεί. Με στόχο όχι βεβαίως να υποκατασταθούν από δημόσιες επιχειρήσεις οι ιδιωτικές εταιρίες εμπορίας και παραγωγής, αλλά να επιβληθεί ότι το παιχνίδι θα παίζεται με τους συναλλακτικούς κανόνες που ισχύουν παγκοσμίως.