«Αντέχει τούτος ο παλιότοπος…»,
ήταν η προσφιλής επωδός ενός –μακαρίτη
πλέον- πολιτικού της δεκαετίας του 80, ο οποίος ήταν γνωστός μεταξύ των
συναδέλφων του για την σκωπτικά θυμόσοφη διάθεση με την οποία αντιμετώπιζε
πρόσωπα και καταστάσεις.
Ο μπάρμπα – Τάσος (ας
αποκαλύψουμε μόνον το μικρό του όνομα και ας αφήσουμε το επώνυμο του για τον
ιστορικό του μέλλοντος) κατέφευγε στη συγκεκριμένη επωδό κάθε φορά που γινόταν
λόγος για κάποια πολιτική παραδοξότητα ή ένα κοινοβουλευτικό συμβάν που έκανε
εντύπωση ή προκαλούσε συζητήσεις οι οποίες τις περισσότερες φορές έμεναν στο
επίπεδο του «κουτσομπολιού», καθώς οι παρεκτροπές εκείνης της εποχής μοιάζουν,
συγκριτικά με όσα διαδραματίζονται στις μέρες μας, με… αθώα πταισματάκια.
Το τελευταίο διάστημα,
ενθυμούμενος τον μπάρμπα - Τάσο, αναρωτιέμαι συχνά πόσο ακόμη μπορεί να αντέξει
τούτος ο (ας το πω κομψά…) τόπος. Διότι εκεί που λες ότι «ως εδώ ήταν, πιάσαμε
πάτο, δεν έχει παρακάτω», αίφνης σκάει κάτι άλλο στην επικαιρότητα που σε
υποχρεώνει να παραδεχθείς ότι «όχι, δεν τελειώσαμε, έχει κι άλλα σκαλοπάτια
στου κακού τη σκάλα…».
Με αυτές τις σκέψεις άκουγα πριν
από κάποιες ώρες στο ραδιόφωνο αξιωματούχο του μεγαλύτερου κυβερνώντος κόμματος
–για την ακρίβεια τον εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ στο Κοινοβούλιο, βουλευτή Μεσσηνίας
Θανάση Πετράκο- να εκστομίζει πράγματα από εκείνα που, αν δεν είσαι ο ίδιος
αυτήκοος μάρτυς, αδυνατείς να πιστέψεις ότι ειπώθηκαν στα σοβαρά και με γνώση
της γήινης πραγματικότητας.
«Πρέπει να προβληματιστούμε όλοι
μας», ήταν η προτροπή που απηύθυνε ο κ. Πετράκος προς τον καθένα εξ ημών όταν
ρωτήθηκε για το κύμα των καταλήψεων στο οποίο έχουν επιδοθεί οι αποκαλούμενοι «αντιεξουσιαστές»
που διαμαρτύρονται απαιτώντας να προωθηθούν άμεσα ριζικές αλλαγές στον Ποινικό
Κώδικα, καθώς και στη λειτουργία του σωφρονιστικού συστήματος.
«Όπως καταλαβαίνετε, αυτό είναι
καλό η ΕΥΠ να το κοιτάξει», συμπλήρωσε ο ΣΥΡΙΖΑίος αξιωματούχος. «Τυχαία είναι
όλα αυτά; Δεν ξέρω αν είναι ξένος ή εσωτερικός δάκτυλος, γιατί να είναι
ξένος;», διερωτήθηκε ακολούθως για να καταλήξει λέγοντας ότι ο ίδιος
προβληματίζεται ιδιαιτέρως και «δεν μπορεί να αποκλείσει τίποτα».
Τί ήταν εκείνο που έκανε τον κ.
Πετράκο να μην μπορεί, κατά την έκφρασή του, να αποκλείσει τίποτε; Την απάντηση
έδωσε αναφέροντας ότι καταλήψεις από τις ίδιες ομάδες –οι οποίες εισέβαλαν σε
πανεπιστημιακούς χώρους και στο προαύλιο του Κοινοβουλίου- έγιναν σε γραφεία
του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και στο «Κόκκινο», τον κομματικό του ραδιοσταθμό.
Αφού, όμως, αποκλείει την
ανάμειξη ξένου δάκτυλου, τότε γιατί, αλήθεια, ζητάει την επέμβαση της ΕΥΠ; Τί, άραγε,
μπορεί να κάνει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών; Να προβεί σε παρακολουθήσεις;
Και ποιους να παρακολουθήσει; Τη νεολαία, ίσως, του ΣΥΡΙΖΑ που, με ανακοίνωσή
της, εξέπεμψε «απαγορευτικό» στην επέμβαση της Αστυνομίας στους κατειλημμένους
πανεπιστημιακούς χώρους; Ή μήπως την πρόεδρο της Βουλής η οποία βρήκε απολύτως
φυσιολογική τη διαμαρτυρία εντός του περιβόλου του κοινοβουλευτικού
Μεγάρου;
Είναι εύκολο να αντιληφθεί
κανείς τι θα συνέβαινε αν ο νυν διοικητής της ΕΥΠ (ο οποίος, ευτυχώς, τυγχάνει
να είναι σοβαρός άνθρωπος), έπαιρνε τοις μετρητοίς τις ιδεοληπτικά
σχιζοφρενικές προτροπές του κ. Πετράκου. Και τούτες τις κρίσιμες, από πολλές
απόψεις, ώρες και μέρες, προσανατόλιζε την υπηρεσία του, αντί για την προάσπιση
της εξωτερικής ασφάλειας της χώρας, στην αναζήτηση «εσωτερικού εχθρού»,
αναβιώνοντας καταστάσεις που όλοι θέλουμε να ελπίζουμε ότι έχουν μπει οριστικά
στο χρονοντούλαπο της ιστορίας της μετεμφυλιακής Ελλάδας.
Το δυστύχημα είναι ότι σε βερμπαλισμούς,
όπως αυτοί του κ. Πετράκου, περί δήθεν «εσωτερικής υπονόμευσης», καταφεύγουν
και αρκετοί άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Στο στόχαστρο μπαίνουν κυρίως τα
κόμματα της αντιπολίτευσης. Από κοντά, όμως, ακολουθούν και όσοι δεν δηλώνουν απόλυτη
πίστη στα λεγόμενα της κυβερνητικής εξουσίας, όπως εκφράζονται από τα απανωτά non paper που έχουν γίνουν του… συρμού, τείνοντας να
υποκαταστήσουν τη δημοσιογραφία που ξέραμε.
Επειδή, πάντως, η επικοινωνία
δεν μπορεί να καλύπτει συνεχώς και αδιαλείπτως την έλλειψη σχεδίου, στο έργο
στο οποίο είμαστε θεατές κυριαρχούν οι σουρεαλιστικές καταστάσεις. Με
πρωταγωνιστές κυβερνητικά στελέχη τα οποία, κατά την έκφραση της εποχής, …
αλληλοτρολλάρονται ή και… αυτοτρολλάρονται. Τι λέτε; Είχε δίκιο ή άδικο ο
μπαρμπα-Τάσος που «επένδυε» στην (ανεξάντλητη) αντοχή του… παλιότοπου;