Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γ. Οικονόμου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γ. Οικονόμου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2023

Η πραγματικότητα σε… ρόλο αντιπολίτευσης

            Αιφνιδιάστηκα ευχάριστα όταν, πριν από λίγες μέρες, διασχίζοντας νωρίς το πρωί το κέντρο Αθήνας με το αυτοκίνητο, συνάντησα τροχονόμους που διευκόλυναν την κίνηση των οχημάτων η οποία είχε αρχίσει να πυκνώνει καθώς οι περισσότεροι κάτοικοι της πρωτεύουσας είχαν επιστρέψει από τις διακοπές και η πολύβουη μεγαλούπολη, στην οποία έχουμε συγκεντρωθεί ο μισός πληθυσμός της Ελλάδος, έπαιρνε τους γνωστούς ρυθμούς της.

Ο αιφνιδιασμός μου οφειλόταν στο γεγονός ότι είχα πολλούς μήνες -ίσως και… χρόνια- να συναντήσω σε ώρες κυκλοφοριακής αιχμής επαρκή αριθμό ανδρών και γυναικών της Τροχαίας που να ρυθμίζουν την κίνηση των οχημάτων και να αποτρέπουν την προσφιλή τακτική πολλών συμπατριωτών μας που, όντας βιαστικοί, σταθμεύουν όπου βρουν ή -ακόμη χειρότερα- κλείνουν τις διασταυρώσεις σε κεντρικές οδικές αρτηρίες κάνοντας κόλαση τη ζωή των υπολοίπων οδηγών και μαζί, φυσικά, και τη δική τους.

Έχοντας, ωστόσο, ανοιχτό το ραδιόφωνο για την πρωινή μου ενημέρωση βρήκα την εξήγηση γι΄ αυτή τη σπάνια -και μάλλον ειδυλλιακή- εικόνα που έβλεπα μπροστά μου. Ο αρμόδιος υπουργός Προστασίας του Πολίτη φιλοξενούνταν εκείνη ακριβώς την ώρα στο στούντιο ραδιοφωνικού σταθμού και μιλούσε για τα προβλήματα που παρέλαβε στον τομέα ευθύνης μου. Για να μην τον… αδικήσω αναζήτησα την επίσημη απομαγνητοφώνηση της συνέντευξής του στο site του υπουργείου και παραθέτω αυτούσια τα λεγόμενα του κ. Γιάννη Οικονόμου.

«Η αποδυνάμωση της Τροχαίας πρέπει να σταματήσει. Τελεία παύλα», είπε ο υπουργός και με σχετικά δραματικούς τόνους συμπλήρωσε: «Μόνο μέσα στο 2023 υπήρξαν κάπου 250 με 256 -αυτή είναι η τάξη μεγέθους, πάνω κάτω- αποσπάσεις ανθρώπων από την Τροχαία ή άλλες υπηρεσίες». Με την ίδια -περισσότερο διαπιστωτική διάθεση- συνέχισε: «Οι άνθρωποι αυτοί πρέπει να γυρίσουνε πίσω. Κυρίως σε ό,τι αφορά τα μεγάλα αστικά κέντρα και την Αθήνα. Χωρίς να έχεις δυναμικό, χωρίς να έχεις ανθρώπους, η πραγματικότητα είναι ότι δεν μπορείς να κάνεις θαύματα. Άρα πρώτον πρέπει να σταματήσει η αποδυνάμωση της Τροχαίας, είναι προτεραιότητα μας, είναι στον σχεδιασμό μας…».

Ο ίδιος αμέσως μετά εξηγούσε ότι «ήδη αύριο (σ.σ.: 4 Σεπτεμβρίου) έχουμε μία πολύ μεγάλη σύσκεψη στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας για θέματα οδικής ασφάλειας και τροχαίας. Η αντιμετώπιση του διπλοπαρκαρίσματος είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε ουσιαστικά, έτσι ώστε να δημιουργήσουμε συνθήκες για όσο το δυνατόν λιγότερη κυκλοφοριακή συμφόρηση».

Δεν ξέρω τι έγινε σε αυτή τη σύσκεψη που προανήγγειλε ραδιοφωνικά ο κ. Οικονόμου. Εκείνο, ωστόσο, που ξέρω μετά βεβαιότητος είναι ότι στα οργανωμένα κράτη -πολύ περισσότερο όταν φιλοδοξούν να λέγονται «επιτελικά»- δεν χρειάζεται να γίνονται ειδικές συσκέψεις για τα αυτονόητα. Σε όλο τον (πολιτισμένο) κόσμο οι τροχονόμοι είναι στους δρόμους στις ώρες της κυκλοφοριακής συμφόρησης και κανείς δεν μπορεί να τους αποσπά από αυτό το καθήκον.

Τα ερωτήματα που ευλόγως προκύπτουν από τις παραδοχές του υπουργού είναι πολλά: Πως είναι δυνατόν μέσα σε οκτώ μήνες να έχουν αποσπαστεί σε αλλότρια καθήκοντα 256 τροχονόμοι; Ποιος ή ποιοι ζήτησαν αυτές τις μετακινήσεις. Και ποιος ή ποιοι υπέγραψαν για να γίνουν; Που είναι… κρυμμένοι όλοι αυτοί οι άνθρωποι και πιθανόν πολλοί ακόμη που αποσπώνται από άλλες υπηρεσίες της Αστυνομίας αλλά και γενικότερα του δημόσιου τομέα; Και, τέλος, γιατί πρέπει να γίνει ειδική σύσκεψη για να επιστρέψουν στη δουλειά για την οποία προσλήφθηκαν;

Όσο και αν οι προφανείς απαντήσεις είναι ότι έχουμε να κάνουμε με φαινόμενα τα οποία είναι διαχρονικά και λίγο ως πολύ όλες οι πολιτικές δυνάμεις που κυβέρνησαν τα τελευταία χρόνια έχουν «λερώσει τα χέρια τους» με τέτοιες μεθόδους, το συμπέρασμα που αβίαστα προκύπτει είναι ότι η σημερινή κυβέρνηση, που έχει πλέον μια προϊστορία πενήντα μηνών, σε πάρα πολλούς τομείς δεν έχει καταφέρει να ξεφύγει από την πεπατημένη. Παρά, βεβαίως, τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις.

Από τον τρόπο που διαχειρίστηκε στη διάρκεια της πρώτης τετραετίας μια αλληλουχία κρίσεων με τις οποίες ήρθε αντιμέτωπη, όπως η πανδημία, το μεταναστευτικό και η υβριδική επίθεση στον Έβρο, οι πληθωριστικές πιέσεις και η εκτίναξη των τιμών της ενέργειας, ειδικά μετά την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία, δημιουργήθηκε η εντύπωση τόσο στο εσωτερικό, όπως έδειξαν οι πρόσφατες βουλευτικές κάλπες, όσο και στο εξωτερικό, με την ολοένα και πιο αναβαθμισμένη διεθνή αξιοπιστία της χώρας, ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε το συγκριτικό πλεονέκτημα της πιο αποτελεσματικής ομάδας διακυβέρνησης που γνώρισε η χώρα. Τουλάχιστον από την εποχή που ενέσκηψε η μνημονιακή κρίση και εντεύθεν.

Από την επομένη, ωστόσο, των τελευταίων εκλογών η εικόνα άλλαξε και με αποκορύφωμα τους χειρισμούς στις πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες που έπληξαν τη Θεσσαλία, η κυβέρνηση δείχνει να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των πολιτών για βελτίωση της καθημερινής τους ζωής. Παρόλο που τα ίδια πρόσωπα πάνω κάτω συνθέτουν το κυβερνητικό σχήμα, με βάση το rotation που αποφάσισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, η πραγματικότητα που διαμορφώνεται μοιάζει πολύ διαφορετική.

Τι άλλαξε, άραγε, έτσι ώστε σε αυτό το τόσο μικρό διάστημα που μεσολάβησε από την εκκίνηση της νέας τετραετίας και ήδη οδήγησε στην καρατόμηση δύο υπουργών αλλά και στη φημολογία ότι αρκετά ακόμη κυβερνητικά στελέχη δεν… πατούν καλά στα πόδια τους και το αργότερο ως τις αυτοδιοικητικές εκλογές του Οκτωβρίου θα πάρουν την… άγουσα για τα αποδυτήρια;

Κακά τα ψέματα, η μόνη ουσιαστική αλλαγή, η οποία έγινε τους τελευταίους μήνες είναι ότι από τις 25 Ιουνίου, οπότε έγιναν οι δεύτερες κατά σειράν εκλογές, η πολιτική ζωή της χώρας απαλλάχθηκε από την ακραία τοξική αντιπολιτευτική τακτική που ακολουθούσαν η ηγεσία και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ από το 2019 που έχασαν την εξουσία. Η σύγκριση της περιόδου 2015-2019 με εκείνη της περιόδου 2019-2023 ήταν συντριπτικά υπέρ της δεύτερης.

Για παράδειγμα, μπροστά στον Παύλο Χαϊκάλη που είχε διορίσει αρμόδιο για το Ασφαλιστικό ο Αλέξης Τσίπρας, οποιονδήποτε κι αν διόριζε ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα έμοιαζε τιτάνας της πολιτικής ακόμη και αν δεν ήταν ο αποδεδειγμένα αποτελεσματικός Κωστής Χατζηδάκης. Το ίδιο μπορεί να ισχυριστεί κανείς σχεδόν σε όλους τους τομείς της κυβερνητικής δράσης. Όταν στο εμβολιαστικό πρόγραμμα που εφάρμοζαν όλες οι προηγμένες χώρες, η αξιωματική αντιπολίτευση αντιπαρέβαλε την… ιβερμεκτίνη του Πολάκη, οι πολίτες δεν είχαν δίλλημα ούτε τι να επιλέξουν, ούτε τι να ψηφίσουν.

Τώρα, όμως, που ο ΣΥΡΙΖΑ, βυθισμένος στην εσωστρέφεια που έφερε η βαριά εκλογική ήττα την οποία υπέστη, άφησε το έδαφος της αντιπολίτευσης να το χειρίζεται η… πραγματικότητα, τα πράγματα δυσκόλεψαν για την κυβέρνηση. Γιατί στην Κουμουνδούρου δεν έδιναν δεκάρα για την Τροχαία –«μπάτσοι είναι κι αυτοί, άλλωστε», θα σου έλεγε ένας… δικαιωματιστής. Οι πολίτες, όμως, δεν ανέχονται την κρατική αβελτηρία και ανικανότητα. Είτε αυτή αφορά το συγκριτικά έλασσον ζήτημα της ταλαιπωρίας στους μποτιλιαρισμένους δρόμους. Είτε, πολύ περισσότερο, σχετίζεται με τις αστοχίες και τις εγκληματικές ευθύνες που έπνιξαν στα λασπόνερα του θεσσαλικού κάμπου ανθρώπους, ζώα και καλλιέργειες.

Η πραγματικότητα είναι, εν τέλει, η πιο σκληρή αντιπολίτευση.

Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2023

Μήπως είναι ώρα να οριστεί η ημερομηνία της κάλπης;

Με ένα κείμενο 2.220 λέξεων, το οποίο εκφωνούσε επί είκοσι και πλέον λεπτά της ώρας κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών, επεχείρησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου να εκθέσει τις απόψεις της κυβέρνησης για το επίμαχο θέμα του Προεδρικού Διατάγματος 85/2022 που αφορά το προσοντολόγιο για τις προσλήψεις στο Δημόσιο και έχει ξεσηκώσει τον καλλιτεχνικό κόσμο της χώρας.

Αν και ο ίδιος προλογικά και με έμφαση επεσήμανε ότι «τα όσα αφορούσαν τους καλλιτέχνες σε αυτό το Προεδρικό Διάταγμα έχουν ήδη αποσυρθεί, έχουν ήδη καταργηθεί», από τα λεγόμενά του ήταν προφανής η δυσκολία την οποία εδώ και εβδομάδες αντιμετωπίζει η κυβέρνηση στην προσπάθεια που καταβάλει να βρει ευήκοα ώτα στα όσα υποστηρίζουν τα στελέχη της αναφορικά με το status των πτυχίων που χορηγούν οι κάθε λογής εγχώριες σχολές των παραστατικών τεχνών (θέατρο, χορός, κλπ).

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η άτυπη προεκλογική περίοδος στην οποία βρισκόμαστε τους τελευταίους πολλούς μήνες συνιστά ανυπέρβλητο εμπόδιο στην ανάπτυξη ενός νηφάλιου και ουσιαστικού διαλόγου για την πραγματική διάσταση των ζητημάτων με τα οποία είναι αντιμέτωπη η ελληνική κοινωνία. Με ευθύνη κατά βάση των δύο μεγάλων παρατάξεων που διεκδικούν την εξουσία, διαπιστώνει κανείς την απόλυτη αδυναμία συνεννόησης ακόμη και στα πιο στοιχειώδη. «Μέρα», λέει ο ένας. «Νύχτα», απαντά ο άλλος.

Μπορεί, για παράδειγμα, η κυβέρνηση να υπαναχώρησε πλήρως σε ό,τι αφορά το προσοντολόγιο των ηθοποιών και λοιπών καλλιτεχνών που προσλαμβάνονται στο Δημόσιο, αφήνοντας ανεπηρέαστο το καθεστώς που ίσχυε ως τώρα, η αντιπολίτευση, όμως, κάνει τα πάντα για να συντηρήσει τις αντιδράσεις τις οποίες καλώς ή κακώς προκάλεσε η αρχική διατύπωση του Διατάγματος ανάμεσα στους καλλιτέχνες.

Οι τελευταίοι, αν και ουδείς αντιλαμβάνεται πλέον ποιο ακριβώς είναι το αίτημά τους, συνεχίζουν ακάθεκτοι τις κινητοποιήσεις τους, αφού η κυβέρνηση, παρά τις φλύαρες δηλώσεις των στελεχών της, έχει χάσει την έξωθεν μαρτυρία, ενώ η αντιπολίτευση σιγοντάρει τις αποχές από τις παραστάσεις και τις καταλήψεις των κτηρίων που στεγάζουν τα κρατικά θέατρα. Ως πότε; Το πιθανότερο είναι έως τις εκλογές.

Κακά τα ψέματα, το φαινόμενο δεν είναι ούτε πρωτοφανές ούτε σπάνιο. Σε όλες τις προεκλογικές περιόδους οι μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις και οι υπερβολικές προσδοκίες είναι στην ημερήσια διάταξη. Η αδυναμία της εκάστοτε κυβέρνησης να πει κατηγορηματικά «όχι» στα πλέον μαξιμαλιστικά αιτήματα, σε συνδυασμό με την υπερβολική προθυμία της εκάστοτε αντιπολίτευσης να υιοθετεί όλες ανεξαιρέτως τις απαιτήσεις που προβάλλονται από τις κάθε λογής κοινωνικές ομάδες, δημιουργούν ένα εκρηκτικό κλίμα, οι συνέπειες του οποίου συνήθως γίνονται αντιληπτές μετά τις εκλογές.

Είναι παγκοίνως γνωστό ότι στη παρατεταμένη προεκλογική περίοδο η οποία προηγήθηκε των βουλευτικών εκλογών της άνοιξης του 2004, οι τότε διεκδικητές του πρωθυπουργικού θώκου διαγκωνίστηκαν σκληρά για το ποιος θα μονιμοποιούσε μετεκλογικά στο Δημόσιο περισσότερους συμβασιούχους υπαλλήλους, αδιαφορώντας για το πόσο θα κόστιζε κάτι τέτοιο στον κρατικό προϋπολογισμό. Πέντε χρόνια αργότερα οι δυο τους -ο καθένας με τον τρόπο του- έγιναν αρνητικοί πρωταγωνιστές της χρεωκοπίας της χώρας που ακολούθησε ως μοιραίο απότοκο του δημοσιονομικού εκτροχιασμού της.

Αν και δύσκολα μπορεί να υποστηρίξει βάσιμα κάποιος ότι στην τρέχουσα συγκυρία βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας νέας δημοσιονομικής κατάρρευσης, όπως εκείνη του 2009, από την άλλη κανείς δεν μπορεί να προσπεράσει ελαφρά τη καρδία τους προφανείς κινδύνους οι οποίοι ελλοχεύουν εξαιτίας της παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου που διανύουμε. Ενδεχομένως, δε, και της ασάφειας που επικρατεί σε σχέση με τον ακριβή χρόνο που θα στηθούν οι προσεχείς κάλπες.

Η αλήθεια είναι ότι, σε αντίθεση με ορισμένες άλλες χώρες, στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ σταθερή και εκ των προτέρων γνωστή η ημερομηνία των εκλογών. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, όλοι γνωρίζουν ότι αιώνες τώρα οι εκλογές για την ανάδειξη Προέδρου διεξάγονται κάθε τέσσερα χρόνια την Τρίτη, μετά την πρώτη Δευτέρα του Νοεμβρίου. Στη χώρα μας, αντιθέτως, οι κάλπες στήνονται όποτε βολεύει την εκάστοτε κυβέρνηση.

Είναι πολύ σπάνιες οι φορές που έχει ολοκληρωθεί η τετραετής βουλευτική θητεία, όπως ορίζεται στο Σύνταγμα μας. Ο κανόνας που ακολουθείται θέλει την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία να γίνεται με γνώμονα τον αιφνιδιασμό της αντιπολίτευσης και σε χρόνο που ευνοεί τους εκλογικούς σχεδιασμούς της κυβερνητικής παράταξης. Συνηθέστατα, αντί της προσήλωσης στους θεσμούς, επικρατεί η υποταγή στους κομματικούς υπολογισμούς.

Ο σημερινός πρωθυπουργός έχει ως τώρα αποφύγει τον πειρασμό να προκηρύξει πρόωρες εκλογές σε περιόδους που οι δημοσκοπήσεις τού έδιναν τη δυνατότητα για άνετη επικράτηση. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης αιτιολόγησε τη στάση του με το επιχείρημα ότι δεν ενέδωσε στον… πειρασμό επειδή «σέβεται τους θεσμούς». Παρά ταύτα, αποφεύγει έως τώρα να προσδιορίσει την ακριβή ημερομηνία των επόμενων εκλογών.

Η πρωθυπουργική δήλωση σύμφωνα με την οποία οι κάλπες θα στηθούν «από το Απρίλιο και μετά…» δεν ξεκαθαρίζει το τοπίο και δεν συμβάλει στην πολιτική σταθερότητα που αναμφίβολα έχει ανάγκη ο τόπος. Η συνεχιζόμενη ασάφεια γύρω από το εκλογικό χρονοδιάγραμμα θολώνει την πολιτική ατμόσφαιρα και προκαλεί παρενέργειες που οι συνέπειες τους ίσως φανούν αργότερα.

Υπό αυτό το πνεύμα, ίσως είναι η ώρα για να οριστεί από τώρα με σαφήνεια η ημερομηνία των εκλογών, όπως συμβαίνει στις περισσότερες προηγμένες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Η πρόκληση για τον πρωθυπουργό είναι μεγάλη. Και το κέρδος για την Πολιτική, αλλά και για την ελληνική κοινωνία, ακόμη μεγαλύτερο.

Παρασκευή 15 Απριλίου 2022

Ο Μάιος είναι μακριά, ο Ιούνιος ακόμα περισσότερο

Τα καλά νέα είναι ότι η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι είναι δυσβάστακτες οι συνέπειες από τις ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις που προκλήθηκαν εξαιτίας της πανδημίας και εκτοξεύθηκαν μετά την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία. 

Τα κακά νέα είναι ότι διστάζει να προχωρήσει στις γενναίες αποφάσεις που απαιτούνται ώστε να αναχαιτιστούν τα κύματα ακρίβειας που χτυπούν τους προϋπολογισμούς νοικοκυριών και επιχειρήσεων και κινδυνεύουν να μετατραπούν σε ανεξέλεγκτο τσουνάμι.

«Αναμένουμε ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, άμεσα και γρήγορα ευρωπαϊκή δράση», επανέλαβε για πολλοστή φορά την Πέμπτη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου. «Εάν αυτό δεν γίνει, η χώρα θα εφαρμόσει το δικό της εθνικό σχέδιο, θα έρθει να προσθέσει νέες πολιτικές στήριξης προς την ελληνική κοινωνία», συμπλήρωσε.

«Προφανώς και προβληματίζει την κυβέρνηση η αδυναμία του κόσμου να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του σε ό,τι αφορά το ρεύμα», είπε, υπό την πίεση επίμονων δημοσιογραφικών ερωτημάτων, ο κ. Οικονόμου, προσθέτοντας: «Γι’ αυτό κάναμε και θα συνεχίσουμε να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να μην φτάνει ο κόσμος στο σημείο να μην μπορεί να πληρώσει τον λογαριασμό του ρεύματος».

Ακόμη περισσότερο προφανές από τον προβληματισμό της κυβέρνησης, ήταν από τα λεγόμενά του ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν μπορούσε, ως εκ της θέσεώς του, να αναγνωρίσει ότι ένα μεγάλο μέρος του κόσμου στον οποίο αναφερόταν έχει ήδη φθάσει στο σημείο που δεν μπορεί να πληρώσει τους λογαριασμούς του ρεύματος, του φυσικού αερίου και λίαν συντόμως και των ειδών διατροφής.

Οι κρατικές επιδοτήσεις οι οποίες έχουν χορηγηθεί ως τώρα μπορεί να μην είναι ευκαταφρόνητες για τα σφικτά δεδομένα των δημόσιων οικονομικών μας, πλην, όμως, έχουν αποδειχθεί απολύτως ανεπαρκείς για να καλύψουν τους φουσκωμένους λογαριασμούς που φθάνουν στους καταναλωτές έπειτα από έναν δύσκολο χειμώνα κατά τον οποίο οι ενεργειακές ανάγκες ήταν αυξημένες σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.

Όταν σε ένα λογαριασμό μιας τριμελούς οικογένειας -πραγματικό το παράδειγμα- περιλαμβάνεται χρέωση 356 ευρώ που αφορά τη διαβόητη πλέον «ρήτρα αναπροσαρμογής», τι διαφορά να κάνουν εκπτώσεις της τάξης των 87 ευρώ; Ο λογαριασμός που φθάνει στα 580 ευρώ είναι υπερδιπλάσιος από τον αντίστοιχο περυσινό και εκείνοι που καλούνται να τον πληρώσουν μοιραία βρίσκονται σε απόγνωση.

Όσο, εξάλλου, και αν είναι αληθής ο ισχυρισμός ότι τον καιρό της πανδημίας, χάρις στα μέτρα στήριξης, ύψους 43 δισ. ευρώ, τα οποία λήφθηκαν για την προστασία των εργαζομένων και των επιχειρήσεων, παρατηρήθηκε αντίστοιχη αύξηση των συνολικών καταθέσεων, είναι πάμπολλα τα νοικοκυριά από τις τάξεις των μισθοσυντήρητων -κυρίως του δημοσίου-, των συνταξιούχων, των ανέργων και των απασχολούμενων στην «άτυπη» οικονομία που δεν ευνοήθηκαν από τον -τηρουμένων των αναλογιών- πακτωλό των ευρώ που έπεσε στην αγορά.

Μιλώντας, μάλιστα, με οικονομικούς όρους, τα χρήματα αυτά ήταν μια από τις αιτίες για τις πληθωριστικές πιέσεις που άρχισαν να παρατηρούνται όταν ξεκίνησε η προεξόφληση τους τέλους της πανδημίας. Η υπερβάλλουσα ρευστότητα με την οποία βρέθηκαν κάποια στρώματα, που εισέπρατταν κρατικές ενισχύσεις ενώ είχαν περιορίσει τις καταναλωτικές ανάγκες τους, αύξησε απότομα τη ζήτηση προϊόντων σε μια περίοδο που η προσφορά είχε προβλήματα εξαιτίας των lockdown που επιβλήθηκαν σε μεγάλο μέρος του πλανήτη.

Σε όλα αυτά ήρθαν να προστεθούν και οι δυσμενέστατες επιπτώσεις από την έκρηξη των τιμών της ενέργειας που προκλήθηκε εξαιτίας της πολεμικής σύρραξης στην Ουκρανία, αλλά και τη συνακόλουθη κερδοσκοπία που εκδηλώνεται σε όλες τις πολεμικές περιόδους και δεν θα μπορούσε να λείπει ούτε από τη συγκεκριμένη. Κάπως έτσι το μείγμα έγινε εκρηκτικό.

Η δικαιολογία ότι καταγράφονται και αλλού ανάλογα φαινόμενα απότομων ανατιμήσεων και επίμονων πληθωριστικών πιέσεων, ποσώς συγκινεί όσους έρχονται αντιμέτωποι με τους «καυτούς» λογαριασμούς. Πολύ περισσότερο που προοπτική για επερχόμενη κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία ή για αποκλιμάκωση των τιμών δεν διαφαίνεται στον ορατό ορίζοντα.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η αναγκαιότητα για άμεση δράση καθίσταται επείγουσα. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν διακρίνεται για την ταχύτητα στη λήψη των αποφάσεων, η ανάγκη για πρωτοβουλίες γίνεται ακόμη πιο επείγουσα. Άλλωστε, τα προμηνύματα με τις καθυστερήσεις πληρωμών και την αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, που σημειώνονται το τελευταίο διάστημα, είναι σαφή και ξεκάθαρα.

Ο Μάιος για τον οποίο κλώτσησαν το τενεκεδάκι οι 27 Ευρωπαίοι ηγέτες στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής μοιάζει αρκετά μακρινός. Και ακόμη μακρινότερος ο Ιούνιος, ο οποίος είναι ο πιθανότερος μήνας για να ληφθούν οι απαιτούμενες γενναίες αποφάσεις. Με αποκορύφωμα τον κρίσιμο δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών, που είναι προγραμματισμένος για τη μεθεπόμενη Κυριακή που γιορτάζουμε το Πάσχα των Ορθοδόξων, ο κόμπος φθάνει στο χτένι.

Αν δεν επιταχυνθεί η ευρωπαϊκή δράση, η εθνική αντίδραση είναι μονόδρομος τον οποίο η κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να βαδίσει το συντομότερο δυνατόν. Σε κάθε περίπτωση, προέχει η κοινωνική συνοχή που πρέπει να προστατευθεί ως κόρη οφθαλμού για να μην ξαναζήσουμε ένα νέο 2012 όταν η αδυναμία παρέμβασης για να προασπιστούν τα εισοδήματα των πολιτών άνοιξε τον ασκό του Αιόλου που μετατράπηκε σε ούριο άνεμο για τα πανιά των κάθε είδους λαϊκιστών.

Η κυβέρνηση έχει υποχρέωση να απαλλάξει εδώ και τώρα τα νοικοκυριά από το άγος των φουσκωμένων λογαριασμών ρεύματος και αερίου καλύπτοντας, σε πρώτη φάση από εθνικούς πόρους και κατόπιν από κοινοτικά κονδύλια, τις διαφορές σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Αν περιμένει να κινηθεί νωρίτερα η Ευρωπαϊκή Ένωση, θα είναι πλέον πολύ αργά.

Οι καιροί ου μενετοί!