Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεροβασίλη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεροβασίλη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Κρυμμένοι στα περίκλειστα τείχη του Μαξίμου



            Με ύφος που λίγο απείχε από εκείνο των μυθικών Μαινάδων, η κυβερνητική εκπρόσωπος εγκάλεσε –κατά την προσφιλή της τακτική- την αντιπολίτευση για τη στάση που τηρεί στο μείζον ζήτημα της –υποτιθέμενης- διαπραγμάτευσης και πιο συγκεκριμένα επειδή δεν αποφασίζει «αν έχουμε πει “ναι σε όλα” ή αν οδηγούμε τη χώρα στα βράχια».  
            «Διότι και τα δύο δεν μπορεί να συμβαίνουν», απεφάνθη η Όλγα Γεροβασίλη με τη γνωστή αμετροεπή επιθετικότητα που χαρακτηρίζει τον πυρήνα των ανθρώπων που στελεχώνουν τους τελευταίους 15 μήνες το Μέγαρο Μαξίμου. Ανθρώπους, οι οποίοι μέσα στα περίκλειστα «τείχη» στα οποία ζουν φαίνεται να αγνοούν την πραγματικότητα που διαμορφώνεται πίσω από τα αστυνομικά οχήματα που προστατεύουν το πρωθυπουργικό γραφείο.
            Αν η κυρία εκπρόσωπος και οι υποβολείς της είχαν στοιχειώδη επαφή με όσα συμβαίνουν στην ελληνική κοινωνία δεν θα έθεταν τέτοια υποτιθέμενα διλήμματα. Θα είχαν αντιληφθεί ότι η πεποίθηση όλο και περισσότερων Ελλήνων είναι, πλέον, ότι και «ναι σε όλα» θα συνεχίσουν να λένε και, εν τέλει, θα οδηγήσουν τη χώρα στα βράχια.
            Μόνο στη δημοσκόπηση που δημοσίευσε η «Αυγή» την περασμένη Κυριακή να είχαν ρίξει μια ματιά θα καταλάβαιναν. Και ποια είναι τα μέχρι τώρα αποτελέσματα της πολιτικής τους. Και, πολύ περισσότερο, που οδηγούν τη χώρα. Να θυμίσω, εν τάχει, τα ευρήματα της έρευνας που έκανε η Public Issue; Το 88% των πολιτών θεωρούν ότι τα πράγματα στη χώρα πηγαίνουν σε λάθος κατεύθυνση, έναντι του 7% που πιστεύει το αντίθετο.
            Ακόμη ηχηρότερος, όμως, είναι ο κόλαφος που δέχεται η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ από τις απαντήσεις που δίνουν οι συμμετέχοντες στην έρευνα για τη θέση της χώρας στον κόσμο, σε σύγκριση μ΄ έναν χρόνο πριν. Το 65% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι έγινε πιο αδύνατη, το 30% ότι παρέμεινε ίδια και μόλις στο 5% φθάνουν όσοι πιστεύουν ότι έγινε πιο ισχυρή, καταπίνοντας το παραμύθι της δήθεν «περήφανης διαπραγμάτευσης».
            Μπήκα στον κόπο και αναζήτησα την ανάλογη έρευνα που είχε διενεργήσει η ίδια εταιρία πριν ακριβώς ένα χρόνο και είχε επίσης δημοσιευτεί στην «Αυγή». Το 63% των ερωτηθέντων δήλωνε ότι ενέκρινε τους χειρισμούς της κυβέρνησης για το ζήτημα του χρέους, ενώ στο 82% έφθαναν οι πολίτες που εξέφραζαν «αίσθημα εθνικής περηφάνιας».
            Να το δούμε και με τα πρόσωπα των πρωταγωνιστών; Πέρυσι τέτοια εποχή, ο Αλέξης Τσίπρας απολάμβανε μιας πρωτοφανούς δημοφιλίας: το 78% των πολιτών είχαν θετική γνώμη για το πρόσωπο του και μόλις το 20% είχε αρνητική. Για τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά οι όροι ήταν σχεδόν αντεστραμένοι: το 70% είχε αρνητική γνώμη και το 28% θετική. Ενώ και στη λεγόμενη καταλληλότητα για την πρωθυπουργία η απόσταση υπήρξε εξίσου χαώδης υπέρ του νέου ενοίκου του Μαξίμου: 62% συγκέντρωνε ο κ. Τσίπρας, 20% ο κ. Σαμαράς.
            Ένα χρόνο αργότερα, τίποτε δεν είναι ίδιο, κυρίως επειδή η εικόνα του κ. Τσίπρα έχει καταρρεύσει στα μάτια των πολιτών. Οι θετικές γνώμες στο πρόσωπό του είναι λιγότερες και από εκείνες που είχε πέρυσι ο κ. Σαμαράς, καθώς φθάνουν στο 25%, ενώ οι αρνητικές εκτοξεύονται στο 73%. Αντιθέτως, ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης επιτυγχάνει κάτι που ίσως κανείς προκάτοχος του δεν κατάφερε σε τόσο σύντομο χρόνο. Όχι μόνον αναδεικνύεται σε δημοφιλέστερο πολιτικό αρχηγό με 43% θετικές γνώμες (στο 54% οι αρνητικές), αλλά προπορεύεται στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία με 38% έναντι 24% του κ. Τσίπρα.
            Υπό άλλες –κανονικές- συνθήκες, η δημοσκόπηση που είδε το φως στην «Αυγή» και όχι σε κάποια, κατά τον Κατρούγκαλο, «ναυαρχίδα του κιτρινισμού» ή σε ένα από, σύμφωνα με τον Πολλάκη, «βοθροκάναλα της διαπλοκής», που θέλει να κλείσει η κυβέρνηση, θα προκαλούσε πολιτικό σεισμό. Ο τόσο άγρια αποδοκιμαστέος από την κοινή γνώμη πρωθυπουργός θα προσπαθούσε να βρει τι έφταιξε και οι συνεργάτες του θα του έκαναν εισηγήσεις περί του πρακτέου.
Φεύ, όμως! Χωρίς αιδώ, υφίστανται τη μια ταπείνωση μετά την άλλη, αγνοώντας ότι οι πάντες, εντός και –κυρίως- εκτός Ελλάδος έχουν προεξοφλήσει ότι, προκειμένου να διατηρήσουν τις καρέκλες τους, είναι διατεθειμένοι να υπογράψουν τα πάντα. Τα τρικ της «δραματοποίησης» στα οποία καταφεύγουν κάθε φορά που ετοιμάζονται να κάνουν την επόμενη κωλοτούμπα (μαζεύουν τα αποθεματικά, διαρρέουν ότι τηλεφωνούν στους πάντες για να δείξουν ότι τάχατες διαπραγματεύονται, κ.ο.κ.), έχουν πλέον γίνει τόσο προβλέψιμα, που δεν εντυπωσιάζουν κανέναν.
Είναι τόσο εθισμένοι με την εμμονική προσπάθεια διατήρησης της εξουσίας τους που αδυνατούν να αντιληφθούν ότι ακόμη κι εκείνοι οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι που –εν είδει «καλού μπάτσου»- συνεχίζουν να δείχνουν συγκαταβατικοί, τηρούν αυτή τη στάση μέχρις ότου επέλθει η πλήρης παράδοση η οποία δεν θα αργήσει. Όπως κι εμείς, άλλωστε, το έργο το έχουν ξαναδεί κι εκείνοι. Και μπορεί από το καστ που πρωταγωνιστεί στο φετινό σίκουελ της δήθεν σκληρής διαπραγμάτευσης να λείπει ο παράγων Γιάνης Βαρουφάκης, αλλά αυτό κάνει μάλλον πιο προβλέψιμη την κατάληξη.
Έτσι, αντί να καλέσουν σε εθνική πανστρατιά για να κλείσει άμεσα και επιτυχώς η αξιολόγηση, ώστε να μην «καούμε», όπως οι ίδιοι προειδοποίησαν ότι θα συμβεί με την καθυστέρηση που έφθασε και πάλι την κατάσταση της χώρας στο μη περαιτέρω, υποκύπτουν στους ξένους, υβρίζοντας την αντιπολίτευση. Και το μόνο που, εν τέλει, επιτυγχάνουν είναι να φέρνουν πιο κοντά το τέλος τους.

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2015

«Τρώνε, πίνουν και την Άρτα φοβερίζουν…»




            Δεν ξέρω αν ευθύνεται ο σχετικά άκοπος τρόπος με τον οποίο ήρθαν στην εξουσία ή η άνεση την οποία νοιώθουν επειδή οι πολίτες τούς επιβράβευσαν, παρόλο που αθέτησαν ήδη από την πρώτη κυβερνητική περίοδο σχεδόν το σύνολο όσων είχαν υποσχεθεί, αλλά μου δημιουργείται η εντύπωση ότι ο αλαζονικός τρόπος με τον οποίο επιχειρούν να κυβερνήσουν ο Αλέξης Τσίπρας και η παρέα του δεν έχει το προηγούμενο του όχι μόνον στα εγχώρια αλλά ενδεχομένως και στα ευρωπαϊκά χρονικά.
            Δεν εξηγείται διαφορετικά η ακραία μορφή που φαίνεται να προσλαμβάνει η υποτίμηση της νοημοσύνης των ανθρώπων στους οποίους απευθύνονται οι κυβερνώντες με τη διαρκή διαστροφή γεγονότων και την εξύφανση απίθανων σεναρίων συνωμοσιολογίας που δεν υπακούουν στην κοινή λογική.
            Είναι χαρακτηριστικό ότι, την ίδια ώρα που υποχωρούν ταπεινωτικά σε όλες τις απαιτήσεις των δανειστών για να διατηρήσουν τις καρέκλες τους, σαλπίζουν ιαχές… νίκης που είναι εκτός τόπου και χρόνου. Οι γελοίοι ισχυρισμοί του απίθανου υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου ότι η «κυβέρνηση είναι θύμα της επιτυχίας της (!)», δεν αποτελεί την εξαίρεση αλλά τον κανόνα της πρόκλησης απέναντι σε κάθε άνθρωπο που έχει σώας τα φρένας.
            Σε κυβερνητική ανακοίνωση, άλλωστε, της ίδιας μέρας αναφορικά με τη συνεδρίαση του Eurogroup εξαπολυόταν επίθεση σε όσους, λέει, προεξοφλούσαν ότι δεν θα γινόταν δεκτές οι ελληνικές θέσεις για τον βαθμό εφαρμογής των μνημονιακών προαπαιτουμένων. Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν είχε αμφισβητήσει τη μηνημονιακή προσήλωση της κυβέρνησης και ο «εχθρός» που είχαν ανακαλύψει οι επικοινωνιακοί ινστρούχτορες του Μεγάρου Μαξίμου δεν ήταν παρά «εικονικός», αφού ακόμη και ο «συνήθης ύποπτος» Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήταν, αυτή τη φορά, αρκετά καλός και επιβραβευτικός προς  τον υπάκουο Ευκλείδη.  
            Εκεί, όμως, που οι κυβερνητικοί μηχανισμοί διαστρέβλωσης της πραγματικότητας έδωσαν τα ρέστα τους στην προσβολή της κοινής λογικής και στην κατασκευή εικονικών εχθρών ήταν με την υπόθεση των βαρύτατων καταγγελιών του πρώην υπουργού Γιάννη Πανούση για τους πολυπλόκαμους παρακρατικούς μηχανισμούς που ενεργοποιήθηκαν σχεδόν από την πρώτη μέρα που ανέλαβαν τη διακυβέρνηση οι σημερινοί κυβερνώντες.
            Οι ιταμές επιθέσεις κατά του Γιάννη Πανούση με στόχο να απονομιμοποιήσουν στα μάτια της κοινής γνώμης την επιτακτική ανάγκη να ριφθεί φως στην σκοτεινή υπόθεση που αναδείχθηκε από τις αποκαλύψεις του πρώην υπουργού, αποτελούν την αδιάψευστη μαρτυρία για τον πανικό που προκάλεσαν στο Μαξίμου τα όσα -λίγα, όπως φαίνεται- ήρθαν στη δημοσιότητα, καθώς η ιστορία έχει μεγαλύτερο βάθος και, επί παραδείγματι, η οικονομική της διάσταση –οι «μίζες» για τις οποίες μίλησε ο πρώην υπουργός- είναι ακόμη στο πλήρες σκοτάδι.
Η σπουδή, εξάλλου, των δύο υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης να τρέξουν στον Άρειο Πάγο, όχι για να, όπως θα περίμενε κανείς από αυτοαποκαλούμενους «προοδευτικούς» πολιτικούς, ζητήσουν πλήρη διαλεύκανση των καταγγελλομένων, αλλά εντεταλμένοι για να επιβάλουν συσκότιση με το απίστευτο ακόμη και για –έστω κατ’ όνομα - «αριστερούς» επιχείρημα της, δήθεν, «προστασίας της εθνικής ασφάλειας», συνιστά ίσως την τρανότερη απόδειξη ότι έχουμε μπλέξει με αδίστακτους πολιτικούς τυχοδιώκτες που δεν ορρωδούν προ ουδενός.
Καταφεύγουν με απίστευτη ευκολία σε αυταπόδεικτα ψέματα και είναι τόσο παθιασμένοι με την υπεράσπιση των εξουσιαστικών λαφύρων τα οποία φαίνεται να απολαμβάνουν που σε κάθε ευκαιρία και προς κάθε κατεύθυνση στέλνουν το μήνυμα ότι είναι αποφασισμένοι να καθυποτάξουν στις ανομολόγητες ορέξεις τους κάθε θεσμό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και να πλήξουν ηθικά κάθε πρόσωπο το οποίο μπορεί να αισθανθούν ότι στέκεται εμπόδιο στις κάθε είδους -εθνικολαϊκιστικές και συνάμα «πελατειακές»- επιδιώξεις τους.  
Αν συνδυάσει κανείς όλα αυτά με τις ανήκουστες και ανατριχιαστικές απειλές που εκστόμισε η κυβερνητική εκπρόσωπος επειδή, λέει, ένα κανάλι, το Mega, δεν ενέδωσε στην απαίτησή της να βγει στον αέρα, όταν εκείνη αποφάσισε ότι έπρεπε να σχολιάσει όσα είχαν μεταδοθεί στο δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού, συμπληρώνεται, νομίζω, το παζλ της ολοκληρωτικής νοοτροπίας που χαρακτηρίζει τους νεόκοπους εξουσιαστές που νομίζουν ότι η εξουσία την οποία μάλλον ανεπάντεχα απέκτησαν τους ανήκει απόλυτα και ει9ς τους αιώνας των αιώνων. 
Γι΄ αυτό και προφανώς συμπεριφέρονται όπως οι πολυτραγουδισμένοι Κλέφτες από το πολύ γνωστό δημώδες άσμα το οποίο έλεγε πως «τρώνε, πίνουν και την Άρτα φοβερίζουν…». Για πόσο άραγε;  Άγνωστο. Αν και ο Αβραάμ Λίνκολν έλεγε γι΄ αυτές τις περιπτώσεις το εξής: «μπορείς να ξεγελάς συνεχώς κάποιους, μπορεί κάποιες στιγμές να τους ξεγελάς όλους, δεν μπορείς, όμως, να τους ξεγελάς όλους για πάντα».

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Μας δουλεύουν. Και είναι πρώτη φορά τόσο αγρίως!



            Πάνω που, επιστρατεύοντας όση δόση επιείκειας σου έχει απομείνει μετά τον εξάμηνο όλεθρο, ετοιμάζεσαι να πεις: «που θα πάει; Νέοι είναι ακόμη, θα μάθουν», δεν περνάει μέρα που να μην έρχεται ένα νέο «επεισόδιο» να προστεθεί στο γαϊτανάκι της παραφροσύνης που μας έχει υποβάλει το συνονθύλευμα που παριστάνει την κυβέρνηση, οπότε υποχρεώνεσαι να αναφωνήσεις με αγανάκτηση: «ε, δεν τα έχουμε δει ακόμη όλα!».
            Τελευταίο κρούσμα η απίθανη αναγγελία (;) περί συλλογής υπογραφών από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για να απομακρυνθεί από το κυβερνητικό σχήμα ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Γιάννης Πανούσης, ο οποίος, έπειτα από κάποιες αρχικές αμφιταλαντεύσεις, αποτελεί, ίσως, το μοναδικό κανονικό κυβερνητικό στέλεχος αυτής της ετερόκλητης οπερέτας και ο οποίος είναι, μάλλον, ο μόνος που εννοεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντα –του… «αρχιμπάτσου», γιατί όχι;- που του ανατέθηκαν.
            Μπορεί τον πρώτο καιρό να φάνηκε λίγο διστακτικός στο ζήτημα που ανέκυψε με τις καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, καλώντας τους φοιτητές να κινητοποιηθούν για να διώξουν τους εισβολείς που είχαν κατασκηνώσει επί μέρες στην Πρυτανεία του Πανεπιστημίου, στη συνέχεια, όμως, έδειξε απαράμιλλη υπευθυνότητα στην αντιμετώπιση των βίαιων εκδηλώσεων. Υπευθυνότητα, μάλιστα, που ήταν απολύτως εναρμονισμένη με τη δημοκρατική ευαισθησία που οφείλει να τηρεί ένας υπουργός που σέβεται, πρωτίστως, τον εαυτό του και, δευτερευόντως, τους πολίτες που υπηρετεί.
            Προσωπικά, δεν μπορώ να βρω άλλο κυβερνητικό στέλεχος της παρούσας κυβέρνησης που να κάνει τη δουλειά του τόσο καλά όσο ο Γιάννης Πανούσης. Μέσα στη γενικευμένη κατάρρευση, η Αστυνομία και η Πυροσβεστική μοιάζουν να είναι οι μοναδικοί πυλώνες που αντέχουν σε ένα σύστημα που όλα δείχνουν να συνθλίβονται από τον ασφυκτικό κλοιό που συνιστούν από τη μια οι βαριές συνέπειες των αλύπητων μνημονιακών περικοπών και από την άλλη η απόλυτη ανευθυνότητα όσων έχουν την πολιτική ευθύνη τους τελευταίους έξι μήνες.
            Όποιος αμφιβάλει ας κάνει συγκρίσεις, πηγαίνοντας μια βόλτα από το ΙΚΑ ή από ένα οποιοδήποτε άλλο Ασφαλιστικό Ταμείο που είχε την ευθύνη του ο «πούρος» αντιμνημονιακός υπουργός Δημήτρης Στρατούλης. Ή, ακόμη καλύτερα, ας επισκεφτεί μια δομή υγείας ζητώντας να κάνει προληπτικές εξετάσεις για τον καρκίνο ώστε να γλυτώσει το πρόστιμο (!) που τον απειλεί ότι θα πληρώσει ο απίστευτος Παναγιώτης Κουρουμπλής, ο οποίος το μόνο που φαίνεται να τον ενδιαφέρει είναι πως θα κάνει διάφορες διευθετήσεις με τους φαρμακοβιομηχάνους και θα ξηλώσει τις διοικήσεις των νοσοκομείων για να βάλει «δικούς» του- και ας μην είναι κατ΄ ανάγκη του… ΣΥΡΙΖΑ, όπως παραπονούνται «σύντροφοί» του.    
Γι΄ αυτό, λοιπόν απορώ: Τι είδους υπογραφές κατά του Γιάννη Πανούση, από ποιους και γιατί θα μαζέψουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ; Οι ίδιοι, άλλωστε, στην αναγγελτική διαδικτυακή ανάρτηση του κ. Γιάννη Μηλιού, αναγνωρίζουν ότι ο κ. Πανούσης «δεν αυτοδιορίστηκε». Και πως θα μπορούσε, έξαλλου; Βρίσκεται στη συγκεκριμένη θέση, επειδή τον όρισε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Και μένει εκεί επειδή απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του.
            Μπορεί να μην αρέσει στη Νεολαία –και όχι μόνον- του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες έτσι συμβαίνει. Οι πρωθυπουργοί επιλέγουν και διορίζουν αυτοβούλως τους υπουργούς της αρεσκείας τους, χωρίς να ρωτούν τους κομματικούς… ινστρούχτορες. Και κρίνονται για τις επιλογές τους από τους πολίτες που τους ανέδειξαν στο αξίωμά τους και όχι από τις κλειστές κομματικές κάστες.              
Θέλετε και την ακόμη κωμικότερη διάσταση της όλης ιστορίας. Την ίδια ώρα που συνέβαιναν όλα αυτά και η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη, με όλες τις προηγούμενες αφορμές, επαναλάμβανε πρόσφατη δήλωσή της για δύο στρατηγικές –μια «ευρωπαϊκή» και μια «αντιευρωπαϊκή»- στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, στην Κουμουνδούρου συνεδρίαζε η Πολιτική Γραμματεία του κόμματος για να ρυθμίσει τα του επικείμενου Συνεδρίου.
Ναι, όσο και αν ακούγεται ανεκδιήγητο κάποιοι προσπαθούν να πείσουν –ποιόν άραγε;- ότι θα διεξαχθεί κομματικό Συνέδριο. Σαν μη συμβαίνει τίποτε. Λες και δεν υπήρξαν τα όσα προηγήθηκαν τον τελευταίο μήνα που μεσολάβησε από το άφρον δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Λες και δεν έχουν ιδέα για τα όσα θα ακολουθήσουν μόλις, οσονούπω, πάει στη Βουλή η δανειακή σύμβαση με τα συνοδευτικά, άκρως «μνημονιακά», μέτρα που θα κάνουν τον φετινό χειμώνα δραματικότερο από όλους του προηγούμενους.
Και –για να καταλάβετε για ποιους μιλάμε- μέσα σε όλη αυτή την απερίγραπτη παρανοϊκότητα ήρθε να προστεθεί και η παρέμβαση του Δημήτρη Παπαδημούλη, του αντιπροέδρου, παρακαλώ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τον οποίο ορισμένοι κατατάσσουν στη… συνιστώσα των «σοβαρών». «Η δυναμική διάσπασης, μπορεί να ακυρωθεί», έγραψε στο Twitter. «Αρκεί να δεσμευτούν όλοι καθαρά, ότι θα στηρίξουν τις αποφάσεις του έκτακτου Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ», συμπλήρωσε- αν είναι δυνατόν!
Επειδή, ειλικρινά, όση καλή προαίρεση και αν αναζητήσω μέσα μου, δεν μπορώ να δεχθώ ότι είναι τόσο αφελείς, ούτε ότι αδυνατούν να διδαχθούν από τα οδυνηρά λάθη στα οποία έχουν υποπέσει, πείθομαι όλο και περισσότερο ότι απλώς μας… δουλεύουν. Και μας… δουλεύουν αγρίως! Έχουν αντιληφθεί ότι έχουν να κάνουν με πολίτες που αρέσκονται στο… δούλεμα, πολίτες που δεν αντιδρούν στις ουρές, δεν προσβάλλονται από τις δημιουργικές ασάφειες, ούτε από το «Όχι» τους που γίνεται «Ναι». Και γι΄ αυτό συνεχίζουν ακάθεκτοι. Ως πότε; Έως τις επόμενες εκλογές -που θα τις προκηρύξουν άμεσα, επειδή θεωρούν ότι τους βολεύουν. Και βλέπουμε…

Παρασκευή 31 Ιουλίου 2015

Κομματική φαρσο-τραγωδία!



            Σε πείσμα όσων επαινούν την υποτιθέμενη «λαϊκή σοφία», όπως κάθε φορά εκφράζεται μέσα από την εκλογική διαδικασία, είμαι εξ εκείνων που ενστερνίζονται την άποψη ότι οι λαοί πολύ συχνά κάνουν λάθη, ενίοτε και μοιραία, εμπιστευόμενοι, έστω πλειοψηφικά, πρόσωπα και συλλογικότητες που είτε τους εξαπατούν συνειδητά, για χάριν της εξουσίας, είτε είναι απλά ανίκανοι να διαχειριστούν τις καταστάσεις τις οποίες οι πολίτες τούς αναθέτουν δια της ψήφου.
            Παρέλκει νομίζω να παραθέσω αρκετά από τα άπειρα ιστορικά παραδείγματα, εγχώρια και διεθνή, που επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς μου και περιορίζομαι να επισημάνω την ευρύτατα αναγνωρισμένη ως την πλέον κραυγαλέα περίπτωση αντιφατικής λαϊκής συμπεριφοράς που ήταν η καταψήφιση του Ελευθερίου Βενιζέλου στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 που λειτούργησε ως προανάκρουσμα της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Τι χρεία, άλλωστε, έχουμε να καταφύγουμε στο παρελθόν όταν στις μέρες μας βιώνουμε αυτή τη μοναδική και ανεπανάληπτη φάρσα διακυβέρνησης που αναδείχθηκε ως προϊόν της λαϊκής βούλησης που εκφράστηκε με την υπερψήφιση του ΣΥΡΙΖΑ, ενός πολιτικού συνονθυλεύματος; Και ενώ οι ίδιοι που απαρτίζουν αυτό το ετερόκλητο σχηματισμό αναγνωρίζουν, πλέον, την πλήρη αδυναμία να συμβιώσουν κάτω από την ίδια κομματική στέγη, είναι απορίας άξιον γιατί επιμένουν στην συγκατοίκηση, ταλαιπωρώντας τη χώρα και παίζοντας με τις τύχες όλων μας.
Εκείνο, εξάλλου, που όλος ο κόσμος το έχει εδώ και καιρό «τούμπανο», το ομολόγησε η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη, όταν προσερχόμενη στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε ξεκάθαρα για τις δύο αντιτιθέμενες στρατηγικές που ενυπάρχουν στο μεγαλύτερο κοινοβουλευτικό κόμμα και είναι από τη μια όσοι θέλουν την Ελλάδα στην Ευρώπη και από την άλλη όσοι τη θέλουν εκτός Ευρώπης.
Δεν είναι εύκολο να εξηγήσει κανείς γιατί στο Μέγαρο Μαξίμου –εξ ονόματος του οποίου μιλάει η κυβερνητική εκπρόσωπος- τους πήρε τόσο πολύ χρόνο να αντιληφθούν αυτή την κορυφαία στρατηγική διαφορά που τους χωρίζει. Μεγαλύτερη εντύπωση, όμως, προκαλεί ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας εξακολουθεί να τηρεί επαμφοτερίζουσα  στάση και -παρότι δεν απειλείται πολιτικά, τουναντίον- αποφεύγει να ξεκαθαρίσει το εσωκομματικό πεδίο.
Τι νόημα, άραγε, έχει ο ισχυρισμός του ότι «η πρώτη αριστερή κυβέρνηση στην Ευρώπη μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είτε υποστηρίζεται από αριστερούς βουλευτές είτε πέφτει αν κατά τη γνώμη τους δεν είναι αρκετά αριστερή», όπως είπε στην Κ.Ε. όταν εκείνοι στους οποίους απευθύνονταν είχαν τόσο αποκλίνουσες προσεγγίσεις στο υπ΄ αριθμόν ένα ζήτημα που απασχολεί σήμερα την Ελλάδα και είναι ο -σχεδόν υπαρξιακών διαστάσεων- προβληματισμός για τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας;    
Πολύ σωστά, αντιθέτως, ο κ. Τσίπρας είπε στους διαφωνούντες «συντρόφους» του ότι «δεν είναι δυνατόν κάποιοι να αξιοποιούν τις ψήφους άλλων κομμάτων για να αποφεύγουν την ευθύνη και την ίδια στιγμή να λένε ότι στηρίζουν την κυβέρνηση». Πλην, όμως, δίστασε να κάνει το επόμενο αποφασιστικό βήμα που δεν είναι άλλο από την υπόδειξη της «πόρτας εξόδου» ή έστω του «συναινετικού διαζυγίου» σε όσους ορέγονται αναβίωση της Οκτωβριανής Επανάστασης ή βλέπουν στο πρόσωπο του Πούτιν τη μετεμψύχωση του αγαπημένου τους Στάλιν.
Όπως και να έχει, πάντως, είναι φανερό πλέον ότι η απίστευτη πολιτική φάρσα την οποία –εν είδει διακυβέρνησης- βιώνουμε τους τελευταίους έξι μήνες έχει προ πολλού εκμετρήσει το ζην. Και είναι πια των αδυνάτων αδύνατο να συνεχιστεί επί πολύ το μοναδικά στα παγκόσμια χρονικά σημερινό σκηνικό που συγκροτείται από μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία την οποία απαρτίζουν στελέχη με εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις και επιδιώξεις.
Δεν μπορεί την ίδια ώρα που οι μισοί στο ΣΥΡΙΖΑ επιμένουν για «πάση θυσία παραμονή στο ευρώ», κάποιοι άλλοι από τον –υποτίθεται- ίδιο χώρο να καταρτίζουν πλάνα για εφόδους στο Νομισματοκοπείο και στις τραπεζικές θυρίδες ή να εκπονούν αστεία σχέδια την εισαγωγή παράλληλου νομίσματος και να συγκροτούν επιτροπές την μονομερή διαγραφή του χρέους.
Δεν είναι, επίσης, δυνατόν ενώ, υπάρχει δικαιολογημένα η αίσθηση ότι δεν ασχολείται κανείς με τα τόσο μεγάλα αλλά και μικρά προβλήματα –στην Υγεία, στην Παιδεία, στην Αγορά, στην καθημερινότητα- με τα οποία είναι αντιμέτωποι όλοι οι πολίτες, να σπαταλάτε ωφέλιμος χρόνος για τα εσωτερικά του ΣΥΡΙΖΑ και αν θα κάνουν δημοψήφισμα, Συνέδριο ή θα φλυαρούν, όπως έκαναν όταν ήταν στο 3% και δεν ενδιαφερόταν κανείς μαζί τους.
Είναι καιρός, λοιπόν, να λάβει επειγόντως ένα τέλος η απίστευτη φαρσοκωμωδία που εξελίσσεται μπροστά μας και η κυβέρνηση να αφοσιωθεί απερίσπαστη στο έργο για το οποίο έχει εκλεγεί: τη διακυβέρνηση της χώρας, πρώτη πράξη της οποίας είναι η το δυνατόν συντομότερα υπογραφή νέας συμφωνίας με τους εταίρους και δανειστές της χώρας.
Γιατί αλλιώς, η πολιτική φαρσοκωμωδία που έχουμε ενώπιον μας, σύντομα θα μετατραπεί σε τραγωδία για τη χώρα. Την πρώτη ελληνική φαρσοτραγωδία την οποία κινδυνεύουμε να ζήσουμε μόνον και μόνον για να παραμείνει τεχνητά συγκολλημένος ο ΣΥΡΙΖΑ!