Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αλέξης Τσίπρας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αλέξης Τσίπρας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 30 Ιουνίου 2023

Οφείλουμε χάριτες στο… μαξιλάρι του κ. Τσίπρα

 

Όπως ολόκληρη η διαδρομή του στη δημόσια ζωή, έτσι και η ανακοίνωση της απόφασης του Αλέξη Τσίπρα να εγκαταλείψει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ -τη λέξη παραίτηση ο ίδιος δεν την εκστόμισε- ήταν γεμάτη αντιφάσεις.

Η τετραήμερη καθυστέρηση, άλλωστε, με την οποία προχώρησε το αυτονόητο, το οποίο θα έκανε από την πρώτη στιγμή οποιοσδήποτε υπεύθυνος ηγέτης έβλεπε να χάνει με τόσο συντριπτικό τρόπο και μάλιστα από έναν αντίπαλο που ο ίδιος ισχυριζόταν ότι «ήταν ο χειρότερος πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης», έδειξε ότι το σκέφθηκε και το ξανασκέφθηκε πριν αντιληφθεί ότι δεν μπορούσε να μείνει άλλο κολλημένος στην αρχηγική καρέκλα.

«Έχω πια την εμπειρία αυτές τις αποφάσεις να μην τις λαμβάνω εν θερμώ. Να τις παίρνω στο μαξιλάρι μου και να τις βασανίζω. Να αποφασίζω με ψυχραιμία. Και αυτό έκανα για τρία εικοσιτετράωρα», ανέφερε εξάλλου επί λέξει στη δήλωσή του από το Ζάππειο, όπου εμφανίστηκε καταφανώς θλιμμένος για την τροπή που πήρε η πολιτική του καριέρα. Γι΄ αυτό και όσοι μιλούν για «γενναία πρωτοβουλία», πρέπει να υποδείξουν σε τι συνίσταται η γενναιότητα.

Όσο και αν είναι αλήθεια τα αυτοεπαινετικά λόγια που χρησιμοποίησε ο κ. Τσίπρας όταν είπε ότι «πήρε σε ηλικία 34 ετών την ηγεσία ενός μικρού κόμματος της Αριστεράς» και έγινε επτά χρόνια αργότερα «ο πρώτος αριστερός πρωθυπουργός στην Ευρώπη», εξίσου αλήθεια όμως είναι και αυτά που παρέλειψε να πει. Με κυριότερο ότι για να συμβούν τα παραπάνω χρειάστηκε να έρθει ο κόσμος ανάποδα και ο ίδιος να εκμεταλλευτεί με τον χειρότερο δυνατό την ανεπανάληπτη κρίση που επέπεσε επί της κεφαλής της ελληνικής κοινωνίας.

Ακούω με ενδιαφέρον εκείνους που εμφανίζονται ενοχλημένοι επειδή ασκείται κριτική, αντί να αποδίδονται τιμές, στον αποχωρούντα(;) από το προσκήνιο Αλέξη Τσίπρα. Δεν μπορώ, όμως, να μην αναρωτηθώ που ήταν όλοι αυτοί όταν ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του καταμαρτυρούσαν τα μύρια όσα στους αντιπάλους τους και δεν δίσταζαν να ενορχηστρώσουν κάθε είδους αθλιότητες που νόμιζαν ότι θα τους αποκόμιζαν κομματικά οφέλη. Τι να θυμηθούμε και τι να ξεχάσουμε; Τις μικρότητες; Τη στοχοποίηση; Τη διαρκή εχθροπάθεια κατά όσων δεν συμφωνούσαν με τον ΣΥΡΙΖΑ; Τις σκευωρίες;

Και πιο συγκεκριμένα: Τον «Πινοσέτ» Γιώργο Παπανδρέου; Τις έρευνες κατά των μελών της οικογένειας του Κώστα Σημίτη; Την πολύχρονη δικαστική ταλαιπωρία του επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου για να μη θιγεί η διακυβέρνηση Καραμανλή; Την άρνηση του πρωθυπουργού Τσίπρα να επισκεφθεί στο νοσοκομείο τον Λουκά Παπαδήμο που δέχθηκε βομβιστική επίθεση; Τα χαχανητά των βουλευτών του όταν ο χυδαίος συγκυβερνήτης τους απευθυνόταν από του βήματος της Βουλής στα στελέχη της αντιπολίτευσης με τη φράση «στα τέσσερα εσείς, στα τέσσερα…»;

Ο κατάλογος είναι πολύ πιο μακρύς και θα χρειαζόταν τόμοι ολόκληροι για να καταγραφούν οι μικρότερες ή μεγαλύτερες αθλιότητες εις βάρος όσων δεν έδιναν γη και ύδωρ στην συριζαϊκή εξουσία. Κι όλα αυτά την ίδια ακριβώς ώρα που έμεναν στο απυρόβλητο όσοι ήταν έτοιμοι να αλλαξοπιστήσουν και να προσκυνήσουν τον αρχηγό Τσίπρα. Θυμηθείτε, άλλωστε, πόσοι «Γερμανοτσολιάδες» από το ΠΑΣΟΚ και άλλα κόμματα έγιναν κατόπιν ηγετικά στελέχη και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν ξέρω ειλικρινά αν ήταν ενδεδειγμένος -τουλάχιστον για έναν πολιτικό ηγέτη ο οποίος ανεδείχθη ξεκάθαρος νικητής των εκλογών- ο τρόπος με τον οποίο αντέδρασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην αποχώρηση Τσίπρα. Είμαι όμως απολύτως βέβαιος ότι τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα αν οι όροι ήταν αντίστροφοι. Αν, δηλαδή, είχε νικήσει στις εκλογές ο Αλέξης Τσίπρας και είχε υποχρεωθεί σε αποχώρηση από την ηγεσία της παράταξής του ο Μητσοτάκης. Η αντίδραση του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν αναμφίβολα πολύ πιο επιθετική.

Κακά τα ψέματα, εκείνο με το οποίο έχει πρωτίστως συνδεθεί και θα αφήσει πίσω της η παρουσία του Αλέξη Τσίπρα στη δημόσια σφαίρα είναι η λέξη «kolotoumpa», η οποία έχει πλέον λάβει και διεθνή… πιστοποίηση, εξαιτίας των όσων έγιναν στη χώρα μας από τον Ιανουάριο του 2015 έως τον Ιούλιο του 2019. Είναι πολλές δεκάδες, αν όχι και εκατοντάδες, οι παλινωδίες του πολιτικού ο οποίος δεν αποφάσισε ποτέ αν ανήκει στη ριζοσπαστική αριστερά ή στη σοσιαλδημοκρατία, αλλά παρά ταύτα δεν είχε πρόβλημα να θέσει υπό τη σκέπη του κάθε ακροδεξιό απολειφάδι.

Υπό αυτή την έννοια, μάλλον χρωστάμε χάριτες στο… μαξιλάρι του κ. Τσίπρα που τον έπεισε ότι πρέπει, κατά την έκφρασή του, να «παραμερίσει». Διότι ο ίδιος, όπως φαίνεται, δεν ήταν καθόλου διατεθειμένος να μας απαλλάξει από την παρουσία του. Μας προειδοποίησε, άλλωστε, λέγοντας: «Μπορεί κάποιοι να χαίρεστε με την απόφασή μου. Και κάποιοι να λυπάστε. Αλλά τα επόμενα χρόνια δε θα είναι εύκολα για κανένα μας».

Λέτε να τον ξαναβρούμε μπροστά μας; Τίποτε δεν αποκλείεται. Αλλά ίσως αυτό που έχει σημασία είναι να μη συμπέσει με μια νέα κρίση και ένα νέο αντιμνηνιακό βούρκο που αποτελεί τον βιότοπο ανάδειξης πολιτικών αυτού του διαμετρήματος.

Υ.Γ.: Α, και κάτι τελευταίο, επειδή κάποιοι θα πουν ότι πολεμάμε τον Τσίπρα ακόμη και τώρα που είναι στα κάτω του. Η αλήθεια είναι ότι τη ζημιά στον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ δεν του την κάναμε εμείς που του ασκούσαμε κριτική. Εκείνοι που τον κατέστρεψαν και δεν τον άφηναν να δει την πραγματικότητα είναι όσοι του παρουσίαζαν ψεύτικες δημοσκοπήσεις και τον έπειθαν ότι ήταν άχαστος. Ελπίζω να του το είπε και αυτό το μαξιλάρι του.

Παρασκευή 2 Ιουνίου 2023

Οι εκλογές και το Διαδίκτυο ή όταν «το μέσο (δεν) είναι το μήνυμα»

Δύο επώνυμα στελέχη της -τέως και μελλοντικής κατά πάσα βεβαιότητα- κυβερνητικής παράταξης, ήταν μεταξύ εκείνων που έγιναν τις προηγούμενες ημέρες οι καλύτεροι διαφημιστές του κόμματος της Ζωής Κωνσταντοπούλου, το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, έχει στις νεότερες ηλικίες υπερδιπλάσια απήχηση από εκείνη που καταγράφει στο συνολικό εκλογικό σώμα.

Ως άλλοι… αστυνόμοι Σαΐνηδες οι δύο γαλάζιοι βουλευτές έσπευσαν να καταγγείλουν μέσα από τους λογαριασμούς τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι το site της Πλεύσης Ελευθερίας, ανάμεσα στους εθελοντές που αναζητούνταν για να βοηθήσουν το κόμμα της πρώην προέδρου της Βουλής, περιλαμβανόταν και η ειδική κατηγορία «ληστής τραπεζών». Για να γίνουν μάλιστα περισσότερο πιστευτοί διευκρίνιζαν: «προσοχή δεν είναι τρολιά».

Έλα, όμως, που, όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, ήταν όντως μια τρολιά, η οποία λειτούργησε ως μια αριστοτεχνική παγίδα στην οποία έπεσαν μέσα πολλοί και ανάμεσά του τα συγκεκριμένα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, τα οποία, επειδή θεώρησαν τους εαυτούς τους ειδήμονες στο Διαδίκτυο, ανέλαβαν άκοντες το έργο της διαφήμισης του διαδικτυακού ιστότοπου του κόμματος της Ζωής Κωνσταντόπουλου.

Η πρώην πρόεδρος της Βουλής θα έπρεπε να δαπανήσει πολλά χρήματα για να πετύχει το ίδιο διαφημιστικό αποτέλεσμα για να μπει τόσος κόσμος στο κομματικό της site. Η δε κίνησή της αυτή ίσως αποδειχθεί πιο αποδοτική και από την εξίσου εντυπωσιακή πρωτοβουλία της να δημοσιοποιήσει τον αριθμό του κινητού τηλεφώνου της για να μπορεί να επικοινωνήσει μαζί της όποιος ψηφοφόρος το επιθυμεί.

Παρατηρώντας κανείς μακροσκοπικά αυτή καθεαυτή τη συγκεκριμένη ιστορία αλλά και την ευρύτερη επήρεια που φαίνεται να είχαν οι διαδικτυακές καμπάνιες κομμάτων και υποψηφίων στα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών, έχω την αίσθηση ότι εύκολα συνάγεται το συμπέρασμα ότι η χρήση του Διαδικτύου είναι μεν μια αναγκαία συνθήκη για τον προεκλογικό αγώνα, πλην, όμως, δεν είναι διόλου ικανή για να αλλάξει άρδην τα δεδομένα.

Με άλλα λόγια, είναι πασιφανές και από την έκβαση που είχε η αναμέτρηση της 21ης Μαΐου ότι οι εκλογές δεν κερδίζονται οι εκλογές στο Διαδίκτυο. Ή, ίσως για να ακριβολογούμε, δεν κερδίζονται μόνον στο Διαδίκτυο. Δεν είναι, άλλωστε, διόλου τυχαία η ψυχρολουσία την οποία υπέστησαν οι υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ στο Διαδίκτυο όταν το βράδυ των πρόσφατης εκλογικής αναμέτρησης είδαν τον φαντασιακό κόσμο τους να έρχεται ανάποδα και αισθάνθηκαν σαν να τους πέφτει ο ουρανός στο κεφάλι.

Επί μήνες και χρόνια είχαν επενδύσει σε μια εικονική πραγματικότητα η οποία σχηματιζόταν μέσα από τα «μου αρέσει» και τις «καρδούλες» που συγκέντρωσαν οι αναρτήσεις τις οποίες έκαναν στο Facebook και στο Twitter και, κατά βάση, απευθύνονταν σε ένα πολύ περιορισμένο μικρόκοσμο το οποίο δεν είχε σχέση με την κοινωνική πραγματικότητα που διαμορφωνόταν. Το δικό τους σύμπαν ήταν πλήρως αποκομμένο από τον υπόλοιπο κόσμο.

Έκαναν υποτιθέμενες «δημοσκοπήσεις» μεταξύ τους οι οποίοι έβγαζαν… σταλινικά ποσοστά υπέρ των απόψεων τους. Το επετύγχαναν χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, αφού νωρίτερα είχαν μπλοκάρει και αποκλείσει από την ψηφοφορία οποιονδήποτε είχε διαφορετική άποψη από τη δική τους. Και παρ’ όλ΄ αυτά αναρωτιόνταν αν υπήρχαν ψηφοφόροι οι οποίοι το 2019 είχαν επιλέξει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στις 21 Μαΐου θα άλλαζαν την ψήφο τους. Αποδείχθηκε στην πράξη ότι ήταν πάρα πολλοί αλλά οι ίδιοι αδυνατούσαν να τους εντοπίσουν επειδή αρέσκονταν να διαβάζουν τις προβλέψεις του Ευάγγελου Αντώναρου.

Η περίπτωση της προσωρινής απόφασης του Αλέξη Τσίπρα να θέσει στο περιθώριο τον βουλευτή Χανίων Παύλο Πολάκη είναι ίσως ενδεικτική της διαστρέβλωσης της πραγματικότητας που μπορεί να προκαλέσει η άκριτη προσήλωση στις τάσεις του Διαδικτύου. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αναίρεσε την ειλημμένη απόφασή του να θέσει εκ ποδών τον «αψύ Σφακιανό» επειδή πείστηκε ότι οι αντιδράσεις που εκφράστηκαν μέσω του Διαδικτύου ήταν αντιπροσωπευτικές της βούλησης της κοινωνίας.

Η αλήθεια, όμως, που αναδείχθηκε μέσα από την κάλπη, είναι ότι ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Υγείας, ο οποίος αποτέλεσε εμβληματική προσωπικότητα της αντιπολιτευτικής τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από έναν θορυβοποιό που συσπείρωνε μεν γύρω από το πρόσωπό του τον σκληρό πυρήνα των φανατικών της παράταξης του, την ίδια ώρα, όμως, απωθούσε πολύ περισσότερους.

Μια ματιά στο αποτέλεσμα των Χανίων αρκεί να πείσει και τον πλέον δύσπιστο: η Νέα Δημοκρατία σε αυτή την περιφέρεια κέρδισε επτά μονάδες περισσότερες από το 2019 (από το 34,05% ανέβηκε στο πρωτοφανές στα χρονικά ποσοστό του 41,16%), ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ απώλεσε δεκαεπτά ολόκληρες μονάδες (από το 37,35% υποχώρησε στο 20,64%) που πρέπει να είναι η μεγαλύτερη ζημιά που υπέστη σε όλη την Επικράτεια. Τι και αν σταύρωσαν τον κ. Πολάκη 10.950 από τους συνολικά 18.439 Χανιώτες που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ;

Εν κατακλείδι, λοιπόν, μπορεί αρκετοί να έχουν παγιδευτεί στην περιώνυμη φράση του θεωρούμενου ως «γκουρού» της επικοινωνίας καθηγητή Μακ Λούαν σύμφωνα με την οποία «το μέσο είναι το μήνυμα», η πραγματική ζωή αποδεικνύει με κάθε ευκαιρία ότι, χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο όποιο μέσο -παραδοσιακό ή σύγχρονο- και αν χρησιμοποιεί κανείς, η κενότητα δεν γεφυρώνεται και ούτε καλύπτεται.

Παρασκευή 26 Μαΐου 2023

Πόσο «χαρισματικός» είναι αλήθεια ο Αλέξης Τσίπρας;

Η εικόνα του 77χρονου Στέφανου Τζουμάκα να σηκώνεται όρθιος το βράδυ της περασμένης Κυριακής στο τηλεοπτικό πλατό για να επιβάλει με έκδηλο θυμό σιωπή στον εκπρόσωπο Τύπου του ΠΑΣΟΚ Δημήτρη Μάντζο, χρησιμοποιώντας σε άψογη αρτινή προφορά τη γαλλική κραυγή «Σιλάνς!», ήταν ένα στιγμιότυπο που νομίζω ότι μπορεί να ερμηνεύσει το εκλογικό αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου καλύτερα από όλες τις εισηγήσεις που ζήτησε ο Αλέξης Τσίπρας να καταθέσουν τα πενθούντα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.

Για όσους ίσως δεν το γνωρίζουν ο κ. Τζουμάκας, ο οποίος εξελέγη βουλευτής Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ το… μακρινό 1977, δηλαδή πέντε ολόκληρα χρόνια προτού να γεννηθεί ο κ. Μάντζος που εκλέγεται τώρα για πρώτη φορά στο ίδιο αξίωμα, ορίστηκε τον περασμένο Νοέμβριο επικεφαλής σε Επιτροπή που συγκρότησε ο Αλέξης Τσίπρας για την Πολιτική Στρατηγική και Ανάλυση.

Ανέτρεξα στο Διαδίκτυο για να βρω το έργο της συγκεκριμένης Επιτροπής, για την οποία ομολογώ ότι δεν είχα ακούσει το παραμικρό όλους τους προηγούμενους μήνες, πλην, όμως, εις μάτην. Με εξαίρεση τα διθυραμβικά δημοσιεύματα της περιόδου που διορίστηκε η Επιτροπή, τα οποία έγραφαν για την κίνηση ματ που έκανε ο κ. Τσίπρας με την «αξιοποίηση» του παλαιότατου στελέχους του ΠΑΣΟΚ, δεν βρήκα το παραμικρό.

Θα μπορούσε, βεβαίως, να αντιτείνει κάποιος ότι η πολιτική στρατηγική που κατέστρωσε και οι αναλύσεις που έκανε η «Επιτροπή Τζουμάκα» υπήρξε έργο αθόρυβο. Και ίσως γι΄ αυτό ο εξ Άρτης ορμώμενος παμπάλαιος πολιτικός εξεμάνη όταν ο κατά πολύ νεώτερος του και απόλυτα ευπρεπής κ. Μάντζος αμφισβήτησε τα αισθήματα… ματαίωσης που δήλωσε ότι αισθάνεται ο όψιμος ΣΥΡΙΖΑίος κ. Τζουμάκας, όπως και τον αφορισμό του τελευταίου ότι -τι ειρωνεία αλήθεια!- «το ΠΑΣΟΚ κατέστρεψε τη χώρα»...

Αν, πάντως, ήταν αυτού του επιπέδου η «Τζουμάκειος» στρατηγική πολιτική ανάλυση, ενδεχομένως έτσι εξηγούνται και πολλά άλλα στιγμιότυπα των οποίων γίναμε μάρτυρες σε αυτή την προεκλογική περίοδο. Θέλω να σταθώ μόνον σε ένα από αυτά που νομίζω ότι αποτελεί την ερμηνευτική επιτομή της εκλογικής κατάρρευσης την οποία υπέστη το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα:

Σε ένα από τα προεκλογικά τηλεοπτικά τραπέζια στα οποία μετείχε η -επίσης νεόκοπη στη Κουμουνδούρου- εκπρόσωπος Τύπου Πόπη Τσαπανίδου άρπαξε από τα χέρια του εκπροσώπου της κυβέρνησης Άκη Σκέρτσου το έγγραφο που εκείνος επικαλείτο για να υποστηρίξει ότι το κόστος του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνούσε τα 80 δισ. ευρώ σε τετραετή ορίζοντα. Το μέλημα, ωστόσο, της κ. Τσαπανίδου ήταν να αποδείξει ότι δεν είχε σφραγίδες του Γενικού Λογιστηρίου, από το οποίο είχε υποστηρίξει ο κ. Σκέρτσος ότι άντλησε τα στοιχεία για το κόστος.

Η ίδια, η εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά προφανώς και κανείς άλλος από το κόμμα της σε ολόκληρη την προεκλογική περίοδο, δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να αμφισβητήσει μέτρο – μέτρο την ουσία των ισχυρισμών της κυβέρνησης. Κατά το παρελθόν, η αντίκρουσή τους περιοριζόταν στη στερεότυπη κορωνίδα του λαϊκισμού τους ότι «πάνω από τους αριθμούς είναι οι άνθρωποι». Στην πορεία προς την τελευταία εκλογική αναμέτρηση δεν επικαλούνταν ούτε καν αυτό. Ενδεχομένως, με τη συμβολή και των… αναλύσεων του κ. Τζουμάκα, να ήταν τόσο βέβαιοι για τη νίκη τους ώστε να απαξιούν να καταφύγουν ακόμη και σε μια τέτοια επιχειρηματολογία.

Έτσι ίσως εξηγείται και το γεγονός ότι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ το βράδυ της Κυριακής, έχοντας υποστεί το σοκ της πρωτοφανούς και αναπάντεχης κατάρρευσης των εκλογικών του επιδόσεων, φέρεται να εγκάλεσε τους συνεργάτες του επειδή δεν τον είχαν προϊδεάσει για το οδυνηρό αποτέλεσμα που του επεφύλαξαν οι κάλπες. Από την άλλη, ωστόσο, η συγκεκριμένη αντίδραση αποτέλεσε την απόλυτη επιβεβαίωση του πραγματικού πολιτικού διαμετρήματος του κ. Τσίπρα.

Με την ίδια ευκολία με την οποία οι συγκυρίες της μνημονιακής χρεοκοπίας τον ανέβασαν στο ζενίθ της δόξας του, κάνοντας αρκετούς να μιλούν για έναν «χαρισματικό» πολιτικό, η επιστροφή της Ελλάδας στην κανονικότητα τον προσγείωσε στο ναδίρ, δίνοντας την αφορμή σε πολλούς να διαπιστώνουν την προϊούσα απομάγευση της ελληνικής κοινωνίας από το περίτεχνα φιλοτεχνημένο προφίλ του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ.

Για όποιους, εξάλλου, όλα τα τελευταία χρόνια δεν έτρεφαν αυταπάτες, το αποτέλεσμα της περασμένης Κυριακής δεν υπήρξε κεραυνός εν αιθρία. Ήταν αναπόδραστο ότι κάποια στιγμή θα έσπαγε η φούσκα του… άχαστου ηγέτη που δεν δίσταζε μπροστά σε τίποτε και ήταν διατεθειμένος να κάνει τα πάντα. 

Πολεμούσε, υποτίθεται, τη Δεξιά, αλλά δεν είχε πρόβλημα να ξεπλένει τις αμαρτίες και τις ευθύνες των κατ΄ εξοχήν ανθρώπων της που επιτάχυναν την χρεοκοπία. Αποδομούσε, τάχατες, το μνημονιακό ΠΑΣΟΚ αλλά χορηγούσε συγχωροχάρτι και στους πλέον σκληρούς υβριστές του, αρκεί να ήταν έτοιμοι να μεταμορφωθούν σε θαυμαστές του.

Ήταν για γέλια και για κλάματα, η σύνθεση με τις πρώτες σειρές των καθισμάτων της τελευταίας συνεδρίασης της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ που συνήλθε την Πέμπτη για να αποτιμήσει τα αίτια της εκλογικής ήττας. 

Μπορεί να μην ικανοποιήθηκε ο -ΣΥΡΙΖΑίος τελευταίας εσοδείας- Ευάγγελος Αντώναρος από την θερμότητα του χειροκροτήματος με την οποία έγινε δεκτός ο ηγεμόνας, αλλά η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι που βρέθηκαν μπροστά μπροστά ήταν παλαιοί επικριτές του, αν όχι και υβριστές του: από τον Χατζησωκράτη της ΔΗΜΑΡ και τον Κόκκαλη των ΑΝΕΛ έως τα πρωτοπαλίκαρα του ΓΑΠ Γιάννη Ραγκούση και Συμεών Κεδίκογλου. 

Αρκεί ίσως μόνον να επισημάνουμε ότι ο τελευταίος είχε προφητεύσει ότι «θα έρθει η ώρα που ο κ. Τσίπρας δεν θα μπορεί να διαχειριστεί την αθλιότητα που δημιούργησε».

Αν κρίνουμε από τις τελευταίες δημόσιες παρουσίες του, το πιθανότερο είναι ότι, με την υποστήριξη και όσων η ύπαρξή τους εξαρτάται απολύτως από τη δική του παραμονή στο πολιτικό γίγνεσθαι, δεν θα απαλλαγούμε από τον κ. Τσίπρα ούτε μετά τη νέα ήττα που όλα δείχνουν ότι τον περιμένει στις 25 Ιουνίου. 

Ακόμη και έτσι, όμως, ο πρωθυπουργός που παρέδωσε για 99 χρόνια ολόκληρη την περιουσία της χώρας στους δανειστές της, ο πολιτικός αρχηγός που έκανε υπουργό τον Πάνο Καμμένο, υφυπουργούς τον Χαϊκάλη και τον Ζουράρι και βουλευτή τη Ραχήλ Μακρή, ο διώκτης στα λόγια της Ακροδεξιάς που δεν εύρισκε αίθουσα για τη δίκη της Χρυσής Αυγής και ψάρευε ψήφους στα θολά νερά των οπαδών του Κασιδιάρη, ο αποτυχημένος μίμος ασύγκριτων προσωπικοτήτων του παρελθόντος, θα πάψει οριστικά να θεωρείται «χαρισματικός».

Ο καιρός γαρ εγγύς!

Δευτέρα 22 Μαΐου 2023

Τέλος εποχής (;) για τη… μνημονιακή παράνοια

Είτε το δει κάποιος ως θρίαμβο του Κυριάκου Μητσοτάκη, είτε το προσεγγίσει ως βατερλώ του ΣΥΡΙΖΑ, το χθεσινό εκλογικό αποτέλεσμα συνιστά χωρίς υπερβολή έναν ιστορικών διαστάσεων πολιτικό σεισμό, που όμοιός του δεν έχει καταγραφεί στα κοινοβουλευτικά χρονικά του τόπου μας. Και που, κατά πάσα πιθανότητα, συνιστά το τέλος μιας ολόκληρης εποχής, της εποχής της μνημονιακής παράνοιας.

Είναι, άλλωστε, χωρίς προηγούμενο, τουλάχιστον στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, η διπλή παραδοξότητα αυτής της εκλογικής αναμέτρησης που συνθέτουν από τη μια η εντυπωσιακή ενίσχυση της εκλογικής απήχησης του κόμματος που ασκούσε επί μια τετραετία -και τι τετραετία!- την εξουσία και από την άλλη η ραγδαία φθορά την οποία υπέστη το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Παρά ταύτα και χωρίς τη διάθεση διεκδίκησης ρόλου μετά Χριστόν προφήτη, πρέπει να ομολογήσω ότι δεν πέσαμε από τα σύννεφα όλοι όσοι ήμασταν αποδέκτες των δημοσκοπικών ευρημάτων.

Οι προσεισμικές δονήσεις που προοιωνίζονταν τον επερχόμενο μεγάλο σεισμό ήταν παραπάνω από αισθητές για όποιον δεν μετέτρεπε την επιθυμία του σε πραγματικότητα, δεν είχε αυταπάτες και δεν είχε καταληφθεί από ψευδαισθήσεις, όπως αυτές που πλήρωσε πανάκριβα η χώρα μας μετά τις πρώτες εκλογές του 2015 και πριν από την κωλοτούμπα που ακολούθησε το επόμενο καλοκαίρι.

«Αν επιβεβαιωθούν από την κάλπη αυτά που βλέπουμε στις έρευνες, πίστεψέ με ότι το βράδυ της 21ης Μαΐου όλοι οι Έλληνες θα τρίβουν τα μάτια τους, βλέποντας το κοινό exit poll που θα δώσουν όλες μαζί οι δημοσκοπικές εταιρίες», έλεγε στον γράφοντα την πρώτη βδομάδα μετά την επίσημη προκήρυξη των εκλογών ο βασικός εκλογικός αναλυτής της κυβερνητικής παράταξης.

Ο συνομιλητής μου συνόδευσε αυτή την άκρως προφητική, όπως περίτρανα αποδείχθηκε κατά τη χθεσινή εκλογική διαδικασία, εκτίμηση με την απορία του για τις ακραίες επιθέσεις που είχε εξαπολύσει εκείνες τις μέρες η Κουμουνδούρου εναντίον των εταιριών που έκαναν μετρήσεις. 

«Η πιάτσα είναι πολύ μικρή και ξέρουμε ότι και ο Τσίπρας παίρνει τα ίδια ακριβώς στοιχεία τα οποία παίρνουμε κι εμείς», παρατηρούσε. «Επειδή αποκλείω να του τα κρύβουν οι συνεργάτες του, αναρωτιέμαι ειλικρινά τον λόγο για τον οποίο συμπεριφέρεται σαν να μην υπάρχουν…», συμπλήρωνε.

Το γεγονός ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και ο στενός πυρήνας των συνεργατών του στην Κουμουνδούρου ήταν ενήμεροι για τα δημοσκοπικά ευρήματα επιβεβαίωναν το ίδιο διάστημα σε κατ΄ ιδίαν συνομιλίες τους οι περισσότεροι από τους υπεύθυνους των εταιριών ερευνών. Οι ίδιοι, μάλιστα, παραδέχονταν ότι είχαν διαμηνύσει στην ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι «εύρισκαν τον ΣΥΡΙΖΑ κοντά στο 20%».

Επειδή, όμως, φοβούνταν ότι θα αυξανόταν το ούτως ή άλλως ασύλληπτο «μπούλινγκ» το οποίο δέχονταν -και με καταγγελίες περί διαπλοκής με την κυβέρνηση- όσοι έδειχναν ότι η ψαλίδα της διαφοράς με τη ΝΔ διαρκώς άνοιγε, για να φυλάξουν τα νώτα τους, έδιναν στον ΣΥΡΙΖΑ μεγαλύτερα ποσοστά από αυτά που είχε το δείγμα τους. 

Στην Κουμουνδούρου, μάλιστα, είχαν επίγνωση αυτού του γεγονότος, αλλά αντί να κάνουν κάτι για να διορθώσουν τη λάθος πορεία που είχαν χαράξει, καλούσαν τις εταιρίες να δώσουν στη δημοσιότητα τα πρωτογενή ευρήματά τους, δηλαδή χωρίς τις σταθμίσεις με τις οποίες ουσιαστικά η δύναμη της αξιωματικής αντιπολίτευσης εμφανιζόταν να είναι μεγαλύτερη από την πραγματική που διαπίστωναν οι έρευνες.

Εκ του αποτελέσματος, λοιπόν, θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι προβλέψεις των δημοσκόπων έπεσαν εντελώς έξω σε αυτές τις εκλογές. Και αυτό, κακά τα ψέματα, αποτελεί αναμφισβήτητα μια μεγάλη αλήθεια που δεν πρέπει να μας αφήσει αδιάφορους. 

Μέχρι την τελευταία στιγμή έδιναν το προβάδισμα της ΝΔ να κυμαίνεται από τις 5 έως τις 7 ποσοστιαίες μονάδες και εντέλει η διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν τριπλάσια, αφού ξεπέρασε τις είκοσι μονάδες. 

Βρήκαν, βεβαίως, σε γενικές γραμμές τη σειρά κατάταξης των κομμάτων, αλλά αυτό δεν είναι παρήγορο και ούτε μπορεί να αποτελέσει «άλλοθι» για το γεγονός ότι υπέκυψαν στον εκβιασμό.

Όπως και να έχει, πάντως, το βασικό ζήτημα το οποίο αναδείχθηκε από τις χθεσινές κάλπες δεν είναι τα φοβικά σύνδρομα των δημοσκόπων. Είναι η στάση και η συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ που κατέρρευσαν με τον ίδιο παταγώδη τρόπο με τον οποίο κατέρρευσαν τα εκλογικά του ποσοστά. Θα έλεγε μάλιστα κανείς ότι καθυστέρησε να έρθει αυτή η ώρα. 

Στα ένδεκα χρόνια που παρήλθαν από τη μετεωρική ανέλιξη που εμφάνισε το συγκεκριμένο κόμμα μετά τις εκλογές του 2012, στις οποίες πιστοποιήθηκε η διάλυση του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος, οι άνθρωποι που το στελέχωσαν πορεύτηκαν με πρωτοφανή ερασιτεχνισμό και ασύλληπτη θρασύτητα.

Ενώ υιοθέτησαν τις χειρότερες μορφές του παλαιοκομματισμού, από αποστασίες και ρουσφέτια έως εξαγορές ψήφων, εμφανίζονταν να διαθέτουν το διαβόητο, πλέον, «ηθικό πλεονέκτημα» που οι ίδιοι απένειμαν στους εαυτούς τους. Κουνούσαν το δάκτυλο στους αντιπάλους τους, ενώ οι ίδιοι είχαν ακολουθήσει τις πλέον αντιλαϊκές πολιτικές της περιόδου των Μνημονίων, με αποκορύφωμα το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας μέσω του Υπερταμείου.

Όλα αυτά τα χρόνια παρίσταναν τους δήθεν προοδευτικούς, αλλά δεν είχαν πρόβλημα να κανακεύουν και να συνεργάζονται με τα πλέον συντηρητικά στοιχεία του πολιτικού φάσματος, φθάνοντας μέχρι του σημείου να απορροφήσουν το σύνολο των ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου. Παρίσταναν τους πολέμιους των ακροδεξιών, αλλά δεν εύρισκαν αίθουσα για να δικάσουν τους εγκληματίες της Χρυσής Αυγής, αφού θεωρούσαν τις ψήφους τους ευπρόσδεκτες, φθάνοντας μέχρι του σημείου να καλούν ανερυθρίαστα τους οπαδούς του Κασιδιάρη να προτιμήσουν τη δική τους κάλπη.

Έχασαν τις εκλογές του 2019 αλλά δεν διδάχθηκαν τίποτε. Συνέχισαν να πολιτεύονται και ως αξιωματική αντιπολίτευση με τον ίδιο αρνητισμό που είχαν προτού γίνουν κυβέρνηση. Δεν ήθελαν ή ίσως δεν μπορούσαν να αντιληφθούν ότι οι καιροί είχαν αλλάξει. 

Επιδίδονταν -και αυτό ήταν το μόνο τους ταλέντο- σε δολοφονίες χαρακτήρα των πολιτικών τους αντιπάλων και οποιουδήποτε άλλου τους ασκούσε κριτική, που με αναίδεια τον αποκαλούσαν «πετσωμένο».

Το φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε μια ανορθογραφία την οποία μας κληρονόμησαν οι ακραίες μνημονιακές πολιτικές που δοκίμασαν την κοινωνική συνοχή στην Ελλάδα που χρεοκόπησε. 

Με όλα τα στραβά και τα ανάποδα που είχε η τετραετία που πέρασε, φάνηκε στη διάρκειά της ότι οι ακραίες μνημονιακές πολιτικές είναι πλέον παρελθόν. 

Παρά τις δυσκολίες της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία, τα εισοδήματα των Ελλήνων αυξήθηκαν και πολλοί συμπατριώτες μας βρήκαν δουλειές. Σίγουρα δεν λύθηκαν τα προβλήματά μας. 

Με την ίδια σιγουριά, όμως, μπορούμε να πούμε ότι τα χθεσινά εκλογικά αποτελέσματα έδειξαν ότι η πλειονότητα των Ελλήνων δεν βολεύεται με την παράνοια την οποία βιώσαμε τα μνημονιακά χρόνια και εκφράστηκε με τις αντιφάσεις, τις ψευδαισθήσεις και τις αυταπάτες που, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, καλλιέργησαν ο ΣΥΡΙΖΑ και η ηγεσία του.

Υπό αυτή την έννοια, η κατάρρευση του αφηγήματός τους που αναδείχθηκε μέσα από τις χθεσινές κάλπες συνιστά το τέλος μιας ολόκληρης εποχής και την απαρχή μιας νέας. 

Η οποία, ας ελπίσουμε, ότι θα χαρακτηριστεί από την αλήθεια και την επαναφορά στην κανονικότητα της κοινής λογικής και της στοιχειώδους συνεννόησης. Και γι΄ αυτά που λέμε. Και γι΄αυτά που εννοούμε.

Παρασκευή 28 Απριλίου 2023

Ποιος είναι ο γκαντέμης και ποιος ο προληπτικός

Την παραμονή της τελευταίας προεκλογικής ομιλίας που έκανε ο Ανδρέας Παπανδρέου στο Σύνταγμα πριν από τις θριαμβευτικές για τον ίδιο και το ΠΑΣΟΚ εκλογές του Οκτωβρίου του 1981, η πρόβλεψη της μετεωρολογικής υπηρεσίας έδειχνε βροχή. Πλην, όμως, η πρόβλεψη αυτή δεν επιβεβαιώθηκε.

Γι΄ αυτό και ο ξεχωριστός, από κάθε άποψη, πολιτικός αυτός ηγέτης, μόλις βγήκε στην εξέδρα, ξεκίνησε την ομιλία του με την επική φράση ότι «ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ έδωσε μάχη με το μετεωρολογικό δελτίο και το κέρδισε». 

Το μεγάλο πλήθος του κόσμου, το οποίο είχε κατακλύσει στην πλατεία για να τον ακούσει, παραληρούσε από την υψηλή αίσθηση του χιούμορ με την οποία ο χαρισματικός πολιτικός σχολίασε το γεγονός ότι το κέντρο της Αθήνας ήταν λουσμένο από το φως ενός υπέροχου φθινοπωρινού ήλιου.

Το περασμένο Σάββατο που ο καιρός ήταν βροχερός στη Βόρεια Ελλάδα, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας από τη Θέρμη, μια περιοχή έξω από τη Θεσσαλονίκη, όπου περιόδευε, ξεκίνησε την ομιλία του, που ήταν η πρώτη της επίσημης προεκλογικής περιόδου, λέγοντας: «Ούτε η βροχή ούτε κανένα καιρικό φαινόμενο δεν μπορεί να σταματήσει τον ενθουσιασμό και τη μεγάλη επιθυμία να έρθει η αλλαγή στη χώρα μας».

Δεν έμεινε, όμως, εκεί. Αμέσως μετά συμπλήρωσε: «Σήμερα είναι μία σπουδαία ημέρα. Σήμερα που ο Μητσοτάκης ανακοίνωσε την προσφυγή στις κάλπες έγινε σεισμός στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη βρέχει από το πρωί». 

Αναλογιζόμενος, ίσως, ότι οι ισχυρισμοί του αυτοί δεν ήταν ούτε ορθολογικοί, ούτε αριστεροί, έσπευσε να συνεχίσει, υποστηρίζοντας: «Δεν είμαι προληπτικός, δεν πιστεύω στις προλήψεις, αλλά καλού κακού στις 21 του Μάη μαζί με την ψήφο μας θα σπάσουμε και το ρόδι, για να έρθει καινούργια μέρα στον τόπο, να ανασάνει η κοινωνία, να ξεφύγουμε από μία πολιτική που τα δίνει όλα στους ισχυρούς». 

Για κάποιον -όχι και τόσο περίεργο- λόγο, όμως, φαίνεται ότι τα όσα είπε ο πρώην πρωθυπουργός σε εκείνη στην ομιλία του φάνηκαν ότι «έπιασαν τόπο» και έτσι τρεις μέρες αργότερα όταν βρέθηκε στο πρωινάδικο της τηλεόρασης του Alpha και ρωτήθηκε σχετικά από την Σταματίνα Τσιμτσιλή, μιλώντας σε άψογη συριζαϊκή διάλεκτο, είπε τα εξής εκπληκτικά: 

«Ξέρετε, γενικά έχω χιούμορ και μ’ αρέσει όταν μιλάω πλατιά στον κόσμο, να σπάω και λίγο την… απεύθυνσή μου στον κόσμο, να μη μιλάω μονάχα για τα πολύ μεγάλα και σημαντικά, να κάνουμε και λίγο χιούμορ…».

Και αφού διευκρίνισε για μια ακόμη φορά ότι δεν είναι «καθόλου προληπτικός» και δεν πιστεύει σε όλα αυτά, δεν έχασε την ευκαιρία να πει: «Έχει βγει το όνομα στον κ. Μητσοτάκη, είναι αλήθεια, όπως είχε βγει και στον συγχωρεμένο τον πατέρα του το όνομα. Αλλά νομίζω εν πάση περιπτώσει ότι η χώρα χρειάζεται μια μεγάλη αλλαγή και έτσι είπα να σπάσουμε και το ρόδι, εν πάση περιπτώσει, να μη μας βρει άλλη κακοτυχία…».

Για να πείσει, μάλιστα, ότι δεν είναι προληπτικός -που να ήταν κιόλας!- διευκρίνισε αμέσως μετά: «Εγώ έμεινα τρεις μέρες στην Κέρκυρα, τις δυο είχε ηλιοφάνεια όσο ήμουν...». 

Δύο μέρες αργότερα, εξάλλου, στο πρωινάδικο του ANT1 αυτή τη φορά, επανήλθε για να επαναλάβει την ίδια ατάκα που φαίνεται να του άρεσε: «Να σπάσουμε το ρόδι στις 21 του Μάη να μη μας βρούνε άλλα δεινά», είπε.

Ειλικρινά δεν ξέρω τι είναι χειρότερο: να πιστεύει, πράγματι, ο κ. Τσίπρας ότι ο πολιτικός του αντίπαλος είναι όντως γκαντέμης και προκαλεί κακοτυχία στη χώρα με σεισμούς, λιμούς και καταποντισμούς ή απλώς να λέει όσα λέει για το… σπασμένο ρόδι επειδή δεν έχει πρόβλημα να ψαρεύει σε θολά νερά, καλλιεργώντας τα πιο χαμηλά ένστικτα με τα οποία λειτουργεί μια αξιοσημείωτη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας;

Ό,τι, πάντως, κι αν ισχύει από τα δύο, η αλήθεια είναι πως η μέχρι στιγμής πολιτική πραγματικότητα μαρτυρεί ότι οι δοξασίες για την καλοτυχία του Αλέξη Τσίπρα και την κακοτυχία του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν βρίσκουν έρεισμα. 

Δεν χρειάζεται να συμπαθεί κανείς τον τελευταίο για να αναγνωρίσει ότι από τους πρώτους μήνες του 2016 που ο επονομαζόμενος «γκαντέμης» αναδείχθηκε στην ηγεσία της ΝΔ, προπορεύεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις και, διαψεύδοντας τις κάθε είδους προλήψεις, έβαλε τέρμα στην πολιτική κυριαρχία του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ.

Σε πείσμα της δημόσιας εκφρασμένης πεποίθησης του πρώην πρωθυπουργού ότι δεν υπήρχε ούτε μια πιθανότητα στο εκατομμύριο να χάσει από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο αρχηγός της συντηρητικής παράταξης -που θα δικαιολογούνταν να ήταν και προληπτικός…- τον κέρδισε κατά κράτος στις τρεις εκλογικές αναμετρήσεις του 2019. Και όλα τα προγνωστικά δείχνουν ότι το ίδιο θα συμβεί και στην επερχόμενη εκλογική μάχη της 21ης Μαΐου.

Ίσως γιατί στην πολιτική, όπως, εξάλλου, και στη ζωή, ο κρίσιμος παράγων που κινεί τους τροχούς της Ιστορίας δεν είναι ούτε τα ρόδια, ούτε τα γούρια. Είναι η δουλειά του καθενός και ο τρόπος που αυτή αποτιμάται από τους πολίτες.

Παρασκευή 14 Απριλίου 2023

Τα προεκλογικά «λόγια του αέρα»

Δεν μου συμβαίνει συχνά και γι΄ αυτό σπεύδω να επισημάνω εξ αρχής ότι βρίσκω… λογική την άποψη που εξέφρασε πρόσφατα ο Αλέξης Τσίπρας ότι «όλα όσα προεκλογικά λέγονται θα είναι πολύ διαφορετικά με αυτά που μετεκλογικά θα αποφασισθούν» (Star Channel 10/4/2023).

Μπορεί να εξέπληξε ολίγον η ωμότητα με την οποία εκφράστηκε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και να ξένισε η παραδοχή ενός πρώην πρωθυπουργού ότι «προεκλογικά λέγονται πολλά λόγια του αέρα», αλλά σίγουρα συνιστά αυταπάτη να πιστέψουμε ότι οι προεκλογικές εξαγγελίες των κομμάτων συνιστούν θέσφατα που είναι γραμμένα στην πέτρα.

Ο βασικός λόγος για τον οποίο ισχύει αυτό είναι επειδή ανάμεσα στα προεκλογικά ζητούμενα και στα μετεκλογικά δεδομένα μεσολαβεί ένα συγκλονιστικό γεγονός που είναι το αποτέλεσμα της κάλπης στο οποίο αποτυπώνεται η βούληση του εκλογικού σώματος. Βούληση που, από τη μια, δεν μπορεί κανείς να την προδικάσει προτού να ανοίξουν οι κάλπες και, από την άλλη, ουδείς δικαιούται να την παραβλέψει όταν κλείσουν οι κάλπες και γίνει γνωστή η λαϊκή ετυμηγορία.

Με άλλα λόγια, χωρίς να δικαιολογούνται όσοι καταφεύγουν σε υπερφίαλους βερμπαλισμούς και άλματα λογικής για να προσποριστούν περισσότερες ψήφους, δεν είναι υποχρεωτικό να επιμένουν όλοι στα προεκλογικά τους «θέλω» και να μην λαμβάνουν υπόψιν τους τα μετεκλογικά «μπορώ». Θεωρητικώς, άλλωστε, μιλώντας είναι γεγονός ότι όλοι οι υποψήφιοι που κατεβαίνουν στην εκλογική κονίστρα ξεκινούν από την ίδια αφετηρία και κατευθύνονται προς τον ίδιο τερματισμό με στόχο να κόψουν πρώτοι το νήμα.

Όσο και αν στην πράξη τα πράγματα διαφοροποιούνται, δύσκολα μπορεί κάποιος να απαιτήσει από όσους πολιτεύονται να αναγνωρίσουν εκ των προτέρων ότι δεν είναι ταγμένοι στον στόχο της νίκης. Το λέει, εξάλλου, τόσο παραστατικά ο μελοποιημένος από τον Μάνο Χατζιδάκι στίχος του Ιάκωβου Καμπανέλλη, σύμφωνα με τον οποίο «όποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει, στρατιώτη μου, για πόλεμο δεν κάνει…».

Υποχρέωση των κομμάτων -και πρωτίστως της ηγεσίας και των στελεχών τους- είναι να παρουσιάζουν προεκλογικά τις προγραμματικές θέσεις τους και αφού αυτές τεθούν, όπως και οι ικανότητες των προσώπων που προτείνουν για να αναλάβουν αξιώματα, στη βάσανο της λαϊκής κρίσης. Μετά τις εκλογές η υποχρέωση όλων αλλάζει και επικεντρώνεται πλέον στην αποτίμηση και στον βαθμό ανταπόκρισης των πολιτών σε όσα επαγγέλθηκαν.

Εφόσον οι πολίτες εγκρίνουν τις προτάσεις τους, δεν έχουν παρά να επιχειρήσουν να τις εφαρμόσουν. Αν, αντιθέτως, τις απορρίψουν εκείνο που πρέπει να κάνουν είναι να παραχωρήσουν το γήπεδο της εφαρμογής σε όσους πλειοψήφισαν και να περιοριστούν στον ρόλο του ελέγχοντος στον οποίο τους έταξε η ετυμηγορία του εκλογικού σώματος. 

Έτσι επιβάλουν οι κανόνες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και έτσι συμβαίνει στις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες. Η πλειοψηφία κυβερνά και η μειοψηφία ασκεί το αντιπολιτευτικό της καθήκον, αγωνιζόμενη να γίνει εκείνη πλειοψηφία και να αναλάβει σε επόμενη φάση τις ευθύνες της διακυβέρνησης.

Αλλά μιας και ξεκινήσαμε με τις απόψεις του Αλέξη Τσίπρα, νομίζω ότι πρέπει επιπλέον να του αναγνωριστεί και η εξίσου εντυπωσιακή δήλωση ότι δεν προτίθεται να επιχειρήσει τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πρώτο κόμμα στην τελική εκλογική κατάταξη. 

Ο ίδιος μάλιστα μίλησε για «κυβέρνηση ηττημένων» και την απέκλεισε ακόμη και αν την καθιστούν δυνατή τα αριθμητικά δεδομένα των βουλευτικών εδρών που θα προκύψουν από την κάλπη της απλής αναλογικής.

Η αλήθεια είναι ότι η τοποθέτησή του αυτή έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την πρωτοβουλία που ανέλαβε όταν ήταν πρωθυπουργός να ψηφίσει το σύστημα της απλής αναλογικής το οποίο είναι το μόνο που παρέχει τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης χωρίς τη συμμετοχή του πρώτου -σε ψήφους και άρα έδρες- κόμματος. 

Παρά ταύτα, αν όντως εννοεί όσα λέει o πρώην πρωθυπουργός και δεν εντάσσονται οι συγκεκριμένες απόψεις του στον αφορισμό του για τα «προεκλογικά λόγια του αέρα», θα μπορούσε να του… πιστωθεί πολιτική γενναιότητα.

Η προϊστορία, βεβαίως, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για μια τέτοια… πίστωση. Κυρίως επειδή έχει προηγηθεί η οδυνηρή εμπειρία με το «όχι» του δημοψηφίσματος του Ιουλίου 2015 που μετατράπηκε εν μια νυκτί σε «ναι» σε ένα βαρύτατο τρίτο Μνημόνιο. Αλλά επειδή αρκετοί δεν ενοχλήθηκαν τότε και μάλιστα του έδωσαν δεύτερη ευκαιρία στις εκλογές που έγιναν αμέσως μετά την περιβόητη «κωλοτούμπα», ίσως να μην ενοχληθούν και τώρα.

Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης, αλλά και κάθε εκλογικής αναμέτρησης, είναι τι θα κάνει και ποιους θα εμπιστευθεί η πλειονότητα των πολιτών. 

Γι΄ αυτό και πρέπει ο καθένας μας να μετρήσει πολύ καλά που θα δώσει τον ψήφο του. Καθήκον μας, στο τέλος – τέλος, είναι να ξεχωρίσουμε τι από όσα θα ακούσουμε στις πέντε βδομάδες που μας χωρίζουν από τις κάλπες της 21ης Μαΐου, συνιστά «προεκλογικά λόγια του αέρα» και τι όχι.

Δύσκολο μεν, επιβεβλημένο δε!

Παρασκευή 7 Απριλίου 2023

Σάνα ή Πόπη;

Την περασμένη Κυριακή η Φινλανδία είχε βουλευτικές εκλογές και το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της πρωθυπουργού Σάνα Μαρίν, η οποία ηγείτο πεντακομματικής κυβέρνησης, κατετάγη τρίτο πίσω από δύο αντιπολιτευόμενα κόμματα που το υπερσκέλισαν με βραχεία κεφαλή.

Το κεντροδεξιό κόμμα «Εθνική Συμμαχία» έκοψε πρώτο το νήμα με ποσοστό 20,8%, δεύτερο ήρθε το ακροδεξιό Κόμμα των Φινλανδών με 20,1% και ακολούθησαν οι Σοσιαλδημοκράτες της Μάριν με 19,9%. Παρά το γεγονός ότι οι τελευταίοι αύξησαν τις έδρες τους στο Κοινοβούλιο, η 38χρονη ηγέτης τους δεν αμφιταλαντεύθηκε ούτε στιγμή. 

Το ίδιο βράδυ συνεχάρη τον κεντροδεξιό αντίπαλό της, ο οποίος έλαβε μόλις 1% περισσότερο από την ίδια, αλλά το ποσοστό αυτό αρκούσε για να αναλάβει την ευθύνη του σχηματισμού νέας συμμαχικής κυβέρνησης.

Μια μέρα μετά η Μάριν δρομολόγησε τις διαδικασίες για την εκλογή του διαδόχου της στην ηγεσία των σοσιαλδημοκρατών, γνωστοποιώντας ότι η ίδια παραμένει απλή βουλευτής ως τον Σεπτέμβριο που θα αναδειχθεί νέος αρχηγός. Πρόλαβε, άραγε, να… χορτάσει την εξουσία και την εγκατέλειψε με τέτοια ευκολία; Δύσκολα μπορεί να το πει κανείς. 

Άλλωστε, εξελέγη πρώτη φορά βουλευτής μόλις τον Απρίλιο του 2015, ανέλαβε το πρώτο της υπουργικό χαρτοφυλάκιο το καλοκαίρι του 2019 και τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου ορίστηκε πρωθυπουργός.

Η θητεία της συνοδεύτηκε από το ξέσπασμα δύο κρίσεων που ήταν από τις μεγαλύτερες των τελευταίων δεκαετιών: την πανδημία του κορωνοϊού και την εισβολή στην Ουκρανία. 

Παρότι δέχθηκε επικρίσεις όχι για τα μέτρα που έλαβε, αλλά για τον τρόπο που διασκέδαζε με τους (συνομήλικους, τι άλλο;) φίλους της στη διάρκεια της πανδημίας, η νεότατη πολιτικός αντιμετώπισε με επιτυχία τις κρίσεις που «έτυχαν στη βάρδια της». 

Με γενναιότητα, μάλιστα, προχώρησε στην αναθεώρηση της παραδοσιακής εξωτερικής πολιτικής της χώρας της και εγκαταλείποντας τη φοβική «ουδετερότητα», την οποία με απειλές επέβαλε η γειτονική «ρωσική αρκούδα», ενέταξε τη Φινλανδία στο ΝΑΤΟ.

Συγκυριακά, την επομένη των πρόσφατων εκλογών και ενώ η ίδια είχε γνωστοποιήσει την παραίτησή της, στην έδρα της Ατλαντικής Συμμαχίας ανακοινώθηκε επίσημα ότι η Φινλανδία αποτελεί πλέον το 31ο μέλος του στρατιωτικού συνασπισμού του Δυτικού Κόσμου. 

Η Σάνα Μάριν δεν πανηγύρισε για την εξέλιξη. Ούτε διεκδίκησε ως προσωπικό της επίτευγμα αυτή τη μεγάλη απόφαση που την έκανε πολύ δημοφιλή στο εξωτερικό. Πολύ περισσότερο, δεν διαμαρτυρήθηκε για την εκλογική… τύχη που, παρά ταύτα, της επεφύλαξαν οι συμπατριώτες της ψηφοφόροι.

Αποδέχθηκε την ετυμηγορία της κάλπης και πήγε παρακάτω, δείχνοντας απόλυτη συνέπεια με όσα είχε υποστηρίξει όταν είχε γίνει αποδέκτρια δηλητηριωδών σχολίων για την προσωπική της ζωή και τον τρόπο που επέλεξε να διασκεδάζει. 

«Είμαι ένα ανθρώπινο ον», είπε δακρυσμένη σε μια κομματική εκδήλωση τον περασμένο Αύγουστο. Και αφού διαβεβαίωσε τους πάντες ότι «δεν έλειψε ούτε μια μέρα από τη δουλειά», σημείωσε ότι «προσβλέπει μερικές φορές στη χαρά, στο φως και στην ευχαρίστηση εν μέσω αυτών των σκοτεινών νεφών».

Με εκείνα τα λόγια της, αλλά και με όλη τη στάση της, ανέδειξε ένα σπάνιο πρότυπο πολιτικού. Του πολιτικού που κάνει ευσυνείδητα τη δουλειά του και δεν έχει ανάγκη να υποκρίνεται τον σκληρό και ατσαλάκωτο «άνθρωπο από σίδερο», όπως επιβάλει το στερεοτυπικό υπόδειγμα που φέρεται να ακολουθεί η πλειονότητα των παραδοσιακών πολιτικών. 

Ειδικά στη χώρα μας, όλοι τους είναι άτρωτοι, έχουν πάντα δίκιο και όταν αυτό δεν τους αναγνωρίζεται, οι ίδιοι δεν έχουν την παραμικρή ευθύνη. Φταίει ο λαός που δεν αναγνωρίζει την αρτιότητα των προτάσεων τους και την τελειότητα των δράσεων τους.

Όποιος έχει αμφιβολία ότι αυτή είναι η επικρατούσα νοοτροπία στην εγχώρια πολιτική ζωή δεν έχει παρά να ανατρέξει στα όσα υποστήριξε σε πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξη στον Σκάι μια νεόκοπη πολιτικός, η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Πόπη Τσαπανίδου.

Επέμεινε να υπερασπίζεται με πάθος την άποψη ότι ο Αλέξης Τσίπρας δικαιούται να διατηρήσει το αξίωμα του αρχηγού, το οποίο κατέχει από το μακρινό 2009, ακόμη και αν το κόμμα του υποστεί νέα εκλογική ήττα στις επερχόμενες κάλπες.

«Βγαίνω από το ρούχο του εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ και σας απαντώ: Η νίκη θα μας ικανοποιήσει. Η ήττα, ακόμη και με μικρή διαφορά, εμένα προσωπικά θα με στεναχωρήσει γιατί θα διαπιστώσω ότι έχει γίνει πολύ συστηματική προπαγάνδα από την κυβέρνηση να φοβηθεί ο κόσμος, να αμφισβητηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ», ανέφερε η μέχρι πρότινος τηλεοπτική δημοσιογράφος. 

«Δηλαδή αν χάσετε, θα χάσετε γιατί ο κόσμος θα έχει παραπλανηθεί;», ήταν το επόμενο εύλογο ερώτημα που δέχθηκε από τη Σία Κοσιώνη, στην οποία χωρίς δισταγμό απάντησε: «Ναι, γιατί είναι τόσο καλό το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ».

Ανεξαρτήτως της ωμότητας που είχε, ως απότοκο ίσως και της προηγούμενης επαγγελματικής ιδιότητας της εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, η συγκεκριμένη τοποθέτησή της είναι αποκαλυπτική για τον τρόπο που πολιτεύεται ένα μεγάλο μέρος του δυναμικού που διεκδικεί την ψήφο των Ελλήνων. 

Ο λόγος των περισσοτέρων χαρακτηρίζεται από τέτοιου είδους βεβαιότητες ότι τα έχουν όλα καλώς καμωμένα. Με αποτέλεσμα να ψάχνουν και να μη βρίσκουν λάθη ακόμη και όταν όλοι οι άλλοι τούς καταλογίζουν ευθύνες. 

Γι΄ αυτό και η υποβολή παραιτήσεων αποτελεί την εξαίρεση. Εξαίρεση, μάλιστα, που συχνά γίνεται με τρόπο απολύτως προσχηματικό, ο οποίος υποκρύπτει προσδοκίες επανόδου από την πίσω πόρτα.

Οι κάλπες της 21ης Μαΐου θα αναδείξουν νικητές και θα καταγράψουν ηττημένους. Πόσοι άραγε από τους τελευταίους θα το αναγνωρίσουν και δεν θα κρυφτούν πίσω από την… παραπλάνηση του λαού; 

Δεν βάζω στοιχήματα, αλλά αν έβαζα θα πόνταρα ότι το «δόγμα» της Πόπης θα κατατροπώσει τη «νοοτροπία» της Σάνα. 

Άλλωστε, εδώ είναι Βαλκάνια!

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2015

«Τρώνε, πίνουν και την Άρτα φοβερίζουν…»




            Δεν ξέρω αν ευθύνεται ο σχετικά άκοπος τρόπος με τον οποίο ήρθαν στην εξουσία ή η άνεση την οποία νοιώθουν επειδή οι πολίτες τούς επιβράβευσαν, παρόλο που αθέτησαν ήδη από την πρώτη κυβερνητική περίοδο σχεδόν το σύνολο όσων είχαν υποσχεθεί, αλλά μου δημιουργείται η εντύπωση ότι ο αλαζονικός τρόπος με τον οποίο επιχειρούν να κυβερνήσουν ο Αλέξης Τσίπρας και η παρέα του δεν έχει το προηγούμενο του όχι μόνον στα εγχώρια αλλά ενδεχομένως και στα ευρωπαϊκά χρονικά.
            Δεν εξηγείται διαφορετικά η ακραία μορφή που φαίνεται να προσλαμβάνει η υποτίμηση της νοημοσύνης των ανθρώπων στους οποίους απευθύνονται οι κυβερνώντες με τη διαρκή διαστροφή γεγονότων και την εξύφανση απίθανων σεναρίων συνωμοσιολογίας που δεν υπακούουν στην κοινή λογική.
            Είναι χαρακτηριστικό ότι, την ίδια ώρα που υποχωρούν ταπεινωτικά σε όλες τις απαιτήσεις των δανειστών για να διατηρήσουν τις καρέκλες τους, σαλπίζουν ιαχές… νίκης που είναι εκτός τόπου και χρόνου. Οι γελοίοι ισχυρισμοί του απίθανου υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου ότι η «κυβέρνηση είναι θύμα της επιτυχίας της (!)», δεν αποτελεί την εξαίρεση αλλά τον κανόνα της πρόκλησης απέναντι σε κάθε άνθρωπο που έχει σώας τα φρένας.
            Σε κυβερνητική ανακοίνωση, άλλωστε, της ίδιας μέρας αναφορικά με τη συνεδρίαση του Eurogroup εξαπολυόταν επίθεση σε όσους, λέει, προεξοφλούσαν ότι δεν θα γινόταν δεκτές οι ελληνικές θέσεις για τον βαθμό εφαρμογής των μνημονιακών προαπαιτουμένων. Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν είχε αμφισβητήσει τη μηνημονιακή προσήλωση της κυβέρνησης και ο «εχθρός» που είχαν ανακαλύψει οι επικοινωνιακοί ινστρούχτορες του Μεγάρου Μαξίμου δεν ήταν παρά «εικονικός», αφού ακόμη και ο «συνήθης ύποπτος» Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήταν, αυτή τη φορά, αρκετά καλός και επιβραβευτικός προς  τον υπάκουο Ευκλείδη.  
            Εκεί, όμως, που οι κυβερνητικοί μηχανισμοί διαστρέβλωσης της πραγματικότητας έδωσαν τα ρέστα τους στην προσβολή της κοινής λογικής και στην κατασκευή εικονικών εχθρών ήταν με την υπόθεση των βαρύτατων καταγγελιών του πρώην υπουργού Γιάννη Πανούση για τους πολυπλόκαμους παρακρατικούς μηχανισμούς που ενεργοποιήθηκαν σχεδόν από την πρώτη μέρα που ανέλαβαν τη διακυβέρνηση οι σημερινοί κυβερνώντες.
            Οι ιταμές επιθέσεις κατά του Γιάννη Πανούση με στόχο να απονομιμοποιήσουν στα μάτια της κοινής γνώμης την επιτακτική ανάγκη να ριφθεί φως στην σκοτεινή υπόθεση που αναδείχθηκε από τις αποκαλύψεις του πρώην υπουργού, αποτελούν την αδιάψευστη μαρτυρία για τον πανικό που προκάλεσαν στο Μαξίμου τα όσα -λίγα, όπως φαίνεται- ήρθαν στη δημοσιότητα, καθώς η ιστορία έχει μεγαλύτερο βάθος και, επί παραδείγματι, η οικονομική της διάσταση –οι «μίζες» για τις οποίες μίλησε ο πρώην υπουργός- είναι ακόμη στο πλήρες σκοτάδι.
Η σπουδή, εξάλλου, των δύο υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης να τρέξουν στον Άρειο Πάγο, όχι για να, όπως θα περίμενε κανείς από αυτοαποκαλούμενους «προοδευτικούς» πολιτικούς, ζητήσουν πλήρη διαλεύκανση των καταγγελλομένων, αλλά εντεταλμένοι για να επιβάλουν συσκότιση με το απίστευτο ακόμη και για –έστω κατ’ όνομα - «αριστερούς» επιχείρημα της, δήθεν, «προστασίας της εθνικής ασφάλειας», συνιστά ίσως την τρανότερη απόδειξη ότι έχουμε μπλέξει με αδίστακτους πολιτικούς τυχοδιώκτες που δεν ορρωδούν προ ουδενός.
Καταφεύγουν με απίστευτη ευκολία σε αυταπόδεικτα ψέματα και είναι τόσο παθιασμένοι με την υπεράσπιση των εξουσιαστικών λαφύρων τα οποία φαίνεται να απολαμβάνουν που σε κάθε ευκαιρία και προς κάθε κατεύθυνση στέλνουν το μήνυμα ότι είναι αποφασισμένοι να καθυποτάξουν στις ανομολόγητες ορέξεις τους κάθε θεσμό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και να πλήξουν ηθικά κάθε πρόσωπο το οποίο μπορεί να αισθανθούν ότι στέκεται εμπόδιο στις κάθε είδους -εθνικολαϊκιστικές και συνάμα «πελατειακές»- επιδιώξεις τους.  
Αν συνδυάσει κανείς όλα αυτά με τις ανήκουστες και ανατριχιαστικές απειλές που εκστόμισε η κυβερνητική εκπρόσωπος επειδή, λέει, ένα κανάλι, το Mega, δεν ενέδωσε στην απαίτησή της να βγει στον αέρα, όταν εκείνη αποφάσισε ότι έπρεπε να σχολιάσει όσα είχαν μεταδοθεί στο δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού, συμπληρώνεται, νομίζω, το παζλ της ολοκληρωτικής νοοτροπίας που χαρακτηρίζει τους νεόκοπους εξουσιαστές που νομίζουν ότι η εξουσία την οποία μάλλον ανεπάντεχα απέκτησαν τους ανήκει απόλυτα και ει9ς τους αιώνας των αιώνων. 
Γι΄ αυτό και προφανώς συμπεριφέρονται όπως οι πολυτραγουδισμένοι Κλέφτες από το πολύ γνωστό δημώδες άσμα το οποίο έλεγε πως «τρώνε, πίνουν και την Άρτα φοβερίζουν…». Για πόσο άραγε;  Άγνωστο. Αν και ο Αβραάμ Λίνκολν έλεγε γι΄ αυτές τις περιπτώσεις το εξής: «μπορείς να ξεγελάς συνεχώς κάποιους, μπορεί κάποιες στιγμές να τους ξεγελάς όλους, δεν μπορείς, όμως, να τους ξεγελάς όλους για πάντα».