Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θρησκευτικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θρησκευτικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Ο μακιαβελισμός των Θρησκευτικών



            Έχουν φαίνεται εθιστεί τόσο πολύ στην υποκρισία και στο ψέμα τα περισσότερα –αν όχι όλα- τα κυβερνητικά στελέχη, που θαρρεί κανείς πως τους έχουν γίνει δευτέρα φύσις. Δεν εξηγείται αλλιώς ότι ακόμη και για τα πιο απλά πράγματα καταφεύγουν σε τόσο προφανείς αναλήθειες που αναρωτιέται κανείς για τη σκοπιμότητα που υποκρύπτει αυτό το διαρκές «δεν είναι αυτό που νομίζετε» στο οποίο καταφεύγουν και όταν δεν υπάρχει λόγος για να αρνούνται την πραγματικότητα.   
«Δεν έχω διαβάσει την πολυσέλιδη επιστολή που έστειλε σήμερα ο Αρχιεπίσκοπος», δήλωσε από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης όταν στην προ ημερησίας διατάξεως συνεδρίαση πήρε τον λόγο για να τοποθετηθεί πολλές ώρες αφότου είχε γίνει γνωστό το περιεχόμενο των θέσεων που είχε εκθέσει ο προκαθήμενος της ελλαδικής Εκκλησίας στους πολιτικούς αρχηγούς για το ζήτημα της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στη μέση εκπαίδευση.
«Εξ όνυχος τον λέοντα» θα σκεφθεί, ενδεχομένως, κάποιος. Είναι, όμως, μια ενδεικτική περίπτωση για τη μόνιμη τακτική –την λες και εμμονή!- των ανθρώπων που πλαισιώνουν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να μην παραδέχονται την αλήθεια. Είτε πρόκειται για την αλήθεια που σχετίζεται με μεγάλα ζητήματα, όπως το Μνημόνιο που υπέγραψαν, ή την παράδοση της δημόσιας περιουσίας στον έλεγχο των ξένων με κατάληξη στους ιδιώτες, τις συντάξεις που κατακρεουργήθηκαν και το ΕΚΑΣ που εξαφανίστηκε.
Είτε αφορά, απλώς, τη διαμόρφωση της πραγματικότητας για καθημερινά ζητήματα, όπως ότι, όσοι από τους κυβερνώντες μπορούν, στέλνουν –οι περισσότεροι, μάλλον- τα παιδιά τους στα ιδιωτικά σχολεία του εσωτερικού και στα καλά πανεπιστήμια του εξωτερικού, ή ότι συμπεριφέρονται όπως ακριβώς, αν όχι και χειρότερα, οι προκάτοχοι τους όταν είναι να υπερασπιστούν προσωπικά ή κομματικά προνόμια κάθε είδους (δάνεια, διορισμούς, κ.ο.κ.).  
Το εξοργιστικό στην περίπτωση του ισχυρισμού του υπουργού Παιδείας, ότι δεν μπήκε στον κόπο να διαβάσει την επιστολή του Αρχιεπισκόπου, είναι πως ο κ. Φίλης δεν είναι ένας αμελής τύπος από εκείνους που μπορεί να πιστέψεις ότι απλώς αδιαφόρησε για τις θέσεις της Ιεραρχίας. Το απέδειξε με το ότι ήταν εφοδιασμένος μέχρι και με τα -από κάθε άποψη- απαράδεκτα φυλλάδια του μητροπολίτη Αιγιαλείας Αμβρόσιου. Το πάθος, άλλωστε, με το οποίο υπερασπίστηκε τις απόψεις του για το επίμαχο ζήτημα μαρτυρά ότι πήγε στη Βουλή προετοιμασμένος και έτοιμος για να δώσει συνέχεια σε μια ανώφελη σύγκρουση που ο ίδιος επέλεξε να έχει με την Ιεραρχία.
Γιατί, κακά τα ψέματα, δεν είναι δυνατόν να πιστέψει κανείς ότι όταν ο υπουργός Θρησκευμάτων εξαπολύει επίθεση στην Εκκλησία για τη στάση που είχε ο κλήρος σε ανώμαλες περιόδους, όπως η Κατοχή και η χούντα, στοχεύει ειλικρινά σε αλλαγές στα Θρησκευτικά. Αλλαγές που, όποιος εχέφρων πολίτης πάρει στα χέρια του κάποια από τα σχολικά εγχειρίδια από τα οποία διδάσκεται το μάθημα στα σχολεία, δεν θα έχει την παραμικρή δυσκολία να συμφωνήσει ότι είναι επιβεβλημένες.
Όπως και κάθε άνθρωπος με ανοικτό πνεύμα θα συμφωνήσει μάλλον με τη κατεύθυνση ότι «τα Θρησκευτικά από ομολογιακό μάθημα γίνονται μάθημα γνώσεων θρησκειών». Πολύ περισσότερο, ακόμη και αν είναι κανείς πιστός, όταν συνοδεύεται με την προσθήκη ότι θα δίνεται «βεβαίως προτεραιότητα στην ορθοδοξία, με ό,τι σημαίνει αυτό που είναι ένα ευρύτερο θέμα», όπως ακριβώς δήλωσε ο υπουργός Παιδείας στη Βουλή.
Ποιά σχέση, όμως, έχει η κατεύθυνση αυτή με το «τι έκαναν οι δεσποτάδες» στο παρελθόν; Πως σχετίζονται τα δύο ζητήματα; Το ένα αφορά το σχολείο του σήμερα και του αύριο, ενώ το άλλο είναι αντικείμενο της ιστορίας που μπορεί να τίθεται στον δημόσιο διάλογο και στην αντιπαράθεση, αλλά χωρίς συσχετισμό με τις εκπαιδευτικές ανάγκες. Εκτός πια και αν αλλάζουμε τα Θρησκευτικά όχι επειδή είναι ώριμο αίτημα της εποχής, αλλά γιατί πρέπει να… τιμωρηθεί η Εκκλησία για τη στάση της στο παρελθόν.
Είναι αλήθεια ότι ο υπουργός Παιδείας έχει μια μανία με το παρελθόν. Αν τον ακούσει κανείς να μιλάει, τον «συλλαμβάνει» να «τσαλαβουτάει» στα θολά νερά της ιστορίας, ψαρεύοντας επιχειρήματα χωρίς συγκεκριμένο έρμα. Εκεί που επικαλείται τη Ρόζα Ιμβριώτη και τον Ευάγγελο Παπανούτσο, ξάφνου πετιέται στον Γεώργιο Ράλλη και στον Ευάγγελο Αβέρωφ. Καμιά φορά θυμάται και τον Κώστα Σημίτη, του οποίου, όμως, ούτε το όνομα δεν ψέλλισε όταν αναφέρθηκε στην αντιπαράθεση για τις ταυτότητες που ο πρώην πρωθυπουργός έφερε εις πέρας χωρίς να βάλει την ουρά στα σκέλια όπως κάνουν οι ομοτράπεζοι του κ. Φίλη στο υπουργικό συμβούλιο που δηλώνουν: «Εμείς δεν θα συμφωνήσουμε σε τίποτε εάν δεν γίνουν δεκτά τα αιτήματα της Ιεραρχίας»!        
Είναι ακριβώς αυτό το «τσαλαβούτημα» που υποψιάζει ορισμένους ότι όλα αυτά δεν συνιστούν πολιτικό χειρισμό από έναν υπουργό Παιδείας που θέλει να δώσει λύση σε υπαρκτά εκπαιδευτικά προβλήματα, ένα από τα οποία –και πάντως όχι από τα μεγαλύτερα- είναι και αυτό της διδασκαλίας των Θρησκευτικών. Και, μάλλον ευλόγως, αναρωτιούνται μήπως δεν πρόκειται για τίποτε περισσότερο από έναν απλό πολικάντικο τακτικισμό που βρήκε στο πρόσωπο του υβριστή του, μητροπολίτη Αιγιαλείας, το έρεισμα του «βολικού εχθρού» που αναζητούσε.
Αν, πάντως, έτσι γίνεται κανείς «αριστερός» και «προοδευτικός», τότε μάλλον τύφλα να έχει ο Νικολό Μακιαβέλι…

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2014

Να ξέρει, άραγε, και για το σχέδιο των… ψεκασμών ο Γιωτόπουλος;

            Ο θεολόγος που διδάσκει το μάθημα των Θρησκευτικών στο σχολείο της κόρης μου είναι απολύτως πεπεισμένος για το κρυφό σχέδιο των ψεκασμών και το… αποκάλυψε στους μαθητές του, καλώντας τους μάλιστα «να μην πιστεύουν τα πιόνια τους δημοσιογράφους που το κρύβουν από τους Έλληνες».  
            Όταν έγινα κοινωνός των διδαχών του, που περιείχαν και αρκετές λεπτομέρειες ακόμη και για τη σύνθεση των υλικών που ρίχνονται επί των κεφαλών μας («βάλιο και αλουμίνο»), έλυσα και την απορία που μου είχε δημιουργηθεί πριν από λίγους μήνες όταν σε δημοσκόπηση είχε βρεθεί ότι το 1/3 των Ελλήνων πιστεύει ότι «όντως μας ψεκάζουν».
Είχα τότε αναρωτηθεί, όπως και αρκετοί άλλοι από τον περίγυρό μου, αν το δημοσκοπικό αυτό εύρημα ήταν προϊόν παιγνιώδους διάθεσης των ερωτηθέντων ή αποτέλεσμα πραγματικής πεποίθησης, την οποία έχουν εδραιώσει σε πολλούς συμπολίτες μας οι φημολογίες που διακινούνται στον διαδικτυακό υπόκοσμο και έφθασαν να γίνουν ερωτήσεις στη Βουλή με την υπογραφή και -κατά τεκμήριο- σοβαρών πολιτικών, υποχρεώνοντας το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας να εκδώσει στις παραμονές των τελευταίων εκλογών επίσημες ανακοινώσεις για να εξηγήσει τα… ουράνια φαινόμενα.
            Σε μια χώρα, στην οποία οι θεολόγοι στα γυμνάσια, αντί να μεταφέρουν στα παιδιά τη συσσωρευμένη γνώση που (υποτίθεται ότι) αποκόμισαν από τις πανεπιστημιακές τους σπουδές για τις θρησκείες και το ρόλο τους στην ανάπτυξη της κοινωνίας, αναλώνουν τον χρόνο τους στις αίθουσες διδασκαλίας αναμασώντας συνομωσιολογικές θεωρίες, είναι μάλλον προφανές ότι μόνον σε αίσθηση χιούμορ δεν μπορεί να αποδώσει κανείς τις περί… ψεκασμών πεποιθήσεις τόσο πολλών συμπατριωτών μας.
            Δυστυχώς, στη χώρα που, κατά το κοινώς λεγόμενο, «δουλεύουν μόνον τα ρολόγια και τα κορόιδα», ένα -μάλλον μεγάλο- μέρος των συμπολιτών μας βολεύεται –και δικαιολογεί τη βολή του- με θεωρίες του τύπου «είναι όλα στημένα και προαποφασισμένα» που διατρέχουν σχεδόν όλες τις πτυχές της κοινωνικής και πολιτικής ζωής: από το ποδόσφαιρο, όταν χάνει η… ομάδα μας, ως τη λεγόμενη «σόου μπιζ», που «κάνουν καριέρα μόνον όσοι είναι σε κυκλώματα», και από την οικονομία, που «φταίνε οι ξένοι γιατί μας φόρτωσαν με επαχθές χρέος» ως τη διεθνή πολιτική, στην οποία «οι πάντες βυσσοδομούν ενάντια στο ανάδελφο έθνος των Ελλήνων».
            Ένα ευχερές παράδειγμα, νομίζω, που αποκαλύπτει το εύρος της αποδοχής που έχουν αυτές οι θεωρίες είναι –υπό το φως και των τελευταίων εξελίξεων- το φαινόμενο της ακροαριστερής τρομοκρατίας που ταλαιπωρεί εδώ τέσσερις δεκαετίες την ελληνική κοινωνία και ένα μεγάλο μέρος της εξακολουθεί να το ερμηνεύει με όρους διεθνούς συνωμοσίας.
            Οι «μπαχαλάκηδες», άλλωστε, που, υπό τον μανδύα των αντιεξουσιαστών, αναστατώνουν κάθε τρεις και λίγο την πρωτεύουσα, δεν είναι παρά «προβοκάτορες», όπως τους αποκαλεί συχνά ένα μεγάλο μέρος της παραδοσιακής Αριστεράς, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι κάθε φορά που συλλαμβάνονται από την Αστυνομία είναι τα στελέχη της που σπεύδουν να συμμετάσχουν σε κινήσεις για την απελευθέρωσή τους ή και να καταθέσουν ως μάρτυρες υπεράσπισης.
Οι προφανείς, εξάλλου, αστοχίες ενός παράλυτου κράτους που οδήγησαν στην απελευθέρωση του Χριστόδουλου Ξηρού δεν μπορεί παρά να είναι αποτέλεσμα οργανωμένου σχεδίου το οποίο κατέστρωσαν ξένες δυνάμεις και εκτέλεσε η κυβέρνηση, όπως απεφάνθη ο έγκλειστος στον Κορυδαλλό Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, o οποίος δεν έχει κανένα πρόβλημα να κατηγορήσει ως «πράκτορα της CIA» έναν μέχρι πρότινος συγκρατούμενο του που καταδικάστηκαν για τις ίδιες δολοφονικές ενέργειες, κάποιες από τις οποίες στρεφόταν κατά Αμερικανών.
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών «έτριξε τα δόντια» στην ελληνική κυβέρνηση για την απόδραση του Ξηρού, απαιτώντας την άμεση σύλληψή του, είναι –κατά τον Γιωτόπουλο, αλλά, δυστυχώς, και τους πολλούς θιασώτες των εκτιμήσεων του- κι αυτό μέρος του (αμερικανικού) σχεδίου. Για τον θεωρούμενο ως αρχηγό της 17 Νοέμβρη η σκηνοθεσία με το «τρομο-μανιφέστο» που διάβασε o Ξηρός μπροστά από το βλοσυρό πορτρέτο του Κολοκοτρώνη, έγινε για να κοπεί –με εντολή Ομπάμα, προφανώς- από τον ίδιο η άδεια εξόδου από τις φυλακές.
Από την πλευρά της, η επίσημη Αριστερά έχει έτοιμη τη βολική εξήγηση ότι τον άφησαν ελεύθερο για να ξεφύγει η κυβέρνηση από τις επικοινωνιακές δυσκολίες που είχε με την τρόικα και τα σκάνδαλα και θα τον ξαναπιάσουν παραμονές των εκλογών, περίοδο κατά την οποία δεν αποκλείεται, πάντως, να ξαναδούμε στην «Αυγή» -υποβολιμαία από την… CIA- κείμενα που θα ζητούν την απελευθέρωση του Γιωτόπουλου και του Κουφοντίνα.
Με αυτά και με αυτά, ίσως δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε αν σε ένα από τα επόμενα κείμενα του Γιωτόπουλου διαβάσουμε ότι και το σχέδιο των ψεκασμών κατατείνει στο να παραμείνει ο ίδιος στη φυλακή. Άλλωστε, στην ίδια χώρα ζει με τον θεολόγο που διδάσκει στη μέση εκπαίδευση της, στη χώρα που επαίρεται ότι γέννησε τις επιστήμες και στην οποία οι τελευταίες, έχουν, πλέον, σηκώσει ψηλά τα χέρια…

(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 22.1.2014)