Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκκλησία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκκλησία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2022

Με τέτοιους βουλευτές δεν μπορεί να ηγείσαι στην… Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση

 Την ημέρα που ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου δήλωνε ότι… «η Ελλάδα ηγείται στην Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση», ο μητροπολίτης Ζακύνθου Διονύσιος προέβαινε σε μια ασυνήθιστη ενέργεια, απευθύνοντας επιστολή τον πρωθυπουργό διαμαρτυρόμενος για τη στάση του εκλεγμένου με τη Νέα Δημοκρατία βουλευτή της περιοχής του Διονύση Ακτύπη ο οποίος επέλεξε να επισκεφτεί μοναστήρια του νησιού στα οποία κατοικοεδρεύουν μοναχοί που αρνούνται να εμβολιαστούν.

Η ενέργεια του συγκεκριμένου Ιεράρχη έχει ιδιαίτερη αξία διότι ο κ. Διονύσιος είναι ένας από τους ελάχιστους μητροπολίτες της ελλαδικής Εκκλησίας που υποστήριξαν εξ αρχής και σθεναρά το εμβολιαστικό πρόγραμμα κατά της μάστιγας του κορωνοϊού. Ο ίδιος μάλιστα έδειξε ξεχωριστό σθένος καθιερώνοντας κυρώσεις κατά των κληρικών της μητρόπολης του που «αποδείχθηκαν απειθείς, παρά τις συστάσεις και τις αγωνιώδεις οδηγίες του Ποιμενάρχου περί της ανάγκης εμβολιασμού και μη χειραγωγήσεως των πιστών σε αντιεπιστημονικές συμπεριφορές».

Ανάμεσα στις «κυρώσεις» που επέβαλε ο Μητροπολίτης ήταν και το «εμπάργκο» των επισκέψεων στα μοναστήρια που διαβιούν αντιεμβολιαστές μοναχοί. Ο κυβερνητικός βουλευτής, όμως, που είναι και ο μοναδικός εκπρόσωπος της Ζακύνθου στην Εθνική Αντιπροσωπεία, όχι μόνον επέλεξε να ξεκινήσει τις περιοδείες του, επ΄ ευκαιρία του νέου χρόνου, από τα συγκεκριμένα μοναστήρια αλλά τις διαφήμισε κιόλας με αναρτήσεις φωτογραφιών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που τον έδειχναν να ψάλλει και να ποζάρει δίπλα σε μοναχούς και μοναχές που φυσικά δεν φορούσαν μάσκες.

Δικαίως του λόγου, κατόπιν αυτού ο Μητροπολίτης απευθύνθηκε στον πρωθυπουργό για να καταγγείλει ότι ο κ. Ακτύπης υπονομεύει τον αγώνα υπέρ του εμβολιασμού «Όταν εμείς δίνουμε καθημερινά και με μεγάλο κόστος τη μάχη να πείσουμε για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού, τιμωρώντας και επιβάλλοντας αυστηρές κυρώσεις στους αντιεμβολιαστές ιερείς και μοναχούς, προκειμένου να απαλλαγεί η πατρίδα μας από την πανδημία, ο βουλευτής Ζακύνθου μεταβαίνει στα μοναστήρια τα οποία εμείς δεν επισκεπτόμεθα, συντρώγοντας με αρνητές μοναχούς και παριστάνοντας τον ιεροψάλτη, προκαλώντας έτσι το δίκαιο αίτημα της απογοήτευσης, σε όσους δίνουν την άνιση μάχη αυτές τις κρίσιμες ώρες», έγραψε ο κ. Διονύσιος.

Ο γαλάζιος βουλευτής, ο οποίος μάλιστα συμβαίνει να είναι και γιατρός, προσπάθησε, εκ των υστέρων, να… δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Υποστήριξε ότι βρέθηκε σε μια από τις μονές που φωτογραφίστηκε ως ψάλτης –την πρώτη Κυριακή του νέου έτους- επειδή αντιμετώπιζε... πρόβλημα εισροής υδάτων σε κάποιο από τα κτίρια της. Καθώς, όμως, φαίνεται ότι και ο ίδιος αντελήφθη την αδυναμία του επιχειρήματος του, δεν δίστασε να το ρίξει και στη… συνωμοσιολογία. Ισχυρίστηκε ότι ο σάλος που ξέσπασε για την πρωτοβουλία του, την οποία είναι αλήθεια ότι έσπευσαν να εκμεταλλευθούν οι αντιπολιτευτικές δυνάμεις της περιοχής, προήλθε δήθεν από κάποιους που ενοχλούνται από την… καθαρτήρια δράση του.

«Προσωπικά εκτιμώ πως οι τοποθετήσεις μου το τελευταίο διάστημα αναφορικά με τα ζητήματα του Ναυαγίου Ζακύνθου έχουν θίξει, τελικά σε πολύ μεγάλο βαθμό, τα συμφέροντα πολλών», έγραψε ο βουλευτής στην απαντητική του δήλωση. Παρέλειψε, ωστόσο, να μπει στον κόπο να εξηγήσει ποιοι είναι αυτοί οι «πολλοί» που έχουν συμφέροντα στο Ναυάγιο και αν ανάμεσά τους περιλαμβάνει και τον διαμαρτυρόμενο Μητροπολίτη. Αναφέρει επίσης ότι ο «υπεύθυνος» (;) της μιας από τις μονές είναι εμβολιασμένος. Χωρίς να διευκρινίζει τι συμβαίνει με τους υπολοίπους και κυρίως με όσους ήταν δίπλα του χωρίς μάσκες στις φωτογραφίες που ο ίδιος δημοσιοποίησε.

Παρά το γεγονός ότι όσο και αν έψαξα δεν βρήκα –και ελπίζω να μην τον αδικώ- μια δήλωση του κ. Ακτύπη που να στηρίζει την προσπάθεια του Μητροπολίτη της περιοχής του να τιθασεύσει το αντιεμβολιαστικό πνεύμα που έχει εκδηλωθεί στις τάξεις των ρασοφόρων, οφείλω να ομολογήσω ότι η στάση του συγκεκριμένου βουλευτή δεν αποτελεί την εξαίρεση αλλά μάλλον τον κανόνα μεταξύ των στελεχών της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κυβερνώντος κόμματος.

Ενόσω, άλλωστε, διαδραματίζονταν όλη αυτή η αντιδικία στο νησί της Ζακύνθου, λίγο βορειανατολικότερα, στο Μεσολόγγι, λάμβανε χώρα ένας απίστευτος συναγωνισμός των τοπικών βουλευτών της ΝΔ για το ποιος θα εκθειάσει εντονότερα τον εκλιπόντα Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας, ο οποίος έχασε αυτές τις μέρες την ζωή του από επιπλοκές του κορωνοϊού και όσο ζούσε ήταν μεταξύ των διαπρύσιων αρνητών για ό,τιδήποτε σχετιζόταν με την πανδημία: το lockown, τις μάσκες και τους εμβολιασμούς.

Δύο σχετικά νέοι πολιτικοί, ο 55χρονος υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Σπήλιος Λιβανός και ο 47χρονος πρώην υφυπουργός Κώστας Καραγκούνης, γόνοι και οι δύο οικογενειών με παράδοση στην πολιτική, ανταγωνίστηκαν μεταξύ τους στον εγκωμιασμό του μακαριστού Ιεράρχη, χωρίς να βρουν και να προσθέσουν στις επαινετικές δηλώσεις τους έστω μια φράση για τον αρνητικό ρόλο που είχε ο συγκεκριμένος Ιεράρχης καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, υποχρεώνοντας ακόμη και την Ιερά Σύνοδο να τον καλέσει σε απολογία.

Η στάση τους γίνεται ακόμη πιο λυπηρή αν αναλογιστεί κανείς ότι και οι δύο περί ων ο λόγος Αιτωλοακαρνάνες πολιτικοί έχουν νοσήσει από κορωνοϊό και, κατά δήλωσή τους, σώθηκαν επειδή είχαν εμβολιαστεί. Ειδικά ο κ. Καραγκούνης, ο οποίος με βάση τα λεγόμενα του νόσησε πολύ βαριά και χρειάστηκε να νοσηλευτεί, είχε περιγράψει με μελανά χρώματα τον φόβο που τον κυριάρχησε όταν χρειάστηκε να βάλει μάσκα οξυγόνου.

Το ερώτημα που ευλόγως ανακύπτει είναι γιατί ούτε ο ένας ούτε ο άλλος δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να επαναλάβουν στον θερμό αποχαιρετισμό που έκαναν στον εκλιπόντα Μητροπολίτη κάτι από όσα οι ίδιοι έζησαν. Ή έστω μια προτροπή υπέρ του εμβολιασμού και της τήρησης των υγειονομικών κανόνων. Αλλά και γενικότερα δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί κάποιος τον λόγο για τον οποίο μέχρι τώρα κανένας κυβερνητικός βουλευτής δεν στάθηκε στο πλευρό των λίγων Ιεραρχών που στήριξαν το εμβολιαστικό πρόγραμμα και δεν βρήκε μια λέξη αποδοκιμασίας για εκείνους που παραβίαζαν προκλητικά τους κανόνες φθάνοντας στο σημείο να κατεβάζουν τις μάσκες των πιστών που ήθελαν να τους ασπαστούν το χέρι.

Είναι κρίμα να το διαπιστώνει κανείς, αλλά με τέτοιους (κοντόφθαλμα ψηφοθήρες και εξόφθαλμα ψοφοδεείς) βουλευτές ούτε ανοίγματα στο Κέντρο μπορεί να ισχυρίζεται κανείς ότι κάνει, ούτε, πολύ περισσότερο, να θεωρεί ότι βρίσκεται σε χώρα που είναι στην… ηγεσία της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης.

Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2021

Η Αλιστράτη και το ξεστράτισμα

Η υπόθεση με τους δύο γονείς από την Αλιστράτη Σερρών που για δεύτερη συνεχή χρονιά δεν στέλνουν τα τέσσερα παιδιά τους στο σχολείο επειδή διαφωνούν με τις μάσκες και τη διενέργεια διαγνωστικών τεστ για την αντιμετώπιση της πανδημίας αποτελεί ίσως την επιτομή για το ξεστράτισμα στο οποίο έχει βρεθεί τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία.

Ένα ζευγάρι αποφάσισε να αυθαιρετήσει εις βάρος των παιδιών του, στερώντας τους το αγαθό και ταυτόχρονα δικαίωμα της Παιδείας και καταδικάζοντάς τα όχι μόνον στην αμάθεια αλλά και σε κοινωνική απομόνωση. Παρά ταύτα, τα πολυποίκιλα όργανα της ελληνικής Πολιτείας που είχαν την αρμοδιότητα να παρέμβουν για να σταματήσουν την απάνθρωπη και αναμφισβήτητα παράνομη συμπεριφορά τους, δεν συγκινήθηκαν.

Μέχρις ότου το ίδιο το ζευγάρι βγει στην τηλεόραση για να διατυμπανίσει την… αντιστασιακή του δράση, ουδείς αισθάνθηκε την ανάγκη να αντιδράσει. Ούτε οι φορείς της εκπαίδευσης, που είναι οι πρώτοι που θα έπρεπε να κινητοποιηθούν. Ούτε οι υπηρεσίες της κοινωνικής πρόνοιας, που, από κοινού με τις τοπικές αρχές, έχουν υποχρέωση να παρεμβαίνουν όταν οι γεννήτορες καταπατούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα δικαιώματα των παιδιών τους. Ούτε οι αστυνομικές και οι εισαγγελικές αρχές που είναι επιφορτισμένες με το καθήκον να επιβλέπουν την εφαρμογή των νόμων και να οδηγούν τους παραβάτες ενώπιον της Δικαιοσύνης.

Δυσκολεύεται κάποιος να φανταστεί ότι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του δυτικού κόσμου, στον οποίο υποτίθεται ότι ανήκει και η Ελλάδα, θα μπορούσαν δύο άνθρωποι επί τόσο μακρύ χρονικό διάστημα να παραβιάζουν τόσο κατάφωρα τη νομιμότητα χωρίς να συγκινείται κανείς. Αν είχαμε να κάνουμε με ένα μεμονωμένο περιστατικό, το οποίο απλώς διέλαθε της προσοχής των θεσμικών οργάνων της Πολιτείας, ίσως δεν θα είχε τη σημασία που προσλαμβάνει εξαιτίας του γεγονότος ότι αποτελεί μάλλον μια γενικευμένη κατάσταση που επικρατεί στην εποχή μας.

Πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, αλλά κυρίως κατά τη διάρκειά της, είναι πολλά τα γεγονότα που μαρτυρούν ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν ιδιότυπο «αβδηριτισμό» που χαρακτηρίζει τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε τα δημόσια πράγματα στη χώρα μας. Από την εφαρμογή των στοιχειωδών κανόνων κοινωνικής συμβίωσης έως την τήρηση των νόμων που σωρηδόν ψηφίζονται από το ελληνικό Κοινοβούλιο, στην πράξη όλα φαίνεται να... επαφίενται αποκλειστικά και μόνον στον πατριωτισμό των Ελλήνων.

Για κάποιον παράδοξο λόγο, σε ένα μάλλον μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας έχει επικρατήσει η λανθασμένη αντίληψη ότι μπορεί μεν να υφίστανται περιορισμοί και να θεσπίζονται σωρηδόν νέες υποχρεώσεις, αυτό, όμως, δεν χρειάζεται να συνοδεύονται από συνέπειες ή κυρώσεις για όσους τους παραβιάζουν.

Οι γονείς, για παράδειγμα, είναι υποχρεωμένοι να μεριμνούν για να παρακολουθούν τα παιδιά τους τα σχολικά μαθήματα, αλλά, ακόμη και αν δεν ανταποκρίνονται σε αυτή την υποχρέωσή τους, τούτο δεν σημαίνει ότι αυτομάτως θα βρεθούν αντιμέτωποι με κάποια συνέπεια ή κύρωση. Όχι τόσο για λόγους τιμωρητικούς, όσο για παιδευτικούς.

Τα περισσότερα ζητήματα, εξάλλου, σε αυτή τη χώρα αντιμετωπίζονται με μια χαρακτηριστική χαλαρότητα και έναν «ωχαδερφισμό» που συχνά γίνεται παραλυτικός. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ένα μέρος του πολιτικού κόσμου υποστήριζε μεν την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών για το υγειονομικό προσωπικό, πλην, όμως, εξέφραζε έντονη διαφωνία με το καθεστώς της διαθεσιμότητας στο οποίο τέθηκαν όσοι επέμεναν να μείνουν ανεμβολίαστοι.

Τι είδους υποχρεωτικότητα, άραγε, θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε μια τέτοια περίπτωση; Ενδεχομένως όσοι το πρότειναν να είχαν κατά νου ένα είδος… εθελοντικής υποχρεωτικότητας. Κάτι τέτοιο, όμως, αν ήταν εφικτό να λειτουργήσει θα το είχαν εφαρμόσει και κάπου αλλού στον πλανήτη.

Όπως σε καμία άλλη χώρα δεν θα έμενε χωρίς συνέπειες η προκλητική πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Γρεβενών να αφαιρεί προκλητικά και μπροστά στις κάμερες τις μάσκες των πιστών που τον πλησίαζαν για να ασπαστούν το χέρι του. Η πράξη του ήταν, χωρίς αμφιβολία, παράνομη και καταδικαστέα, αλλά ουδείς από την κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση αισθάνθηκε την ανάγκη να πάρει θέση και να αποδοκιμάσει τη συμπεριφορά του που βάζει σε κίνδυνο τους εκκλησιαζόμενους οι οποίοι κατά τεκμήριο ανήκουν στις πλέον ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.

Αντίστοιχης λογικής είναι και οι πιο πρόσφατοι ισχυρισμοί σύμφωνα με τους οποίους χαρακτηρίζεται «ρατσιστικό» και «διχαστικό» επιχείρημα να γίνεται λόγος για «πανδημία των ανεμβολίαστων», επειδή οι τελευταίοι μπορεί να… νιώσουν άβολα. Παρόλο που η έκφραση έχει χρησιμοποιηθεί πάμπολλες φορές από ξένους πολιτικούς ηγέτες, όπως ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπάιντεν (που, όπως και να έχει, δεν τον λες και ρατσιστή), μόνον στην Ελλάδα αποτέλεσε αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης.

Είναι και αυτό ένα ακόμη επεισόδιο στο σίριαλ του ξεστρατίσματος που βιώνουμε αρκετά χρόνια. Και το οποίο οι συνθήκες της πανδημίας επανέφεραν στο προσκήνιο. Στο τέλος- τέλος, η έλλειψη σεβασμού στους κανόνες, που αποτελεί προστάδιο της ανομίας, έχει πολλές μορφές, ενώ συχνά ισχύει η αρχαιοελληνική ρήση «εξ όνυχος τον λέοντα»…

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

«Παύλος» ή «φαύλος»;



            Ο χειρισμός τον οποίο ακολούθησε η κυβέρνηση στο Εκκλησιαστικό ίσως δεν πρέπει να εκπλήσσει, καθώς δεν απέχει από τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται όλα τα θέματα: μικρά και μεγάλα.
Στην πραγματικότητα είδαμε να εκτυλίσσεται ένας χειρισμός σχεδόν πανομοιότυπος με πολλούς προηγούμενους: από την αλλαγή πλεύσης το ίδιο βράδυ που οι Έλληνες κλήθηκαν να ψηφίσουν «Όχι» στο πιο ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα όλων των εποχών έως τη «περήφανη» 17ωρη διαπραγμάτευση που οδήγησε στο τρίτο και πλέον επώδυνο Μνημόνιο και από τη… σωτηρία των συντάξεων που επέφερε ο νόμος Κατρούγκαλου έως τη χορήγηση αναδρομικών και την προοπτική μείωσης των εισφορών που προβάλλονται τώρα ως φιλολαϊκές παροχές προς τους βαρύτατα φορολογούμενους Έλληνες πολίτες.
Στο Εκκλησιαστικό συμποσούνται όλα τα χαρακτηριστικά της φαυλότητας που συνθέτουν τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ: ιδεοληπτικού τύπου βερμπαλισμοί και μεγαλοστομίες αναντίστοιχες με το μέτρο των πραγμάτων, μικροκομματικοί υπολογισμοί με σταθερή επιδίωξη να προσποριστούν επικοινωνιακά οφέλη και να εκτεθεί η αντιπολίτευση, διαστροφή της πραγματικότητας και επινίκιες ιαχές ακόμη όταν το «Βατερλό» χάσκει μπροστά στα μάτια όλων.
Μην ξεχνάμε ότι στην προκειμένη περίπτωση όλα ξεκίνησαν με τον δήθεν μεγαλεπήβολο στόχο να υλοποιηθεί η παραδοσιακή θέση της Αριστεράς για χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους, θέση η οποία συχνά – πυκνά βρίσκει υποστήριξη και από μετριοπαθείς δυνάμεις του Κέντρου και της Δεξιάς. Η αφορμή ήταν, υποτίθεται, η αρξάμενη συνταγματική Αναθεώρηση, στο πλαίσιο της οποίας αναμενόταν η ανακίνηση των ζητημάτων που σχετίζονται με τη διευθέτηση των σχέσεων της Πολιτείας με τους εκπροσώπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας και εν γένει τους θρησκευτικούς λειτουργούς.
Ακολουθώντας, όμως, την πεπατημένη, σύμφωνα με την οποία κάθε φορά που προετοιμάζει μια κωλοτούμπα καταφεύγει σε ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα για να την καλύψει, όπως έκανε με την προκήρυξη του δημοψηφίσματος για να αποπροσανατολίσει από την διάθεσή του να συμβιβαστεί, ο Αλέξης Τσίπρας κάλεσε στο πρωθυπουργικό γραφείο τον Αρχιεπίσκοπο για να ανακοινώσει μια «Ιστορική συμφωνία» που, όπως αποδείχθηκε, ούτε «ιστορική» ήταν, ούτε «συμφωνία».
Από την πρώτη στιγμή διαφάνηκε ότι εκείνο που ουσιαστικά ήθελε ο κ. Τσίπρας ήταν να δικαιολογήσει την απόφασή του να μην προχωρήσει ο χωρισμός της Εκκλησίας από το Κράτος επειδή αυτό θα ήταν εκλογικά επώδυνο για τον ΣΥΡΙΖΑ που ψαρεύει πλέον σε κάθε είδους νερά. Για να το πετύχει, ωστόσο, χρειαζόταν έναν αντιπερισπασμό που θα έστρεφε αλλού το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και θα καταλάμβανε εξ απήνης την αντιπολίτευση.
Έτσι, ανακοίνωσε την πρόθεσή του να προχωρήσει σε μια μικροδιευθέτηση σχετικά με τον τρόπο πληρωμής των κληρικών οι οποίοι δεν θα εισέπρατταν πλέον τον μισθό τους απευθείας από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών, αλλά εφεξής το Δημόσιο θα έδινε ισόποση με τους μισθούς τους επιδότηση (άγνωστο σε ποιον…), επειδή δεν θα νοούνται πλέον δημόσιοι υπάλληλοι.
Παραδόξως η αντιπολίτευση -ή τουλάχιστον ένα μέρος της- παραπλανήθηκε. Ίσως γιατί δεν τους έχουν γίνει μαθήματα τα άπειρα παθήματα που τους επιφυλάσσει όλα αυτά τα χρόνια ο κ. Τσίπρας. Όπως όταν τους λοιδωρούσε ενώ έδιναν ψήφο στο δικό του Μνημόνιο. Ή όταν θέτει στο σκανδαλοθηρικό στόχαστρό του όποιο στέλεχος της αντιπολίτευσης μπαίνει εμπόδιο στα σχέδια του ίδιου και της παρέας του να πάρουν εκτός από την κυβέρνηση και όλες τις εξουσίες. 
Δυστυχώς, όμως, για την κυβέρνηση, δεν παραπλανήθηκαν οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι, δηλαδή η πλειονότητα των κατώτερων και ανώτερων κληρικών που αντέδρασαν εντόνως στους προεκλογικού χαρακτήρα κυβερνητικούς σχεδιασμούς τους οποίους –ηθελημένα ή αθέλητα- διευκόλυνε ο Αρχιεπίσκοπος αποδεχόμενος έστω και ως πρόθεση συμφωνίας τα 15 σημεία του κοινού ανακοινωθέντος της 6ης Νοεμβρίου που κατέτειναν ουσιαστικά σε ένα και μόνο σημείο:  στην «απελευθέρωση», σύμφωνα με την έκφραση του κυβερνητικού εκπροσώπου, θέσεων για νέους διορισμούς στο δημόσιο.
Ο κ. Ιερώνυμος, αν πιστέψουμε τις διαρροές από το αλληλοσπαρασσόμενο περιβάλλον του, δικαιολογήθηκε στους άλλους Ιεράρχες λέγοντας ότι αντιμετώπισε τον Αλέξη Τσίπρα σαν τον άπιστο και απηνή διώκτη των Χριστιανών Σαούλ ο οποίος ανένηψε όταν, στην πορεία από τα Ιεροσόλυμα προς τη Δαμασκό, τού εμφανίστηκε ο Ιησούς και, αφού ασπάστηκε τη νέα πίστη, έγινε, ως Απόστολος Παύλος, πλέον, διαπρύσιος κήρυκας της.
Παρά, εξάλλου, την ευχέρεια των ελιγμών που αναμφισβήτητα διαθέτει ο κ. Τσίπρας, ο ρόλος του «θαυματοποιού» που υποδύθηκε δεν του βγήκε. Όπως δεν του βγαίνουν οι περισσότερες πρωτοβουλίες τώρα που βρίσκεται σε πορεία εξόδου. Τον πρόδωσε και η υπερβολική σπουδή με την οποία έσπευσε να εκμεταλλευθεί την κατ΄ αρχήν αρχιεπισκοπική ευλογία, όπως και την ήπια στάση που τήρησε αρχικά η αξιωματική αντιπολίτευση.
Το… ψευτοθαύμα της υποσχόμενης πρόσληψης 10.000 νέων δημοσίων υπαλλήλων στη θέση των ιερέων οι οποίοι θα εξακολουθούσαν να πληρώνονται μεν από το δημόσιο ταμείο, αλλά με μια μη αποσαφηνισμένη μέθοδο, αποκαλύφθηκε. Και μαζί αποκαλύφθηκε ότι ο κ. Τσίπρας δεν έγινε -και ούτε θα μπορούσε να γίνει ποτέ του- ο… νέος Απόστολος Παύλος.
Στο τέλος – τέλος όταν ξεκινάς με υψιπετείς διακηρύξεις ότι δήθεν θέλεις να χωρίσεις την Εκκλησία από το Κράτος και, αντ΄ αυτού, καταλήγεις σε μεγαλύτερη σύσφιξη, με την διαιώνιση, αφενός, της πληρωμής των μισθών των ιερωμένων από τον δημόσιο κορβανά και, αφετέρου, με ενεργοποίηση της κοινής εταιρίας για αξιοποίηση της αμφισβητούμενης περιουσίας, δεν μεταμορφώνεσαι σε… Παύλο.
Το μόνο που αποδεικνύεις, έτσι, είναι πόσο φαύλος πολιτικός είσαι, αφού το ενδιαφέρον σου και οι πολιτικές που ασκείς περιορίζονται στον στενό ρουσφετολογικό ορίζοντα της επερχόμενης κάλπης.

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2018

Ανιστόρητες… ιστορικότητες και άλλες ιστορίες θεομπαιξίας



Μόνον παντελώς ανιστόρητοι τύποι θα μπορούσαν να κάνουν τόσο προκλητική κατάχρηση της έννοιας της ιστορικότητας. Όποιο πυροτέχνημα και να εξαπολύσουν, όποιον επικοινωνιακό αντιπερισπασμό και αν επιστρατεύσουν, σπεύδουν, πριν καν ανακοινώσουν το περιεχόμενό του, να τον βαφτίσουν «ιστορική συμφωνία».
Από πού να ξεκινήσει κάποιος; Από την διαβόητη 17ωρη «υπερήφανη διαπραγμάτευση» του 2015 που κατέληξε στην «ιστορική συμφωνία» του τρίτου και βαρύτερου Μνημονίου που ήταν στον αντίποδα από εκείνο που είχε κληθεί να ψηφίσει ο ελληνικός λαός και παρέδωσε ενέχυρο στους δανειστές όλη τη δημόσια περιουσία;
Και που να σταματήσει κανείς; Στην «ιστορική» φιέστα της γραβάτας στο Ζάπειο για να γιορταστεί η «καθαρή έξοδος» που ακόμη δεν βρέθηκε; Ή στην «ιστορική» Συμφωνία των Πρεσπών την οποία σαν καλά και υπάκουα  παιδιά υπέγραψαν, προσμένοντας ανταλλάγματα και αγνοώντας προκλητικά τη βούληση της πλειονότητας των Ελλήνων;
Γι΄ αυτό και μάλλον δεν πρέπει να προκάλεσε ιδιαίτερη έκπληξη όταν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, προτού καν διαβάσει το κοινό ανακοινωθέν που είχε λίγο πριν συνομολογήσει με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, έσπευσε να προσδώσει… ιστορικές διαστάσεις σε μια αμφιβόλου σημασίας συμφωνία με την Εκκλησία, με την οποία όχι μόνον δεν επέρχεται ο πολυθρύλητος διαχωρισμός από το Κράτος, αλλά οι μεταξύ τους σχέσεις μάλλον διαπλέκονται έτι περαιτέρω.
Κι, όμως, ο κ. Τσίπρας με τον μοναδικό βερμπαλισμό που τον χαρακτηρίζει, ξεκίνησε τις δηλώσεις του από το Μέγαρο Μαξίμου, ισχυριζόμενος τα εξής: «Σήμερα είμαι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσω ότι μετά από έναν πολυετή αλλά και ειλικρινή διάλογο με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και την Εκκλησία της Ελλάδας βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πλαίσιο, θα έλεγα, Συμφωνίας. Αλλά, μία Συμφωνία την οποία θα μου επιτρέψετε να χαρακτηρίσω ιστορικού χαρακτήρα…».
Η συνέχεια, βέβαια, των δηλώσεων του κάθε άλλο παρά επίγνωση ιστορικότητας μαρτυρούσε. Και, όπως αποδείχθηκε, εξάλλου, την επομένη από τις διευκρινήσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου όλα όσα είπε ο κ. Τσίπρας δεν ήταν παρά ένα πρόχειρο περιτύλιγμα για να δικαιολογηθούν προεκλογικού χαρακτήρα εξαγγελίες περί νέων προσλήψεων στο Δημόσιο.
Με άλλα λόγια, το σκηνικό που στήθηκε στο πρωθυπουργικό γραφείο ήταν μόνο και μόνο για να ανακοινωθεί πομπωδώς ότι «οι κληρικοί δεν θα νοούνται στο εξής ως δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών». Ενώ αμέσως μετά γνωστοποιήθηκε ότι «το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύεται ότι θα καταβάλλει ετησίως στην Εκκλησία με μορφή επιδότησης ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις μισθολογικές μεταβολές του Ελληνικού Δημοσίου».
Δεν πέρασαν, άλλωστε, λίγες ώρες και αυτό το οποίο αρκετοί, εν είδει πλάκας, υποστήριζαν στο Διαδίκτυο, ότι, δηλαδή, όλο αυτό έγινε για να… ανοίξουν θέσεις στο Δημόσιο, αποδείχθηκε ότι μόνον πλάκα δεν ήταν. «Πράγματι με τη συμφωνία αυτή απελευθερώνονται 10.000 θέσεις δημοσίων υπαλλήλων», πανηγύρισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος που αποφάσισε να κάνει εκτάκτως «ενημέρωση» των πολιτικών συντακτών για να προπαγανδίσει την «ιστορική πρωτοβουλία».
Και ως να ανακοίνωνε κέρδη από λαχειοφόρο κλήρωση, ο κ. Τζανακόπουλος συμπλήρωνε: «Διότι, ξέρετε ότι οι κληρικοί αν και δεν είναι ακριβώς δημόσιοι υπάλληλοι, είναι οιονεί δημόσιοι υπάλληλοι, καταμετρώνται στο δυναμικό των δημοσίων υπαλλήλων. Και ακριβώς, επειδή έχουμε καταφέρει να καταλήξουμε σε μια συμφωνία με τους θεσμούς, πριν από τη λήξη του μνημονίου που προβλέπει το ένα προς ένα στο δημόσιο, αυτό μας δίνει τη δυνατότητα στα επόμενα χρόνια να συμπληρώσουμε αυτές τις θέσεις με προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων…».
Μιλάμε για τεράστια διαπραγματευτική επιτυχία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, οι οποίοι θεωρούν ότι θα μπερδέψουν τους… κουτόφραγκους τους «τροϊκανούς», οι οποίοι, αφού θα δουν ότι οι ιερωμένοι δεν θα πληρώνονται από την Αρχή Πληρωμών, θα χάσουν το… μέτρημα και θα αφήσουν την παρέα του Δημήτρη Τζανακόπουλου και της Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου να προσλάβουν όσους περισσότερους μπορέσουν.
Το ότι για να προσληφθούν όλοι αυτοί στις 10.000 θέσεις που «απελευθερώνονται», θα κληθούν οι ήδη υπέρμετρα φορολογούμενοι Έλληνες πολίτες να επιβαρυνθούν με επιπλέον τουλάχιστον 200 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, είναι κάτι που μάλλον ούτε που…. πέρασε από το μυαλό του Αλέξη Τσίπρα και του Δημήτρη Τζανακόπουλου. Το θέμα τους είναι οι προσδοκίες που θα πουλήσουν σε μια εποχή υψηλής ανεργίας, μπας και «τσιμπήσουν» κάποιοι και τους ψηφίσουν στις επόμενες εκλογές που φαίνεται ότι είναι το μόνο τους μέλημα.
Δεν είναι άλλωστε, παράδοξο που από τη μια καλούσαν τα κόμματα να συμφωνήσουν μαζί τους, από την άλλη απέδιδαν εξαλλοσύνη σε όποιον έθετε ερωτήματα για ένα πυροτέχνημα που ήταν σαφές ότι στήθηκε στο πόδι μήπως και καλυφθεί μια ακόμη αριστοτεχνική κωλοτούμπα από τους πιο διάσημους… θεομπαίχτες που έχει γνωρίσει τούτος ο τόπος.
Μιλάμε για τους θεομπαίχτες οι οποίοι μέχρι πρόσφατα διατυμπάνιζαν θέσεις για χωρισμό Κράτους – Εκκλησίας και τώρα κάνουν το κάθετι για ακόμη μεγαλύτερο σφιχταγκάλιασμα. Με αποκορύφωμα την κοινή εταιρία για τη διαχείριση της αμφισβητούμενης εκκλησιαστικής περιουσίας που ναι μεν συστάθηκε επί της προηγούμενης κυβέρνησης και μένει εδώ και πέντε χρόνια στα χαρτιά, κυρίως απειδή την πολέμησε ο ΣΥΡΙΖΑ, πλην, όμως, τώρα οι νυν κυβερνώντες την εμφανίζουν ως δήθεν καινούργια –«ιστορική», πάντα- πρωτοβουλία.
«Η ελληνική κυβέρνηση (sic!) καλεί όλες τις πολιτικές δυνάμεις να υποστηρίξουν αυτή την ιστορική πρωτοβουλία που διευθετεί μια από τις πιο περίπλοκες νομικές και πραγματικές εκκρεμότητες, ίσως την πιο περίπλοκη, στην ιστορία του ελληνικού κράτους», είπε αυτολεξεί o εκπρόσωπος της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Και με τη γνωστή θρασύτατη αμετροέπεια που διακρίνει όλες τις κυβερνητικές διακηρύξεις, συμπλήρωσε αμέσως μετά: «Γι αυτόν ακριβώς το λόγο είναι απολύτως εκτός λογικής και πλήρως πολιτικά ανεύθυνο, να οδηγούνται κάποιες πολιτικές δυνάμεις σε διαστρεβλώσεις και εξαλλοσύνες, που δεν συνάδουν με τη βαρύτητα, τη σοβαρότητα και την ιστορικότητα της συμφωνίας αυτής».
Τι του λες μετά από αυτό; Μάλλον τίποτε περισσότερο από ένα «ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές»!

Πέμπτη 26 Απριλίου 2018

Πως καταφέρνουν να πέφτουν σε όλα έξω!



Δεν περνάει σχεδόν ούτε μέρα που η επικαιρότητα να μην κατακλύζεται από μια ή περισσότερες κυβερνητικές ανακολουθίες. Είναι τόσο συχνές οι ασυνέπειες των οποίων γινόμαστε μάρτυρες που είναι απορίας άξιο αν υπάρχει έστω και μια μικρή ή μεγαλύτερη εξαγγελία των κυβερνώντων που να έχει εκπληρωθεί.
Τι να θυμηθεί και τι να ξεχάσει κανείς; Να θυμηθεί τα όσα ισχυριζόταν ο νυν πρωθυπουργός για την ενοικίαση γαλλικών φρεγατών;  Ή να ξεχάσει τον κόσμο που χάλαγαν ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας και οι συν αυτώ όταν υπό πολύ καλύτερους όρους επιχειρήθηκε να μεταβιβαστεί πριν από λίγα χρόνια ένα μέρος της τότε κραταιάς ακόμη ΔΕΗ;
Και δεν είναι μόνον αυτά. Το μικρό πλεόνασμα που έβγαλε η προηγούμενη κυβέρνηση ήταν «ματωμένο», ενώ το πολλαπλάσιο υπερπλεόνασμα που από άστοχη υπερφορολόγηση προέκυψε επί των ημερών των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θεωρείται «επιτυχία» και πιστώνεται στην «υπεραπόδοση» της οικονομίας η οποία συμβαίνει να παρουσιάζει τη μικρότερη μεγέθυνση σε όλη την Ευρώπη.
Ο κατάλογος με τις κραυγαλέες περιπτώσεις που διαπιστώνεται διάσταση λόγων και έργων είναι ατελείωτος. Και επεκτείνεται σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Από τον ΕΝΦΙΑ που θα καταργούνταν και τη σεισάχθεια,που τόσοι αφελείς περίμεναν αλλά τώρα αντιμετωπίζουν το φάσμα των πλειστηριασμών ή βλέπουν να τους κατάσχονται οι λογαριασμοί, έως τον διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας και τους ξένους που θα μας παρακαλούσαν να μας δανείσουν μόλις σκίζαμε το Μνημόνιο.
Από τις συντάξεις και τον κατώτατο μισθό που θα επανέρχονταν έως την «ανακάλυψη» ότι… υπάρχουν θαλάσσια σύνορα και τα εξευτελιστικά «ναι σε όλα» που υποχρεώνονται να πουν οι διαφωνούντες κυβερνητικοί βουλευτές για να μην κινδυνέψει η καρέκλα τους.
Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες οι οποίοι, όπως κατήγγειλαν, εμποδίζονταν από τον φράκτη του Έβρουκαι έπρεπε να ανοίξουν τα σύνορα για να κατευθυνθεί ο καθένας όπου ήθελε, τώρα δεινοπαθούν εγκλωβισμένοι στα ελληνικά νησιά όπου ζουν υπό άθλιες συνθήκες τόσο για τους ίδιους όσο και για τους κατοίκους των περιοχών αυτών. Τα δικαιώματα όσων είχαν περιοριστεί στην… επαίσχυντη Αμυγδαλέζα γινόταν πολύ περισσότερο σεβαστά από εκείνα των εγκλείστων στη Μόρια. 
Έχουν το θράσος να υποστηρίζουν ότι τα άγρια μνημονιακά τους μέτρα κράτησαν δήθεν την «κοινωνία όρθια», παραβλέποντας τη συνεχώς διερυνόμενη φτώχεια, τα απειλούμενα με διάλυση δημόσια νοσοκομεία και τα κενά στα σχολεία που με έκπληξη διαπίστωσε ο κ. Τσίπρας ότι δεν καλύφθηκαν μόλις την περασμένη εβδομάδα που πήγε στο Καστελόριζο και βρέθηκε μια θαρραλέα εκπαιδευτικός για να καταρρίψει την κυβερνητική προπαγάνδα που ήθελε να λειτουργούν όλα άψογα.
Οι παρελάσεις και οι θρησκευτικές τελετές, με πιο χαρακτηριστική την απόδοση τιμών στο «Άγιο Φως», που παλαιότερα γινόταν αντικείμενο χλευασμών από σημερινούς υψηλόβαθμους αξιωματούχους της κυβέρνησης, τώρα τηρούνται με… ευλάβεια προς χάριντης υποκριτικής ψηφοθηρίας. Τα ρουσφέτια και ο νεποτισμός με το βόλεμα συγγενών, φίλων και κάθε είδους κολλητών έχουν, τηρουμένων των αναλογιών της κρίσης, ξεπεράσει κάθε προηγούμενο.
Οι μετακλητοί υπάλληλοι που θα καταργούνταν έχουν αυξηθεί και βρίσκονται σε επίπεδα που καμία προηγούμενη ομάδα διακυβέρνησης δεν είχε φθάσει. Τα κυβερνητικά αεροσκάφη, που θα πωλούνταν για να… ξεχρεώσουμε, κάνουν υπερωρίες και έχουν μετατραπεί σε learjetπου τα χρησιμοποιούν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι ακόμη και για λόγους προσωπικής και οικογενειακής αναψυχής.
Οι πολυδιάστατες διεθνείς σχέσεις που θεωρητικά θα ακολουθούσαν έχουν δώσει τη θέση τους στην εθελόδουλη πρόσδεση στο άρμα των υπερατλαντικών «συμμάχων» οι οποίοι υπαγορεύουν τη «βούληση» των κυβερνώντων, επιβάλλοντας τα εξοπλιστικά προγράμματα που θα αποκτήσουμε και τις υποχωρήσεις τις οποίες θα κάνουμε στο «Μακεδονικό». 
Ο υποτιθέμενος πόλεμος κατά της διαπλοκής μορφοποιήθηκε σε προσπάθεια ποδηγέτησης της ενημέρωσης και εξυπηρέτησης με απροκάλυπτο τρόπο επιχειρηματικών συμφερόντων που είναι διατεθειμένα να δώσουν γη και ύδωρ στη κυβερνητική εξουσία. Εν κρυπτώ και παραβύστωδεν πρέπει ποτέ στο παρελθόν να έχουν μπει τόσοι πολλοί επιχειρηματίεςαπό την πίσω πόρτα του Μαξίμου.
Το Σύνταγμα, για την τήρηση του οποίου έδιναν όρκους πίστης, υποστηρίζοντας ότι θα ήταν «κάθε του λέξη», δεν έχει υποστεί τέτοια καταρράκωση τις τελευταίες δεκαετίες, χάριν κομματικών σκοπιμοτήτων. Ενώ ποτέ άλλοτε από την εξομάλυνση της πολιτικής ζωής, που ξεκίνησε με την πτώση της χούντας, δεν έχει παρατηρηθεί τέτοια εχθροπάθεια για τους πολιτικούς τους αντιπάλους και δεν έχει διανοηθεί τόσο εξόφθαλμη σκευωρία όπως η μαζική στοχοποίηση με την υπόθεση Novartis.
Επειδή είναι αδύνατο σε ένα κείμενο όπως αυτό να γίνει συστηματική καταγραφή όλων των ανακολουθιών, θα είχε τεράστιο ενδιαφέρον αν ένας ερευνητικός οργανισμός που ειδικεύεται στις πολιτικές επιστήμες αναλάμβανε το τιτάνιο έργο να αποτυπώσεισε έναν ευσύνοπτο τόμο μία προς μία όλες τις «κωλοτούμπες» τις οποίες άλλοτε με έκπληξη και άλλοτε με συγκατάβαση βλέπουμε τους τελευταίους σαράντα μήνες να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια μας.
Μια τέτοια αποτύπωση θα αποτελούσε σπουδαία παρακαταθήκη στις μελλοντικές γενιές πολιτικών που θα είχαν, έτσι, ένα μέτρο για το πως μπορεί κάποιος να λέει τα πάντα, να κάνει τα αντίθετά τους και να καταφέρνει να πέφτει πάντα έξω. Αλλά θα ήταν ταυτόχρονα και γενναιόδωρη προσφορά προς όσους από τους πολίτες εξαπατήθηκαν και πλέον θέλουν να αποφύγουν τις κακοτοπιές της άμετρης υποσχεσιολογίας.

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Ο μακιαβελισμός των Θρησκευτικών



            Έχουν φαίνεται εθιστεί τόσο πολύ στην υποκρισία και στο ψέμα τα περισσότερα –αν όχι όλα- τα κυβερνητικά στελέχη, που θαρρεί κανείς πως τους έχουν γίνει δευτέρα φύσις. Δεν εξηγείται αλλιώς ότι ακόμη και για τα πιο απλά πράγματα καταφεύγουν σε τόσο προφανείς αναλήθειες που αναρωτιέται κανείς για τη σκοπιμότητα που υποκρύπτει αυτό το διαρκές «δεν είναι αυτό που νομίζετε» στο οποίο καταφεύγουν και όταν δεν υπάρχει λόγος για να αρνούνται την πραγματικότητα.   
«Δεν έχω διαβάσει την πολυσέλιδη επιστολή που έστειλε σήμερα ο Αρχιεπίσκοπος», δήλωσε από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης όταν στην προ ημερησίας διατάξεως συνεδρίαση πήρε τον λόγο για να τοποθετηθεί πολλές ώρες αφότου είχε γίνει γνωστό το περιεχόμενο των θέσεων που είχε εκθέσει ο προκαθήμενος της ελλαδικής Εκκλησίας στους πολιτικούς αρχηγούς για το ζήτημα της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στη μέση εκπαίδευση.
«Εξ όνυχος τον λέοντα» θα σκεφθεί, ενδεχομένως, κάποιος. Είναι, όμως, μια ενδεικτική περίπτωση για τη μόνιμη τακτική –την λες και εμμονή!- των ανθρώπων που πλαισιώνουν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να μην παραδέχονται την αλήθεια. Είτε πρόκειται για την αλήθεια που σχετίζεται με μεγάλα ζητήματα, όπως το Μνημόνιο που υπέγραψαν, ή την παράδοση της δημόσιας περιουσίας στον έλεγχο των ξένων με κατάληξη στους ιδιώτες, τις συντάξεις που κατακρεουργήθηκαν και το ΕΚΑΣ που εξαφανίστηκε.
Είτε αφορά, απλώς, τη διαμόρφωση της πραγματικότητας για καθημερινά ζητήματα, όπως ότι, όσοι από τους κυβερνώντες μπορούν, στέλνουν –οι περισσότεροι, μάλλον- τα παιδιά τους στα ιδιωτικά σχολεία του εσωτερικού και στα καλά πανεπιστήμια του εξωτερικού, ή ότι συμπεριφέρονται όπως ακριβώς, αν όχι και χειρότερα, οι προκάτοχοι τους όταν είναι να υπερασπιστούν προσωπικά ή κομματικά προνόμια κάθε είδους (δάνεια, διορισμούς, κ.ο.κ.).  
Το εξοργιστικό στην περίπτωση του ισχυρισμού του υπουργού Παιδείας, ότι δεν μπήκε στον κόπο να διαβάσει την επιστολή του Αρχιεπισκόπου, είναι πως ο κ. Φίλης δεν είναι ένας αμελής τύπος από εκείνους που μπορεί να πιστέψεις ότι απλώς αδιαφόρησε για τις θέσεις της Ιεραρχίας. Το απέδειξε με το ότι ήταν εφοδιασμένος μέχρι και με τα -από κάθε άποψη- απαράδεκτα φυλλάδια του μητροπολίτη Αιγιαλείας Αμβρόσιου. Το πάθος, άλλωστε, με το οποίο υπερασπίστηκε τις απόψεις του για το επίμαχο ζήτημα μαρτυρά ότι πήγε στη Βουλή προετοιμασμένος και έτοιμος για να δώσει συνέχεια σε μια ανώφελη σύγκρουση που ο ίδιος επέλεξε να έχει με την Ιεραρχία.
Γιατί, κακά τα ψέματα, δεν είναι δυνατόν να πιστέψει κανείς ότι όταν ο υπουργός Θρησκευμάτων εξαπολύει επίθεση στην Εκκλησία για τη στάση που είχε ο κλήρος σε ανώμαλες περιόδους, όπως η Κατοχή και η χούντα, στοχεύει ειλικρινά σε αλλαγές στα Θρησκευτικά. Αλλαγές που, όποιος εχέφρων πολίτης πάρει στα χέρια του κάποια από τα σχολικά εγχειρίδια από τα οποία διδάσκεται το μάθημα στα σχολεία, δεν θα έχει την παραμικρή δυσκολία να συμφωνήσει ότι είναι επιβεβλημένες.
Όπως και κάθε άνθρωπος με ανοικτό πνεύμα θα συμφωνήσει μάλλον με τη κατεύθυνση ότι «τα Θρησκευτικά από ομολογιακό μάθημα γίνονται μάθημα γνώσεων θρησκειών». Πολύ περισσότερο, ακόμη και αν είναι κανείς πιστός, όταν συνοδεύεται με την προσθήκη ότι θα δίνεται «βεβαίως προτεραιότητα στην ορθοδοξία, με ό,τι σημαίνει αυτό που είναι ένα ευρύτερο θέμα», όπως ακριβώς δήλωσε ο υπουργός Παιδείας στη Βουλή.
Ποιά σχέση, όμως, έχει η κατεύθυνση αυτή με το «τι έκαναν οι δεσποτάδες» στο παρελθόν; Πως σχετίζονται τα δύο ζητήματα; Το ένα αφορά το σχολείο του σήμερα και του αύριο, ενώ το άλλο είναι αντικείμενο της ιστορίας που μπορεί να τίθεται στον δημόσιο διάλογο και στην αντιπαράθεση, αλλά χωρίς συσχετισμό με τις εκπαιδευτικές ανάγκες. Εκτός πια και αν αλλάζουμε τα Θρησκευτικά όχι επειδή είναι ώριμο αίτημα της εποχής, αλλά γιατί πρέπει να… τιμωρηθεί η Εκκλησία για τη στάση της στο παρελθόν.
Είναι αλήθεια ότι ο υπουργός Παιδείας έχει μια μανία με το παρελθόν. Αν τον ακούσει κανείς να μιλάει, τον «συλλαμβάνει» να «τσαλαβουτάει» στα θολά νερά της ιστορίας, ψαρεύοντας επιχειρήματα χωρίς συγκεκριμένο έρμα. Εκεί που επικαλείται τη Ρόζα Ιμβριώτη και τον Ευάγγελο Παπανούτσο, ξάφνου πετιέται στον Γεώργιο Ράλλη και στον Ευάγγελο Αβέρωφ. Καμιά φορά θυμάται και τον Κώστα Σημίτη, του οποίου, όμως, ούτε το όνομα δεν ψέλλισε όταν αναφέρθηκε στην αντιπαράθεση για τις ταυτότητες που ο πρώην πρωθυπουργός έφερε εις πέρας χωρίς να βάλει την ουρά στα σκέλια όπως κάνουν οι ομοτράπεζοι του κ. Φίλη στο υπουργικό συμβούλιο που δηλώνουν: «Εμείς δεν θα συμφωνήσουμε σε τίποτε εάν δεν γίνουν δεκτά τα αιτήματα της Ιεραρχίας»!        
Είναι ακριβώς αυτό το «τσαλαβούτημα» που υποψιάζει ορισμένους ότι όλα αυτά δεν συνιστούν πολιτικό χειρισμό από έναν υπουργό Παιδείας που θέλει να δώσει λύση σε υπαρκτά εκπαιδευτικά προβλήματα, ένα από τα οποία –και πάντως όχι από τα μεγαλύτερα- είναι και αυτό της διδασκαλίας των Θρησκευτικών. Και, μάλλον ευλόγως, αναρωτιούνται μήπως δεν πρόκειται για τίποτε περισσότερο από έναν απλό πολικάντικο τακτικισμό που βρήκε στο πρόσωπο του υβριστή του, μητροπολίτη Αιγιαλείας, το έρεισμα του «βολικού εχθρού» που αναζητούσε.
Αν, πάντως, έτσι γίνεται κανείς «αριστερός» και «προοδευτικός», τότε μάλλον τύφλα να έχει ο Νικολό Μακιαβέλι…