«Δεν είναι κάτι που το
αποφασίζω εγώ. Άρα, όπως όπως λέμε και στα νομικά, αλυσιτελώς με ρωτάτε…», ήταν
η άμεση αντίδραση της Κατερίνας Σακελλαροπούλου όταν στη διάρκεια της δεξίωσης
για τα 50 χρόνια από την αποκατάστασης της Δημοκρατίας έγινε αποδέκτρια του
ερωτήματος αν θα είναι εκείνη οικοδέσποινα της εκδήλωσης και την επόμενη
πενταετία, καθώς, ως γνωστόν, την προσεχή άνοιξη ολοκληρώνεται η πρώτη θητεία
της στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα.
Η απάντηση την οποία
έδωσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκάλεσε αίσθηση όχι μόνον για τον
«διπλωματικό» της χαρακτήρα, αλλά και για το επίρρημα «αλυσιτελώς» το οποίο
χρησιμοποίησε. Ως ωτακουστής του διαλόγου μπορώ να μεταφέρω την έκπληξη
ορισμένων από τους παρισταμένους που αγνοούσαν τη σημασία της συγκεκριμένης
σπάνια χρησιμοποιούμενης λέξης, με την οποία εκφράζεται το ανωφελές των
πραγμάτων.
Είναι αλήθεια ότι στις
μέρες μας δεν είναι συχνή η χρήση της λέξης «λυσιτέλεια», που σημαίνει ωφέλεια.
Ούτε και τα παράγωγά της, από τα οποία πιο γνωστοί είναι οι επιθετικοί
προσδιορισμοί «λυσιτελής» (σ.σ.: επωφελής) και «αλυσιτελής» (σ.σ.: ανώφελος).
Και είναι μάλλον ευτυχής η συγκυρία που η κ. Σακελλαροπούλου την εισήγαγε, έστω
ως δάνειο από τα νομικά, στην εγχώρια δημόσια ζωή στην οποία συχνά δυσκολεύεται
κανείς να ξεχωρίσει το λυσιτελές από το αλυσιτελές, δηλαδή το ωφέλιμο από το
ανώφελο.
Μόνον και μόνον τα
ζητήματα τα οποία κυριάρχησαν κατά τη χθεσινή μέρα στη δημόσια σφαίρα,
αποτελούν αψευδείς μαρτυρίες του φαινομένου.
Την επαύριο, για
παράδειγμα, της επετείου αποκατάστασης της Δημοκρατίας, η βουλευτής Επικρατείας
της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία έχει οριστεί αρμόδια για τα ανθρώπινα
δικαιώματα, αισθάνθηκε την ανάγκη να στηλιτεύσει την ενδυματολογική επιλογή μιας
από τις εκατοντάδες προσκεκλημένες στη δεξίωση στο Προεδρικό Μέγαρο, επειδή
αναγνώρισε ότι προερχόταν από τον οίκο που έχει ιδρύσει η Μαρέβα Γκραμπόφσκι, η
σύζυγος του πρωθυπουργού, με την οποία βρίσκεται σε δικαστική διαμάχη και
εξαιτίας της οποίας μια μέρα νωρίτερα η Βουλή ήρε ομοφώνως την ασυλία της.
Πόσο, άραγε, ωφέλιμο,
δηλαδή λυσιτελές, είναι για το κόμμα της κυρίας Έλενας Ακρίτα και για τους
ανθρώπους που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ ώστε να είναι εκείνη βουλευτής, η στοχοποίηση
ενός οποιουδήποτε ανθρώπου για τον τρόπο που ντύνεται; Αν μάλιστα πιστέψουμε την
ίδια τη βουλευτή, δεν είχε ιδέα ότι το πρόσωπο το οποίο σχολίασε επικριτικά για
τον τρόπο που είχε ντυθεί ήταν η δημοσιογράφος – τηλεπαρουσιάστρια Κατερίνα
Παναγοπούλου.
Αφού, όπως -άκουσον,
άκουσον!- έσπευσε να διευκρινίσει δεν… παρακολουθεί το δελτίο ειδήσεων του Mega
το οποίο συμβαίνει να παρουσιάζει το θύμα της επίθεσής της. Εν ολίγοις, η
βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην δημοσιογράφος θέλησε να μας κάνει να πιστέψουμε
ότι αναγνώρισε το φόρεμα και τον οίκο που το έραψε, αλλά όχι εκείνη που το
φορούσε…
Κάπως έτσι, πάντως, όλο
το πρωινό της χθεσινής ημέρας αναλώθηκε γύρω από το… δικαίωμα κάθε ανθρώπου να
φορά ρούχα τα οποία δεν αρέσουν σε κάθε είδους αυτόκλητους… αστυνόμους της
καλαισθησίας. Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε να είναι για κάποιες ώρες το κεντρικό
πρόσωπο της επικαιρότητας, αφού μπορεί κάποιοι να την έψεξαν, πλην όμως την
ίδια ώρα άλλοι την αποθέωναν και δήλωναν έτοιμοι να δείρουν τη δημοσιογράφο του
Mega.
Η… δόξα, ωστόσο, την
οποία εξασφάλισε η κυρία Ακρίτα, απεδείχθη πρόσκαιρη, καθώς δεν θα μπορούσε να
αφήσει ο Παύλος Πολάκης να του πάρει άλλος τα ηνία στις τυφλές και μισαλλόδοξες
επιθέσεις εναντίον οποιουδήποτε τυγχάνει να μην είναι «δικός μας».
Αν δεν ήταν η -λυσιτελής,
όπως εξελίχθηκε- συγνώμη της κυρίας Αθηνάς Λινού και ο λυγμός με τον οποίο
τοποθετήθηκε η καθηγήτρια Επιδημιολογίας που είναι κι εκείνη -με τη λαϊκή ψήφο-
βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αποκλείεται ο πολλάκις παρεκτραπείς βουλευτής Χανίων
να περνούσε αβρόχοις ποσί και μετά τη νέα άθλια επίθεση κατά της υπουργικής
συνεργάτιδας που έτυχε να είναι απέναντι του στη συνεδρίαση της
κοινοβουλευτικής Επιτροπής.
Αν και είχε απωλέσει προ
πολλού το μέτρο, ίσως και επειδή ως «άθλιος ζήτουλας της προσοχής μέσω ύβρεων»,
όπως εύστοχα τον χαρακτήρισε ο Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας, ο κ.
Πολάκης φαίνεται να είχε προεξοφλήσει την προσωπική ωφέλεια που απολάμβανε με
τις άμετρες επιθέσεις που εξαπέλυε κάθε φορά.
Είναι προφανές ότι
ουδόλως τον απασχόλησε που η εκτός ορίων συμπεριφορά του επισκίασε καταλυτικά
την κριτική του κόμματός του και της υπόλοιπης αντιπολίτευσης για την
ψυχιατρική μεταρρύθμιση αλλά και για τις εμβαλωματικές λύσεις με τις οποίες
αποπειράται η κυβέρνηση να θεραπεύσει τις βαθιές πληγές του ΕΣΥ.
Είναι αποκαλυπτικό,
άλλωστε, το γεγονός ότι δεν συνειδητοποίησε την τεράστια απαξία του είχε η
συμπεριφορά του ούτε και μετά την ομόφωνη καταδίκη από όλες τις πτέρυγες της
Βουλής. Γι΄ αυτό και στη συνέχεια αμετανόητος περιφερόταν στους διαδρόμους
ζητώντας από το Κοινοβούλιο αλλά και από το κόμμα του να άρουν τη βαρύτατη
μομφή που του απέδωσαν.
Την ίδια ώρα, εξάλλου, το
φανατικό κοινό, με το οποίο επικοινωνεί και στο οποίο απευθύνεται, τού εξέφραζε
διαδικτυακά την συμπαράστασή του. Είναι το κοινό το οποίο φοβούνταν έως τώρα
τόσο ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, όσο και ο νυν Στέφανος
Κασσελάκης και γι΄ αυτό δεν τού έδειξαν την πόρτα της εξόδου, παρόλο που είχε
υποπέσει σε επανειλημμένα ατοπήματα.
Με τη δικαιολογία ότι
αποκάλυπτε, εντός ή εκτός εισαγωγικών, σκάνδαλα -κάποια ελάχιστα από τα οποία
είχαν όντως βάση, αλλά θα μπορούσαν άνετα να καταγγελθούν χωρίς τον ακραίο
τοξικό λόγο που συνόδευε τη δημοσιοποίησή τους-, ο βουλευτής Χανίων είχε εξασφαλίσει
το απυρόβλητο και αισθανόταν πλέον ανεξέλεγκτος να κάνει και να λέει ό,τι
θέλει.
Γέννημα ο ίδιος, αλλά
συνάμα και απομεινάρι, των ακροτήτων της μνημονιακής περιόδου, έχει, όπως
φαίνεται από τις πράξεις του, την εντύπωση ότι θα παραμείνει αιωνίως στον αφρό
της επικαιρότητας με μόνα «προσόντα» την αμετροεπή θρασύτητα και τους λαϊκίστικους
βερμπαλισμούς που τον ανέδειξαν στο πολιτικό στερέωμα, όταν διαφήμιζε τα διπλά
βιβλία που τηρούσε ως δήμαρχος στα Σφακιά ή όταν απειλούσε ότι θα βάλει τρία
μέτρα κάτω από τη γη όποιον τολμούσε να ασκήσει κριτική στα έργα και στις
ημέρες του.
Το βήμα απαλλαγής από τον
κ. Πολάκη που έκανε χθες ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντάς τον εκτός της
Κοινοβουλευτικής Ομάδας, δεν είναι βέβαιο ότι θα ολοκληρωθεί. Είναι πολύ πιθανό
να λειτουργήσει και πάλι ο φόβος ότι μπορεί να κάνει το δικό του κόμμα και να συσπειρώσει
γύρω του όλους όσοι -λιγότεροι από το παρελθόν, αλλά όχι πολύ λίγοι-
εξακολουθούν να γοητεύονται από την επικράτηση των τοξικών σχέσεων στην
αντιπαράθεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.
Βλέπετε πολύ συχνά οι
αλυσιτέλειες της δημόσιας ζωής συνιστούν… λυσιτέλειες για τους κάθε λογής
πολιτικάντηδες, οι οποίοι, προκειμένου να επωφεληθούν οι ίδιοι, δεν… δίνουν
δεκάρα ούτε για το κόμμα τους, ούτε για τη δημοκρατική ομαλότητα και τον υγιή
πολιτικό διάλογο, ούτε για την χώρα.