Συνολικές προβολές σελίδας
Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2025
Οι αγέλες του Διαδικτύου διψούν για διχαστικές αφορμές
Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024
Το νέο πολιτικό τοπίο που αναδύεται μετά τον… «άκλαυτο» ΣΥΡΙΖΑ
Δεν ξέρω αν οφείλεται στο ότι στην πραγματικότητα ήταν μια εξέλιξη η οποία είχε προεξοφληθεί εδώ και αρκετό καιρό, δεν παύει, ωστόσο, να είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η (χθεσινή) έκπτωση του ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η διαδοχή του από το ΠΑΣΟΚ έγινε σαν κάτι το απολύτως φυσιολογικό.
Αργά αλλά σταθερά, η
πολιτική ζωή του τόπου μοιάζει να επιστρέφει στην εποχή πριν από την κρίση,
καθώς το ένα μετά το άλλο τα γεννήματα της περιόδου της μνημονιακής εξαλλότητας
αποτελούν παρελθόν. Ένα παρελθόν το οποίο ελάχιστοι πρέπει να είναι εκείνοι που
το νοσταλγούν. Γι΄αυτό και δεν είναι
υπερβολή να ισχυριστεί κάποιος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξεμέτρησε το ζην του χωρίς να…
κλάψει κανείς για το άδοξο τέλος του.
Με εξαίρεση, άλλωστε,
κάποιες ξέπνοες δηλώσεις ξεπεσμένων αξιωματούχων της Κουμουνδούρου, οι οποίοι
κατέφυγαν σε στερεοτυπικά αναμασήματα και ανιστόρητες αναλογίες περί
«αποστασίας», ουδείς φαίνεται να συγκινήθηκε από την πιο πρόσφατη τροπή των πολιτικών
πραγμάτων και τη νέα διάσπαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ που του
στέρησε τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Διότι μπορεί το «syrisafication» να διδάσκεται εφεξής στις
σχολές της πολιτικής επιστήμης ως case study για το πως ένα κόμμα
μπορεί να διαλυθεί ακόμη και όταν είναι στην κατά τεκμήριο βολική θέση της αντιπολίτευσης,
αλλά η αλήθεια είναι ότι τα τεκταινόμενα στην πάλαι ποτέ κυβερνώσα ριζοσπαστική
Αριστερά έχουν πάψει προ πολλού να κόβουν εισιτήρια.
Η κοινή γνώμη αντιμετωπίζει
πλέον με αφόρητη βαρεμάρα τα τελευταία πολύ κουραστικά επεισόδια που έχει το
σήριαλ της προδιαγεγραμμένης πορείας προς τη διάλυση στην οποία εισήλθε ο
ΣΥΡΙΖΑ από τη στιγμή που ο ουσιαστικός δημιουργός του Αλέξης Τσίπρας πέταξε «λευκή
πετσέτα» επειδή, κακά τα ψέματα, δεν άντεξε να καταγράφει στο παθητικό του συνεχόμενες
εκλογικές ήττες.
Τέσσερις ημέρες μετά τις
βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιουνίου 2023, στις οποίες η δύναμη του κόμματός
του υποχώρησε στο ισχνό 17,83%, ο κ. Τσίπρας πήγε στο Ζάππειο για να
παραιτηθεί, αλλά η λέξη «παραίτηση» δεν βγήκε από τα χείλη του. «Κατανοώ την
ανάγκη για ένα νέο κύμα του ΣΥΡΙΖΑ. Και αποφάσισα να παραμερίσω για να περάσει»,
ήταν τα πολύ προσεκτικά λόγια τα οποία επέλεξε να χρησιμοποιήσει ο πρώην
πρωθυπουργός.
«Έχω εμπιστοσύνη στο
ανθρώπινο δυναμικό του κόμματός μας. Στις αστείρευτες δυνάμεις της κοινωνίας
και της Αριστεράς», είπε και είναι απορίας άξιον αν είχε κατά νου την τετράδα των
τωρινών υποψήφιων αρχηγών (Γκλέτσος, Πολάκης, Φάμελος και Φαραντούρης) που θα
αναμετρηθούν την προσεχή Κυριακή και τους οποίους είδαμε την περασμένη Τετάρτη
να διασταυρώνουν τα ξίφη τους σε ένα πολύ χαμηλών προσδοκιών ντιμπέιτ που
οργάνωσε η δημόσια τηλεόραση.
«Αποφάσισα λοιπόν να
προτείνω την εκλογή νέας ηγεσίας από τα μέλη του Κόμματος, όπως ορίζει το
καταστατικό του. Την άμεση προσφυγή στις σχετικές διαδικασίες. Στις οποίες
φυσικά δεν θα είμαι υποψήφιος», είχε συμπληρώσει ο Τσίπρας πριν από 17 μήνες.
Αλλά δεν έμεινε εκεί. Πρόσθεσε ακόμη μια παράγραφο που ήταν αποκαλυπτική των
πραγματικών προθέσεων του: «Θα είμαι όμως παρών πριν, κατά τη διάρκεια, αλλά
και μετά από αυτές».
Η συνέχεια είναι λίγο έως
πολύ γνωστή, τουλάχιστον για όσους δεν είχαν θαμπωθεί από τους
ψευτομακιαβελικούς υπολογισμούς του πρώην πρωθυπουργού και προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ.
Στην αρχή «ευνόησε» και «ευλόγησε» την εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη, επειδή
προφανώς θεώρησε ότι ο «ουρανοκατέβατος» Ελληνοαμερικανός θα ήταν κάτι σαν «το
παιδί για τα θελήματα» που συμβιβαζόταν με την προοπτική να κρατάει ζεστό τον
θώκο της Κουμουνδούρου.
Όταν, όμως, φάνηκε ότι ο
ναρκισσιστικός χαρακτήρας του Κασσελάκη δεν του επέτρεπε να παραστήσει τον
«αχυράνθρωπο», με ενορχηστρωτή τον κ. Τσίπρα, ξεκίνησε, ήδη από τον περασμένο
Φεβρουάριο, η αποδόμησή του που κατέληξε με την πρωτοφανή απόφαση να μην του
επιτρέψουν να είναι εκ νέου υποψήφιος για την αρχηγία στην οποία ένα εξάμηνο νωρίτερα
τον είχαν αναδείξει σχεδόν πανηγυρικά.
Όχι ότι δεν έδωσε κι ο
ίδιος αφορμές, με όσα έλεγε και όσα έκανε, αποκορύφωμα των οποίων ήταν το
αμφιλεγόμενο αφήγημα για την προηγούμενη ζωή του, όπως και η διάτρητη δήλωση πόθεν
έσχες που δημοσιοποίησε. Οι μέθοδοι, όμως, με τις οποίες οι άνθρωποι του Τσίπρα
τον έβγαλαν από το παιχνίδι δεν… διεκδικούν δάφνες δημοκρατικότητας.
Αλλά επειδή το μόνο
βέβαιο είναι ότι η δράση προκαλεί αντίδραση, οι αμφιλεγόμενες επιλογές που
έκαναν οι άνθρωποι του κλασσικού ΣΥΡΙΖΑ το μόνο που πέτυχαν ήταν να επιταχύνουν
τον χρόνο της δικής τους περιθωριοποίησης, σηματοδοτώντας ταυτόχρονα την έναρξη
μιας εποχής η οποία, μπορεί να έχει στοιχεία από τον κλασσικό δικομματισμό του
παρελθόντος, αλλά, σε κάθε περίπτωση, αποτελεί μια νέα πολιτική κατάσταση η
οποία είναι μάλλον πιο θετική από εκείνη που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια.
Οι αυταπάτες και οι ψευδαισθήσεις,
οι οποίες κράτησαν την Ελλάδα καθηλωμένη στα Μνημόνια περισσότερο από κάθε άλλη
χώρα, έχουν πια υποχωρήσει με αποτέλεσμα η αντιπαράθεση των πολιτικών δυνάμεων
να διεξάγεται πλέον με περισσότερο ρεαλιστικούς όρους.
Έτσι ώστε να μην… ψάχνουμε
για μπαταρίες για να παράγουν ρεύμα οι ανεμογεννήτριες ούτε να αναζητούμε δισεκατομμύρια
για να επανακρατικοποιήσουμε τις τράπεζες και τις εταιρίες ενέργειας που
ξεπουλήθηκαν την περίοδο του τρίτου και πιο επαχθούς Μνημονίου το οποίο ήρθε ως
απότοκο του δήθεν ηρωικού ψευτοδημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015.
Όπως και να έχει, είναι
καιρός να τα αφήσουμε όλα αυτά πίσω και η προϊούσα ρευστοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ -για
την οποία, όπως προείπαμε, κανείς δεν θα… κλάψει- μπορεί να αποτελέσει την καλύτερη
απόδειξη ότι εισήλθαμε σε ένα νέο -και κατά τεκμήριο πιο ελπιδοφόρο- πολιτικό
τοπίο.
Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2024
Το τέρας που ο ίδιος δημιούργησε, δεν αφήνει τον Τσίπρα να ζητήσει συγνώμη
Μπορεί
ο σοφός λαός μας να λέει σε κάποιες περιπτώσεις ότι «από τότε που ανακαλύφθηκε
η συγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο», πλην, όμως, ο γενικά παραδεδεγμένος κανόνας είναι
ότι η έκφραση αυθεντικής και ειλικρινούς συγνώμης αποτελεί απόδειξη της γενναιότητας
εκείνου ο οποίος αναγνωρίζει ότι υπέπεσε σε ένα ή περισσότερα σφάλματα.
Κοινή είναι επίσης η παραδοχή ότι «ο
έξυπνος παραδέχεται, ο πονηρός δικαιολογείται και ο ηλίθιος επιμένει» Και, υπό
αυτό το πρίσμα, νομίζω ότι δεν ξένισε πολλούς η αμεσότητα της αντίδρασης που
είχε ο -κατά τα λοιπά σιωπηλός- Αλέξης Τσίπρας όταν ένας απόμαχος πολιτικός και
πάλαι ποτέ δημοσιογράφος, ο Γιώργος Λιάνης, τον εμφάνισε να έχει ζητήσει συγνώμη
από τον Ευάγγελο Βενιζέλο για την «υπόθεση Novartis» που εμφανίστηκε ως «το
μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους» πριν καταρρεύσει ως χάρτινος
πύργος.
Δικαίως του λόγου, η
λανθασμένη, όπως αποδείχθηκε, εικασία στην οποία προέβη ο Λιάνης προκάλεσε
αίσθηση. Γιατί, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και το πιο σύνηθες να ακούγονται
συγνώμες από τα χείλη πολιτικών μας. Πολύ περισσότερο όταν είχαμε κα κάνουμε με
τον πρώην πρωθυπουργό, ο οποίος δεν έδειξε την παραμικρή μεταμέλεια για τόσα και
τόσα μικρά, μεγάλα, αλλά και κάποια εγκληματικά λάθη που έγιναν στα τεσσεράμισι
χρόνια που κυβέρνησε τη χώρα.
Με αποκορύφωμα ίσως το
ψευδεπίγραφο και διχαστικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 στο οποίο έσυρε τον
τόπο για να υπογράψει την επομένη το πιο σκληρό μνημόνιο που μπορεί να
φανταστεί κανείς και είχαν αποκρούσει οι προκάτοχοί του, ο Τσίπρας δεν
παραδέχθηκε ποτέ ότι έκανε λάθος και έβλαψε τη χώρα και τους πολίτες της.
Από μια λιτή, πλην όμως
αρκούντως αποκαλυπτική, διαρροή συνεργατών του πρώην πρωθυπουργού, που κυκλοφόρησε
αμέσως μετά τις εικασίες Λιάνη, πληροφορηθήκαμε τα εξής: «Πηγές από το
περιβάλλον του Αλέξη Τσίπρα αναφέρουν πως δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για
συνάντηση που είχε ο πρώην πρωθυπουργός με πολιτικούς του αντιπάλους για το
θέμα της Novartis, δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα και στερούνται
σοβαρότητας».
Ναι, ναι, καλά διαβάσατε:
ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος μετά την τελευταία βαριά ήττα που υπέστη πέρυσι τον
Ιούνιο δήλωσε ότι «παραμέρισε» για να ανοίξει τον δρόμο στα νεότερα στελέχη του
ΣΥΡΙΖΑ, εν συνεχεία έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να αναλάβει τα ηνία του
κόμματος ο ουρανοκατέβατος Στέφανος Κασσελάκης, τον οποίο ακολούθως υπονόμευσε
με κάθε τρόπο, εξακολουθεί να θεωρεί ότι έχει πολιτικούς αντιπάλους.
Τον περασμένο Μάρτιο σε
ένα συνέδριο για την Μεταπολίτευση που οργάνωσε η «Καθημερινή» είχε δείξει ότι
είχε διάθεση να τηρήσει κάποιες διακριτικές αποστάσεις από τους άθλιους
χειρισμούς της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, λέγοντας: «Είχαμε ένα μεγάλο σκάνδαλο,
η πρόθεση μας να μην παρέμβουμε σε αυτό το σκάνδαλο, έδινε την εντύπωση ότι
βάζαμε στο ίδιο τσουβάλι ανθρώπους που ενδεχομένως είχαν εμπλοκή, με ανθρώπους
που δεν είχαν. Υπήρξαν λάθη στους χειρισμούς μας».
Φαίνεται, όμως, ότι δεν
εννοούσε τα λάθη που όλοι οι καλοπροαίρετοι παρατηρητές αντιληφθήκαμε και είχαν
να κάνουν με το ότι διασύρθηκαν γνωστά πολιτικά στελέχη που εμφανίστηκαν να
έχουν δωροδοκηθεί με βάση μαρτυρίες κουκουλοφόρων που δεν προσκόμισαν ούτε
στοιχειώδεις ενδείξεις για να στηρίξουν τους υπαγορευμένους, κατά τα φαινόμενα,
ισχυρισμούς τους. «Η υπόθεση της Novartis δημιούργησε εχθρούς, σε μια περίοδο
που αναζητούσαμε συμμάχους», υποστήριξε ο κ. Τσίπρας, αναγνωρίζοντας γενικώς
και αορίστως ότι «υπήρχαν λάθη στους χειρισμούς μας».
Εν ολίγοις, το πρόβλημά
του πρώην πρωθυπουργού δεν ήταν ότι κατηγορήθηκαν αδίκως σημαίνοντα πολιτικά
πρόσωπα άλλων παρατάξεων. Εκείνο που τον προβληματίζει ακόμη και τώρα είναι ότι
έκανε εχθρούς σε μια στιγμή που ήθελε να βρει συμμάχους. Γι΄ αυτό προφανώς και μπορεί
να δικαιολογήθηκε για τους λανθασμένους χειρισμούς του, επ΄ ουδενί, όμως, δεν
αισθάνθηκε την ανάγκη να εκφράσει μεταμέλεια, πολύ περισσότερο να ζητήσει
συγνώμη από όσους διασύρθηκαν, όπως και από όσους απλούς πολίτες δηλητηρίασε με
την εχθροπαθή επιμονή του ότι εκείνοι που δεν συμφωνούσαν μαζί του το έκαναν
διότι δωροδοκούνταν και εξυπηρετούσαν αλλότρια συμφέροντα.
Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις
κυκλοφόρησαν οι εικασίες Λιάνη για την υποτιθέμενη «συγνώμη Τσίπρα», ο πρώην
πρωθυπουργός δέχθηκε σφοδρά πυρά από παραδοσιακούς πολιτικούς και mediaκούς συμμάχους του οι οποίοι δεν μπορούσαν
να ανεχθούν ότι το «ίνδαλμα» τους αναιρούσε όλες τις θεωρίες συνωμοσίας που
είχαν εξυφανθεί κατά τα χρόνια της ΣΥΡΙΖΑΝΕΛοκρατίας και με τις οποίες είχαν
γαλουχηθεί.
Δικαιολογημένα
αισθάνθηκαν σαν να τους είχε πέσει ο ουρανός στο κεφάλι τους, καθώς ήταν ο
ίδιος ο Τσίπρας που τους είχε «εκπαιδεύσει» να πιστεύουν στα απλοϊκά λαϊκίστικα
σχήματα, σύμφωνα με τα οποία όσοι συμφωνούν με την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ
συνιστούσαν τις δυνάμεις του καλού και της προόδου και όλοι οι υπόλοιποι που
μετείχαν του πολιτικού παιχνιδιού δεν είναι παρά εκφραστές του… απόλυτου κακού.
Στο μεταξύ εκείνο που μάλλον
δεν αντελήφθη ο πρώην πρωθυπουργός είναι ότι στο συγκεκριμένο γήπεδο εμφανίστηκε
νέος αστέρας που αποδίδει καλύτερα στο συγκεκριμένο παιχνίδι. Αυτός δεν είναι
άλλος από το δημιούργημα του κ. Τσίπρα που ακούει στο όνομα Στέφανος
Κασσελάκης. Οι υποστηρικτές του τελευταίου είναι οι πρώτοι που αντέδρασαν μόλις
δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι θα μπορούσε να μεταμεληθεί ο πρώην πρωθυπουργός για
τα έργα και τις ημέρες της διακυβέρνησής του.
Με λίγα λόγια, το «τέρας»,
το οποίο ο ίδιος ο Τσίπρας εξέθρεψε όταν έγινε πρωθυπουργός με τη στήριξη του
Καμμένου, του Ζουράρι, του Χαϊκάλη, της Ραχήλ Μακρή, αλλά και μιας πλειάδας
άλλων… απολειφαδιών από το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, έδειξε τα δόντια του
και γύρισε να κατασπαράξει τον ίδιο τον δημιουργό του, ο οποίος δυσκολεύεται πλέον
να το ταΐσει με νέες αυταπάτες και ψευδαισθήσεις.
Γι΄ αυτό και μάλλον
άσκοπα ο πρώην πρωθυπουργός πληρώνει αλλοδαπές εταιρίες επικοινωνίας για να του
κάνουν rebranding.
Από τη στιγμή που δεν διαθέτει τη γενναιότητα να αναγνωρίσει πανθομολογούμενα
λάθη, κανένα rebranding
δεν μπορεί να του αλλάξει την εικόνα, κυρίως όταν συνεχίζει να παίζει σε ένα
γήπεδο στο οποίο υπάρχει πλέον καλύτερος παίκτης.
Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2024
Τα δύσκολα είναι μπροστά για τον «αναβαπτισμένο» Νίκο Ανδρουλάκη
Πολύ πριν από την επίσημη ανακοίνωση
των αποτελεσμάτων τα οποία εξήχθησαν από τη χθεσινή κάλπη για την ηγεσία του
ΠΑΣΟΚ, η εκ νέου επικράτηση του Νίκου Ανδρουλάκη ήταν δίχως αμφιβολία η πιθανότερη
εκδοχή την οποία θα μπορούσε να έχει η κούρσα για το τιμόνι της Χαριλάου
Τρικούπη
Η σύνθεση του εκλογικού σώματος
το οποίο κλήθηκε να λάβει την απόφαση αν θα άλλαζε ή όχι ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ
μετά το ανεπιτυχές αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του Ιουνίου, σε συνδυασμό με τις πρωτοβουλίες
που πήρε ο ίδιος κ. Ανδρουλάκης και κυρίως η απόφασή του να προσφύγει χωρίς χρονοτριβή
στην εκλογική βάση του κόμματος, εξασφάλισαν πλεονέκτημα επανεκλογής στον 45χρονο
πολιτικό από την Κρήτη.
Σε αντίθεση με την αβουλία που μάλλον
δικαίως τού καταμαρτυρείται ότι επέδειξε το διάστημα των τριών ετών που παρήλθε
από τον Δεκέμβριο του 2021, όταν ανέλαβε για πρώτη φορά τον θώκο που κατέχει, το
τελευταίο τρίμηνο κατά το οποίο ήταν υπό πίεση, καθώς ακόμη και παραδοσιακοί
σύμμαχοί του πήραν αποστάσεις ή βρέθηκαν απέναντι από την υποψηφιότητά του, ο
πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ έδειξε ότι διαθέτει πολιτικά ανακλαστικά. Πολύ, δε,
περισσότερο κατέδειξε ότι στις σημερινές συνθήκες αποτελεί τον προνομιακό εκφραστή
της εκλογικής βάσης του κόμματός του.
Παρότι αντιμετώπισε τουλάχιστον τρεις
ισχυρές υποψηφιότητες, κατάφερε να βγει «αναβαπτισμένος» από μια εκλογική διαδικασία
που ο ίδιος οργάνωσε με τρόπο που, τηρουμένων των αναλογιών, υπήρξε υποδειγματικός.
Όσο και αν συνέβαλαν σε αυτό και όλοι οι υποψήφιοι οι οποίοι συμμετείχαν στην κούρσα,
εκείνος που το πιστώνεται περισσότερο είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης. Το…
αναγνώρισε, άλλωστε, και ο Στέφανος Κασσελάκης, ο οποίος, θέλοντας να εκθέσει
τους «συντρόφους» του, έσπευσε να τον συγχαρεί εκθειάζοντας τις αναμφισβήτητα
«άψογες δημοκρατικές διαδικασίες» που ακολούθησαν στη Χαριλάου Τρικούπη.
Είναι, λοιπόν, όλα καλά και ευοίωνα
για το ΠΑΣΟΚ και τον πρόεδρο του μετά το χθεσινό αποτέλεσμα; Κάθε άλλο, είναι η
απάντηση για όποιον δεν εθελοτυφλεί και δεν θαμπώνεται από τα χειροκροτήματα
και τα συνθήματα (ανάμεσά τους και το -μάλλον υπερβολικό στην παρούσα φάση- «να
‘τος, να ΄τος ο πρωθυπουργός») που ακούστηκαν χθες έξω από την ιστορική έδρα
του κόμματος.
Ανταποδίδοντας τις φιλοφρονήσεις αλλά
και τον ενθουσιασμό των συγκεντρωμένων οπαδών και φίλων του ο κ. Ανδρουλάκης επέμεινε
να υποστηρίζει ότι «τα δύσκολα για το ΠΑΣΟΚ είναι πίσω, τα καλύτερα είναι
μπροστά». Ήταν προφανώς ένας δικαιολογημένος ισχυρισμός από εκείνους που
συνήθως βρίσκουν θέση σε επινίκιες δηλώσεις. Πλην, όμως, υπήρξε ταυτόχρονα ναι
έκφραση που δεν καλύπτει τις εύλογες απορίες που δημιουργούνται για τους λόγους
που κάτι τέτοιο δεν συνέβη έως τώρα.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν είναι
καινούργιος στο πολιτικό κουρμπέτι, γεγονός που έχει τα θετικά του, διότι διαθέτει
εμπειρία αλλά μηχανισμό που του επιτρέπει να κερδίζει τις εσωκομματικές
αναμετρήσεις. Την ίδια ώρα, όμως, το ίδιο αυτό δεδομένο, το ότι δηλαδή δεν
είναι νέος και άγνωστος, έχει και την αρνητική ανάγνωση, σύμφωνα με την οποία η
κοινή γνώμη, δηλαδή η ευρύτερη κοινωνία πέρα από τον στενό πυρήνα όσων ψήφισαν
στην εσωκομματική κάλπη, δεν τρέφει μεγάλες προσδοκίες για το πρόσωπο του.
Υπό αυτή το πρίσμα, ο Νίκος
Ανδρουλάκης μπορεί να αναβαπτίστηκε στην εσωκομματική κάλπη, αλλά, κακά τα
ψέματα, πρόκειται για μια αναβάπτιση που δεν του παρείχε ούτε την παραμικρή
παράταση στη μηδενική περίοδο χάριτος που ούτως ή άλλως διέθετε εξαιτίας του
ότι σε τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις δεν κατάφερε… «να σπάσει το ταβάνι»
που εμποδίζει το ΠΑΣΟΚ να ξαναγίνει κόμμα εξουσίας και να προβάλλει ως αξιόμαχη
εναλλακτική δύναμη ικανή να αναλάβει την ευθύνη για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Στις βουλευτικές εκλογές του 2023
δεν εκμεταλλεύτηκε την καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ στις ευρωεκλογές του 2024 δεν
επωφελήθηκε από την σημαντική υποχώρηση της Νέας Δημοκρατίας. Η μικρή έως
αμελητέα αύξηση της εκλογικής δύναμης την οποία πέτυχε δεν δικαίωσε τις
προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί όταν εξελέγη πρώτη φορά στην ηγεσία του
ΠΑΣΟΚ. Και ακριβώς γι΄ αυτό, τώρα που επανεξελέγη, η θέση του κ. Ανδρουλάκη
είναι πολύ δύσκολη, δυσκολότερη από κάθε άλλη φορά.
Από σήμερα κιόλας και με ορίζοντα
τις επόμενες εκλογές, που κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος πότε θα
προκηρυχθούν, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ τελεί υπό καθεστώς καθημερινής αξιολόγησης. Με
δεδομένη την προϊούσα διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αποκλείεται να αποφύγει και
νέες διασπάσεις, σε κάθε δημοσκόπηση που θα βλέπει το φως της δημοσιότητας το
επόμενο διάστημα, το βασικό εύρημα στο οποίο θα στρέφουν την προσοχή τους οι
αναλυτές και θα ενδιαφέρει τους πολίτες δεν θα είναι άλλο από το πόσο ανοίγει ή
κλείνει η ψαλίδα ανάμεσα στην κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία και στο κόμμα του Νίκου
Ανδρουλάκη.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ μπορεί να
υπερασπίστηκε επιτυχώς την καρέκλα του στην εσωκομματική κάλπη, αλλά αν θέλει
να τη διατηρήσει πρέπει το γρηγορότερο να λάβει γενναίες πρωτοβουλίες προς
πολλές κατευθύνσεις:
*Να πάψει, πρώτον, να λειτουργεί με
την «ενός ανδρός αρχή» και να αξιοποιήσει ένα από τα σοβαρά πλεονεκτήματα του κόμματός
του που είναι ότι διαθέτει πολλά αξιόλογα στελέχη. Η διανομή ρόλων και γενικά η
αξιοποίηση των ανθυποψηφίων του, αλλά και όχι μόνον αυτών, αποτελεί συνθήκη εκ
των ων ουκ άνευ.
*Να εγκαταλείψει, δεύτερον, την
περιχαράκωση στο γερασμένο εκλογικό σώμα που ψηφίζει ΠΑΣΟΚ και να ανοιχθεί σε
ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις και κυρίως στις νεότερες γενιές οι οποίες δεν δελεάζονται
από τη νοσταλγία του παρελθόντος, όταν δεν τους εκνευρίζει κιόλας επειδή
θεωρούν ότι εκείνοι καλούνται να πληρώσουν τα σπασμένα από την κραιπάλη στην
οποία δεν συμμετείχαν.
*Να προχωρήσει, τρίτον, στην επεξεργασία
και στην παρουσίαση προς τους πολίτες ενός εφαρμόσιμου κυβερνητικού
προγράμματος με ρεαλιστικές προτάσεις που να ανταποκρίνονται στη σημερινή κοινωνική
πραγματικότητα και να μην επηρεάζονται από τις σειρήνες του εύκολου λαϊκισμού.
Κάποιοι παρατήρησαν ότι ο Νίκος
Ανδρουλάκης σταμάτησε να εμφανίζεται συνεχώς θυμωμένος και άρχισε να χαμογελά.
Απέδωσαν αυτή την αλλαγή στα μαθήματα που πήρε από τους επικοινωνιολόγους που
τον συμβουλεύουν. Μένει να φανεί αν πήρε και τα υπόλοιπα μαθήματα ώστε να τον
δούμε να αλλάζει και στα πιο ουσιώδη ζητήματα της πολιτικής του παρουσίας.
Δύσκολα, αλλά ίσως ποτέ δεν είναι
αργά!
Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2024
Από το… μαγιό ως το «πόθεν έσχες», σταθερά χωρίς κανόνες
Ξεπερνούν πλέον κάθε όριο διακωμώδησης, αν όχι και διασυρμού, των θεσμικών λειτουργιών που διέπουν μια ευνομούμενη Πολιτεία τα νέα επεισόδια στο μακρόσυρτο σήριαλ της διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ στο οποίο τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στην εξελισσόμενη φαρσοκωμωδία φαίνεται ότι έχουν αναλάβει οι εσωκομματικοί αντίπαλοι του Στέφανου Κασσελάκη.
Είναι κωμικοτραγικό να βλέπει κανείς όλους εκείνους που έφεραν, υποστήριξαν, χειροκρότησαν, επέβαλαν και ανέχθηκαν για ηγέτη τους ένα τόσο αμφιλεγόμενο πρόσωπο, το οποίο ήρθε στην Ελλάδα για διακοπές και έγινε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να μηχανεύονται αίφνης κάθε είδους αντιδημοκρατικά τεχνάσματα για να αποκλείσουν τον κ. Κασσελάκη από την εκ νέου διεκδίκηση της προεδρίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Το γεγονός ότι όλα αυτά συμβαίνουν επειδή οι δημοσκοπήσεις αλλά και η εν γένει περιρρέουσα ατμόσφαιρα μαρτυρούν ότι ο έκπτωτος αρχηγός εμφανίζεται ως φαβορί για να κερδίσει τη νέα κούρσα για την ηγεσία δείχνει παντελή έλλειψη σεβασμού στο δημοκρατικό ιδεώδες που θέλει τον ηγέτη ενός κόμματος να είναι ο εκλεκτός που επιλέγει η πλειοψηφία των μελών και φίλων του.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε στο εγχώριο πολιτικό προσκήνιο ο φέρελπις αμερικανοτραφής επιχειρηματίας (σ.σ.: εδώ μπορούν εισαγωγικά) λειτούργησε «αντισυμβατικά», φιλοτεχνώντας για τον εαυτό του ένα προφίλ το οποίο μόνον όποιος εθελοτυφλούσε δεν αναγνώριζε ότι δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα.
Το «αφήγημα» του τάχατες αυτοδημιούργητου νέου, ο οποίος υποτίθεται ότι υποχρεώθηκε να φύγει από την Ελλάδα επειδή η οικογένεια του καταδιώχθηκε από κάποιο ακατονόμαστο παραδικαστικό κύκλωμα, δεν έβγαζε καθόλου νόημα.
Η διαφημιζόμενη μεγάλη οικονομική άνεση, την οποία δήθεν διέθετε και, κατά δήλωσή του, του παρείχε την άνεση να μην ξαναδουλέψει στην ζωή του, ήταν ένα εύπεπτο παραμύθι που μόνον αφελείς κατανάλωναν με θαυμασμό για το επιχειρηματικό δαιμόνιο ενός εφοπλιστή που πλούτισε με δύο… παροπλισμένα αστακοκάραβα.
Αλλά -ω της αφελείας το ανάγνωσμα!- αντελήφθη πόσο… διεφθαρμένο ήταν το Κεφάλαιο και ανένηψε με τη βοήθεια προφανώς του αγίου Ιάκωβου Τσαλίκη, ο οποίος όταν τον βάφτιζε, κατά τη διήγηση του ίδιου του Στέφανου, είδε να σχηματίζεται στο νερό ένας σταυρός από το λάδι και προέβλεψε ότι «θα γίνει ή παπάς ή κάτι μεγάλο». Οπότε δεν είχε άλλη επιλογή από το να αφήσει πίσω του τη διαβόητη Goldman Sacs για να επιστρέψει για να επαναφέρει στην εξουσία την Αριστερά.
Παρόλο που η δημοσιογραφική έρευνα (κυρίως μέσα από το «Πρώτο Θέμα») φώτισε πολλές από τις σκοτεινές πτυχές της προηγούμενης ζωής του κ. Κασσελάκη και της οικογενείας του, καταρρίπτοντας τους περισσότερους από τους ισχυρισμούς που ο ίδιος είχε διατυπώσει, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ όταν δεν τον επαινούσαν για το «βαρύ βιογραφικό», σιωπούσαν παριστάνοντας τους ανήξερους.
Δεν προβληματίστηκαν καν όταν στο ερώτημα για το ποια είναι η περιουσιακή του διάρθρωση -που είναι εύλογο να τίθεται για ένα δημόσιο πρόσωπο, πολύ περισσότερο όταν παριστάνει τον αυτοδημιούργητο- απαντούσε δημοσίως και προπετώς ότι «δεν είναι ο λογιστής μου για να σου πω!»
Ουδείς εξ αυτών διαμαρτυρήθηκε όταν τις παραμονές των τελευταίων ευρωεκλογών ο αρχηγός τους εμφάνισε σε προεκλογική συγκέντρωση ένα διάτρητο μονοσέλιδο excel που εμφάνισε ως «πόθεν έσχες». Και το οποίο στην πραγματικότητα μόνον τέτοιο δεν ήταν. Σίγουρα δεν ήταν «πόθεν» και μάλλον ούτε καν το «έσχες» δεν περιλάμβανε.
Νωρίτερα, άλλωστε, οι ίδιοι είχαν… καταπιεί αμάσητες τις αποκαλύψεις ότι ο μετέπειτα αρχηγός τους αρθρογραφούσε στον ομογενειακό Τύπο της Αμερικής υπέρ του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως και τους κομπασμούς συνεργατών του ότι είχε δεχθεί πρόταση του σημερινού πρωθυπουργού να αναλάβει υπουργικό αξίωμα στην κυβέρνηση της ΝΔ.
Έπειτα από όλα αυτά είναι τουλάχιστον υποκριτικό να θέλουν τώρα πλέον να τον αποβάλλουν από την επαναληπτική κούρσα για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που προκηρύχθηκε πριν καν συμπληρωθεί ένας χρόνος από την σχεδόν πανηγυρική του εκλογή στον αρχηγικό θώκο της Κουμουνδούρου.
Χωρίς περιστροφές, ο Στέφανος Κασσελάκης έχει κάθε δημοκρατικό δικαίωμα να είναι εκ νέου υποψήφιος αρχηγός. Και αυτό το δικαίωμα δεν μπορεί να του το στερήσει καμία μεθοδευμένη καταγγελία για «μπούλινγκ» κατά στελεχών του κόμματός του και κανένα φωτογραφικό κριτήριο για δήθεν «σεβασμό στις αρχές και τις αξίες του ΣΥΡΙΖΑ».
Όλοι όσοι συναίνεσαν στην παλαιότερη κραυγαλέα συγκάλυψη του πρεσβευτή της Βενεζουέλας, ο οποίος είχε επιτεθεί σεξουαλικά σε τέκνα στελεχών του κόμματός τους, και δεν ψέλλισαν το παραμικρό σχόλιο όταν οι θύτες της κακοποιητικής συμπεριφοράς ήταν από τη δική τους όχθη, δεν έχουν δικαίωμα να εμφανίζουν μεροληπτικά τις ευαισθησίες τους ισχυριζόμενοι ότι κάπου κάποτε δέχθηκαν «μπούλινγκ» από τον Κασσελάκη αλλά το θυμήθηκαν τώρα.
Στις ευνομούμενες πολιτείες ισχύουν κανόνες, οι οποίοι δεν αλλάζουν ανάλογα με τις συγκυρίες της στιγμής. Αν ο Στέφανος Κασσελάκης, ο οποίος έγινε αρχηγός επειδή έτσι βόλευε τότε τον Αλέξη Τσίπρα και τους συν αυτώ, μπορεί να κερδίσει και πάλι τους ψηφοφόρους (που ο Τσίπρας και οι συν αυτώ «εκπαίδευσαν» να λειτουργούν έτσι), δεν υπάρχει δύναμη που να μπορεί με δημοκρατικά μέσα να τον εμποδίσει.
Το πιθανότερο είναι ότι όπως τους κέρδισε όταν ήρθε πέρυσι το καλοκαίρι με το μαγιό, έτσι θα τους κερδίσει και τώρα που επιχειρούν να ορθώσουν στον δρόμο του διάφορα προσκόμματα, επικαλούμενοι πότε το «πόθεν έσχες» που τώρα θυμήθηκαν ότι ήταν διάτρητο και πότε το «μπούλιγκ» που ασκούσε σε στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ (και εκείνα δεν μιλούσαν).
Κακά τα ψέματα, είναι πολύ αργά για… δάκρυα. Ο Κασσελάκης δικαιούται να (επαν)εκλεγεί αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι, όσο υπάρχει ακόμη, έτσι ήταν, έτσι είναι και έτσι θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2024
Ποιος νάρκισσος θα κερδίσει την παρτίδα
Ο Νάρκισσος, σύμφωνα με τη μοναδική σε ευρηματικότητα
παραστατικών χαρακτήρων ελληνική μυθολογία, ήταν ένα ωραίος νέος ο οποίος
αδιαφόρησε για τον έρωτα που του είχε ένας άλλος ωραίος νέος, ο Αμεινίας, που,
εξ αυτού του λόγου, οδηγήθηκε στην αυτοκτονία.
Προς αποκατάσταση της αδικίας, όπως λέει ο αρχαιοελληνικός
μύθος, παρενέβη η Νέμεσις, η οποία θέλοντας να τιμωρήσει τον Νάρκισσο, τον υποκίνησε
να δει στο νερό μιας πηγής το είδωλό της εικόνας του και να το ερωτευθεί με
τόσο πάθος ώστε να πεθάνει από τον ανικανοποίητο έρωτα προς τον ίδιο του τον
εαυτόν.
Παρακολουθώντας στενά από επαγγελματική υποχρέωση -ή ίσως και
από… διαστροφή- τις εξελίξεις του τελευταίου χρόνου στον ΣΥΡΙΖΑ, έχω όλο και
περισσότερο την αίσθηση ότι τα τεκταινόμενα στο κόμμα -που τύποις ορίζεται
ακόμη ως αξιωματική αντιπολίτευση- είναι αδύνατο να ερμηνευτούν με τα κλασσικά
εργαλεία της πολιτικής ανάλυσης.
Με προεξάρχουσα τη συμπεριφορά του ίδιου του Στέφανου
Κασσελάκη, ο οποίος από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο
έδωσε ένα ισχυρό δείγμα γραφής του έντονου ναρκισσισμού από τον οποίο
διακατέχεται, κάθε μέρα που περνά γίνεται όλο και πιο σαφές ότι μόνον με άλλες
επιστημονικές προσεγγίσεις μπορεί να βρει κανείς εξηγήσεις για όλα αυτά που
άλλοτε με απορία και άλλοτε με καγχασμό παρακολουθούμε να διαδραματίζονται
ενώπιον μας.
Παρότι, για παράδειγμα, οι περισσότεροι ειδικοί σε θέματα
ψυχικής υγείας αναγνωρίζουν ότι «όλοι οι άνθρωποι κρύβουμε ένα μικρό νάρκισσο
μέσα στην προσωπικότητά μας», η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε ακούσει για
πολλούς οι οποίοι έξω από το παιδικό τους δωμάτιο είχαν κρεμάσει πινακίδα «Χτυπάτε
την πόρτα του πρωθυπουργού», όπως είχε κάνει ο Στέφανος Κασσελάκης, σύμφωνα με
την περιγραφή του πατέρα του.
Προσφεύγοντας και πάλι στους ειδικούς, μαθαίνουμε ότι τα
βασικά χαρακτηριστικά ενός νάρκισσου είναι ότι, πρώτον, έχει μεγάλη δυσανεξία
στην κριτική, δεύτερον, συμπεριφέρεται σαν να του χρωστάνε όλοι οι γύρω του,
τρίτον, υποτιμά τους άλλους, και, τέταρτον, δεν ζητάει συγγνώμη ακόμη και όταν
είναι πασιφανές ότι έκανε λάθος.
Είναι αναρίθμητα τα περιστατικά που μαρτυρούν ότι η συμπεριφορά
του κ. Κασσελάκη αποτελεί «case study» ακραίου ναρκισσιστή. Ενοχλείται από
τον αντίλογο και επιμένει να διαγράψει όσους δεν συμφωνούν μαζί του. Είναι
πεπεισμένος ότι υπερέχει όλων. Θεωρεί όλους τους άλλους υποδεέστερους. Δεν
δυσκολεύεται να αλλάξει τις θέσεις που κάθε φορά εκφράζει χωρίς ποτέ να γίνεται
εκ μέρους του παραδοχή της αλλαγής ή, πολύ περισσότερο, να εκφράζεται μετάνοια.
Οι επιθέσεις που εξαπολύει πλέον κατά του Αλέξη Τσίπρα επειδή
ο τέως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ έπαψε να τον στηρίζει, ο ταπεινωτικός τρόπος με τον
τρόπο αντικατέστησε εξ αποστάσεως τον Σωκράτη Φάμελλο από την προεδρία της
κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, οι προσβλητικές προτάσεις που προνοούν ότι
πρέπει να αλλάξουν εκλογικές περιφέρειες ακόμη και οι βουλευτές που τον
στήριξαν, οι παλινωδίες με τον χειρισμό του Παύλου Πολάκη, είναι μόνον μερικά
χαρακτηριστικά δείγματα συμπεριφοράς του κ. Κασσελάκη που δεν μπορεί να
αξιολογηθούν με πολιτικές προσεγγίσεις.
Για να είμαστε, πάντως, ειλικρινείς και τίμιοι στα όσα
καταμαρτυρούμε στον πολλαπλώς αμφισβητούμενο αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να του
αναγνωρίσουμε ότι βρέθηκε μέσα σε μια αγέλη νάρκισσων, στην οποία το δικό του
«εγώ» ήρθε να συγκρουστεί με πολλά άλλα «εγώ» τα οποία ήρθαν στο προσκήνιο όταν
έγινε πασίδηλο το τεράστιο έλλειμμα πολιτικής συγκρότησης του αμερικανόθρεφτου
επιχειρηματία.
Στελέχη τα οποία μέχρι πρότινος είχαν προσδεθεί στο άρμα του
νεοφερμένου ηγέτη, όπως ο Φάμελλος, ο Πολάκης, οι ευρωβουλευτές Φαραντούρης και
Αρβανίτης, αλλά και άλλοι που είχαν προεξοφλήσει ότι απλώς θα ζέσταινε την
καρέκλα στην Κουμουνδούρου μέχρι να γυρίσει ο Τσίπρας, που απλώς «παραμέρισε»,
αντιτάσσουν τον δικό τους ναρκισσισμό απέναντι σε εκείνον του Κασσελάκη.
Υπό κανονικές συνθήκες, ένας νέος επιχειρηματίας ο οποίος
άφησε τις δουλειές του στην Αμερική με μόνη στόχευση να ηγηθεί ενός κόμματος
της σύγχρονης Αριστεράς (ΣΥ.ΣΥ.ΑΡ., δεν είναι η πρόταση για το καινούργιο
όνομα;) και να το οδηγήσει στην εξουσία, θα έπρεπε ήδη προ πολλού να είχε
απομακρυνθεί τρέχοντας και να τους άφηνε να σκοτώνονται μεταξύ τους για το…
ποιος (δεν) θα πληρώσει τους εργαζόμενους στην «Αυγή» και στο «Κόκκινο».
Είναι προφανές, όμως, ότι κίνητρο του δεν ήταν ο αλτρουισμός
αλλά ο εγωιστικός ναρκισσισμός, ο οποίος δεν του επιτρέπει να αντιληφθεί ότι
βρέθηκε σε έναν χώρο που περίσσευαν οι νάρκισσοι, προϊόν άλλωστε της ευκολίας
με την οποία απέκτησαν αξιώματα επειδή χρησιμοποιούσαν μεγαλόστομες διακηρύξεις
για «σωτηρία του λαού», «απαλλαγή από τα Μνημόνια» και άλλα τέτοια ηχηρά
παρόμοια.
Θα μπορούσε να τον λυπηθεί κανείς τον Στέφανο που πήγε και
έμπλεξε, αλλά, όπως λέει ο λαός μας, «ήθελέ τα και παθέ τα». Οπότε ας
αναμετρηθεί τώρα με τους άλλους νάρκισσους, στους οποίους μέχρι πρότινος έλεγε
«βρείτε μου αντίπαλο για να πάμε στις κάλπες», αλλά τώρα που συνασπίστηκαν όλοι
απέναντί του, άλλαξε τροπάρι.
Όπως και να έχει, ας νικήσει ο… λιγότερο νάρκισσος. Η Νέμεσις, ούτως ή άλλως, καραδοκεί!
Παρασκευή 23 Αυγούστου 2024
Είναι καιρός να κλείσει η «σηπτική δεξαμενή»
Αναζητώ επιμελώς τις τελευταίες
μέρες -και φυσικά δεν βρίσκω αρκετούς- ανθρώπους της πραγματικής ζωής, οι
οποίοι εγκατέλειψαν τα προηγούμενα χρόνια το ΠΑΣΟΚ και κατευθύνθηκαν στον
ΣΥΡΙΖΑ, για να μου εξηγήσουν πόσο περήφανοι αισθάνονται με όσα ασύλληπτα για
την πολιτική ζωή της χώρας βλέπουμε να εκτυλίσσονται πέριξ της Κουμουνδούρου.
Με εξαίρεση ελάχιστους,
που ήταν και παραμένουν αφιονισμένοι, επειδή γοητεύονται από λαϊκίστικες
υπερβολές και παραμένουν προσκολλημένοι σε συνωμοσιολογικές αναλύσεις της
πραγματικότητας, οι περισσότεροι οπαδοί, φίλοι και ψηφοφόροι του πάλαι ποτέ κυβερνητικού
ΣΥΡΙΖΑ δυσκολεύονται να κρύψουν άλλοι την αμηχανία και άλλοι τη δυσφορία που
αισθάνονται για τα τεκταινόμενα σε έναν πολιτικό φορέα ο οποίος διαψεύδει
καθημερινά τις φρούδες ελπίδες που καλώς ή καλώς καλλιεργήθηκαν στο θυμικό μιας
διόλου ευκαταφρόνητης μερίδας του ελληνικού λαού.
Δεν είναι μόνον τα απερίγραπτα
καμώματα του επιδειξία αρχηγού τους Στέφανου Κασσελάκη, πότε με τη «σηπτική
δεξαμενή» -τον βόθρο, κατά το κοινώς λεγόμενο- που μετέτρεψε παράνομα σε πισίνα
και πότε με τις προκλητικές διακοπές την ώρα που οι εργαζόμενοι στο κόμμα του παραμένουν
απλήρωτοι.
Για να μην σχολιάσουμε
την επιθυμία του να… ντυθεί, εκτός από γαμπρός με το… διαβόητο για τα δικά μας
ήθη honeymoonfunding,
και βουλευτής, εκβιάζοντας με προκλητικά αντιθεσμικό τρόπο την παραίτηση όσων
προηγούνταν εκείνου στη λίστα Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ που ενέκριναν οι πολίτες
πέρυσι τον Ιούνιο.
Είναι και πολλά ακόμη που
δείχνουν ότι μπορεί ο βόθρος στη βίλα των Σπετσών να μετατράπηκε -έστω και
χωρίς να ομολογηθεί- σε πισίνα, ο βόθρος της Κουμουνδούρου, όμως, παραμένει
ανοικτός και αναδύει αφόρητη πολιτική και κοινωνική δυσοσμία και τοξικότητα που
έρχεται από την περίοδο της αντιμνημονιακής υστερίας αλλά δεν συνάδει με την
εποχή μας.
Κακά τα ψέματα, ο
σημερινός ΣΥΡΙΖΑ παράγει περισσότερη χυδαιότητα και τοξικότητα από όση μπορεί
να καταναλώσει η ελληνική κοινωνία.
-Πως αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστούν
οι αδιανόητες χυδαιολογίες του ΣΥΡΙΖΑίου ευρωβουλευτή που δεν αποδοκιμάστηκαν
ποτέ από την κομματική ηγεσία και έδωσαν αφορμή στον Θάνο Πλεύρη να ζητά -αν
είναι δυνατόν!- να ποινικοποιηθεί η λέξη «μπάτσος»;
-Και πως μπορεί να
εξηγηθούν οι ίσες αποστάσεις ανάμεσα στην καθηγήτρια Αθηνά Λινού και στον
γνωστό σκανδαλοθήρα Παύλο Πολάκη για τα κονδύλια που ισχυρίζεται ο δεύτερος ότι
ενθυλακώνει η πρώτη μέσω ΜΚΟ;
-Γιατί, άραγε, ο αυτοπροβαλλόμενος
ως παμμέγιστος οικονομολόγος κ. Κασσελάκης, που ανακάλυψε τα «μαύρα» τα οποία
διακινούνταν επί της ηγεσίας του προκατόχου του Αλέξη Τσίπρα, δυσκολεύεται να αποφανθεί
αν έχει δίκιο η Λινού ή ο Πολάκης, ο οποίος κάποτε επαίρονταν δημοσίως ότι ως
δήμαρχος Σφακίων τηρούσε διπλά βιβλία;
-Μήπως εκείνο που τον
εμποδίζει είναι ο βάσιμος φόβος του ότι ο «αψύς Σφακιανός», που τον επέβαλε
στην περυσινή κούρσα για την ηγεσία, δεν θα αργήσει να του ζητήσει να του
παραδώσει τα κλειδιά της Κουμουνδούρου, αφού οι πολακιστές αποτελούν πλέον πλειοψηφία
στον εναπομείναντα ΣΥΡΙΖΑ;
Κατόπιν όλων αυτών είναι
απορίας άξιον πως παραμένουν στο τύποις ακόμη «κόμμα Κασσελάκη» και οσονούπω
«κόμμα Πολάκη» κάποια ελάχιστα στελέχη που έχουν την έξωθεν καλή μαρτυρία και διαθέτουν
στοιχειώδη προσωπική και πολιτική αξιοπρέπεια. Είναι αλήθεια ότι δεν είναι
πολλοί, αλλά, όσοι και να είναι, η παραμονή τους εκεί είναι πλέον απολύτως αδικαιολόγητη.
Δεν χρειάζεται, για παράδειγμα, ο Αλέξης Τσίπρας να προσλάβει κι άλλους ξένους
ειδικούς για να αντιληφθεί ότι κανένα rebranding δεν μπορεί να κάνει αν
δεν πάρει εγκαίρως αποστάσεις από τον «βόθρο» που άφησε πίσω του στην
Κουμουνδούρου.
Η παθητικότητα με την
οποία αντιμετωπίζουν τις άμεσες και έμμεσες ύβρεις και λοιδορίες που εκτοξεύουν
εναντίον τους ο Πολλάκης, ο Κασσελάκης και οι συν αυτοίς δεν τους απαλλάσσει
από την ευθύνη την οποία έχουν να συμβάλλουν στο να κλείσει το συντομότερο
δυνατόν η «σηπτική δεξαμενή» η οποία μπορεί να γνώρισε μέρες δόξης στους
χαλεπούς μνημονιακούς καιρούς αλλά η διαιώνισή της μέχρι τις μέρες μας το μόνο
αποτέλεσμα που έχει είναι να λειτουργεί ως βολικό άλλοθι για τις αστοχίες της
σημερινής κυβέρνησης.
Υ.Γ.: Με την επιφύλαξη ότι
δεν θα αλλάξει άρδην η εικόνα η οποία επικρατεί στο ΠΑΣΟΚ, η σύγκριση με όσα
συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ είναι συντριπτική. Μπορεί και τα δύο κόμματα μετά τα
ατυχή αποτελέσματα που είχαν στις πρόσφατες ευρωεκλογές να μπήκαν στη δίνη της
εσωστρέφειας, η ποιοτική διαφορά, ωστόσο, που τα χωρίζει είναι παραπάνω από
εμφανής.
Την ώρα που στον ΣΥΡΙΖΑ αλληλομαχαιρώνονται δίχως κανόνες και χωρίς έλεος, στο ΠΑΣΟΚ, παρά την πληθώρα των υποψηφίων αρχηγών, η κούρσα για την ηγεσία γίνεται με τήρηση των κανόνων που επιβάλλουν τα καθιερωμένα πολιτικά ήθη μιας ευνομούμενης Πολιτείας. Αν τα πράγματα εξακολουθήσουν να κινούνται κατ΄ αυτόν τον τρόπο, τότε, ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τον θώκο της Χαριλάου Τρικούπη στις 6 ή στις 13 Οκτωβρίου, οι πολίτες στις επόμενες εκλογές θα έχουν πιθανότατα την ευκαιρία να επιλέξουν μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας απέναντι στη σημερινή κυβέρνηση. Είναι αυτό που έχει περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο ανάγκη ο τόπος!
Παρασκευή 2 Αυγούστου 2024
Μάλλον δεν μας τα… είπε καλά ο Έκο για τις ειδήσεις τον Αύγουστο
Διάσημος καθηγητής της Σημειολογίας, αλλά και δημοσιογράφος, ο Ιταλός Ουμπέρτο Έκο άφησε πίσω του σπουδαίες πνευματικές παρακαταθήκες στη φιλοσοφική σκέψη, στη λογοτεχνία, στη γλώσσα, καθώς και στην ανάλυση του τρόπου λειτουργίας των μέσων ενημέρωσης και της επιρροής τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Οι παλαιότερες γενιές δημοσιογράφων «μεγαλώσαμε» μελετώντας τα δοκίμιά του, όπως το «Κήνσορες και θεράποντες», και διαβάζοντας τα μυθιστορήματά του, όπως το ανυπέρβλητο «Το όνομα του Ρόδου», το οποίο πούλησε εκατομμύρια αντιτύπων σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Η τεράστια φήμη την οποία, χάρις στο σημαντικό έργο του, απέκτησε και στον εξωακαδημαϊκό κόσμο έχει ατονήσει τα τελευταία χρόνια, αν εξαιρέσει ίσως κανείς τον τίτλο ενός από τα βιβλία του σύμφωνα με τον οποίο «Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις». Τίτλος ο οποίος έχει γίνει τα τελευταία πολλά χρόνια ένα από τα πιο δημοφιλή στερεότυπα σχεδόν κάθε καλοκαιριού.
Οι περισσότεροι, ωστόσο, που το επικαλούνται -και προφανώς ανάμεσά τους και ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης, ο οποίος το χρησιμοποίησε σε μια χθεσινή ανάρτησή του από τη Μύκονο που αφορούσε την αρχειοθέτηση της υπόθεσης των υποκλοπών από την εισαγγελία του Αρείου Πάγου-, αγνοούν μάλλον τις συνθήκες υπό τις οποίες έγραψε ο Ιταλός διανοητής το επίμαχο κείμενο με το οποίο τιτλοφορήθηκε μια ολόκληρη συλλογή άρθρων του στον Τύπο.
«Έμεινα μακριά απ΄ την Ιταλία από τις αρχές Αυγούστου μέχρι τα μέσα του Σεπτέμβρη και σε περιοχές που δεν ήταν δυνατόν να βρεις ιταλικές εφημερίδες», έγραφε προλογικά ο Έκο. Αμέσως μετά συμπλήρωνε ότι, όταν γύρισε, έπεσε με τα μούτρα να διαβάζει τις εκδόσεις των εντύπων, που είχαν κυκλοφορήσει όσο εκείνος ήταν σε διακοπές, και λυπήθηκε πληροφορούμενος ότι στο διάστημα αυτό είχαν πεθάνει τρεις αγαπημένοι φίλοι του.
Γίνεται προφανές, λοιπόν, ότι η εποχή, κατά την οποία γράφηκε ότι «Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις», δεν έχει καμία σχέση με το σήμερα. Στις σχετικά λίγες δεκαετίες που παρήλθαν έκτοτε, οι αλλαγές που συντελέστηκαν στις δυτικές -και όχι μόνον- κοινωνίες ήταν σχεδόν αδιανόητες την περίοδο που μεσουρανούσε ο Έκο.
Δεν είναι μόνον ότι στην εποχή μας σχεδόν ουδείς άνθρωπος, ο οποίος δεν είναι, εκ πεποιθήσεως, «αργόσχολος», μπορεί να κάνει διακοπές περισσότερο από έναν μήνα, καταφέρνοντας, μάλιστα, να βρεθεί σε καθεστώς πλήρους απομόνωσης σε βαθμό που να μην πληροφορηθεί ότι πέθαναν αγαπημένοι φίλοι του. Είναι κυρίως οι τρομακτικές διαφορές που έχουν μεσολαβήσει στον τρόπο με τον οποίο πληροφορούνται οι άνθρωποι τις ειδήσεις στις σημερινές συνθήκες της τεράστιας εξάπλωσης της κινητής τηλεφωνίας και του Διαδικτύου.
Δεν αποτελεί υπερβολή να ειπωθεί ότι, εκεί που παλαιότερα οι άνθρωποι έπρεπε να αναζητήσουν τις ειδήσεις και να πληρώσουν, αγοράζοντας την εφημερίδα ή οποιοδήποτε άλλο έντυπο της αρεσκείας τους, για να είναι ενημερωμένοι, στον σύγχρονο ψηφιακό κόσμο οι όροι έχουν μάλλον αντιστραφεί.
Οι ειδήσεις, με σπάνιες εξαιρέσεις ελάχιστων μέσων που έχουν συνδρομή σε ένα μέρος του περιεχομένου τους, προσφέρονται πλέον δωρεάν, αφού τα σύγχρονα μέσα ενημέρωσης έχουν αποκλειστικά έσοδα από τη διαφήμιση. Άνετα επίσης μπορεί κάποιος να υποστηρίξει ότι οι ειδήσεις -οι παραγωγοί τους, δηλαδή- είναι που αναζητούν το αναγνωστικό κοινό. Το οποίο, όταν ανταποκρίνεται στην αναζήτηση, οδηγεί στην αύξηση των εσόδων των μέσων.
Για να γίνει, μάλιστα, κανείς κοινωνός του περιεχομένου τους δεν χρειάζεται να μετακινηθεί, όπως συνέβαινε την εποχή του Έκο που η ενημέρωση γινόταν από τις εφημερίδες. Στο περιεχόμενο των νέων μέσων, είτε είναι επίκαιρο είτε αρχειακό, έχουν όλοι πρόσβαση, σχεδόν χωρίς κανέναν γεωγραφικό ή άλλον περιορισμό: από το σπίτι, το γραφείο, το αυτοκίνητο ή την παραλία και την ψηλή κορφούλα των διακοπών.
Υπό αυτή την έννοια, στους… σύγχρονους Έκο, ακόμη και αν κάνουν long play διακοπές, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να τους διαφύγει η είδηση για τον θάνατο ενός αγαπημένου τους φίλου. Πόσω μάλλον αν ήταν τριπλή η απώλεια. Εκτός και αν έχει επιλέξει κάποιος να κάνει διακοπές σε συνθήκες ανάλογες με εκείνες του… μυθιστορηματικού Ροβινσώνα Κρούσου.
Οι αναρτήσεις του Κασσελάκη από τη Μύκονο είναι η καλύτερη απόδειξη ότι μάλλον δεν μας τα… είπε πολύ καλά ο Ιταλός διανοητής. Ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, αξίζει να προστεθεί ότι ήταν επιφυλακτικός και για την κινητή τηλεφωνία. Όταν πρωτομπήκε στις ζωές μας είχε υποστηρίξει ότι ήταν χρήσιμη μόνον για κάποιες ειδικότητες γιατρών και για τους δημοσιογράφους που, κατά την άποψή του, ήταν οι μόνες επαγγελματικές κατηγορίες που ήταν υποχρεωμένοι να βρίσκονται σε διαρκή επιφυλακή.
Δεν ξέρω αν ο Έκο μέχρι τις αρχές του 2016, οπότε εγκατέλειψε τα εγκόσμια, πρόλαβε να… εθιστεί με τη χρήση του κινητού τηλεφώνου, ως μέσου ενημέρωσης και επικοινωνίας. Δεν μπορώ, όμως, να φανταστώ ότι, αν ζούσε το 2024, θα περίμενε να γυρίσει από τις διακοπές του για να διαβάσει τα έντυπα του προηγούμενου διαστήματος και να μάθει αν ήταν εν ζωή όλοι οι φίλοι του.
Βλέποντας, άλλωστε, κατά βάση στη οθόνη του κινητού μας, όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας -στην εγχώρια πολιτική και κοινωνική ζωή, με τις αντιδράσεις για την αρχειοθέτηση της υπόθεσης των υποκλοπών, τον διορισμό του νέου Επιτρόπου και τις εξελίξεις στα μέτωπα της ακρίβειας και της ανεργίας, αλλά και διεθνώς, με τις εκλογές στις ΗΠΑ και την διαρκώς έκρυθμη κατάσταση στη Μέση Ανατολή- δύσκολα μπορεί να επιχειρηματολογήσει κάποιος ότι τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις.
Για να μην ανατρέξουμε στο παρελθόν και να θυμηθούμε πόσα έκτακτα γεγονότα διέσπασαν βιαίως τη συνήθη θερινή ραστώνη του συγκεκριμένου μήνα.
Μπορεί, λοιπόν, αρκετός κόσμος να είναι αυτή την περίοδο διακοπές και μαζί του και πολλοί επαγγελματίες της ενημέρωσης, αλλά ειδικά στις μέρες μας που η πληροφόρηση κινείται με ιλιγγιώδεις ταχύτητες από τη μια άκρη του πλανήτη ως την άλλη, δεν τίθεται ζήτημα ελλιπούς ενημέρωσης της κοινωνίας επειδή το ημερολόγιο δείχνει Αύγουστο.
Σίγουρα το timing έχει πάντοτε τη σημασία του, πλην, όμως, όταν μια είδηση είναι σημαντική για τις ζωές των ανθρώπων δεν πρόκειται να χάσει τη δυναμική της επειδή κυκλοφόρησε στο τέλος Ιουλίου ή στις αρχές Αυγούστου.
Αργά ή γρήγορα, οι άνθρωποι θα γυρίσουν από τις διακοπές τους και, υπό τις σημερινές συνθήκες, θα είναι ενημερωμένοι, αφού αναμφίβολα -και σε πείσμα των απόψεων που διατύπωσε σε μια εντελώς άλλη εποχή ο Έκο- τα νέα θα τους… βρουν και εκεί όπου παραθερίζουν…
Παρασκευή 26 Ιουλίου 2024
Οι «αλυσιτέλειες» της δημόσιας ζωής και οι «λυσιτέλειες» των πολιτικάντηδων
«Δεν είναι κάτι που το
αποφασίζω εγώ. Άρα, όπως όπως λέμε και στα νομικά, αλυσιτελώς με ρωτάτε…», ήταν
η άμεση αντίδραση της Κατερίνας Σακελλαροπούλου όταν στη διάρκεια της δεξίωσης
για τα 50 χρόνια από την αποκατάστασης της Δημοκρατίας έγινε αποδέκτρια του
ερωτήματος αν θα είναι εκείνη οικοδέσποινα της εκδήλωσης και την επόμενη
πενταετία, καθώς, ως γνωστόν, την προσεχή άνοιξη ολοκληρώνεται η πρώτη θητεία
της στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα.
Η απάντηση την οποία
έδωσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκάλεσε αίσθηση όχι μόνον για τον
«διπλωματικό» της χαρακτήρα, αλλά και για το επίρρημα «αλυσιτελώς» το οποίο
χρησιμοποίησε. Ως ωτακουστής του διαλόγου μπορώ να μεταφέρω την έκπληξη
ορισμένων από τους παρισταμένους που αγνοούσαν τη σημασία της συγκεκριμένης
σπάνια χρησιμοποιούμενης λέξης, με την οποία εκφράζεται το ανωφελές των
πραγμάτων.
Είναι αλήθεια ότι στις
μέρες μας δεν είναι συχνή η χρήση της λέξης «λυσιτέλεια», που σημαίνει ωφέλεια.
Ούτε και τα παράγωγά της, από τα οποία πιο γνωστοί είναι οι επιθετικοί
προσδιορισμοί «λυσιτελής» (σ.σ.: επωφελής) και «αλυσιτελής» (σ.σ.: ανώφελος).
Και είναι μάλλον ευτυχής η συγκυρία που η κ. Σακελλαροπούλου την εισήγαγε, έστω
ως δάνειο από τα νομικά, στην εγχώρια δημόσια ζωή στην οποία συχνά δυσκολεύεται
κανείς να ξεχωρίσει το λυσιτελές από το αλυσιτελές, δηλαδή το ωφέλιμο από το
ανώφελο.
Μόνον και μόνον τα
ζητήματα τα οποία κυριάρχησαν κατά τη χθεσινή μέρα στη δημόσια σφαίρα,
αποτελούν αψευδείς μαρτυρίες του φαινομένου.
Την επαύριο, για
παράδειγμα, της επετείου αποκατάστασης της Δημοκρατίας, η βουλευτής Επικρατείας
της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία έχει οριστεί αρμόδια για τα ανθρώπινα
δικαιώματα, αισθάνθηκε την ανάγκη να στηλιτεύσει την ενδυματολογική επιλογή μιας
από τις εκατοντάδες προσκεκλημένες στη δεξίωση στο Προεδρικό Μέγαρο, επειδή
αναγνώρισε ότι προερχόταν από τον οίκο που έχει ιδρύσει η Μαρέβα Γκραμπόφσκι, η
σύζυγος του πρωθυπουργού, με την οποία βρίσκεται σε δικαστική διαμάχη και
εξαιτίας της οποίας μια μέρα νωρίτερα η Βουλή ήρε ομοφώνως την ασυλία της.
Πόσο, άραγε, ωφέλιμο,
δηλαδή λυσιτελές, είναι για το κόμμα της κυρίας Έλενας Ακρίτα και για τους
ανθρώπους που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ ώστε να είναι εκείνη βουλευτής, η στοχοποίηση
ενός οποιουδήποτε ανθρώπου για τον τρόπο που ντύνεται; Αν μάλιστα πιστέψουμε την
ίδια τη βουλευτή, δεν είχε ιδέα ότι το πρόσωπο το οποίο σχολίασε επικριτικά για
τον τρόπο που είχε ντυθεί ήταν η δημοσιογράφος – τηλεπαρουσιάστρια Κατερίνα
Παναγοπούλου.
Αφού, όπως -άκουσον,
άκουσον!- έσπευσε να διευκρινίσει δεν… παρακολουθεί το δελτίο ειδήσεων του Mega
το οποίο συμβαίνει να παρουσιάζει το θύμα της επίθεσής της. Εν ολίγοις, η
βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην δημοσιογράφος θέλησε να μας κάνει να πιστέψουμε
ότι αναγνώρισε το φόρεμα και τον οίκο που το έραψε, αλλά όχι εκείνη που το
φορούσε…
Κάπως έτσι, πάντως, όλο
το πρωινό της χθεσινής ημέρας αναλώθηκε γύρω από το… δικαίωμα κάθε ανθρώπου να
φορά ρούχα τα οποία δεν αρέσουν σε κάθε είδους αυτόκλητους… αστυνόμους της
καλαισθησίας. Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε να είναι για κάποιες ώρες το κεντρικό
πρόσωπο της επικαιρότητας, αφού μπορεί κάποιοι να την έψεξαν, πλην όμως την
ίδια ώρα άλλοι την αποθέωναν και δήλωναν έτοιμοι να δείρουν τη δημοσιογράφο του
Mega.
Η… δόξα, ωστόσο, την
οποία εξασφάλισε η κυρία Ακρίτα, απεδείχθη πρόσκαιρη, καθώς δεν θα μπορούσε να
αφήσει ο Παύλος Πολάκης να του πάρει άλλος τα ηνία στις τυφλές και μισαλλόδοξες
επιθέσεις εναντίον οποιουδήποτε τυγχάνει να μην είναι «δικός μας».
Αν δεν ήταν η -λυσιτελής,
όπως εξελίχθηκε- συγνώμη της κυρίας Αθηνάς Λινού και ο λυγμός με τον οποίο
τοποθετήθηκε η καθηγήτρια Επιδημιολογίας που είναι κι εκείνη -με τη λαϊκή ψήφο-
βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αποκλείεται ο πολλάκις παρεκτραπείς βουλευτής Χανίων
να περνούσε αβρόχοις ποσί και μετά τη νέα άθλια επίθεση κατά της υπουργικής
συνεργάτιδας που έτυχε να είναι απέναντι του στη συνεδρίαση της
κοινοβουλευτικής Επιτροπής.
Αν και είχε απωλέσει προ
πολλού το μέτρο, ίσως και επειδή ως «άθλιος ζήτουλας της προσοχής μέσω ύβρεων»,
όπως εύστοχα τον χαρακτήρισε ο Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας, ο κ.
Πολάκης φαίνεται να είχε προεξοφλήσει την προσωπική ωφέλεια που απολάμβανε με
τις άμετρες επιθέσεις που εξαπέλυε κάθε φορά.
Είναι προφανές ότι
ουδόλως τον απασχόλησε που η εκτός ορίων συμπεριφορά του επισκίασε καταλυτικά
την κριτική του κόμματός του και της υπόλοιπης αντιπολίτευσης για την
ψυχιατρική μεταρρύθμιση αλλά και για τις εμβαλωματικές λύσεις με τις οποίες
αποπειράται η κυβέρνηση να θεραπεύσει τις βαθιές πληγές του ΕΣΥ.
Είναι αποκαλυπτικό,
άλλωστε, το γεγονός ότι δεν συνειδητοποίησε την τεράστια απαξία του είχε η
συμπεριφορά του ούτε και μετά την ομόφωνη καταδίκη από όλες τις πτέρυγες της
Βουλής. Γι΄ αυτό και στη συνέχεια αμετανόητος περιφερόταν στους διαδρόμους
ζητώντας από το Κοινοβούλιο αλλά και από το κόμμα του να άρουν τη βαρύτατη
μομφή που του απέδωσαν.
Την ίδια ώρα, εξάλλου, το
φανατικό κοινό, με το οποίο επικοινωνεί και στο οποίο απευθύνεται, τού εξέφραζε
διαδικτυακά την συμπαράστασή του. Είναι το κοινό το οποίο φοβούνταν έως τώρα
τόσο ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, όσο και ο νυν Στέφανος
Κασσελάκης και γι΄ αυτό δεν τού έδειξαν την πόρτα της εξόδου, παρόλο που είχε
υποπέσει σε επανειλημμένα ατοπήματα.
Με τη δικαιολογία ότι
αποκάλυπτε, εντός ή εκτός εισαγωγικών, σκάνδαλα -κάποια ελάχιστα από τα οποία
είχαν όντως βάση, αλλά θα μπορούσαν άνετα να καταγγελθούν χωρίς τον ακραίο
τοξικό λόγο που συνόδευε τη δημοσιοποίησή τους-, ο βουλευτής Χανίων είχε εξασφαλίσει
το απυρόβλητο και αισθανόταν πλέον ανεξέλεγκτος να κάνει και να λέει ό,τι
θέλει.
Γέννημα ο ίδιος, αλλά
συνάμα και απομεινάρι, των ακροτήτων της μνημονιακής περιόδου, έχει, όπως
φαίνεται από τις πράξεις του, την εντύπωση ότι θα παραμείνει αιωνίως στον αφρό
της επικαιρότητας με μόνα «προσόντα» την αμετροεπή θρασύτητα και τους λαϊκίστικους
βερμπαλισμούς που τον ανέδειξαν στο πολιτικό στερέωμα, όταν διαφήμιζε τα διπλά
βιβλία που τηρούσε ως δήμαρχος στα Σφακιά ή όταν απειλούσε ότι θα βάλει τρία
μέτρα κάτω από τη γη όποιον τολμούσε να ασκήσει κριτική στα έργα και στις
ημέρες του.
Το βήμα απαλλαγής από τον
κ. Πολάκη που έκανε χθες ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντάς τον εκτός της
Κοινοβουλευτικής Ομάδας, δεν είναι βέβαιο ότι θα ολοκληρωθεί. Είναι πολύ πιθανό
να λειτουργήσει και πάλι ο φόβος ότι μπορεί να κάνει το δικό του κόμμα και να συσπειρώσει
γύρω του όλους όσοι -λιγότεροι από το παρελθόν, αλλά όχι πολύ λίγοι-
εξακολουθούν να γοητεύονται από την επικράτηση των τοξικών σχέσεων στην
αντιπαράθεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.
Βλέπετε πολύ συχνά οι
αλυσιτέλειες της δημόσιας ζωής συνιστούν… λυσιτέλειες για τους κάθε λογής
πολιτικάντηδες, οι οποίοι, προκειμένου να επωφεληθούν οι ίδιοι, δεν… δίνουν
δεκάρα ούτε για το κόμμα τους, ούτε για τη δημοκρατική ομαλότητα και τον υγιή
πολιτικό διάλογο, ούτε για την χώρα.
Παρασκευή 21 Ιουνίου 2024
Το κάρο και το άλογο της Κεντροαριστεράς
Μια από τις πολλές
ανεκπλήρωτες πολιτικές εικασίες των τελευταίων χρόνων είναι και εκείνη που
ήθελε «το ΠΑΣΟΚ, το οποίο πλήρωσε δυσανάλογα μεγάλο τίμημα για τη χρεοκοπία που
οδήγησε τη χώρα στα τάρταρα της οικονομικής κρίσης, θα αρχίσει να ξανανεβαίνει
όταν ξεκινήσει να ανεβαίνει και πάλι η χώρα».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι
η χώρα, παρά τα μεγάλα προβλήματα με τα οποία εξακολουθεί να είναι αντιμέτωπη
(υψηλότατο χρέος, ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο, χαμηλή αγοραστική δύναμη
για τα ασθενέστερα στρώματα, μεγάλη ανισοκατανομή των εισοδημάτων, αφού τα
κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων αυξάνονται με ταχύτερους ρυθμούς από τις
απολαβές των εργαζομένων), έχει μπει σε ανοδική τροχιά, όπως μαρτυρούν ορισμένα
μακροοικονομικά μεγέθη, όπως είναι η αύξηση του ΑΕΠ και η υποχώρηση της
ανεργίας.
Η αλήθεια, όμως, είναι
ότι δεν συνέβη το ίδιο με το κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου και
διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στα ελληνικά πολιτικά πράγματα για τρεις και πλέον
δεκαετίες, προτού να εξαϋλωθεί εκλογικά ως αποτέλεσμα της επιλογής των
μετέπειτα ηγεσιών του, αρχικά, να αναλάβουν μονομερώς την ευθύνη της διάσωσης
της χώρας και, εν συνεχεία, να συγκυβερνήσουν με τη Νέα Δημοκρατία.
Μια μεγάλη μερίδα από
τους απογοητευμένους οπαδούς, φίλους και ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ δελεάστηκε από
τις φρούδες ελπίδες τις οποίες καλλιέργησε ο Αλέξης Τσίπρας και μετακόμισε
μαζικά στον ΣΥΡΙΖΑ που τους… «έσωσε» από τον Αντώνη Σαμάρα και τους… «παρέδωσε»
στον Πάνο Καμμένο. Και σε κάθε άλλο λαϊκιστή από την άκρα Δεξιά έως την άκρα
Αριστερά που ήταν έτοιμος να εκστομίσει την πιο ηχηρή μπούρδα που ακουγόταν
ευχάριστα στα αυτιά ανθρώπων οι οποίοι δεν ήθελαν να χωνέψουν ότι όσο πιο
επίπλαστη είναι η ευημερία που βιώνουμε, τόσο πιο επώδυνη είναι η προσγείωση
στην καταβύθιση που μοιραία ακολουθεί.
Δυστυχώς ή ευτυχώς,
λοιπόν, οι πολιτικές εξελίξεις δεν είναι ποτέ ευθύγραμμες. Και, υπό αυτό το
πρίσμα, μπορεί η Ελλάδα να αφήνει πίσω της -αργότερα από κάθε άλλη χώρα που
βρέθηκε σε παρόμοια θέση- τις δυσμενείς συνέπειες της οικονομικής κρίσης, αλλά
το ΠΑΣΟΚ δεν δείχνει ικανό να ξεπεράσει τη δική του κρίση. Το δοκίμασε
ανεπιτυχώς με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, στη «βάρδια» του οποίου έσκασε και η
διάσπαση του Γιώργου Παπανδρέου. Το προσπάθησε φιλότιμα με τη Φώφη Γεννηματά.
Το πάλεψε φιλόδοξα και με τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Με τον ένα ή τον άλλο
τρόπο, ωστόσο, η κοινή συνισταμένη και των τριών δοκιμών, οι οποίες έγιναν για
να επιτευχθεί η πολυπόθητη ανάκαμψη που προσδοκούσαν οι λιγοστοί ηρωικοί
πιστοί, οι οποίοι μάλλον αταβιστικά απέμειναν να ψηφίζουν το άλλοτε κραταιό
ΠΑΣΟΚ, δεν ήταν άλλη από την τελματώδη στασιμότητα.
Για να πούμε τα πράγματα
με το όνομά τους, δεν είναι δυνατόν σε συνθήκες ευρωεκλογών να υποχωρεί αισθητά
η εκλογική απήχηση των δύο μεγαλύτερων κομμάτων -της ΝΔ περισσότερο, του ΣΥΡΙΖΑ
λιγότερο- και η ηγεσία της Χαριλάου Τρικούπη να σφυρίζει αδιάφορα επειδή το
ΠΑΣΟΚ είχε μια σχεδόν ανεπαίσθητη αύξηση του ποσοστού του κατά σχεδόν 1%,
συγκεντρώνοντας, όμως, μικρότερο απόλυτο αριθμό ψηφοφόρων από εκείνον που είχε
συγκεντρώσει πριν από έναν χρόνο στις βουλευτικές κάλπες.
Υπό αυτή τη συνθήκη, όσο
και αν είχε δίκιο ο Νίκος Ανδρουλάκης όταν τις προηγούμενες ημέρες φέρεται
να παρότρυνε τους «συντρόφους» του που τον αμφισβητούν να του υποδείξουν ποιες
από τις προτάσεις που του υπέβαλαν δεν υλοποίησε, η πραγματικότητα που
διαμορφώθηκε δεν του αφήνει περιθώρια για ελιγμούς υπεκφυγών. Από τη στιγμή που
για δεύτερη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση δεν καταφέρνει να επιτύχει τους
στόχους του, δεν μπορεί παρά να τηρήσει την υπόσχεσή του ότι θα τεθεί «υπό
καθεστώς αξιολόγησης».
Αν πραγματικά πιστεύει
στον εαυτό του, ενδιαφέρεται για το ΠΑΣΟΚ αλλά και για το πολιτικό του μέλλον
και δεν αρκείται στο να ξοδέψει το όποιο πολιτικό κεφάλαιο διαθέτει για να
οχυρωθεί στην καρέκλα της Χαριλάου Τρικούπη, ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έχει άλλη
επιλογή από το να προσέλθει στη σύνοδο της Κεντρικής Επιτροπής, που είναι
προγραμματισμένη για την άλλη εβδομάδα, με πρόταση για εκλογή αρχηγού από τη
βάση του κόμματος εντός του προσεχούς Σεπτεμβρίου. Όπως άλλωστε του ζητούν και
παραδοσιακοί σύμμαχοί του.
Οι αληθινοί ηγέτες, πολύ
περισσότερο όταν έχουν τη θεμιτή φιλοδοξία να γίνουν πρωθυπουργοί, δεν
κρύβονται πίσω από προσχηματικές επικλήσεις τυπικών καταστατικών προβλέψεων.
Στις μέρες μας, εξάλλου, οι απόπειρες θυματοποίησης με αναφορές στα «συμφέροντα
που με πολεμούν» δεν βρίσκουν έρεισμα στην κοινή γνώμη. Όπως δεν είναι
αποτελεσματικές και οι απειλές για διαγραφές όσων ασκούν κριτική.
Τον τελευταίο καιρό
γίνεται πολύς λόγος γύρω από την πασίγνωστη έκφραση για το άλογο και το κάρο
και για το ποιος στον χώρο της Κεντροαριστεράς θα καταφέρει να τα βάλει στη
σωστή σειρά, έτσι ώστε να κινηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση.
Αναμφίβολα, ο Νίκος
Ανδρουλάκης έχει εξοπλίσει το δικό του κάρο με ενδιαφέρουσες προτάσεις, χωρίς
ωστόσο να πείθει -μάρτυρας τα εκλογικά αποτελέσματα- ότι ο ίδιος είναι το άλογο
το οποίο, εκπροσωπώντας σε πρώτη φάση το ΠΑΣΟΚ και εν συνεχεία όλη την Κεντροαριστερά,
θα μπορέσει να βγει από το σημερινό τέλμα και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις
για να κερδίσει την κούρσα που οδηγεί στη διακυβέρνηση της χώρας.
Από την άλλη, όμως, όλοι
όσοι αμέσως ή εμμέσως δηλώνουν διαθεσιμότητα ή εκδηλώνουν σπουδή να τον
ανταγωνιστούν και να μπουν στην κούρσα για να τον διαδεχτούν, μηδέ εξαιρουμένου
του δημάρχου Αθηναίων Χάρη Δούκα, ο οποίος δεν έχει προλάβει ακόμη να δώσει δείγμα
πολιτικής γραφής που να τον καθιστά αποτελεσματικό ηγέτη, μοιάζουν με άλογα που
είναι διατεθειμένα να τρέξουν χωρίς καν να έχουν πίσω τους κάρο με στοιχειώδες
ιδεολογικό και προγραμματικό φορτίο. Κάτι σαν déjà vu του Στέφανου Κασσελάκη, ο
οποίος κέρδισε την αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ με το… μαγιό και με τα γνωστά
αποτελέσματα.
Όπως δεν νοείται να
κινηθεί κάρο χωρίς άλογο, έτσι και άλογο που τρέχει μόνο του χωρίς να
ακολουθείται από κάρο δεν οδηγεί πουθενά.
Δευτέρα 10 Ιουνίου 2024
Δεν κρύβονται τα 2 εκατ. των χαμένων ψηφοφόρων με το… «ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτε»
Το γνωστό και αρκούντως μακάβριο ανέκδοτο με το θύμα ενός τροχαίου ατυχήματος το οποίο, προκειμένου να αποφύγει την επαπειλούμενη εκτέλεση από τον υπαίτιο του βαρύτατου τραυματισμού του, κρύβει επιμελώς τις πληγές του, αναφωνώντας «ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτε…», θύμιζαν στην πλειονότητά τους οι χθεσινοβραδινές αναλύσεις του εκλογικού αποτελέσματος.
Οι περισσότεροι εκπρόσωποι των πολιτικών κομμάτων που παρήλασαν από τα στούντιο των τηλεοπτικών καναλιών έδειχναν να μην έχουν συναίσθηση ότι η έκβαση της ευρωκάλπης βοούσε από τα ηχηρά μηνύματα αποδοκιμασίας του συνόλου του εγχώριου πολιτικού συστήματος.
Αποδοκιμασία η οποία εκφράστηκε πρωτίστως μέσω της συντριπτικής αποχής των ψηφοφόρων από την εκλογική διαδικασία και δευτερευόντως από το γεγονός ότι, με ελάχιστες -και πάντως όχι αξιομνημόνευτες- εξαιρέσεις, σχεδόν καμία από τις πολιτικές δυνάμεις που αναμετρήθηκαν σε αυτό τον εκλογικό στίβο δεν κατάφερε να περάσει τον στόχο που είχε θέσει προεκλογικά.
Αν και, για να μην αδικούμε κανέναν, πρέπει να επισημάνουμε ότι, με εξαίρεση κάποια χειροκροτήματα για την… τόνωση της ψυχολογίας των αρχηγών, έλλειψαν οι πανηγυρισμοί από τους ελάχιστους συγκεντρωμένους οπαδούς έξω από τα κομματικά γραφεία, την ίδια στιγμή δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο ότι στις μετεκλογικές δηλώσεις δεν ακούστηκε από κανένα ηγετικό χείλος η αναγνώριση της αυτονόητης αλήθειας που είναι ότι σχεδόν όλοι πέρασαν κάτω από τον πήχη των προσδοκιών που οι ίδιοι είχαν θέσει.
Όπως και στις τοποθετήσεις που έγιναν στα τηλεοπτικά πάνελ από στελέχη που είχαν πάει εκεί από νωρίς εφοδιασμένα με «σκονάκια» για την ωραιοποίηση της δικής τους κατάστασης και την ανάδειξη των αδυναμιών των αντιπάλων τους, έτσι και από τις δηλώσεις των αρχηγών έλειψαν οι θαρραλέες παραδοχές και η διάθεση για αυτοκριτική.
Αντιθέτως, όλοι είχαν να προβάλλουν κάποιον δικαιολογητικό ισχυρισμό, προκειμένου να διασκεδάσουν τις αρνητικές εντυπώσεις. Το κυβερνητικό κόμμα, για παράδειγμα, έδωσε έμφαση στο διψήφιο προβάδισμα που το χωρίζει από τον δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζοντας ότι είναι η μεγαλύτερη διαφορά που έχει καταγραφεί ποτέ σε ευρωεκλογές.
Επεχείρησε έτσι να παρακάμψει το γεγονός ότι όχι μόνον δεν πέτυχε τον στόχο της επανάληψης του 33,12% που είχε λάβει στις προηγούμενες ευρωεκλογές, αλλά και ότι, με το 28,27% στο οποίο υποχώρησε και είναι το χαμηλότερο που έχει πάρει πρώτο κόμμα σε ευρωπαϊκές εκλογές, έχασε και την άτυπη δεύτερη γραμμή άμυνας που ήταν να μην πέσει κάτω από 30%.
Ομοίως, ο ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος υποχώρησε στο 14,9% και βρέθηκε τρεις μονάδες κάτω από το περυσινό βουλευτικό ποσοστό που πέτυχε ο Αλέξης Τσίπρας και οκτώ μονάδες κάτω από το ποσοστό που είχε στην ευρωκάλπη του 2019, επεχείρησε να ρίξει το βάρος στη μείωση της διαφοράς με τη ΝΔ από τις 23 στις 13,5 μονάδες.
Πλην, όμως, η επιχείρηση παραπέμπει σε ένα ακόμη γνωστό και μακάβριο ανέκδοτο με τους υδατοσφαιριστές οι οποίοι, ενώ είχαν χάσει συντριπτικά τον αγώνα, πανηγύριζαν έξαλλα επειδή στο προηγούμενο παιχνίδι είχαν και… ανθρώπινες απώλειες από πνιγμό.
Ούτε φυσικά το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη μπορεί να είναι ευχαριστημένο με την επίδοση του 12,8% που πέτυχε σε αυτή την κάλπη διαψεύδοντας δημοσκοπήσεις και αναλυτές.
Η αύξηση, όμως, της δύναμής του σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές του προηγούμενου χρόνου είναι πολύ ισχνή και δεν διασκεδάζει την εντύπωση από το γεγονός ότι δεν πέτυχε τον στόχο της δεύτερης θέσης που είχε θέσει.
Πολύ περισσότερο που δεν κατάφερε να καρπωθεί από τη φθορά της κυβερνητικής παράταξης αλλά και από την εμφανή κρίση ηγεσίας που αντιμετωπίζει ο όμορος ΣΥΡΙΖΑ.
Με τους ρυθμούς ανόδου που εμφανίζει θα χρειαστεί να περάσουν πολλές εκλογικές αναμετρήσεις για να μετατραπεί σε εναλλακτική δύναμη διακυβέρνησης.
Επίσης τα ποσοστιαία κέρδη τα οποία αποκόμισαν τα επόμενα στην κατάταξη κόμματα, όπως είναι η Ελληνική Λύση που υπερδιπλασίασε τις δυνάμεις της ή το ΚΚΕ που κινήθηκε μεν ανοδικά αλλά έχασε την τέταρτη θέση και η Φωνή Λογικής της Αφροδίτης Λατινοπούλου που απέσπασε ευρωέδρα, δύσκολα μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι ανατρέπουν τους υφιστάμενους συσχετισμούς δυνάμεων ή δημιουργούν νέα δεδομένα για τους διεκδικητές της μελλοντικής διακυβέρνησης.
Σε κάθε περίπτωση, άλλωστε, από μόνο του το γεγονός ότι από αυτήν την εκλογική αναμέτρηση απουσίασαν πάνω από δύο εκατ. Έλληνες που ψήφισαν πριν από ένα χρόνο, συνιστά μια δυσμενή πραγματικότητα που ουδείς μπορεί να την παραβλέψει, χρεώνοντάς την στους αντιπάλους.
Επειδή τα ποσοστά της αποχής μπορεί να μη δίνουν την πραγματική εικόνα, εξαιτίας του ότι οι εκλογικοί κατάλογοι χρόνια τώρα δεν έχουν εκκαθαριστεί από τεθνεώτες και ίσως και από διπλοεγγεγραμμένους, ας προσεγγίσουμε το θέμα από την μεριά της συμμετοχής.
Στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου του 2023 ψήφισαν σχεδόν 6,1 εκατ. Έλληνες πολίτες, αριθμός που στην επαναληπτική εκλογή που έγινε τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου υποχώρησε στα 5,3 εκατ. ψηφοφόρους. Σε αυτές τις ευρωεκλογές οι εκλογείς που άσκησαν το δικαίωμά τους μόλις μετά βίας πέρασαν τα 4 εκατ., σπάζοντας κάθε προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ συμμετοχής.
Με άλλα λόγια, ένας στους τρεις που ψήφισαν πέρυσι δεν αισθάνθηκε την υποχρέωση να το επαναλάβει φέτος, παρά τη διευκόλυνση που είχαμε από την καινοτόμα διαδικασία της επιστολικής ψήφου.
Συγκριτικά, εξάλλου, με την αντίστοιχη ευρωκάλπη του 2019, η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ έχασαν από 750 χιλιάδες ψηφοφόρους, ενώ στον αντίποδα η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου κέρδισε 134 χιλιάδες ψηφοφόρους, το ΚΚΕ προσεταιρίστηκε 65 χιλιάδες περισσότερους ψηφοφόρους και το ΠΑΣΟΚ πρόσθεσε στις δυνάμεις του μόλις 62 χιλιάδες επιπλέον ψηφοφόρους.
Κατόπιν τούτων, ποιο αλήθεια από τα κόμματα, δικαιούται να αναλύσει τα αποτελέσματα της Κυριακής καταλήγοντας στο ανεκδοτικό… «ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτε»;