Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κασσελάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κασσελάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024

Και στο... Αμέρικα, dear Stefanos, όσοι πολιτεύονται αφήνουν τις επιχειρήσεις τους

 

Όταν το 2010 ένας Έλληνας ελεύθερος επαγγελματίας, ο οποίος είχε μια σχετικά χαλαρή σχέση συνεργασίας με ελληνική επιχείρηση που είχε εξαγοραστεί από αμερικανική πολυεθνική εταιρία, αποφάσισε να… δοκιμάσει την τύχη του κατεβαίνοντας στις περιφερειακές εκλογές βρέθηκε προ εκπλήξεως όταν γνωστοποίησε την πρόθεσή του να «πολιτευθεί».

Οι ιθύνοντες της εταιρίας, μαζί με τις ευχές τους για καλή επιτυχία στον αγώνα για την εκλογή του και τις ευχαριστίες τους για την έως τότε συνεργασία, τον κάλεσαν να αιτηθεί ο ίδιος τη διακοπή της σύμβασης παροχής υπηρεσιών που είχε συνάψει μαζί τους. Επειδή, όπως ευγενικά του εξήγησαν, με βάση την αμερικανική νομοθεσία, υπήρχε «σύγκρουση συμφερόντων» («conflict of interest»).

Όπως του διευκρίνισαν αμέσως μετά, ο «νόμος Σαρμπάνη - Όξλι» (Sarbanes - Oxley Act) που ψηφίστηκε από τα δύο νομοθετικά σώματα των ΗΠΑ το 2002 και φέρει τα ονόματα των εισηγητών του, του (Ελληνοαμερικανού) Δημοκρατικού Γερουσιαστή Πωλ Σαρμπάνη από το Μέριλαντ και του Ρεπουμπλικανού βουλευτή Μάικλ Όξλι από το Οχάιο, προβλέπει ότι όποιος διεκδικεί αιρετό αξίωμα δεν μπορεί επ΄ ουδενί να συνεργάζεται με αμερικανική εταιρία.

Ακόμη και αν η υποψηφιότητα που θέλει να υποβάλλει κάποιος είναι στην… Κολοπετινίτσα της άλλης άκρης του πλανήτη, το ασυμβίβαστο των δύο ιδιοτήτων είναι απόλυτο και η απαγόρευση συνέχισης της συνεργασίας άκαμπτη. Αλλά και πριν από τον «νόμο Σαρμπάνη - Όξλι», που υιοθετήθηκε επί της προεδρίας του Τζορτζ Μπους του νεότερου, έπειτα από μια σειρά σκανδάλων διαπλοκής που ξέσπασαν εκείνη την περίοδο στις ΗΠΑ, στην υπερατλαντική χώρα υπήρχαν πάντα περιορισμοί και ασυμβίβαστα μεταξύ της πολιτικής και της επιχειρηματικής δράσης.

Πριν από κάποια χρόνια ένας εκλεγμένος πολιτειακός Γερουσιαστής στην Καλιφόρνια αντιμετώπισε πρόβλημα έκπτωσης επειδή κατά την προεκλογική περίοδο είχε χρησιμοποιήσει τα φωτοτυπικά μηχανήματα της προσωπικής εταιρίας του για την αναπαραγωγή του υλικού της καμπάνιας του που έστελνε στους ψηφοφόρους της περιφέρειάς του. Το «έγκλημα» στο οποίο είχε υποπέσει ήταν ότι η προσωπική εταιρία, την οποία είχε ιδρύσει ως πολιτικός μηχανικός, δεν ήταν στους δηλωμένους χρηματοδότες της καμπάνιας του και άρα με τον τρόπο αυτό θεωρήθηκε ότι είχε γίνει αποδέκτης μη νόμιμης χρηματοδότησης.

Θυμήθηκα όλες αυτές τις ιστορίες παρακολουθώντας τις προηγούμενες μέρες τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανο Κασσελάκη να ψελλίζει διάφορες δικαιολογίες για τα περιουσιακά του στοιχεία και να επικαλείται, ανάμεσα σε πολλές άσχετες περικοκλάδες (όπως οι… αγροτικές επιδοτήσεις που λαμβάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης για τα ελαιόδενδρά του), την ιδιότητα του ομογενούς που ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, προκειμένου να αποφύγει να δώσει σαφείς εξηγήσεις για την περιουσιακή του κατάσταση και την επιχειρηματική δραστηριότητα που εξακολουθεί να έχει εκτός Ελλάδος.

Είναι πραγματικά απορίας άξιον ποιος είναι ο πραγματικός λόγος για τον οποίο ο κ. Κασσελάκης δεν ξεκαθαρίζει άπαξ δια παντός τα όσα αφορούν την περιουσιακή του κατάσταση, τηρώντας το γράμμα της ελληνικής νομοθεσίας περί «πόθεν έσχες» αλλά και τους καθιερωμένους κανόνες της πολιτικής δεοντολογίας. Αν, μάλιστα, όπως αφήνει να διαφανεί ότι πιστεύει ο ίδιος, ότι οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν είναι τόσο... «καθαροί», αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος για να δείξει ότι εκείνος, που είναι διαφορετικός, δεν έχει να φοβηθεί από τη διαφάνεια.

Πέρα, πάντως, από την προσωπική βούληση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, η ισχύουσα νομοθεσία ορίζει ρητά και με αναμφισβήτητη σαφήνεια ότι για τους πολιτικούς, όπως και για όλους τους άλλους υπόχρεους υποβολής δήλωσης «πόθεν έσχες» (δημάρχους, δημοσίους υπαλλήλους, δημοσιογράφους, κ.λπ.), η υποχρέωση να δηλώσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία (ακίνητα, καταθέσεις, συμμετοχή σε επιχειρήσεις, κ.ά.) ξεκινά από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων τους.

Θεωρητικά τουλάχιστον, αυτός είναι ο σκοπός για τον οποίο θεσμοθετήθηκε πριν από περίπου 60 χρόνια το «πόθεν έσχες», καθώς μόνον έτσι μπορεί να φανεί πως μπήκε κανείς στην πολιτική και αν πλούτισε χάρις σε αυτήν. Υπό αυτή τη συνθήκη, ο νεοείσακτος στον εγχώριο πολιτικό στίβο Κασσελάκης θα έπρεπε, ανεξάρτητα από τις τυπικές προβλέψεις του νόμου, να είχε δώσει στη δημοσιότητα όλα τα στοιχεία που συνθέτουν την περιουσία του για να μπορεί να ισχυρίζεται ότι... δεν είναι ίδιος με την παραδοσιακή πολιτική τάξη.

Μέχρι στιγμής, άλλωστε, ουδείς κατηγόρησε τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ ότι πλούτισε παράνομα. Εκείνο, όμως, που όλο και περισσότεροι διαπιστώνουν είναι ότι το προσωπικό του «αφήγημα» για τον πακτωλό του πλούτου που κατάφερε να εξασφαλίσει με εργασία λίγων ετών δεν βρίσκει ισχυρό έρεισμα στην πραγματικότητα και όσα έρχονται στο φως για την επιχειρηματική δραστηριότητα δεν δικαιολογούν την κομπορρημοσύνη του ότι «έχω τόσα χρήματα που δεν θα χρειαστεί να ξαναδουλέψω στη ζωή μου».

Άλλες είναι, για παράδειγμα, οι εντυπώσεις που δημιουργείς όταν μιλάς σε τηλεοπτικά μεσημεριανάδικα για τα αστακοκάραβα που διαθέτεις και άλλη η εικόνα που συντίθεται όταν η δημοσιογραφική έρευνα -του «Πρώτου Θέματος», εν προκειμένω- καταδεικνύει ότι πρόκειται για δύο όλα κι όλα σκάφη, τα οποία μάλιστα είναι δεμένα και υπάρχουν αγγελίες για την πώλησή τους. Ο κ. Κασσελάκης επανέρχεται τότε για να πει ότι πούλησε πριν από έναν χρόνο την εταιρία στην οποία ανήκουν τα διαβόητα αστακοκάραβα που μια βδομάδα νωρίτερα επαίρονταν ότι κατείχε και τον βοήθησαν να πλουτίσει.

Όπως και να έχει, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο ήταν νομικά και ηθικά υποχρεωμένος αφενός να δηλώσει καταλεπτώς στη δημοσιότητα την περιουσιακή του κατάσταση και αφετέρου, με βάση τον νόμο που ψηφίστηκε το 2016 επί των ημερών της διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, να πουλήσει όλες τις επιχειρήσεις που είχε στο εξωτερικό.

Έξι μήνες μετά την εκλογή του, ο κ. Κασσελάκης όχι μόνον αποφεύγει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του αλλά με θράσος εμφανίζεται ως δήθεν θύμα των αντιπάλων του και των μέσων ενημέρωσης που τον ψάχνουν και θέτουν ερωτήματα. Είναι, βλέπετε, που ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και οι υποστηρικτές του κήδονται της προστασίας του Κράτους Δικαίου και πασχίζουν τάχατες για το δικαίωμα των μέσων ενημέρωσης να ελέγχουν τους αντιπάλους τους αλλά όχι τους ίδιους.

Αν είχε, άραγε, πολιτευθεί στο... Αμέρικα ο dear Stefanos, τα ίδια θα έκανε; Ας το σκεφτεί τώρα που ως φαντάρος, που ντύνεται από σήμερα, θα έχει χρόνο και δεν αποσπάται από την «αδιαμεσολάβητη» δήθεν επικοινωνία μέσω του Tik Tok.

Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024

Με τον Στέφανο ή με τον Αλέξη; Ούτε… ψύλλος στον κόρφο του ΣΥΡΙΖΑίου οπαδού


Μπορεί να μην είναι η πρώτη φορά -και ούτε προφανώς θα είναι η τελευταία- που ένας κομματικός σχηματισμός αντιμετωπίζει προβλήματα συνοχής του στελεχιακού του δυναμικού, το δράμα, όμως, ενώπιον του οποίου βρίσκονται αυτό το διάστημα οι εναπομείναντες οπαδοί και φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ είναι νομίζω πρωτοφανές και απερίγραπτο.

Μετά την πολλαπλή εκλογική ψυχρολουσία που υπέστησαν τον περασμένο Ιούνιο, ο βασικός υπαίτιος της χωρίς προηγούμενο καταβαράθρωσης που γνώρισε ποτέ κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είχε τη γενναιότητα να παραιτηθεί πάραυτα αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις επαναλαμβανόμενες ήττες.

Ο λόγος φυσικά για τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος, με την αλαζονεία του τάχατες αυτοδημιούργητου και δήθεν ταλαντούχου πολιτικού, που στην πραγματικότητα κατά τη μακρά διαδρομή του δεν έκανε τίποτε σπουδαιότερο από το να καβαλήσει το κύμα της λαϊκής οργής όταν η χώρα μπήκε στη μνημονιακή μέγγενη, χρειάστηκε πέντε ολόκληρες μέρες από τον διασυρμό που γνώρισε στην τελευταία βουλευτική κάλπη για να ανακοινώσει ότι αποφάσισε να… παραμερίσει.

Ναι, ναι, ο τέως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ποτέ του δεν παραιτήθηκε, όπως τόσο παραστατικά φρόντισε να μας θυμίσει λίγα μόλις λεπτά της ώρας πριν ανοίξει τις πύλες του το πρώτο Συνέδριο του κόμματός του που επρόκειτο να συνέλθει χωρίς να είναι ο ίδιος στο τιμόνι.

«Αποφάσισα να παραμερίσω για να περάσει ένα νέο κύμα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ», ανέφερε επί λέξει ο ίδιος ο κ. Τσίπρας στη διαβόητη πλέον (χθεσινή) δήλωση με την οποία προσπάθησε να ισοπεδώσει τον… άμοιρο διάδοχό του που μάλλον από άγνοια κινδύνου φορτώθηκε πολιτικά βάρη και ανομήματα που δεν του αναλογούσαν.

«Ήθελα με τη στάση μου να προκαλέσω ένα ηλεκτροσόκ ανάταξης στον κλονισμένο οργανισμό του κόμματος, που βρέθηκε μπροστά σε μια απρόσμενη σε εύρος ήττα, ώστε να συνέλθει σύντομα», ισχυρίστηκε ο πρώην πρωθυπουργός στη δήλωσή του, η οποία, παρότι ήταν μακροσκελής και αρκούντως φλύαρη ως προς τις ευθύνες των επιγόνων του που έμειναν στον ΣΥΡΙΖΑ ή έφυγαν από αυτόν, δεν χώρεσε ούτε τον παραμικρό υπαινιγμό αυτοκριτικής.

Για ποιόν άραγε ήταν απρόσμενη η συντριπτική ήττα την οποία υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ τον καιρό που εκείνος ηγούνταν; Και, πολύ περισσότερο, ποιος φταίει που η Κουμουνδούρου δεν… είχε πάρει χαμπάρι ότι δεν ήταν στραβός ο γιαλός αλλά ήταν ο ηγέτης της που έκανε το καράβι να αρμενίζει στραβά; Ποιος εκβίαζε τους δημοσκόπους και ποιος απειλούσε τα μέσα ενημέρωσης και τους δημοσιογράφους που προειδοποιούσαν για τα προφανή μελλούμενα;

Έπειτα από όλα αυτά και τους οκτώ μήνες της προσωπικής του σιωπής που μεσολάβησαν, είναι απορίας άξιον από που αντλεί ο συγκυβερνήτης του Πάνου Καμμένου το θράσος να στηλιτεύει τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ για «φαινόμενα ιδιοτέλειας, ναρκισσισμού, παραβίασης των αρχών της συλλογικότητας και της συντροφικότητας, (που) έχουν παραλύσει τον κομματικό οργανισμό».

Όποια άποψη και αν έχει κανείς για τον -αναμφισβήτητα- «ναρκισσιστή» Στέφανο Κασσελάκη, ο οποίος ηγείται του ΣΥΡΙΖΑ χάρις στη δήθεν «ευμενή ουδετερότητα» που τήρησε ο Αλέξης Τσίπρας στην κούρσα διαδοχής του, αλλά στην πραγματικότητα εξελέγη επειδή οι φίλοι του τέως αρχηγού νόμιζαν ότι ο αμερικανοτραφείς επιχειρηματίας απλώς θα του ζέσταινε την καρέκλα μέχρι να επιστρέψει, οι τελευταίες εξελίξεις έδειξαν ότι. μέσα στην πολυπλοκότητά της, η πολιτική είναι πολύ πιο απλή από όσο νομίζουν οι σύγχρονες ρεπλίκες του μακιαβελισμού.

Τόσο απλή που ακόμη και… αφελή, όπως κάποιοι θέλουν να ισχυρίζονται, «αμερικανάκια» να αντιλαμβάνονται τους προσωπικούς υπολογισμούς των δήθεν «μπαρουτοκαπνισμένων» αριστερών, οι οποίοι στην πραγματικότητα ζουν ακόμη στις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις που τους επέτρεπαν να ισχυρίζονται ότι θα καταργήσουν τα Μνημόνια «με ένα άρθρο και με ένα νόμο», χωρίς ποτέ να μετανοήσουν για την παραπλάνηση των πολιτών.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ο Στέφανος Κασσελάκης στην εναρκτήρια ομιλία του στο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ «σήκωσε το γάντι» που του πέταξε ο κ. Τσίπρας και απάντησε λέγοντας: «Όποιος νομίζει ότι μπορεί να ανορθώσει ένα κόμμα που συνετρίβη και διασπάστηκε δύο φορές μέσα σε λίγους μήνες, ας έρθει να αναλάβει». Για να προσθέσει αμέσως μετά: «Ζητούν να λογοδοτήσω για τις κακές δημοσκοπήσεις όσοι δε λογοδότησαν ποτέ για τη συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ από το 32 στο 18%».

Είναι παγκοίνως γνωστό ότι η πλειονότητα των μέχρι πρότινος υποστηρικτών του κ. Κασσελάκη ήταν ταυτόχρονα και φανατικοί θαυμαστές του Αλέξη Τσίπρα, οι οποίοι πίστευαν ότι ο νέος ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι παρά ο… εκδικητής που ανέλαβε να πάρει πίσω το αίμα του τέως αρχηγού τον οποίο τάχατες υπονόμευαν οι συνεργάτες του.

Το σχήμα του «εσωτερικού εχθρού» που δήθεν υπονομεύει τον ηγέτη είναι, έξαλλου, τόσο παλιό όσο και η ίδια Πολιτική. Με τη διαφορά, όμως, ότι άλλοτε λειτουργεί και άλλοτε, όπως στην προκειμένη περίπτωση, προκαλεί γέλωτες και καγχασμούς.

Διότι ποιος εχέφρων άνθρωπος θα πιστέψει ότι για τα δεινά του ΣΥΡΙΖΑ, που δημοσκοπικά τουλάχιστον έχει πάψει να είναι αξιωματική αντιπολίτευση, αφήνοντας την κυβέρνηση της ΝΔ να κάνει «πάρτι», ευθύνονται η Αχτσιόγλου, ο Χαρίτσης ή ο Τσακαλώτος και όχι ο ίδιος ο Τσίπρας ο οποίος διεκδικεί ακόμη να έχει ρόλο στα πολιτικά τεκταινόμενα;

Όπως και να έχει, το μεγαλύτερο δράμα ζουν στις μέρες μας οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ που με πολύ επώδυνο τρόπο πρέπει να αποφασίσουν αν είναι με τον… παραδοσιακό Αλέξη ή με τον… σύγχρονο Στέφανο. Προσωπικά δεν θα ήθελα να είμαι «ούτε ψύλλος στον κόρφο τους», όπως λέει η γνωστή λαϊκή παροιμία.

Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

Τρικυμία στο… (μισο)άδειο ποτήρι της Κεντροαριστεράς

    Τρεις νέοι -και εν πολλοίς φερέλπιδες- πολιτικοί από διαφορετικούς πολιτικούς σχηματισμούς, ο Μανόλης Χριστοδουλάκης από το ΠΑΣΟΚ, η Έφη Αχτσιόγλου από τη Νέα Αριστερά και ο Διονύσης Τεμπονέρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, απεδέχθησαν την πρόσκληση μιας εφημερίδας για να συμμετάσχουν σε μια συζήτηση για τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις.

         Από μια πρώτη άποψη, δεν φαίνεται να υπήρξε τίποτε το επιλήψιμο στην οργάνωση μιας τέτοιας εκδήλωσης. Από που κι ως όπου, άλλωστε, είναι πρόβλημα τρεις νέοι πολιτικοί να μη μπορούν να συνομιλούν μεταξύ τους, να εκφράζουν τις απόψεις τους και να προβληματίζονται για το μέλλον που επιφυλάσσουν στην ελληνική κοινωνία οι τρέχουσες καταστάσεις; Θα ήταν ευχής έργον αν οι Έλληνες πολιτικοί κατάφερναν να ανταλλάσσουν απόψεις χωρίς υστεροβουλίες και υπολογισμούς.    

         Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο τίτλος τον οποίο επέλεξαν να βάλουν οι οργανωτές της εκδήλωσης ήταν τουλάχιστον αφελής, αν όχι πολιτικά προβοκατόρικος. «Απέναντι στον Μητσοτάκη ποιος;», είναι το βαρύγδουπο ερώτημα στο οποίο υποτίθεται ότι θα κληθούν να απαντήσουν ένας συμπαθής πρώην γραμματέας του ΠΑΣΟΚ, μια παρ΄ όλίγον ηγέτις του ΣΥΡΙΖΑ και ένα στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης που μέχρι στιγμής δεν έχει γνωρίσει την επικύρωση της λαϊκής νομιμοποίησης.

         Δεν ξέρω ποιος το σκέφθηκε το συγκεκριμένο ερώτημα, αλλά, κατά την άποψή μου, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι απολύτως υπονομευτικό για το όλο εγχείρημα της υποτιθέμενης αναζήτησης εναλλακτικής πολιτικής προσωπικότητας που θα διαδεχθεί τον σημερινό πρωθυπουργό, ο οποίος, όπως συνήθως συμβαίνει στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, αποκλείεται να είναι… αιώνιος στο αξίωμα.

         Το πότε, όμως, αλλά κυρίως το από ποιον, θα γίνει, αργά ή γρήγορα, η διαδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα το οποίο αποκλείεται να απαντηθεί σε μια ημερίδα που μάλλον πρόχειρα και σίγουρα αυτάρεσκα κάποιοι οργάνωσαν, θεωρώντας ότι μπορεί να καθορίσουν τα πολιτικά μελλούμενα με μόνο κριτήριο τη δική τους βουλησιαρχία ή ίσως και προπέτεια.

         Η αναμφισβήτητη αλήθεια είναι ότι ο χώρος της Κεντροαριστεράς, το οποίον με τον έναν ή τον άλλο φιλοδοξούν να εκπροσωπούν οι τρεις συγκεκριμένοι πολιτικοί, υπερβαίνει κατά πολύ τις δικές τους -θεμιτές ή αθέμιτες- φιλοδοξίες. Διότι το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η Κεντροαριστερά είναι ο κατακερματισμός, ο οποίος σχετίζεται απολύτως με τις διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν σε μια σειρά από διαφορετικά ζητήματα με έντονη ιδεολογική χροιά. 

Πώς αποτιμούν, για παράδειγμα, την υπερτετραετή διακυβέρνηση από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ; Και, επίσης πώς εκτιμούν τον ρόλο που διαδραμάτισε στα πολιτικά πράγματα της τελευταίας 15ετίας ο Αλέξης Τσίπρας; Δεν είναι προφανώς τυχαίο ότι τον τελευταίο έσπευσε να συναντήσει τις προηγούμενες μέρες ο κ. Τεμπονέρας, θέλοντας ενδεχομένως να δείξει ότι οι πρωτοβουλίες του έχουν -αν μη τι άλλο!- την επίνευση του τέως αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, ας μην ξεχνάμε, ποτέ δεν παραιτήθηκε, παρά μόνο, κατά την επίσημη δήλωσή του, «παραμέρισε».

Όπως και να έχει, και σε πείσμα με τις δεύτερες σκέψεις που κάνουν κάποιοι από τους συμμετέχοντες στην περί ής ο λόγος εκδήλωση, η διάσταση που της δόθηκε είναι δυσανάλογη τόσο του πολιτικού διαμετρήματος των τριών στελεχών που θα καθίσουν γύρω από το ίδιο τραπέζι για να βρουν τον αντικαταστάτη του Μητσοτάκη όσο και των παραμέτρων που συνθέτουν το υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό.

Από την άλλη, δυσανάλογα μεγάλος μοιάζει να είναι και ο θόρυβος που ξεσηκώθηκε γύρω από την συγκεκριμένη εκδήλωση. Και αυτό διότι η ετερόκλητη τριάδα, όπως και όλοι όσοι έχουν αντίστοιχες ανησυχίες, προτού αναζητήσουν τον επόμενο πρωθυπουργό, χρειάζεται να διαμορφώσουν μια συνεκτική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης η οποία να αμφισβητεί βάσιμα την διαχειριστική επάρκεια του κ. Μητσοτάκη και των πολιτικών προσώπων που τον πλαισιώνουν στην άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας κατά τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια.

Όσο αυτό δεν συμβαίνει, καμμιά ημερίδα δεν θα καταφέρει να συγκολλήσει τις διαφορετικές τάσεις που επικρατούν στην Κεντροαριστερά. Με αποτέλεσμα η αναταραχή που κάποιοι διαβλέπουν να προκαλείται από πρωτοβουλίες αυτού του είδους να μην είναι στην πραγματικότητα τίποτε περισσότερο από… τρικυμία σε ένα (μισο)άδειο ποτήρι, όπως μοιάζει ο χώρος της Κεντροαριστεράς στις μέρες μας.

Δεν μπορεί, άλλωστε, να περάσει απαρατήρητο ότι, με βάση την τελευταία δημοσκόπηση που είδε το φως της δημοσιότητας (Alco για τον Alpha) το άθροισμα των δημοσκοπικών ποσοστών  τα οποία συγκεντρώνουν στην πρόθεση ψήφου το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά (24,5%) υπολείπονται της επίδοσης την οποία επιτυγχάνει η κυβερνητική παράταξη (28,2%). 

Αν και είναι αρκετοί εκείνοι που δεν βρίσκουν ευθείες αναλογίες, στις αυτοδιοικητικές εκλογές του περασμένου Οκτωβρίου ο Χάρης Δούκας κατάφερε να ανατρέψει πολύ μεγαλύτερη διαφορά που χώριζε όχι μόνον τον ίδιο αλλά και τους συμμάχους που εξασφάλισε στη μάχη του δεύτερου γύρου από τον βασικό του αντίπαλο Κώστα Μπακογιάννη. 

Η ουσιαστική διαφορά, όμως, ήταν ότι ο Δούκας έδειξε εξαρχής να πιστεύει στην νίκη και, εκπονώντας ένα πρόγραμμα που διέφερε από τα τετριμμένα και μεγαλεπήβολα, κάλυψε τη δεύτερη Κυριακή μια δυσθεώρητη διαφορά που τον χώριζε στον πρώτο γύρο από τον αντίπαλό του, ο οποίος, επειδή πίστευε ότι ήταν… «άχαστος», επέλεξε να τον αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο στο περίφημο ντιμπέιτ που θα μνημονεύεται για χρόνια ως «case study» πολιτικής ανατροπής.  

Συμπέρασμα; Για να γεμίσει το ποτήρι της Κεντροαριστεράς, ώστε να καταστεί πλειοψηφική δύναμη, απαιτείται να συντρέξουν δύο απαράβατες προϋποθέσεις: ρηξικέλευθο πρόγραμμα και ηγέτης που να πείθει ότι μπορεί να το εφαρμόσει. Όλα τα άλλα είναι για να έχουν ύλη οι εφημερίδες και τα σάιτ και για να καταναλώνουν χρόνο τα τηλεοπτικά πρωινάδικα όταν δεν κατακλύζονται από το lifestyle του νεόκοπου αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ.

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024

Τα μέσα ενημέρωσης είναι αδηφάγα, κυρίως με όσους τα τροφοδοτούν


Τον Μάρτιο του 2012 είχαμε χαλάσει τις καρδιές μας με ορισμένους γνωστούς μου, οι οποίοι, γοητευμένοι από τον αντιμνημονιακό οίστρο της εποχής, επέχαιραν με τις έντονες διαμαρτυρίες που λάμβαναν χώρα σε συναυλίες του Γιώργου Νταλάρα σε διάφορες γειτονιές της πρωτεύουσας.

Ο λόγος της διαφωνίας μας ήταν ότι οι γνωστοί μου δεν εύρισκαν προβληματικό το γεγονός ότι ομάδες δήθεν «αγανακτισμένων πολιτών» επέδραμαν και διέλυαν τις συναυλίες του γνωστού τραγουδιστή με αποδοκιμασίες, εκτοξεύοντας εναντίον του ίδιου και των μουσικών που τον συνόδευαν στη σκηνή κάδους με σκουπίδια ή νεράντζια και κραδαίνοντας πανό  που έγραφαν το σύνθημα: «Έξω οι Νταλάρες από τις γειτονιές»!

Ο ίδιος ο -κατά λοιπά λαλίστατος- αοιδός έμεινε τότε άφωνος αποφεύγοντας να κάνει αυτό που έκανε τούτες τις μέρες όταν τα έβαλε με τους «μαρκουτσοφόρους» των μεσημεριανών τηλεοπτικών εκπομπών που -διόλου αδικαιολόγητα- τον πολιορκούσαν για να του ζητήσουν… διευκρινίσεις για όσα απαξιωτικά σχόλια είχε εξαπολύει νωρίτερα κατά συναδέλφων του καλλιτεχνών. Τους οποίους ομότεχνους του θεώρησε σωστό να στοχοποιήσει είτε επειδή, κατά την άποψή του, δεν είναι όσο καλλίφωνοι θεωρεί ότι είναι ο ίδιος, είτε διότι υπέπεσαν στο… αμάρτημα να κάνουν διαφημίσεις προϊόντων που δεν ετύγχαναν της αρεσκείας του κ. Νταλάρα.

Προφανώς και δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν όλοι όσοι επικροτούσαν τότε τις αθλιότητες κατά του τραγουδιστή είναι πάνω κάτω οι ίδιοι που επαινούν τώρα τις προσβλητικές επιθέσεις του κατά των εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης προς τους οποίους απηύθυνε το δήθεν καταλυτικό ερώτημα αν είναι περήφανοι οι γονείς και οι συγγενείς τους με τη συμπεριφορά τους. Ο ίδιος, άραγε, αναρωτήθηκε αν οι  δικοί του συγγενείς ήταν πάντα σύμφωνοι με τη δική του συμπεριφορά; Ή προβληματίστηκε ίσως με το πως εξέλαβαν οι πολίτες τον ενθουσιασμό με τον οποίο υποδέχθηκε την αντίδρασή του ο «αψύς» Παύλος Πολάκης και οι κάθε λογής «πολακιστές»;     

Όπως και να έχει, ο ρόλος των εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης -ανεξάρτητα από τον τομέα που υπηρετούν- δεν είναι άλλος από το να κάνουν τις πλέον άβολες ερωτήσεις χωρίς να επηρεάζονται από το ενδεχόμενο να φέρουν σε δύσκολη θέση όλους εκείνους προς τους οποίους απευθύνονται. Έτσι ακριβώς συνέβη τις προηγούμενες ημέρες -και μπράβο στα νέα παιδιά που έκαναν κάτι που οι πρεσβύτεροι δύσκολα κάνουμε…- όταν ο Νταλάρας εκλήθη να δώσει εξηγήσεις για όσα είχε δηλώσει νωρίτερα και αφορούσαν κυρίως ομότεχνους του.

Εφόσον ο διάσημος τραγουδιστής δεν επιθυμούσε να απαντήσει στα… ανεπιθύμητα ερωτήματα που δέχθηκε, ήταν πολύ απλό αυτό που μπορούσε να κάνει: θα απαντούσε με το στερεότυπο «κανένα σχόλιο» και θα προσπερνούσε τα «μαρκούτσια» τα οποία είχαν απλωθεί μπροστά του. Οι νεαροί «μαρκουτσοφόροι» δεν διέθεταν την παραμικρή εξουσία για να τον υποχρεώσουν να απαντήσει στα ερωτήματά τους.

Κακά τα ψέματα, για όποιον δεν καθοδηγείται από τις ιδεοληπτικές εμμονές του, η αυταπόδεικτη αλήθεια είναι ότι -σχεδόν χωρίς εξαίρεση- οι κάθε είδους διάσημοι αρέσκονται στην αναπαραγωγική και δοξαστική διάσταση των μέσων ενημέρωσης και εξεγείρονται κάθε φορά που εκδηλώνεται η κριτική και αποδομητική εκδοχή του ρόλου τον οποίο καλούνται να διαδραματίσουν.

Είτε αφορά πρωταγωνιστές της καλλιτεχνικής ζωής, είτε όσους έχουν ή διεκδικούν κεντρικούς ρόλους σε άλλους τομείς της δημόσιας σφαίρας, ο σχεδόν απαράβατος κανόνας είναι ότι οι πάντες αισθάνονται ικανοποίηση μόνον όταν οι φορείς της ενημέρωσης λειτουργούν ως προπαγανδιστικοί μηχανισμοί προβολής τους. Αν, αντιθέτως, τολμήσουν να κινηθούν διαφορετικά, θέτοντας διευκρινιστικά ερωτήματα, γίνονται αυτομάτως κατακριτέοι, πρωτίστως από όλους εκείνους οι οποίοι βρίσκονται στο επίκεντρο της κριτικής τους.

Είναι προφανές ότι το φαινόμενο δεν περιορίζεται στην καλλιτεχνική ζωή, που εκπροσωπεί ο Γιώργος Νταλάρας. Επεκτείνεται σε όλους ανεξαιρέτως τους τομείς που αποτελούν πεδίο άντλησης ειδησεογραφικής ύλης. Αρέσει ή όχι στους πρωταγωνιστές των εξελίξεων, η βασική δουλειά των μέσων ενημέρωσης στην πολιτική, οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική και λοιπή δημόσια ζωή είναι να θέτουν ερωτήματα και να ζητούν απαντήσεις.

Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι οι  «μεσημεριανές» τηλεοπτικές εκπομπές αποτελούν το πρότυπο της δημοσιογραφίας. Ας μου επιτραπεί, μάλιστα, να εξομολογηθώ ότι, αν και προσωπικά δεν έχω παρακολουθήσει ποτέ μια ολοκληρωμένη τέτοια εκπομπή και ό,τι ξέρω για αυτές αποτελεί προϊόν δευτερογενούς ενημέρωσης, αυτό δεν με οδηγεί σε συμφωνία με τις απόψεις όσων σπεύδουν να τις καταδικάσουν μόνον όταν δεν βολεύονται από τη θεματολογία τους.

Η αλήθεια είναι ότι οι συγκεκριμένες εκπομπές είναι αδηφάγες. Όπως, άλλωστε, είναι εν γένει τα μέσα ενημέρωσης, αναλόγως με τον τομέα στον οποίο εξειδικεύονται και στο κοινό στο οποίο απευθύνονται. Η ακόμη μεγαλύτερη αλήθεια είναι ότι πολύ συχνά η «πρώτη ύλη» τους προέρχεται από εκείνους που τα τροφοδοτούν για τους δικούς τους λόγους. Δείτε, για παράδειγμα, από όσους είναι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας (είτε πρόκειται για πολιτικούς, επιστήμονες, καλλιτέχνες ή κάθε είδους celebritys), πόσοι είναι εκείνοι που από μόνοι τους έχουν παραχωρήσει το υλικό της αποδόμησής τους.

Η σύγκριση ανάμεσα στη σημερινή και στην προηγούμενη ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι άκρως χαρακτηριστική. Ο Αλέξης Τσίπρας κράτησε την προσωπική και οικογενειακή του ζωή μακριά από τα φώτα των κουτσομπολίστικων εκπομπών και έτσι ουδείς ασχολήθηκε με τη σύζυγο, τα παιδιά ή τα σκυλιά του. Ο Στέφανος Κασσελάκης, που τον διαδέχθηκε, θεώρησε ότι είναι καλό για τον ίδιο να βρεθούν απέναντι τον μεγεθυντικό των ενημερωτικών μέσων ο σύζυγός του, ο σκύλος του και εν γένει οι επιλογές του που δεν αφορούσαν αυτές καθεαυτές τις πολιτικές του θέσεις.

Όπως ο Νταλάρας, έτσι και ο Κασσελάκης ανακάλυψε με σχετική καθυστέρηση ότι το παιχνίδι με τα μέσα ενημέρωσης δεν είναι μονοδιάστατο και δεν παίζεται με τους κανόνες που θέλει να χαράξει όποιος διεκδικεί την αίγλη της προβολής τους. Χωρίς να αποτελεί απόδειξη ότι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ μαθαίνει όσο γρήγορα ισχυρίσθηκε ότι μπορεί να το κάνει, γεγονός είναι ότι από την απόλυτη υπερέκθεση, στην οποία κατέφυγε όταν εμφανίστηκε στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό, το τελευταίο διάστημα κινείται στον αντίποδα, επιλέγοντας την «εξαφάνιση» από το προσκήνιο που παρακολουθήσαμε τις προηγούμενες ημέρες με το «κρυφτούλι» των Σπετσών.

Για να μην αδικήσουμε, πάντως, τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πρέπει να επισημάνουμε ότι και οι νυν κυβερνώντες δεν απέχουν από την ίδια νοοτροπία. Απλώς δεν ήρθε ακόμη το πλήρωμα του χρόνου για να αισθανθούν και εκείνοι ότι τα μέσα ενημέρωσης δεν χειραγωγούνται. Και όσο και αν καταφέρει κάποιος να τα χειραγωγήσει, αυτό δεν ισχύει δια παντός. Διότι, έτσι θα χάσουν την «πρώτη ύλη» και άρα την επιρροή τους στην κοινή γνώμη.

Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2023

Σε ποιον ανήκουν οι έδρες και ποιοι είναι οι «αποστάτες»

«Oι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος», ορίζει ρητά και απερίφραστα το Σύνταγμα της Ελλάδος (άρθρο 51, παραγρ. 2) και κάποιος πρέπει να αναλάβει να το πει στον Στέφανο Κασσελάκη, ο οποίος μάλλον το αγνοεί, παρότι εξέπνευσε το δίμηνο της περιόδου χάριτος που είχε ζητήσει ο ίδιος για να μάθει να εκφράζεται στα ελληνικά και να έχει έγκυρη άποψη για την πολιτική μας πραγματικότητα.

Αν το ήξερε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως αν το σεβόταν, δεν θα ζητούσε, ούτε ο ίδιος, ούτε ο περίγυρος του που λειτουργεί και ως υποβολέας, να παραδώσουν τις έδρες οι βουλευτές που εγκαταλείπουν το κόμμα του επειδή αισθάνονται ότι έχουν διαρραγεί οι πολιτικοί, ψυχολογικοί και ανθρώπινοι δεσμοί που είχαν μαζί του.

Χωρίς την παραμικρή διάθεση εκ μέρους μου να δικαιολογηθούν όλες οι κινήσεις και οι πρωτοβουλίες εκείνων που αποχωρούν από την Κουμουνδούρου, ειλικρινά απορώ πως θα μπορούσαν να έμεναν κάτω από την ίδια στέγη πολιτικά στελέχη τα οποία επικρίνονται από την ηγετική ομάδα του κόμματός τους ότι λειτουργούν ως «πέμπτη φάλαγγα».

Το ότι οι αποχωρούντες είχαν νωρίτερα χρησιμοποιήσει βαρύτατες εκφράσεις (περί Τραμπ, Μπέπε Γκρίλλο, φυτευτού αρχηγού κλπ) δεν αρκεί για να δικαιολογηθεί η επιθετικότητα με την οποία αντέδρασε η ομάδα Κασσελάκη που έχει να ηνία στην Κουμουνδούρου. Διότι, όποια άποψη και αν έχει κανείς για την κυβερνητική θητεία του Ευκλείδη Τσακαλώτου, δύσκολα θα μπορούσε να τον φανταστεί να παραμένει στις «γραμμές» ενός κόμματος που ο αρχηγός του δηλώνει δημοσίως ότι «η εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνούσε με Τσακαλώτους και Κατρούγκαλους έχει λήξει».

Υπό αυτό το πρίσμα, χρειάζεται πολύ μεγάλο θράσος για να χαρακτηρίζει κάποιος «αποστάτες» βουλευτές που ανεξαρτητοποιούνται από ένα κόμμα που δεν τους θέλει και δεν το θέλουν. Το θράσος γίνεται απύθμενο όταν αυτούς τους χαρακτηρισμούς εκστομίζουν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είναι το κόμμα που επιδόθηκε στη μαζικότερη αποστασία βουλευτών της μεταπολιτευτικής περιόδου. Και το έκανε με μοναδική επιδίωξη να διατηρηθεί στην εξουσία σχηματίζοντας κυβέρνηση – «κουρελού» με πολιτικά ρετάλια που προσεταιρίστηκε από σχεδόν όλες τις πτέρυγες της Βουλής.

Για όσους ενδεχομένως διαθέτουν κοντή μνήμη, ή απλώς δεν θυμούνται, χρειάζεται να επισημανθεί το γεγονός ότι, για να σχηματιστεί η πλειοψηφία η οποία επέτρεψε τον Ιανουάριο του 2019 να περάσει από τη Βουλή η περίφημη Συμφωνία των Πρεσπών και να μην πέσει η τότε κυβέρνηση, ο Αλέξης Τσίπρας διέλυσε τις κοινοβουλευτικές ομάδες των ΑΝΕΛ και του Ποταμιού και έπληξε τη συμπαράταξη ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ αποσπώντας τον Θ. Θεοχαρόπουλο.

Νωρίτερα είχε ανενδοίαστα ενσωματώσει στο κόμμα του βουλευτές που είχαν αποσκιρτήσει από τους ΑΝΕΛ, την Ένωση Κεντρώων (ποιος θυμάται την κυρία Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου;), αλλά ακόμη και από τη Νέα Δημοκρατία: η κυρία Κατερίνα Παπακώστα έγινε με απόφαση του κ. Τσίπρα η πρώτη και μόνη βουλευτής που είχε εκλεγεί με την αξιωματική αντιπολίτευση και έγινε στην ίδια κοινοβουλευτική περίοδο υφυπουργός με το αντίπαλο κυβερνών κόμμα!

Κακά τα ψέματα, μετά τη διαβόητη «Αποστασία» της περιόδου 1965 – 1966, οπότε ανετράπη ο εκλεγμένος πρωθυπουργός και οι βουλευτές της πλειοψηφίας, ενδίδοντας σε εξαγορές, στήριξαν άλλες κυβερνητικές λύσεις, ο μόνος πρωθυπουργός ο οποίος διατήρησε το αξίωμα του χάρις σε αποστάτες ήταν ο Αλέξης Τσίπρας.

«Αποστασία», άλλωστε, για να μην χάνουμε την έννοια των λέξεων και της πολιτικής ορολογίας, είναι όταν κάποιοι αποσπώνται από την παράταξή τους και περνούν στην απέναντι πολιτική όχθη στηρίζοντας την εξουσία των αντιπάλων τους.

Ανεξάρτητα, πάντως, από την προαναφερθείσα συνταγματική διάταξη που ρητά κατοχυρώνει το δικαίωμα των βουλευτών να «αντιπροσωπεύουν το Έθνος» και, άρα, να πολιτεύονται χωρίς να δίνουν λόγο όχι μόνον στο κόμμα με το οποίο κατέβηκαν στις εκλογές, αλλά ούτε καν στους ψηφοφόρους που τους ψήφισαν, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αποστασία στην περίπτωση των 9+2 μελών της Εθνικής Αντιπροσωπείας οι οποίοι εξελέγησαν τον περασμένο Ιούνιο με τον ΣΥΡΙΖΑ και σχεδιάζουν να σχηματίσουν τις επόμενες ημέρες τη δική τους Κοινοβουλευτική Ομάδα.

Είναι αναφαίρετο δικαίωμα τους, το οποίο δεν θα μπορούσε να τους αμφισβητηθεί ακόμη και αν επέλεγαν να παραμείνουν ανεξάρτητοι. Όπως και να έχει, τα καταστατικά των κομμάτων που, σε κάποιες περιπτώσεις, περιέχουν ρυθμίσεις με τις οποίες επιχειρείται να δεσμευτούν οι βουλευτές ότι θα παραιτούνται της έδρας τους όταν έρχονται σε διαφωνία με την ηγεσία τους, δεν έχουν την παραμικρή αξία.

Αυτό ισχύει πρωτίστως από νομικής άποψης, γεγονός που βεβαίως καθιστά απλά κουρελόχαρτα διάφορες δήθεν υπεύθυνες δηλώσεις που υποχρεώνονται να υπογράψουν υποψήφιοι βουλευτές -όχι μόνον από τον ΣΥΡΙΖΑ- κυρίως πριν από τις εκλογές.

Αλλά και από την ηθική και πολιτική διάσταση του θέματος, στις περισσότερες περιπτώσεις το δίκαιο είναι με το μέρος των βουλευτών και όχι των κομματικών ηγεσιών. Πολύ περισσότερο που δύσκολα μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι τα κόμματα στη χώρα μας, μάλλον χωρίς εξαίρεση, λειτουργούν με τήρηση των κανόνων της δημοκρατικής λειτουργίας. Και αυτό δεν αφορά μόνον το κόμμα του κ. Κασσελάκη.

Δυστυχώς, ο «κανόνας» που ισχύει στην πράξη ακόμη και για κόμματα, όπως ο -προ Κασσελάκη- ΣΥΡΙΖΑ, στα οποία ήταν εμφανής η λειτουργία τάσεων και ομαδοποιήσεων, στο τέλος εκείνος που αποφασίζει είναι ο αρχηγός. Εκείνος καθορίζει τη γραμμή και συγκροτεί την ηγετική ομάδα. Προνόμιο του θεωρείται η στελέχωση των ψηφοδελτίων, αλλά και η σύγκληση των κομματικών οργάνων. Για να μην αναφερθούμε στις αντιδημοκρατικές φαεινές ιδέες της «παρέας Κασσελάκη» περί εσωτερικών δημοψηφισμάτων για την επιβολή πειθαρχικών ποινών ή περί «Πολιτικού Κέντρου», που έρχονται και πάνε κατά πως βολεύουν την «παρέα».

Είναι, λοιπόν, ώρα να σταματήσει η «καραμέλα» περί «αποστατών» που έτσι κι αλλιώς είναι λιωμένη γιατί ουδείς την παίρνει στα σοβαρά. Οι πολίτες όταν πηγαίνουν στις κάλπες δεν ψηφίζουν μόνον κόμματα. Επιλέγουν και βουλευτές οι οποίοι πρέπει να έχουν άποψη και προσωπικότητα. Και να μην είναι απλώς «στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα…».

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2023

«Του λιτλ, του λέιτ*», που λέμε και στην… Ήπειρο!

Ήταν, θεωρώ, θέμα χρόνου και το πλήρωμά του φαίνεται ότι ήρθε αυτές τις μέρες που ξεκίνησε η μεγάλη φυγή στελεχών από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δεν θα μπορούσε παρά να κατρακυλήσει στην τρίτη θέση στη σειρά κατάταξης των κομμάτων, χωρίς μάλιστα να αποκλείεται η δυναμική των επερχόμενων εξελίξεων να τον οδηγήσει ακόμη πιο κάτω στην ευρωκάλπη του προσεχούς Ιουνίου. 

Όλα, εξάλλου, μαρτυρούν ότι δεν είναι ούτε πρόσκαιρο ούτε συγκυριακό το πέρασμα του ΠΑΣΟΚ στη δεύτερη θέση έπειτα από ένδεκα ολόκληρα χρόνια, όπως κατεγράφη στην πρώτη δημοσκόπηση η οποία είδε το φως της δημοσιότητας μετά τα ρήγματα που προκάλεσε ο «τσαμπουκάς» του Στέφανου Κασσελάκη και όσων τον πλαισιώνουν κατά τη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ το περασμένο Σαββατοκύριακο. 

Μπορεί η ίδια η Χαριλάου Τρικούπη να μην κάνει και… τόσα πολλά για να ανατραπεί ο συσχετισμός των δυνάμεων ανάμεσα στα αντιπολιτευόμενα κόμματα, το έργο της διάλυσης του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης φαίνεται ότι το έχουν αναλάβει οι τωρινοί «ένοικοι» της Κουμουνδούρου.

Τα δηλητηριώδη βέλη που ανταλλάσσουν ο ουρανοκατέβατος νέος αρχηγός και οι συν αυτώ με τους εσωκομματικούς αμφισβητίες τους, οι οποίοι ο ένας μετά τον άλλον παίρνουν την άγουσα προς την έξοδο, δείχνουν ότι στο συνονθύλευμα που είχε συνασπιστεί γύρω από την προοπτική εξουσίας, που τους έδινε παλαιότερα ο Αλέξης Τσίπρας, δεν υπάρχει πλέον καμία συγκολλητική ουσία ικανή να μπορεί να το κρατήσει ενιαίο. 

Το ενδιαφέρον, πάντως, είναι ότι, σε αντίθεση με εκείνους που μένουν, σχεδόν όλοι όσοι φεύγουν δείχνουν σα να έχουν μεταμορφωθεί και να προσχωρούν στο πεδίο της λογικής. Τα κείμενα αποχώρησης που υπογράφουν οι περισσότεροι μπορεί να έχουν αρκετές σάλτσες, όπως τους κατηγόρησε ο Κασσελάκης, πλην όμως διαθέτουν συνοχή και κάνουν παραδοχές για τις οποίες, ακόμη και αν διαφωνείς μαζί τους, δεν μπορείς να πεις ότι απέχουν από την πραγματικότητα. 

Αναγνωρίζουν, για παράδειγμα, ότι δεν ήταν όλα καλώς καμωμένα από τον ΣΥΡΙΖΑ, είτε όταν ήταν στην εξουσία είτε όταν πέρασε στην αντιπολίτευση. Παραδέχονται τις λάθος αναγνώσεις και τις απλοϊκές ερμηνείες σύμφωνα με τις οποίες οι πολίτες εξαπατήθηκαν και γι΄ αυτό καταψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ. Και -το κυριότερο που, αν θέλετε, δείχνει ότι αφήνουν πίσω την παράνοια της κατασκευής μιας πλαστής πραγματικότητας που μόνον οι ίδιοι έβλεπαν- δεν αμφισβητούν τις δημοσκοπήσεις, όπως συνέβαινε χρόνια τώρα, που τις εμφάνιζαν ως δήθεν συνωμοσία του «συστήματος» το οποίο τάχατες τούς πολεμούσε.

Την ίδια ώρα οι σφοδρές αντιπαραθέσεις γύρω από τον άθλιο ρόλο που διαδραμάτιζαν και εξακολουθούν να διαδραματίζουν τα πολυποίκιλα Συριζοτρόλ αναδεικνύουν το σαθρό πεδίο μέσα από το οποίο ξεπήδησε ένας αλλοπρόσαλλος κομματικός σχηματισμός, όπως ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2012 - 2023, που δεν κατάφερε να γειωθεί με την ελληνική κοινωνία επειδή το πάνω χέρι σε αυτόν είχαν δυνάμεις του πολιτικού περιθωρίου.

Είναι οι δυνάμεις που στο παρελθόν πολεμούσαν με ανοίκειες μεθόδους τους αντιπάλους του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μόλις αισθάνθηκαν ότι απειλούνταν από «εσωτερικούς εχθρούς» δεν δυσκολεύτηκαν να εξαπολύσουν τις ίδιες δολοφονικές επιθέσεις χαρακτήρων ενάντια στους μέχρι χθες «συντρόφους» τους.

Ο πόλεμος, εξάλλου, ο οποίος ξέσπασε αυτές τις μέρες γύρω από το διαβόητο «μαξιλάρι» των 37 δισ. ευρώ ήταν μια απτή απόδειξη των δύο… κόσμων που στέγαζε μέχρι πρότινος η αξιωματική αντιπολίτευση. Από τη μια είναι οι αρειμάνιοι πολακιστές, που «όλα τα σφάζουν και όλα τα μαχαιρώνουν» χωρίς να έχουν πρόβλημα να καταφύγουν σε ανέξοδους βερμπαλισμούς ότι δήθεν κάποιοι κακοί μέσα στην κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν επέτρεψαν να μοιραστούν χρήματα στον λαό για να έχουν ακόμη την κυβέρνηση.

Από την άλλη, αντιπαρατάσσονται, έστω με καθυστέρηση, κάποιοι όψιμοι ρεαλιστές που προσπαθώντας να διαφυλάξουν την αξιοπρέπειά τους υποστηρίζουν ότι το αποκαλούμενο «μαξιλάρι» δεν ήταν χρήματα που μπορούσαν να μοιραστούν επειδή στην πραγματικότητα ήταν «λύτρα» τα οποία έπρεπε να μείνουν να μείνουν ανέπαφα για να μπορεί να συνεχίζεται απρόσκοπτα ο δανεισμός του ελληνικού δημοσίου. (Σ.Σ.: Μέχρι και με τον γνωστό και μη εξαιρετέο Πάνο Λάμπρου είχα επ΄ αυτού μια πολλή λογική συζήτηση τις προηγούμενες ημέρες στο στούντιο της εκπομπής «Συνδέσεις» της ΕΡΤ που μας φιλοξένησε και τους δύο).

Τις επικίνδυνες ατραπούς που ανοίγονται από τις επιλογές της ομάδας Κασσελάκη φαίνεται να αντιλήφθηκε με μεγάλη καθυστέρηση και ο τέως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος μέχρι τώρα τηρούσε μια αιδήμονα σιωπή, επειδή ίσως -με «μακιαβελικού τύπου», όπως λένε ορισμένοι- υπολογισμούς πίστευε ότι η νέα ηγετική ομάδα θα δούλευε για την υστεροφημία του και θα εξοβέλιζε όσους αμφισβητούσαν ότι ήταν ο ένας και μοναδικός δημιουργός του κόμματός του.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο κ. Τσίπρας, ο οποίος δεν αντιδρούσε στις επανειλημμένες εκκλήσεις παλαιών συνεργατών του να διαψεύσει ότι δήθεν είχε πέσει θύμα εσωτερικών αμφισβητήσεων, αισθάνθηκε την ανάγκη να παρέμβει μόλις αντιλήφθηκε ότι με τη φόρα που έχουν πάρει οι… «σκιτζήδες» οι οποίοι κατέλαβαν τον 7ο όροφο της Κουμουνδούρου θα αποδομήσουν πλήρως τον ίδιο προσωπικά και την όποια κληρονομιά τούς άφησε. Αν πιστέψουμε, άλλωστε, τις διαρροές συνομιλητών του, «έχει τρομάξει κι ο ίδιος από αυτά που βλέπει να εκτυλίσσονται».

Μόνον, όμως, που -από αδυναμία χαρακτήρα, άραγε, ή από ταπεινό υπολογισμό;- ο Αλέξης Τσίπρας καθυστέρησε πάρα πολύ να παρέμβει. Με αποτέλεσμα οι κινήσεις τις οποίες κάνει πλέον παρασκηνιακά να θυμίζουν τη φράση «too little, too late». Το ποτάμι της δρομολογημένης διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ δεν γυρίζει πίσω. Ίσως διότι δεν του έπρεπε τίποτε λιγότερο. Κυρίως επειδή η ελληνική κοινωνία φαίνεται διατεθειμένη να κλείσει και τους τελευταίους λογαριασμούς που άνοιξαν την περίοδο της μνημονιακής επέλασης.

*Είναι η ελληνική γραφή της αγγλικής έκφρασης «too little, too late», η οποία, για όσους ενδεχομένως δεν το ξέρουν, σημαίνει «τόσο λίγα και τόσο αργά» (όπως λέμε και στην… Ήπειρο όταν μεταφράζουμε τη δική μας ρήση «καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια»…).

 

Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2023

Η υστεροφημία του Σημίτη και ο επικήδειος του Ελ. Βενιζέλου

Ο μέγας Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος κατά γενική ομολογία υπήρξε ένας από τους ευφυέστερους ανθρώπους που κυβέρνησαν την Ελλάδα, είναι ο μόνος πολιτικός ηγέτης παγκοσμίως που εκφώνησε τον δικό του «επικήδειο» από το βήμα της Βουλής τέσσερα χρόνια πριν από τον θάνατό του.

Ήταν Απρίλιος του 1932 και σε μια πολιτική αψιμαχία που είχε με τον παλαιό του συνεργάτη Αλέξανδρο Παπαναστασίου, ο οποίος εκείνη την περίοδο ηγείτο δικού του αντιπολιτευόμενου κόμματος με την επωνυμία «Αγροτικόν και Εργατικόν», ο 68χρονος Ελευθέριος Βενιζέλος, που διήνυε τους τελευταίους μήνες της πολυετούς θητείας του στην πρωθυπουργία, παίρνοντας αφορμή και από το γεγονός ότι στην ίδια συνεδρίαση είχε προηγηθεί το πολιτικό μνημόσυνο ενός παλαιότερου πολιτικού για τον οποίο όλοι είχαν μιλήσει με θερμά λόγια, περιέγραψε όσα πίστευε ότι θα έλεγαν οι πολιτικοί του αντίπαλοι μετά τον θάνατο του.

«Είμαι βέβαιος ότι όταν αποθάνω ένας από τους λόγους που θα απαγγελθεί, θα είναι και από τους καλύτερους, θα είναι εκείνος που θα εκφωνηθεί από τον αρχηγόν του Αγροτικού και Εργατικού Κόμματος», είπε. Αιφνιδιασμένος ο Παπαναστασίου, που ήταν νεώτερος κατά 12 χρόνια του Βενιζέλου, αντέδρασε λέγοντας ότι μπορεί να συμβεί το αντίθετο και να είναι ο Βενιζέλος που θα εκφωνήσει τον δικό του επικήδειο. Ο ξεχωριστός πολιτικός από την Κρήτη, όμως, αφού ευχήθηκε να μην συμβεί αυτό, συνέχισε προβλέποντας όσα ο ίδιος θεωρούσε ότι θα έλεγε ο Παπαναστασίου στον επικήδειο που θα εκφωνούσε μπροστά στη σορό του.

«Ο προκείμενος νεκρός, αγαπητοί φίλοι, ήτο ένας αληθινός άνδρας, με μεγάλο θάρρος, με αυτοπεποίθησιν και δι’ εαυτόν και διά τον λαόν, τον οποίον εκλήθη να κυβερνήση», ανέφερε. «Ίσως έκαμε πολλά σφάλματα, αλλά ποτέ δεν του απέλειπε το θάρρος, ποτέ δεν υπήρξε μοιρολάτρης, διότι ποτέ δεν επερίμενε από την μοίραν να ίδη την χώραν του προηγμένην», συνέχισε. «Αλλά έθεσε εις την υπηρεσίαν της όλον το πυρ που είχε μέσα του, κάθε δύναμιν ψυχικήν και σωματικήν».

Θυμήθηκα αυτό το ιδιαίτερα ενδιαφέρον ιστορικό στιγμιότυπο με αφορμή τη σπάνια εκδήλωση η οποία οργανώθηκε την περασμένη Δευτέρα για να τιμηθούν ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτη και η μεγάλη προσφορά του στη χώρα, καθώς, όσα επιμέρους αρνητικά στοιχεία και αν αναζητήσει κανείς για να την μειώσει, είναι δύσκολο να βρει βάσιμα επιχειρήματα για να αμφισβητήσει τη μεγάλη αλήθεια που είναι ότι η Ελλάδα της περιόδου 1996-2004 βρέθηκε στο απώγειο της οικονομικής, κοινωνικής και θεσμικής ανάπτυξης της.

Χωρίς να παραβλέπονται λάθη, αστοχίες και ατολμίες, που μόνον σε… αγγελικούς κόσμους αποφεύγονται, αποτελεί αναμφισβήτητο γεγονός ότι ποτέ πριν, αλλά ούτε φυσικά και μετά, η χώρα δεν είχε κάνει μέσα σε μια οκταετία τόσο σημαντικά άλματα προς την πολυεπίπεδη ευημερία της. Ο ρόλος του Κώστα Σημίτη ήταν καθοριστικός ως προς αυτό. Διότι ακόμη και οι πιο σφοδροί επικριτές του δεν μπορούν να αρνηθούν ότι, για να θυμηθούμε τα λόγια του Βενιζέλου, «δεν υπήρξε μοιρολάτρης» και «ποτέ δεν επερίμενε από την μοίραν να ίδη την χώραν του προηγμένην».

Είναι, υπό αυτή την έννοια, πολύ σημαντικό ότι ο Κώστας Σημίτης έγινε ο πρώτος Έλληνας πολιτικός ηγέτης που τιμήθηκε εν ζωή. Βλέπετε στη χώρα μας μέχρι τώρα ο «κανόνας» που ισχύει επιβάλει ότι για να τιμηθεί το έργο ενός οποιουδήποτε πολιτικού χρειάζεται πρώτα να περάσει στο «επέκεινα». Όπως τόσο εύστοχα υπαινίχθηκε ο μέγας Βενιζέλος με τον πρόωρο δικό του «επικήδειο» τον οποίο έβαλε στο στόμα του Παπαναστασίου.

Κακά τα ψέματα, ανήκει στις «παραδόσεις» της εγχώριας πολιτικής ζωής -ίσως και εν γένει της ζωής στην χώρα μας- το φαινόμενο σύμφωνα με το οποίο οι αρετές και τα χαρίσματα των πολιτικών -και εν γένει των ανθρώπων- να αναγνωρίζονται και συχνά να υπερτονίζονται αφού πρώτα οι ίδιοι εγκαταλείψουν τον… μάταιο τούτο κόσμο. Σχεδόν ποτέ η υστεροφημία τους δεν ενεργοποιείται, όπως θα ήταν λογικό, όσο είναι στην ενέργεια ή έστω μόλις εγκαταλείψουν το αξίωμά τους, παρά μόνον όταν φύγουν από τη ζωή.

Γι΄ αυτό και όσοι οργάνωσαν την εκδήλωση για τον Σημίτη -τα εύσημα πιστώνονται στο «Δίκτυο» της Άννας Διαμαντοπούλου-, πηγαίνοντας κόντρα στο ρεύμα, προσέφεραν υπηρεσίες. Όχι μόνον διότι άνοιξαν καινούργιους δρόμους και μπορεί να δούμε και στο μέλλον να τιμώνται εν ζωή και άλλοι πολιτικοί ταγοί που όντως το αξίζουν και χρειάζεται να αποτελέσουν παράδειγμα για τους νεώτερους.

Αλλά κυρίως επειδή ανέδειξαν τις διαχωριστικές γραμμές που χρόνια τώρα διαμορφώνονται στην ελληνική κοινωνία ανάμεσα σε όσους βλέπουν την πολιτική ως αντιπαράθεση απόψεων και ιδεών και σε εκείνους που προτιμούν την τοξική σύγκρουση, επιλέγουν τις ύβρεις αντί του διαλόγου και καταφεύγουν σε λαϊκίστικες διχαστικές κορώνες.

Όπως και να έχει, δεν νομίζω ότι υπάρχει αμφιβολία για το ποιος κέρδισε ανάμεσα στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκης, ο οποίος επέλεξε να είναι με εκείνους που τίμησαν τον Κώστα Σημίτη, δίνοντας το «παρών» του και χειροκροτούμενος στην εκδήλωση της περασμένης Δευτέρας, και στον νεόκοπο αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανο Κασσελάκη που οι μέντορές του του επέβαλαν να ακυρώσει τελευταία στιγμή την παρουσία του στην εκδήλωση και την επομένη να επιδοθεί σε ένα… «πολάκειου» τύπου υβριστικό κρεσέντο, το περιεχόμενο του οποίου δεν επιβεβαιωνόταν καν από τα στοιχεία που ο ίδιος εκ των υστέρων επικαλέστηκε για την εξέλιξη του χρέους.

Αν έχουν, άλλωστε, την ίδια κατάληξη και οι επόμενες «μονομαχίες» των δυό τους, ίσως αποδειχθεί πολύ πιο σύντομα από το αναμενόμενο ότι ο Κασσελάκης αδίκως πήγε στην Αμερική για να… φέρει χειμερινά ρούχα. Για τη δική του προσωπική υστεροφημία ήταν ίσως καλύτερα να μην είχε πάει. Και εφόσον πήγε, καλύτερα να μην είχε γυρίσει. Εκτός και αν φιλοδοξία του ήταν να γίνει η αιχμή του δόρατος του «πολακισμού», ο οποίος ευτυχώς πνέει τα λοίσθια.

Αξέχαστος, πάντως, θα μείνει κι έτσι…