Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Grexit. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Grexit. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Πόσες κάλπες μας χωρίζουν από το Grexit;



Όλα μα όλα μαρτυρούν ότι πάμε ολοταχώς για πρόωρες εκλογές επειδή η σημερινή κυβέρνηση και ο αρχηγός της Αλέξης Τσίπρας δεν αντέχουν να εφαρμόσουν όσα συμφώνησαν με τους δανειστές. Είναι τρελό να σκεφθεί κανείς ότι προτού καν συμπληρωθεί εξαετία από το 2009, που στήθηκαν οι τελευταίες… προμνημονιακές κάλπες, έχουμε κληθεί να ψηφίσουμε τέσσερις φορές σε γενικές εκλογές –τρεις για βουλευτικές και μια για ευρωεκλογές- και οδεύουμε για την πέμπτη.
Αν συνυπολογίσουμε και τις δύο αυτοδιοικητικές αναμετρήσεις, του 2010 και του 2014, αλλά και το πρόσφατο δημοψήφισμα, ο μέσος χρόνος που πηγαίνουμε στις κάλπες τα τελευταία χρόνια στις κάλπες είναι σχεδόν μια φορά το εξάμηνο και πρέπει να αποτελεί παγκόσμιο ρεκόρ.
Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλη χώρα –ευρωπαϊκή ή τριτοκοσμική, πλούσια ή φτωχή, ευημερούσα ή πτωχευμένη- που οι πολίτες της να ψηφίζουν τόσο συχνά για να εκλέξουν τους εκπροσώπους τους χωρίς να τηρείται ο γενικά παραδεδεγμένος κανόνας ότι τα πρόσωπα που αναδεικνύονται σε θέσεις εξουσίας έχουν συγκεκριμένη θητεία εντός της οποίας ξεδιπλώνουν το έργο τους και κρίνονται γι΄ αυτό στο τέλος.
Δεν βρίσκω τον λόγο, ακόμη και στις ειδικές συνθήκες της μακρόσυρτης περιόδου κρίσης που διερχόμαστε, για τον οποίο οι εκλογές μπορούν να δώσουν λύση στα μεγάλα προβλήματα της χώρας που γίνονται πολύ μεγαλύτερα εξαιτίας της διαρκούς πολιτικής αβεβαιότητας που προστίθεται στην οικονομική ανασφάλεια. 
Τώρα πια, μάλιστα, που άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, σχεδόν όλοι -και σίγουρα οι βασικοί διεκδικητές της εξουσίας- «έβαψαν τα χέρια» τους με… μνημονιακό «αίμα», αναρωτιέμαι ειλικρινά γιατί δεν μπορεί να βρεθεί ένας κοινός τόπος που να διώξει μακριά τις εκλογές και να δημιουργήσει ατμόσφαιρα πολιτικής σταθερότητας που τόσο ανάγκη έχει ο τόπος.
Πολύ περισσότερο που μετά τις προσεχείς εκλογές το σκηνικό που προδιαγράφεται δεν θα είναι πολύ διαφορετικό από το σημερινό. Δεν χρειάζεται να έχει κανείς ειδικό… χάρισμα για να προβλέψει ότι το πιθανότερο που θα συμβεί την επομένη της κάλπης είναι η δημιουργία ενός μεγάλου κυβερνητικού συνασπισμού ανάμεσα στον εναπομείναντα –μετά την σχεδόν προεξοφλημένη διάσπαση που επέρχεται- «ευρωπαϊκό» ΣΥΡΙΖΑ και στα κόμματα της τωρινής αντιπολίτευσης που ενστερνίζονται την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.
Γιατί, λοιπόν, εκείνο που θα είναι αναπότρεπτο την επομένη των εκλογών, δεν γίνεται από τώρα; Και ποιος είναι ο λόγος που πρέπει να επαναληφθεί το προηγούμενο του 2012 όταν οδηγηθήκαμε στη δεύτερη αναμέτρηση του Ιουνίου για να σχηματιστεί η τρικομματική συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ που μπορούσε και μάλιστα με καλύτερους όρους να συγκροτηθεί ήδη από τον Μάιο;
Τα ερωτήματα αυτά, που θεωρώ ότι απασχολούν κάθε σκεπτόμενο πολίτη που δεν έχει ειδικά συμφέροντα που ταυτίζονται αποκλειστικά με ένα κόμμα ή μια παράταξη, δεν θα βρουν, δυστυχώς, απαντήσεις. Ίσως και επειδή οι Έλληνες εκλογείς, είτε από ελλειπή πληροφόρηση ή κοντή μνήμη, είτε διότι έτσι τους βολεύει, είναι συνήθως ανεκτικοί, πλειοψηφικά τουλάχιστον, απέναντι σε εκείνους που τους εξαπατούν.
Κακά τα ψέματα, παρά τις αναμφισβήτητα μεγάλες επιδράσεις που είχε στις διαθέσεις της ελληνικής κοινωνίας η παρατεταμένη, όσο και γενικευμένη, κρίση των τελευταίων χρόνων, ορισμένα συλλογικά προτάγματα που έρχονται από τα παρελθόν μοιάζουν να μένουν αναλλοίωτα. Τα βλέπει, δε, κανείς να αναπαράγονται με τόση εντυπωσιακή ευκολία που αναρωτιέται αν και πότε μπορεί να τερματιστεί η μόνιμη παρέκκλιση από τα ευρωπαϊκά πρότυπα που παρουσιάζει η χώρα μας.
Παντού στον κόσμο υπάρχουν δημεγέρτες και λαοπλάνοι πολιτικοί, αλλά πουθενά αλλού, νομίζω, δεν κάνουν τόσο εύκολα καριέρα όσο στην Ελλάδα. Και, ακόμη χειρότερα, στην Ελλάδα της κρίσης. Να θυμηθούμε μόνον την ατάκα «κι εγώ αν είχα υποσχεθεί όσα ο Αλέξης Τσίπρας 80% θα έπαιρνα στις εκλογές και όχι 36%» με την οποία σχολίασε ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ τον ισχυρισμό της ελληνικής κυβέρνησης για εφαρμογή του (αλήστου μνήμης, πλέον) προεκλογικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ.
Στο Λουξεμβούργο, βέβαια, όπως και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, δύσκολα μπορεί να διανοηθεί κάποιος να δώσει καταφανώς ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, τάζοντας «λαγούς με πετραχήλια». Γιατί, απλούστατα, με τέτοια τακτική δεν κερδίζεις εκλογές. Αντιθέτως, εδώ μπορεί, όλα μα όλα, όσα είπες προεκλογικά να αποδεικνύεται ότι ήταν ένα συμπίλημα από ψέματα, αυταπάτες ή φαντασιώσεις, αυτό, όμως, δεν σε εμποδίζει να βρίσκεις άλλοθι για τη ζημιά που προκάλεσες με ισχυρισμούς του τύπου «ναι μεν ηττηθήκαμε, αλλά σπείραμε τον σπόρο της αλλαγής στην Ευρώπη…».  
Φαίνεται, όμως, ότι τον σπόρο τον σπείραμε με τρόπο τέτοιον που οι καρποί του μάλλον θα είναι πικροί. Γιατί, για παράδειγμα, οι δημοσκοπήσεις στη Γερμανία δείχνουν ότι η Άγκελα Μέρκελ επελαύνει για τρίτη θητεία στην καγκελαρία και μάλιστα με αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ενώ οι «Ποδέμος» στην Ισπανία βλέπουν τις δυνάμεις τους υποχωρούν.
Ποιος νοιάζεται, όμως, τι συμβαίνει αλλού; Εδώ στο «γαλατικό χωριό» των…. Αριστερίξ, όπως θα έλεγε ο Πάνος Καμμένος, προηγείται δημοσκοπικά ο… «τσιπρικός» ΣΥΡΙΖΑ. Και γι΄ αυτό κι εμείς δεν θα κάνουμε τίποτε άλλο από να στήνουμε κάθε τρεις και λίγο κάλπες. Μέχρις ότου κάνουμε –που θα πάει; Θα το πετύχουμε!- πραγματικότητα το Grexit. Για το οποίο, βεβαίως, θα φταίνε οι «άλλοι», οι «κακοί». Σιγά μην φταίμε εμείς. Ή μην κάνει λάθος ο «σοφός» ελληνικός λαός. Μα αφού έχει τον λόγο….

Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2015

Θέλουν ευρώ το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και δεν το ξέρουν;



Ποιος πυροδοτεί τη διογκούμενη φιλολογία για το περιβόητο Grexit; Αν πιστέψουμε την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι η απερχόμενη κυβέρνηση που ενορχηστρώνει την πλημμυρίδα των δημοσιευμάτων τα οποία κατακλύζουν τον διεθνή Τύπο, αφού οι Βρυξέλλες με τον πιο επίσημο τρόπο ξεκαθαρίζουν ότι «η συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωζώνη είναι αμετάκλητη».
Είναι, όμως, έτσι; Μάλλον όχι. Γιατί, αν, όντως, διέθετε τόσο μεγάλη ισχύ στη διεθνή σκηνή ο Αντώνης Σαμαράς τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα και για τον ίδιο, αλλά κυρίως για τη χώρα. Θα του είχε βγει το αλήστου μνήμης success story και θα είχε πετύχει τον στόχο του Grecovery, όπως είχε προβλέψει. Και κάπως, έτσι, η Ελλάδα θα δανειζόταν, πλέον, από τις αγορές και δεν θα είχε καμία ανάγκη ούτε τα τελευταία λεφτά της τρόικας, ούτε την προληπτική πιστωτική γραμμή.
Αν είχαν γίνει όλα αυτά, οι επερχόμενες κάλπες δεν θα ήταν «Γολγοθάς» για τον κ. Σαμαρά και το κόμμα του. Θα ήταν ένας εκλογικός περίπατος που θα είχε κριθεί πριν καν ξεκινήσει, αφού η πολυαναμενόμενη ανάκαμψη θα είχε γίνει υπαρκτή πραγματικότητα. Και, πιθανότατα, οι αντίπαλοι του απερχόμενου πρωθυπουργού, που την παραμονή των ευρωεκλογών έσκιζε σελίδα τη σελίδα τα «Μνημόνια», τώρα θα… έτρωγαν τη σκόνη του.
Για όλα αυτά που δεν έγιναν και για πολλά άλλα που έγιναν, ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλει σήμερα ως η επικρατέστερη κυβερνητική δύναμη που φαίνεται ότι θα αναδειχθεί πρώτη από τις κάλπες της 25ης Ιανουαρίου και ο αρχηγός του Αλέξης Τσίπρας θα πάρει την πρώτη διερευνητική εντολή για να σχηματίσει κυβέρνηση, η οποία, όπως όλα δείχνουν, θα είναι συνεργασίας, αφού η πιθανότητα αυτοδυναμίας είναι από μηδαμινή έως ελάχιστη.
Σε πείσμα της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, αλλά και παλαιότερων αμφιταλαντεύσεων, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ διακηρύσσει urbi et orbi την απόφασή της να μη διασαλευτεί η ευρωπαϊκή κατεύθυνση της χώρας και η συμμετοχή της στην ευρωζώνη, την οποία, άλλωστε, και παρά τα όσα έχουν συμβεί την τελευταία πενταετία, επιθυμεί η μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών.
Δεν είμαι από εκείνους που θα αμφισβητήσουν την ειλικρίνεια των προθέσεων του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του στο συγκεκριμένο θέμα. Είμαι, όμως, από εκείνους που ειλικρινά απορούν γιατί οι διακηρύξεις αυτές υπονομεύονται με πομφόλυγες για… νταούλια και πεντοζάλη που θα χορεύουν οι αγορές ή, ακόμη χειρότερα, από επίμονες εξαγγελίες περί συγκυβέρνησης με το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρότι οι δύο αυτές δυνάμεις απορρίπτουν διαρρήδην κάθε τέτοια προοπτική.
Πως είναι, αλήθεια, δυνατόν ένα κόμμα που δηλώνει ευρωπαϊκό και «ξορκίζει» –εντάξει, με την προσχηματική προσθήκη «εκτός και αν προκληθούμε»- τις μονομερείς ενέργειες στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους της χώρας, να δηλώνει έτοιμο να συγκυβερνήσει με πολιτικές δυνάμεις που είναι αναφανδόν κατά της συμμετοχής της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ζητούν την άμεση αποδέσμευσή της;
Δεν αποκλείεται, όπως στην περίπτωση της ΔΗΜΑΡ που της κρατούσε ανοιχτή την πόρτα συνεργασίας μέχρι να ολοκληρωθεί η προεδρική εκλογή, να το διακηρύσσει υστερόβουλα. Ίσως να επιδιώκει, έτσι, να αποφύγει «διαρροές» προς τα αριστερά από παραδοσιακούς ψηφοφόρους που έχουν γαλουχηθεί πολιτικά με άλλα πρότυπα και αρέσκονται να ακούν να αποδίδονται όλα τα δεινά της χώρας στην ευρωπαϊκή και, εν γένει, τη «δυτική» κατεύθυνση.
Ακόμη και έτσι, όμως, αν είναι, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ας μη μέμφεται τους αντιπάλους της οι οποίοι επισημαίνουν αυτή την κραυγαλέα διακηρυκτική αντίφαση. Καλώς ή κακώς, οι ίδιοι και η Ελλάδα ολόκληρη βρίσκονται κάτω από το φως των παγκόσμιων προβολέων της δημοσιότητας και στον υπόλοιπο πλανήτη παίρνουν τοις μετρητοίς τις προεκλογικές δεσμεύσεις για τις μετεκλογικές συνεργασίες.
Δικαίως, λοιπόν, το Grexit βρίσκεται σε όλα τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου. Όταν το κόμμα που μέχρι στιγμής προηγείται στις δημοσκοπήσεις, από τη μια, ταλανίζεται εσωτερικά για το με ποιον τρόπο θα αντιμετωπίσει τους Ευρωπαίους εταίρους και, από την άλλη, δεσμεύεται ότι θα συγκυβερνήσει με δυνάμεις που αντιμάχονται την Ευρώπη, ποιος ξένος μπορεί να αντιληφθεί ότι αυτά μπορεί να είναι μόνον και μόνον για ψηφοθηρική «εσωτερική κατανάλωση»;
Κάποιος κυνικός ίσως αντιτείνει ότι στην Ελλάδα έχουμε μακρά «παράδοση» στα «ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα» των προεκλογικών περιόδων. Οι ξένοι, όμως, που έχουν στραμμένα τα βλέμματα στην Αθήνα και δεν πολυκαταλαβαίνουν τις «παραδόσεις» μας, ποιον να πιστέψουν;  Τους υπεύθυνους του κόμματος για την Οικονομία Γιώργο Σταθάκη και Γιάννη Μηλιό οι οποίοι προ ολίγων εβδομάδων έλεγαν στους επενδυτές του City του Λονδίνου ότι πιθανοί μετεκλογικοί εταίροι του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ; Ή τον δεύτερο ισχυρότερο άνδρα της Κουμουνδούρου Παναγιώτη Λαφαζάνη, ο οποίος αποκλείει κατηγορηματικά κάθε τέτοιο ενδεχόμενο.  
            Η καθησυχαστική άμυνα που επιχειρείται να στηθεί από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, δια του ισχυρισμού ότι «δεν υπάρχει θεσμική δυνατότητα να μας διώξουν από το ευρώ», φαντάζει μάλλον σαθρή. Γιατί, όντως, δεν μπορούν να μας διώξουν. Αλλά για όσο παίζουμε με τους κανόνες του ευρώ. Μια κυβέρνηση, όμως, με τη συμμετοχή -ή, έστω, την ανοχή, που είναι η τελευταία εκδοχή που λανσάρεται από την Κουμουνδούρου- του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με ποιους κανόνες θα παίζει;