Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 14 Ιουλίου 2016

Κάποιος να τους πει ότι η διακυβέρνηση δεν έχει μόνον βολέματα



«O Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επικοινώνησε σήμερα με τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Νίκο Παρασκευόπουλο από τον οποίο ενημερώθηκε αναλυτικά για τις εξελίξεις στην δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης Siemens» διαβάζουμε αυτολεξεί σε επίσημο κυβερνητικό ανακοινωθέν που εξεδόθη από το Μέγαρο Μαξίμου για να μας πληροφορήσει ότι ο επικεφαλής της κυβέρνησης επικοινωνεί με τους συνεργάτες του τους οποίους ο ίδιος όρισε να είναι μέλη του υπουργικού συμβουλίου.
Ο συντάκτης του ανακοινωθέντος, με το οποίο μαθαίνουμε ακόμη ότι «ο Υπουργός Δικαιοσύνης θα μεταβεί αύριο στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου και θα ζητήσει από την Εισαγγελέα κα Ξένη Δημητρίου να παραγγείλει την εκδίκαση των δύο υποθέσεων της Siemens που βρίσκονται στο ακροατήριο (ψηφιοποίηση παροχών του ΟΤΕ και δωροδοκία τέως κυβερνητικών στελεχών), κατ’ απόλυτη προτεραιότητα», θα είχε προφανώς επίγνωση της… σπανιότητας του γεγονότος να επικοινωνεί ο πρωθυπουργός με τον υπουργό και γι΄ αυτό χρησιμοποίησε τις συγκεκριμένες διατυπώσεις.
Η κυβερνητική αντίδραση απέναντι στο φιάσκο με τις προκλητικές νέες αναβολές στην εκδίκαση των επίμαχων υποθέσεων του σκανδάλου με τις μίζες της γερμανικής εταιρίας είναι η καλύτερη απόδειξη ότι η χώρα πορεύεται ουσιαστικά ακυβέρνητη, επειδή οι άνθρωποι που έχουν αναλάβει τα ηνία της διακυβέρνησης έχουν παρεξηγήσει τον ρόλο και την αποστολή που τους έχουν ανατεθεί. Εξακολουθούν να συμπεριφέρονται όπως όταν ήταν στην αντιπολίτευση, δηλαδή ως σχολιαστές και καταγγέλλοντες τα κακώς κείμενα ακόμη και όταν αυτά δεν είναι παρά αποτελέσματα της δικής τους ιδιότυπης πρακτικής να αποδέχονται μόνον τα προνόμια της εξουσίας και καμία από τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται η ανάληψη της κυβερνητικής ευθύνης.
Αν στο μείζον ζήτημα της απονομής της δικαιοσύνης, που αφορά άμεσα τόσο την καθημερινότητα των πολιτών όσο και τη θεσμική υπόσταση της χώρας, είχε επιδειχθεί μόνον ένα πολλοστημόριο από το αυξημένο, σχεδόν αποκλειστικό, ενδιαφέρον που επιδεικνύεται σε συγκριτικά ήσσονος σημασίας ζητήματα, όπως είναι, επί παραδείγματι, οι άδειες των τηλεοπτικών καναλιών ή ακόμη και ο εκλογικός νόμος, είναι βέβαιο ότι τα πράγματα στη χώρα θα ήταν πολύ καλύτερα.
Εξίσου βέβαιο είναι ότι θα είχαν περιοριστεί τα φαινόμενα ανομίας και δεν θα διαιωνιζόταν η ατιμωρησία αν, αντί για την απόπειρα ποδηγέτησης της Δικαιοσύνης, αποτελούσε κυβερνητική προτεραιότητα η επιτάχυνση των απαράδεκτα αργών ρυθμών εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων που προκαλούν το φαινόμενο της αρνησιδικίας το οποίο δηλητηριάζει τις κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις, για την ομαλή εξέλιξη των οποίων προϋπόθεση εκ των ων άνευ συνιστά η έκδοση δικαστικών αποφάσεων μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Το μεγαλύτερο δυστύχημα, βεβαίως, είναι ότι τα διαλαμβανόμενα στον χώρο της Δικαιοσύνης δεν αποτελούν την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα της διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Η κατάσταση παρατηρητή των εξελίξεων, την οποία έχουν επιλέξει κυβερνητικά στελέχη, είναι εκτεταμένο ζήτημα. Το σύνολο, σχεδόν, των κυβερνητικών ιθυνόντων φλυαρούν ακαταπαύστως, κυρίως στα κανάλια (που, κατά τα άλλα, καταγγέλλουν) και σπανιότερα στη Βουλή. Μιλούν, κατά βάση, για θέματα που δεν είναι της αρμοδιότητάς τους. Ενώ όταν συμβαίνει το αντίθετο αρκούνται σε επικρίσεις προς τους προηγούμενους που –τι κακοί άνθρωποι!- δεν είχαν λύσει όλα τα προβλήματα και δεν φρόντισαν να τους παραδώσουν την εξουσία εξασφαλίζοντας τους μια ανέφελη διακυβέρνηση.
Πάρτε για παράδειγμα τον διαβόητο αναπληρωτή υπουργό Π. Πολλάκη, ο οποίος αδιαφορώντας πλήρως για τα θανατηφόρα αποτελέσματα της πολιτικής που ασκεί, πρέπει να περνάει το μισό ωράριο εργασίας στο υπουργείο Υγείας κάνοντας αναρτήσεις στο facebook, πότε με τα κεράκια γενεθλίων που σβήνει ενώπιον πορτρέτων του Βελουχιώτη και πότε με υβριστικές επιθέσεις εναντίον όσων του ασκούν κριτική, ενώ τις υπόλοιπες ώρες ξιφουλκεί σε κομματικές εκδηλώσεις ενάντια στα «βοθροκάναλα της διαπλοκής» που αναδεικνύουν την άθλια κατάσταση στον χώρο ευθύνης του που, κατά κοινή παραδοχή, έγινε χειρότερη στη διάρκεια της 18μηνης παρουσίας στους υπουργικούς θώκους των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Αλλά ούτε ο πολύς Πολλάκης αποτελεί παρεκκλίνουσα μοναδικότητα. Είναι μάλλον ο μέσος όρος του κυβερνητικού κουτσαβακισμού και ενδεχομένως υπάρχουν συνάδελφοί του που τον ξεπερνούν σε καταγγελτικό κρεσέντο. Τη μέρα που όλοι ασχολούνταν με τη Siemens, από δελτίο Τύπου των Ανεξαρτήτων Ελλήνων πληροφορηθήκαμε «καταγγελίες – φωτιά του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ Τέρενς Κουίκ». Τι λένε αυτές οι… «καυτές» καταγγελίες; Λένε ότι «οι λαθρέμποροι τσιγάρων απειλούν με σφαίρες και “φουσκωτούς” και εκβιάζουν με προβοκάτσιες και αθλιότητες». Και που έγιναν οι καταγγελίες; Μα, που αλλού; Σε… ραδιοφωνικό σταθμό! Έτσι, ακριβώς. Κοτζάμ υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ έκανε, κατά δήλωσή του, «καταγγελίες – φωτιά» για εκβιασμούς λαθρεμπόρων σε ραδιοφωνικό σταθμό και όχι στα αρμόδια όργανα της Πολιτείας που σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου θα είχαν κινητοποιηθεί οι πάντες για να συλληφθούν οι εγκληματίες.
Ας μην απορούμε, ωστόσο. Το πολιτικό συνονθύλευμα που απαρτίζουν τα πρόσωπα που μας κυβερνούν, είτε προέρχονται από την λεγόμενη ριζοσπαστική Αριστερά, όπως ο Τσίπρας, ο Πολλάκης και οι λοιποί, είτε από τη λαϊκίστικη Δεξιά, όπως ο Καμμένος ή ο Κουίκ, έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα: όλοι τους ανδρώθηκαν πολιτικά ασκούμενοι στην καταγγελιομανία. Από το συγγραφικό πόνημα του νυν υπουργού Άμυνας που εκδόθηκε για να υποδείξει τον Ανδρέα Παπανδρέου ως αρχηγό ης 17 Νοέμβρη μέχρι τα «go back κυρίες και κύριοι της συντηρητικής νομενκλατούρας» του πρωθυπουργού που υπέγραψε λίγο μετά το Μνημόνιο που κανείς… συντηρητικός δεν θα τολμούσε να υπογράψει, όλη τους η διαδρομή ήταν καταγγελίες και μόνον καταγγελίες, ανάμεικτες με μεγάλες δόσεις συνωμοσιολογίας. Αυτό έμαθαν. Αυτό ξέρουν. Αυτό έκαναν. Αυτό κάνουν.
Μέχρι προφανώς να τους υποχρεώσει κάποιος να αντιληφθούν ότι η διακυβέρνηση της χώρας δεν είναι μόνον καταγγελίες και βολέματα. Είναι και ανάληψη ευθύνης και μάχη με τα προβλήματα. Ποιος θα τους τα μάθει αυτά; Μα, ο ελληνικός λαός που, επειδή τον κορόιδευαν με τις καταγγελίες τους, νομίζουν ότι θα τον κοροϊδεύουν με τον ίδιο τρόπο για πάντα.

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Διάβημα, κόντρα στην εικονική πραγματικότητα



Οι Κινέζοι δεν φημίζονται για την υψηλή αίσθηση του χιούμορ, αλλά αυτό ίσως να αποτελεί μια ιστορική ανακρίβεια αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι έβαλαν τον έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να φωτογραφηθεί με μια συσκευή εικονικής πραγματικότητας.
Η εικόνα του κ. Τσίπρα να ατενίζει μια άλλη πραγματικότητα είναι ίσως ό,τι πιο αντιπροσωπευτικό μπορούσε να εκπεμφθεί από ένα ταξίδι το οποίο ούτως ή άλλως εκείνο που προσέφερε ήταν ευκαιρίες για να φωτογραφηθεί η πρωθυπουργική κουστωδία σε διάφορες τουριστικού κυρίως χαρακτήρα πόζες.
Όλες τις προηγούμενες ημέρες ο ιδιαίτερος φωτογράφος του Μεγάρου Μαξίμου, που μετείχε της επίσημης αποστολής, διοχέτευε αφειδώς στα εγχώρια μέσα στιγμιότυπα με τον κ. Τσίπρα στο Σινικό Τείχος και στην Απαγορευμένη Πόλη, τα οποία, όσοι δεν τα είδατε να δημοσιεύονται στον φιλοκυβερνητικό Τύπο, καλό είναι να τα αναζητήσετε για να έχετε τη δική σας θεώρηση και το δικό σας μέτρο των πραγμάτων που διημείφθησαν εκεί.
Την ίδια ώρα, οι απεσταλμένοι των κρατικών μέσων ενημέρωσης μετέδιδαν εκστασιασμένοι ότι  σε κεντρικά σημεία του Πεκίνου κυμάτιζε η ελληνική σημαία από κοινού με την κινεζική, λες και όσοι τους άκουγαν δεν είχαν κυκλοφορήσει ποτέ στο κέντρο της Αθήνας και δεν είχαν δει τον ανάλογο σημαιοστολισμό που γίνεται κι εδώ, ακόμη και όταν φθάνει ηγέτης τριτοκοσμικής χώρας. 
Για την ουσία της επίσκεψης θα πρέπει ίσως να περιμένουμε για να δούμε τα αποτελέσματά της, αφού το μόνο απτό που έχουμε μέχρι στιγμής είναι η αναγγελία από τα πρωθυπουργικά χείλη ότι… εξάγουμε ενδυματολογικό στυλ, το οποίο όποιος είδε τις εικόνες της πρωθυπουργικής συνοδείας να περπατάει, με παράταξη ρεμπέτ ασκέρ, στο κόκκινο χαλί που είχαν στρώσει οι Κινέζοι, θα κατάλαβε γιατί η διεθνής αξιοπιστία της χώρας βρίσκεται στο ναδίρ.
Δεν είναι, εξάλλου, μόνον οι Ευρωπαίοι εταίροι που, με εξαίρεση ορισμένους κουτοπόνηρους σοσιαλδημοκράτες πολιτικούς που «χρησιμοποιούν» τον κ. Τσίπρα για ιδιοτελείς εκλογικές επιδιώξεις, δείχνουν πόσο δεν μας υπολογίζουν και γι΄ αυτό μας έκαναν ανέκδοτο για το πως θα μεταλαμπαδεύσουμε στους Βρετανούς την τεχνογνωσία της μεταστροφής της λαϊκής δημοψηφισματικής βούλησης.
Είναι και όλοι οι άλλοι που δεν μας πλησιάζουν, παρά τις ρεβεράντζες που τους κάνουμε, όπως, καλή ώρα, οι Ρώσοι οι οποίοι όχι μόνον δεν μας έστειλαν τα δισεκατομμύρια που περιμέναμε πέρυσι να μπουν στον αγωγό φυσικού αερίου, που ποτέ δεν έγινε, αλλά –κρίμα στη θερμή υποδοχή που κάναμε στον Βλαντιμίρ Πούτιν- ούτε μια πρόταση για να πάρουν τον ΟΣΕ δεν καταδέχτηκαν να μας κάνουν.
Ηχούν ακόμη στα αυτιά μας οι ιερεμιάδες που εκτοξεύτηκαν από κυβερνητικά χείλη για τα κακά συστημικά μέσα ενημέρωσης τα οποία, σε αντίθεση με τα υπάκουα κρατικά, δεν έδωσαν τη δέουσα σημασία στην «πολυσήμαντη», κατ΄ αυτούς, επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου.
Το ποιος είχε δίκιο και ποιος όχι το απέδειξε, ωστόσο, η ίδια η ζωή. Όπως θα είναι πάλι η ζωή και ο χρόνος που θα αποδείξουν αν τα αποτελέσματα της πρωθυπουργικής επίσκεψης στην Κίνα θα είναι τέτοια που θα υπερκαλύψουν το κόστος από τα… αεροπορικά εισιτήρια που πληρώσαμε οι Έλληνες φορολογούμενοι σε τόσο πολλούς ταξιδιώτες.
Αν λάβουμε, ωστόσο, υπόψη μας ότι οι απεσταλμένοι των ελληνικών μέσων ενημέρωσης ασχολήθηκαν λιγότερο με τις μελλοντικές κινεζικές επενδύσεις που θα ακολουθήσουν την Cosco και περισσότερο με τις διαρροές για το πώς «βλέπει» η κυβερνητική εξουσία να εξελίσσεται η απόπειρα διεμβολισμού της αντιπολίτευσης μέσω της νομοθετικής πρωτοβουλίας για τον εκλογικό νόμο, πιο πιθανό είναι να αποδειχθεί ότι το ταξίδι δεν άξιζε ούτε όσο τα εισιτήρια.
Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι υπήρχαν «πηγές» που μιλούσαν από το Πεκίνο για τα εσωτερικά ζητήματα, παρά ως απόλυτη απόδειξη μιας άλλης πραγματικότητας στην οποία ζουν οι άνθρωποι που μας κυβερνούν;  Είναι, προφανώς, αυτή η άλλη πραγματικότητα, η εικονική μέσα στην οποία ζουν, που τους κάνει να πιστεύουν στην αιώνια εξουσία τους και να μεθοδεύουν κάθε λογής τερτίπια για να την παρατείνουν.
Το ευτύχημα, βεβαίως, είναι ότι τα κορόιδα, τα οποία δεν εξέλιπαν παντελώς, έχουν μειωθεί αισθητά. Και αυτή τη φορά δεν θα πιαστούν πολλοί στον ύπνο, όπως συνέβη πέρυσι τον Αύγουστο με τους ηγέτες της αντιπολίτευσης που τους κατέστησε συνενόχους ο κ. Τσίπρας στην υιοθέτηση του Μνημονίου του.
Το πόσο ατυχής ήταν εκείνη η επιλογή φαίνεται τώρα που –αν είναι δυνατόν- τους εγκαλεί ο  Κατρούγκαλος ότι συνομολόγησαν στην κατάργηση του ΕΚΑΣ, παρόλο που τόσο στις εκλογές εξπρές που ακολούθησαν τον Σεπτέμβριο όσο και μεταγενέστερα κυβερνητικοί παράγοντες, με πρώτον τον ίδιο τον πρωθυπουργό, διαβεβαίωναν ότι το συγκεκριμένο επίδομα, που εισέπρατταν αποκλειστικά μικροσυνταξιούχοι, θα παρέμενε αλώβητο.
Με συγχωρείτε, αλλά και μόνον γι΄ αυτή την απροκάλυπτη εξαπάτηση, που θίγει τους πιο αδύναμους της ελληνικής κοινωνίας, τα κόμματα της αντιπολίτευσης έπρεπε να δεσμευτούν, πρωτίστως, στους εαυτούς τους ότι εφεξής δεν πρόκειται να συναινέσουν όχι μόνον σε σημαντικά ζητήματα, όπως είναι ο εκλογικός νόμος, αλλά σε καμία απολύτως νομοθετική διάταξη που θα εισάγει η κυβέρνηση Τσίπρα – Κατρούγκαλου!
Είναι το ελάχιστο διάβημα διαμαρτυρίας που μπορούν να κάνουν για να διαλύσουν, επιτέλους, την εικονική πραγματικότητα στην οποία θέλουν, εκτός από τους εαυτούς τους, να βάλουν να ζει αιωνίως ολόκληρη η χώρα.

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

Μας είχε πει για τον… Πάμπλο, αλλά όχι για τις συντάξεις



Βλέποντας τον Αλέξη Τσίπρα να «τρουπώνει» στη τελευταία σύναξη των ευρωσοσιαλιστών και ακούγοντας τα στελέχη της παράταξής του να προσπαθούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα για τη σφαγή των συντάξεων, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι «ο κόσμος που μας ψήφισε τον Σεπτέμβριο ήξερε ότι θα έρθουν δύσκολα», μού δημιουργήθηκε η απορία αν όντως οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ έδωσαν πολιτική νομιμοποίηση για όλα όσα ζούμε τους τελευταίους μήνες.
Σκέφτηκα, λοιπόν, να ανατρέξω στην προεκλογική περίοδο για να επιβεβαιώσω ή να διαψεύσω το ερώτημα αν η ψήφος που απέσπασε ο κ. Τσίπρας ήταν συνειδητή πολιτική επιλογή που προερχόταν από πολίτες που ήταν ενήμεροι. Και αν τους είχε προειδοποιήσεις κανείς ότι λίγους μήνες μετά θα ακολουθούσε μια άνευ προηγουμένου φορολογική επιδρομή. Αν είχαν επίγνωση ότι οι κατά τεκμήριο φτωχοί συνταξιούχοι θα έχαναν το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το ΕΚΑΣ, για να μείνουμε στα πιο κραυγαλέα μνημονιακά μέτρα που άρχισαν να εφαρμόζονται, πλήττοντας τους κατά βάση πιο αδύναμους συμπολίτες που υποτίθεται ότι θα προστάτευε η «αριστερή κυβέρνηση».
Αναζήτησα, έτσι, την τελευταία προεκλογική ομιλία που εκφώνησε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ στην Πλατεία Συντάγματος την Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου. Μίλησε μπροστά σε μια μεγάλη συγκέντρωση, όπως έγραφαν τα μέσα ενημέρωσης, και εκφώνησε μια παθιασμένη ομιλία που διήρκεσε 40 λεπτά. Μια ομιλία στην οποία ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως μπορεί ακόμη να δει κανείς στην ιστοσελίδα του, εμφάνιζε τον κ. Τσίπρα να λέει στους συγκεντρωμένους: «Ο πόθος του λαού για ζωή δε θα γίνει παρένθεση».
Η φράση αυτή ήταν το συμπύκνωμα ενός κατά τα άλλα φλύαρου λόγου, που, όμως, στις 2.915 λέξεις που ακούστηκαν από τα χείλη του πρωθυπουργού δεν χώρεσε ούτε μια (!) αναφορά στο Μνημόνιο το οποίο είχε υπογραφεί τον Ιούλιο και ψηφίστηκε άρον – άρον τον Δεκαπενταύγουστο. Βλέπετε, έπρεπε να προλάβει ο κ. Τσίπρας να πάει σε εκλογές και να πιάσει στον ύπνο την αιφνιδιασμένη αντιπολίτευση που καλή τη πίστει είχε προτάξει το εθνικό συμφέρον συμβάλλοντας στην προσπάθεια να μείνει η χώρα στην Ευρώπη ώστε να πηγαίνει ο πρωθυπουργός της στα Συμβούλια Κορυφής και να εγκαλεί τους Βρετανούς επειδή δεν είχαν προετοιμαστεί για το… Brexit.
Δεν ήταν, όμως, μόνον ο όρος «Μνημόνιο» που δεν εκστόμισε ο σίγουρος για τη νίκη του αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν και οι λέξεις «σύνταξη» ή «συνταξιούχος» που, όσο και αν ψάξει κανείς, δεν πρόκειται να τις βρει στην ομιλία του. Όπως δεν θα βρει την παραμικρή κουβέντα για το 99χρονο «Υπερταμείο» ή τον αυτοματοποιημένο «κόφτη» δημοσίων δαπανών που μπήκαν μεταγενέστερα στη ζωή μας.
Ακόμη, όμως, και οι ελάχιστες αναφορές στη λέξη «φόρος» ή σε παράγωγά της δεν έγιναν παρά για λόγους παραπειστικούς. «Ποιός θα διαπραγματευτεί τη φορολογική ελάφρυνση των αγροτών; Αυτοί που τον Ιούνη προπαγάνδιζαν το ΝΑΙ στη συμφωνία που μας έδιναν και καταργούσαν μονομιάς όλες τις φορολογικές τους διευκολύνσεις;», περιορίστηκε να ρωτήσει το ακροατήριό του ο πολιτικός ηγέτης που αγανακτεί όταν υπαινίσσεται κάποιος ότι είπε ψέματα, μιας κι εκείνος δέχεται μόνον ότι είχε «αυταπάτες».
Και αν απορείτε τι είπε σε όλη την υπόλοιπη ομιλία, αφού δεν μίλησε για «Μνημόνια», «συντάξεις» και «φόρους», η απάντηση είναι απλή: μεγαλόστομες ηρωικού τύπου διακηρύξεις για το πώς θα κατατροπωθεί το «παλιό» και «κούφια λόγια» για επερχόμενες ανατροπές στην Ευρώπη με τη συνεργασία «συντρόφων» του, που –φεύ!- οι ψηφοφόροι των χωρών τους ήταν, φαίνεται, λιγότερο εύπιστοι από τους έλληνες και δεν τους ανέθεσαν εντολή διακυβέρνησης. 
«Η μάχη για την αλλαγή της Ευρώπης, όχι μόνο δε τελείωσε τον Ιούλη, αλλά τώρα καλούμαστε να αποδείξουμε ότι δεν παραδίδουμε τα όπλα και συνεχίζουμε για να δρέψουμε όλοι μαζί τους καρπούς που έσπειρε ο αγώνας του ελληνικού λαού», έλεγε ο κ. Τσίπρας κάνοντας ειδική αναφορά στον ηγέτη των Ισπανών Podemos Πάμπλο Ιγκλέσιας που στο τέλος της προεκλογικής εκδήλωσης βγήκε κι ο ίδιος στο μπαλκόνι και απευθύνθηκε στους συγκεντρωμένους.
«Το αποτέλεσμα στις ελληνικές εκλογές θα είναι καθοριστικής σημασίας για τις εξελίξεις στην Ευρώπη», επέμεινε στη δική του ομιλία ο έλληνας πολιτικός ηγέτης που διακινδύνευσε προβλέψεις που η ζωή διέψευσε. «Γιατί σε λίγες μέρες έχει εκλογές στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, στην Ιρλανδία», είπε, προσθέτοντας: «Φανταστείτε το μήνυμα της δικής μας νίκης στις δυνάμεις της αλλαγής της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Και φανταστείτε πόσο σημαντικό θα είναι αν ο έλληνας πρωθυπουργός στις Βρυξέλλες, από δω και στο εξής δεν είναι μόνος εναντίον πολλών. Αλλά θα έχει μαζί του και τον Πάμπλο από την Ισπανία και τον Τζέρεμι Άνταμς από την Ιρλανδία, έναν προοδευτικό πρωθυπουργό στη Πορτογαλία».
Αν εξαιρέσει κανείς την επιτυχία της πρόβλεψης του για την Πορτογαλία, που ήρθε από σπόντα, καθώς σχηματίστηκε κυβέρνηση από τους δεύτερους σε εκλογική δύναμη σοσιαλδημοκράτες, στα υπόλοιπα έπεσε έξω ο κ. Τσίπρας. Ο αγαπημένος του Πάμπλο, άλλωστε, υπέστη την περασμένη Κυριακή μια δεύτερη εκλογική ψυχρολουσία από την οποία δεν κατάφερε να τον διασώσει ούτε ο χαρακτηρισμός «προτεκτοράτο» που επιδαψίλευσε στη χώρα μας. Αλλά και μέσα να έπεφτε, παγερά αδιάφορους, μάλλον, θα άφηνε και πάλι όσους χάνουν αυτό το διάστημα τη δουλειά τους ή βλέπουν τα εισοδήματά τους να καταβυθίζονται εξαιτίας και των υψηλότερων φορολογικών επιβαρύνσεων.  
Μια κρίσιμη, ίσως, λεπτομέρεια είναι ότι στη συγκεκριμένη επικού τύπου ομιλία του ο νυν πρωθυπουργός είχε, σε τέσσερεις διαφορετικές αποστροφές του λόγου του, χαρακτηρίσει τις επερχόμενες κάλπες «δεύτερο δημοψήφισμα». Λέτε να ήθελε με αυτό τον τρόπο να στείλει το μήνυμα ότι θα έδειχνε στη λαϊκή ετυμηγορία των βουλευτικών εκλογών τον ίδιο… σεβασμό που επέδειξε και στην απόφαση του διαβόητου δημοψηφίσματος του Ιουλίου;  

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2016

Το συνταγματικό «περιτύλιγμα» και ο… πόνος για την αναλογική



            Είναι ειλικρινής η απορία μου αν υπάρχει έστω και ένας φίλος ή οπαδός του κυβερνητικού συνασπισμού που να θεωρεί ότι το αιφνίδιο ενδιαφέρον των ενοίκων του Μεγάρου Μαξίμου να ανακινήσουν ζητήματα, τα οποία σχετίζονται με αναγκαίες θεσμικές αλλαγές του καταστατικού χάρτη της χώρας, εδράζεται σε πραγματική διάθεση να προωθηθούν μεταρρυθμίσεις και τομές που να εκσυγχρονίζουν τις δομές του κράτους και να βελτιώνουν τις συνθήκες ζωής των πολιτών.
Χωρίς να θέλω να κάνω δίκη προθέσεων, αδυνατώ να βρω ένα βάσιμο επιχείρημα που να συνηγορεί υπέρ της ειλικρινούς βούλησης των κυβερνώντων να προχωρήσουν σε όλες εκείνες τις απαραίτητες συνταγματικές αλλαγές για να γίνει η Ελλάδα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος στο οποίο τηρούνται οι κανόνες του δημοκρατικού παιχνιδιού και γίνεται σεβαστή η λαϊκή ετυμηγορία.
Όποιον και αν ρωτήσεις, με όποιον και αν συζητήσεις ή αντιπαρατεθείς, χωρίς δυσκολία καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι πίσω από τον μανδύα των θεσμικών αναμορφωτών, τον οποίο αίφνης φόρεσαν οι κυβερνώντες, επιχειρείται να κρυφτούν ο αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης και η αγωνία για την παράταση της εξουσίας, δύο χαρακτηριστικά στοιχεία τα οποία μπορεί να τα διέκρινε κάποιος σε πολλές προηγούμενες εξουσίες, αλλά που αναμφίβολα η σημερινή εξουσία τα έχει… απογειώσει, μετατρέποντάς τα σε αναντικατάστατο πηδάλιο πορείας.
Έχοντας, εξάλλου, οι νυν κυβερνώντες αθετήσει σχεδόν το σύνολο των επαγγελιών τους, από τις ευρύτερες, όπως οι κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις ότι δεν υπήρχε περίπτωση να υπογράψουν μνημόνια, έως τις πιο συγκεκριμένες, π.χ. για εφαρμογή της αξιοκρατίας στις επιλογές προσώπων, που, αντιθέτως, γίνονται σε όλα τα επίπεδα αποκλειστικά και μόνον με όρους κομματικής προσήλωσης ή υποταγής, εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι αποκλείεται να συμβεί κάτι διαφορετικό με τη συνταγματική αναθεώρηση. Πολύ περισσότερο που γίνεται φανερό ότι η τελευταία αποτελεί απλό «περιτύλιγμα» για τον εκλογικό νόμο και τις πιθανολογούμενες επιπτώσεις που μπορεί να έχει η αλλαγή του στη διαμόρφωση του μελλοντικού πολιτικού σκηνικού.
Διότι δεν νομίζω ότι πιστεύει, αλήθεια, κανείς ότι θα περνούσε από το μυαλό των νυν κυβερνώντων να τροποποιήσουν τον ισχύοντα εκλογικό νόμο αν θεωρούσαν ότι ήταν εξασφαλισμένη η επανεκλογή τους. Άλλωστε, αν, όντως, τους είχε… πάρει ο πόνος για την καθιέρωση της απλής αναλογικής, για την οποία τόσο κλάμα έριχναν όταν βολόδερναν στο 3%, θα το είχαν (απο)δείξει στις τελευταίες εκλογές. Τις εκλογές που προκήρυξαν άρον – άρον για να κρύψουν πίσω από το διαβόητο «παράλληλο πρόγραμμα» την ανελέητη φοροεπιδρομή, τις περικοπές των συντάξεων, την κατακρεούργηση του ΕΚΑΣ και τόσα άλλα που ήρθαν ως επακόλουθα στο ανομολόγητο γονάτισμα μπροστά στους δανειστές.
Ας μην ισχυριστεί κανείς ότι δεν προλάβαιναν τότε να αλλάξουν τον εκλογικό νόμο. Μια χαρά προλάβαιναν. Και η αλλαγή, μάλιστα, θα περνούσε από την προηγούμενη Βουλή με ευρεία πλειοψηφία. Ευρύτερη, ίσως, και από εκείνη που συμπλήρωσε το τρίτο Μνημόνιο, αφού θα εντασσόταν σε αυτή και όσοι από τους παλαιούς ΣΥΡΙΖΑίους θέλησαν να μείνουν συνεπείς με όσα έλεγαν ως τότε και δεν έβαψαν τα χέρια τους με το αίμα της… μνημονιακής μετάλλαξης που βαραίνει όσους προτίμησαν το δόγμα «εξουσία με όλα τα μέσα».
Κακά τα ψέματα, λοιπόν, όλα γίνονται με προφανή «μακιαβελική» πρόθεση. Το μαρτυρούν οι χειρισμοί που προηγήθηκαν. Διότι αν, πράγματι, είχε αποφασίσει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας να «πρωτοτυπήσει, τηρώντας τις υποσχέσεις που έδωσε», όπως είχε πει παλιότερα, μπορούσε πολύ απλά να ακολουθήσει την κανονική οδό νομοθέτησης των υπεσχημένων. Ποια είναι αυτή; Στέλνεις, δια των αρμοδίων υπουργών, το σχετικό νομοσχέδιο στη Βουλή, καλείς τα κόμματα και τους βουλευτές να το συζητήσουν και, όσοι συμφωνούν, να το ψηφίσουν.
Τί, άραγε, είναι εκείνο το οποίο έχει να πει στους πολιτικούς αρχηγούς και ζήτησε να συναντήσει κατ΄ ιδίαν (πρώτον, πρώτον…) τον Καμμένο, (και μετά) τον Κουτσούμπα, την Γεννηματά, τον Μητσοτάκη, τον Θεοδωράκη και τον Λεβέντη; Υπάρχει μήπως κάποιο… εθνικό μυστικό που δεν μπορεί να τους το πει από το βήμα της Βουλής; Δεν μοιάζει καθόλου, μα καθόλου, πιθανό. Αφού, ακόμη και έτσι αν ήταν, οι διαρροές και τα non paper, που γνωρίζουν ήδη μεγάλες… δόξες, δεν πρόκειται να αφήσουν τίποτε στο… σκοτάδι. Ίσα – ίσα που η εμπειρία λέει ότι θα βγουν προς τα έξω και… ψευτομαγκιές που δεν θα ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα των τετ α τετ συναντήσεων.
Γι΄ αυτό, κανείς δεν πρέπει να γελιέται. Αντιθέτως, μάλλον ‘ολοι αντιλαμβάνονται ότι, με… πόνο ή χωρίς… πόνο, η κυβέρνηση δεν πρόκειται να «πρωτοτυπήσει» ούτε στο Σύνταγμα ούτε στον εκλογικό νόμο. Ό,τι κάνει, το κάνει για να στρέψει αλλού το ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης, να αλλάξει, όπως λένε σε αυτές τις περιπτώσεις, την ατζέντα της τρέχουσας επικαιρότητας, η οποία εδώ και καιρό κατακλυζόταν από αρνητικές εξελίξεις για την κυβέρνηση.
Μένει να φανεί αν εκείνο το οποίο δεν έγινε με τις τελετές υποδοχής της… άφαντης ακόμη (και ουχί «δίκαιης») ανάπτυξης, ούτε με τις ρεβεράντζες στον… πολυφίλητο πλέον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, που  φαίνεται ότι… απεντάχθηκε πια από τη «συντηρητική νομενκλατούρα», θα καταφέρουν να το κάνουν οι συναντήσεις του πρωθυπουργικού γραφείου για τον εκλογικό νόμο (που προτάσσεται, μάλιστα!) και τη συνταγματική αναθεώρηση (που έπεται στις, για τούτο, αποκαλυπτικές κυβερνητικές ανακοινώσεις).
Εναπόκειται, βεβαίως, και στους επισκέπτες του Μεγάρου Μαξίμου οι οποίοι καλούνται να αποδείξουν ότι η ενδεχόμενη… λαιμαργία ορισμένων για το «τυρί», το οποίο μπορεί να τους σερβιριστεί, δεν θα σταθεί ικανή να τους κάνει να αγνοήσουν τη «φάκα», την οποία τόσο απροκάλυπτα –από αλαζονεία, άραγε;- περιείχαν αυτές καθεαυτές οι προσκλήσεις που έλαβαν για να συναντήσουν –ποιος τη χάρη τους!- τον πρωθυπουργό.

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2016

Η επιτυχία των «Παραιτηθείτε»



            Θα πρέπει να έτρεφε κανείς μεγάλες αυταπάτες –μεγαλύτερες, ενδεχομένως, ακόμη και από εκείνες που ισχυρίζεται ότι είχε ο Αλέξης Τσίπρας όταν υπόσχονταν όσα υποσχέθηκε- για να πιστέψει ότι μπορούσε να ευοδωθεί το κεντρικό σύνθημα του κινήματος «Παραιτηθείτε» με ένα συλλαλητήριο στο κέντρο της Αθήνας και άλλο ένα στη Θεσσαλονίκη.
            Ακόμη και αν, με ένα μαγικό τρόπο, καθίστατο δυνατόν να συγκεντρωθούν στο Σύνταγμα και σε άλλες πλατείες όλοι όσοι αισθάνονται προσβεβλημένοι ή προδομένοι από τη σημερινή εξουσία, τα εκατομμύρια, δηλαδή, των Ελλήνων που είτε καταψήφισαν τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, είτε τους ψήφισαν και τώρα νοιώθουν «κοψοχέρηδες», δεν νομίζω ότι υπάρχει εχέφρων άνθρωπος που περίμενε ότι θα άφηναν τις καρέκλες τους ο Κατρούγκαλος, ο Καμμένος, ο Πολλάκης, ο Νεφελούδης, ο Σπίρτζης και τόσο άλλοι που αυτογελοιοποιούνται καθημερινά υποστηρίζοντας τα ακριβώς αντίθετα από εκείνα που υποστήριζαν όταν μάχονταν για την κατάκτηση της εξουσίας.
            Από την άλλη, θα ήταν μέγιστο ψέμα, εφάμιλλο με τα πάμπολλα που εξακολουθούν να αραδιάζουν οι ΣΥΡΙΖΑίοι, αν ισχυριζόταν κάποιος ότι οι αντικυβερνητικές διαμαρτυρίες των «Παραιτηθείτε» είχαν το πλήθος και το πάθος που προοιωνίζονταν οι σφοδρές συγκρούσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και, πολύ περισσότερο, η «στρατηγική της έντασης» που με τόση επιμονή καλλιέργησε και έθεσε σε εφαρμογή τα τελευταία εικοσιτετράωρα πριν από τις συγκεντρώσεις ο κυβερνητικός προπαγανδιστικός μηχανισμός.
            Για πάρα πολλούς –και ευεξήγητους- λόγους, ο κόσμος που συγκεντρώθηκε τόσο στην Αθήνα όσο και στη Θεσσαλονίκη δεν ήταν πολύς. Αλλά αυτό σε τίποτε δεν μειώνει ούτε τη σημασία ούτε την αποτελεσματικότητα ούτε –γιατί όχι;- την επιτυχία της ειρηνικής κινητοποίησης που πραγματοποίησαν. Επιτυχία για την οποία οι οργανωτές της θα πρέπει να είναι περήφανοι. Κυρίως επειδή το αποτέλεσμα της δικής τους προσπάθειας δεν θύμιζε «Αγανακτισμένους». Δεν είχε μολότωφ και «μπαχαλάκηδες». Δεν υψώθηκαν κρεμάλες, δεν υβρίστηκε το Κοινοβούλιο και δεν εκφωνήθηκαν «δεκάρικοι» από Βαρουφάκηδες και Κατρούγκαλους.
            Οι σπασμωδικές αντιδράσεις της κυβερνητικής ηγεσίας που συνόδευσαν την αναγγελία των συλλαλητηρίων, όπως και η αγωνιώδης προσπάθεια των κάθε λογής μηχανισμών που τέθηκαν στην υπηρεσία της, καταγράφονται ως αψευδείς μαρτυρίες ότι η κινητοποίηση στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Εκατομμύρια πολίτες, οι οποίοι –από συνειδητή πεποίθηση ή όχι- επέλεξαν να μην πάνε στις συγκεντρώσεις, είχαν μοναδικά αποκαλυπτική ευκαιρία να διαπιστώσουν πανηγυρικά και με ενάργεια την (α)συνέπεια λόγων και έργων που διακρίνει την παρέα που κυβερνάει. Καθώς επίσης και πόσο όλοι αυτοί, οι οποίοι επί δεκαετίες δεν έκαναν σχεδόν τίποτε άλλο από συλλαλητήρια, σέβονται τους κανόνες με τους οποίους παίζεται το δημοκρατικό παιχνίδι.
            Γι΄  αυτό και ο μισαλλόδοξος αυταρχισμός που εξέπεμπε η εργώδης προσπάθεια να εμφανιστούν οι οργανωτές των ειρηνικών διαδηλώσεων ως… σφετεριστές του Συντάγματος και «εχθροί του λαού» αποτέλεσε την εκ των προτέρων δικαίωση του κινήματος τους. Ενώ οι λοιδορίες που εξακόντισαν οι «επαγγελματίες» διαδηλωτές για τον (προφανή) ερασιτεχνισμό του εγχειρήματος, μάλλον ως επιπρόσθετη νομιμοποίηση του ακηδεμόνευτου χαρακτήρα της πρωτοβουλίας των «Παραιτηθείτε» λειτούργησε και ως διάψευση του χαρακτήρα της ασύμμετρης απειλής που επιχειρήθηκε να της δοθεί.
Ανεξαρτήτως, πάντως, αν, όπως πολλοί εικάζουν, πρωτοβουλίες αυτού του είδους θα δούμε να πυκνώνουν το προσεχές διάστημα, μαζί με τα κυβερνητικά αδιέξοδα, εκείνο που περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο αφήνει πίσω του το πρώτο αποτύπωμα του συγκεκριμένου διαδικτυακού κινήματος είναι η επιβεβαίωση του φόβου που προκαλεί η λαϊκή οργή στους κυβερνώντες. Ακόμη και όταν ο φόβος αυτός εξωτερικεύεται με υπερβάλλουσα επιθετικότητα.
Όσο περισσότερα, εξάλλου, πρωτοσέλιδα της «Αυγής» θα περιγράφουν το…. «στρατηγικό αδιέξοδο» του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος συμβαίνει να υπερέχει δημοσκοπικά του πρωθυπουργού ακόμη και στις πιο… φιλικές έρευνες προς το «γκουβέρνο», τόσο θα γίνεται σαφέστερο ότι τα συνήθη επικοινωνιακά τεχνάσματα (η «διαπλοκή», οι «ολιγάρχες», ο… Παπασταύρου) εξεμέτρησαν το ζην.
Σε άλλες χώρες όταν οι κυβερνώντες βλέπουν το έδαφος να υποχωρεί κάτω από τα πόδια τους, εντίμως παραμερίζουν, όπως συνέβη προ καιρού στην Αυστρία με τον καγκελάριο Β. Φάιμαν και πιο πρόσφατα στη Φιλανδία με τον υπουργό Οικονομικών και πρώην πρωθυπουργό Αλεξάντερ Στουμπ, δίνοντας την σκυτάλη της εξουσίας σε άλλους μέσα από την ίδια την παράταξή τους.
Στη χώρα των Κατρούγκαλων και των Πολλάκηδων, όμως, τέτοιες (κακές, αστικές) συνήθειες δεν έχουν θέση. Εδώ επιτρέπεται ο Νεφελούδης, που πήρε δάνειο, το οποίο, καθ΄ ομολογία του, είναι «κόκκινο», να ισχυρίζεται, προτού να γίνει το συλλαλητήριο, ότι αν γύριζες ανάποδα όσους πήγαν να διαδηλώσουν θα εύρισκες το… μισό δημόσιο χρέος. Τόσο ξεδιάντροπα... Αλλά και με την εξής απορία: Λέτε ο ρέκτης γενικός γραμματέας να έχει υπόψη του ότι το άλλο μισό κρύβεται στις off shore που πήγε να «νομιμοποιήσει» η κυβέρνηση την οποία υπηρετεί;  
Όπως και να έχει, οι πολίτες που θέλουν μια ευρωπαϊκή Ελλάδα μάλλον χρωστούν χάρη στους «Παραιτηθείτε». Ποια είναι αυτή; Συνέβαλαν με τον τρόπο τους να συνειδητοποιήσουν, ακόμη και όσοι το ήξεραν, με ποιους έχουμε να κάνουμε. Και αυτό, νομίζω, είναι και το μέτρο της επιτυχίας τους.