Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΔΟΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΔΟΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Οι κάλπες και τα… «γύφτικα σκεπάρνια»



          Δεν ξέρω πως ακριβώς συμπεριφέρονταν τα… «γύφτικα σκεπάρνια» της γνωστής παροιμίας στην οποία ανατρέχουμε όταν θέλουμε να δείξουμε πόσο πολύ απολαμβάνει κάποιος κάτι που ήταν για εκείνον αρκετά επίζηλο ή και αναπάντεχο.
Φαντάζομαι ότι θα… «καμάρωναν» κάπως σαν τον γνωστό -από το «ραντεβού στα γουναράδικα»…- βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Βαγγέλη Διαμαντόπουλο, ο οποίος προήδρευε τις προάλλες σε Επιτροπή της Βουλής και εμφανώς απολάμβανε το αφ΄ υψηλού μοίρασμα του λόγου προς συναδέλφους του, -όπως η Ντόρα Μπακογιάννη…- και τη δυνατότητα να διευθύνει τις κοινοβουλευτικές εργασίες που τελούσαν υπό την εξουσία του.
Όποιος δεν είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει κάποιες από αυτές τις σκηνές και πολλές ακόμη από εκείνες που διαδραματίζονται το τελευταίο διάστημα στο πολιτικό προσκήνιο –για να μην επικαλεστούμε και το ακόμη πιο ενδιαφέρον παρασκήνιο…- πολύ εύκολα μπορεί να παρανοήσει λέξεις ή φράσεις που εκτοξεύονται και δημιουργούν σε ορισμένους την εντύπωση ότι είναι δυνατόν να οδηγηθούμε λίαν συντόμως σε βουλευτικές κάλπες.
Αντιθέτως, όποιος παρατήρησε την έντονα ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του ικανοποίηση που έδειχνε ότι αισθανόταν ο Παναγιώτης Λαφαζάνης καθώς πατούσε στα ιερά πατώματα του Κρεμλίνου και ατένιζε απέναντι του τη σεπτή μορφή του Πούτιν (στην οποία είναι βέβαιο ότι πρόσθετε νοερά και το εμβληματικό υπογένειο για να μοιάζει περισσότερο με τον  παλαιότερο Βλαδίμηρο…), δύσκολα θα κατέληγε, ακόμη και αν δεν ήξερε την προσήλωση στον «δημοκρατικό συγκεντρωτισμό» του επικεφαλής της εσωκομματικής αντιπολίτευσης στο μεγαλύτερο κυβερνητικό κόμμα, στο συμπέρασμα ότι η συγκυβέρνηση μπορεί να κινδυνεύσει με εκ των ένδον ανατροπή.
Εν ολίγοις, «πλανάται πλάνην οικτράν» όποιος παίρνει τοις μετρητοίς τους βερμπαλισμούς που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο ή ακούγονται στα τηλεοπτικά πρωινάδικα από χείλη κυβερνητικών για «ρήξεις», «συγκρούσεις» ή «μη υποχωρήσεις» και άγεται, έτσι, στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι δεν θα αντέξουν οι κοινοβουλευτικές ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ. να περάσουν τα μέτρα που έρχονται.
Το μέλλον είναι πάντα άδηλον, αλλά στην παρούσα φάση η κυβερνητική συνοχή δεν κινδυνεύει, καθώς τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ. εξακολουθούν να διάγουν έναν ονειρεμένο «μήνα του μέλιτος», απολαμβάνοντας εξουσία που οι περισσότεροι εξ αυτών είτε δεν είχαν διανοηθεί ποτέ, είτε, ακόμη και όταν την είχαν διανοηθεί, αποτελούσε άπιαστο όνειρο. Η πλειονότητά τους, άλλωστε, εξέφραζε περιθωριακές απόψεις, τέτοιες που, εδώ που τα λέμε, δεν απείχαν και πολύ –ως προσέγγιση στην πραγματικότητα- με τις αποδείξεις για τα «καταπιστεύματα» των τρισεκατομμυρίων που… έψαχνε ο πρωθυπουργός όταν, στην πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξή του, πήρε στα χέρια του έγγραφα από ηλικιωμένη κυρία που ήταν μεταξύ εκείνων που του υπέβαλαν ερωτήσεις.
Ακούω με προσοχή τον ισχυρό αντίλογο που διατυπώνεται από πολλές πλευρές και τονίζει τις εμφανείς ιδεοληπτικές εμμονές από τις οποίες διακατέχονται πάμπολλοι από όσους κάθονται αυτή την περίοδο στα κυβερνητικά γραφεία ή στα κοινοβουλευτικά έδρανα της πλειοψηφίας. Επιμένω, ωστόσο, ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, η ιδιοτέλεια είναι πολύ πιο ισχυρή και υπερνικά την ιδεοληψία.
Το μαρτυρούν, άλλωστε, ήδη τόσο πολλά… Τα πρωθυπουργικά «παράπονα» ότι η αντιπολίτευση δεν βοηθάει και λειτουργεί ως «πέμπτη φάλαγγα». Τα φαινόμενα της εξουσιαστικής αλαζονείας που τόσο γρήγορα άνθισαν. Οι προμήθειες εξοπλισμών και τα «σούρτα φέρτα» σε εκθέσεις οπλισμού. Οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, τα επείγοντα νομοσχέδια και οι άσχετες τροπολογίες. Τα φραστικά ατοπήματα του υπουργού Εσωτερικών. Το πολύκροτο σόου της ηθοποιού από τη Λάρισα που θέλει να δείρει εκείνους με τους οποίους πριν από τρία χρόνια κάθονταν στα ίδια ακριβώς έδρανα. Οι συγγενείς και φίλοι που πήραν πρώτοι τις θέσεις στο δημόσιο. Οι απειλές για επιστράτευση του ΣΔΟΕ προς όσους δεν διευκολύνουν τη νέα εξουσία. Η αναγόρευση ως μείζονος πατριωτικού καθήκοντος της στήριξης, όχι της χώρας ή, έστω, της κυβέρνησης, αλλά –αν είναι δυνατόν, κύριε αντιπρόεδρε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου!- του Αλέξη Τσίπρα προσωπικώς.     
Γι΄ αυτό, ας μην τρέφονται αυταπάτες. Πολύ περισσότερο όταν, όπως καλά θυμόμαστε οι παλαιότεροι, αρκετοί από τους σημερινούς υπουργούς είναι γαλουχημένοι με την υπεράσπιση ακόμη και υποθέσεων που βοά ο κόσμος ότι δεν μπορεί να τύχουν υπεράσπισης, με κορυφαίο, ίσως, παράδειγμα –μου ήρθε στο νου λόγω της πρόσφατης επετείου- την κατανάλωση φραουλών μετά το πυρηνικό δυστύχημα στο Τσερνομπίλ για να αποδείξουν ότι επρόκειτο για… αντικομουνιστική προπαγάνδα.
Όποιο, λοιπόν, και αν είναι το περιεχόμενο της επώδυνης και απολύτως «μνημονιακής» συμφωνίας που κυοφορείται, η έγκρισή της αυτή την περίοδο, από τους κυβερνητικούς βουλευτές θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Θα επιστρατευθούν διάφορα επιχειρήματα ώστε να δημιουργηθεί το κατάλληλο κλίμα που να δικαιολογεί την ίσως μεγαλύτερης έκτασης σε τόσο σύντομο χρόνο αθέτηση προεκλογικών εξαγγελιών.
Όταν, βεβαίως, φθάσουν τα επόμενα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ και καταρρεύσει το παραμύθι της ψευδο-«σεισάχθειας» που παγίδευσε πολλούς συμπολίτες μας στην ψευδαίσθηση ότι είναι δικαίωμα και όσων έχουν να μην πληρώνουν φόρους, τότε, καθώς αρκετά από τα σημερινά «γύφτικα σκεπάρνια» των υπουργείων και του Κοινοβουλίου δεν θα μπορούν πλέον να κυκλοφορούν στους δρόμους, τα πράγματα θα αρχίσουν να αλλάζουν και τα μέτρα δεν θα περνούν με τόσο ευκολία.

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

Η δημοσιότητα και το «κόρακας κοράκου…»

Η ανακίνηση του ζητήματος με την εμπλοκή πολιτικών σε υποθέσεις διαφθοράς και παράνομου πλουτισμού ορισμένων εξ αυτών, φέρνει στο προσκήνιο μια χρόνια παθογένεια της ελληνικής Δημοκρατίας που δεν είναι άλλη από την αδυναμία αποτελεσματικής λειτουργίας των ελεγκτικών θεσμικών της Πολιτείας.
Ο επί δεκαετίες προσχηματικός τρόπος υποβολής των ετήσιων δηλώσεων «πόθεν έσχες», σε συνδυασμό με τη διαχρονική ατιμωρησία, έχουν, δυστυχώς, προκαλέσει ένα αδιαπέραστο υπόστρωμα καχυποψίας στην ελληνική κοινωνία, η οποία, βοηθούσης και της οικονομικής κατάρρευσης, είναι έτοιμη να πιστέψει κάθε πιθανή και απίθανη καταγγελία που στρέφεται κατά οποιουδήποτε εκπροσώπου του πολιτικού κόσμου και κυρίως κατά όσων ανήκουν στα κόμματα που άσκησαν εξουσία τα προηγούμενα χρόνια. 
Το κλίμα επιβαρύνεται από μια σειρά «θεσμικά εμπόδια», όπως ο νόμος περί ευθύνης υπουργών και το πλαίσιο της βουλευτικής ασυλίας, που επιβραδύνουν τις έρευνες, ενώ περιπλοκές και καθυστερήσεις προκαλεί και το πολυδαίδαλο «κουβάρι» των ελεγκτικών αρχών που εμπλέκονται στη διερεύνηση των υποθέσεων: ΣΔΟΕ, τακτική Δικαιοσύνη, οικονομικοί εισαγγελείς και Επιτροπή της Βουλής για τα οικονομικά βουλευτών και κομμάτων.
Μοιραία, λοιπόν, το ζήτημα μεγεθύνεται, οι υποψίες γενικεύονται και η οργή της κοινής γνώμης στρέφεται κατά δικαίων και αδίκων, αφού, όπως και σε πολλά άλλα ζητήματα, οι θεσμοί της Πολιτείας δεν λειτουργούν, οι ευθύνες δεν εξατομικεύονται για τους πραγματικά υπευθύνους και το πολιτικό σύστημα αποσταθεροποιείται στο σύνολό του.
Σε έναν «ουδέτερο» πολιτικό χρόνο όλα αυτά μπορεί να είχαν μικρότερη σημασία από αυτή που προσλαμβάνουν στην παρούσα συγκυρία, καθώς το πιθανότερο είναι ότι σύντομα αρκετές από τις φοβερές καταγγελίες θα… ξεχαστούν, είτε επειδή θα καταπέσουν, είτε γιατί θα αποδειχθεί ότι αφορούν μια μικρή μειοψηφία του πολιτικού κόσμου, αντίστοιχη με αυτή που υπάρχει σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και, αν θέλετε, σε όλες τις κοινωνίες.
Η κατάσταση, όμως, διαφοροποιείται σε αυτή τη φάση, καθώς η βαριά σκιά της καχυποψίας που δημιουργείται πάνω από τη Βουλή, προκαλεί πολιτικό αναβρασμό σε μια οριακή στιγμή για την πολιτική σταθερότητα, πριν καν συμπληρωθούν 100 μέρες από τη συγκρότηση της τρικομματικής κυβερνητικής συνεργασίας, αλλά και την παραμονή της λήψης των νέων επώδυνων μέτρων περικοπής μισθών, συντάξεων και επιδομάτων.
Η κίνηση εκτόνωσης από την πλευρά του προέδρου της Βουλής Ευάγγελου Μεϊμαράκη να απόσχει από τα καθήκοντα του μέχρις ότου διαλευκανθούν οι εις βάρος του καταγγελίες για εμπλοκή σε «ξέπλυμα χρήματος» μέσω αγοραπωλησιών ακινήτων, δείχνει αίσθημα πολιτικής ευθιξίας, δεν λύνει, όμως, το πολιτικό ζήτημα που δημιουργείται με την «στοχοποίηση» ενός ανώτατου πολιτικού παράγοντα.
Γι΄ αυτό και δικαίως κατά την άποψή μου ο πολύπειρος πρώην πρόεδρος της Βουλής Απόστολος Κακλαμάνης εγκάλεσε τον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα για το έγγραφο που έστειλε στη Βουλή και το οποίο «άνοιξε τον ασκό του Αιόλου» με τη διατύπωση ότι το ΣΔΟΕ ελέγχει 32 υποθέσεις εμπλοκής πολιτικών, χωρίς να τους κατονομάσει.
«Ποια αξία θα έχει για τη χειραγωγούμενη κοινή γνώμη η ψήφος υπέρ των μέτρων οποιουδήποτε στιγματιζόμενου ανευθύνως βουλευτή, όταν οι απλοί πολίτες θα αμφιβάλλουν αν είναι καρπός πατριωτικής επιλογής και όχι συναλλαγής ή εκβίασης, όπως η 5η φάλαγγα θα διαρρέει και η κοινή γνώμη θα είναι πρόσφορη να πιστέψει;», είναι το εύλογο ερώτημα που έθεσε ο κ. Κακλαμάνης.
Υπό αυτές τις συνθήκες, και με δεδομένο ότι η απαίτηση για ταχεία διερεύνηση των επίμαχων υποθέσεων, μάλλον δεν πρόκειται να βρει πρόσφορο έδαφος, η μόνη λύση του «δράματος» για να διασωθεί, έστω, ένα μέρος  από την χαμένη τιμή του πολιτικού κόσμου είναι η πλήρης διαφάνεια. Να δοθούν, δηλαδή, όλες οι λίστες των εκκρεμών υποθέσεων στη δημοσιότητα και να δημοσιοποιηθούν όλα τα ονόματα των εμπλεκομένων, όπως και το σύνολο των καταγγελιών που ερευνώνται και των στοιχείων που υπάρχουν.
Ό,τιδήποτε άλλο, καλώς ή κακώς, θα ρίξει «νερό στο μύλο» όσων αρέσκονται στις θεωρίες της συγκάλυψης των ισχυρών και ασπάζονται τη λογική του… «κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει». 

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2011

Και… Ρεχάγκελ να γίνει ο Σόιμπλε, το γκολ εμείς πρέπει να το βάλουμε

           Παραφράζοντας την παιγνιώδη και παροιμιώδη ρήση του Άγγλου ποδοσφαιριστή Γκάρι Λίνεκερ, σύμφωνα με την οποία «το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι στο οποίο 22 άνθρωποι κυνηγούν μια μπάλα και στο τέλος… κερδίζει η Γερμανία», στην τρέχουσα επικαιρότητα θα μπορούσε άνετα να ισχυριστεί κανείς ότι «η ευρωζώνη είναι μια νομισματική ένωση 17 χωρών που έγινε για… να κερδίζει η Γερμανία».
Το 2004, ωστόσο, που, από πολλές απόψεις, υπήρξε η χρονιά της εθνικής μας απογείωσης, η Ελλάδα… διέψευσε τον Λίνεκερ και βρέθηκε στην κορυφή της ποδοσφαιρικής Ευρώπης. Το μοναδικό αυτό επίτευγμα συνδέθηκε, τότε, από πολλούς με την παρουσία στον ελληνικό πάγκο ενός Γερμανού, του Όττο Ρεχάγκελ, ο οποίος με την πρωσική οργάνωση κατάφερε να αναδείξει το ταλέντο, να τιθασεύσει τον μεσογειακό ενθουσιασμό και να μετουσιώσει το πάθος των Ελλήνων παικτών για διάκριση σε νικηφόρο αποτέλεσμα.
Η υιοθέτηση του ευρώ και η συμμετοχή μας στην ευρωζώνη που, αναμφίβολα, συνέβαλαν τα μέγιστα στην οικονομική ανάπτυξη και στην –έστω δάνεια- ευημερία που γνώρισε η χώρα μας την προηγούμενη δεκαετία, με τη συνεχή άνοδο των πραγματικών εισοδημάτων της πλειονότητας του πληθυσμού, σήμερα μοιάζει να έχει μεταβληθεί σε ένα βρόχο στο λαιμό όλων μας που μας καθηλώνει και μας οδηγεί στην πιο βαθιά ύφεση που γνώρισε η ελληνική οικονομία σε ειρηνικές περιόδους.
Κακά τα ψέματα, όμως, δεν είναι το ευρώ που μας έφερε στην τωρινή δυσχερή θέση. Είναι, κυρίως, επειδή το «πάρτι» που ξεκίνησε μετά την εισαγωγή μας στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, συνεχίστηκε μετά το 2004, τη χρονιά ορόσημο που επιβαλλόταν να γίνουν οι διορθωτικές κινήσεις για να τιθασευτεί το δημόσιο χρέος που έχει επισωρευτεί από τους πολυδάπανους Ολυμπιακούς Αγώνες και να συγκρατηθούν τα ελλείμματα τόσο στη δημοσιονομική διαχείριση όσο, πολύ περισσότερο, στο εμπορικό ισοζύγιο της  χώρας, που επιδεινώνονταν χρόνο με το χρόνο. 
Δεν είμαι από εκείνους που θα ισχυριστούν ότι όλα τα δεινά που μας βρήκαν από το 2008 και ύστερα, είναι προϊόν μόνον της πολιτικής του «άσ΄ το γι΄ αργότερα» της καραμανλικής διακυβέρνησης. Τα προβλήματα στην ελληνική οικονομία έχουν βαθύτερες ρίζες και πιστεύω ότι η ιστορία, μαζί με τα πολλά θετικά που θα πιστώσει, θα επιμερίσει ευθύνες και στην προηγούμενη κατάσταση, για την ατολμία της να δώσει λύσεις σε προβλήματα όπως το ασφαλιστικό, ο υπερδανεισμός των ΔΕΚΟ, αλλά και για τη στόχευση της μισθολογικής σύγκλισης με την υπόλοιπη Ευρώπη, από την οποία μας χώριζαν χάσματα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας.
Όλα αυτά, βεβαίως, επιδεινώθηκαν τη «μοιραία πενταετία 2004-2009» , για να δανειστώ τον τίτλο σχετικού βιβλίου του καθηγητή Γιάννη Βούλγαρη, που περιγράφει την «πολιτική της αδράνειας», η οποία, κατά τη δική μου προαίρεση, έφθασε μέχρι του σημείου να μετατρέψει σε κεντρικά προεκλογικά συνθήματα, αλλά, κυρίως, σε μετεκλογικές πολιτικές την κατάργηση του ΣΔΟΕ και του ΛΑΦΚΑ, τη μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων, την καθιέρωση της συνέντευξης για την πρόσληψη στο δημόσιο και τα «ρουσφέτια» των stage.
Όταν η εγχώρια διακυβέρνηση είχε αυτού του είδους τα προτάγματα, η γερμανική πολιτική τάξη εκμεταλλευόταν στο έπακρο τα θετικά του ευρώ και έπαιρνε έγκαιρα –ήδη από την εποχή που ήταν καγκελάριος ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος εφάρμοσε την περίφημη «Ατζέντα 2010», όπως έχει επισημανθεί και Πάλι από αυτή τη στήλη- μέτρα για την ανάταξη της δικής τους οικονομίας, με στόχο την καταπολέμηση της ανεργίας.
Τους καρπούς αυτών των μέτρων, αλλά κυρίως της έγκαιρης προετοιμασίας της για το μέλλον, απολαμβάνει σήμερα η Γερμανία, η οποία, εξ ου, ακόμη και σε αυτή την δύσκολη φάση που η ευρωζώνη κλυδωνίζεται, αποκομίζει οφέλη, αφού δανείζεται φθηνότερα, καθώς τα ομόλογα που εκδίδει το γερμανικό δημόσιο θεωρούνται τα πλέον ασφαλή, αποκτώντας, έτσι, πλεονέκτημα έναντι των εταίρων και ανταγωνιστών της.
Γι΄ αυτό και η ευρισκόμενη σε πολιτικά δύσκολη θέση καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, που πιέζεται από τους νεοφιλελεύθερους κυβερνητικούς συμμάχους της, αλλά και τον λαϊκίστικο γερμανικό Τύπο, την περασμένη Τετάρτη που τέθηκε προς συζήτηση στη γερμανική Βουλή το ζήτημα της νέας βοήθειας προς την Ελλάδα, δήλωσε πως «αν αποτύχει το ευρώ, θα αποτύχει η Ευρώπη».
Η Γερμανία, λοιπόν, που κατέχει την πολιτική και οικονομική πρωτοκαθεδρία της Ευρώπης –τη δεύτερη μπορεί να την αποκτήσει και τυπικά, αν, όπως λέγεται, αναλάβει στην αρχή του νέου χρόνου την προεδρία της ευρωζώνης ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Β. Σόιμπλε- ξέρει ότι η αποπομπή της Ελλάδας ή άλλης χώρας από την ευρωζώνη, εκτός του ότι δεν προβλέπεται θεσμικά, δεν συμφέρει πολιτικά  και δεν αποδίδει οικονομικά για την ίδια.
Αυτό, ωστόσο, δε σημαίνει ότι εμείς πρέπει να μείνουμε με τα χέρια σταυρωμένα, εφόσον θέλουμε να αποφύγουμε τον ρόλο του μόνιμου Ευρωπαίου «παρία», ρόλο που δεν λίγοι εκείνοι που, εντός και εκτός Ελλάδας, πιστεύουν ότι θα αποφύγουμε ενστερνιζόμενοι τις κατευθύνσεις της Μέρκελ και του Σόιμπλε με την ίδια ζέση που οι Έλληνες ποδοσφαιριστές ακολούθησαν  τις οδηγίες του Ρεχάγκελ το… μακρινό 2004.  Έτσι ή αλλιώς το γκολ εμείς πρέπει να το βάλουμε!

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.