Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βουλή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βουλή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

Αυτογκόλ από ένα ψοφοδεές πολιτικό προσωπικό


Η ταραχή και ο πανικός που επικράτησαν στην πολιτική σκηνή από την πρώτη στιγμή που γνωστοποιήθηκε η εισήγηση της επιτροπής επαγγελματικού αθλητισμού για τον υποβιβασμό των ποδοσφαιρικών ομάδων του ΠΑΟΚ και της Ξάνθης είναι άκρως ενδεικτικά στοιχεία για την πολιτική ανωριμότητα η οποία, πλειοψηφικά τουλάχιστον, χαρακτηρίζει τους ανθρώπους που επιλέγει ο ελληνικός λαός για να τον εκπροσωπήσουν.
Το Σύνταγμα ορίζει ρητά (στο άρθρο 51) ότι «οι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος». Και αμέσως μετά (στο άρθρο 60) συμπληρώνει ότι «έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση». Καμία από τις δύο βασικές πρόνοιες του καταστατικού χάρτη της ελληνικής Δημοκρατίας δεν τηρήθηκε στους χειρισμούς του ζητήματος το οποίο ανέκυψε αιφνιδίως και όλως παραδόξως έλαβε πολιτικές διαστάσεις που δεν του αναλογούσαν.
Με μια πρωτόγνωρη σπουδή, την οποία επέδειξε πρωτίστως η κυβέρνηση, κονιορτοποιήθηκαν εν μια νυκτί παραδεδεγμένες αξίες, υφιστάμενοι κανόνες και καθιερωμένοι θεσμοί, προκειμένου να εξυπηρετηθούν πρόσκαιρες σκοπιμότητες και να μη δυσαρεστηθούν οι… στρατιές των ένθεν κακείθεν φανατισμένων που το ύψιστο ενδιαφέρον της ζωής τους είναι να στεφθεί πρωταθλήτρια η ομάδα τους είτε αξίζει είτε όχι τον τίτλο που διεκδικεί.
Το γεγονός ότι οι συγκεκριμένες «στρατιές» υπακούουν τυφλά στα κελεύσματα συγκεκριμένων επιχειρηματιών, οι οποίοι χρησιμοποιούν τους οπαδούς των ομάδων που χρηματοδοτούν για να αυξήσουν την ισχύ τους, δεν διαφοροποιεί τα πράγματα. Τα κάνει μάλλον χειρότερα. Διότι οι συμπεριφορές του πολιτικού προσωπικού προσβάλουν τη νοημοσύνη των μετριοπαθών πολιτικών που αποτελούν την πλειονότητα και οι οποίοι ψηφίζουν με βασικό κριτήριο την βούλησή τους να υπάρχει σαφής διάκριση των εξουσιών και να εφαρμόζονται οι ισχύοντες κάθε φορά κανόνες που εμπεδώνουν τη νομιμότητα.
Στις ευνομούμενες χώρες, η πολιτική τάξη, που απαρτίζεται από το στελεχιακό δυναμικό της κυβέρνησης, αλλά και της αντιπολίτευσης, δεν ασχολείται με την εφαρμογή των κανονισμών του ποδοσφαίρου και δεν έχει λόγο ούτε για το ποια ομάδα θα πάρει το πρωτάθλημα ούτε για το ποια θα υποβιβαστεί. Για τα ζητήματα αυτά, πολύ περισσότερο όταν αφορούν τον απολύτως επαγγελματικό αθλητισμό και τη λειτουργία ανωνύμων εταιριών, ο πρώτος και ο τελευταίος λόγο ανήκει στις συλλογικότητες που συγκροτούν οι ίδιες οι ομάδες.
Λίγο ως πολύ, μάλιστα, οι κανόνες του παιχνιδιού είναι ίδιοι παντού, αφού τους προκαθορίζουν οι διεθνείς Ομοσπονδίες. Η Ελλάδα, δυστυχώς, αποτελεί εξαίρεση σε όλα αυτά. Εδώ τα αθλητικά γεγονότα κομματικοποιούνται απροκάλυπτα, οι βουλευτές εισβάλουν στα γήπεδα για να… συνετίσουν τους διαιτητές, έχουν τη συνήθεια να συμμετέχουν σε «τηλεοπτικές δίκες» και δεν διστάζουν να διατυπώνουν «προφητείες» για τα αποτελέσματα των αγώνων.
Αν η ανάμειξη των πολιτικών ταγών με το ποδόσφαιρο ήταν προϊόν του ενδιαφέροντός τους γι΄ αυτό καθεαυτό το άθλημα ή έστω για να τηρηθούν οι κανόνες, θα μπορούσε κανείς να δείξει κατανόηση. Με το σκεπτικό ότι η ενασχόληση με το σπορ που συγκινεί τόσο μεγάλα πλήθη σχεδόν σε όλη την υφήλιο είναι μια κοινωνική πραγματικότητα που δεν μπορεί να παραβλέπει κάποιος που μετέχει στα κοινά.
Δεν είναι, όμως, έτσι. Διότι στην πράξη τα πράγματα αποδεικνύονται εντελώς διαφορετικά. Η πολιτικοποίηση του ποδοσφαίρου –ή, κατ΄ άλλους, η ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής- έχει ξεκάθαρα ψηφοθηρικά ελατήρια. Οι τοποθετήσεις των περισσοτέρων πολιτικών στελεχών γίνονται με… οπαδικά κριτήρια. Και κάπως έτσι οι υποτιθέμενοι ταγοί της κοινωνίας που εκλέγονται για να καθοδηγούν τους πολίτες μετατρέπονται σε ενεργούμενα των ολίγων φανατικών των οποίων ολόκληρος ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από τις γηπεδικές θύρες.
Η αδυναμία της πολιτικής τάξης να πάρει θέση υπέρ της νομιμότητας και να τηρήσει στάση ουδετερότητας απέναντι σε ζητήματα που δεν έχουν πολιτική χροιά αποτελεί την καλύτερη απόδειξη για το πόσο ψοφοδεές είναι το πολιτικό προσωπικό που μας εκπροσωπεί. Ένα πολιτικό προσωπικό το οποίο μπορεί να ψηφίζει Μνημόνια, να κόβει μισθούς και συντάξεις, επειδή έτσι επιβάλει η κομματική πειθαρχία ή η διατήρηση της βουλευτικής έδρας που θα κινδύνευε σε περίπτωση πτώσης της κυβέρνησης και προσφυγής σε εκλογές, πλην όμως, δεν μπορεί να αντισταθεί στις απειλές των παραγόντων που κινητοποιούν τους οπαδικούς στρατούς.
Φαίνεται ότι τα λόμπι των χούλιγκανς είναι ισχυρότερα από όλες τις άλλες «ομάδες πίεσης» που λειτουργούν στη χώρα. Το ζήσαμε παλαιότερα όταν η Ελλάδα κόπηκε στα δύο για να μην… ανιχνευθούν παράνομες ουσίες στα ούρα ενός Βούλγαρου ποδοσφαιριστή. Το είδαμε πιο πρόσφατα με την πολιτική υποστήριξη που έτυχε ο παράγων που εισέβαλε ένοπλος στον αγωνιστικό χώρο. Το βλέπουμε και τώρα με την (ν)τροπολογία που η ψήφισή της ισοπέδωσε όλες τους κανόνες και όλες τις πρακτικές της καλής νομοθέτησης που είχε υποσχεθεί η σημερινή κυβέρνηση, δεσμευόμενη να μην κάνει όσα έκαναν οι «άλλοι»…
Γι΄ αυτό και το αυτογκόλ το οποίο δέχθηκε η κυβέρνηση είναι αμφίβολο αν θα ισοφαριστεί πολύ σύντομα. Πριν καν ακουστεί η πρώτη ιαχή από την εξέδρα κλείστηκε φοβισμένη στα καρέ της και μοιραία βρέθηκε πίσω στο σκορ καθώς κατελήφθη από, μάλλον αδικαιολόγητο, πανικό.

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

Φτάνει πια με τα «μανιφέστα» και τα… «πραξικοπήματα»


Θα είχε ενδιαφέρον αν καταπιανόταν κάποιος από τους τηρούντες τα αρχεία της Βουλής των Ελλήνων με το εγχείρημα να καταγράψει πόσες φορές από τη Μεταπολίτευση και ύστερα τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν καταγγείλει την εκδήλωση «κοινοβουλευτικού πραξικοπήματος».
Το αποτέλεσμα της καταγραφής είναι σίγουρο ότι θα εξέπληττε τους πάντες, διότι είναι ασύλληπτη η συχνότητα με την οποία ακούγεται η φράση «κοινοβουλευτικό πραξικόπημα» στη Βουλή μιας χώρας η οποία έχει ζήσει πραγματικά ανώμαλες περιόδους και έχει βιώσει κανονικά πραξικοπήματα και κατάληψη της εξουσίας δια της βίας των όπλων.
Οι συντάκτες που παρακολουθούσαμε τα παλαιότερα χρόνια το ρεπορτάζ της Βουλής είχαμε εντοπίσει έναν συγκεκριμένο κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο κόμματος, ο οποίος δεν έχανε ευκαιρία να διατυπώσει τέτοιους ισχυρισμούς ακόμη και για πράγματα που μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως … ψύλλου πήδημα.
Όπως, για παράδειγμα, η υιοθέτηση μιας εκπρόσθεσμης τροπολογίας ή ο περιορισμός του χρόνου ομιλίας των βουλευτών επειδή είχε είχαν παρέλθει προ πολλού τα μεσάνυχτα που είχε συμφωνηθεί να λήξει η συνεδρίαση. Οι πρακτικές αυτού του είδους ήταν μεν ολίγον τι θεσμικά ανορθόδοξες, πλην, όμως, εύρισκαν έρεισμα στον Κανονισμό του Σώματος.
Ο ρέκτης βουλευτής, ωστόσο, δεν πτοούνταν από τέτοιες… λεπτομέρειες. Και την καταγγελία του για «πραξικόπημα» την έκανε ούτως ή άλλως, παραβλέποντας ότι στην πραγματικότητα ίσχυε η ρήση «μόνος του τα έλεγε, μόνος τα άκουγε».
Συχνά, μάλιστα, ορισμένοι από τους εργαζόμενους στη Βουλή –αφενός χάριν… παιδιάς και αφετέρου επειδή δεν άντεχαν άλλο άσκοπο ξενύχτι- τον προέτρεπαν να… «ρίξει από νωρίς την καταγγελία για “πραξικόπημα” και να αποχωρήσει διαμαρτυρόμενος». Έτσι ώστε να πάμε όλοι μια ώρα αρχύτερα στα σπίτια μας…
Θυμήθηκα τούτες τις ιστορίες του παρελθόντος παρακολουθώντας αυτές τις μέρες ακόμη και –κατά τεκμήριο- νουνεχή στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης να υιοθετούν χαρακτηρισμούς για «πρωτοφανές κοινοβουλευτικό πραξικόπημα» προκειμένου να αντιδράσουν στην απόφαση να εξαιρεθούν οι βουλευτές Παύλος Πολάκης και Δημήτρης Τζανακόπουλος από μέλη της Προανακριτικής Επιτροπής που θα διερευνήσει την ενδεχόμενη εμπλοκή του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου στην πιθανολογούμενη σκευωρία γύρω από το σκάνδαλο Novartis.
Υπό κανονικές συνθήκες σε μια ευνομούμενη χώρα οι δύο βουλευτές θα έπρεπε οι ίδιοι να είχαν εκφράσει την ευθιξία να μη συμμετάσχουν ως «ανακριτές» στην εν λόγω Επιτροπή για να μπορέσουν κατόπιν να καταθέσουν ως μάρτυρες. Και -γιατί όχι;- να… ξετινάξουν τις «άδικες» αιτιάσεις στο πρόσωπό τους ότι μετείχαν στο στήσιμο της σκευωρίας για την ενοχοποίηση των αντιπάλων τους.
Πέρα από νομικές περικοκλάδες, αντιλαμβάνεται ο κάθε λογικός άνθρωπος ότι δεν μπορεί κάποιος να είναι ταυτόχρονα στην ίδια υπόθεση ανακριτής και μάρτυς. Άρα, από τη στιγμή που, καλώς ή κακώς, έχουν προταθεί ως μάρτυρες, είναι προφανές ότι δεν μπορούν να είναι και «ανακριτές».
Αν, πολύ περισσότερο, θεωρούν ότι εμπλέκονται αδίκως από τους αντιπάλους τους –ο μεν γιατί μετέβη στον Άρειο Πάγο λίγο πριν την εσπευσμένη αποστολή του φακέλου της δικογραφίας στη Βουλή, ο δε επειδή δήλωνε δημόσια στην τηλεόραση ότι ήξερε τα ονόματα και τον ρόλο των προστατευόμενων μαρτύρων-, θα ανέμενε κανείς να προτιμήσουν τον ρόλο του μάρτυρα προκειμένου να αποσείσουν τα όσα τους αποδίδονται.
Στο τέλος – τέλος από τους 86 –ζωή να έχουν…- βουλευτές που διαθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ στην παρούσα σύνθεση της Βουλής, αποκλείεται να μην έχει άλλους δύο ικανούς για να ασκήσουν τα ανακριτικά καθήκοντα που επιφυλάσσουν το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της Βουλής στα μέλη της Προανακριτικών Επιτροπών. Δεν μπορεί οι μόνοι ικανοί να είναι ο Πολάκης μα τον Τζανακόπουλο.
Είναι αλήθεια ότι, ειδικά τα τελευταία χρόνια, είμαστε λαός της υπερβολής και έχουμε μια ροπή προς τον βερμπαλισμό, που είναι τόση έντονη ώστε να αισθάνεται κανείς ότι οι λέξεις μιας τόσο πλούσιας στην έκφραση γλώσσας χάνουν το νόημα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν εκπλήσσεται κάποιος διαπιστώνοντας ότι με την ίδια ευκολία που βουλευτές καταγγέλλουν –χωρίς ουσιώδη λόγο και πραγματική αιτία- «πραξικοπήματα», μια παρέα από κοριτσόπουλα βαφτίζουν «μανιφέστο»(!) τη… σχολική έκθεση για τα πλεονεκτήματα της παγκόσμιας ειρήνης με την οποία επιχείρησαν να «ντύσουν ιδεολογικά» το φθηνό happening που οργάνωσαν τη μέρα της εθνικής επετείου στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Με αυτά και με αυτά, λοιπόν, στη χώρα στην οποία γεννήθηκε το μέτρο αισθάνεται κανείς ότι δεν είναι λίγοι όσοι –από το πολιτικό προσωπικό, αλλά και τους απλούς πολίτες- επιλέγουν τα άκρα και καταφεύγουν στα «ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα» που τις περισσότερες φορές είναι χωρίς αντίκρισμα.
Γιατί, άραγε; Και, κυρίως, ως πότε;

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2019

Όταν η Βουλή διασκεδάζει με το… αχαλίνωτο σεξ του «Ρασπούτιν»


Ούτε μία, ούτε δύο, αλλά δώδεκα φορές γνώρισε την επιδοκιμασία των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ ο επονομαζόμενος «Ρασπούτιν» τέως αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος κατά την ωριαίας διάρκειας παρέμβαση του στο Κοινοβούλιο το βράδυ της περασμένης Τρίτης.
Αν και τόσο το ύφος όσο και η ουσία των λεγομένων του πρώην εισαγγελικού λειτουργού ο οποίος, μετά την θητεία του στην ΕΥΠ επί κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή, αξιοποιήθηκε από την κυβέρνηση της «πρώτης φοράς Αριστερά» σε ρόλο… διώκτη της διαφθοράς, δεν περιποιούν την παραμικρή τιμή ούτε στη Δικαιοσύνη ούτε και στο πολιτικό σύστημα, τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης έδειχναν να απολαμβάνουν τα όσα πρωτοφανή ακούγονταν από το βήμα της Βουλής.
Με τον Παύλο Πολλάκη να έχει πάρει θέση δίπλα στον Αλέξη Τσίπρα και να δίνει από την πρώτη σειρά των εδράνων το σύνθημα της… αποθέωσης του κ. Παπαγγελόπουλου, στα επίσημα πρακτικά της Βουλής κατεγράφησαν στιγμιότυπα που –αν μη τι άλλο- καταμαρτυρούν την απόλυτη έλλειψη επίγνωσης για τον ρόλο του βουλευτή και την πλήρη κατάπτωση του πολιτικού ήθους που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια.
Για του λόγου το αληθές παραθέτω αυτούσια τα αποσπάσματα των πρακτικών με τα επιδοκιμαστικά χειροκροτήματα και του γέλωτες των βουλευτών της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έπειτα από κάθε φορά που εύρισκαν εύστοχες ή διασκεδαστικές τις «ατάκες» του κ. Παπαγγελόπουλου:
*«Σήμερα θα μετατρέψω τους κατηγόρους μου σε κατηγορούμενους, γιατί αυτή είναι η πραγματικότητα». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Θα σας παρακαλέσω να σεβαστείτε τη θέση στην οποία προσπαθείτε να με βάλετε. Ακούστε με. Παραπέμψτε με, καταδικάστε με, εκτελέστε με, αλλά ακούστε με. Γιατί εάν δεν με ακούσετε εσείς, θα με ακούσει ο ελληνικός λαός». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Απορώ, λοιπόν, με την κ. Ράικου, όχι γιατί λέει ψέματα, αλλά γιατί τα λέει άγαρμπα (…). Και ποιος ο λόγος να την πιέσω να στείλει τη δικογραφία στη Βουλή; Δεν ήταν υποχρεωμένη από τον νόμο να τη στείλει αμέσως, “αμελλητί” στη Βουλή;» (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Κύριε Πρόεδρε, θα εξαντλήσω το λιγότερο άλλο τόσο χρόνο, γιατί θέλω να υπερασπιστώ τον εαυτό μου, την αλήθεια και τους τίμιους δικαστές». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*Διαβάζοντας την κατάληξη της επιστολής παραίτησης της Ελένης Ράικου στην οποία η εισαγγελέας αναφέρει ότι έχει στοχοποιηθεί «από παράκεντρα εξουσίας και διαφθοράς που σκοπό έχουν τη μία και μόνη συγκάλυψη των διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών που αποκομίζουν διαχρονικά εκατομμύρια ευρώ και επιζητούν μανιωδώς την παρεμπόδιση της έρευνάς μου», ο κ. Παπαγγελόπουλος συμπληρώνει: «Μετά από καιρό η κ. Ράικου ανακάλυψε στη φαντασία της τον Ρασπούτιν». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Τι να πρωτοπώ; Δύο χρόνια βομβαρδίζομαι με έναν οχετό, αλλά πρέπει να ξέρουν κάποιοι ότι η διασπορά λυμάτων στον δρόμο τιμωρείται τουλάχιστον σαν υγειονομική παράβαση». (Χειροκροτήματα και γέλωτες από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Επίσης, η κ. Ράικου την παραμονή της παραίτησής της, αν θυμάμαι καλά, με επισκέφτηκε στο γραφείο μου, στο υπουργείο, αφού προηγουμένως είχε επισκεφθεί τον κ. Κοντονή. Μου ζήτησε να τη βοηθήσω να ανανεωθεί η θητεία της για τρίτη φορά, χάρη της παλιάς φιλίας και της θητείας που είχαμε και της καλής συνεργασίας μας». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Ο Ρασπούτιν έμεινε στην ιστορία όχι για μηχανορραφίες, ίντριγκες, σκευωρίες, αλλά για κάποια φυσικά του προσόντα και για τη θεωρία του ότι το αχαλίνωτο σεξ οδηγεί στην απόλυτη εξάντληση και μετά στη θέωση. Είναι άλλη μια απόδειξη ότι εγώ ποτέ δεν είπα τον εαυτό μου Ρασπούτιν». (Χειροκροτήματα-γέλωτες από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Άφησα για το τέλος, λοιπόν, τον κ. Σαμαρά, τον άνθρωπο που ταλαιπωρεί για πολλά χρόνια και την πατρίδα μας και την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας». (Γέλωτες από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ)
*«Αν χρειαστεί, όμως, λίγο πριν το εκτελεστικό απόσπασμα, θα αναφερθώ στο τι μου έλεγε (σ.σ.: ο Αντώνης Σαμαράς), πώς αποκαλούσε κάποιους και για ποια πράγματα με ρωτούσε και με παρακαλούσε». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ). Στο σημείο αυτό, μάλιστα, ο Παύλος Πολάκης τον προτρέπει ζωηρά: «Προχώρα! Τώρα πες τα!». Για να λάβει από τον κ. Παπαγγελόπουλο την απάντηση: «Κύριε Πολάκη, εγώ έχω αρχές και οι αρχές μου τις ιδιωτικές συζητήσεις δεν μου επιτρέπουν να τις χρησιμοποιήσω παρά μόνο σε έσχατη ανάγκη!...».
*«Δεν είναι η πρώτη φορά, λοιπόν, που ο κ. Σαμαράς καταφεύγει σε μηνύσεις και μιλάει για πλεκτάνη και σκευωρία σε βάρος του. Δεν αποκλείεται στο μέλλον να μηνύσει και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αν δεν γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας, επειδή για δεύτερη φορά δεν θα τολμήσει να ρίξει την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ)
*Σας ευχαριστώ για τον χρόνο σας και κυρίως για την προσοχή σας και εσάς, κύριε Πρόεδρε, για την ανοχή σας». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
Σε άλλες εποχές θα προκαλούσαν σάλο οι ανατριχιαστικές περιγραφές τις οποίες έκανε ο κ. Παπαγγελόπουλος από το βήματα της Βουλής για περιστατικά τα οποία συνέβησαν την περίοδο που ήταν υπουργός. Όπως, για παράδειγμα, ότι λειτουργοί της Θέμιδος τού χάριζαν γραβάτες για να τύχουν της εύνοιας του.
Ή ότι κάποιοι –μη κατονομαζόμενοι- του ζητούσαν να ενοχοποιήσει χωρίς στοιχεία τον Ευάγγελο Βενιζέλο σε υποθέσεις που αφορούσαν την τράπεζα Marfin (κάτι, δηλαδή, όπως αυτό ακριβώς που καταγγέλλεται ότι έγινε με τη Novartis).
Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς ότι οι βουλευτές που συγκυβέρνησαν με τον κ. Παπαγγελόπουλο να σηκωθούν και να του ζητήσουν εξηγήσεις για όλα αυτά που τόσο αδιάντροπα εκστόμιζε από το κοινοβουλευτικό βήμα. Αντ΄ αυτού, όμως, εκείνοι τον χειροκροτούσαν και γελούσαν με όσα έλεγε για τα «φυσικά προσόντα» του Ρασπούτιν και τη θεωρία του για το… αχαλίνωτο σεξ.
Τι κρίμα!