Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Novartis. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Novartis. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2024

Μαθήματα από τη «Novartis»: Οι κυβερνήσεις κυβερνούν και οι εισαγγελείς και οι δικαστές δικάζουν


                Η εξέλιξη την οποία προσέλαβε η διαβόητη «υπόθεση Novartis» μετά την ηχηρή δικαστική απόφαση για την αποκάλυψη των ονομάτων των κουκουλοφόρων μαρτύρων είναι μια καλή αφορμή για να αποφασίσει το πολιτικό μας σύστημα να αποκαταστήσει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών για την οποία μίλησε πρώτος ο Αριστοτέλης και την συνόψισε ο Μοντεσκιέ την περίοδο του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού.

Το υποτιθέμενο μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους κατέληξε να είναι μάλλον η μεγαλύτερη πολιτική σκευωρία όλων των εποχών. Και ο λόγος που συνέβη αυτό ήταν διότι μια συνήθης υπόθεση μικροδιαφθοράς γιατρών, από εκείνες στις οποίες καταφεύγουν φαρμακευτικές εταιρίες όταν θέλουν να προωθήσουν τα σκευάσματα που παράγουν, εργαλειοποιήθηκε και έγινε αντικείμενο ακραίας κομματικής εκμετάλλευσης.

 Με στόχο να εξοντώσει τους πολιτικούς της αντιπάλους, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ επιστράτευσε σκανδαλοθήρες της συμφοράς οι οποίοι έστησαν μια παράσταση η οποία από μακριά φώναζε ότι δεν βασίζονταν σε στοιχεία ή έστω ενδείξεις ενοχής και δεν ήταν περισσότερο από προϊόν μια κακοστημένης ενορχήστρωσης από ευφάνταστους και μισαλλόδοξους σεναριογράφους που ήθελαν να εκδικηθούν όποιον πολιτικό αντίπαλο αντιστρατευόταν το «σχέδιο» της τότε κυβέρνησης για παράταση της παραμονής της στην εξουσία.

Άλλωστε, πολύ πριν καταρρεύσει ως χάρτινος πύργος η «υπόθεση Novartis» είχαν διαφανεί οι αθέμιτες σκοπιμότητες που είχαν επενδυθεί σε αυτήν. Απροκάλυπτα και ως μη όφειλε, ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος επισκεπτόταν τον Άρειο Πάγο για να πιέσει τις δικαστικές αρχές να στείλουν το γρηγορότερο τον φάκελο της υπόθεσης στη Βουλή ώστε να κρεμαστούν στα μανταλάκια οι πλέον επιφανείς αντίπαλοι της τότε κυβέρνησης.

Ενώ στο ενδιάμεσο είχε στηθεί έξω από το Μέγαρο Μαξίμου παράσταση με κεντρικό πρωταγωνιστή τον γνωστό και μη εξαιρετέο «Ρασπούτιν» Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, ο οποίος από αρχηγός της ΕΥΠ επί κυβέρνησης Καραμανλή προβιβάστηκε σε αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης και… Διαφάνειας επί των… ένδοξων ημερών της διακυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου.  

Το γεγονός ότι, όπως επισημάναμε από αυτή τη στήλη την προηγούμενη εβδομάδα, όταν ο Αλέξης Τσίπρας έσπευσε να διαψεύσει ότι εξέφρασε τη συγγνώμη του προς τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ουδείς από τους ενορχηστρωτές της σκευωρίας δεν μεταμελήθηκε για τις αθλιότητες με τις οποίες δηλητηρίασαν την κοινή γνώμη, συνιστά ίσως την καλύτερη εξήγηση για την πορεία προς την κατάρρευση στην οποία κινείται έκτοτε ο ΣΥΡΙΖΑ. 

Η επένδυση στη σκανδαλοθηρία, όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, απεδείχθη απολύτως ανεπαρκής για να καλύψει τα μεγάλα προβλήματα που προκαλούσαν στους άμοιρους Έλληνες πολίτες οι αλλοπρόσαλλες πολιτικές της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, η οποία ξεκίνησε ως πούρα αντιμνημονιακή προτού να εφαρμόσει το πιο σκληρό -και μάλλον αχρείαστο- τρίτο Μνημόνιο, μετατρέποντας σε «ναι» το «όχι» που έβαλαν τους οπαδούς τους να ψηφίσουν στο ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα.

Παρατηρώντας, ωστόσο, την μεγάλη εικόνα, διαπιστώνει κανείς ότι μία από τις μεγάλες και χρόνιες παθογένειες της σύγχρονης Ελληνικής Δημοκρατίας είναι ότι το πολιτικό δυναμικό της χώρας δεν περιορίζεται στα καθήκοντα της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας που ανήκουν στη δικαιοδοσία του. Επιμένει, αντιθέτως, να διεκδικεί για τον εαυτό του αρμοδιότητες που στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες του δυτικού κόσμου ανήκουν στη δικαστική εξουσία.

Πρωτίστως η νομοθεσία για την ποινική ευθύνη των υπουργών που σύμφωνα με το άρθρο 86 του Συντάγματος εμπλέκει τους απαρτίζοντες τη νομοθετική εξουσία στα χωράφια της δικαστικής εξουσίας, αλλά και το συναφές ζήτημα της βουλευτικής ασυλίας, η οποία, ανεξαρτήτως του λόγου για τον οποίο ζητείται, αίρεται μόνον με απόφαση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, συνιστούν δύο σοβαρούς λόγους αλλοίωσης της αρχής διάκρισης των εξουσιών.  

Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια -κατά τα φαινόμενα- βολική κατάσταση την οποία εκμεταλλεύονται όσοι βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας, αγνοώντας φυσικά ότι αυτές δεν είναι αιώνιες. Από τον συγκεκριμένο «πειρασμό», κακά τα ψέματα, δεν απέχουν ούτε οι σημερινοί υπουργοί, όπως μαρτυρούν δύο πολύ πρόσφατα κρούσματα θεσμικού αλαλούμ τα οποία, μπορεί να μην είναι εφάμιλλα των έργων και των ημερών του «Ρασπούτιν», καταδεικνύουν, όμως, την σύγχυση που μαστίζει την πολιτική ζωή της χώρας.

Τις προηγούμενες ημέρες ο υπουργός Μεταφορών Χρήστος Σταϊκούρας επισκέφθηκε αυτοπροσώπως τον Άρειο Πάγο για να καταθέσει την τρίτη (!) κατά σειράν μήνυση που σχετίζονταν με περιστατικά τα οποία αφορούν την ασφάλεια του σιδηροδρόμου. Ο ίδιος προέβη σε δηλώσεις αλλά απέφυγε να διευκρινίσει ποιος είναι ο ρόλος που ζητεί να διαδραματίσει η εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου κυρία Γεωργία Αδειλίνη και πως μπορεί μια ανώτατη δικαστικός λειτουργός να διασφαλίσει την ασφαλή κυκλοφορία των τρένων.

«Θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι σε κάθε κατεύθυνση, εργαζόμαστε μεθοδικά και επίμονα, προκειμένου να βελτιώσουμε και να ενισχύσουμε την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών και να αναβαθμίσουμε την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Σε αυτήν την προσπάθεια παίγνια με οποιαδήποτε στόχευση δεν γίνονται αποδεκτά. Οφείλουμε όλοι μας να μην είμαστε υπεράνω αξιολόγησης, ελέγχου και εφαρμογής του νόμου», ισχυρίστηκε ο κ. Σταϊκούρας αποχωρώντας από το κτήριο του Αρείου Πάγου. Και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε...

Τις ίδιες μέρες πληροφορηθήκαμε, από τηλεοπτικές συνεντεύξεις του ίδιου, ότι ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης επικοινώνησε προσωπικά με μια γιατρό από τη Λέσβο η οποία προέβαινε σε μαζικές μεταμεσονύκτιες συνταγογραφήσεις φαρμάκων προς συγγενικά της πρόσωπα ζημιώνοντας το ελληνικό δημόσιο με πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.

Είναι απορίας άξιον γιατί ένας υπουργός, ο οποίος διαπιστώνει ακραία κατασπατάληση δημόσιων πόρων, επιλέγει να επικοινωνήσει με τον παραβάτη και δεν περιορίζεται στην άσκηση των θεσμικών αρμοδιοτήτων του που είναι, αφενός, να λάβει αυθωρεί και παραχρήμα τα προβλεπόμενα διοικητικά μέτρα για να σταματήσει η παρανομία, όπως η άμεση παύση της δυνατότητας για συνταγογράφηση, αν όχι και η αποβολή από το δημόσιο σύστημα, και, αφετέρου, να απευθυνθεί στις εισαγγελικές αρχές, καλώντας τες να κινητοποιηθούν άμεσα για τα περαιτέρω.

Η επερχόμενη Συνταγματική Αναθεώρηση αποτελεί τη μεγάλη ευκαιρία για να ξεκαθαριστεί άπαξ δια παντός ότι ο ρόλος των κυβερνήσεων και των υπουργών τους είναι να κυβερνούν. Ενώ το καθήκον της απονομής της Δικαιοσύνης αποτελεί αποκλειστική υποχρέωση των εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών.

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2024

Το τέρας που ο ίδιος δημιούργησε, δεν αφήνει τον Τσίπρα να ζητήσει συγνώμη


          Μπορεί ο σοφός λαός μας να λέει σε κάποιες περιπτώσεις ότι «από τότε που ανακαλύφθηκε η συγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο», πλην, όμως, ο γενικά παραδεδεγμένος κανόνας είναι ότι η έκφραση αυθεντικής και ειλικρινούς συγνώμης αποτελεί απόδειξη της γενναιότητας εκείνου ο οποίος αναγνωρίζει ότι υπέπεσε σε ένα ή περισσότερα σφάλματα.

Κοινή είναι επίσης η παραδοχή ότι «ο έξυπνος παραδέχεται, ο πονηρός δικαιολογείται και ο ηλίθιος επιμένει» Και, υπό αυτό το πρίσμα, νομίζω ότι δεν ξένισε πολλούς η αμεσότητα της αντίδρασης που είχε ο -κατά τα λοιπά σιωπηλός- Αλέξης Τσίπρας όταν ένας απόμαχος πολιτικός και πάλαι ποτέ δημοσιογράφος, ο Γιώργος Λιάνης, τον εμφάνισε να έχει ζητήσει συγνώμη από τον Ευάγγελο Βενιζέλο για την «υπόθεση Novartis» που εμφανίστηκε ως «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους» πριν καταρρεύσει ως χάρτινος πύργος.

Δικαίως του λόγου, η λανθασμένη, όπως αποδείχθηκε, εικασία στην οποία προέβη ο Λιάνης προκάλεσε αίσθηση. Γιατί, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και το πιο σύνηθες να ακούγονται συγνώμες από τα χείλη πολιτικών μας. Πολύ περισσότερο όταν είχαμε κα κάνουμε με τον πρώην πρωθυπουργό, ο οποίος δεν έδειξε την παραμικρή μεταμέλεια για τόσα και τόσα μικρά, μεγάλα, αλλά και κάποια εγκληματικά λάθη που έγιναν στα τεσσεράμισι χρόνια που κυβέρνησε τη χώρα.

Με αποκορύφωμα ίσως το ψευδεπίγραφο και διχαστικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 στο οποίο έσυρε τον τόπο για να υπογράψει την επομένη το πιο σκληρό μνημόνιο που μπορεί να φανταστεί κανείς και είχαν αποκρούσει οι προκάτοχοί του, ο Τσίπρας δεν παραδέχθηκε ποτέ ότι έκανε λάθος και έβλαψε τη χώρα και τους πολίτες της.

Από μια λιτή, πλην όμως αρκούντως αποκαλυπτική, διαρροή συνεργατών του πρώην πρωθυπουργού, που κυκλοφόρησε αμέσως μετά τις εικασίες Λιάνη, πληροφορηθήκαμε τα εξής: «Πηγές από το περιβάλλον του Αλέξη Τσίπρα αναφέρουν πως δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για συνάντηση που είχε ο πρώην πρωθυπουργός με πολιτικούς του αντιπάλους για το θέμα της Novartis, δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα και στερούνται σοβαρότητας».

Ναι, ναι, καλά διαβάσατε: ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος μετά την τελευταία βαριά ήττα που υπέστη πέρυσι τον Ιούνιο δήλωσε ότι «παραμέρισε» για να ανοίξει τον δρόμο στα νεότερα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, εν συνεχεία έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να αναλάβει τα ηνία του κόμματος ο ουρανοκατέβατος Στέφανος Κασσελάκης, τον οποίο ακολούθως υπονόμευσε με κάθε τρόπο, εξακολουθεί να θεωρεί ότι έχει πολιτικούς αντιπάλους.

Τον περασμένο Μάρτιο σε ένα συνέδριο για την Μεταπολίτευση που οργάνωσε η «Καθημερινή» είχε δείξει ότι είχε διάθεση να τηρήσει κάποιες διακριτικές αποστάσεις από τους άθλιους χειρισμούς της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, λέγοντας: «Είχαμε ένα μεγάλο σκάνδαλο, η πρόθεση μας να μην παρέμβουμε σε αυτό το σκάνδαλο, έδινε την εντύπωση ότι βάζαμε στο ίδιο τσουβάλι ανθρώπους που ενδεχομένως είχαν εμπλοκή, με ανθρώπους που δεν είχαν. Υπήρξαν λάθη στους χειρισμούς μας».

Φαίνεται, όμως, ότι δεν εννοούσε τα λάθη που όλοι οι καλοπροαίρετοι παρατηρητές αντιληφθήκαμε και είχαν να κάνουν με το ότι διασύρθηκαν γνωστά πολιτικά στελέχη που εμφανίστηκαν να έχουν δωροδοκηθεί με βάση μαρτυρίες κουκουλοφόρων που δεν προσκόμισαν ούτε στοιχειώδεις ενδείξεις για να στηρίξουν τους υπαγορευμένους, κατά τα φαινόμενα, ισχυρισμούς τους. «Η υπόθεση της Novartis δημιούργησε εχθρούς, σε μια περίοδο που αναζητούσαμε συμμάχους», υποστήριξε ο κ. Τσίπρας, αναγνωρίζοντας γενικώς και αορίστως ότι «υπήρχαν λάθη στους χειρισμούς μας».

Εν ολίγοις, το πρόβλημά του πρώην πρωθυπουργού δεν ήταν ότι κατηγορήθηκαν αδίκως σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα άλλων παρατάξεων. Εκείνο που τον προβληματίζει ακόμη και τώρα είναι ότι έκανε εχθρούς σε μια στιγμή που ήθελε να βρει συμμάχους. Γι΄ αυτό προφανώς και μπορεί να δικαιολογήθηκε για τους λανθασμένους χειρισμούς του, επ΄ ουδενί, όμως, δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να εκφράσει μεταμέλεια, πολύ περισσότερο να ζητήσει συγνώμη από όσους διασύρθηκαν, όπως και από όσους απλούς πολίτες δηλητηρίασε με την εχθροπαθή επιμονή του ότι εκείνοι που δεν συμφωνούσαν μαζί του το έκαναν διότι δωροδοκούνταν και εξυπηρετούσαν αλλότρια συμφέροντα.

Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις κυκλοφόρησαν οι εικασίες Λιάνη για την υποτιθέμενη «συγνώμη Τσίπρα», ο πρώην πρωθυπουργός δέχθηκε σφοδρά πυρά από παραδοσιακούς πολιτικούς και mediaκούς συμμάχους του οι οποίοι δεν μπορούσαν να ανεχθούν ότι το «ίνδαλμα» τους αναιρούσε όλες τις θεωρίες συνωμοσίας που είχαν εξυφανθεί κατά τα χρόνια της ΣΥΡΙΖΑΝΕΛοκρατίας και με τις οποίες είχαν γαλουχηθεί.

Δικαιολογημένα αισθάνθηκαν σαν να τους είχε πέσει ο ουρανός στο κεφάλι τους, καθώς ήταν ο ίδιος ο Τσίπρας που τους είχε «εκπαιδεύσει» να πιστεύουν στα απλοϊκά λαϊκίστικα σχήματα, σύμφωνα με τα οποία όσοι συμφωνούν με την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ συνιστούσαν τις δυνάμεις του καλού και της προόδου και όλοι οι υπόλοιποι που μετείχαν του πολιτικού παιχνιδιού δεν είναι παρά εκφραστές του… απόλυτου κακού.

Στο μεταξύ εκείνο που μάλλον δεν αντελήφθη ο πρώην πρωθυπουργός είναι ότι στο συγκεκριμένο γήπεδο εμφανίστηκε νέος αστέρας που αποδίδει καλύτερα στο συγκεκριμένο παιχνίδι. Αυτός δεν είναι άλλος από το δημιούργημα του κ. Τσίπρα που ακούει στο όνομα Στέφανος Κασσελάκης. Οι υποστηρικτές του τελευταίου είναι οι πρώτοι που αντέδρασαν μόλις δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι θα μπορούσε να μεταμεληθεί ο πρώην πρωθυπουργός για τα έργα και τις ημέρες της διακυβέρνησής του.

Με λίγα λόγια, το «τέρας», το οποίο ο ίδιος ο Τσίπρας εξέθρεψε όταν έγινε πρωθυπουργός με τη στήριξη του Καμμένου, του Ζουράρι, του Χαϊκάλη, της Ραχήλ Μακρή, αλλά και μιας πλειάδας άλλων… απολειφαδιών από το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, έδειξε τα δόντια του και γύρισε να κατασπαράξει τον ίδιο τον δημιουργό του, ο οποίος δυσκολεύεται πλέον να το ταΐσει με νέες αυταπάτες και ψευδαισθήσεις.

Γι΄ αυτό και μάλλον άσκοπα ο πρώην πρωθυπουργός πληρώνει αλλοδαπές εταιρίες επικοινωνίας για να του κάνουν rebranding. Από τη στιγμή που δεν διαθέτει τη γενναιότητα να αναγνωρίσει πανθομολογούμενα λάθη, κανένα rebranding δεν μπορεί να του αλλάξει την εικόνα, κυρίως όταν συνεχίζει να παίζει σε ένα γήπεδο στο οποίο υπάρχει πλέον καλύτερος παίκτης.

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2022

Τα βελγικά μαθήματα και η ελληνική ατιμωρησία


Από την πρώτη σχεδόν στιγμή που ήρθε στην επιφάνεια το τεράστιο σκάνδαλο των δωροδοκιών στην Ευρωβουλή με (συμ)πρωταγωνίστρια την Ελληνίδα αντιπρόεδρο Εύα Καϊλή, ο τρόπος με τον οποίο κινήθηκε η βελγική δικαιοσύνη και εν γένει οι θεσμοί της χώρας, που αποτελεί την έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έγιναν αντικείμενο πολλών και έντονων συζητήσεων στην Ελλάδα.

Δυστυχώς η σύγκριση, αν διανοηθεί να αποτολμήσει κανείς κάτι τέτοιο, με τα ισχύοντα στη δική μας χώρα είναι συντριπτικά εις βάρος μας, εκθέτοντας συλλήβδην την πολιτική τάξη, τη Δικαιοσύνη και τους φορείς της ενημέρωσης.

Μόνον σε μελαγχολικές σκέψεις, άλλωστε, μπορεί να καταλήξει όποιος επιχειρήσει να αντιπαραθέσει τα ισχύοντα στη δική μας χώρα με τον επαγγελματικό τρόπο δράσης των αρχών του Βελγίου στο Qatargate χωρίς, μάλιστα, παρέκκλιση από την προσήλωση στην τήρηση της νομιμότητας και με απόλυτο σεβασμό στα δικαιώματα όσων θεωρούνται ύποπτοι για εμπλοκή σε έκνομες ενέργειες.

Από που να ξεκινήσει και που να καταλήξει κάποιος; Από την μεθοδικότητα της αστυνομικής έρευνας η οποία διήρκεσε επί μήνες και κύλησε χωρίς περιττές διαρροές που θα έβλαπταν την αποτελεσματικότητα της διερεύνησης; Από τη διακριτικότητα των εισαγγελικών και δικαστικών αρχών που κράτησαν μακριά από την περιττή δημοσιότητα τους συλληφθέντες, ενώ απείχαν και οι ίδιοι από τη σαγήνη της αυτοπροβολής τους; Ή μήπως από την υπεύθυνη στάση των εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης, οι οποίοι παρότι είχαν πληροφορίες για την έρευνα περίμεναν να τις δημοσιοποιήσουν μόνον όταν όλα είχαν πάρει την πορεία τους.

Θυμηθείτε λίγο κάποια εγχώρια προηγούμενα, όπως για παράδειγμα η υπόθεση Novartis που κυριάρχησε στην επικαιρότητα επί των ημερών της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Φέρτε στη μνήμη σας την επίσκεψη του τότε κυβερνητικού εκπροσώπου Δημήτρη Τζανακόπουλου στον Άρειο Πάγο για να πιέσει προς την κατεύθυνση της άμεσης αποστολής δικογραφίας στη Βουλή.

Ανατρέξτε στην πανηγυρική φιέστα που στήθηκε έξω από το Μέγαρο Μαξίμου από την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, υπό τον τότε υπουργό Σταύρο Κοντονή (αλήθεια τώρα που έχει εγκαταλείψει τον ΣΥΡΙΖΑ να έχει άραγε μετανιώσει για εκείνη τη στάση του;) και τον αναπληρωτή του Δημήτρη Παπαγγελόπουλο ο οποίος μίλησε για το «μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους».

Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Με μόνες τις -κατά βάση προαναγγελθείσες από τα φιλοκυβερνητικά μέσα- καταθέσεις κουκουλοφόρων μαρτύρων στήθηκε στη Βουλή το κακόγουστο σόου με τις δέκα κάλπες για να «κρεμαστούν στα μανταλάκια» ισάριθμοι πολιτικοί αντίπαλοι της τότε κυβέρνησης.

Η μια μετά την άλλη οι κατηγορίες κατέρρευσαν, παρόλο που έγιναν έφοδοι σε σπίτια και ανοίχθηκαν θυρίδες, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνδέουν κάποιον από τους διασυρθέντες με τους ισχυρισμούς που αποτέλεσαν τη βάση για την παραπομπή τους. 

Στο τέλος, ο ένας μετά τον άλλον, απηλλάγησαν άπαντες αλλά συγνώμη δεν ψέλλισε ούτε ένας από όσους ενορχήστρωσαν την όλη υπόθεση. Η ίδια η Δικαιοσύνη παρέστησε την… «τυφλή» και έδωσε άφεση αμαρτιών σε θύματα και θύτες.

Με αρκετές παραλλαγές το έργο φαίνεται να επαναλαμβάνεται και στην ευρισκόμενη ακόμη σε εξέλιξη υπόθεση των παρακολουθήσεων. Και αυτό διότι η Δικαιοσύνη διστάζει να πιάσει στα χέρια της την «καυτή πατάτα» της διερεύνησης του σκανδάλου με αποτέλεσμα αυτή μοιραία να γίνεται μπαλάκι το οποίο από την πολιτική εξουσία πετιέται στα μέσα ενημέρωσης και τούμπαλιν. 

Διότι όσο παράδοξο είναι οι λειτουργοί της ενημέρωσης να μετατρέπονται σε διαδίκους, επικαλούμενοι την γενική και αόριστη «δημοσιογραφική αλήθεια», άλλο τόσο και ακόμη περισσότερο προβληματικό είναι οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να κινούνται με ταχύτητα αραμπά όταν δεν σφυρίζουν αδιάφορα στις καταγγελλόμενες παρακολουθήσεις.

Τα πράγματα είναι σχετικά απλά: Ή οι καταγγελίες δεν ισχύουν και οι ψευδώς καταγγέλλοντες πρέπει να έρθουν αντιμέτωποι με την τσιμπίδα του νόμου. Ή οι καταγγελίες είναι βάσιμες και, άρα, πρέπει να διερευνηθούν πέρα για πέρα έτσι ώστε εκείνοι που παραβίασαν τη νομιμότητα και καταχράστηκαν την εξουσία που τους ανατέθηκε να μη μείνουν στο απυρόβλητο. 

Το μόνο που δεν μπορεί να γίνεται είναι, ενώ συνεχίζονται οι καταγγελίες για παρακολουθήσεις, να μην συγκινούνται εκείνοι που έχουν καθήκον και υποχρέωση να αντιδρούν και να οδηγούν τα πράγματα στην κάθαρση.

Η σκοπιμότητα του «ούτε γάτα, ούτε ζημιά» που επικράτησε στην υπόθεση της Novartis, η οποία για την ελληνική Δικαιοσύνη δεν ήταν ούτε σκάνδαλο, αφού όλοι οι εγκαλούμενοι και κατηγορηθέντες απηλλάγησαν, ούτε σκευωρία, αφού η διάψευση των καταγγελιών δεν κόστισε το παραμικρό στους καταγγέλλοντες, δεν μπορεί να αποτελέσει τον κανόνα για την εμπέδωση νοοτροπιών που οδηγούν στην παντελή ατιμωρησία.

Εκτός και αν ζηλώσαμε συλλογικά την ειρωνεία που εξέπεμπαν τα έργα και οι ημέρες του μεγάλου πρωταγωνιστή του Qatargate του Ιταλού πρώην ευρωβουλευτή Αντόνιο Παντσέρι ο οποίος «ξέπλενε» τις μίζες που εξασφάλιζε σε μετρητά μέσω της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Fight Impunity» την οποία είχε ιδρύσει γι΄αυτόν τον σκοπό. 

Στα ελληνικά ο τίτλος της μεταφράζεται «Καταπολεμήστε την Ατιμωρησία»!

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2022

Μικρό καλάθι στην… αλά γκρέκα «ερευνητική δημοσιογραφία»


Το βράδυ μιας Παρασκευής στο τέλος Οκτωβρίου του 2018 το οικοδομικό τετράγωνο στο οποίο στεγάζεται το «Πρώτο Θέμα» στην περιοχή του Αμαρουσίου «ζώστηκε» ασφυκτικά από αστυνομικό κλοιό, ο οποίος μάλιστα κράτησε για κάποιες μέρες.

Τέτοια μέτρα… προστασίας δεν είχαμε βιώσει στην περιοχή μας ποτέ άλλοτε στο παρελθόν ή στο μέλλον. Ούτε καν στις δύο φορές που η πρόσοψη των γραφείων της σύνταξης, αλλά και τα αυτοκίνητα που ήταν σταθμευμένα μπροστά στο κτίριο, είχαν γίνει γυαλιά καρφιά από τους («γνωστούς – άγνωστους») κουκουλοφόρους οι οποίοι, επιτιθέμενοι με βαριοπούλες στις τζαμαρίες, αγνόησαν παντελώς το ενδεχόμενο οι βανδαλισμοί τους να είχαν συνέπειες για την ακεραιότητα των εργαζομένων που μπαινόβγαιναν καθώς ήταν ώρες δουλειάς.

Γι΄ αυτό και η μεγάλη αστυνομική κινητοποίηση που είχαμε εκείνη την Παρασκευή του Οκτωβρίου μάς δημιούργησε πολλές και μεγάλες απορίες. Τί μπορούσε να οδηγήσει τόσα περιπολικά στα μέρη μας; Οι αστυνομικοί που τα επάνδρωναν ήταν φειδωλοί στις απαντήσεις, ίσως διότι και οι περισσότεροι εξ αυτών μάλλον δεν ήξεραν γιατί βρίσκονταν εκεί. Επικρατούσε μια υπέρμετρη μυστικοπάθεια που πήρε λίγο καιρό για να μετατραπεί σε… ιλαροτραγωδία.

Στην πραγματικότητα χρειάστηκε να περάσουν μια δυό μέρες για να μάθουμε τον λόγο για τον οποίο είχε γίνει αυτή η μεγάλη αυτή αστυνομική κινητοποίηση. Από φίλα προσκείμενα προς την τότε κυβέρνηση μέσα ενημέρωσης πληροφορηθήκαμε ότι δεν ήμασταν εμείς που μας έγινε η τιμή να έχουμε τέτοια περιφρούρηση από την ΕΛ.ΑΣ. Με πομπώδεις τίτλους τα μέσα αυτά πανηγύριζαν ότι στο υπόγειο του παρακείμενου κτιρίου, όπου έδρευε το ΚΕΕΛΠΝΟ, ο σημερινός ΕΟΔΥ δηλαδή, είχε αποκαλυφθεί ένας τεράστιος… θησαυρός.

Τα σκανδαλοθηρικά σαΐνια που είχε εξαπολύσει ο τότε αναπληρωτής υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης, ο οποίος είχε καταληφθεί από ψύχωση αποκάλυψης σκανδάλων, είχαν ανακαλύψει μια «μυστική κρύπτη» στην οποία υποτίθεται ότι ήταν κρυμμένα στοιχεία πίσω από μια… γυψοσανίδα που είχε μάλλον πρόχειρα τοποθετηθεί στο παρκινγκ του κτιρίου. 

Το θέμα ήταν πρωτοσέλιδο την επόμενη Κυριακή σε φιλοκυβερνητική εφημερίδα που εμφανίζεται ως… υπόδειγμα ερευνητικής δημοσιογραφίας επειδή φέρνει στο φως σκάνδαλα με πρωταγωνιστές αποκλειστικά και μόνο πολιτικούς της αντίπαλης παράταξης από εκείνη την οποία με φανατισμό υποστηρίζει.

Η πολυήμερη, λοιπόν, φύλαξη ολόκληρου του τετραγώνου έγινε μόνον και μόνον για να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι είχαν βρεθεί τα πολυπόθητα στοιχεία που θα «έδεναν» τους ισχυρισμούς του Πολάκη και του συνοδοιπόρου του σε εκείνο το κρεσέντο σκανδαλολογίας Πάνου Καμμένου. Για το ΚΕΕΛΠΝΟ, άλλωστε, είχε προηγηθεί η σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, η οποία οδηγούνταν σε φιάσκο, κάτι που επιβεβαιώθηκε λίγους μήνες αργότερα. 

Η ιλαροτραγωδία με την… κρύπτη πίσω από τη γυψοσανίδα δεν ήταν παρά το αποκορύφωμα μιας παρωδίας που παίχθηκε σε πολλά επεισόδια. Όποιος αμφιβάλει δεν έχει παρά να κάνει μια πρόχειρη έρευνα στο Διαδίκτυο με τις λέξεις «κρύπτη ΚΕΕΛΠΝΟ» για να γίνει κοινωνός της… απολαυστικής «ειδησεογραφίας» της εποχής.

Ακόμη ένα, εξάλλου, ίσως και δυνατότερο, επεισόδιο της ίδιας παρωδίας διαδραματίστηκε με τη διαβόητη «υπόθεση Novartis» -«το μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως ελληνικού κράτους», σύμφωνα με τους εμπνευστές του- που στήθηκε μέσα από θηριώδη πρωτοσέλιδα για τις… τροχήλατες βαλίτσες με λεφτά που πήγαιναν στο Μέγαρο Μαξίμου από τη… μπροστινή πόρτα. 

Και σε αυτή την περίπτωση όποιος ανατρέξει στα δημοσιεύματα και στις εκπομπές εκείνης της εποχής θα βρει χιλιάδες αναρτήσεις για επερχόμενες νέες αποκαλύψεις και επικείμενες συλλήψεις υποτιθέμενων πρωταγωνιστών του σκανδάλου που δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ. Παρότι έγιναν έφοδοι εισαγγελέων και αστυνομικών σε σπίτια και γραφεία, ανοίχθηκαν τραπεζικές θυρίδες και ελέγχθηκαν λογαριασμοί, ο θησαυρός αποδείχθηκε άνθρακας.

Σε όλο τον πλανήτη και κατά βάση στις ανοικτές δημοκρατικές κοινωνίες, η ερευνητική δημοσιογραφία αποτελεί συστατικό στοιχείο που συμβάλει αποφασιστικά στην ποιότητα λειτουργίας των θεσμών τους. Ως εκ τούτου, προσωπικά σέβομαι και υπολήπτομαι τους λειτουργούς της ερευνητικής δημοσιογραφίας που φέρνουν στο φως όλα εκείνα που κάθε είδους εξουσίες προσπαθούν να κρατήσουν στο σκοτάδι. Τα υψιπετή ιδανικά αυτού του είδους ήταν, άλλωστε, εκείνα που οδήγησαν τους περισσότερους από τη δική μου γενιά να ακολουθήσουν επαγγελματική διαδρομή στην ενημέρωση σε μια εποχή που δεν είχε ούτε πολλά χρήματα ούτε μεγάλη δόξα.

Όπως προκύπτει, ωστόσο, από τα προαναφερθέντα περιστατικά, η εγχώρια ερευνητική δημοσιογραφία έχει προ πολλού ξεστρατίσει και εξ αυτού έχει μικρή συσχέτιση με τα διεθνώς κρατούντα. Η διαφορά δεν έγκειται στο ότι στη χώρα μας δεν υπάρχουν σκάνδαλα που περιμένουν τους ερευνητές να τα αποκαλύψουν. Το αντίθετο. Εδώ, κατά έναν περίεργο τρόπο, οι δημοσιογράφοι ερευνητές λειτουργούν περισσότερο ως… διάδικοι, οι οποίοι μάλιστα σε κάποιες στιγμές μετατρέπονται σε… τιμωρούς που δικάζουν και καταδικάζουν εξ ονόματος και για λογαριασμό της Δικαιοσύνης.

Πάρτε για παράδειγμα την υπόθεση των παρακολουθήσεων, που -δεν θέλω να το κρύψω- είναι η αφορμή για τούτες τις επισημάνσεις. Οπουδήποτε αλλού στον κόσμο οι δημοσιογράφοι που γίνονται αποδέκτες στοιχείων τα οποία συνθέτουν ένα σκάνδαλο, αρκούνται στο καθήκον τους που είναι η δημοσίευση, με μόνη προϋπόθεση να στηρίζεται σε τεκμήρια. Ούτε συναλλάσσονται με τις αρχές, ούτε διαπραγματεύονται με τη Δικαιοσύνη. Παρουσιάζουν τα στοιχεία που διαθέτουν και καλούν τις αρχές να κάνουν το καθήκον τους. Τίποτε λιγότερο, τίποτε περισσότερο.

Στην… αλά γκρέκα -υποτιθέμενη- ερευνητική δημοσιογραφία, όμως, τα πράγματα είναι αλλιώς. Τα μέσα ενημέρωσης γίνονται συμμέτοχοι σε ένα αλισβερίσι στο οποίο περιπλέκονται η εκτελεστική, η οικονομική αλλά και η δικαστική εξουσία. Γι΄ αυτό και τις περισσότερες δεν βγαίνει καμία απολύτως άκρη. 

Δεν είναι τυχαίο ότι στην όποια διασπάθιση χρήματος έγινε στο πρώην ΚΕΕΛΠΝΟ ουδείς τιμωρήθηκε. Όπως δεν ελέγχθηκε κανείς για τον δυσανάλογο θόρυβο που προκάλεσε. Το ίδιο και με τη Novartis. Ούτε υπήρξε κατάληξη ούτε προβλέπεται να υπάρξει για το που ήταν η αλήθεια και που η κατασκευή στοιχείων και ενόχων.

Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πιθανότερο φαντάζει πως το ίδιο θα συμβεί και με τις παρακολουθήσεις, είτε πρόκειται για σκάνδαλο είτε όχι. 

Από τη στιγμή που η λεγόμενη «ερευνητική δημοσιογραφία» δεν διαθέτει εχέγγυα κομματικής -και άλλης- αμεροληψίας, ας κρατάμε καλύτερα μικρό καλάθι!

Παρασκευή 2 Ιουλίου 2021

Απαιτούνται πολλές συγγνώμες

 

            Οι άνθρωποι γενικώς την έχουμε πολύ δύσκολη τη συγγνώμη. Αν και δεν ζούμε σε έναν κόσμο αλάνθαστων όντων, είναι λίγοι εκείνοι που στην καθημερινή ζωή έχουν τη δύναμη να αναγνωρίσουν λάθη και το θάρρος να ζητήσουν συγγνώμη για λανθασμένες ενέργειες, συμπεριφορές ή εκτιμήσεις. Στην πολιτική τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα αφού η αναγνώριση λαθών είναι κάτι πολύ σπάνιο και η έκφραση συγγνώμης αποτελεί είδος σε πλήρη ανεπάρκεια.

            Είναι άκρως χαρακτηριστική η περίπτωση του Σταύρου Παπασταύρου, του συμβούλου του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος έπειτα από δικαστικές περιπέτειες που διήρκεσαν μια ολόκληρη εξαετία απαλλάχθηκε από όσα του είχαν καταμαρτυρήσει οι αντίπαλοι του πολιτικού του προϊσταμένου για παράνομες εμπλοκές στη διαβόητη «λίστα Lagarde» και τα περίφημα «PanamaPapers».

Από το βήμα του πρωθυπουργού, ο Αλέξης Τσίπρας είχε, ως μη όφειλε, υιοθετήσει πλήρως τα καταγγελλόμενα κατά του Παπασταύρου. Φαίνεται, μάλιστα, πως ήταν τόσο πεπεισμένος (;) για την ενοχή του που συγκατένευσε όταν ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης τον προκάλεσε να δεσμευτεί ότι θα ζητήσει συγνώμη εφόσον η δικαστική έρευνα θα κατέρριπτε τις εις βάρος του κατηγορίες.

Εκείνη η ώρα ήρθε τώρα, αφού είναι γνωστή η… ταχύτητα με την οποία κινείται η ελληνική Δικαιοσύνη ακόμη και όταν πρόκειται για μείζονες δικαστικές υποθέσεις με έντονο αντίκτυπο στην πολιτική ζωή του τόπου. Ο τότε πρωθυπουργός, όμως, αντί της συγγνώμης που είχε υποσχεθεί και την οποία, ούτως ή άλλως, οφείλει γιατί δεν ήταν στα καθήκοντα να αποφαίνεται ποιος είναι ή δεν είναι ένοχος, προτίμησε τη σιωπή.

Κακά τα ψέματα, όμως, η στάση του κ. Τσίπρα δεν εκπλήσσει. Ο Σταύρος Παπασταύρου, άλλωστε, δεν ήταν ο μόνος που στοχοποιήθηκε αδίκως από αξιωματούχους της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το εκδικητικό και αναιτιολόγητο άνοιγμα των λογαριασμών του Κώστα Σημίτη; Ή τον απίστευτο δικαστικό Γολγοθά του επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου;

Και τι να ξεχάσουμε από όσα απίθανα σκαρφίστηκαν την προηγούμενη δεκαετία διάφοροι πολιτικοί σαλτιμπάγκοι για να αναρριχηθούν στην εξουσία; Τις πολύχρονες περιπέτειες του Ανδρίκου Παπανδρέου ο οποίος προσπαθούσε να αποδείξει ότι δεν αγόρασε ασφάλιστρα κινδύνου (CDS) για τη χρεωκοπία της χώρας στην οποία τάχατες ήθελε να οδηγήσει ο αδελφός του; Ή την επιστράτευση κουκουλοφόρων μαρτύρων για τον διασυρμό και την ηθική εξόντωση κορυφαίων προσώπων της «απέναντι πλευράς», όπως ο Αντώνης Σαμαράς, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Γιάννης Στουρνάρας και ο Παναγιώτης Πικραμένος που βρέθηκαν «στα μανταλάκια» ως δήθεν εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο Novartis πριν να απαλλαγούν πανηγυρικά;

Είναι, λοιπόν, πολλές οι συγγνώμες που θα έπρεπε να ζητήσουν ο Αλέξης Τσίπρας και οι νυν και πρώην συνεργάτες του για τις άκομψες, αντιθεσμικές αλλά και σε πολλές περιπτώσεις παράνομες ενέργειες στις οποίες επιδόθηκαν εναντίον όσων εκείνοι θεωρούσαν ότι αντιστρατεύονταν το πάθος τους για να αποκτήσουν αρχικά και εν συνεχεία για να διατηρήσουν την εξουσία. Και το μόνο σίγουρο είναι ότι αν, άρχιζαν να ζητούν συγγνώμες, δεν θα μπορούσαν να σταματήσουν στον Παπασταύρου.

Αν, πάντως, αποφάσιζαν κάποια στιγμή να το κάνουν, θα ήταν ίσως καλύτερο για τους ίδιους τη μεγαλύτερη συγγνώμη να τη ζητήσουν από τον ελληνικό λαό. Και, ακόμη καλύτερα από όσους τους πίστεψαν και έγιναν ψηφοφόροι τους επειδή τους «δηλητηρίαζαν» επί χρόνια. Και το έκαναν χρησιμοποιώντας το άκρως αντιπολιτικό και απολύτως λαϊκίστικο «δηλητήριο» ότι τα προβλήματα της χώρας οφείλονταν αποκλειστικά και μόνον στο γεγονός ότι οι αντίπαλοι τους ήταν διεφθαρμένοι. Οπότε, όλα θα λύνονταν δια μαγείας, αν, κατά την… Πολάκεια έκφραση, «κλείναμε κάποιους στη φυλακή».

Αλλά για να μην τα φορτώνουμε όλα στον Παύλο Πολάκη, προσωπικά δεν θα ξεχάσω ποτέ την έκπληξη που αισθάνθηκα όταν άκουσα τον ανταγωνιστή του στα Χανιά Γιώργο Σταθάκη, ο οποίος ήταν και πανεπιστημιακός δάσκαλος, να απαντά στο ερώτημα «που θα βρει η παράταξή του τα 12 δισ. ευρώ για να εφαρμόσει το περίφημο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» με την παράθεση μιας απλής αριθμητικής πράξης: «Τρεις τέσσερις δώδεκα».

Είχε αμέσως μετά ο ίδιος εξηγήσει, αφήνοντας άφωνους τους συνομιλητές του, ότι υπολόγιζε σε πρόσθετα έσοδα του Δημοσίου τα οποία θα προέχονταν ως εξής: τρία δισ. από τη φοροδιαφυγή, τρία από την πάταξη του λαθρεμπορίου, τρία από τη λίστα «λίστα Lagarde» και άλλα τρία από την εν γένει καταπολέμηση της διαφθοράς. Επρόκειτο, εν ολίγοις, για τη «λογική» του «τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, έξι το λαδόξυδο» που αποτυπώνεται στη σχετική λαϊκή παροιμία.

«Λογική» την οποία, δυστυχώς, κατάπιαν αμάσητη εκατομμύρια συνέλληνες. Και η οποία, αν θέλετε, ήταν αυτή που έκανε πολύ μεγαλύτερη ζημιά από την ενορχήστρωση των συκοφαντικών επιθέσεων κατά των πολιτικών αντιπάλων τους, αφού έπεισε πολύ κόσμο ότι αρκεί να πεις «όχι» σε ένα ψευτοδημοψήφισμα, σαν αυτό που έγινε τέτοιες μέρες πριν από έξι χρόνια, για να σε… παρακαλούν οι άλλοι για να σε δανείσουν. Η συνέχεια είναι γνωστή σε όλους μας…

Υ.Γ.: Εννοείται ότι αν αθωωθεί ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παπάς που εγκαλείται από τους δικούς του αντιπάλους για παράβαση καθήκοντος, επειδή έκανε όσα έκανε με τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες, οι τωρινοί διώκτες του θα πρέπει να εκφράσουν απερίφραστα τη συγγνώμη τους.

Τρίτη 23 Ιουνίου 2020

Ατελείωτος παρακρατικός «βόρβορος»*


Το κείμενο της απομαγνητοφωνημένης συνομιλίας με τον πρώην υπουργό Νίκο Παπά που κατέθεσε στην Προανακριτική Επιτροπή ο επιχειρηματίας Σάμπυ Μιωνής συνιστά, χωρίς υπερβολή, την επιτομή της ΣΥΡΙΖΑΝΕΛικής διακυβέρνησης και συνάμα αποτελεί αναμφισβήτητο μνημείο απροσμέτρητης φαυλότητας που όμοιό του δύσκολα μπορεί να βρει κανείς στην πρόσφατη ελληνική πολιτική ιστορία.
Μόνον οι εκφράσεις τις οποίες χρησιμοποιεί ένας υπουργός εκλεγμένης κυβέρνησης, φθάνοντας μέχρι του σημείου να χαρακτηρίζει κυνικά «μαγαζί» την κυβέρνηση στην οποία συμμετέχει, όπως και ο τρόπος που συνομιλεί με έναν ιδιώτη επιχειρηματία, τον οποίο αποκαλεί με τη πασίγνωστη ελληνική λέξη με τα τρία «α», λες και είναι παιδικοί φίλοι, αναδύουν τέτοια χυδαιότητα που είναι αδύνατο να την προσπεράσει κάποιος.
Το χειρότερο όλων, όμως, είναι ο παρακρατικός «βόρβορος», ο οποίος αναδεικνύεται μέσα από την επίμαχη συνομιλία Παπά - Μιωνή, όπως και από τις παρακολουθήσεις της ΕΥΠ που έφεραν στο φως τα «Παραπολιτικα», δείχνει πόσο αδίστακτη υπήρξε η στενή ηγετική παρέα της κατ΄ όνομα «πρώτη φορά αριστερής διακυβέρνησης». Μπροστά τους ορρωδούν και οι μεγαλύτεροι συνωμότες του υποκόσμου, αφού εμφανίζονται διατεθειμένοι να μετέλθουν οποιαδήποτε αθλιότητα θα μπορούσε να συμβάλει στη μακροημέρευση της παρουσίας τους στην εξουσία και να επαυξήσει τα ωφελήματα που απολάμβαναν σαν… να μην υπήρχε αύριο.  
Ξεχείλιζαν από αλαζονεία και δεν υπολόγιζαν κανέναν και τίποτε. Έκαναν τα στραβά μάτια σε παρανομίες τις οποίες ήξεραν και ομολογούσαν. Αρκεί να μην θιγεί το… «μαγαζί» τους. Οργάνωναν σκευωρίες για να εξουθενώσουν τους αντιπάλους τους, αδιαφορώντας αν εκείνους τους οποίους στοχοποιούν έχουν υποπέσει σε κάποια παρασπονδία ή είναι εντελώς αθώοι. Εύρισκαν δήθεν κρύπτες με στοιχεία και φαντασιωνόταν έρευνες και συλλήψεις το FBI. Ήθελαν πάση θυσία «στοιχεία» για τη Μαρέβα Γκραμπόφσκι, τη σύζυγο του Κυριάκου Μητσοτάκη, χωρίς να πολυνοιάζονται αν έχει υποπέσει σε κάτι επίμεμπτο.
Στο καλοπροαίρετο ή μη ερώτημα, για το κατά πόσο είναι λογικό να γίνονται δεκτά ως αληθή τα καταγγελλόμενα από τον κ. Μιωνή και όχι ο αντίλογος του κ. Παπά, η απάντηση είναι προφανής. Διότι το πολιτικό συνονθύλευμα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχει τόσο βεβαρημένο παρελθόν στην εφαρμογή παρακρατικών μεθόδων που δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολιών ούτε για τη συγκεκριμένη περίπτωση. Η οποία, άλλωστε, αποτελεί ένα συμπίλημα πολλών υποθέσεων που διασυνδέονται μεταξύ τους και έχουν κοινό πρωταγωνιστή πίσω από την κουίντα τον αρχηγό της ΕΥΠ επί Κώστα Καραμανλή που έγινε αρμόδιος για τη δικαστική διαφάνεια επί Αλέξη Τσίπρα…
Κακά τα ψέματα, όμως, όσο και αν ο πρώην εισαγγελέας Δημήτρης Παπαγγελόπουλος αποτελεί  το μοιραίο πρόσωπο που φαίνεται να μεθόδευσε τα μύρια όσα για να συνδέσει τη λεγόμενη «λίστα Λαγκάρντ» και την απόπειρα να στριμωχτούν ο Σταύρος Παπασταύρου και ο Σάμπυ Μιωνής με το σκάνδαλο Novartis και την προσπάθεια να καταστραφούν οι βασικοί πολιτικοί αντίπαλοι της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, όπως οι Αντώνης Σαμαράς, Ευάγγελος Βενιζέλος, Άδωνις Γεωργιάδης, Ανδρέας Λοβέρδος, κ.ά., οι ηγετικές ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ είχαν συνάψει σχέση αδελφοποιτών πολύ πριν ανέβουν στην εξουσία.
Η γενική πρόβα για το αλισβερίσι ανάμεσα στο κόμμα του Αλέξη Τσίπρα και στο κόμμα του Πάνου Καμμένου έγινε τον Δεκέμβριο του 2014 όταν λίγα 24ωρα πριν από τη δεύτερη ψηφοφορία για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, ο προσκείμενος στον ΣΥΡΙΖΑ ηθοποιός Λάκης Λαζόπουλος βγήκε σε τηλεοπτικό πρωινάδικο για να υποστηρίξει ότι ήταν γνώστης απόπειρας δωροδοκίας του ομότεχνού του –τότε- βουλευτή των ΑΝΕΛ Παύλου Χαϊκάλη προκειμένου να ψηφίσει τον Σταύρο Δήμα που πρότειναν τα συγκυβερνώντα κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Σε πείσμα των απειλών του Πάνου Καμένου, αλλά και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, κατά της Αστυνομίας και της Δικαιοσύνης, απεδείχθη τελικά ότι η όλη υπόθεση δεν ήταν παρά μια κακοσκηνοθετημένη φάρσα. Σύντομα, άλλωστε, ξεχάστηκε και ποτέ ξανά δεν μίλησε κανείς γι΄ αυτήν. Ο στόχος είχε επιτευχθεί, αφού το πολιτικό σκηνικό πήρε φωτιά. Οι βουλευτές που αμφιταλαντεύονταν να ψηφίσουν υπέρ του Σταύρου Δήμα φοβήθηκαν τη ρετσινιά του αργυρώνητου. Η ψηφοφορία για την προεδρική εκλογή απέβη, φυσικά, άκαρπη. Και, έτσι, άνοιξε ο δρόμος για την προσφυγή στην κάλπη των βουλευτικών εκλογών της 25ης Ιανουαρίου 2015 με τα γνωστά αποτελέσματα.
Περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο, όμως, εκείνο που πέτυχε η εργαλειοποίηση της υποτιθέμενης «δωροδοκίας Χαϊκάλη» ήταν να φέρει κοντά –στην πραγματικότητα να ταυτίσει- δύο αδίστακτες λαϊκίστικες κομματικές παρέες που ξεπήδησαν μέσα από τη βίαιη μνημονιακή προσαρμογή. Και οι οποίες, όπως έδειξε η συνέχεια, ήταν διατεθειμένες να κάνουν τα πάντα για να κερδίσουν και για να διατηρήσουν την εξουσία.
Μαζί έκαναν «ναι» το «όχι» του δημοψηφίσματος. Μαζί ψήφισαν το νέο Μνημόνιο. Μαζί οργάνωσαν τις μικρές και μεγάλες σκευωρίες με τις οποίες πίστευαν ότι θα διαιωνίσουν την εξουσία. Και αν τους χώρισε κάποια στιγμή η συμφωνία των Πρεσπών και αυτό έγινε με στόχο να συνεχίσουν τη συγκυβέρνησή τους. Μόνον που είχε τελειώσει πλέον ο χρόνος τους και ο παρακρατικός «βόρβορος» που άφηναν πίσω τους είχε αρχίσει να υποψιάζει αρκετούς πολίτες.
Τώρα, με όσα έρχονται στο φως, γίνονται τα επίσημα αποκαλυπτήρια. Και έπεται συνέχεια…        
*«Βόρβορος», σύμφωνα με τα λεξικά, είναι η λάσπη με ακαθαρσίες και δυσοσμία που εμφανίζεται στον πυθμένα υδάτινων εκτάσεων. Μεταφορικά η λέξη αποδίδει την έσχατη ηθική κατάπτωση και διαφθορά.