Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ζαχαράκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ζαχαράκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2024

Η ερήμωση και ο υδροκεφαλισμός δεν απειλούν μόνον τον Έβρο

 

Στη φτωχότερη Περιφέρεια της ελληνικής επικρατείας, η οποία συμβαίνει να είναι συνάμα και εκείνη που κατέχει  το εθνικό -και ενδεχομένως και πανευρωπαϊκό- ρεκόρ των απευθείας αναθέσεων, τον περασμένο μήνα έκλεισαν τριάντα τρεις σχολικές μονάδες: 13 δημοτικά και 20 νηπιαγωγεία.

Η πλειονότητα των σχολείων στα οποία δεν θα ξαναχτυπήσει κουδούνι ήταν σε ορεινά και ημιορεινά χωριά και η επίσημη δικαιολογία για το λουκέτο που μπήκε ήταν «έλλειψη μαθητικού δυναμικού», τρεις λέξεις που ευσχήμως χρησιμοποιήθηκαν για να χρυσωθεί το χάπι της ασυγκράτητης δημογραφικής κατάρρευσης στην οποία πορεύεται η χώρα και της χωρίς ιστορικό προηγούμενο ερημοποίησης που απειλεί το μεγαλύτερο τμήμα της ελληνικής ενδοχώρας.

Για όποιον ενδεχομένως δεν κατάλαβε ποια είναι η Περιφέρεια που περιγράφω, σπεύδω να διευκρινίσω ότι είναι η Ήπειρος, η οποία εδώ και πολλά χρόνια βουλιάζει στη φτώχεια διοικούμενη από την «ενός ανδρός αρχή» που έχει εγκαταστήσει ο… αιώνιος «τοπάρχης» της Αλέξανδρος Καχριμάνης. Ο οποίος για τους μη γνωρίζοντες διατελεί περιφερειάρχης από την εγκαθίδρυση του θεσμού το 2010 και, όντας νωρίτερα αλληλοδιαδόχως δήμαρχος Μετσόβου και νομάρχης Ιωαννίνων, έχει καταφέρει να συγκεντρώσει στα χέρια του εξουσία και δύναμη που κανείς άλλος δεν είχε μετά τον περιώνυμο Αλή Πασά.

Σε αντίθεση, όμως, με τον αλήστου μνήμης Αλή, επί των ημερών του οποίου η Ήπειρος βρισκόταν στο προσκήνιο και «τα Γιάννενα ήταν πρώτα στα άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα», στην εποχή του Καχριμάνη το μόνο που την κάνει να ξεχωρίζει είναι οι αποφάσεις του περιφερειάρχη για κάθε είδους απευθείας ρουσφετολογικές αναθέσεις έργων και προμηθειών σε ημέτερους και κάθε λογής κολλητούς. Από δημοσιεύματα, εξάλλου, στον φιλοκυβερνητικό Τύπο έγινε τις προηγούμενες ημέρες ευρύτερα γνωστό αυτό που στην Ήπειρο αποτελεί κοινό μυστικό: ότι, δηλαδή, καμία δουλειά δεν γίνεται αν ο ενδιαφερόμενος δεν περάσει από το γραφείο του περιφερειάρχη.   

Υπό αυτή την έννοια, όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις είναι βέβαιο ότι δεν εντυπωσιάστηκαν από το γεγονός ότι χωρίς την παραμικρή συστολή ο σύγχρονος «τοπάρχης» της Ηπείρου έφθασε μέχρι του σημείου να προβλέψει ειδική αυξημένη αμοιβή για κάποιον -του κύκλου του προφανώς- ο οποίος θα έχει ως καθήκον να σβήνει τα φώτα του κτηρίου της Περιφέρειας.

Ανοίγω εδώ μια παρένθεση για να επισημάνω ότι οι οικονομολόγοι της ανάπτυξης όταν ερωτώνται γιατί κάποιες χώρες είναι πλούσιες και κάποιες άλλες φτωχές υποδεικνύουν το συγκριτικό παράδειγμα δύο από τις πλέον πετρελαιοπαραγωγές χώρες του πλανήτη που είναι η Νορβηγία και η Νιγηρία. Ποια είναι η διαφορά που κατατάσσει την μεν πρώτη στις πλούσιες χώρες, τη δε δεύτερη στις πλέον πάμφτωχες; Η απρόσκοπτη λειτουργία των θεσμών και η απουσία κρουσμάτων διαφθοράς, φαινόμενα που στη μια χώρα ισχύουν και στην άλλη όχι, απαντούν οι ειδικοί.

Κατ΄ αναλογίαν, λοιπόν, αν όλα αυτά τα χρόνια λειτουργούσαν στην Ήπειρο οι θεσμοί μιας ευνομούμενης Πολιτείας, θα αρκούσε ίσως μόνον ένα μέρος από τον πακτωλό των εκατομμυρίων που έχουν διατεθεί για τις αναρίθμητες αποφάσεις των ρουσφετολογικών απευθείας αναθέσεων του περιφερειάρχη για να επιδοτηθεί η παραμονή κατοίκων στα Τζουμέρκα, στη Μουργκάνα, στην Κόνιτσα, στα Ζαγοροχώρια, στα χωριά της Άρτας και της Πρέβεζας που χρόνο με τον χρόνο τα εγκαταλείπονται από τον πληθυσμό τους και ερημώνουν.

Τον δρόμο, άλλωστε, τον έδειξε η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας Σοφία Ζαχαράκη η οποία μόλις χθες ανακοίνωσε οικονομικά κίνητρα -ενίσχυση έως 10.000 ευρώ- για 1.000 ωφελούμενους που θα εγκατασταθούν μόνιμα σε χωριά των τριών ακριτικών δήμων της περιφερειακής ενότητας Έβρου, όπου τα τελευταία χρόνια καταγράφεται δραματική μείωση του πληθυσμού τους, που, όταν δεν μεταναστεύει, συνωστίζεται στην κοντινή μεγάλη πόλη που, εν προκειμένω, είναι η πρωτεύουσα Αλεξανδρούπολη.

Δυστυχώς, το πρόβλημα της ερήμωσης της υπαίθρου και της υδροκεφαλικής συγκέντρωσης των τοπικών πληθυσμών στις κοντινότερες μεγάλες πόλεις δεν περιορίζεται μόνον στις βόρειες περιοχές του Έβρου. Το συναντάμε όλο και πιο έντονο σε ολόκληρη τη χώρα, από την Ήπειρο και τη Θεσσαλία έως τη Μακεδονία, την ορεινή Πελοπόννησο και την ορεινή Κρήτη.

Για οικονομικούς αλλά και κοινωνικούς λόγους, που έχουν σχέση με την δυσκολία για εξεύρεση εργασίας, αλλά και με το ευρύτερο αίσθημα της ανασφάλειας για θέματα Υγείας και Παιδείας, τα χωριά μετατρέπονται σε αραιοκατοικημένους οικισμούς και οι περισσότερες πόλεις σε κωμοπόλεις. Εξαίρεση αποτελούν μόνον τα μεγάλα αστικά κέντρα που γίνονται όλο και μεγαλύτερα, ιδίως όταν διαθέτουν νοσοκομειακές και άλλες υποδομές.    

Πρόσφατα έγινε μεγάλο θέμα στα μέσα ενημέρωσης το γεγονός ότι, κόντρα στο ρεύμα, μια πολύτεκνη οικογένεια ανταποκρίθηκε σε αγγελία που εξέδωσαν οι φορείς του χωριού Φουρνά της Ευρυτανίας και η εγκατάστασή της εκεί απέτρεψε το κλείσιμο του σχολείου.

Κάτι αντίστοιχο, αλλά χωρίς την ανάλογη δημοσιότητα, έγινε το ίδιο διάστημα και στην ιστορική Καρύταινα της Αρκαδίας, όπου μετά πολλών (γραφειοκρατικών) βασάνων και κόπων μετακινήθηκε από άλλη περιοχή της χώρας μια οικογένεια κτηνοτρόφων και τα τέσσερα παιδιά της έδωσαν παράταση ζωής στο σχολείο του χωριού που είχε μείνει με μόλις επτά μαθητές.

Η συζήτηση για την λεγόμενη «αποκέντρωση» έχει γίνει πολλές φορές τις τελευταίες δεκαετίες. Πλην, όμως, οι προσπάθειες που έγιναν για να λάβει σάρκα και οστά απεδείχθησαν ατελέσφορες. Την ίδια πιθανότατα κατάληξη θα έχουν και οι πρόσφατες κυβερνητικές εξαγγελίες που περιορίζονται στον Έβρο, ενώ το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα είναι πολύ μεγαλύτερο και αποτελεί υποσύνολο του τεράστιου δημογραφικού ζητήματος το οποίο απειλεί με συρρίκνωση και αφανισμό την εθνική αυθυπαρξία μας.

Αυτό μας αξίζει άραγε;

Πέμπτη 7 Μαΐου 2020

Δυναμικές μειοψηφίες κολλημένες στη μιζέρια του χθες


            Για όσους ενδεχομένως δεν το πληροφορήθηκαν, που φαντάζομαι είναι η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων, έχει αξία να μάθουν ότι η Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) κάλεσε τους καθηγητές της μέσης εκπαίδευσης, τους οποίους υποτίθεται ότι εκπροσωπεί, να μην εμφανιστούν στα σχολεία μετά τη δίμηνη ανάπαυλα που τους επέβαλε η πανδημία του κορωνοϊού.
            «Προκηρύσσουμε 3ωρη στάση εργασίας για την Τετάρτη 6 Μαΐου για τις 3 πρώτες ώρες του ημερήσιου και του εσπερινού ωραρίου και καλούμε τις ΕΛΜΕ να προκηρύξουν 3ωρες στάσεις εργασίας για το υπόλοιπο του ωραρίου ως πρώτο βήμα αντίδρασης τόσο για το άνοιγμα των σχολείων όσο και για το κατατεθέν νομοσχέδιο», διαβάζουμε αυτολεξεί στην ανακοίνωση που είναι ανηρτημένη στην ιστοσελίδα της Ομοσπονδίας.
            Είναι μια ανακοίνωση πραγματικό «περιβόλι παραδοξολογίας» που ξεκινά από τον τίτλο της, καθώς επιγράφεται ως «Πρόγραμμα δράσης της ΟΛΜΕ για την επαναλειτουργία των σχολείων», ενώ εκείνο το οποίο στην ουσία (επι-)ζητεί είναι να μην ανοίξουν τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Είναι ένα κείμενο το οποίο βρίθει στρεψοδικιών και προσχηματικών υπεκφυγών μέσω των οποίων επιχειρείται να δώσουν άλλοθι σε όσους καλόμαθαν και δεν θέλουν να επιστρέψουν στη δουλειά τους.
Κατηγορεί, για παράδειγμα, η ανακοίνωση της ΟΛΜΕ το υπουργείο Παιδείας ότι «εξακολουθεί να μην παίρνει κανένα μέτρο προκειμένου να ικανοποιηθούν τα αιτήματα υγειονομικής προστασίας, όπως αυτά εκφράστηκαν στο υπόμνημα της ΟΛΜΕ (30.4.20) και ταυτόχρονα καλεί τους εκπαιδευτικούς, με οδηγία που εστάλη Σάββατο βράδυ, να παρουσιαστούν στα σχολεία τους στις 6 Μαΐου, παρότι η σχετική ΚΥΑ αναφέρει ρητά ότι τα σχολεία παραμένουν κλειστά μέχρι τις 10 Μαΐου».
Ευλόγως, λοιπόν, αναρωτιέται κάθε εχέφρων άνθρωπος: Τι είναι εκείνο που τους ενόχλησε; Επειδή η οδηγία βγήκε σαββατόβραδο; Ή επειδή φοβούνταν ότι θα εύρισκαν κλειστά τα σχολεία αν μετέβαιναν σε αυτά πριν τις 10 Μαΐου; Και επιπλέον: Αν δεν πάνε νωρίτερα οι εκπαιδευτικοί πως θα προετοιμαστεί το έδαφος για να ληφθούν μέτρα για την υγειονομική προστασία διδασκόντων και διδασκομένων όταν θα ανοίξουν τα σχολεία; Ποιος θα κάνει την προετοιμασία; Η Νίκη Κεραμέως ή η Σοφία Ζαχαράκη;
Με την επόμενη, ωστόσο, άκρως «σχοινοτενή» πρόταση της ανακοίνωσης της ΟΛΜΕ –που ελπίζει κανείς να μην την έγραψε και να μην τη διάβασε, πριν εκδοθεί, εκπαιδευτικός που διδάσκει φιλολογικά μαθήματα- δεν μένουν πολλές απορίες για τις πραγματικές προθέσεις. Θαυμάστε την, όπως ακριβώς είναι γραμμένη και δημοσιευμένη, χωρίς περαιτέρω σχόλια:    
«Παρά τις δηλώσεις αρκετών λοιμωξιολόγων, που θεωρούν επικίνδυνη την επαναλειτουργία των σχολείων, παρά τις ελλείψεις σε ατομικά μέτρα προστασίας (μάσκες, γάντια, αντισηπτικά) στα σχολεία, παρά το γεγονός ότι στα περισσότερα σχολεία δεν έχουν γίνει απολυμάνσεις, παρά το ότι δεν υπάρχουν οι απαραίτητες κτιριακές υποδομές (αίθουσες με τα απαραίτητα τετραγωνικά μέτρα), παρά το ότι δεν έχουν προβλεφθεί άδειες για τους εκπαιδευτικούς που έχουν ασθένειες που δεν συμπεριλαμβάνονται στο ΦΕΚ του ΥΠΕΣ ή άτομα που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες στο άμεσο οικογενειακό τους περιβάλλον, ούτε υπάρχει μέριμνα για τις άδειες ειδικού σκοπού των αναπληρωτών, το ΥΠΑΙΘ καλεί τους εκπαιδευτικούς νωρίτερα στα σχολεία και επιμένει στο άνοιγμα Γυμνασίων και Α και Β Λυκείου, παρά την αντίθετη πρόταση της ΟΛΜΕ».
Τα προσχήματα και οι υπεκφυγές κορυφώνονται αμέσως μετά όταν εκφράζεται ανησυχία επειδή οι καθηγητές που θα πάνε στα σχολεία θα σταματήσουν την τηλεκπαίδευση. «Η απόφαση του ΥΠΑΙΘ να καλέσει τους εκπαιδευτικούς να παραστούν στα σχολεία από τις 6 Μαΐου ακυρώνει στην πράξη την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, αποκλείοντας τους μαθητές του Γυμνασίου και Α και Β Λυκείου από κάθε μαθησιακή διαδικασία για 2 βδομάδες», ισχυρίζονται. Και δεν ξέρει κανείς αν πρέπει να κλάψει ή να γελάσει με αυτή τη στρεψόδικη «επιχειρηματολογία».
Το γεγονός ότι ο πρόεδρος και η πλειοψηφία της διοίκησης της ΟΛΜΕ ανήκουν στην προσκείμενη στη Νέα Δημοκρατία συνδικαλιστική παράταξη δεν έχει καμία σημασία. Άλλωστε, όποιος κάνει μια μικρή περιήγηση στην ιστοσελίδα της Ομοσπονδίας, που δημοσιεύει τις ανακοινώσεις όλων των παρατάξεων, δυσκολεύεται να αντιληφθεί το ιδεολογικό υπόβαθρο ενός εκάστου των συνδικαλιστών.
Λίγο ως πολύ, δεξιοί ή ακροαριστεροί συνδικαλιστές, όλοι τους χρησιμοποιούν πανομοιότυπη φρασεολογία. Σε βαθμό που όταν διαβάζεις τις απόψεις τους δεν μπορείς να διακρίνεις αν εμφορούνται από φιλελεύθερες ιδέες ή αν διακατέχονται από… εμμονές υπέρ της «δικτατορίας του προλεταριάτου».
Σχεδόν χωρίς εξαίρεση, όλες τους οι δηλώσεις και οι ανακοινώσεις χαρακτηρίζονται από ακατάσχετες γκρίνιες, μίζερη άρνηση, στείρες διαμαρτυρίες και οπισθοδρομικές καταγγελίες. Αντιθέτως, πουθενά δεν συναντά κάποιος δημιουργική διεκδίκηση που να προωθεί τη χαρά της διδασκαλίας και να εκφράζει τη διάθεση που ξέρουμε ότι έχουν αρκετοί εκπαιδευτικοί, οι οποίοι αδημονούν να βρεθούν το συντομότερο κοντά στους μαθητές τους.
Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι όλες οι συνδικαλιστικές παρατάξεις πολέμησαν και πολεμούν από κοινού κάθε απόπειρα αξιολόγησης του έργου που προσφέρει κάθε εκπαιδευτικός. Ενώ δέχονται ευχαρίστως κάθε κατεδαφιστική προσπάθεια που θέτει εκ ποδών την αξιοκρατία και προωθεί τη λογική της ήσσονος προσπάθειας από καθηγητές και μαθητές.    
Παρά ταύτα, δεν μπορώ να φανταστώ ότι αυτή η ισοπεδωτική εικόνα που αναδύεται από τις απόψεις και τις θέσεις της ΟΛΜΕ αντιπροσωπεύει το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας, ακόμη και αν οι αποφάσεις της Ομοσπονδίας είναι συνήθως ομόφωνες, αφού όλες οι παρατάξεις που την απαρτίζουν ακολουθούν την ίδια συνδικαλιστική μανιέρα.
Θέλω να πιστεύω ότι η διοίκηση της ΟΛΜΕ προέκυψε από τις γνωστές πολιτικάντικες διαδικασίες τις οποίες ακολουθούν συνήθως οι δυναμικές μειοψηφίες που είναι κολλημένες στο μίζερο παρελθόν.
Το γεγονός, άλλωστε, ότι η πραγματική συμμετοχή των καθηγητών της μέσης εκπαίδευσης στις κινητοποιήσεις της ΟΛΜΕ κινείται σε μονοψήφια ποσοστά, αποδεικνύει ότι έχουμε να κάνουμε με έναν αυτοαναφορικό μηχανισμό που δεν έχει καμία σχέση ή σύνδεση με την ελληνική κοινωνία η οποία επιδεικνύει υψηλή διάθεση προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα που φέρνει η εποχή του κορωνοϊού.