Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κεντροαριστερά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κεντροαριστερά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 5 Μαΐου 2014

Τα μοιραία… πρωθύστερα του κ. Κουβέλη



            Τέτοιες μέρες, πριν από δύο χρόνια, πήγαμε στις κάλπες και οι ψηφοφόροι κατέγραψαν, εμμέσως, τη βούλησή τους για σχηματισμό κυβέρνηση συνεργασίας από περισσότερα κόμματα, αφού έδωσαν χαμηλά ποσοστά σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις που πήραν μέρος σε εκείνη την εκλογική αναμέτρηση.
            Ας θυμηθούμε τα αποτελέσματα της 5ης Μαΐου: Η Νέα Δημοκρατία συγκέντρωσε 18,85% και ως πρώτη δύναμη, με το μπόνους των 50 εδρών, εξέλεξε 108 βουλευτές. Δεύτερος ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ με 16,78% και 52 βουλευτές. Ακολούθησε τρίτο, με 13,18%, το ΠΑΣΟΚ που πήρε 41 έδρες, ενώ (παραλείποντας, για λόγους συντομίας, τα ποσοστά των άλλων κομμάτων) στην έβδομη θέση κατετάγη η ΔΗΜΑΡ με 6,11% και 19 βουλευτές.
            Η αδυναμία να βρεθεί κοινός τόπος συνεργασίας των κομμάτων οδήγησε τη χώρα σε νέες εκλογές σαράντα μέρες αργότερα. Ας θυμηθούμε και τα αποτελέσματα της αναμέτρησης της 17ης Ιουνίου: Πρώτη και πάλι η ΝΔ, που με το 29,66% που πήρε ανέβασε την κοινοβουλευτική της δύναμη στους 129 βουλευτές. Δεύτερος ήταν και πάλι ο ΣΥΡΙΖΑ που, με 26,89%, είχε πλέον 71 έδρες. Το ΠΑΣΟΚ, που υποχώρησε ελαφρώς στο 12,28%, εξέλεξε 33 βουλευτές, ενώ στις 17μειώθηκαν και οι έδρες της ΔΗΜΑΡ που έλαβε το 6,25% του εκλογικού σώματος.
            Ανέτρεξα σε αυτά τα αποτελέσματα, τα οποία, λίγο ως πολύ, είναι γνωστά σε όλους μας, για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι επειδή πολλά στοιχεία στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα του τελευταίου –προεκλογικού- διαστήματος παραπέμπουν στη μεγάλη πολυδιάσπαση των επιλογών του εκλογικού σώματος που ζήσαμε τον Μάιο του 2012 και είχε ως αποτέλεσμα τα μικρότερα κόμματα που δεν κατάφεραν να υπερβούν το κατώφλι του 3% για την εκπροσώπηση στη Βουλή να συγκεντρώσουν αθροιστικά το εντυπωσιακό ποσοστό του 19,02%, το οποίο τον Ιούνιο, λόγω της πόλωσης, υποχώρησε στο 5,98%. 
            Ο δεύτερος και μάλλον σημαντικότερος λόγος που αποτέλεσε το έναυσμα γι΄ αυτή την αναδρομή είναι οι τελευταίες παρεμβάσεις του προέδρου της ΔΗΜΑΡ κ. Φώτη Κουβέλη, ο οποίος τρεις εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές ένοιωσε την ανάγκη να γνωστοποιήσει στο εκλογικό σώμα την πρόθεσή του να αναλάβει –μετά τις ευρωεκλογές…-πρωτοβουλία για συμπόρευση της κατακερματισμένης Κεντροαριστεράς, η οποία, όπως όλα δείχνουν, θα είναι ο μεγάλος χαμένος της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης. 
            «Είμαι αποφασισμένος να αναλάβω πρωτοβουλίες για την ανασύνθεση του χώρου σε προοδευτική βάση που θα αποτυπώνεται σε συγκεκριμένο κυβερνητικό πρόγραμμα», δηλώνει ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, σε μια περίοδο που τα δημοσκοπικά ποσοστά του κόμματός του κατακρημνίζονται σε βαθμό τέτοιο που σχεδόν καμία από τις τελευταίες έρευνες να μην το δείχνει ικανό να ξεπεράσει το «πλαφόν» του 3% για να έχει ελπίδες να εκλέξει τουλάχιστον έναν ευρωβουλευτή.
Όταν ερωτάται σε ποιους απευθύνεται η πρότασή του, ο κ. Κουβέλης απαντά: «Περιλαμβάνονται όλοι όσοι κατανοούν ότι η χώρα θα πρέπει να κινηθεί σε προοδευτική κατεύθυνση. Και αυτό μπορεί να το εξασφαλίσει μια μεγάλη Κεντροαριστερά. Γι΄ αυτό είπα ότι η προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς δεν τελειώνει την ημέρα των ευρωεκλογών. Εκτείνεται και πέραν αυτής».
Με άλλα λόγια, ο κ. Κουβέλης, ο οποίος αναγνωρίζει όπως λέει την αναγκαιότητα για συμπαράταξη όλων των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς –και ανάμεσά τους, φυσικά, το ΠΑΣΟΚ, που μέχρι πρότινος το απέκλειε, αλλά πλέον το περιλαμβάνει…- θέλει να πάμε οι πολίτες να ψηφίσουμε και μετά ο ίδιος να αναλάβει τις όποιες πρωτοβουλίες ανασύνθεσης.
Όπως, δηλαδή, έκανε τον Μάιο του 2012, όταν αρνήθηκε να συμμετάσχει σε κυβερνητικό σχήμα συνεργασίας σαν εκείνο στο οποίο συμμετείχε μερικές εβδομάδες αργότερα και αφού προηγουμένως οδηγήθηκε, κυρίως με δική του ευθύνη η χώρα στις επαναληπτικές κάλπες του Ιουνίου, στις οποίες οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς, όπως τουλάχιστον την ορίζει ο ίδιος, βγήκαν έτι περαιτέρω αποδυναμωμένες.
Τον Μάιο, το άθροισμα των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ ήταν μεγαλύτερο από εκείνο της ΝΔ, ενώ οι έδρες τους από 60 έδρες που ήταν -41 το ΠΑΣΟΚ και 19 η ΔΗΜΑΡ- τον Ιούνιο έγιναν 50. Και έτσι η Νέα Δημοκρατία που είχε ανεβάσει κατά δέκα και πλέον μονάδες την εκλογική της επίδοση είχε τον πρώτο λόγο στον σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης, από την οποία, εξάλλου, ο κ. Κουβέλης έφυγε πριν καν συμπληρωθεί ο πρώτος χρόνος της θητείας της.
Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ διαπιστώνει –και σωστά- ότι «αν η Κεντροαριστερά ενωθεί, θα αποτελεί η ίδια εναλλακτική πρόταση εξουσίας για την Ελλάδα, γιατί είναι η κοινωνική πλειοψηφία». Μόνον που οι διαπιστώσεις του κινδυνεύουν να αποδειχθούν και πάλι… πρωθύστερες. Και όταν θα έρθει το (μετεκλογικό) πλήρωμα του χρόνου για να εκδηλώσει ο ίδιος την πρωτοβουλία του για την Κεντροαριστερά, μπορεί να μην υπάρχουν κεντροαριστεροί ψηφοφόροι για να γίνουν αποδέκτες της κυβερνητικής του πρότασης. 
Αλήθεια, του περνάει καθόλου από το μυαλό το –διόλου απίθανο- ενδεχόμενο και τα δύο κόμματα που κατεβαίνουν με τη σημαία του ΕΣΚ να μην εκλέξουν ευρωβουλευτή; Συνειδητοποιεί, άραγε, τι θα σημαίνει αυτό για τις εγχώριες ευρωπαϊκές δυνάμεις, αλλά και τι συνέπειες θα υπάρξουν αν το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών διαταράξει την εύθραυστη πολιτική σταθερότητα;  Αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο να γίνει το μοιραίο πρόσωπο που θα οδηγήσει άλλη μια φορά τη χώρα σε βουλευτικές κάλπες ακραίας πόλωσης;

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Κεντροαριστερά και Κρίση είναι συγκοινωνούντα δοχεία

Όσοι πιστεύουν ότι η Κρίση που διέρχεται η χώρα είναι πρωτίστως πολιτική, προφανώς και δεν εκπλήσσονται για τα όσα συμβαίνουν στο ΠΑΣΟΚ και στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς. Αν δεν βολεύεται κάποιος πίσω από απλοϊκά ερμηνευτικά σχήματα και διαχωρισμούς σε «μνημονιακά» και «αντιμνημονιακά» στρατόπεδα, εύκολα αναγνωρίζει τους πολυπαραγοντικούς πολιτικούς λόγους για τους οποίους η Ελλάδα παγιδεύτηκε στο Μνημόνιο και δεν μπορεί να ξεφύγει επειδή ακριβώς δεν έχουν αναιρεθεί τα αίτια που μας έφεραν εδώ που είμαστε.
            Η παρεοκρατία και η έλλειψη συνεργατικού πνεύματος, ο αμοραλισμός και η προσχηματική στοίχιση με όρους προσωπικού βολέματος, ο αριβισμός και η καθυπόταξη των θεσμικών λειτουργιών στην υπηρεσία της προσωπικής ανέλιξης, η κατασκευή –εσωτερικών ή εξωτερικών- εχθρών και η μόνιμη επωδός της μετάθεσης των ευθυνών στους «άλλους», υπήρξαν και, δυστυχώς, παραμένουν βασικά συστατικά του τρόπου λειτουργίας του εγχώριου πολιτικού συστήματος.
Τα φαινόμενα αυτά που διατρέχουν οριζόντια όλο το πολιτικό σκηνικό, βρήκαν την αποθέωσή τους στο ΠΑΣΟΚ, στα στελέχη του για την ακρίβεια, τα οποία, επειδή υπήρξαν επί δεκαετίες βασικός πυλώνας του πολιτικού συστήματος, παραμένουν εμποτισμένα με αυτές τις νοοτροπίες. Τις νοοτροπίες που, κακά τα ψέματα, είναι εκείνες που έθρεψαν τις πελατειακές σχέσεις και την αποκαλούμενη παροχολογία, που τάισαν το τέρας της διαφθοράς και θέριεψαν τη διαπλοκή. 
Για όσους δεν είναι τυφλωμένοι από τα κομματικά πάθη, δεν είναι το ΠΑΣΟΚ που εφηύρε τις πελατειακές σχέσεις και την παροχολογία –ποιος, άλλωστε, ξέχασε τις επιταγές που μοίραζε ο Γεώργιος Ράλλης την παραμονή των εκλογών του 1981;- ούτε τα στελέχη του είναι τα μόνα που βαρύνονται με τα αμαρτήματα της διαπλοκής και της διαφθοράς, αμαρτήματα που είναι παρόντα στον δημόσιο βίο πριν από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.
Καλώς ή κακώς, όμως, το ΠΑΣΟΚ φέρει τις βαρύτερες ευθύνες για όσα συνέβησαν στον τόπο τα προηγούμενα χρόνια, όχι μόνον επειδή κυβέρνησε το μεγαλύτερο διάστημα της τελευταίας τεσσαρακονταετίας, αλλά κυρίως διότι από δύναμη αλλαγής της κοινωνίας, όπως εμφανίστηκε τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του αλλά και σε κάποιες φάσεις της δράσης του μεταγενέστερα, μετατράπηκε σε φορέα αναπαραγωγής και μεγέθυνσης σχεδόν όλων των αρνητικών παραγόντων που έχουν οδηγήσει στη σημερινή κρίση.    
            Γι΄ αυτό και μετά από όσα έγιναν την τελευταία τετραετία, το μεγαλύτερο δυστύχημα είναι ότι τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ στην πλειονότητά τους δεν κάνουν καμία προσπάθεια αποτοξίνωσης από αυτές τις παρωχημένες νοοτροπίες, δείχνοντας να μην αντιλαμβάνονται ότι στην πραγματικότητα πριονίζουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται και οσονούπω θα τους οδηγήσει όλους μαζί σε μια ανεπίστρεπτη πτώση.
            Καθώς γράφω όλα τούτα, αναλογίζομαι ποια εντύπωση μπορεί να αποκόμισε ο Γερμανός πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου κ. Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος, ως υποψήφιος των ευρωσοσιαλιστών για την προεδρία της Κομισιόν, βρέθηκε  τις προηγούμενες μέρες στη χώρα μας και συμμετείχε στη Συνδιάσκεψη της νεοϊδρυθείσας «Ελιάς», από την οποία απουσίαζε ο πρώην πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου και η πλειονότητα των πολιτικών του φίλων.
            Τι είναι, άραγε, αυτό που χωρίζει τη σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ με την προηγούμενη; Και γιατί ο κ. Σουλτς έπρεπε να φύγει από το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας που συνεδρίαζε η «Ελιά» για να συναντήσει τον κ. Φώτη Κουβέλη, ο οποίος –με πρώην υπουργούς του ΠΑΣΟΚ στην προμετωπίδα- έκανε το δικό του συνεργατικό σχήμα, παρότι δηλώνει κι εκείνος ευρωσοσιαλιστής;
            Δεν ξέρω ποιος ευθύνεται λιγότερο ή περισσότερο γι΄ αυτούς τους μικρούς «εμφυλίους» που συμβαίνουν όλο και συχνότερα στην πολύπαθη Κεντροαριστερά. Δεν έχει νόημα, άλλωστε, ο επιμερισμός της ευθύνης όταν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές καλύπτονται πίσω από προσχηματικές δικαιολογίες για να στηρίξουν τις θέσεις τους και δεν ομολογούν τις μύχιες επιδιώξεις τους, καταφεύγοντας σε προφάσεις («εν αμαρτίαις», προφανώς).
            Πιστεύει, για παράδειγμα, ο κ. Κουβέλης ότι τον «πούλησε» ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ το περασμένο καλοκαίρι με την κρίση της ΕΡΤ; Ας μιλήσει ανοικτά και ας εξηγήσει αναλυτικά τι διημείφθη μεταξύ τους. Είναι η παρουσία του κ. Βενιζέλου στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ο μόνος λόγος για τον οποίο η ΔΗΜΑΡ δεν συμπορεύεται με την «Ελιά»; Δεν έχει παρά το πει δημόσια, αντί να μαζεύει γύρω του κάθε… πονεμένο πρώην στέλεχος του ΠΑΣΟΚ που πηγαίνει κοντά του καθοδηγούμενο από κάποιο παλαιό ή νεότερο γινάτι.   
Φοβάται, πραγματικά, ο κ. Παπανδρέου ότι ο κ. Βενιζέλος με την «Ελιά» καταργεί το «μαγαζί» που έστησε ο πατέρας του; Ας βγει ανοικτά και ας αντιδράσει από τώρα, χωρίς να περιμένει να επωφεληθεί από τη συντριβή των ευρωεκλογών. Είναι πεπεισμένος ο πρώην πρωθυπουργός ότι θα ήταν καλύτερα με τον ίδιο στο κομματικό τιμόνι; Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό, ας δηλώσει ότι είναι έτοιμος να διεκδικήσει, εκ νέου, την ηγεσία. 
Έχω πλήρη επίγνωση ότι τίποτε από τα πιο πάνω δεν θα συμβεί. Γιατί αν ήταν να συμβούν, θα είχαμε αρχίσει να βγαίνουμε από την γενικευμένη και παρατεταμένη Κρίση που μας ταλανίζει και ξεπερνά το επιφαινόμενο της οικονομικής καχεξίας. Κατά την άποψή μου, το ΠΑΣΟΚ και εν γένει ο χώρος της Κεντροαριστεράς, για ιστορικούς λόγους, λειτουργούν σε σχέση με την Κρίση όπως τα συγκοινωνούντα δοχεία.
Η Κρίση, άλλωστε, είναι ταυτισμένη με τα άκρα, για τα οποία αποτελεί γενεσιουργό αιτία. Όσο, λοιπόν, επιμένει η Κρίση, τόσο ο χώρος της μετριοπάθειας και της ευθύνης θα συνθλίβεται συρρικνούμενος από τις προσωπικές επιδιώξεις πολιτικών μετριοτήτων. Γι΄  αυτό και οι ωδίνες για τη νέα Κεντροαριστερά θα είναι παρατεταμένες. Και η ουσιαστική ανασυγκρότηση του χώρου θα ξεκινήσει όταν η χώρα θα καταφέρει να πετάξει τα μνημονιακά δεκανίκια και να πορευθεί αυτοδύναμη. Έως τότε, θα δούμε και θα ακούσουμε πολλά…

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

Ενιαία Κεντροαριστερά; «Νά ‘χαμε να λέγαμε…»



Δεν ξέρω αν είναι που ισχύει το στερεότυπο ότι «δεν υπάρχουν ειδήσεις τον Αύγουστο…» που δίνει χώρο σε έντυπα και διαδικτυακούς τόπους στις συζητήσεις για την ενιαία Κεντροαριστερά, αλλά πολύ φοβάμαι ότι το αποτέλεσμα των φιλότιμων (;) προσπαθειών που γίνονται από ορισμένους να δώσουν σάρκα και οστά σε ένα τέτοιο εγχείρημα δεν οδηγεί παρά στο «σε κουβέντα να βρισκόμαστε…».
Όλα αυτά που λέγονται και γράφονται είχαν, ενδεχομένως, κάποιο νόημα μέχρι τα μέσα του προπερασμένου μήνα που οι δύο βασικοί σχηματισμοί του ενδιαμέσου χώρου, το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, βρίσκονταν στην ίδια βάρκα και, θεωρητικώς τουλάχιστον, είχαν κοινό συμφέρον να εξετάσουν τις δυνατότητες για συμπόρευση, όποια μορφή και αν έπαιρνε αυτή.
Από τη στιγμή, όμως, που με αφορμή τα γνωστά γεγονότα της ΕΡΤ, ο μεν Φώτης Κουβέλης άδραξε την ευκαιρία για να αποδράσει από το κυβερνητικό «μαντρί», ο δε  Ευάγγελος Βενιζέλος, την ίδια στιγμή, δεν άφησε να πάει χαμένη η δική του ευκαιρία να στρογγυλοκαθίσει και πάλι στις κυβερνητικές καρέκλες,  η κουβέντα για κοινή πορεία νομίζω ότι έχασε πλέον κάθε νόημα.
Χωρίς να έχει σημασία ποιος είχε δίκιο και ποιος άδικο, ποιος έκανε το σωστό για τη χώρα και ποιος το λάθος για τον εαυτό του, ποιος περιέπαιξε ποιον ή ποιος παρέσυρε τον άλλο, το μόνο βέβαιο είναι ότι οι δρόμοι των δύο πολιτικών σχηματισμών χώρισαν και θα μείνουν χωριστοί για όσο ο ένας, καλώς ή καλώς, συμμετέχει στις κυβερνητικές ευθύνες και ο άλλος ασκεί, περισσότερο ή λιγότερο υπεύθυνη, αντιπολίτευση.
Θα αποτελούσε, άλλωστε, παγκόσμια πρωτοτυπία να συμβεί αυτό που ορισμένοι προτείνουν να κατέβουν, δηλαδή, τα δύο κόμματα –όντας το ένα στη συμπολίτευση και το άλλο στην αντιπολίτευση- με κοινά ψηφοδέλτια στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, είτε αυτή αφορά τυχόν πρόωρες εθνικές εκλογές είτε τις προγραμματισμένες για τον προσεχή Μάιο ευρωεκλογές.
Ακόμα – ακόμα και η συμπόρευση στις επικείμενες τοπικές εκλογές (δημοτικές και περιφερειακές) υπονομεύεται από το γεγονός ότι δεν μπορούν να δοθούν χρίσματα και να καταρτισθούν κοινοί συνδυασμοί με στελέχη από τους δύο χώρους που οι μεν θα θέλουν να στείλουν μήνυμα ανατροπής της κυβερνητικής πολιτικής και οι δε θα επιδιώκουν την εμπέδωση της πολιτικής σταθερότητας.
Γι΄ αυτό και έχω την αίσθηση ότι η κίνηση των πέντε δημάρχων (Καμίνης, Μπουτάρης, Σκοτεινιώτης, Φίλιος και Δημαράς), ακόμη και αν  δεν υπακούει σε προεκλογικές σκοπιμότητες των εμπνευστών της, δύσκολα θα αποκτήσει τον χαρακτήρα του καταλύτη που θα επιθυμούσαν να έχει πολλοί από όσους έχουν πραγματικό ενδιαφέρον να βρεθεί κοινός βηματισμός από τις κατακερματισμένες δυνάμεις του ενδιάμεσου χώρου ανάμεσα στη ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά και στον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα.
Δεν χρειάζεται κανείς να ανατρέξει στις ιστορικές αναλογίες της δεκαετίας του ‘50 ή και του ’70 για να διαπιστώσει τους λόγους για τους οποίους ο χώρος της Κεντροαριστεράς είναι, σε αυτή τη φάση, καταδικασμένος σε ρόλο πολιτικού κομπάρσου. Ο πρώτος και κύριος λόγος είναι ότι διαθέτει πολλούς φιλόδοξους αρχηγούς, οι οποίοι με τη… συχνότητα που εμφανίζονται θα γίνουν σε λίγο περισσότεροι από τους οπαδούς, αλλά κανέναν πραγματικό ηγέτη.
Οι χειρισμοί, εξάλλου, και οι εκατέρωθεν επιλογές που έγιναν στη διάρκεια της πρόσφατης κυβερνητικής κρίσης (κατά την οποία, εφόσον το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ είχαν ειλικρινή βούληση για μελλοντική συμπόρευση, μπορούσαν να επιβάλλουν να αλλάξουν πολλά στην τρέχουσα κυβερνητική λειτουργία) απέδειξαν ότι και από τους δύο χώρους απουσιάζει το πνεύμα, η κουλτούρα της συνεργατικότητας που αντιβαίνει στην παραδοσιακή λογική του «ο καθείς και το μαγαζάκι του».
Μοιραία, λοιπόν, χωρίς ηγέτη και χωρίς διάθεση για συνεργασία, η αναβίωση των συζητήσεων για ενιαία Κεντροαριστερά θα είναι μάταιος χαμένος κόπος. Ή, κατά το κοινώς λεγόμενο, «νά ‘χαμε να λέγαμε…».

(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 7.8.2013)