Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μέρκελ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μέρκελ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017

Γιατί δεν (ξε)κουράζεται ο πρωθυπουργός;



«Το βαρύ πρόγραμμα του Πρωθυπουργού, τόσο το ελληνικό όσο και το διεθνές, δεν του επιτρέπει να ξεκουραστεί ούτε στο σπίτι του, πόσο μάλλον στο εξωτερικό».Η συγκεκριμένη φράση περιέχεται  αυτολεξεί στο non paper που εξέδωσε το περασμένο Σάββατο ο επικοινωνιακός μηχανισμός του Μεγάρου Μαξίμου για να δώσει με καθυστέρηση μιας ολόκληρης εβδομάδας κάποιες εξηγήσεις για το διαβόητο πλέον κυριακάτικο ταξίδι του Αλέξη Τσίπρα και της άγνωστης ακόμη συνοδείας του στο Παρίσι.
Μέσα στον μάλλον δικαιολογημένο θόρυβο που προκλήθηκε για το μυστηριώδες ταξίδι στη γαλλική πρωτεύουσα, που ελάχιστους φαίνεται να έπεισε ότι αφορούσε επενδύσεις της L'Oréal ή επαφές με τους Rothschild, πέρασε μάλλον απαρατήρητη η αναγνώριση των συνεργατών του πρωθυπουργού –ή μήπως του ίδιου;- ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν ξεκουράζεται. Και αυτό είναι που του δίνει το άλλοθι να παίρνει το κυβερνητικό Gulfstream και να κόβει βόλτες, τις οποίες άλλες φορές διατυμπανίζει και άλλοτε τις κρατάει μυστικές. 
Μέχρι τώρα ξέραμε για την υπερβολική κούραση που είχε καταλάβει τον κ. Τσίπρα κατά την πολυδιαφημισμένη από τον ίδιο «17ωρη διαπραγμάτευση της 12ης Ιουλίου», όταν μια βδομάδα μετά το περιλάλητο δημοψήφισμα του καλοκαιριού του 2015 εξήλθε φανερά καταβεβλημένος από την ευρωπαϊκή σύνοδο στην οποία συνομολόγησε το τρίτο Μνημόνιο.
Τα αποτελέσματα εκείνης της αναμφίβολα κουραστικής διαπραγμάτευσης είναι γνωστά σε όλους. Ο  κ. Τσίπρας μπήκε το απόγευμα της Κυριακής στη συνεδρίαση με τους Ευρωπαίους ομολόγους του έχοντας στη φαρέτρα του το συντριπτικό «Όχι» που είχε ζητήσει και είχε πάρει από έξι στους δέκα Έλληνες και βγήκε το άλλο πρωί κραδαίνοντας ένα «Ναι» που εξέπληξε ακόμη και όσους είχαν ψηφίσει υπέρ του συμβιβασμού.
Αν και δεν έχει διευκρινιστεί απολύτως κατά πόσο σε εκείνη τη δραματική μεταβολή της στάσης του επέδρασε η… κούραση ή επρόκειτο για προειλημμένη απόφαση αποδοχής των απαιτήσεων των εταίρων και δανειστών, δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι εξίσου κουρασμένη από τη συγκεκριμένη καθοριστική συνεδρίαση είχε φανεί να βγαίνει και η Άνγκελα Μέρκελ. Με τη διαφορά, όμως, ότι η γερμανίδα καγκελάριος ήταν συνάμα και ικανοποιημένη αφού η δική της κούραση είχε αποδώσει την ευόδωση των στόχων που είχε θέσει όταν ταξίδεψε από το Βερολίνο στις Βρυξέλλες.
Υπό την αίρεση ότι ο ισχυρισμός σύμφωνα με τον οποίο ο πρωθυπουργός, πλέον, «δεν ξεκουράζεται» δεν αποτελεί παρά μια προσχηματική δικαιολογία για να καλυφθούν οι πραγματικοί λόγοι για τους οποίους «πετάχθηκε» κυριακάτικα στη γαλλική πρωτεύουσα μαζί με την κουστωδία του, γεννάται το ερώτημα για τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας ομολογίας.
Με δεδομένο, άλλωστε, ότι στην πλειονότητα των πολιτών εδραιώνεται πλέον η πεποίθηση πως η χώρα βολοδέρνει, αφημένη στην τύχη της, η πολυθρύλητη αξιολόγηση πάει από παράταση σε παράταση και, με εξαίρεση ίσως τον υπουργό Αλέκο Φλαμπουράρη και ενδεχομένως τους συντάκτες των κυβερνητικών non paper, το τρίψιμο των ματιών όλων των υπολοίπων μόνον αναπτυξιακά θαύματα δεν εμφανίζει, είναι απορίας άξιον τι μπορεί να είναι εκείνο που  κάνει τον πρωθυπουργό να μας γνωστοποιεί ότι δεν ξεκουράζεται.
Εκτός και αν, όπως προέκυψε από όσα είπε στην τελευταία παρουσία του στη Βουλή ασχολείται νυχθημερόν με τα «πόθεν έσχες» όσων αμφισβητούν την εξουσία του: των –κατά δήλωσή του- «μεγαλοδημοσιογράφων» που, όπως προειδοποίησε βουλευτές και πολίτες, «θα πάθετε πλάκα» με όσα δηλώνουν, αφήνοντας να εννοηθεί ότι υπάρχουν και άλλα που δεν δηλώνονται, αλλά και του βασικού αντιπάλου του, Κυριάκου Μητσοτάκη, στον οποίο δεν χάνει ευκαιρία να επιτίθεται για τα περιουσιακά του, τα δάνειά του, ακόμη και επειδή δεν έκανε κοινή δήλωση με τη σύζυγό του, ενόσω ήταν σε διάσταση. 
Το γεγονός ότι και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας δεν έχει υποβάλει ποτέ μέχρι τώρα κοινή δήλωση με τη δική του σύζυγο,φαίνεται ότι  δεν… μετράει. Γιατί; Τύποις, διότι, λέει, δεν είναι νυμφευμένος με την κυρία Περιστέρα Μπαζιάνα, καθότι ως πούρος αριστερός απορρίπτει τις αστικές συνήθειες του γάμου. Επί της ουσίας, όμως, για τον ίδιο λόγο που οι συνεργάτες του ξεχνούν να δηλώσουν καταθέσεις εκατομμυρίων αλλά «βγαίνουν λάδι» και η άρση της ασυλίας των βουλευτών του δεν αίρεται ό,τι και αν έχουν κάνει.
Α, μπορεί κι επειδή «έχει βαρύ πρόγραμμα που δεν του επιτρέπει να ξεκουραστεί». Θα εκπλαγεί κανείς αν δει κάτι τέτοιο γραμμένο σε ένα από τα επόμενα non paper να προβάλλεται ως δικαιολογία για ο,τιδήποτε; 

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2016

Σχέδιο «πορτοκαλόπιτα»



Είτε πιστεύει κανείς είτε όχι τον Γιάν(ν)η Βαρουφάκη, ο οποίος, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και από τους πλέον αξιόπιστους ανθρώπους σε αυτόν τον πλανήτη, πολύ δύσκολα μπορεί να αμφισβητήσει ότι από όλους όσοι διαδραματίζουν ρόλο στο υπερεπταετές ελληνικό δράμα ο μόνος που έχει αποδειχθεί ότι διαθέτει στρατηγικό σχέδιο είναι ο γερμανός υπουργός των Οικονομικών.
Μπορεί, λοιπόν, να έχει τους δικούς του λόγους ο γνωστός και μη εξαιρετέος Βαρουφάκης όταν δηλώνει ότι «ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε συμπεριφέρθηκε με σκαιό τρόπο απέναντι στον Σαμαρά», αποτελεί, ωστόσο, γεγονός πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το Βερολίνο όταν αντιλήφθηκε πως η προηγούμενη κυβέρνηση υπό τον Αντώνη Σαμαρά είχε ουσιαστικά εκμετρήσει το πολιτικό ζην, τόσο με τις επιδόσεις που είχε στις ευρωεκλογές της άνοιξης του 2014 όσο και με τον τρόπο που αντέδρασε εν συνεχεία, δεν κούνησε ούτε το μικρό του δακτυλάκι για να αλλάξει την προδιαγεγραμμένη πορεία των ελληνικών πολιτικών πραγμάτων.
Αρκετοί είχαν διαβλέψει τότε ότι δεν ήταν διόλου τυχαία η παγωμένη υποδοχή της οποίας έτυχε από την καγκελάριο Μέρκελ στις 23 Σεπτεμβρίου εκείνης της μοιραίας χρονιάς ο έλληνας πρωθυπουργός που πήγε στη γερμανική πρωτεύουσα για να ζητήσει μια ελάχιστη χείρα βοηθείας προκειμένου να καταφέρει να κλείσει το μνημονιακό πρόγραμμα και να αποπειραθεί να βγει στο οικονομικό ξέφωτο με το δεκανίκι της περιώνυμης προληπτικής πιστωτικής γραμμής.
Όμως, ούτε η υποτιθέμενη ιδεολογική συνάφεια των δύο κυβερνήσεων, ούτε η επίκληση του «επαπειλούμενου κινδύνου» από την επελαύνουσα ελληνική αριστερά, έκαμψαν τις πεποιθήσεις του Βερολίνου και πιο συγκεκριμένα του κ. Σόιμπλε, ο οποίος απαίτησε την απαρέγκλιτη εφαρμογή του προγράμματος, αδιαφορώντας αν αυτό θα λειτουργούσε ως «πιστοποιητικό θανάτου» για την κυβέρνηση Σαμαρά.
Και, παρότι κανείς δεν το έχει παραδεχθεί, είναι σαφές -και από τις εκ των υστέρων ομολογίες του Γ. Βαρουφάκη- ότι ο βασικός λόγος που τους έκανε να αδιαφορούν για την τύχη της κυβέρνησης Σαμαρά ήταν ότι ουδόλως έπαιρναν τοις μετρητοίς τις παραφροσύνες οι οποίες ακούγονταν από τα ελληνικά προεκλογικά μπαλκόνια –«Go back madam Merkel». Ενώ, αντιθέτως, προεξοφλούσαν ότι οι τύποι που ανέλαβαν τις τύχες της Ελλάδος, ακόμη και αν εννοούσαν όσα έλεγαν, ήταν έτοιμοι να κάνουν κάθε συμβιβασμό και να επιδοθούν σε κάθε πιθανή και απίθανη κωλοτούμπα.
Με αυτά και με πολλά άλλα, το σχέδιο Σόιμπλε, το οποίο όπως κάθε σοβαρό σχέδιο είχε και το «plan b» του, το οποίο εκδηλώθηκε με τις (τάχατες) εναλλακτικές ιδέες που «έριχνε» ο γερμανός υπουργός αρχικώς προς τον Ευάγγελο Βενιζέλο και κατόπιν προς τον Βαρουφάκη, προτείνοντας «να σας χρηματοδοτήσουμε για να μείνετε κάποια χρόνια έξω από το ευρώ και, όταν εξυγιανθείτε οικονομικά, επιστρέφετε», είναι, δυστυχώς, εκείνο που έδινε και εξακολουθεί να δίνει τον τόνο των (δυσμενών, για μας) εξελίξεων και των (ακόμη δυσμενέστερων) προοπτικών.
Το μεγαλύτερο δυστύχημα, ωστόσο, δεν είναι ούτε οι συμβιβασμοί ούτε οι κωλοτούμπες. Είναι το πόσο αστόχαστα εξακολουθούν να λειτουργούν και πόσο ανεπίδεκτοι μαθήσεως αποδεικνύονται όσοι απαρτίζουν τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση. Ενώ στην πραγματικότητα είναι έτοιμοι να υποστούν κάθε ταπείνωση, αποδεχόμενοι πράγματα που καμία άλλη κυβέρνηση δεν θα αποδεχόταν (από το αιωνόβιο Υπερταμείο για τη δημόσια περιουσία έως τους αυτόματους «κόφτες» που διαιωνίζουν την επιτροπεία), προσπαθούν με διάφορα προσχηματικά τερτίπια να παραστήσουν πως δήθεν αντιστέκονται.
Βρίζουν, από τη μια, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τα στελέχη τους, αποκαλώντας τους «ανόητους τεχνοκράτες», και, από την άλλη, τους καλούν να… δείξουν χαρακτήρα και να υποστηρίξουν την ελληνική θέση για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα. Ομνύουν πίστη στις συμφωνίες που υπέγραψαν, αλλά την ίδια ώρα καταφεύγουν σε αχρείαστους λεονταρισμούς μοιράζοντας, χωρίς προσυνεννόηση, ψηφοθηρικούς «μποναμάδες» με την προσδοκία να πείσουν το… «πόπολο» ότι τηρούν κάποιες από τις υποσχέσεις τους.
Καταφεύγουν απερίσκεπτα στην εκτόξευση απειλών για προκήρυξη εκλογών, αγνοώντας ότι η απειλή τους μπορεί να λειτουργήσει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Αποκαλούν από την Κούβα «δυνάστες» τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές, αλλά σπεύδουν στο Βερολίνο για να ικετέψουν την καγκελάριο Μέρκελ να αγνοήσει τις δικές της κάλπες και να ανατρέψει το μόνο συνεκτικό σχέδιο για την ελληνική κρίση, που, κακά τα ψέματα, δεν είναι άλλο από το σχέδιο Σόιμπλε.
Όποιος αμφιβάλει για τη… μοναδικότητα του σχεδίου Σόιμπλε δεν έχει παρά να ανατρέξει στην πρωτοφανή για τα ελληνικά κοινοβουλευτικά χρονικά ομιλία με την οποία έκλεισε το περασμένο Σάββατο τη συζήτηση για τον κρατικό προϋπολογισμό ο έλληνας ομόλογός του, Ευκλείδης Τσακαλώτος. Υπό τα «χάχανα» των κυβερνητικών βουλευτών, που λίγο αργότερα είπαν «ναι σε όλα», ο υπουργός Οικονομικών της καθημαγμένης Ελλάδας διηγούνταν από το βήμα της Βουλής ανέκδοτα για… πορτοκαλόπιτες τις οποίες του χαρίζουν γιαγιάδες, εκφράζοντας τον θαυμασμό τους επειδή… κατατροπώνει τους πολιτικούς του αντιπάλους στην Αθήνα.
Λέτε αν επαναλάβουν στο Βερολίνο όλα όσα είπαν στην ελληνική Βουλή τόσο ο ίδιος ο χιουμορίστας υπουργός μας, που ταξιδεύει αυτές τις ημέρες στη γερμανική πρωτεύουσα, όσο και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, να καμφθούν η Μέρκελ με τον Σόιμπλε; Καλού - κακού, ας τους πάνε πεσκέσι μερικές πορτοκαλόπιτες για να καταλάβουν ότι υπάρχουν τομείς στην Ελλάδα που έχουν εκτοξευθεί επί των ημερών του Ευκλείδη. Ο οποίος ήρθε η ώρα να αποδείξει ότι, παρόλο που δυσκολεύεται ακόμη λίγο στα ελληνικά, στα ανέκδοτα τα πάει καλά και κερδίζει αφειδώς πορτοκαλόπιτες.

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

«Πτωχοπρόδρομοι» και «αρχοντοχωριάτες»



            Ο «Πτωχοπρόδρομος» υπήρξε καλόγερος που έγραφε ποιήματα στα χρόνια της παρακμής του Βυζαντίου. Σύμφωνα με την παράδοση, την οποία μετέφερε ως τις μέρες μας ο Φώτης Κόντογλου, το όνομά του ήταν Πρόδρομος, αλλά πήρε το συγκεκριμένο προσωνύμιο επειδή, θέλοντας να κερδίσει συμπάθεια, κλαιγόταν συνεχώς και αδιαλείπτως για τη φτώχεια και τη μιζέρια που τον κατέτρεχε.
Έμεινε στην ιστορία περισσότερο για τη συνήθεια του να μυκτηρίζει νυχθημερόν τους ηγουμένους και τους καλοζωισμένους συναδέλφους του μοναχούς οι οποίοι, σε αντίθεση με εκείνον, διαβιούσαν στα πλούσια μοναστήρια της εποχής. Όπως επίσης και διότι καταριόταν σε κάθε ευκαιρία την κλίση του προς τα γράμματα που θεωρούσε ότι τον έκανε να χάσει τον καιρό του για να τα μάθει και δεν κοίταξε να κάνει καμία άλλη δουλειά με την οποία να βγάζει χρήματα.
Από τα γραφόμενά του – που χαρακτηρίζονται ως «άτεχνα και χωρίς καμιά σοβαρότητα»- φαίνεται ότι «ήταν γρουσούζης, τεμπέλης, απρόκοφτος, στριμμένος και κακόγλωσσος», όπως τουλάχιστον περιγράφει ο Κόντογλου. Αυτό, ωστόσο, δεν τον εμπόδισε να αφιερώνει στον αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνό, που βασίλευε επί των ημερών του, ορισμένα από τα ποιήματα που έγραψε, με στόχο -τι άλλο;- να διεκτραγωδήσει τη φτώχεια και τη γύμνια του, αλλά και να καταγγείλει την κακομεταχείριση που υποστήριζε ότι του είχαν επιφυλάξει στα μοναστήρια από τα οποία είχε περάσει.
Η περίπτωση του έγινε η αφορμή για να καθιερωθεί η έννοια του «πτωχοπροδρομισμού», με την οποία αποτυπώνεται η συνήθεια ορισμένων ανθρώπων να θρηνούν, δικαιολογημένα ή, πολλές φορές, αδικαιολόγητα, επειδή, όπως ισχυρίζονται, είναι φτωχοί και δυστυχείς, στοχεύοντας με τον τρόπο αυτό να αποσπάσουν τον οίκτο και την ενδεχόμενη βοήθεια εκείνων οι οποίοι γίνονται αποδέκτες της θρηνωδίας τους.
Μου ήρθαν κατά νου τα έργα και οι ημέρες του αυθεντικού «Φτωχοπρόδρομου», καθώς παρακολουθούσα τα όσα διημείφθησαν γύρω από την πολύ σημαντική επίσκεψη που πραγματοποίησε στη χώρα μας ο απερχόμενος Αμερικανός Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα. Μια αναμφισβήτητα ιστορική επίσκεψη την οποία, δυστυχώς, ο σύγχρονος «πτωχοπροδρομισμός» των ενοίκων του Μαξίμου προσπάθησε να περιορίσει τις διαστάσεις της ώστε να χωρέσει στα στενά όρια της κλάψας για τη διευθέτηση του ελληνικού δημοσίου χρέους και των προπαγανδιστικών αναφορών για το πόσες φορές αποκάλεσε «Αλέξη» τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Έφθασαν στο σημείο να οργανώσουν μέσα στη νύχτα έκτακτη συνέντευξη Τύπου του κυβερνητικού εκπροσώπου για να στήσουν πανηγύρι γύρω από το ταξίδι με επισημάνσεις που καταφανώς κινούνταν πολύ μακριά από την ουσία των παρεμβάσεων του Προέδρου Ομπάμα, ο οποίος, όπως όλα έδειξαν, θέλησε να κλείσει την προεδρία του με μια «Ωδή στη Δημοκρατία» την οποία σκόπευε να απευθύνει από την Πνύκα, με όλους τους συμβολισμούς που μπορούσε να εκπέμψει ο συγκεκριμένος τόπος.
«Αυτό το οποίο κρατάμε είναι την παραίνεση του Αμερικανού Προέδρου, έτσι ώστε να τηρηθεί το χρονοδιάγραμμα και σύντομα να έχουμε μια καθαρή λύση για το ελληνικό χρέος», ήταν το συμπέρασμα που έβγαλαν οι «πτωχοπρόδρομοι» του Μαξίμου. Και αυτό κράτησαν από όλα όσα ακούστηκαν από τα χείλη του Μπάρακ Ομπάμα στις πολυσήμαντες παρεμβάσεις που έκανε επί ελληνικού εδάφους με αποκορύφωμα την ομιλία του στο Ίδρυμα Νιάρχος που τον φιλοξένησε επειδή δεν θεωρήθηκε ασφαλής τόπος η Πνύκα, η γενέτειρα της Δημοκρατίας.   
«Θεωρούμε ότι η επίσκεψη αποτέλεσε ένα παγκόσμιας σημασίας γεγονός πράγμα που επιβεβαιώνει και η κάλυψη της από τον ευρωπαϊκό και τον αμερικανικό τύπο», ισχυρίστηκε ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης των «πτωχοπρόδρομων». «Πτωχοπρόδρομοι», όμως, οι οποίοι δεν έχουν την παραμικρή δυσκολία να μεταμφιεστούν  από τη μια στιγμή στην άλλη σε αλαζονικούς «αρχοντοχωριάτες» που, όπως ο ομώνυμος ήρωας του Μολιέρου, θεωρούν ότι μεγαλοπιάστηκαν επειδή μας επισκέφθηκε ο Αμερικανός Πρόεδρος. Και χωρίς την παραμικρή συστολή επαίρονται για πράγματα που μόνον οι ίδιοι αντιλαμβάνονται ότι έχουν τη διάσταση την οποία τους δίνουν.
Κατά τον νέο αρχιπροπαγανδιστή της κυβέρνησης Δ. Τζανακόπουλο, η επίσκεψη Ομπάμα «επιβεβαιώνει εξάλλου ότι η Ελλάδα έχει βγει πλέον από την απομόνωση της καταστροφικής πενταετίας 2010-2014 και μετατρέπεται σε πρωταγωνιστή των εξελίξεων στην Ευρώπη». Ναι, έτσι, ακριβώς. Οι ίδιοι άνθρωποι που εκλιπαρούσαν τον Ομπάμα να πει δυο καλά λόγια που να πείσουν την Άνγκελα Μέρκελ να κάνει κάτι για το ελληνικό χρέος και ας χάσει τις εκλογές που έχει τον επόμενο χρόνο, φαντασιώνονται την ίδια στιγμή ότι πρωταγωνιστούν στην Ευρώπη.
Εκδηλώνουν, μάλιστα, δημόσια τις φαντασιώσεις αυτού του είδους, που στο παρελθόν τις πληρώσαμε με το βαρύτατο τρίτο Μνημόνιο, σε μια στιγμή που η συνολική εικόνα την οποία παρουσίασαν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι κατά το διήμερο της παραμονής Ομπάμα στην Αθήνα μόνον τιμή δεν περιποιούν στη χώρα για την ποιότητα της εκπροσώπησης που είχε: από τον ενδυματολογικό κώδικα έως την εκφορά της –ελληνικής και όχι μόνον- γλώσσας δεν νομίζω να έκαναν κανέναν συμπατριώτη μας να αισθανθεί περήφανος.
Για τους κλαίοντες «πτωχοπρόδρομους», ωστόσο, όπως και για τους «αρχοντοχωριάτες» που έχουν καταληφθούν από την οίηση της αυταπάτης μέσα στην οποία ζουν, αυτά είναι λεπτομέρειες. Όπως, άλλωστε, μας πληροφόρησαν τα κυβερνητικά μέσα ενημέρωσης, «ο Μπαράκ Ομπάμα έδειξε γνώστης του βιογραφικού του Αλέξη Τσίπρα και τον ρώτησε πως και ασχολήθηκε από τα μαθητικά του χρόνια με την πολιτική και πόσο άλλαξε η ζωή του από τη μέρα που έγινε Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργός. Ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον έδειξε για την οικογένειά του και τους δύο του γιούς». Λίγο το έχετε; Κοτζάμ πλανητάρχης να ρωτάει για τον… Ερνέστο;

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Χάσαμε τους συμμάχους, μας έμειναν οι «προστάτες»



            Πιο απομονωμένη διπλωματικά και περισσότερο ταπεινωμένη εθνικά, από όσο είναι σήμερα, η χώρα μας δεν πρέπει να έχει υπάρξει στο παρελθόν, ίσως από την εποχή της εθνικής Παλιγγενεσίας. 
Ακόμη και στις πλέον «ανώμαλες» περιόδους, όπως η χουντική επταετία, βρέθηκαν στη διεθνή σκηνή καθεστώτα, όπως εκείνα της Αλβανίας του Χότζα ή της Κίνας του Μάο, που για τους δικούς τους λόγους αναβάθμισαν τις σχέσεις με την Ελλάδα των συνταγματαρχών, σπάζοντας την απομόνωση στην οποία είχε περιέλθει η χώρα ιδίως μετά την υποχρεωτική αποχώρησή της από το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Έμελλε, δυστυχώς, στις μέρες μας, η Ελλάδα του σκληρού πυρήνα της ευρωπαϊκής οικονομικής και νομισματικής ένωσης, η χώρα που στο πρόσφατο παρελθόν κατήγαγε τεράστιες διπλωματικές νίκες, πετυχαίνοντας υψιπετείς στόχους, όπως η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., σε πείσμα της λυσσώδους αντίδρασης της Άγκυρας, να μετατραπεί στον απόλυτο διπλωματικό παρία της Ευρώπης των «28» που κανείς δεν τον υπολογίζει, ούτε δεν τον σέβεται, μηδέ τον υπολήπτεται.
Και μπορεί το περασμένο καλοκαίρι να μας την «χάρισαν», αναβάλλοντας τα προχωρημένα σχέδια να μας διώξουν από την ευρωζώνη και ενδεχομένως από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά τώρα που οι ολέθριοι –όχι μόνον από την δική μας πλευρά- χειρισμοί του Μεταναστευτικού δημιούργησαν μια τεράστια βόμβα η οποία απειλεί τη συνοχή χωρών και την παραμονή στην εξουσία κυβερνήσεων, όλα δείχνουν ότι πολύ δύσκολα να μας τη «ξαναχαρίσουν».
Μέρα με τη μέρα και ώρα με την ώρα, επιβεβαιώνονται οι χειρότεροι φόβοι για τη μετατροπή της ελληνικής επικράτειας σε ένα απέραντο «hotspot», όπως ευσχήμως μας έπεισαν να αποκαλούμε τα ατελείωτα «τσαντίρια» τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να στήνουμε για να φιλοξενήσουμε –εκόντες, άκοντες- τις μυριάδες των απελπισμένων από τη μισή Ασία και την άλλη μισή Αφρική που θέλουν να χρησιμοποιήσουν το ελληνικό έδαφος ως πέρασμα προς το «ευρωπαϊκό όνειρο» τους.
Το πιο απογοητευτικό στην ούτως ή άλλως απελπιστική κατάσταση, η οποία διαμορφώνεται μετά το κλείσιμο των βόρειων συνόρων, που πολλοί, εκτός από την κυβέρνηση, βλέπαμε να έρχεται αργότερα ή γρηγορότερα, είναι ότι η Ελλάδα βρέθηκε μπροστά σε τετελεσμένα χωρίς να έχει στο πλευρό της ούτε έναν πραγματικό σύμμαχο. Αντιθέτως, όλοι, μα όλοι, οι βαλκάνιοι γείτονες συντονίστηκαν με την Αυστρία, η οποία αποκτά ρόλο ρυθμιστή των ευρωπαϊκών που ούτε την εποχή του Μέτερνιχ  δεν είχε καταφέρει να αποκτήσει.
Που είναι, άραγε, εκείνες οι βαρύγδουπες εξαγγελίες για την «Συμμαχία του Ευρωπαϊκού Νότου»; Τι απέγιναν οι μεγαλόστομες διακηρύξεις για «την Ευρώπη που αλλάζει εξαιτίας του ΣΥΡΙΖΑ»; Προφανώς χάθηκαν μαζί με την δήθεν «υπερήφανη διαπραγμάτευση» που είχε ως επικεφαλής τον –σχεδόν κατά γενική ομολογία, πλέον-ανεκδιήγητο πρώην  υπουργό Οικονομικών, ο οποίος πρώτος πέτυχε την απομόνωση της χώρας στις συνεδριάσεις του Eurogroup.
Με συγχωρείτε, αλλά όταν προκαλείς τον Σλοβένο ή τον Σλοβάκο, ο οποίος, αν και φτωχότερος, συμμετέχει στο πρόγραμμα διάσωσης της χώρας σου, επειδή ανήκει στην ευρωζώνη, γιατί να σε σεβαστεί ο Ούγγρος ή ο Βούλγαρος, ιδίως όταν στον τελευταίο κλείνεις και τα σύνορα επειδή έχεις αγροτικές κινητοποιήσεις; Πολύ περισσότερο δεν θα σε σεβαστεί η πολιτική τάξη της ΠΔΓΜ που βρήκε με τη μεταναστευτική κρίση τη χρυσή ευκαιρία που χρόνια αναζητούσε για να αναδείξει γεωπολιτικό πλεονέκτημα έναντι της Ελλάδας.
Κακά τα ψέματα, είτε από άγνοια των πραγμάτων είτε από ιδεοληπτικές εμμονές, η σημερινή κυβέρνηση, από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τις τύχες της χώρας, δεν επεδίωξε τη σύναψη αποδοτικών συμμαχιών. Παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς για δήθεν πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, εκείνο που πραγματικά κυνήγησαν οι διπλωματικοί ινστρούχτορες της σημερινής κυβέρνησης ήταν η σύναψη σχέσεων «προστασίας».
Αρχικώς στράφηκαν εκτός Ευρώπης, πλην, όμως, όταν ναυάγησαν νωρίς – νωρίς τα όνειρα για κινέζικες πιστώσεις και ρωσικές προκαταβολές, το έριξαν στις γονυκλισίες προς τον Ομπάμα. Για να καταλήξουν να σέρνονται πότε πίσω από την Μέρκελ και πότε τον Ολάντ, αγνοώντας όλους τους άλλους μικρότερους Ευρωπαίους «παίκτες». Αντί, λοιπόν, να ανοίξουν εδώ και καιρό απευθείας διαύλους με τους γείτονες μας, εναπέθεσαν όλες τις ελπίδες στους «προστάτες».
Από αυτούς περιμένουν τώρα να μας… λυπηθούν και να πιέσουν τους γείτονες μας να ανοίξουν τα σύνορα και τους λοιπούς Κεντροευρωπαίους να δεχθούν να πάρουν στο έδαφός τους μερικούς από τους χιλιάδες των μεταναστών που με αμείωτη ένταση θα εξακολουθήσουν να έρχονται στην Ελλάδα, επειδή εδώ είναι πολύ καλύτερα από τις χώρες τους και αρκετά καλύτερα από την Τουρκία.
Μέχρι το ΝΑΤΟ, που οι σημερινοί κυβερνώντες ήθελαν μέχρι πρότινος τη διάλυσή του, δέχθηκαν, στο πλαίσιο αυτής της λογικής της «προστασίας», να αναλάβει τα ηνία στο Αιγαίο, κάτι που επί σειρά δεκαετιών ήταν αδιανόητο να δεχθεί οποιαδήποτε άλλη ελληνική κυβέρνηση. Παρά ταύτα, όμως, τα αποτελέσματα και αυτού του απελπισμένου διπλωματικού χειρισμού δεν άλλαξαν τη δυσχερή θέση στην οποία περιήλθε η χώρα εξαιτίας της άφρονος πολιτικής που ακολουθήθηκε τον περασμένο χρόνο.
Αλλά, πως μπορεί να περιμένει κανείς κάτι διαφορετικό στην εξωτερική πολιτική, όταν οι ίδιοι άνθρωποι δεν μπορούν να συνάψουν συμμαχίες ούτε καν στο εσωτερικό που έχουν δίπλα τους τόσο «πρόθυμους» -μέχρι παρεξηγήσεως…- συμπαραστάτες, όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, η Φώφη Γεννηματά, ο Σταύρος Θεοδωράκης και ο Βασίλης Λεβέντης;
Αντί να αδράξουν την ευκαιρία της συναίνεσης που τους προσφέρεται, ο Αλέξης Τσίπρας και η κυβερνώσα παρέα του επιλέγουν τα διχαστικά ψεύδη και τις αλαζονικές απειλές. Είναι σαφές ότι αδιαφορούν αν έτσι πριονίζουν το κλαδί στο οποίο κάθονται. Και, προφανώς, δεν δίνουν την παραμικρή σημασία στη ζημιά την οποία προκαλούν στον εθνικό και κοινωνικό κορμό.

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

«Go forward madam Merkel et monsieur… Ηοllandreou»



            Πέρασε μάλλον απαρατήρητη, σε σχέση τουλάχιστον με το βάρος της, η βαρύτατη καταγγελία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ευάγγελου Μεϊμαράκη για τις –«αιτήσει της ελληνικής κυβέρνησης»!- πιέσεις που ασκεί η Ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά προς τη Νέα Δημοκρατία για να συνεχίσει να βάζει πλάτη στην κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου προκειμένου να περάσουν οι εφαρμοστικοί νόμοι του τρίτου και βαρύτερου κατά τα φαινόμενα Μνημονίου.  
«Μαθαίνω ότι χθες στη συζήτηση με την κ. Μέρκελ τής είπε ότι η αντιπολίτευση δε θα ψηφίσει το πολυνομοσχέδιο, το αδερφό κόμμα δε θα το ψηφίσει», είπε από το βήμα της Βουλής ο αρχηγός της ΝΔ και χωρίς περιστροφές απευθύνθηκε στον πρωθυπουργό με διατυπώσεις και ισχυρισμούς που, υπό άλλες συνθήκες, θα προκαλούσαν πολιτική σύρραξη και συζητήσεις που θα κρατούσαν μέρες και εβδομάδες, αν όχι μήνες και χρόνια.
«Φτάσατε στο σημείο να κάνετε σαν το παιδάκι που φωνάζει τη μαμά για να μας κάνει “ντα”, να μας πει η κυρία Μέρκελ να το ψηφίσουμε…», κατήγγειλε ο πρόεδρος της ΝΔ. «Εσείς ο αντι-Μερκελιστής, εσείς εκείνος ο οποίος υβρίζατε όλη την Ευρώπη, όλους τους ξένους, να τους βάλετε τώρα να μας μαλώσουνε; Ε, λοιπόν, πάει πολύ», συμπλήρωσε.
Πολύ, ξε-πολύ, στην πραγματικότητα δεν κουνήθηκε φύλλο. Άλλωστε, ο ίδιος ο κ. Τσίπρας που φωνασκούσε προεκλογικά το περίφημο πλέον «Go back, κυρία Μέρκελ, κύριε Σόιμπλε, κυρίες και κύριοι της συντηρητικής νομενκλατούρας της Ευρώπης», δεν ένοιωσε καν την ανάγκη να σχολιάσει τους ισχυρισμούς του κ. Μεϊμαράκη και, έστω για τα μάτια του κόσμου, βρε αδελφέ, να διασκεδάσει τις εντυπώσεις από τις βαριές καταγγελίες ότι «καρφώνει» τους πολιτικούς του αντιπάλους του στο εξωτερικό.
Δεν πάει, εξάλλου, πολύς καιρός από τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ χαλούσε τον κόσμο κάθε φορά που έρχονταν στη δημοσιότητα φράσεις αξιωματούχων της προηγούμενης συγκυβέρνησης του τύπου «μην μας πιέζετε άλλο για επιπλέον μέτρα, γιατί θα έχετε να διαπραγματευτείτε με τον Τσίπρα…». Οι χαρακτηρισμοί «εθελόδουλοι», «Γερμανοτσολιάδες» και «προδότες»  δονούσαν την πολιτική ατμόσφαιρα.
Τα έφερε, όμως, έτσι η ζωή που η προφητεία της… σαμαροβενιζελικής διακυβέρνησης λειτούργησε σχεδόν ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία: Οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι, που υποτίθεται ότι ήθελαν «οικεία πρόσωπα» στη διακυβέρνηση των Αθηνών, πίεσαν μέχρι εκεί που δεν έπαιρνε άλλο την προηγούμενη κυβέρνηση («μας μετακινούν συνεχώς τα γκολπόστ», διαπίστωνε, όντας ακόμη στο Μαξίμου, ο Αντώνης Σαμαράς), επιταχύνοντας την έλευση του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία για να του επιβάλλουν στη συνέχεια ένα Μνημόνιο που οι προηγούμενοι –ακόμη και αν το δεχόταν- ούτε στον αιώνα τον άπαντα δεν επρόκειτο να περάσουν.
Για τους τυχόν… άπιστους, δεν έχει παρά να τους παραπέμψει κάποιος στις πρόσφατες συνεντεύξεις του φοβερού και τρομερού υπουργού Εργασίας Γιώργου Κατρούγκαλου και να τις συγκρίνει με εκείνες του ομολόγου του στην προηγούμενη διακυβέρνηση Γιάννη Βρούτση για να ψάξει να βρει ποιος είναι ο πούρος νεοφιλελεύθερος, ποιος ο κοινωνικά ανάλγητος, ή ποιος αντιστέκεται στους ξένους και στα Μνημόνια.
Δεν είναι, εξάλλου, μόνον η Μέρκελ που πιέζει τους νεοδημοκράτες να είναι υποστηρικτικοί προς τον Τσίπρα. Είναι, πολύ περισσότερο, η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία η οποία, χωρίς υπερβολή, τα «δίνει όλα» για να φέρει στα νερά της τον Έλληνα πρωθυπουργό και το κόμμα του, όπως, μάλλον με έκπληξη διαπίστωσαν και όσοι άκουσαν τον Ιταλό πρώην πρωθυπουργό Μάσσιμο Ντ’  Αλέμα σε πρόσφατη εκδήλωση που οργάνωσε η Άννα Διαμαντοπούλου στην Αθήνα.   
Καλώς ή κακώς, στο Βερολίνο, στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες βλέπουν πόσο «υπάκουα παιδιά» είναι ο Κατρούγκαλος, ο Ευκλείδης που έχει πειστεί ότι είναι και χιουμορίστας, ο large Φίλης που δεν δίνει σημασία στις πενταροδεκάρες και όλοι οι άλλοι συνάδελφοί τους στην «πρωτοδεύτερη φορά Αριστερά». Βλέπουν επίσης και πόσο αποτελεσματικά… θολώνουν τα νερά με παραμύθια για δήθεν «ισοδύναμα» (που όλο τα ψάχνουν αλλά ποτέ δεν τα βρίσκουν…).
Και γι΄ αυτό, ας μην εκπλήσσεται κανείς, επενδύουν όλα τα λεφτά τους στον μεταμορφωμένο Αλέξη Τσίπρα, τον οποίο δεν αποκλείεται να δούμε και να ακούσουμε στην υποδοχή του Γάλλου Προέδρου, συγκινημένος καθώς θα είναι από τις τιμές και τις φιλοφρονήσεις να θυμηθεί, αίφνης, τον ακτιβιστή εαυτό του και να αρχίσει να φωνάζει: «Go forward madam Merkel et monsieur… Ηοllandreou».
Αλλά και αν (από… συστολή;) αποφύγει ο κ. Τσίπρας να πει ρητά το «Go forward…», οι εταίροι και δανειστές μας μάλλον δεν θα… παρεξηγηθούν. Ξέρουν πια πόσο συνεργάσιμος είναι. Και πόσο αποτελεσματικός. Το έχει, άλλωστε, σηματοδοτήσει με τον τρόπο που πέρασε το Μνημόνιο του παραμονές του Δεκαπενταύγουστου, αλλά και μόλις πρόσφατα τα πρώτα προαπαιτούμενα. Και με τον τρόπο που ετοιμάζεται να περάσει τα επόμενα. Τα πάντα όλα. Εδώ και τώρα.
Ποιος να το περίμενε άραγε; Ίσως μόνον εκείνοι που υπονόμευαν τους προηγούμενους, βλέποντας τους να… σέρνουν τα πόδια τους και να μην επιδεικνύουν τη μνημονιακή αποφασιστικότητα που διέβλεπαν στον κ. Τσίπρα και στον περίγυρό του. Κάτι παραπάνω θα ήξεραν. Go forward, λοιπόν, go…Και όποιος αντέξει!