Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μηταράκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μηταράκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 14 Ιουλίου 2023

Η «κατάρα» της δεύτερης τετραετίας μπορεί να γίνει ισχυρότερη χωρίς… αντιπολίτευση


Το μεγαλύτερο καλό που έχουν οι Δημοκρατίες είναι ότι, σε αντίθεση με τα αυταρχικά καθεστώτα, όσοι αναλαμβάνουν θέσεις εξουσίας ξέρουν -ή οφείλουν να ξέρουν- πως το αξίωμα το οποίο κατέχουν δεν είναι ούτε ισόβιο ούτε αιώνιο. 

Για πολλούς και ποικίλους λόγους, τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς, η πολύχρονη παραμονή στους διαφόρους θώκους προκαλεί φθορά ακόμη και σε δημοφιλή πολιτικά πρόσωπα. Δεν είναι λίγοι, μάλιστα, εκείνοι που μιλούν για το σύνδρομο -κατ΄ άλλους και «κατάρα»- της δεύτερης τετραετίας που αποδίδεται στο γεγονός ότι σχεδόν ποτέ -ή έστω πολύ σπάνια- κάποια κυβέρνηση καταφέρνει να επανεκλεγεί για τρίτη συνεχόμενη φορά.

Στις παραμονές των δύο τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων ρώτησα τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη αν είναι στις προθέσεις του να αποχωρήσει από το Μέγαρο Μαξίμου στο τέλος της δεύτερης θητείας του στην πρωθυπουργία. Απάντηση ουσίας δεν έλαβα. Ίσως και δικαιολογημένα διότι ήμασταν σε προεκλογική περίοδο. Χθες που, μιλώντας στον Σκάι, δέχθηκε το ίδιο ερώτημα από τη Σία Κοσιώνη και τον Παύλο Τσίμα, προτίμησε να… κλωτσήσει το τενεκεδάκι παρακάτω, ζητώντας να ερωτηθεί ξανά σε δύο χρόνια.

Δεν ξέρω αν το πρότεινε για λόγους υπεκφυγής ή επειδή έχει αίσθηση των πραγμάτων, αλλά η αλήθεια είναι ότι για κυβέρνηση που εκλέχθηκε πανηγυρικά πριν από λίγες εβδομάδες δεν είναι λίγα τα σύννεφα που μαζεύτηκαν τόσο γρήγορα στον ορίζοντα της. Εκτός από τα πρόωρα φάλτσα τριών κυβερνητικών στελεχών που… δεν έβγαλαν όλα γέλιο, η μεγάλη εικόνα δεν θυμίζει το 2019 που, παρότι ήταν λιγότερο πεπειραμένοι οι υπουργοί που διορίστηκαν τότε, η εκκίνηση εκείνης της κυβέρνησης είχε γίνει με όρους που παρέπεμψαν σε εκ των προτέρων καλοκουρδισμένη μηχανή.

Σε αυτή τη φάση, άλλα ήταν τα νομοσχέδια που είχε ανακοινωθεί προεκλογικά ότι έχουν προτεραιότητα και άλλα τώρα προηγούνται. Γιατί, για παράδειγμα, πήγαν πίσω οι προαναγγελθείσες αλλαγές στο λεγόμενο «επιτελικό κράτος» που θα έπρεπε να ήταν ώριμες; Και ποιος λόγος επέβαλε να προηγηθεί η αποσπασματική ρύθμιση για τη διευκόλυνση της ψήφου των Αποδήμων που δεν επείγει;

Αν έγινε για να εκτεθεί η αντιπολίτευση, μάλλον θυσιάζεται το μείζον για το έλασσον. Δηλαδή οι μικροκομματικοί υπολογισμοί εις βάρος της ανάγκης για μια minimum συναίνεση, εκεί που αυτή είναι απολύτως αναγκαία, όπως στην περίπτωση της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος από τους Έλληνες που διαμένουν στο εξωτερικό.

Ο πρωθυπουργός στην ίδια συνέντευξη χαρακτήρισε οξύμωρο τον προεκλογικό ισχυρισμό σύμφωνα με το οποίο η κυβέρνησή του θα ήταν «αντιπολίτευση του εαυτού της». Αναγνώρισε σωστά ότι «δεν επιβάλλει αυτό η θεσμική μας τάξη». Όπως επίσης και ότι «οφείλουμε να είμαστε πολύ αυστηροί, να έχουμε τα αυτιά μας ανοιχτά, να μην είμαστε θύματα της “γυάλινης σφαίρας” στην οποία μερικές φορές αυτό το κτίριο (σ.σ.: το Μέγαρο Μαξίμου) μετατρέπεται, να μην θεωρούμε ότι έχουμε πάντα δίκιο».

Ο ίδιος είπε ότι βάζει πολύ ψηλά τον πήχη των προσδοκιών και δεν θα συμβιβαζόταν με μία δεύτερη τετραετία που να είναι «απλά διαχειριστική» και στην οποία τα μέλη της κυβέρνησης θα κάθονται πάνω στις δάφνες της άνετης εκλογικής επικράτησης που είχε η κυβέρνησή του. 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η απόσταση των 23 μονάδων που χωρίζουν την κυβερνητική παράταξη από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και το γεγονός ότι το άθροισμα των υπόλοιπων παραδοσιακών κομμάτων υπολείπεται του σχεδόν 41% που πήρε η ΝΔ, δίνουν μεγάλο πλεονέκτημα στον κ. Μητσοτάκη και στους συνεργάτες του.

Την ίδια ώρα, ωστόσο, αυτό το πλεονέκτημα της έλλειψης αξιόμαχου αντιπάλου, εξαιτίας και του κατακερματισμού της αντιπολίτευσης, μπορεί να γίνει το μεγάλο μειονέκτημα της δεύτερης κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Όχι μόνον διότι τα στελέχη της μπορεί να βάλουν χαμηλά τον πήχη, επειδή δεν προβάλει στον ορίζοντα αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Αλλά κυρίως διότι, με δεδομένη τη φάση της ομφαλοσκόπησης στην οποία έχει περιπέσει η αντιπολίτευση, το μεγαλύτερο μέρος από τα φώτα της κοινής γνώμης είναι στραμμένο στις ενέργειες της κυβέρνησης.

Επικαλούμενος και εγώ το εμβληματικό καβαφικό ποίημα «Περιμένοντας τους βαρβάρους», που θύμισε ο πρωθυπουργός όταν αναφέρθηκε στα ελληνοτουρκικά, δεν δυσκολεύεται να πω ότι η απόσυρση από το προσκήνιο της τοξικής αντιπαράθεσης που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί συνθήκες στο πολιτικό προσκήνιο που παραπέμπουν στον στίχο του Αλεξανδρινού, σύμφωνα με τον οποίο: «Και τώρα τι θα γενούμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις».

Κακά τα ψέματα, ο τρόπος με τον οποίο αντιπολιτευόταν ο ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη τετραετία κάθε άλλο παρά δημιουργούσε πρόβλημα στην κυβέρνηση. Το μαρτυρά, άλλωστε, το πρωτοφανές εκλογικό αποτέλεσμα με την άνοδο της κυβερνητικής παράταξης και τον ταυτόχρονο καταποντισμό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Να το πούμε με ένα παράδειγμα που τώρα γίνεται πιο ευχερές; Η παβλοφικού τύπου «αλληλεγγύη» σύσσωμης της αξιωματικής αντιπολίτευσης προς κάθε «μπαχαλάκια» και παραβατικό εισβολέα στους χώρους των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, θόλωνε την εικόνα της πραγματικότητας και δεν άφηνε να φανεί ότι ο διορισμός άοπλης πανεπιστημιακής αστυνομίας δεν μπορούσε παρά να αποδειχθεί μια ιδεοληπτική «τρύπα στο νερό».

Αν δεν την είχε πολεμήσει τόσο πολύ ο ΣΥΡΙΖΑ, δίνοντας, μάλιστα, ιδεολογικά χαρακτηριστικά στην αντίθεσή του, η κοινή γνώμη θα είχε μάθει ότι η ουσιαστική κατάργηση της πανεπιστημιακής αστυνομίας έχει ήδη γίνει τουλάχιστον από την αρχή του τρέχοντος χρόνου όταν οι άνθρωποι που προσλήφθηκαν για αυτό τον θεσμό τοποθετήθηκαν στα τμήματα, ξεκίνησαν να εκπαιδεύονται στα όπλα και να μετατρέπονται σε ειδικούς φρουρούς της ΕΛΑΣ.

Με άλλα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να υπάρχει πανεπιστημιακή αστυνομία γιατί μόνον έτσι ήξερε να αντιπολιτεύεται, καταγγέλλοντας ακροδεξιά φαντάσματα, και η κυβέρνηση μια χαρά βολευόταν προβάλλοντας το ανύπαρκτο δόγμα «νόμος και τάξη». Τώρα που η Κουμουνδούρου πασχίζει να βρει νέα/ο αρχηγό ήρθε ο Νότης Μηταράκης να πει δυνατά την αλήθεια.

Για να αποδειχθεί έτσι ότι η «κατάρα» της δεύτερης τετραετίας μπορεί να γίνει ισχυρότερη χωρίς… αντιπολίτευση. Τουλάχιστον χωρίς την αντιπολίτευση που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ τα τέσσερα τελευταία χρόνια, κατά τα οποία τις πιο πολλές φορές αντιπολιτευόταν την ίδια την πραγματικότητα!

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

Η ΕΥΠ και το «μπάι, μπάι Μόρια»

 Τους… αλησμόνητους δορυφόρους του Νίκου Παπά που κυνηγούσαν φανταστικούς εμπρηστές λίγα εκοσιτετράωρα μετά την τραγωδία του Ιουλίου του 2018 στο Μάτι θύμισε η παρουσία του διοικητή της ΕΥΠ στη σύσκεψη που συγκλήθηκε στο πρωθυπουργικό γραφείο την επαύριο των εμπρηστικών ταραχών στη Μόρια με πρωταγωνιστές τους ίδιους τους φιλοξενούμενους του καταυλισμού

Όπως τότε το κακόγουστο σόου το οποίο συστήθηκε θωρήθηκε από τους περισσότερους ως φθηνός επικοινωνιακός αντιπερισπασμός που στόχο είχε να καλυφθούν οι τεράστιες ευθύνες των κυβερνώντων, έτσι και τώρα οι συνωμοσιολογικοί συνειρμοί που επιχειρήθηκε να δημιουργηθούν με την ανακοίνωση της συμμετοχής του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών σε μια πολιτική σύσκεψη αποτελεί πρόκληση για τη νοημοσύνη των σκεπτόμενων πολιτών.

Όπως τότε αν πράγματι είχαν υπάρξει εμπρηστές, εκείνο που χρειαζόταν ήταν να δοθούν τα στοιχεία στις αρμόδιες αρχές για να προβούν σε έρευνες και συλλήψεις, έτσι και τώρα αν οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας διέθεταν πληροφορίες για δράσεις κατά της εθνικής ασφάλειας, η ευθύνη που αναλογούσε στους ιθύνοντες της ΕΥΠ ήταν ότι έπρεπε να είχαν κινηθεί εγκαίρως για να αποτρέψουν τις υποκινούμενες –αν είναι, όντως, τέτοιες…- ταραχές και τις καταστροφές των υποδομών που δημιουργήθηκαν με χρήματα των Ευρωπαίων, άρα και των Ελλήνων, φορολογουμένων.

Το γεγονός ότι πριν από μερικούς μήνες στον Έβρο ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν «εργαλειοποίησε» τους πρόσφυγες και μετανάστες που «φιλοξενεί» στη χώρα του για να εξαπολύσει τον «υβριδικό» πόλεμο της κατάλυσης των ελληνικών συνόρων, δεν μπορεί να αποτελεί διαρκές άλλοθι για τη σημερινή κυβέρνηση. Με την ιδιότητα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επισκέφθηκε τρεις φορές τη Μόρια. Και τις τρεις κατήγγειλε την τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για ανεπάρκεια και ιδεοληψίες, ενώ στηλίτευσε τις απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούσαν στον καταυλισμό, όπως είχε κάνει νωρίτερα και στην Ειδομένη.

Όντας, πλέον, 14 μήνες στην ευθύνη της διακυβέρνησης, ούτε ο ίδιος ο πρωθυπουργός ούτε οι υπουργοί του δικαιούνται να μένουν στις διαπιστώσεις και στην περιγραφή του προβλήματος που συνιστά η παρουσία τόσο μεγάλου αριθμού μεταναστών ή προσφύγων που περιφέρονται ασκόπως είτε στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου είτε στις πλατείες των υποβαθμισμένων συνοικιών της πρωτεύουσας.

Αν μάλιστα ισχύουν οι πληροφορίες –και γιατί να μην ισχύουν;- ότι ο «ασθενής μηδέν», ο οποίος εντοπίστηκε στη Μόρια και μόλυνε με κορωνοϊό και τους υπολοίπους, είχε επισκεφθεί την πρωτεύουσα και, επειδή δεν βρήκε τρόπο να βιοποριστεί, επέστρεψε στην πιο διάσημη «αποθήκη ψυχών» που διαθέτει η Λέσβος, αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι ήταν απλώς θέμα καθαρής τύχης που τόσους μήνες δεν έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις η εξάπλωση της πανδημίας μέσα στις δομές φιλοξενίας.

Η μονόπλευρη επίρριψη της ευθύνης στους ίδιους τους μετανάστες οι οποίοι δεν λαμβάνουν μέτρα για την προστασία της υγείας τους και αντιδρούν στην «καραντίνα» πυρπολώντας τους καταυλισμούς που τους φιλοξενούν, είναι εύκολη υπεκφυγή. Ακόμη και αν όσοι οργανώνουν τις εξεγέρσεις είναι κατευθυνόμενοι, είτε από ξένους πράκτορες, είτε από στελέχη «πειρατικών» ΜΚΟ (αλήθεια πόσες έδιωξε ως τώρα η σημερινή κυβέρνηση;), οι ιθύνοντες της μεταναστευτικής πολιτικής δεν είναι άμοιροι.

Δουλειά τους είναι να λάβουν μέτρα για να μην μετατραπούν οι δομές σε υγειονομικές βόμβες, αλλά και να αποσυμφορηθούν οι χώροι φιλοξενία ούτως ώστε να αποφεύγονται οι συνθήκες του συνωστισμού και της οχλοκρατίας που ενδημούν εκεί όπου διαβούν υπεράριθμοι απελπισμένοι οι οποίοι καίγοντας τους χώρους που τους φιλοξενούν προσδοκούν να έχουν περισσότερα οφέλη από τις ζημιές που υφίστανται.

Αν είχαμε, άλλωστε, ικανή ΕΥΠ δεν θα έπρεπε να καλείται ο αρχηγός της στο Μαξίμου, αλλά θα περίμενε κανείς από τα στελέχη της να βρίσκονται… μέσα στους καταυλισμούς και να εντοπίζουν όσους υποκινούν τις ταραχές και πρωταγωνιστούν στις καταστροφές. Μόνον έτσι, άλλωστε, θα έπαιρνε… σάρκα και οστά το «μπάι, μπάι Μόρια» που τινές εξ αυτών τραγουδούσαν ανάμεσα στα αποκαΐδια.

Όπως και να έχει, πάντως, αυτού του είδους τα πολυσύνθετα ζητήματα, όπως είναι το Μεταναστευτικό, δεν επιλύονται με γενικόλογες διαπιστώσεις και απλοϊκούς επικοινωνιακούς χειρισμούς. Θέλουν συνεκτικό σχέδιο, αποφασιστικότητα για την εφαρμογή του, αλλά και ανάθεση της σχετικής αρμοδιότητας σε πρόσωπα που θέλουν και μπορούν να φέρουν αποτελέσματα.

Η σημερινή κυβέρνηση άλλαξε ως τώρα τρεις φορές τους υπεύθυνους για τον χειρισμό του Μεταναστευτικού: ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης έδωσε τη σκυτάλη στον Αλκιβιάδη Στεφανή (ο οποίος είχε υποσχεθεί κλειστές δομές ως τον Ιούνιο…) και από εκείνον την πήρε ο Νότης Μηταράκης. Όπως, ωστόσο, μαρτυρούν τα τελευταία δραματικά γεγονότα, ελάχιστα πράγματα άλλαξαν σε αυτό το διάστημα.

Τι(ς) πταίει;