Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ολιγάρχες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ολιγάρχες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Μαρτίου 2013

Τι(ς) πταίει για τη νέα «κυπριακή προδοσία»

            Ταξιδεύοντας για πρώτη φορά στην Κύπρο στις αρχές της δεκαετίας του 1990 είχα στο μυαλό μου το στερεότυπο για τη «μαρτυρική Μεγαλόνησο» που προσπαθούσε να γιατρέψει τις πληγές της εισβολής και της κατοχής που απείχαν λιγότερο από δύο δεκαετίες.
            Στην πρώτη, ωστόσο, ξενάγηση που μου έγινε στη Λευκωσία, άρχισα να αλλάζω οπτική, ιδίως αφότου άκουσα με έκπληξη την φίλη που μας συνόδευε και είχε μόλις αφήσει μια καλή δουλειά στο κυπριακό δημόσιο για να ξεκινήσει τη δική της επαγγελματική δραστηριότητα, να αναφωνεί: «Να και άλλη τράπεζα άνοιξε εδώ. Να θυμηθώ τη Δευτέρα να έρθω να ζητήσω ένα δάνειο».
            Λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης, η Κύπρος στον οικονομικό τομέα ξεπέρασε πολύ γρήγορα το σοκ του πολέμου του 1974 και επωφελούμενη από τις εξελίξεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή έγινε πόλος έλξης κεφαλαίων που δημιούργησαν συν τω χρόνω έναν υπερτροφικό τραπεζικό τομέα, ο οποίος έδινε αφειδώς δάνεια.
            Το φθηνό χρήμα, στο οποίο είχαν εύκολη πρόσβαση οι κυπριακές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, οδήγησε μια πρωτοφανή οικονομική άνθηση στις ελεύθερες περιοχές του νησιού που γνώρισαν συνθήκες ευημερίας, τέτοιες που κατά πολλούς απετέλεσαν ίσως τον βασικότερο λόγο για τον οποίο ένα μεγάλο μέρος της τοπικής ελίτ δεν έδειχνε και ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την επίλυση του Κυπριακού. 
            Η επίπλαστη ευημερία, όμως, των Κυπρίων, που στηρίχθηκε στην προσέλκυση κεφαλαίων από το τραπεζικό σύστημα, το οποίο λειτούργησε ως καταφύγιο –«μαύρου» κατά το μέγιστο μέρος του- χρήματος, αρχικά από τη Μέση Ανατολή και εν συνεχεία από τους ολιγάρχες που αναδείχθησαν από τα ερείπια της κατάρρευσης του Ανατολικού συνασπισμού, απεδείχθη ότι δεν ήταν –και πως θα μπορούσε, άλλωστε;- αιώνια.
            Οι αλληλοδιάδοχες κυβερνήσεις του νησιού όλων των αποχρώσεων –δεξιές, αριστερές και κεντρώες- μοίρασαν και μοιράστηκαν κάθε είδους προνόμια, με τη νοοτροπία του νεόπλουτου, που δεν κόπιασε και πολύ για να αποκτήσει αυτά που έχει. Κάπως έτσι ήρθε τώρα η ώρα να πληρώσουν οι Κύπριοι πολίτες τον βαρύ λογαριασμό για άφρονες πράξεις και παραλείψεις που βαρύνουν το πολιτικό σύστημα της χώρας, το οποίο στο σύνολό του και σχεδόν χωρίς εξαίρεση μετείχε –λιγότερο ή περισσότερο- στη νομή της εγχώριας εξουσίας.
            Οι ισχυρισμοί που προβάλλονται από ορισμένους ότι η Κύπρος πληρώνει το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων που είχαν στα χαρτοφυλάκια τους οι κυπριακές τράπεζες, μπορεί να έχουν κάποια βάση αληθείας, δεν επαρκούν για να δικαιολογήσουν το μεγάλο οικονομικό πρόβλημα με το οποίο είναι αντιμέτωπη η χώρα και το οποίο έγινε ακόμη μεγαλύτερο επειδή τα δύο τελευταία –προεκλογικά- χρόνια δεν λήφθηκαν οι απαιτούμενες γενναίες αποφάσεις.  
            Βάση αληθείας, επίσης, μπορεί να έχουν και οι ισχυρισμοί ότι η Κύπρος έγινε «κάρφος εν οφθαλμώ» για άλλες χώρες που δεν είδαν ποτέ με καλό μάτι τη μετατροπή της σε ένα από τα ισχυρά ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά κέντρα. Ούτε αυτό, όμως, το επιχείρημα είναι αρκετό για να καλύψει τα ανομήματα της κυπριακής πολιτικής ηγεσίας που δεν φρόντισε τον καιρό του εύκολου χρήματος και της αλματώδους ανάπτυξης να θωρακίσει την οικονομία, αποτρέποντας ελλείμματα και χρέη.  
            Το ίδιο, εξάλλου, ισχύει και για το επιχείρημα ότι ενδεχομένως με την οικονομική ασφυξία που συνιστούν τα σκληρά μέτρα «διάσωσης» που έλαβαν οι ευρωπαίοι εταίροι, οι τελευταίοι (ή κάποιοι που είναι πίσω τους) ευελπιστούν να «βάλουν χέρι» στα μελλοντικά ενεργειακά αποθέματα της χώρας. Είναι πολύ πιθανό να είναι έτσι, αλλά οι πολιτικοί ταγοί τι έκαναν για να το αποτρέψουν;
            Εν ολίγοις, η νέα αυτή «κυπριακή προδοσία», για την οποία πολλοί ήδη ομιλούν, δεν είναι παρά αποτέλεσμα αποφάσεων που ελήφθησαν –ή δεν ελήφθησαν- από την ιθύνουσα τάξη της Κύπρου που άφησε τη χώρα ανοχύρωτη απέναντι στις βουλήσεις του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο, ως γνωστόν, δεν έχει ούτε πατρίδα, ούτε ηθική.
Γι΄ αυτό και τώρα είναι η ώρα όσοι απαρτίζουν την κυπριακή ηγεσία να αναλάβουν όλοι μαζί τις ευθύνες τους, να πουν την αλήθεια στον κυπριακό λαό και να πάρουν τις καλύτερες αποφάσεις που θα βγάλουν τη χώρα τους από τη δεινή θέση στην οποία οι ίδιοι την οδήγησαν.
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 16.3.2013)

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

Το «έγκλημα» δεν ήταν στιγμιαίο, το ίδιο και η ανάκαμψη

Η ζωή, αρκετές φορές, ξεπερνάει και την πιο οργιώδη φαντασία. Γιατί, αλήθεια, ποιος θα φανταζόταν πριν από τρία ή πέντε χρόνια ότι θα ερχόταν  η ώρα που θα περνούσαν την πόρτα του Κορυδαλλού ή θα απειλούνταν με αυτήν, τόσοι μεγαλόσχημοι που μέχρι πρότινος, κατέκλυζαν τις σελίδες του lifestyle, παριστάνοντας τους μεγάλους «χορηγούς» με χρήματα που, προφανώς, δεν ήταν δικά τους;
Το πάθημα του Γιώργου Κοσκωτά, ο οποίος με τα κλεμμένα της Τράπεζας Κρήτης, αγόραζε, στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 «ό,τι πετούσε και ό,τι κολυμπούσε», για να βρεθεί σε λιγότερο από μια δεκαετία πίσω από της φυλακής τα σίδερα, όχι μόνον δεν φαίνεται να έγινε μάθημα, αλλά, μάλλον, λειτούργησε ως πρότυπο για το «επιχειρείν» στην Ελλάδα από πλειάδα ασφαλιστών, κατασκευών, τραπεζιτών, ακόμη και… μόδιστρων!    
Τις ίδιες παραδοξότητες παρατηρεί κανείς και στον τρόπο που διαμορφώθηκε η πολιτική ζωή, ιδίως μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Γιατί, πόσο υψηλές, άραγε, μαντικές ικανότητες θα έπρεπε να διέθετε κανείς για να προβλέψει πριν από δυο τρία χρόνια ότι ένας μικρομεσαίος βουλευτής, χωρίς καμία προηγούμενη θετική διάκριση στη ζωή του, θα πετύχαινε, μέσα από τα social media, να πείσει το 10% των Ελλήνων ότι έχει στο τσεπάκι του όλες τις μαγικές λύσεις και μεταξύ αυτών να απαλλάξει, εν μια νυκτί, τη χώρα από το «επονείδιστο» χρέος;
Εκεί, που, κατά το παρελθόν, απέτυχαν προσωπικότητες με οντότητα, οι οποίοι, σε ορισμένες, τουλάχιστον, περιπτώσεις, είχαν τη δυνατότητα να αρθρώσουν έναν λόγο διαφορετικό από τον κυρίαρχο δικομματισμό, εμφανίστηκαν από το… πουθενά σχήματα, όπως οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες» του κ. Πάνου Καμμένου, που τσαλαβουτώντας στα θολά νερά της κρίσης, αλίευσαν τόσες ψήφους που ούτε στα όνειρά τους δεν είχαν πολιτικοί όπως ο Κωστής Στεφανόπουλος, ο νυν πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, ο Δημήτρης Τσοβόλας, ο Γιώργος Καρατζαφέρης, ο Γιάγκος Πεσμαζόγλου, ο Αντώνης Τρίτσης, ο Γεράσιμος Αρσένης και –γιατί όχι;- ο Λεωνίδας Κύρκος και άλλοι που αποτόλμησαν να ιδρύσουν τα δικά τους κόμματα.
Η φάση αποσύνθεσης, στην οποία υπεισέρχεται, πλέον, το κόμμα Καμμένου, καθώς οι… δράκοι των συνωμοσιολογικών παραμυθιών φαίνεται να καταπίνουν και τον ίδιο τον εμπνευστή τους, όπως και οι χειροπέδες που φορούν ο ένας μετά τον άλλο οι νεόκοποι ολιγάρχες που πρωταγωνίστησαν στην οικονομική ζωή των τελευταίων δεκαετιών, είναι, κατά την άποψή μου, δύο άκρως διδακτικές ιστορίες. Που βοηθούν να ερμηνεύσει κανείς τη βαθιά και γενικευμένη κρίση που διαπερνά την ελληνική κοινωνία. Και, ταυτόχρονα, να ανιχνεύσει τις προοπτικές που δημιουργούνται για την έξοδο από το μακρύ τούνελ της ύφεσης.
            Μαζί με την οικονομική χρεοκοπία της χώρας, χρεοκόπησαν και πολλά άλλα. Χρεοκόπησε, πρωτίστως, το παρασιτικό μοντέλο του κρατικοδίαιτου επιχειρηματία, ο οποίος δεν αναλάμβανε κανένα επενδυτικό ρίσκο, αλλά βολευόταν με τις μεθόδους της διαπλοκής που συνοψίζονται στο τρίπτυχο: κρατικές επιχορηγήσεις και στραβά μάτια για τη στρέβλωση του υγιούς ανταγωνισμού, τραπεζικά θαλασσοδάνεια, ανεξάντλητη ρευστότητα από τα άνευ ουσιαστικού αντικρίσματος «χαρτιά» που «μοσχοπουλούσε» στο χρηματιστηριακό καζίνο της Σοφοκλέους. Χρεοκόπησε, επίσης, το πελατειακό κράτος, αλλά και ο λαϊκισμός που το συνόδευε και καθήλωνε τη χώρα στην ακινησία.
Όλα αυτά, βεβαίως, δεν έγιναν ούτε σε μια μέρα, ούτε σε έναν μήνα, ούτε καν σε μια τετραετία. Είναι παθογένειες δεκαετιών, στις οποίες δεν συνέβαλε ένας και μόνον παράγων, ούτε μια παράταξη, αλλά ένα ολόκληρο «σύστημα». Τα αίτια του προβλήματος είναι βαθιά και αποτελεί τεράστια αυταπάτη και πελώρια κοροϊδία να θέλει να πείσει κάποιος ότι η απάντηση μπορεί να βρει τη λύση στον απλοϊκό διαχωρισμό: μνημόνιο και αντιμνημόνιο.
Το δίπολο, άλλωστε, «μνημόνιο – αντιμνημόνιο» ή όποιο άλλο απλουστευμένο ερμηνευτικό σχήμα, που θέλει όλα να ξεκίνησαν για έναν λόγο και κάποια συγκεκριμένη στιγμή, π.χ. τον Μάιο του 2010, όταν, από το Καστελόριζο, ο τότε πρωθυπουργός ανακοίνωσε την ένταξη στο μηχανισμό στήριξης Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΔΝΤ, απαλλάσσει των ευθυνών της την κρατικοδίαιτη επιχειρηματική διαπλοκή και τους ταγούς που την υπέθαλψαν. Δίνει συγχωροχάρτι στο πολύχρονο πάρτι των μεσαζόντων στους εξοπλισμούς και τις άλλες κρατικές προμήθειες. Παραβλέπει τον σχεδόν μόνιμο δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Κλείνει τα μάτια στην κραιπάλη του υπερδανεισμού για να βολευτούν «δικά μας παιδιά», να πληρωθούν «μαϊμού» συντάξεις, να επιδοτηθούν συνδικαλιστικές ηγεσίες, να εξαγοραστούν μέσα ενημέρωσης. 
Αν έχουν κάποια αξία τούτες οι σκέψεις, δεν είναι για να επαναλάβουμε τις, εν πολλοίς, γνωστές διαπιστώσεις για τη δυσμενή πραγματικότητα που βιώνουμε. Είναι, κυρίως, για να συνειδητοποιήσουμε ότι το «έγκλημα» που συντελέστηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια δεν ήταν στιγμιαίο. Ήταν διαρκές, αλλά χρειάστηκε χρόνο για να αποκαλυφθεί σε όλη την έκταση που τώρα βλέπουμε να φανερώνεται μπροστά μας.
Έχει, επίσης, σημασία να συνειδητοποιήσουμε ότι καμία κρίση, ποτέ δεν ήταν αιώνια. Οι κοινωνίες που τις αντιμετώπισαν, ακόμη και η νεοελληνική που βίωσε άλλες τρεις μεγάλες χρεοκοπίες, τις ξεπέρασαν όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, ο οποίος για να επιταχυνθεί απαιτεί σχέδιο, αλλά, πάνω από όλα, δημιουργική προσπάθεια.  Από τη χρεοκοπία επί των ημερών του Χαριλάου Τρικούπη, η χώρα λίγα χρόνια μπήκε δυνατή στους Βαλκανικούς Πολέμους. Και από την χρεοκοπία των αρχών της δεκαετίας του 30, όταν έφθασαν στα μέρη μας οι επιπτώσεις του Μεγάλου Κραχ του 1929, οδηγηθήκαμε στο έπος του 40.
 Χωρίς, λοιπόν,  να παριστάνω τον… μάγο, έχω εδραία την πεποίθηση ότι η ανάκαμψη δεν μπορεί παρά να έρθει. Μόνον, όμως, που, όπως το «έγκλημα» δεν ήταν στιγμιαίο, έτσι και η ανάκαμψη δεν θα είναι στιγμιαία. Ή, με τα λόγια του ποιητή, «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή…».  
   
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος (πολιτικός συντάκτης στο «Πρώτο Θέμα»), περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.