Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ολυμπιακός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ολυμπιακός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 31 Μαΐου 2024

Γιατί οι πλατείες… γεμίζουν μόνον από οπαδούς αθλητικών ομάδων;

        Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες τις οποίες καταβάλουν οι πολιτικοί αρχηγοί και τα άλλα στελέχη των κομμάτων, η συμμετοχή του κόσμου στις προεκλογικές συγκεντρώσεις, που οργανώνονται μόλις μια βδομάδα πριν από τις ευρωεκλογές, είναι, τηρουμένων των αναλογιών με τα ειωθότα εδώ και δεκαετίες στη χώρα μας, από πενιχρές έως πλήρως απογοητευτικές.

Οι υποψήφιοι ευρωβουλευτές όλων των κομμάτων, οι οποίοι ασθμαίνοντας περιοδεύουν από πόλη σε πόλη για να μπορέσουν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να επικοινωνήσουν με τους ψηφοφόρους όλης της επικράτειας, δυσκολεύονται να βρουν ένα αξιοπρεπές ακροατήριο για να μιλήσουν και να ζητήσουν τον σταυρό των εκλογέων. Και, έτσι, τις περισσότερες φορές εξαντλούν τη δραστηριότητά τους σε μερικές ανόρεκτες χειραψίες που ανταλλάσσουν με συνήθως αδιάφορους θαμώνες καφετεριών ή με καταναλωτές και περιπατητές που κόβουν βόλτες στις αγορές και στα… νυφοπάζαρα.

Η συνθήκη γίνεται ακόμη πιο αποκαρδιωτική αν συγκριθεί με τις τεράστιες κινητοποιήσεις που έγιναν το τελευταίο δεκαπενθήμερο στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα και στον Πειραιά από οπαδούς των αθλητικών ομάδων του ΠΑΟΚ, του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού οι οποίοι βγήκαν κατά δεκάδες χιλιάδες στους δρόμους και στις πλατείες για να πανηγυρίσουν τις διακρίσεις και τα τρόπαια που απέσπασαν οι σύλλογοι τους οποίους υποστηρίζουν.

Βλέποντας τον κόσμο που συγκεντρώθηκε το βράδυ της Τετάρτης στην πλατεία Κοραή για να γιορτάσει τον ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό τίτλο που κατέκτησε ο Ολυμπιακός, παλαιός πειραιώτης με έκπληξη επεσήμαινε ότι ήταν ο περισσότερος κόσμος από κάθε άλλη συνάθροιση των τελευταίων δεκαετιών. Και, όπως ο ίδιος παρατηρούσε, μόνον με τη συμμετοχή στις μεγάλες προεκλογικές συγκεντρώσεις της δεκαετίας του 1980 θα μπορούσε να βρεθεί μια κάποια αριθμητική αναλογία, παρόλο που τα τελευταία χρόνια δεν έλειψαν οι ευκαιρίες των φίλων της πειραϊκής ομάδας για να βγουν στους δρόμους και να διαδηλώσουν τη χαρά τους.

Με αποκορύφωμα τη μεγάλη ανάταση του 2004 όταν οι Έλληνες ξεσπάσαμε σε διαδοχικούς πανηγυρισμούς εκφράζοντας τη χαρά μας για τη θετική πορεία της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που έγινε στην Πορτογαλία, οι μεγάλες αθλητικές επιτυχίες υπήρξαν πάντοτε αφορμές για μαζικές λαοσυνάξεις και συλλογικούς πανηγυρισμούς. Σε κάθε περίπτωση, το φαινόμενο δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό. Το συναντάμε -με διαβαθμίσεις είναι η αλήθεια που έχει να κάνει με την ιδιοσυγκρασία κάθε λαού- σε πολλές χώρες: μικρές και μεγάλες, ευρωπαϊκές και τριτοκοσμικές.

Για την ερμηνεία του θα πρέπει μάλλον να καταφύγουμε στα εργαλεία της κοινωνιολογίας και της ψυχολογίας - ψυχανάλυσης που εστιάζουν στη θεμελιώδη ψυχολογική ανάγκη του «ανήκειν» που χαρακτηρίζει κάθε μέλος του ανθρωπίνου γένους. Οι ειδικοί επιστήμονες θεωρούν ότι το να ανήκουμε σε κάποια ομάδα, είτε πρόκειται για την οικογένειά μας, την κοινότητα των φίλων μας, το σχολικό και εργασιακό περιβάλλον μας, ή τις οποιεσδήποτε άλλες συλλογικότητες, των οποίων για διάφορους λόγους επιλέγουμε να αποτελούμε μέλη, συνιστά έναν σημαντικό παράγοντα κοινωνικοποίησης, ο οποίος μας κάνει να νιώθουμε καλά, μας προσπορίζει οφέλη για τη σωματική και ψυχική υγεία μας και αυξάνει τις πιθανότητες για επαγγελματική επιτυχία.

Πως το λέει ο μέγας Σαββόπουλος στο τραγούδι του με τίτλο «Ας κρατήσουν οι χοροί»; «…των Eλλήνων οι κοινότητες φτιάχνουν άλλο γαλαξία». Για να συμπληρώσει αμέσως μετά ο ίδιος την ευχή η οποία αναμφισβήτητα απηχεί κάθε κοινότητα: «Να μας έχει ο Θεός γερούς πάντα ν' ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε, βρε, με χορούς κυκλωτικούς κι άλλο τόσο ελεύθερους σαν ποταμούς». Από αρχαιοτάτων χρόνων, άλλωστε, οι άνθρωποι αναζητούσαν λόγους για να ανταμώνουν και να ξεφαντώνουν. Γι΄αυτό και έστηναν πανηγύρια, διοργάνωναν αγώνες, συμμετείχαν σε θρησκευτικές, πολιτιστικές και άλλες εκδηλώσεις, κάτι που αδιάκοπα συνεχίζεται ως τις μέρες μας.

Τις προηγούμενες πολλές δεκαετίες και κυρίως μετά τη Μεταπολίτευση, οι Έλληνες εξέφραζαν την ανάγκη του «ανήκειν» και μέσω της κομματικής ένταξης. Τα μεγάλα κόμματα, που ταυτίζονταν με τις παραδοσιακές παρατάξεις, αλλά και κάποια μικρότερα, είχαν εγγεγραμμένους στα μητρώα των μελών τους δεκάδες ή και εκατοντάδες ανθρώπους, ένα σημαντικό μέρος των οποίων συμμετείχε στις εκδηλώσεις που οργάνωνε ο πολιτικός φορέας με τον οποίο ταυτίζονταν.

Αν και σε αρκετές περιπτώσεις ήταν τα ίδια πρόσωπα που μετακινούνταν από περιοχή σε περιοχή για τη δημιουργία εντυπώσεων… λαοθάλασσας, κανείς δεν μπορεί να συγκρίνει, από άποψη συμμετοχής, τις πολιτικές συγκεντρώσεις του παρελθόντος με τις σημερινές. Η μεγάλη τομή και το σημείο καμπής φαίνεται να ήταν η επέλαση του Μνημονίου και η συνακόλουθη κατάρρευση των πελατειακών δικτύων που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αποτελούσαν τον συνεκτικό δεσμό για τα μέλη των κομμάτων.

Παρόλο που δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία για τον πραγματικό αριθμό των μελών που διαχρονικά είχαν τα κόμματα, καθώς εδώ και χρόνια δεν ακολουθούνται κανόνες εγγραφής και με δύο ευρώ μπορεί ο καθένας να εμφανιστεί για μια και μόνη φορά και να ψηφίσει για την εκλογή αρχηγού, οι αριθμοί των ψηφοφόρων που συμμετέχουν στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις δίνει μια σαφή εικόνα για το ολοένα και μικρότερο ενδιαφέρον των Ελλήνων για το πολιτικό γίγνεσθαι.

Η πολιτική και οι πολιτικοί στη χώρα μας -αλλά η αλήθεια είναι όχι μόνον σε αυτή- έχουν πάψει να παρέχουν θετική προσδοκία, χαρά, ικανοποίηση και αισιοδοξία στους πολίτες. Οπότε είναι μάλλον μοιραία η ολοένα και μεγαλύτερη μείωση του ενδιαφέροντος πολλών -και πάντως όχι μόνον αυτών που χαρακτηρίζαμε παλαιότερα ως «λούμπεν»- για τα πολιτικά τεκταινόμενα, όπως και της διάθεσης για κομματική ένταξη και συμμετοχή στις πολιτικές διαδικασίες.

Στις εκλογές του 2004, για παράδειγμα, πήγαν στις βουλευτικές κάλπες πάνω από 7,5 εκατομμύρια ψηφοφόροι, ενώ στις εθνικές εκλογές του περυσινού Ιουνίου ο αριθμός των ψηφισάντων υποχώρησε κάτω από τα 5,3 εκατ. Η πρόβλεψη των ειδικών για τις επερχόμενες ευρωεκλογές είναι ακόμη πιο δυσοίωνη και δεν είναι λίγοι όσοι προεξοφλούν ότι τη μεθεπόμενη Κυριακή η συμμετοχή στις κάλπες θα είναι τόσο χαμηλή που ενδεχομένως θα αποτελέσει μια από τις μεγάλες ειδήσεις, αν όχι και τη μεγαλύτερη όλων, της εκλογικής βραδιάς. 

Οι άδειες πλατείες, άλλωστε, στις οποίες μιλούν οι πολιτικοί μας και μάλιστα σε μια περίοδο που, όπως έδειξαν τα ξεσπάσματα πανηγυριού και χαράς για τις αθλητικές επιτυχίες των ομάδων τους, οι Έλληνες δεν διστάζουν να βγουν στους δρόμους, είναι ένας οιωνός που δύσκολα ανατρέπεται στις λίγες μέρες που μας χωρίζουν από τις κάλπες.

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Μωραίνει Κύριος ους βούλεται απωλέσαι


Πριν από λίγες μέρες, με αφορμή την επίθεση που δέχθηκε ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, οι επικοινωνιολόγοι του Μαξίμου επέλεξαν να αντιπαρατεθούν με την αξιωματική αντιπολίτευση παραπέμποντας στα γεγονότα του 1963 και στο τρίκυκλο της δολοφονίας Λαμπράκη.
Οι κλυδωνισμοί που προκάλεσε στην κοινοβουλευτική ομάδα των συγκυβερνώντων ΑΝΕΛ η υπογραφή της συμφωνίας με τη γειτονική ΠΓΔΜ έδωσε το έναυσμα στους κυβερνητικούς προπαγανδιστές να γυρίσουν και πάλι το ρολόι του χρόνου πίσω στη δεκαετία του ’60, παραλληλίζοντας το «όπου φύγει φύγει» των συνεργατών του Πάνου Καμμενου με την…  «Αποστασία» του 1965.
Και στη μια και στην άλλη περίπτωση οι αναλογίες που επιχειρήθηκαν ήταν παντελώς ανιστόρητες, αφού ούτε η επίθεση στον Μπουτάρη προσομοιάζει με τη δολοφονία Λαμπράκη, ούτε το φυλλορρόημα των βουλευτών των ΑΝΕΛ μπορεί να θεωρηθεί εφάμιλλο γεγονός με την ανατροπή του Γεωργίου Παπανδρέου και τον σχηματισμό άλλης κυβέρνησης από την ίδια Βουλή.
Παρά ταύτα οι κυβερνώντες επιμένουν στους ισχυρισμούς τους που είναι βέβαιο ότι προκαλούν καγχασμό ακόμη και στους ελάχιστους εναπομείναντες φανατικούς οπαδούς τους.
Για την τακτική τους αυτή υπάρχουν δύο ερμηνείες: Η μία θέλει να είναι προϊόν απόγνωσης καθώς η καταφυγή στο παρελθόν είναι μια βολική λύση για όσους δεν διαθέτουν στη φαρέτρα τους πειστικά επιχειρήματα για να αντιπαρατεθούν για το παρόν και το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας,.
Η δεύτερη ερμηνεία που δίδεται στην εμμονή των κυβερνητικών στην τακτική της παρελθοντολογίας σχετίζεται με τα γνώριμα στοιχεία των ψευδαισθήσεων και της αυταπάτης που χαρακτηρίζει τις αναλύσεις, τις θέσεις και τις απόψεις των ανθρώπων που με τόση ευκολία βρέθηκαν πριν από τριάμισι χρόνια στην εξουσία.
Αφού επιβραβεύτηκαν όταν έλεγαν στους πολίτες ότι «οι δανειστές θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν», γιατί να μην υποστηρίξουν τώρα ότι συντόνισαν τις δυνάμεις τους ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟΚ για να ανατρέψουν τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και να κάνουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη πρωθυπουργό;
Όταν η πλειονότητα των Ελλήνων επικρότησε τον ισχυρισμό του Αλέξη Τσίπρα ότι «εμείς θα χτυπάμε τα νταούλια και οι αγορές θα χορεύουν», γιατί να μην πιστέψουν κάποιοι τον Πάνο Καμμένο που καταγγέλλει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι «κινδυνεύει το Πολίτευμα» από την επίσκεψη στο γραφείο ενός βουλευτή του δύο – τριών κουκουλοφόρων από τις τάξεις των φιλοκυβερνητικών «αντεξουσιαστών»;
Κακά τα ψέματα, οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ήρθαν στην εξουσία υποτιμώντας βάναυσα τη νοημοσύνη των ανθρώπων που τους ψήφισαν. Και αυτό, όπως φαίνεται, είναι το μόνο που ξέρουν. Και το μόνο που μπορούν να κάνουν. Πανηγυρίζουν για πράγματα, όπως η διευθέτηση του χρέους, για τα οποία θα έπρεπε να ντρέπονται αφού τα υποτιθέμενα επιτεύγματά τους είναι κατώτερα και των υποσχέσεων και των προσδοκιών τους.
Διακηρύσσουν την υποτιθέμενη «καθαρή έξοδο» από τα Μνημόνια την ίδια ώρα που υπογράφουν ταπεινωτικές υποχρεώσεις για αέναη επιτροπεία. Τους βάζουν οι δανειστές να ψηφίσουν και να ξαναψηφίσουν τις επερχόμενες νέες περικοπές στις συντάξεις και στο αφορολόγητο κι εκείνοι δεν έχουν πρόβλημα να υποσχεθούν ψευδώς πως δεν θα εφαρμοστούν.
Δεν δυσκολεύονται ακόμη και να καταφύγουν σε παρανοϊκά σχήματα όπως η δήθεν ικανοποίηση της απαίτησης των ΑΝΕΛ να ψηφιστεί από 180 βουλευτές η συμφωνία των Πρεσπών για να μπορέσουν να την καταψηφίσουν ο Πάνος Καμμένος και οι βουλευτές του χωρίς να ρίξουν την κυβέρνηση!
Είναι ζήτημα κοινής λογικής να αντιληφθεί και ο πλέον αδαής περί τα κοινοβουλευτικά θέσμια ότι, δεδομένων των συσχετισμών, ο μόνος τρόπος για να περάσει η συμφωνία –με τη συνδρομή ή μη διάφορων «προθύμων» από την αντιπολίτευση- και να μην πέσει η κυβέρνηση είναι να εγκριθεί η συμφωνία από την πλειοψηφία των παρόντων. Να μην τεθεί, με άλλα λόγια, ζήτημα αυξημένης πλειοψηφίας που ούτως ή άλλως δεν προβλέπεται.
Ο,τιδήποτε άλλο -και σίγουρα η αποδοχή από το Μέγαρο Μαξίμου της απαίτησης των ΑΝΕΛ για αυξημένη πλειοψηφία- οδηγεί σχεδόν αυτομάτως στην πτώση της κυβέρνησης. Ισχύει, δηλαδή το ακριβώς αντίθετο από εκείνο που υποτίθεται ότι επιδιώκουν οι ΑΝΕΛ, οι οποίοι ισχυρίζονται με απύθμενο θράσος ότι δεν ψήφισαν την πρόταση δυσπιστίας της Νέας Δημοκρατίας επειδή θέλουν να παραμείνουν στην κυβέρνηση ώστε να μην περάσει, τάχατες, η συμφωνία την οποία υπέγραψαν και υποστηρίζουν με σθένος οι κυβερνητικοί τους εταίροι, οι ΣΥΡΙΖΑίοι.
Αν αναρωτιέστε γιατί τα λένε όλα αυτά, ενώ ξέρουν ότι πολύ σύντομα και οι μεν και οι δε θα έρθουν αντιμέτωποι με τις νέες αυτές ψευδαισθήσεις που προσπαθούν να καλλιεργήσουν στην κοινή γνώμη, η απάντηση είναι μάλλον απλή: Μωραίνει Κύριος ους βούλεται απωλέσαι.