Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσώρτσιλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσώρτσιλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2025

Άνοιξαν οι πύλες του… φρενοκομείου και ανέλαβαν τη διοίκηση οι υποψήφιοι τρόφιμοι

    «Η Βοημία και (η) Μοραβία ενσωματώθηκαν εις το Γ΄Ράιχ. Ο Φύρερ εισήλθε χθες στην εσπέραν εις την Πράγαν. Ο Γερμανικός στρατός  συνεπλήρωσε την κατάληψιν του τσεχικού κράτους. Τα στρατεύματα του Ράιχ κατέλαβον την πρωτεύουσα της Σλοβακίας». 

    Αυτός ήταν επί λέξει ο πρωτοσέλιδος τίτλος με τον οποίο μια ελληνική καθημερινή εφημερίδα, η οποία κυκλοφορεί ακόμη, ενημέρωνε στις 16 Μαρτίου 1939 το κοινό της για ένα πολυσήμαντο γεγονός όπως ήταν η κατάληψη της Τσεχοσλοβακίας από τον Χίτλερ. Ένα γεγονός το οποίο, ενώ αποτέλεσε την ουσιαστική πράξη κήρυξης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αντιμετωπίστηκε, όχι μόνον στην Ελλάδα, όπως μαρτυρεί το περί ού ο λόγος δημοσίευμα, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο, με εντυπωσιακή χαλαρότητα.    

    Μια μέρα νωρίτερα, ο Χίτλερ, ο οποίος είχε ήδη ενσωματώσει στο Ράιχ την Αυστρία, είχε καλέσει σε συνάντηση τον πρόεδρο και τον υπουργό Εξωτερικών της Τσεχοσλοβακίας Εμίλ Χάτσα και Φράντισεκ Χβαλκόβσκι, αντίστοιχα, για να τους ανακοινώσει ότι η απόφασή του να εισβάλει στη χώρα τους ήταν ειλημμένη. Τούς διαμήνυσε ότι είχαν την «επιλογή» να κάνουν αντίσταση, η οποία θα συντριβόταν αμέσως, ή να «επιτρέψουν» την… ειρηνική κατάληψη. 

    Αρχικά, ο πρόεδρος Χάτσα κατέρρευσε, αλλά στη συνέχεια υπέγραψε το έγγραφο, με το οποίο η χώρα του διαμελίστηκε. Η Βοημία και η Μοραβία ανακηρύχθηκαν γερμανικό προτεκτοράτο με αρμοστή τον Γερμανό πρώην υπουργό Εξωτερικών Κονσταντίν φον Νόιρατ, στην Πράγα υψώθηκε η σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό και ο ίδιος ο Χάτσα διατήρησε τη θέση του προέδρου.

    Οι «άμοιροι» Τσέχοι δεν είχαν, άλλωστε, εναλλακτικές λύσεις από τη στιγμή που οι Βρετανοί και οι Γάλλοι σύμμαχοί τους είχαν αποφασίσει να ακολουθήσουν την περιβόητη «πολιτική κατευνασμού» που είχε επισημοποιηθεί λίγους μήνες νωρίτερα όταν συναντήθηκαν στο Μόναχο με τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι οι πρωθυπουργοί της Βρετανίας και της Γαλλίας. 

    Εκεί υπέγραψαν Σύμφωνο με το οποίο αναγνωριζόταν δικαίωμα προσάρτησης της Σουδητίας, μιας περιοχής της Τσεχοσλοβακίας που κατοικούσαν πληθυσμοί που θεωρούσαν τους εαυτούς τους «αλύτρωτους» Γερμανούς. Πριν από αυτό, εξάλλου, είχε υπογραφεί στη Μόσχα το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης ανάμεσα στους υπουργούς Εξωτερικών της ναζιστικής Γερμανίας Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ και τον ομόλογά του της Σοβιετικής Ένωσης Βιατσεσλάβ Μολότοφ.

    Μπορεί να πέρασαν οκτώ και πλέον δεκαετίες από την εποχή που διαμείφθηκαν τα συγκεκριμένα γεγονότα τα οποία κατέληξαν στον πιο πολυαίμακτο πόλεμο της ανθρώπινης ιστορίας, αλλά όποιος έχει αίσθηση των πραγμάτων δεν νομίζω ότι δυσκολεύεται να βρει τις αναλογίες εκείνης της σκοτεινής περιόδου με τη σημερινή δυστοπική πραγματικότητα που προβάλλει στον διεθνή γεωπολιτικό ορίζοντα. Είναι η πρώτη φορά από το τέλος του Β΄Π.Π. που διατυπώνονται τόσο απροκάλυπτα απειλές για αναθεώρηση των συνόρων οι οποίες αν υλοποιηθούν θα αλλάξουν τον παγκόσμιο χάρτη και θα έχουν τρομακτικές επιπτώσεις που θα γίνουν αισθητές σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

    Αναμφίβολα, τα όσα με ωμότητα ισχυρίζεται ότι είναι διατεθειμένος να κάνει ο Ντόναλντ Τραμπ μόλις επιστρέψει, σε δέκα μέρες από τώρα, στον Λευκό Οίκο, σε συνδυασμό με τις επανειλημμένες αποσταθεροποιητικές παρεμβάσεις εις βάρος δημοκρατικά εκλεγμένων ηγετών και υπέρ της Διεθνούς Ακροδεξιάς στις οποίες έχει επιδοθεί ο ανεκδιήγητος Έλον Μασκ, ο οποίος αποτελεί το alter ego του επανεκλεγέντος Αμερικανού Προέδρου, δεν απέχουν πολύ όσα δραματικά βίωσε η Ευρώπη την περίοδο του Μεσοπολέμου.  

    Μόνον όποιος εθελοτυφλεί, άλλωστε, δεν αντιλαμβάνεται ότι προς αυτή την κατεύθυνση οδηγούν οι εξαγγελίες Τραμπ για επέμβαση ακόμη και με στρατιωτικά μέσα στον Παναμά, στη Γροιλανδία και στον Καναδά, όπως ακριβώς έκανε ο Χίτλερ επικαλούμενος τη θεωρία για τον «ζωτικό χώρου του Ράιχ».

    Αντίστοιχης επικινδυνότητας είναι και οι απειλές για επιβολή δασμών έναντι όλων των εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ. Ο εμπορικός πόλεμος που δίχως αμφιβολία θα ξεσπάσει από ένα τέτοιο μέτρο δεν θα αφήσει καμία χώρα ανεπηρέαστη, διότι τα αντίμετρα θα είναι αναπόφευκτα και αυτό σε μεσοπρόθεσμα θα πλήξει τη συνολική παγκόσμια παραγωγή και άρα τα εισοδήματα και ενδεχομένως την ίδια την επιβίωση πάρα πολλών ανθρώπων. 

    Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, πολλές χώρες αντιμετώπισαν το πρόβλημα με καταφυγή σε λύσεις που κατέτειναν στην εθνική αυτάρκεια. Κάτι τέτοιο, όμως, στη σημερινή εποχή του εκτεταμένου παγκόσμιου καταμερισμού της παραγωγής, αλλά και του τεχνολογικού χάσματος ανάμεσα στις προηγμένες και μη χώρες, μοιάζει ως απολύτως αναποτελεσματική εκδοχή. Αντιθέτως, οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν μόνον ως εφιαλτική προοπτική θα πρέπει να αντιμετωπίζονται. 

    Διότι, ας μην αυταπατώμεθα, το ανεκδιήγητο δίδυμο των Τραμπ και Μασκ δεν είναι οι μόνοι που δείχνουν αποφασισμένοι να ανοίξουν τις πύλες του παγκόσμιου… φρενοκομείου και αντί να νοσηλευτούν σε αυτό ως υποψήφιοι τρόφιμοι δηλώνουν έτοιμοι να αναλάβουν τη διοίκησή τους. 

    Στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη το πάνω χέρι έχουν πάρει αυταρχικοί ηγέτες οι οποίοι, όπως εμείς καλά γνωρίζουμε εδώ στη μικρή μας γειτονιά, δεν κρύβουν τα αναθεωρητικά τους σχέδια. Ενώ την ίδια ώρα οι δυνάμεις της λογικής και της συνεννόησης χάνουν όλο και μεγαλύτερο έδαφος, είτε από τα ίδια τα δικά τους λάθη, είτε από τις δύσκολες συγκυρίες που επιφυλάσσει η πολύπλοκη εποχή μας. 

    Είναι απογοητευτικό, για παράδειγμα, ότι στη σημερινή ευρωπαϊκή ηγεσία έχουν επικρατήσει πολιτικοί που θυμίζουν τον Βρετανό Νέβιλ Τσάμπερλεν, ο οποίος πίστευε ότι θα μπορούσε να κατευνάσει το χιτλερικό τέρας. Απουσιάζουν, αντιθέτως, χαρισματικές προσωπικότητες όπως ο Ουίστον Τσώρτσιλ που ηγήθηκε του αγώνα για να αφαιρεθεί η διοίκηση του φρενοκομείου από πρόσωπα, όπως ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι, που κανονικά θα έπρεπε να ήταν «τρόφιμοι» του.

    Ζητείται λοιπόν ηγεσία με λογική, σωφροσύνη και αποφασιστικότητα. Στην Ευρώπη πρωτίστως, αλλά και σε ολόκληρο τον πλανήτη συνακόλουθα. Οι πύλες του φρενοκομείου πρέπει να κλείσουν το δυνατόν γρηγορότερα.


Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2022

Ο αυταρχισμός αντιμέτωπος με τη λαϊκή βούληση


Η Δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα, με εξαίρεση όλα τα άλλα», είχε πει με το γνωστό βρετανικό φλέγμα του ο Ουίνστον Τσόρτσιλ. Και όσο και αν το συγκεκριμένο απόφθεγμα έχει γίνει κλισέ κάθε φορά που θέλει κάποιος να δείξει πόσο χειρότερα είναι τα πράγματα όταν καταλύονται οι δημοκρατικοί θεσμοί και επικρατεί ο αυταρχισμός, δεν ξέρω αν υπάρχει άλλη ρήση που να αποδίδει πιο παραστατικά όσα συμβαίνουν στις μέρες μας σε μια σειρά από χώρες που διοικούνται από -περισσότερο ή λιγότερο- συγκεκαλυμμένα δικτατορικά καθεστώτα.

Από τη Ρωσία του Πούτιν έως την Τουρκία του Ερντογάν και το Ιράν των μουλάδων, πολυπληθείς κοινωνίες βιώνουν την απόλυτη καταπάτηση των δικαιωμάτων που όλοι εμείς στον δυτικό κόσμο θεωρούμε δεδομένα και κατοχυρωμένα. Το γεγονός ότι και στις τρεις αυτές χώρες οι αυταρχικές ηγεσίες τους προκύπτουν από εκλογικές διαδικασίες δεν διαφοροποιεί τα πράγματα. Διότι, σε αντίθεση με τις δυτικού τύπου κοινοβουλευτικές, ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόζονται οι κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού κάνει τις κάλπες που στήνονται να μην είναι στην πραγματικότητα τίποτε περισσότερο από μια επίφαση δημοκρατικότητας.

Δεν είναι τυχαίο ότι και στα τρία προαναφερθέντα καθεστώτα οι διώξεις και φυλακίσεις των πολιτικών αντιπάλων των ηγεσιών τους αποτελούν συχνό φαινόμενο που νοθεύει κάθε απόπειρα για πραγματική εναλλαγή στους θώκους της εξουσίας. Ούτε ότι η βίαιη καταστολή δεν επιτρέπει να εκφραστεί ελεύθερα η λαϊκή βούληση για μείζονες επιλογές που επηρεάζουν τις ζωές των ανθρώπων σε αυτές τις χώρες.

Το Ιράν συγκλονίζεται τις τελευταίες ημέρες από τις πρωτοφανείς μαχητικές διαδηλώσεις γυναικών και ανδρών που βγήκαν στους δρόμους μετά τον θάνατο της 22χρονης Μαχσά Αμινί η οποία είχε συλληφθεί και φυλακιστεί από την Αστυνομία Ηθών (!) επειδή δεν φορούσε σωστά τη μαντίλα που έχει επιβάλει στις γυναίκες το θεοκρατικό καθεστώς που εγκατέστησε στη χώρα το 1979 ο αγιατολάχ Χομεϊνί. Η ηγεσία της Τεχεράνης δεν φαίνεται να πήρε το μήνυμα του ξεσηκωμού που προκάλεσε ο αυταρχισμός της.

Οι διαδηλωτές έρχονται αντιμέτωποι με δολοφονική βία, την ίδια ώρα που ο ευρισκόμενος στα Ηνωμένα Έθνη πρόεδρος της χώρας Iμπραχίμ Ραΐσι αποχώρησε από προγραμματισμένη συνέντευξη με τη δημοσιογράφο του CNN Κριστιάν Αμανπούρ επειδή δεν δέχθηκε να φορέσει μαντίλα στη διάρκεια της συνομιλίας τους.

Στη Ρωσία την ίδια ώρα το καθεστώς του Βλαντιμίρ Πούτιν, αντί να πάρει το μάθημα από την οικτρή για τη χώρα του εξέλιξη που φαίνεται να έχουν τα κατακτητικά σχέδια με τα οποία εισέβαλε τον περασμένο Φεβρουάριο στην Ουκρανία, επιδίδεται σε λεονταρισμούς περί χρήσης πυρηνικών όπλων και ταυτόχρονα καταφεύγει σε απελπιστικές κινήσεις επιστράτευσης Ρώσων εφέδρων, οι οποίοι -αν είναι δυνατόν να πιστέψει κάποιος- ότι μπορεί να αλλάξουν τον ρου ενός πολέμου που χάθηκε από τους επαγγελματίες.

Οι διαδηλώσεις που ξέσπασαν κι εκεί, αλλά κυρίως τα κύματα φυγής προς το εξωτερικό των υποψηφίων για στράτευση, δείχνουν πόσο η ηγεσία του Κρεμλίνου αντιστρατεύεται τη θέληση των πολιτών της χώρας. Είναι προφανές ότι η πουτινική προπαγάνδα -η οποία τόσα ευήκοα ώτα συνάντησε και συναντά ακόμη στη δική μας χώρα- στην ίδια τη Ρωσία δεν βρίσκει λαϊκό έρεισμα. Οι Ρώσοι δεν θέλουν αυτόν τον άδικο πόλεμο και γι΄ αυτό ο «στρατιωτικός περίπατος» προς το Κίεβο τον οποίο είχαν σχεδιάσει στη Μόσχα μετατρέπεται πλέον σε έναν ατελείωτο Γολγοθά που είναι δύσκολο να προβλέψει κάποιος την κατάληξη την οποία θα έχει.

Στη γειτονική μας Τουρκία μπορεί να μην ξεσπούν στην παρούσα φάση ταραχώδεις διαδηλώσεις, ίσως και επειδή οι φυλακές είναι γεμάτες από αντιφρονούντες στο καθεστώς Ερντογάν, όμως η πρόσφατη δημοσκόπηση που αποτύπωσε τα αισθήματα των Τούρκων πολιτών έναντι της Ελλάδας, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αποτέλεσε μια ψυχρολουσία για τον σύγχρονο «Σουλτάνο» της Άγκυρας και την τακτική των συνεχών προκλήσεων εναντίον της χώρας μας.

Παρά την καθημερινή προπαγάνδα που υφίστανται οι Τούρκοι από την ερντογανική εξουσία, η οποία εμφανίζει την Ελλάδα ως χώρα που απειλεί την… τουρκική ακεραιότητα, η πλειονότητα της κοινής γνώμης στη γείτονα δεν ενστερνίζεται τις πολεμοκάπηλες κραυγές της κυβέρνησης της Άγκυρας, στις οποίες μάλιστα συχνά πλειοδοτεί και μερίδα της τουρκικής αντιπολίτευσης.

Το 64% των Τούρκων απάντησε σε σχετικό ερώτημα ότι θεωρεί φίλο τον ελληνικό λαό έναντι μόλις του 31,3% που πιστεύει ότι είναι εχθρός. Ακόμη πιο ηχηρό ήταν ίσως το εύρημα της ίδιας μέτρησης, σύμφωνα με το οποίο το 51,5% της κοινής γνώμης πιστεύει ότι η ένταση του τελευταίου διαστήματος με την Ελλάδα αποτελεί προεκλογικό τέχνασμα του Τούρκου Προέδρου. 

Αν κρίνουμε, όμως, από την σφοδρότητα με την οποία ο Ερντογάν μίλησε κατά της Ελλάδας από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, το αυτί του μάλλον δεν ιδρώνει. Ενδεχομένως και επειδή δεν έχει τίποτε άλλο για να «πουλήσει» προεκλογικά στον λαό του πέραν της εθνικιστικής ρητορικής που συσπειρώνει τους φανατικούς ακόμη και όταν αυτοί είναι μειοψηφία.

Εν κατακλείδι, με όλα τα στραβά και τα ανάποδα που μπορεί να έχει -και έχει- ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν στη δική μας χώρα οι δημοκρατικοί θεσμοί, δεν έχουμε παρά να αισθανόμαστε… τυχεροί και να είμαστε ευγνώμονες που ζούμε σε μια ανοιχτή δημοκρατική Πολιτεία στην οποία μπορούμε να διατυπώνουμε ελεύθερα τις απόψεις μας και να μαχόμαστε γι΄ αυτές είτε είναι πλειοψηφικές είτε είναι μειοψηφικές. 

Ας διαφυλάξουμε, λοιπόν, τη Δημοκρατία μας, τουλάχιστον μέχρι να βρεθεί καλύτερο πολίτευμα που να μπορεί να την αντικαταστήσει…

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

Να αφήσουμε την αισιοδοξία ν΄ ανθίσει

 
Ιδιαίτερες, από κάθε άποψη, υπήρξαν οι φετινές «χρονιάρες» μέρες. Στα λιτά γιορτινά τραπέζια, στα μηνύματα των πολιτικών ηγεσιών, στις παρέες, ακόμη και στην ανταλλαγή των ευχών, πανταχού παρούσα ήταν η βαριά σκιά της παρατεταμένης κρίσης που ταλανίζει όλους μας, κρίση που αποτυπώνεται, κυρίως, στη γενικευμένη αβεβαιότητα που μας κατατρύχει και δεν αφήνει την αισιοδοξία να ανθίσει.
Είναι αλήθεια πως δεν ζούμε σε συνηθισμένους καιρούς. Βρισκόμαστε, αναμφίβολα, αντιμέτωποι με τη χειρότερη διεθνή και εγχώρια κρίση της μεταπολεμικής περιόδου. Ακόμη και οι παλιότερες γενιές που έζησαν πολύ πιο δύσκολες καταστάσεις από τη σημερινή, δείχνουν αμήχανες, καθώς το «αύριο» προβάλει τόσο αβέβαιο για όλους.
Η ελληνική κοινωνία δοκιμάζεται σκληρά. Τα εισοδήματα μειώνονται, η ανεργία αυξάνεται. Χιλιάδες οικογένειες βιώνουν δραματικά τις συνέπειες της κρίσης. Την ίδια ώρα –κι αυτό είναι ίσως το χειρότερο- περισσότεροι από ποτέ άλλοτε, τα τελευταία πολλά χρόνια, είναι οι Έλληνες που αγωνιούν για την προσωπική και οικογενειακή τους προοπτική.
Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα, οι αφορμές για να αισιοδοξήσουμε δεν είναι πολλές. Το διεθνές σκηνικό βαραίνει από την ειδησεογραφία που θέλει παντού, τουλάχιστον στην Ευρώπη, να επιβάλλονται μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας που βαθαίνουν την ύφεση: από την Ισπανία και την Πορτογαλία ως την Κύπρο, την Ιταλία, το Βέλγιο και τη Γαλλία.
Πολύ περισσότερο, όμως, είναι η κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας που δεν αφήνει περιθώρια για να ατενίσουμε το μέλλον με αισιοδοξία. «Μια πολύ δύσκολη χρονιά φεύγει», «μια πολύ δύσκολη χρονιά έρχεται», ανέφερε στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του ο πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος, προειδοποιώντας πως «οι επόμενοι τρεις μήνες θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι».
Εξήγησε ο κ. Παπαδήμος ότι οι αποφάσεις που θα ληφθούν αυτό το διάστημα «θα καθορίσουν την πορεία της Ελλάδας τις επόμενες δεκαετίες» και σωστά, κατά τη γνώμη μου, επεσήμανε πως «σήμερα αγωνιζόμαστε για να παραμείνει η πατρίδα μας στον πυρήνα της Ευρώπης, για να διασφαλίσουμε τη σταθερότητα, την ευημερία και τη δημοκρατία που κατακτήσαμε τα τελευταία 30 χρόνια».
Δεν ξέρω, ωστόσο, πόσοι από την υπόλοιπη ηγεσία της χώρας (και όχι κατ΄ ανάγκην μόνον την πολιτική), ενστερνίζονται τις δραματικές επισημάνσεις του πρωθυπουργού ότι «για να μην χάσουμε όσα κατακτήσαμε πρέπει να αλλάξουμε όλα όσα κάναμε λάθος: να εξυγιάνουμε το κράτος, να χτίσουμε την οικονομία μας σε στέρεες βάσεις, να την κάνουμε ξανά ανταγωνιστική».
Δεν είναι λίγοι, δυστυχώς, εκείνοι που θέλουν να πιστεύουν, ή προσπαθούν να μας πείσουν ότι πιστεύουν, πως αυτό που ζούμε δεν παρά ένα πρόσκαιρο κακό όνειρο, από το οποίο θα ξυπνήσουμε πολύ σύντομα και θα επιστρέψουμε εκεί που ήμασταν, στην αμεριμνησία του πρόσφατου παρελθόντος που όλα είχαν αφεθεί στην ευκολία του «αυτόματου πιλότου».
Η καθυστέρηση του ΠΑΣΟΚ να επιλύσει τα εσωτερικά του ζητήματα, που, καλώς ή κακώς, «άνοιξε» το ίδιο, η σπουδή της Νέας Δημοκρατίας να επιβάλει τις εκλογές, διαψεύδοντας στην πράξη τις διακηρύξεις ότι δεν «κοιμούνται αγκαλιά με το ημερολόγιο» και η αντίληψη σχηματισμών της παραδοσιακής Αριστεράς ότι βρισκόμαστε σε «προεπαναστατικές συνθήκες» και απομένει η «έφοδος στα θερινά ανάκτορα», ενισχύουν τις συνθήκες πολιτικής αστάθειας.
Η ατμόσφαιρα που δημιουργούν αυτές οι συνθήκες είναι ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να συμβεί σε τούτες τις κρίσιμες περιστάσεις που έχουμε ανάγκη από ένα αρραγές εσωτερικό μέτωπο που να διαπραγματευθεί με τους εταίρους μας την, τόσο αναγκαία για την οικονομική μας επιβίωση, δανειακή σύμβαση που η υπογραφή της θα άρει ένα πολύ μεγάλο μέρος της αβεβαιότητας που μας κρατά καθηλωμένους.
Δε μου αρέσουν τα «τσιτάτα», αλλά θα κλείσω τούτο το σημείωμα με μια επιγραμματική φράση που αποδίδεται στον Ουίνστον Τσώρτσιλ. «Είμαι αισιόδοξος. Δεν φαίνεται να έχει καμιά χρησιμότητα να είμαι ο,τιδήποτε άλλο», έλεγε ο αποκαλούμενος και «πατέρας της νίκης» Βρετανός πρωθυπουργός. Και μάλλον είχε δίκιο…

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.