«Τί δημοσιογραφία, δηλαδή, μαθαίνατε
εσείς στη Βουλγαρία, αφού εκεί όλα τα μέσα μεταδίδουν τις ίδιες ακριβώς ειδήσεις;»,
ήταν η απορία που απηύθυνε δημοσιογράφος, η οποία είχε πάει να πιάσει δουλειά
σε ένα από τα δημοτικά ραδιόφωνα που άνοιγαν σαν τα μανιτάρια στο δεύτερο μισό
της δεκαετίας του 80.
Γυναίκα με τσαγανό το οποίο είχε
αποκτήσει από τη σκληρή βιοπάλη, μέρος της οποίας ήταν και η θητεία της σε μια
από τις μεγάλες εφημερίδες της εποχής, έθεσε το επίμαχο ερώτημα προς νεότερο
συνάδελφό της, ο οποίος με «όχημα» τις σπουδές που είχε κάνει στη γειτονική
χώρα, όταν ακόμη ήταν στα πράγματα το κομμουνιστικό καθεστώς του Τοντόρ Ζίφκοφ,
είχε αναλάβει προϊστάμενος παρότι δεν διέθετε την παραμικρή εμπειρία από ρεπορτάζ.
Τη συγκεκριμένη ιστορία που τη
λέγαμε, χάριν παιδιάς, συχνά στις παρέες της εποχής, διασκεδάζοντας με τα
«κομματόσκυλα» και την αντίληψή τους για την ενημέρωση, θυμήθηκα τούτες τις
μέρες με αφορμή απόψεις κυβερνητικών στελεχών όπως ο αναπληρωτής υπουργός
Διοικητικής Μεταρρύθμισης Χριστόφορος Βερναρδάκης που ισχυρίστηκε ότι «μια από
τις μεγάλες παθογένειες της Δημοκρατίας είναι η αυτονόμηση των ιδιωτικών μέσων
ενημέρωσης».
Ακούγοντάς τον, η πρώτη μου σκέψη ήταν να αισθανθώ λύπη για τους
φοιτητές τους οποίους δίδαξε τα προηγούμενα χρόνια προτού να αναλάβει
κυβερνητικά αξιώματα, καθώς –εκτός από γνωστός δημοσκόπος- ο επί της Δημόσιας
Διοίκησης αρμόδιος υπουργός υπήρξε διδάσκων σε τμήματα Πολιτικής Επιστήμης
τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της Κρήτης και τη Θεσσαλονίκης.
Φανταστείτε από τι ιδέες μπορεί να εμφορούνται αυτά τα παιδιά
αν έμαθαν από τον πανεπιστημιακό δάσκαλό τους ότι η Δημοκρατία στην Ελλάδα,
στην Ευρώπη και στην Αμερική είναι σε κίνδυνο επειδή τα μέσα ενημέρωσης είναι «αυτονομημένα».
Όποιο λεξικό και αν ανοίξει κανείς, εύκολα διαπιστώνει ότι τα
αντίθετα του επιθέτου «αυτονομημένος» και του ρήματος «αυτονομούμαι» είναι ο
«εξαρτημένος» και το «εξαρτούμαι». Και μόνον από έναν που αδυνατεί να χειριστεί
την ελληνική γλώσσα θα μπορούσε να αναμένει κάποιος να χαρακτηρίζει ως
«παθογένεια» τα πρώτα, δηλαδή τα «αυτονομημένα» ΜΜΕ, και ως υγιή κατάσταση την
επικράτηση των δεύτερων, των «εξαρτημένων».
Υπό αυτή την έννοια, καλοπροαίρετα θα μπορούσε να σκεφθεί
κανείς ότι ο κ. Βερναδάκης ίσως δεν είχε απόλυτη αίσθηση των πραγμάτων όταν
έλεγε όσα είπε, παρόλο που αυτή τη φορά δεν βρισκόταν ενώπιον κομματικού
ακροατηρίου, όπως είχε γίνει πρόσφατα, όταν χρειάστηκε να διαψεύσει τον ίδιο
του τον εαυτό για κάποιες ανεπίτρεπτες για μέλος της κυβέρνησης παραδοξότητες
που είχε εκφράσει ως… διαπρύσιος κήνσορας κατά της «διαπλοκής».
Πληροφορούμαι, ωστόσο, ότι εξερχόμενος της κοινοβουλευτικής
αίθουσας, στην οποία εξέφρασε τις καινοφανείς θεωρίες περί καθυπόταξης των «αυτονομημένων»
ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης, τού ζητήθηκαν διευκρινίσεις από δημοσιογράφους οι
οποίοι σκέφθηκαν ότι ο κ. υπουργός μπορεί και πάλι να μην εκφράστηκε καλώς και
να χρειαζόταν να διορθώσει τα λεγόμενά του. Αντί άλλης αντίδρασης, όμως,
εκείνος περιορίστηκε να απορήσει με την… απορία των δημοσιογράφων.
Αν το… καλοσκεφθεί, πάντως, κανείς σωστά απόρεσε ο κ.
Βερναρδάκης, αφού οι απόψεις του, όσο και να ακούγονται καινοφανείς, συνάδουν
απολύτως με τα έργα και τις ημέρες της κυβέρνησης την οποία κλήθηκε να
υπηρετήσει.
Είναι, σε κάθε περίπτωση, πλήρως συμβατές με τις πρωτοβουλίες
του υπουργού Επικρατείας Νίκου Παπά, ο οποίος, στο όνομα της καταπολέμησης της
«διαπλοκής», περιορίζει τον αριθμό των αδειών που θα χορηγηθούν σε ιδιωτικούς
τηλεοπτικούς σταθμούς. Όπως και με τις εξαγγελίες ότι θα πάρουν σειρά τα
ραδιόφωνα ή τις απειλές ότι θα ακολουθήσει η καθιέρωση διαδικασιών ελέγχου για τους
ενημερωτικούς ιστότοπους του Διαδικτύου.
Μοιάζει γελοίο που συμβαίνουν όλα αυτά στη χώρα μας σε μια
χρονική συγκυρία κατά την οποία η αμερικανική εταιρία Apple αντιπαρατίθεται δημόσια με την
κυβέρνηση των ΗΠΑ δημοσιοποιώντας την άρνησή της να ενδώσει στο FBI, το οποίο, στο όνομα της πάταξης της
τρομοκρατίας, απαιτούσε πρόσβαση στο λειτουργικό των τηλεφωνικών συσκευών (iPhone) που κατασκευάζει.
Σκεφθείτε ότι σε μια τέτοια εποχή, που στο διεθνές στερέωμα η
τάση είναι προς την ενίσχυση της αυτονομίας της ενημέρωσης και προς την απόλυτη
κατοχύρωση της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων του κάθε πολίτη, στη
χώρα της… φαιδράς πορτοκαλέας κατέχουν κυβερνητικούς θώκους θιασώτες… Ερντογάν-ειων
φαντασιώσεων για έλεγχο του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου και καθυπόταξη του
Διαδικτύου.
Δεν θυμάμαι, δυστυχώς, ποια ήταν η απάντηση την οποία είχε
δώσει ο βουλγαροσπουδαγμένος «δημοσιογράφος» για το πρόγραμμα σπουδών που είχε
παρακολουθήσει στη γειτονική χώρα. Ούτε ξέρω αν έκανε κατόπιν κανονική καριέρα
στα μέσα ενημέρωσης, αντιλαμβανόμενος ότι στις δυτικές δημοκρατίες, όπως ήταν
και παραμένει η Ελλάδα, ισχύουν άλλες αρχές από εκείνες που ο ίδιος διδάχθηκε
την περίοδο των σπουδών του.
Αν έμεινε στα παλαιά, πάντως, δεν θα μου προκαλούσε έκπληξη
να μάθαινα ότι είναι ένας από τους πολλούς στο κυβερνητικό επιτελείο –υπουργούς,
συμβούλους υπουργών, προπαγανδιστές, συντάκτες non paper κ.ο.κ.- που ονειρεύονται τη μέρα που
θα καταφέρουν να επιβάλουν σε όλα τα μέσα ενημέρωσης να μεταδίδουν τις ίδιες
ακριβώς ειδήσεις, δοξολογώντας την κυβέρνηση και τους αξιωματούχους της. Μόνον
που μάλλον θα απογοητευθεί. Όπως εικάζω ότι απογοητεύθηκε όταν πληροφορήθηκε
ότι έπεσε ο Ζίφκοφ.