Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 28 Αυγούστου 2019

Άνοιξαν τα τρελάδικα!



Από την παγωμένη Γροιλανδία, που ανακοίνωσε ετσιθελικά ότι προτίθεται να αγοράσει ο ανεκδιήγητος Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έως τη φλεγόμενη Αμαζονία, την οποία ο απερίγραπτος εκλεγμένος ηγέτης της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο παρακολουθεί με απάθεια να καταστρέφεται, μοιάζει σαν ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη να έχει καταληφθεί από μια δράκα απίθανων ηγετών που διαγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα πει ή θα κάνει τη μεγαλύτερη τρέλα.
Και σε άλλες ιστορικές περιόδους υπήρξαν επικεφαλής χωρών που με το μέτρο του μέσου ανθρώπου έδειχναν να μην έχουν σώας τα φρένας. Μόνον, όμως, που δεν τους συναντούσε κανείς με τη συχνότητα με την οποία τους συναντά στις μέρες μας. Και πέραν τούτου, στην πλειονότητα τους ήταν αυταρχικοί κυβερνήτες οι οποίοι δεν είχαν εκλεγεί από τον λαό, αλλά είχαν σφετεριστεί την εξουσία και τη διατηρούσαν δια πυρός και σιδήρου.
Τις προηγούμενες δεκαετίες είχε φανεί ότι ανήκαν πλέον στο παρελθόν φαινόμενα όπως η κατευθυνόμενη προσωπολατρία ατόμων σαν τον Χίτλερ, τον Στάλιν ή τον Μάο, αλλά και ο εθνολαϊκισμός που άσκησαν ο Μουσολίνι ή ο Περόν. Οι ελπίδες, ωστόσο, για επέκταση των δημοκρατίας και, άρα, της λογικής, που δημιούργησε η πτώση των ευρωπαϊκών κομμουνιστικών καθεστώτων το 1989, διαψεύστηκαν. Και διαψεύστηκαν οικτρά.   
Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι σαλτιμπάγκοι της πολιτικής, αντί να μειωθούν, αυξάνονται. Από την Ρωσία του Μπόρις Γιέλτσιν έως την Πολωνία των αδελφών Καζίνσκιή τη Μεγάλη Βρετανία του Μπορίς Τζόνσον και από την Ουγγαρία του Όρμπανή τις Φιλιππίνες του Ντουάρτε έως την Ιταλία, παλαιότερα, του Μπερλουσκόνι και, πρόσφατα, του ΜατέοΣαλβίνι, μοιάζει σαν στη μια χώρα μετά την άλλη να έχουν ανοίξει διάπλατα τα…πολιτικά τρελάδικα.
Το παράδοξο της εποχής μας είναι ότι σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη οι ψηφοφόροιδείχνουν να γοητεύονται από –«δεξιούς» ή «αριστερούς», καμία διαφορά δεν έχει- πολιτικούς, οι οποίοι δεν κάνουν τίποτε περισσότερο από να χαϊδεύουν τα αυτιά στις λαϊκές μάζες, πουλώντας τους το παραδοσιακό τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», παρά το γεγονός ότι πολύ συχνά αποδεικνύεται ότι δεν πιστεύουν σε τίποτε τέτοιο.
Με βασικό εργαλείο τις θεωρίες συνωμοσίας που εμπεριέχουν σταθερά και απαρέγκλιτα κάποιους κακούς ξένους,οι οποίοι επιβουλεύονται την εθνική υπόσταση, σε συνεργασία πάντα με τις εγχώριες ελίτ (του χρήματος, των τραπεζών και των -απαραίτητων για να δέσει η «συνταγή»- μέσων ενημέρωσης) κατασκευάζουν κάθε είδους βολικούς εχθρούς.
Ο λόγος που το κάνουν είναι για να μπορούν οι ίδιοι να απολαμβάνουν τα οφέλη της εξουσίας τους και να δικαιολογούν έτσι την απραξία και την αδράνεια τους να αντιμετωπίσουν μεγάλα προβλήματα, όπως για παράδειγμα η κλιματική αλλαγή, που -είναι τυχαίο άραγε;- οι περισσότεροι λαϊκιστές πολιτικοί είναι αρνητές της.
Η υπερπληροφόρηση, δυστυχώς, την οποία έφεραν η τεχνολογική επανάσταση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που ανθίζουν τις δύο τελευταίες δεκαετίες, αντί να βελτιώσουν την κατάσταση, αφού ένα μεγάλο μέρος της λεγόμενης κοινής γνώσης απέκτησε πρόσβαση σε γνώσεις που παλαιότερα διέθετε ένας μικρότερος κύκλος ανθρώπων, φαίνεται να δημιούργησαν την ακριβώς αντίθετη ατμόσφαιρα.
Μαζί με την επιστημονική και άλλη γνώση, τα νέα μέσα ενημέρωσης διέχυσαν στην κοινωνία τεράστιο όγκο παραπληροφόρησης, η οποία επειδή υπακούει σε απλουστευτικά ερμηνευτικά σχήματα -του τύπου «καλό» ή «κακό», «άσπρο» ή «μαύρο», «φίλος» ή «εχθρός»- είναι εύπεπτη για όσους δεν θέλουν να καταβάλουν πνευματικό κόπο, αναζητώντας και άλλες εκδοχές των πραγμάτων.
Τις φωτιές, για παράδειγμα, στα δάση του Αμαζονίου, σύμφωνα με τον Μπολσονάρο, τις βάζουν… μη κυβερνητικές οργανώσεις. Σας θυμίζει κάτι; Μήπως τους δορυφόρους του Ελληνικού Διαστημικού Οργανισμού που πέρυσι μετά την τραγωδία στο Μάτι είχαν εντοπίσει φανταστικούς εμπρηστές;
Αν την Αμαζονία την καίνε οι… σκοτεινές ΜΚΟ τι να κάνεικι ο… άμοιροςβραζιλιάνος πρόεδρος; Γι΄ αυτό και εκείνος, αντί να ασχοληθεί με τις καταστροφικές φωτιές, προτιμά να ασχολείται με προσωπικές προσβολές κατά του Γάλλου Προέδρου Εμάνουελ Μακρόν επειδή ο τελευταίος τον εγκάλεσε που παραμένει άπρακτος απέναντι στο περιβαλλοντικό έγκλημα το οποίο συντελείται μέσα στην εδαφική επικράτεια της χώρας που –αλίμονο!- τον ανέδειξε κυβερνήτη.
Δεν είναι τρελό;

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2019

Αν είναι μόνον η διευθύντρια της Θεσσαλονίκης…



Προκαλεί πολλές συζητήσεις η εντύπωση που (θέλει να) δημιουργεί η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για την προετοιμασία την οποία είχαν κάνει η ηγεσία και τα στελέχη τους ώστε να είναι έτοιμοι για να αναλάβουν τις ευθύνες της διακυβέρνησης.
Από τη μια, είναι αρκετοί εκείνοι που σπεύδουν πανηγυρίζοντες για το πρωτόγνωρο του πράγματος να διεκδικεί ένα πολιτικός οργανισμός με βασιμότητα την ανάληψη της διακυβέρνησης και να είναι στοιχειωδώς προετοιμασμένος για κάτι τέτοιο.
Από την άλλη, ωστόσο, δεν λείπουν και ορισμένοι που βιάζονται ελεεινολογούντες να ισοπεδώσουν αυτή τη διαφορετική, έστω, εικόνα της ετοιμότητας την οποία θέλει να καλλιεργήσει η κυβέρνηση, επειδή, όπως λένε, ο τρόπος λειτουργίας της θυμίζει ανώνυμη εταιρία και όχι πολιτικό οργανισμό, αφού τα στελέχη της ελέγχονται κεντρικά, όπως γίνεται στις επιχειρήσεις με τη σχέση των διοικήσεων με τα επιμέρους τμήματα.
Γεγονός αναμφισβήτητο είναι ότι στον ένα μήνα,ο οποίοςδεν συμπληρώθηκε καν ακόμη, από την ορκωμοσία της, η νέα κυβέρνηση μπήκε με μεγάλη φορά στελεχώντας με γρήγορους ρυθμούς τις βασικές πολιτικές θέσεις στον κυβερνητικό και τον εν γένει κρατικό μηχανισμό και ξεδιπλώνοντας ένα φάσμα προγραμματικών προτεραιοτήτων.
Στο ίδιο διάστημα, όμως, δεν μπορεί να πει κάποιος ότι «όλα πήγαν ρολόι» ή ότι ξεμπερδέψαμε με γνωστές παθογένειες του παρελθόντος. Διότι, για παράδειγμα, δεν έλειψαν τα πολυνομοσχέδια –«σκούπες», όπως τα λέγαμε παλαιότερα- που έφθασαν μέσα στη μαύρη νύκτα στη Βουλή και ούτε τηρήθηκαν οι κανόνες καλής νομοθέτησης που διακήρυττε η νέα κυβέρνηση ότι θα εφαρμόσει απαρέγκλιτα.
Μένει να φανεί αν ο επιδιωκόμενος σκοπός που ήταν η ταχύτητα και η αποτελεσματικότητα μπορεί να… αγιάσει τα μέσα που ήταν η σπουδή και η προχειρότητα. Σπουδή η οποία, κάποιες πληροφορίες λένε, ήταν τόσο έντονηπου έφθασε μέχρι του σημείου αρμόδιος υπουργός να ζητήσει από τις υπηρεσίες της Βουλής να δεχθούν την κατάθεση του νομοσχεδίου του χωρίς την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που πρέπει υποχρεωτικά να συνοδεύσει κάθε νομοθέτημα.
Ο υπουργός υπέβαλε σχετικό αίτημα, διότι, σε διαφορετική περίπτωση, θα έχανε το ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα που κάποιον ανεξήγητο λόγο είχε θέσει στον εαυτό του. Το πρωτοφανές αίτημά του απερρίφθη προφανώς από τη Βουλή και διεσώθησαν τα προσχήματα για την κυβέρνηση η οποία κινδύνεψε να διασυρθεί ανεπανόρθωτα από την εμμονή του υπουργού της.
Τούτων δοθέντων, λοιπόν, ποιοι έχουν το δίκιο και ποιοι το άδικο με το μέρος τους; Οι πανηγυρίζοντες για την άμεση δράση της κυβέρνησης; Ή οι ελεεινολογούντες επειδή είναι προφανές ότι δεν έλειψαν οι παρεκκλίσεις και οι αστοχίες τόσο στην επιλογή κάποιων προσώπων όσο και σε πρωτοβουλίες που ανελήφθησαν;
Όπως συμβαίνει στις περισσότερες φορές, η αλήθεια είναι κάπου στο ενδιάμεσο. Όποιος «ψειρίσει» μια – μια τις αποφάσεις που ελήφθησαν θα βρει σίγουρα λάθη, τα οποία μόνον όσοι παραμένουν αδρανείς τα αποφεύγουν. Κοιτώντας, όμως, κανείς τη μεγάλη εικόνα δεν μπορεί να μην δει κάποιες εμφανείς διαφορές της νέας κυβέρνησης από τις προκάτοχες της τόσο στο πρόσφατο όσο και στο απώτερο παρελθόν.
Ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης διηγείτο πριν από μερικά χρόνια πως όταν ανέλαβε το 1981 το υπουργείο Γεωργίας και ζήτησε από το αρμόδιο για τον τομέα ευθύνης του στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, το Πρόγραμμα που θα υλοποιούσαν, η απάντηση που έλαβε έπειτα από πολλούς δισταγμούς του ήταν η αποκάλυψη ότι δεν υπήρχε τίποτε συγκεκριμένο παράμόνον μερικές γενικόλογες διακηρύξεις.
Σχεδόν τρεις δεκαετίες αργότερα, το 2009, που ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν βέβαιο ότι πήγαινε πλησίστιος για την πρωθυπουργία, στενός συνεργάτης του ο οποίος ρωτήθηκε από τον γράφοντα για την προετοιμασία που έκαναν για την διακυβέρνηση, διατείνονταν ότι «έχουμε έτοιμα νομοσχέδια». Στην πράξη απεδείχθη αμέσως μετά τις εκλογές ότι δεν είχαν τίποτε συγκεκριμένο. Γι΄ αυτό και πολλές καινούργιες ιδέες που είχαν χάθηκαν στην καθυστέρηση εφαρμογής της, προτού έρθει η κρίση χρέους και σαρώσει τα πάντα. 
Με την κυβέρνηση Μητσοτάκη φαίνεται –επιμένω στο συγκεκριμένο ρήμα- ότι τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Υπήρξε μια σχετική προετοιμασία που για τα εγχώρια δεδομένα δεν είναι κάτι το σύνηθες. Απέχει, ωστόσο, παρασάγγες, από το να δικαιολογεί ισχυρισμούς ότι έχουμε να κάνουμε με αυτό που αποκαλούμε «καλοκουρδισμένη μηχανή».
Αν τα συγκρίνει, όμως, κανείς με τα διεθνώς ισχύοντα, μάλλον με στοιχειώδη πράγματα έχουμε να κάνουμε. Στέλεχος της κυβέρνησης ομολογούσε πρόσφατα ότι «θα γελούν μαζί τους στο εξωτερικό» αν πάμε και τους πούμε πως θεωρείται επιτυχία ότι θα εγκαταστήσουμε στο πρωθυπουργικό γραφείο το ολοκληρωμένο πληροφορικό σύστημα για την παρακολούθηση του κυβερνητικού έργου σε κάθε υπουργείο.
Σε τρανταχτά γέλια μάλλον θα ξεσπάσουν πολλοί στο εξωτερικό και όταν πληροφορηθούν ότι στη θέση της διευθύντριας του πρωθυπουργικού γραφείου στη Θεσσαλονίκη,την οποία κόσμησαν οι νεαρές ΣΥΡΙΖΑίες που είχαν περπάτησαν στους δρόμους των αγώνων, τώρα κάθεται μια ώριμη αποτυχούσα τέως βουλευτής της ΝΔ που θα παλέψει για το… rebrating της realMacedonia
Χωρίς τέτοιες πρωτοβουλίες, άλλωστε, θα χάναμε πλήρως τον μπούσουλα και θα ήταν σα να άλλαξε γεωγραφική θέση η Ελλάδα και απέβαλε δια μιας το πολιτικό της προσωπικό νοοτροπίες που ισχύουν διακόσια και πλέον χρόνια σε τούτα τα χώματα. Μακάρι, όμως, να είναι μόνον η διευθύντρια του πρωθυπουργικού γραφείου της Θεσσαλονίκης που να μας θυμίζει το αμαρτωλό παρελθόν.
Αν είναι έτσι, τότε είναι μικρό το κακό!  

Πέμπτη 1 Αυγούστου 2019

Ναι στα αυτονόητα, όχι στους ψυχαναγκασμούς



Καμία κυβέρνηση δεν προέρχεται από παρθενογέννηση. Τα στελέχη που απαρτίζουν όλες τις κυβερνήσεις του πλανήτη έχουν παρελθόν, απόψεις, θέσεις, νοοτροπίες και κουβαλούν ψυχολογικές «αποσκευές» που δεν εξαφανίζονται με την υπουργοποίησή τους.
Το ίδιο προφανώς συμβαίνει και με τη νεοσχηματισθείσα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Οι άνθρωποι που τη συγκροτούν διαθέτουν ο καθένας τους το δικό του ταπεραμέντο. Και όσο αλήθεια και αν είναι ότι ο πρωθυπουργός προσπάθησε να τους περάσει από διαδικασίες αξιολόγησης, άλλο τόσο γεγονός αναμφισβήτητο αποτελεί ότι δεν υπάρχει… καλούπι που να βγάζει ομογενοποιημένα κυβερνητικά στελέχη.
Γι΄ αυτό και δεν είναι να απορεί κανείς με κάποιες πρώτες αρρυθμίες, ου μην αλλά και αστοχίες, που παρατηρούνται στην μέχρι τούδε κυβερνητική λειτουργία. Το χρονικό διάστημα που έχει διανυθεί είναι σαφώς πολύ μικρό για να εξαχθούν αξιόπιστα συμπεράσματα.
Παρά ταύτα εκείνο που είναι δύσκολο να αρνηθεί όποιος δεν διακατέχεται από ακραία προκατάληψη είναι ότι αυτή η κυβέρνηση αν εκπλήσσει για κάτι είναι επειδή τις περισσότερες φορέςκάνει απλώς τα… αυτονόητα.
Είναι αλήθεια ότι επί πολλά χρόνια η χώρα μας είχε καταληφθεί από μια παρανοϊκή υψιπέτεια που εμπόδιζε τόσο τους κάθε λογής ταγούς όσο και τους απλούς πολίτες να συνεννοηθούν για το τι ήταν γεγονός και τι αποτελούσε συλλογική φαντασίωση ή ατομική αυταπάτη και να αποφασίσουν τι υλοποιείται άμεσα και χωρίς χρονοτριβή και τι απαιτεί χρόνο για να ωριμάσει.
Κλόουν της πολιτικής παρίσταναν τους υπουργούς αλλά δεν καθόταν, δήθεν, στην υπουργική καρέκλα για να μην… αλλοτριωθούν, όπως έλεγαν στο πόπολο. Χωρίς, όμως, οι βερμπαλισμοί αυτού του είδους να τους εμποδίζουν να κάνουν χρήση όλων των προνομίων της εξουσίας  που απολάμβαναν ως λάφυρο που κέρδισαν στη μάχη.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει μέχρις στιγμής να αφήνει πίσω πολλές από αυτές τις παθογένειες, όχι γιατί έχει να επιδείξει σπουδαίο έργο, αλλά επειδή τις περισσότερες φορές κάνει αυτονόητα πράγματα. Γεγονός που στις μέρες μας προσομοιάζει με… επαναστατική πράξη.
Δεν είναι λίγοι όσοι τα τελευταία χρόνια έχουν επισημάνει ότι η Ελλάδα για να πάει μπροστά και να γίνει μια κανονική χώρα εκείνο που χρειάζεται είναι μια… επανάσταση: η επανάσταση του αυτονόητου.
Ας δούμε δύο απλά παραδείγματα που σχετίζονται με τη μεγαλύτερη τραγωδία των τελευταίων χρόνων που έζησε πριν από ένα χρόνο η ελληνική κοινωνία επειδή στο Μάτι δεν έγιναν – πριν, κατά τη διάρκεια αλλά και στη συνέχεια του δράματος- πολλά από αυτά που σε κάθε κανονική χώρα θα είχαν γίνει.
Σε ελάχιστες μέρες αφότου ανέλαβε τα ηνία της χώρας, η νέα κυβέρνηση συνεννοήθηκε με ιδιώτες για να καθαρίσουν (χωρίς κόστος για το Δημόσιο) το επικίνδυνο οικόπεδο, όπου είχαν συγκεντρωθεί χιλιάδες τόνοι καύσιμης ύλης. Και ταυτόχρονα «έπεσε με τα μούτρα» για να βρει λύση στο θέμα του συστήματος αποστολής SMS σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.
Ένα χρόνο μετά τη φονική πυρκαγιά, στην οποία χάθηκαν αδίκως 102 συνάνθρωποί μας και αφού η κυβέρνηση Τσίπρα δεν είχε προχωρήσει το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης 112, η νέα κυβέρνηση έκανε κάτι πραγματικά απλό: συνεργάστηκε με τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας για την υλοποίηση μιας ενδιάμεσης λύσης, ούτως ώστε να υπάρχει δυνατότητα προειδοποίησης των πολιτών για φυσικούς κινδύνους με γραπτό μήνυμα, μέχρι να λειτουργήσει το 112 έως το τέλος του τρέχοντος έτους.
Από την άλλη, ωστόσο, εξίσου  αυτονόητο είναι ότι μερικά πράγματα χρειάζονται χρόνο για να υλοποιηθούν και δεν αρκεί η σύλληψη μιας φαεινής ιδέας να μετουσιωθεί εν ριπή οφθαλμού σε νομοθετική πρωτοβουλία. Επειδή αυτός που τη συνέλαβε έθεσε ένα… ψυχαναγκαστικό χρονοδιάγραμμα το οποίο πρέπει να τηρηθεί απαρέγκλιτα, αγνοώντας τους κινδύνους που ελλοχεύουν από τις… γονατογραφίες που γίνονται νόμοι του κράτους στο άψε σβήσε.
Τα τελευταία χρόνια η χώρα και το πολιτικό σύστημα ταλαιπωρήθηκαν αφάνταστα από την εμμονή με την οποία οι εταίροι και οι δανειστές επέβαλαν να περάσουν κατεπείγοντα πολυνομοσχέδια χιλιάδων σελίδων χωρίς να προηγηθεί η προβλεπόμενη από το Σύνταγμα και τη λογική διαδικασία διαβούλευσης, ούτως ώστε να ληφθούν υπόψη θέσεις και απόψεις για το προωθούμενο κάθε νομοθέτημα όσο το δυνατόν περισσότερων ανθρώπων.
Συστατικό στοιχείο, άλλωστε, για την επιστροφή στην κανονικότητα είναι, αυτονοήτως, και η διαβούλευση για τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της νέας κυβέρνηση. Το ότι κάποιες εξ αυτών μπορεί να ήταν στο Κυβερνητικό Πρόγραμμα της ΝΔ που ενέκριναν οι ψηφοφόροι, δεν δικαιολογεί τη σπουδή να περάσουν κάποια πράγματα για να φανεί ότι οι νέοι υπουργοί κινούνται ταχέως και αποφασιστικά.
Για να μη μιλάμε θεωρητικώς, ας παραθέσουμε ένα παράδειγμα στο οποίο αποτυπώνεται η… ψυχαναγκαστική παραβίαση του αυτονόητου: Κάποιος από τους συνεργάτες του πρωθυπουργού συνέλαβε την ιδέα να τεθούν αυστηρά ασυμβίβαστα και κωλύματα για όσους αναλαμβάνουν θέσεις στην κυβέρνηση και στον κρατικό μηχανισμό.
Προτάθηκε, ειδικότερα, ορισμένα από αυτά τα ασυμβίβαστα να ισχύουν για αρκετά χρόνια μετά την εγκατάλειψη της θέσης όσων αναλαμβάνουν αξιώματα γενικού γραμματέα σε υπουργείο ή διοικητή δημόσιου οργανισμού. Εν ολίγοις αν κάποιος απολυθεί ή παραιτηθεί θα πρέπει να μείνει επί χρόνια άνεργος, αφού στον τομέα της κυβερνητικής ευθύνης που είχε –και επιλέχθηκε επειδή είχε σχετική προϋπηρεσία και εμπειρία- δεν θα μπορεί να ξαναδουλέψει.
Ναι, λοιπόν, στην αυτονόητη αντιμετώπιση της γνωστής νοοτροπίας ότι «τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει» που κρατά καθηλωμένη τη χώρα, ενώ είναι θέμα απλών κινήσεων και κοινής λογικής για να προχωρήσουν ώριμα ζητήματα. Όχι, όμως, στις ψυναναγκαστικές λογικές επειδή απλώς πρέπει οι νέοι κυβερνώντες πρέπει να δείξουν ότι είναι διαφορετικοί από τους άλλους.
Αυτονόητα πράγματα, δηλαδή!

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2019

Η διακυβέρνηση είναι μαραθώνιος, δεν είναι αγώνας ταχύτητας


Καμία κυβέρνηση δεν κρίθηκε ποτέ από τις πρώτες εβδομάδες παραμονής της στην εξουσία. Αυτός είναι, άλλωστε, και ο λόγος για τον οποίο στα περισσότερα κοινοβουλευτικά συστήματα του πλανήτη προβλέπεται τετραετής θητεία προτού να γίνουν εκλογές για να επιβραβευτούν ή να καταδικαστούν από την ψήφο των πολιτών οι εκάστοτε κυβερνώντες.
Είναι προφανές, λοιπόν, ότι το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τη νεοσχηματισθείσα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ως εκ τούτου, όσο πρόωροι είναι οι πανηγυρισμοί όσων βιάζονται να υποστηρίξουν «πόσο φοβερή και τρομερή είναι η καινούργια κυβέρνηση», άλλο τόσο -και περισσότερο ίσως…- προπετείς είναι οι γοεροί κοπετοί όσων επιχειρούν να πείσουν για την καταστροφή που επήλθε με την κυβερνητική αλλαγή της 7ης Ιουλίου.
Από την άλλη, όσο και αν είναι αλήθεια ότι τα περισσότερα δείγματα γραφής των νέων κυβερνώντων αφήνουν θετικό αποτύπωμα, άλλο τόσο -και περισσότερο ίσως…- αλήθεια είναι ότι οι περισσότερες κυβερνήσεις με την ίδια θετική προαίρεση ξεκινούν. Κανείς δεν εκλέγεται για να κάνει αρνητικά πράγματα. Πλην, όμως, όπως λέει και η γνωστή ρήση, «ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος καλές προθέσεις».
Όλοι ανεξαιρέτως αρχίζουν τη θητεία τους δίνοντας όρκους αιώνιας πίστης στις προεκλογικές τους δεσμεύσεις και στην τήρηση των υπεσχημένων. Με εξαίρεση κάποιους… γεννημένους απατεώνες, οι περισσότεροι μάλλον εννοούν όσα λένε. Και η πεποίθησή τους είναι ότι μπορούν να τα υλοποιήσουν. Ξεκινούν με κάποιες συμβολικές πρωτοβουλίες που συνήθως είναι ίδιες ή παραπλήσιες με εκείνες προκατόχων τους.
Θυμηθείτε, για παράδειγμα, πόσες από τις κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων ανακοίνωσαν μόλις ανέλαβαν τα ηνία ότι μειώνουν τους μετακλητούς υπαλλήλους. Ή ότι θα… ξετρυπώσουν τους αργόμισθους δημοσίους υπαλλήλους που είναι αποσπασμένοι σε θέσεις… λούφας και παραλλαγής. Καθώς επίσης ότι θα περιορίσουν τα προνόμια της εξουσίας: πτήσεις VIP, θωρακισμένα οχήματα και άλλα τέτοια ηχηρά παρόμοια.
Ποιος έχει ξεχάσει το περίφημο «σεμνά και ταπεινά» του Κώστα Καραμανλή ή τις υποσχέσεις του Κώστα Σημίτη, του Γιώργου Παπανδρέου και του Αλέξη Τσίπρα ότι θα προχωρήσουν σε δραστικό περιορισμό του στόλου των κρατικών αυτοκινήτων ή ότι θα πωλήσουν τα κυβερνητικά αεροσκάφη;
Το φαινόμενο δεν είναι μόνον ελληνικό και σίγουρα δεν έχει… ιδεολογική διάσταση. Θυμάμαι, για παράδειγμα, ότι το 1988 που εξελέγη πρόεδρος της Κύπρου ο αριστερός Γιώργος Βασιλείου, οι φίλοι του είχαν ενθουσιαστεί από την υπόσχεση ότι το προεδρικό αυτοκίνητο θα σταματούσε, πλέον, στους φωτεινούς σηματοδότες και δεν θα περνούσε με κόκκινο όπως έκανε –για λόγους ασφαλείας, προφανώς…- ο προκάτοχός του Σπύρος Κυπριανού.
Αμέσως μετά τις εκλογές του 2015, τηλεοπτικός σταθμός της πρωτεύουσας έκανε ειδικό ρεπορτάζ για βουλευτή ο οποίος δήλωνε μπροστά στην κάμερα ότι θα μετακινούνταν από τα Τρίκαλα στην Αθήνα για τις συνεδριάσεις της Βουλής με το λεωφορείο του ΚΤΕΛ. Τρεις βδομάδες αργότερα έστελνε τον συνεργάτη του να παραλάβει το κρατικό αυτοκίνητο που του παραχωρήθηκε από το Κοινοβούλιο. Και στο ΚΤΕΛ δεν τον ξαναείδαν.      
Αποτελεί γεγονός αναμφισβήτητο ότι το πρώτο διάστημα κάθε καινούργιας κοινοβουλευτικής ή κυβερνητικής περιόδου κάτι γίνεται. Κυρίως στο επίπεδο των συμβολισμών. Οι κυβερνώντες μπαίνουν ορεξάτοι στη μάχη να αλλάξουν τα πράγματα, θεωρώντας ότι το εγχείρημά τους θα είναι εύκολο. Έχουν, άλλωστε τη συναίνεση και την αποδοχή του ευρύτατου κοινωνικού σώματος, τα μέλη του οποίου, όταν δεν τους αφορά προσωπικώς, αρέσκονται σε τέτοιες κινήσεις.
Κάθε φορά που αναλαμβάνει μια νέα εξουσία παρατηρείται μια κινητικότητα η οποία σχετίζεται άλλοτε με το μήνυμα της αποφασιστικότητας που εκπέμπουν οι νεόκοποι κυβερνώντες και άλλοτε με τον φόβο των ίδιων των λουφαδόρων. Κάθε καινούργια κυβέρνηση, άλλωστε, έχει στην αρχή του βίου της ένα υψηλό πολιτικό κεφάλαιο που πολλές φορές υπερβαίνει τα ποσοστά που απέσπασε στην κάλπη.
Η συσσωρευμένη εμπειρία του παρελθόντος δείχνει, όμως, ότι οι κάθε είδους νταραβερτζήδες, ανεξάρτητα από το τι ψήφισαν, βρίσκουν τρόπους να προσκολλώνται στη νέα εξουσία και να ματαιώνουν ή να αλλοιώνουν τα σχέδια της. Με αποτέλεσμα οι νεοφώτιστοι κυβερνώντες που βλέπουν την… αύξηση του πολιτικού τους κεφαλαίου να θεωρούν ότι η πορεία των γεγονότων θα είναι γραμμική.
Τους πρώτους μήνες μετά την εκλογική αναμέτρηση του Ιανουαρίου του 2015 ο νικητής της κάλπης Αλέξης Τσίπρας απολάμβανε μια πρωτοφανώς υψηλή δημοτικότητα, ακόμη και μεταξύ εκείνων που δεν τον είχαν ψηφίσει. Το ίδιο ακριβώς συνέβαινε και με τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος έδινε συνεντεύξεις για να πει ότι δεν κάθεται στην υπουργική καρέκλα για… «να μην αλλοτριωθεί» και ο κ. Τσίπρας, αντί να τον στείλει σπίτι του, όπως έκανε αργότερα, τον χαρακτήριζε «asset» της κυβέρνησης του.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Διότι η πορεία του χρόνου έκρινε τα έργα και τις ημέρες τόσο του Γιάνη Βαρουφάκη όσο και του Αλέξη Τσίπρα. Χωρίς τους παραμορφωτικούς φακούς της πρώτης περιόδου όταν όλα έμοιαζαν ρόδινα. Και είχαν και οι δυο το πολιτικό τους κεφάλαιο τοποθετημένο στον τόκο της εύκολης δημαγωγίας ότι αν εκστομίζαμε απειλές κατά των ξένων εταίρων και δανειστών μας εκείνοι θα μας παρακαλούσαν να μας δανείσουν…  
Κακά τα ψέματα, λοιπόν, κάθε καινούργια κυβέρνηση διαθέτει μια περίοδο χάριτος. Πλην, όμως, η ιστορική εμπειρία καταδεικνύει ότι καμία κυβέρνηση δεν κρίνεται τελεσίδικα επειδή υποσχέθηκε ότι θα κόψει έναν αριθμό από τους μετακλητούς ή θα ξετρυπώσει αποσπασμένους.
Χωρίς να υποτιμά κανείς τη σημασία τέτοιων μέτρων, εκείνο που δεν μπορεί να αρνηθεί είναι ότι οι κυβερνητικές πράξεις κρίνονται από τη διάρκειά τους. Αν, δηλαδή, όσα διακηρύσσονται στην αρχή της κάθε κυβερνητικής θητείας -όπως καλή ώρα, τώρα- θα καταφέρουν να σπάσουν το φράγμα της πρόσκαιρης εντυπωσιοθηρίας. Και θα ισχύσουν του χρόνου και του… παραχρόνου.
Στο τέλος – τέλος, η διακυβέρνηση δεν είναι αγώνας ταχύτητας, είναι μαραθώνιος με αρκετούς γύρους και πολλά σκαμπανεβάσματα.

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019

Τα νεύρα ενός περιστασιακού ενοίκου…


Από επαγγελματική υποχρέωση (ή και… διαστροφή) έχω παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς όλες τις ορκωμοσίες της Βουλής κατά την τελευταία τριακονταετία.
Από την εποχή που το αυστηρό τυπικό επέβαλε τους βουλευτές να προσέρχονται στο Μέγαρο κατά μόνας και χωρίς συνοδεία ούτε καν των γραμματέων τους, έως τις μέρες μας που στις ορκωμοσίες πλημμυρίζουν το προαύλιο και τα θεωρεία από συγγενείς και φίλους των μελών της Εθνικής Αντιπροσωπείας που θέλουν να είναι δίπλα στους εκλεκτούς τους αυτή την ξεχωριστή ημέρα, πολλά έχουν αλλάξει στη συγκεκριμένη τελετουργία.
Εκείνο, ωστόσο, που έχει μείνει αναλλοίωτο στην πορεία των χρόνων είναι το κοντράστ των συναισθημάτων που αποτυπώνεται στα έδρανα της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης.
Ένα κοντράστ που είναι ιδιαίτερα έντονο όταν η αμείλικτη ετυμηγορία της κάλπης ορίζει, εκτός από τις αλλαγές στη σύνθεση των προσώπων που κάθονται στα κοινοβουλευτικά έδρανα, ότι έχουμε και εναλλαγή των κομμάτων στη νομή της εξουσίας.
Χωρίς την παραμικρή δόση χαιρεκακίας, είναι πραγματικά απολαυστικό να βλέπεις τέως μεγαλοσχήμονες αξιωματούχους της απελθούσας κυβέρνησης που μερικές εβδομάδες νωρίτερα περπατούσαν στους διαδρόμους ως παραφουσκωμένοι διάνοι και σύχναζαν μόνον στα κυβερνητικά έδρανα, να κυκλοφορούν πλέον κατσούφηδες και σχεδόν ως άγνωστοι μεταξύ αγνώστων να προσπαθούν να βολευτούν στα ταπεινά βουλευτικά καθίσματα.
Παρότι τέτοιες σκηνές είναι μονίμως επαναλαμβανόμενες, σπανίως συναντά κανείς πολιτικούς, οι οποίοι να είναι συμφιλιωμένοι με τη νίκη και την ήττα, που -όσοι είμαστε απέξω από τον χορό- ξέρουμε ότι εναλλάσσονται. Διότι, στο τέλος – τέλος αυτή είναι η πεμπτουσία της Δημοκρατίας, όπως -παραδόξως πως- αναγνώρισε ο Αλέξης Τσίπρας στις δηλώσεις που έκανε το βράδυ της 7ης Ιουλίου για το εκλογικό αποτέλεσμα.      
Το «εκεί που είσαι ήμουνα, εδώ που είμαι έρθεις», είναι μεν μια παρηγοριά για πολλούς από όσους χάνουν τα προνόμια της εξουσίας, πλην, όμως, η πλειονότητα εκείνων που τα απολαμβάνουν δεν σκέπτονται κατ΄ αυτόν τον τρόπο. Γι΄ αυτό και όταν περνούν στα έδρανα της αντιπολίτευσης δυσκολεύονται να συμβιβαστούν με το… πεπρωμένο της αστικής Δημοκρατίας που δεν έχει μόνιμους νικητές.
Όποιος είδε τη θλίψη που αποτυπώνονταν στις φυσιογνωμίες πολλών στελεχών της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατά τη χθεσινή κοινοβουλευτική πρεμιέρα μπορεί να καταλάβει σε τι ακριβώς αναφερόμαστε.
Μάλλον επειδή δεν είχαν συμφιλιωθεί με αυτό το ενδεχόμενο –θυμηθείτε την υπεροψία που απέπνεαν δηλώσεις του τύπου «δεν υπάρχει ούτε μια περίπτωση στο εκατομμύριο να χάσουμε τις εκλογές…»- οι τέως κυβερνώντες έδειχναν ότι το έφεραν πολύ βαρέως που από τα ψηλά βρέθηκαν στα χαμηλά. 
Κοιτώντας τους χθες μου ήρθε κατά νου μια καταπληκτική φράση που είχε χρησιμοποιήσει ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης όταν πριν από οκτώ μήνες είχε πέσει θύμα μιας άθλιας σκευωρίας η οποία στόχευε να πλήξει το κύρος του μέσα από το άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών του επειδή τάχατες είχε γίνει αποδέκτης μιζών.   
            «Η Ιστορία δεν γράφεται από τους περιστασιακούς ενοίκους της εκτελεστικής εξουσίας», είχε δηλώσει στις 14 Νοεμβρίου 2018, προκαλώντας την έντονη αντίδραση μιας πλειάδας ΣΥΡΙΖΑίων αξιωματούχων, αλλά και των φερεφώνων τους, που αισθάνθηκαν προσβεβλημένοι επειδή ο πρώην πρωθυπουργός δεν τους αναγνώρισε δικαίωμα στη… μονιμότητα παραμονής στην εξουσία.
Με προεξάρχοντα τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα, είχαν εκφράσει τη (δήθεν) ιερά οργή τους επειδή κάποιος τόλμησε να τους χαρακτηρίσει «περιστασιακούς ενοίκους της εκτελεστικής εξουσίας». Ανέτρεξα στα επίσημα πρακτικά εκείνης της συνεδρίασης για να παραθέσω αυτούσια τα λόγια που χρησιμοποίησε ο τότε πρωθυπουργός από το επίσημο κοινοβουλευτικό βήμα.
«Δεν είναι δυνατόν κάποιοι να θεωρούν τον εαυτό τους και να αισθάνονται μόνιμοι ιδιοκτήτες του τόπου και τότε αλλά και σήμερα», είπε ο κ. Τσίπρας απαντώντας στην προαναφερθείσα δήλωση του Κώστα Σημίτη.
Απευθυνόμενος δε στη Φώφη Γεννηματά, συμπλήρωσε: «Και, βεβαίως, δεν είναι δυνατόν να θεωρείτε ότι όποιος έχει την εντολή του ελληνικού λαού να βρίσκεται σήμερα στη θέση της εκτελεστικής εξουσίας –και δεν βρίσκεται, βεβαίως, στη δική σας παράταξη ή την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας- είναι ένας περιστασιακός ένοικος της εκτελεστικής εξουσίας, νοικάρης δηλαδή στη δική σας ιδιοκτησία».
Δεν σταμάτησε, όμως, εκεί. «Θέλω, λοιπόν, να σας πω και σε εσάς –αλλά να το ακούει και ο κ. Μητσοτάκης- ότι ιδιοκτήτης σε αυτόν τον τόπο είναι ο ελληνικός λαός και κανένας άλλος και ότι όλοι είμαστε περιστασιακοί και εσείς και εμείς. Ο ελληνικός λαός είναι ιδιοκτήτης», συνέχισε.
Και, υπό τα «χειροκροτήματα από τις πτέρυγες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ», όπως καταγράφεται στα πρακτικά, ο κ. Τσίπρας κατέληξε λέγοντας τας εξής: «Πολύ φοβάμαι ότι αν συνεχίσετε έτσι, θα είναι ο ελληνικός λαός που θα σας δώσει απόφαση για μόνιμη έξωση από το πολιτικό στερέωμα…».
Είναι μετά να μην είναι μουτρωμένος στη χθεσινή συνεδρίαση της Βουλής κατά την οποία έβλεπε για πρώτη φορά να κάθεται στη θέση του εκείνος για τον οποίο πριν από λίγους μήνες πίστευε ότι οδηγείται σε «μόνιμη έξωση από το πολιτικό στερέωμα»;
Ας μην τον αδικούμε, όμως. Έχει νεύρα, πολλά νεύρα, όπως έδειξε στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ στην οποία απείλησε τους βουλευτές του «να μην τα πάρω στο κρανίο…».
Θα του περάσουν, πάντως. Η αντιπολίτευση είναι μια καλή άσκηση και ο χρόνος όλα τα γιατρεύει!