Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2019

Όταν η Βουλή διασκεδάζει με το… αχαλίνωτο σεξ του «Ρασπούτιν»


Ούτε μία, ούτε δύο, αλλά δώδεκα φορές γνώρισε την επιδοκιμασία των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ ο επονομαζόμενος «Ρασπούτιν» τέως αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος κατά την ωριαίας διάρκειας παρέμβαση του στο Κοινοβούλιο το βράδυ της περασμένης Τρίτης.
Αν και τόσο το ύφος όσο και η ουσία των λεγομένων του πρώην εισαγγελικού λειτουργού ο οποίος, μετά την θητεία του στην ΕΥΠ επί κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή, αξιοποιήθηκε από την κυβέρνηση της «πρώτης φοράς Αριστερά» σε ρόλο… διώκτη της διαφθοράς, δεν περιποιούν την παραμικρή τιμή ούτε στη Δικαιοσύνη ούτε και στο πολιτικό σύστημα, τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης έδειχναν να απολαμβάνουν τα όσα πρωτοφανή ακούγονταν από το βήμα της Βουλής.
Με τον Παύλο Πολλάκη να έχει πάρει θέση δίπλα στον Αλέξη Τσίπρα και να δίνει από την πρώτη σειρά των εδράνων το σύνθημα της… αποθέωσης του κ. Παπαγγελόπουλου, στα επίσημα πρακτικά της Βουλής κατεγράφησαν στιγμιότυπα που –αν μη τι άλλο- καταμαρτυρούν την απόλυτη έλλειψη επίγνωσης για τον ρόλο του βουλευτή και την πλήρη κατάπτωση του πολιτικού ήθους που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια.
Για του λόγου το αληθές παραθέτω αυτούσια τα αποσπάσματα των πρακτικών με τα επιδοκιμαστικά χειροκροτήματα και του γέλωτες των βουλευτών της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έπειτα από κάθε φορά που εύρισκαν εύστοχες ή διασκεδαστικές τις «ατάκες» του κ. Παπαγγελόπουλου:
*«Σήμερα θα μετατρέψω τους κατηγόρους μου σε κατηγορούμενους, γιατί αυτή είναι η πραγματικότητα». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Θα σας παρακαλέσω να σεβαστείτε τη θέση στην οποία προσπαθείτε να με βάλετε. Ακούστε με. Παραπέμψτε με, καταδικάστε με, εκτελέστε με, αλλά ακούστε με. Γιατί εάν δεν με ακούσετε εσείς, θα με ακούσει ο ελληνικός λαός». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Απορώ, λοιπόν, με την κ. Ράικου, όχι γιατί λέει ψέματα, αλλά γιατί τα λέει άγαρμπα (…). Και ποιος ο λόγος να την πιέσω να στείλει τη δικογραφία στη Βουλή; Δεν ήταν υποχρεωμένη από τον νόμο να τη στείλει αμέσως, “αμελλητί” στη Βουλή;» (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Κύριε Πρόεδρε, θα εξαντλήσω το λιγότερο άλλο τόσο χρόνο, γιατί θέλω να υπερασπιστώ τον εαυτό μου, την αλήθεια και τους τίμιους δικαστές». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*Διαβάζοντας την κατάληξη της επιστολής παραίτησης της Ελένης Ράικου στην οποία η εισαγγελέας αναφέρει ότι έχει στοχοποιηθεί «από παράκεντρα εξουσίας και διαφθοράς που σκοπό έχουν τη μία και μόνη συγκάλυψη των διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών που αποκομίζουν διαχρονικά εκατομμύρια ευρώ και επιζητούν μανιωδώς την παρεμπόδιση της έρευνάς μου», ο κ. Παπαγγελόπουλος συμπληρώνει: «Μετά από καιρό η κ. Ράικου ανακάλυψε στη φαντασία της τον Ρασπούτιν». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Τι να πρωτοπώ; Δύο χρόνια βομβαρδίζομαι με έναν οχετό, αλλά πρέπει να ξέρουν κάποιοι ότι η διασπορά λυμάτων στον δρόμο τιμωρείται τουλάχιστον σαν υγειονομική παράβαση». (Χειροκροτήματα και γέλωτες από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Επίσης, η κ. Ράικου την παραμονή της παραίτησής της, αν θυμάμαι καλά, με επισκέφτηκε στο γραφείο μου, στο υπουργείο, αφού προηγουμένως είχε επισκεφθεί τον κ. Κοντονή. Μου ζήτησε να τη βοηθήσω να ανανεωθεί η θητεία της για τρίτη φορά, χάρη της παλιάς φιλίας και της θητείας που είχαμε και της καλής συνεργασίας μας». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Ο Ρασπούτιν έμεινε στην ιστορία όχι για μηχανορραφίες, ίντριγκες, σκευωρίες, αλλά για κάποια φυσικά του προσόντα και για τη θεωρία του ότι το αχαλίνωτο σεξ οδηγεί στην απόλυτη εξάντληση και μετά στη θέωση. Είναι άλλη μια απόδειξη ότι εγώ ποτέ δεν είπα τον εαυτό μου Ρασπούτιν». (Χειροκροτήματα-γέλωτες από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
*«Άφησα για το τέλος, λοιπόν, τον κ. Σαμαρά, τον άνθρωπο που ταλαιπωρεί για πολλά χρόνια και την πατρίδα μας και την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας». (Γέλωτες από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ)
*«Αν χρειαστεί, όμως, λίγο πριν το εκτελεστικό απόσπασμα, θα αναφερθώ στο τι μου έλεγε (σ.σ.: ο Αντώνης Σαμαράς), πώς αποκαλούσε κάποιους και για ποια πράγματα με ρωτούσε και με παρακαλούσε». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ). Στο σημείο αυτό, μάλιστα, ο Παύλος Πολάκης τον προτρέπει ζωηρά: «Προχώρα! Τώρα πες τα!». Για να λάβει από τον κ. Παπαγγελόπουλο την απάντηση: «Κύριε Πολάκη, εγώ έχω αρχές και οι αρχές μου τις ιδιωτικές συζητήσεις δεν μου επιτρέπουν να τις χρησιμοποιήσω παρά μόνο σε έσχατη ανάγκη!...».
*«Δεν είναι η πρώτη φορά, λοιπόν, που ο κ. Σαμαράς καταφεύγει σε μηνύσεις και μιλάει για πλεκτάνη και σκευωρία σε βάρος του. Δεν αποκλείεται στο μέλλον να μηνύσει και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αν δεν γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας, επειδή για δεύτερη φορά δεν θα τολμήσει να ρίξει την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ)
*Σας ευχαριστώ για τον χρόνο σας και κυρίως για την προσοχή σας και εσάς, κύριε Πρόεδρε, για την ανοχή σας». (Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ).
Σε άλλες εποχές θα προκαλούσαν σάλο οι ανατριχιαστικές περιγραφές τις οποίες έκανε ο κ. Παπαγγελόπουλος από το βήματα της Βουλής για περιστατικά τα οποία συνέβησαν την περίοδο που ήταν υπουργός. Όπως, για παράδειγμα, ότι λειτουργοί της Θέμιδος τού χάριζαν γραβάτες για να τύχουν της εύνοιας του.
Ή ότι κάποιοι –μη κατονομαζόμενοι- του ζητούσαν να ενοχοποιήσει χωρίς στοιχεία τον Ευάγγελο Βενιζέλο σε υποθέσεις που αφορούσαν την τράπεζα Marfin (κάτι, δηλαδή, όπως αυτό ακριβώς που καταγγέλλεται ότι έγινε με τη Novartis).
Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς ότι οι βουλευτές που συγκυβέρνησαν με τον κ. Παπαγγελόπουλο να σηκωθούν και να του ζητήσουν εξηγήσεις για όλα αυτά που τόσο αδιάντροπα εκστόμιζε από το κοινοβουλευτικό βήμα. Αντ΄ αυτού, όμως, εκείνοι τον χειροκροτούσαν και γελούσαν με όσα έλεγε για τα «φυσικά προσόντα» του Ρασπούτιν και τη θεωρία του για το… αχαλίνωτο σεξ.
Τι κρίμα!

Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019

Ποιον φθείρουν τέτοιες «γενικές» απεργίες;


Τα παλαιότερα χρόνια έπειτα από κάθε απεργία δημιουργούνταν μια διελκυστίνδα ανάμεσα στους υποστηρικτές και στους αντιπάλους της που αφορούσε τη συμμετοχή στην εκάστοτε κινητοποίηση: οι μεν προσπαθούσαν να αποδείξουν ότι ήταν πάνδημη οι δε πάσχιζαν να εμφανίσουν ότι ήταν περιορισμένος ο αριθμός των απεργών.
Τις περισσότερες φορές τα στοιχεία, τα οποία η κάθε πλευρά παρουσίαζε απέκλιναν μεταξύ τους σε σημαντικό βαθμό. Διότι και οι δύο, στοχεύοντας στις εντυπώσεις, υπερέβαλαν. Και είτε «φούσκωναν» είτε «ξεφούσκωναν» τα ποσοστά. Η αλήθεια ήταν συνήθως κάπου στη μέση. Όταν οι υποστηρικτές της απεργίας μιλούσαν για συμμετοχή της τάξης του 75% και οι αντίπαλοί τους αντέτειναν ότι δεν ξεπέρασαν το 35% ή το 40%, όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι είχε απεργήσει γύρω στο 50 με 55% του συγκεκριμένου κλάδου.
Τα τελευταία πολλά χρόνια έχουν πάψει οι καβγάδες αυτού του είδους. Με εξαίρεση, άλλωστε, κάποιες ελάχιστες εμβληματικού τύπου κινητοποιήσεις, όπως για παράδειγμα εκείνη του Μαίου του 2010 όταν ψηφιζόταν το πρώτο Μνημόνιο, σε όλες τις υποτιθέμενες «γενικές» απεργίες οι άνθρωποι που συμμετέχουν είναι τόσο λίγοι που κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να προσπαθήσει να πείσει για το αντίθετο.
Αποτελεί κοινό μυστικό πως οι απεργίες έχουν επιτυχία μόνον εκεί που επιβάλλεται η συμμετοχή όλων και δεν υπάρχει η δυνατότητα της προσωπικής επιλογής. Στα μέσα μαζικής μεταφοράς, για παράδειγμα, όποιος διαφωνεί με την κινητοποίηση δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί και ο μόνος τρόπος για να μη χάσει το μεροκάματο είναι να περιληφθεί στους… τυχερούς που έχουν ρεπό ή βρίσκονται σε άδεια.
Σε ορισμένους κλάδους, όπως είναι τα μέσα μεταφοράς (αλλά και τα μέσα ενημέρωσης!) όλοι οι εργαζόμενοι σε αυτούς λογίζονται, εκόντες – άκοντες, ως απεργοί. Και ας μην τους έχει ρωτήσει κανείς αν συμφωνούν ή διαφωνούν με το υπαρκτό –ή και ανύπαρκτο- διεκδικητικό πλαίσιο που υποτίθεται ότι έχει η απεργία στην οποία συμμετέχουν. Η βούλησή τους δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Η συμμετοχή τους στην κινητοποίηση είναι υποχρεωτική, ακόμη και όταν οι ίδιοι πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο αντιστρατεύεται τα συμφέροντά τους.
Η θέληση της –πλειοψηφούσας, ου μην αλλά και μειοψηφούσας, σε αρκετές περιπτώσεις- συνδικαλιστικής νομενκλατούρας, είναι υπεράνω όλων. Μόνον όμως που αυτός είναι ένας κανόνας που ισχύει εκεί που υπάρχει «διακόπτης». Ένας «διακόπτης», ο οποίος κατεβαίνει αυτομάτως και κανείς δεν μπορεί να εργαστεί. Επί παραδείγματι, ένας μεμονωμένος εργαζόμενος στο Μετρό ή και περισσότεροι, δεν μπορούν να πάρουν έναν συρμό και να μεταφέρουν επιβάτες, ακόμη και αν διαφωνούν με την απεργία.
Στους περισσότερους, ωστόσο, κλάδους, στους οποίους δεν υπάρχουν «διακόπτες» και άρα άνωθεν επιβολή στην κινητοποίηση, ο αριθμός των συμμετεχόντων στις απεργίες ποικίλλει ανάλογα με το αν η πλειονότητα του κλάδου έχει πειστεί, όχι μόνον για το δίκαιο χαρακτήρα που έχουν τα προβαλλόμενα κάθε φορά αιτήματα, αλλά και για την αποτελεσματικότητα που θα έχει αυτή καθεαυτή η συμμετοχή τους.
Όποιος κυκλοφόρησε χθες, μέρα (υποτιθέμενης) γενικής απεργίας, στο κέντρο της Αθήνας μπορούσε να πάρει μια πολύ καλή γεύση για το βαθμό συμμετοχής. Η υποχρεωτική συμμετοχή των εργαζομένων στα μέσα μεταφοράς είχε ως αποτέλεσμα να κατακλυστεί το κέντρο της πρωτεύουσας από ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητα.
Σχεδόν καθ΄ όλη τη διάρκεια της ημέρας η κίνηση στους δρόμους αλλά και η αδυναμία εξεύρεσης χώρου στάθμευσης ήταν τόσο έντονη που ο καθένας μπορούσε βασίμως να διαπιστώσει ότι ενδεχομένως ούτε οι... ίδιοι οι συνδικαλιστές οι οποίοι προκήρυξαν τη συγκεκριμένη… «γενική απεργία» δεν συμμετείχαν σε αυτή την κινητοποίηση.
Κακά τα ψέματα, όταν ακόμη δεν έχουν συμπληρωθεί τρεις μήνες από τη νωπή λαϊκή εντολή που έχει η σημερινή κυβέρνηση, οποιαδήποτε «γενική απεργία» είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Πολύ περισσότερο που στην προκειμένη περίπτωση η κοινή γνώμη είναι σαφές ότι δίνει πίστωση χρόνου στη σημερινή κυβέρνηση και προσδοκά, όπως όλες οι μετρήσεις δείχνουν, στα αποτελέσματα που μπορεί να φέρει η εφαρμογή της δικής της πολιτικής.
Γι΄ αυτό και οι συνδικαλιστικές ηγεσίες δεν μπορεί παρά να τα λαμβάνουν υπόψιν τους αυτή την κατάσταση. Αν, όντως, θέλουν να διερμηνεύουν τη θέληση της κοινωνίας και των ανθρώπων που εκπροσωπούν. Και όχι απλώς να δικαιολογούν την ύπαρξή τους, προκηρύσσοντας απεργίες επειδή αυτό θωρείται μέρος της «δουλειάς» τους, αδιαφορώντας για την αποτελεσματικότητά τους.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να αντιληφθούν ότι «τυφλές» απεργίες, όπως, εν πολλοίς, ήταν η χθεσινή, δεν φθείρουν τις κυβερνήσεις εναντίον των οποίων στρέφονται. Στην πραγματικότητα φθείρουν τους ίδιους τους εαυτούς τους. Και, εν τέλει, αδυνατίζουν την ισχύ του έσχατου όπλου το οποίο διαθέτουν οι εργαζόμενοι και είναι οι απεργιακές κινητοποιήσεις.
Ας κάνουν σήμερα έναν ψύχραιμο απολογισμό και ας αποφασίσουν τα επόμενα βήματά τους. Ίσως πειστούν και οι ίδιοι ότι «γενικές απεργίες», στις οποίες σε λίγο καιρό δεν θα απεργεί κανείς, δεν έχουν κανένα απολύτως νόημα…