Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

Εύγε στον Νίκο Δένδια – Κάποιος έπρεπε να τα πει!

 

Είτε τα είχε προμελετημένα, όπως είναι το πιθανότερο αλλά και το ευκταίο, είτε τα είπε αυθόρμητα, επειδή έτσι το έφεραν οι συζητήσεις που είχαν προηγηθεί με τον απρόβλεπτο Ερντογάν και τον υποτακτικό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, έπραξε άριστα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας που έθεσε δημόσια όλο το πλέγμα των τουρκικών εξακολουθητικών προκλήσεων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Το γεγονός μάλιστα ότι είπε όσα είπε δημόσια, επί τουρκικού εδάφους και μέσα στο ίδιο το Παλάτι του «Σουλτάνου» Ερντογάν, σε συνδυασμό με τις διατυπώσεις που επέλεξε, χρησιμοποιώντας τη δέουσα ένταση, αλλά και την ψυχραιμία που απαιτείται σε τέτοιες περιστάσεις, κάνει ακόμη πιο αξιέπαινη στη στάση του.

Χωρίς περιττές λεκτικές εξάρσεις ή άλλες λαϊκίστικες υπερβολές προς εσωτερική κατανάλωση, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών ξεμπρόστιασε τις οθωμανικού τύπου μπαγαμποντιές εμφανιζόμενος στην Άγκυρα ως σύγχρονος Ευρωπαίος πολιτικός που εκπροσωπεί μια χώρα που δεν είναι φοβική και διεκδικεί τα δίκαια της.

Η σαφήνεια και η αποφασιστικότητα με την οποία προέβαλε τις πάγιες ελληνικές θέσεις για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και τις τουρκικές παραβιάσεις στην ξηρά, τη  θάλασσα και τον αέρα του Αιγαίου, για τη Συνθήκη της Λωζάνης, τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης και την αποστρατικοποίηση των νησιών, για την εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού και το θράσος των Τούρκων να μας εγκαλούν από πάνω και για τα pushback, ικανοποίησαν κάθε εχέφρονα άνθρωπο – Έλληνα ή μη.

Τα επιχειρήματά του, άλλωστε, ήταν στέρεα. Όπως για παράδειγμα όταν αναφέρθηκε στην αποστρατικοποίηση των νησιών και απάντησε στον ομόλογό του λέγοντας: «Γιατί υπάρχει στρατός στα νησιά; Υπάρχει γιατί απειλούνται από κάπου. Ο στρατός κοστίζει χρήματα. Δεν θέλουμε να χαλάμε χρήματα χωρίς λόγο. Υπάρχει κανείς να ισχυρίζεται αυτή τη στιγμή ότι δεν υπάρχει στρατιωτική απειλή και αποβατική δύναμη απέναντι από τα νησιά; Εάν δεν υπάρχει, είναι καλό να μας το πουν».

Αλλά και όταν με… περίτεχνη αβρότητα κατήγγειλε τις παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου και τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. «Και όχι μόνον αυτό, έχει παραβιάσει τα ίδια τα δικαιώματα κυριαρχίας της Ελλάδας», είπε και δίνοντας προσωπικό τόνο απευθύνθηκε στον Τούρκο υπουργό: «Έχει κάνει 400 υπερπτήσεις πάνω από ελληνικό έδαφος, Μεβλούτ. Πάνω από ελληνικό έδαφος. Δεν υπάρχει καμία διάταξη δικαίου που να επιτρέπει πτήση πάνω από το ελληνικό έδαφος…».

Το καλύτερο, όμως, «μάθημα» που έδωσε ο Νίκος Δένδιας στον συνομιλητή του ήταν όταν του εξήγησε ποιος είναι ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πως λειτουργούν τα μέλη της συγκεκριμένης «οικογένειας».

Σε πρώτο πρόσωπο και πάλι του κατέστησε σαφές ότι «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την Ελλάδα δεν είναι «τρίτοι», όπως είχε υποστηρίξει νωρίτερα, ζητώντας εμμέσως πλην σαφώς να μην πιέζουν οι Ευρωπαίοι την Άγκυρα να τερματίσει τις προκλήσεις κατά της Ελλάδας και να σεβαστεί το Διεθνές Δίκαιο.

«Η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι το Συμβούλιο στο οποίο ανήκουμε και στο οποίο έχουμε προτείνει να ανήκετε κι εσείς, όταν γίνετε μέλος», είπε με νόημα για να συμπληρώσει: «Άρα δεν είναι τρίτος, είναι η οικογένειά μας. Είναι οι χώρες με τις οποίες ζούμε μαζί, είναι οι χώρες με τις οποίες συμμεριζόμαστε τις ίδιες αξίες, είναι οι χώρες με τις οποίες συμμεριζόμαστε ένα κοινό μέλλον, ένα κοινό όραμα, ένα χώρο προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Το ωραιότερο όλων, πάντως, το φύλαγε για το τέλος ο Έλληνας υπουργός. Η καταληκτική του φράση, σύμφωνα με την οποία «ελπίζω η διαφωνία μας, παρεμπιπτόντως, να μην σε οδήγησε να ματαιώσεις την πρόσκληση για δείπνο, διότι πεινάω εξαιρετικά», θα μείνει στην ιστορία ως το απόλυτο… σφάξιμο με χιούμορ.

Εύγε, λοιπόν, στον Νίκο Δένδια!

Σάββατο 10 Απριλίου 2021

Το «Φουρθιώτης-gate» εκθέτει το… ψοφοδεές πολιτικό σύστημα

 

Χρόνιες παθογένειες της δημόσιας ζωής, που η διαιώνισή τους εκθέτει ανεπανόρθωτα το πολιτικό σύστημα και ειδικά όσους ασκούν εξουσία, έφεραν στο προσκήνιο της επικαιρότητας οι καταγγελίες για «τα έργα και τις ημέρες» της cult τηλεπερσόνας που ακούει στο όνομα Μένιος Φουρθιώτης.

Αν και δεν είναι η πρώτη φορά που διάφορα πρόσωπα, τα οποία κινούνται στον πολύ ευρύ χώρο της δημοσιότητας, καταφέρνουν, με μόνο εφόδιο το περίσσευμα θράσους που διαθέτουν, να προσπορίζονται ωφελήματα που δεν αντιστοιχούν ούτε στα προσόντα ούτε στις ικανότητές τους, η περίπτωση Φουρθιώτη είναι από τις πλέον προκλητικές.

Η μεγαλύτερη, ωστόσο, πρόκληση προέρχεται από τη συμπεριφορά του κρατικού μηχανισμού και του πολιτικού συστήματος. Είτε πρόκειται για υπόγειες συναλλαγές, που, πάντως, μέχρι στιγμής, δεν έχουν αποδειχθεί τεκμηριωμένα, είτε αφορά απλώς ψοφοδεή διάθεση που προέρχεται από πονηρές σκέψεις του τύπου «ας τα έχουμε καλά μαζί του για να μην μας βρίζει από το τηλεοπτικό βήμα που διαθέτει», το αποτέλεσμα για τις εντυπώσεις που προκαλούνται στην κοινή γνώμη είναι ένα και το αυτό.

Η διάθεση μόνιμης αστυνομικής φρουράς σε έναν παρουσιαστή περιθωριακού τηλεοπτικού σταθμού, ακόμη και αν δεν ήταν στην έκταση που ανέφεραν οι αρχικές καταγγελίες, αποτελεί μείζον ζήτημα από τη στιγμή που γίνεται με δαπάνες των φορολογουμένων. Πολύ περισσότερο που, όπως αποκαλύπτεται, οι αρμόδιες υπηρεσίες όφειλαν να γνωρίζουν για τους πολλούς ανοικτούς λογαριασμούς με τη Δικαιοσύνη, όπως επίσης και να είχαν γνώση του γεγονότος ότι οι αστυνομικοί τον συνόδευαν στις επισκέψεις σε υπουργικά γραφεία για να διεκδικήσει χρήματα με εκβιαστικές απειλές.

Τα ερωτήματα για το ποιος και γιατί έλαβε τις αποφάσεις για να φρουρείται ο κ. Φουρθιώτης δεν απαντήθηκαν. Η επίσημη δικαιολογία σύμφωνα με την οποία οι υπηρεσίες της ΕΛΑΣ δεν αξιολογούν χαρακτήρες ανθρώπων, αλλά εκτιμούν κινδύνους» δεν είναι πειστικές. Ακόμη και όταν συνοδεύονται με επισήμανση της αρχής ότι «η ασφάλεια αποτελεί καθολικό αγαθό». Κι αυτό διότι είναι προφανές ότι οι αστυνομικές δυνάμεις που είχαν διατεθεί στον συγκεκριμένο τηλεπαρουσιαστή, όπως και σε άλλους ομοίους του οι οποίοι θέλουν bodyguards για λόγους prestige, έλειπαν από την αστυνόμευση των γειτονιών που έχουν προβλήματα αυξημένης εγκληματικότητας.

            Η ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη παραδέχτηκε ότι η φρούρηση του Μένιου Φουρθιώτη ξεκίνησε από τον Μάιο του 2020 με έναν αστυνομικό και έφτασε τον Μάρτιο του 2021 να έχει τέσσερις αστυνομικούς , εικοσιτετράωρη φύλαξη του σπιτιού του και συνοδευτικό αυτοκίνητο με μοτοσικλέτα της ασφάλειας. Η αύξηση της φρουράς του τηλεπαρουσιαστή αποδόθηκε στο φορτισμένο κλίμα που υπήρχε την συγκεκριμένη περίοδο λόγω της υπόθεσης Κουφοντίνα.

Σύμφωνα με τον υφυπουργό Λευτέρη Οικονόμου, «τον Μάιο του 2020 είχε διατεθεί ένας αστυνομικός για την ασφάλεια του κ. Φουρθιώτη με βάση ορισμένα περιστατικά και αιτήματα που αυτός είχε επικαλεστεί. Αξιολογήθηκαν από την αρμόδια επιτροπή που προβλέπεται. Στις 12 Αυγούστου του 2020 υπήρξε ένας εμπρησμός έξω από την οικία του». Με αυτή την αφορμή, ο τηλεπαρουσιαστής θεώρησε ότι δεν φρουρείται επαρκώς και πιέζοντας αρμοδίως κατάφερε να ενισχύσει βαθμηδόν την φρουρά.

*Την 1η Νοεμβρίου 2020 αποφασίστηκε η παράταση της διάθεσης του ενός αστυνομικού και παράλληλα διατέθηκε και ένας δεύτερος για ένα τρίμηνο προκειμένου να εναλλάσσονται κάθε μέρα οι δύο αστυνομικοί.

*Στις 10 Ιανουαρίου του 2021 υπήρξε εμπρησμός του αυτοκινήτου του διευθυντή του ενημερωτικού τμήματος του Έψιλον TV. Με βάση αυτό το περιστατικό -και νέα αιτήματα που υποβλήθηκαν προς το αρχηγείο της ΕΛΑΣ για αύξηση της φρουράς- στις 13 Ιανουαρίου 2021 διατάχθηκε η διάθεση και τρίτου αστυνομικού και μιας υπηρεσιακής μοτοσυκλέτας και η επιτήρηση της οικίας του.

*Τα μέτρα αυτά μέχρι και την 1η Φεβρουαρίου δεν είχαν υλοποιηθεί. Στις 18 Μαρτίου, όμως, εξαιτίας της συνολικής έντασης γύρω από τις κινητοποιήσεις υποστηρικτών του Δ. Κουφοντίνα, αποφασίστηκε να αυξηθεί η συνοδευτική ασφάλεια με τέταρτο αστυνομικό και ένα υπηρεσιακό αυτοκίνητο, ενώ διατάχθηκε εικοσιτετράωρη φύλαξη της οικίας του. Τότε είχαμε επίθεση σε σπίτια βουλευτών και άλλων προσώπων και απειλών που υπήρχαν σε μέσα μαζικής ενημέρωσης σε σχέση με την απεργία Κουφοντίνα.

Μετά τον πρόσφατο θόρυβο ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης απέσυρε την φρουρά και στις τοποθετήσεις του έδειξε αυτοκριτική διάθεση, αλλά και πρόθεση να δώσει λύση στο ζήτημα της φρούρησης των κάθε λογής «επωνύμων». O υπουργός Προστασίας του Πολίτη δεν δίστασε να πει μια μεγάλη αλήθεια που αναδεικνύει τον χρόνιο χαρακτήρα που έχουν τα νοσηρά φαινόμενα της φρούρησης με όρους… ρουσφετολογίας ή δύναμης ισχύος.

«Κάθε υπουργός προστασίας του Πολίτη τα τελευταία 20 χρόνια προσπαθεί να πάρει κόσμο από τα “επίσημα”, όπως λέγονται και να τον βάλει σε μάχιμες αστυνομικές υπηρεσίες πρώτης γραμμής, να βγάλει “την αστυνομία στους δρόμους”», δήλωσε για να προσθέσει: «Όλοι κι εγώ πρώτος, επαιρόμαστε τους δυο πρώτους μήνες ότι τα καταφέραμε και μετά γυρνάμε στα ίδια. Γιατί η πίεση της ζήτησης είναι κοινωνικό φαινόμενο και δεν λύνεται με διαταγές».

Αναλαμβάνοντας, όπως είπε, πλήρως την πολιτική ευθύνη και για λογαριασμό όλων όσοι είχαν το ίδιο πόστο τα προηγούμενα χρόνια και δεν άλλαξαν το σύστημα με το οποίο διατίθεται αστυνομική φρούρηση σε δημόσια πρόσωπα, όπως πολιτικοί, δικαστικοί και άλλοι, ο κ. Χρυσοχοΐδης δεσμεύθηκε δημοσίως ότι: «Θα νομοθετήσουμε τώρα με τόλμη και φαντασία και πολύ διάλογο». Συμπλήρωσε ότι «δεν θα ανακαλύψουμε τροχό», αλλά «θα μεταφέρουμε καλές πρακτικές άλλων Ευρωπαϊκών χωρών, που έδρασαν στο θέμα νωρίτερα από εμάς», προδιαγράφοντας τη συνεργασία της ΕΛΑΣ με ιδιωτικές εταιρίες φύλαξης.

Εξίσου προβληματικός υπήρξε, εξάλλου, και ο τρόπος αντίδρασης της ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας όταν αποκαλύφθηκε ότι μέσω εικονικών αυξήσεων στους μισθούς του, το συγκεκριμένο πρόσωπο προσπάθησε να αποσπάσει από το Δημόσιο χρήματα που δεν δικαιούνταν μέσω του προγράμματος «Συνεργασία».

Ο τότε αρμόδιος υπουργός Γιάννης Βρούτσης προχώρησε μεν σε επείγουσα νομοθετική ρύθμιση για να περιορίσει τις παράνομες απαιτήσεις του κ. Φουρθιώτη, θέτοντας πλαφόν στο ύψος της αποζημίωσης ειδικού σκοπού που μπορεί να λάβει κάποιος, πλην, όμως, δεν κατονόμασε τα πρόσωπα που τον είχαν απειλήσει. Και, πολύ περισσότερο, δεν προσέφυγε στη Δικαιοσύνη για τις παρανομίες που εξελίχθηκαν μπροστά στα μάτια του. «Θα έπρεπε την ίδια ώρα να διατάξει τη σύλληψή του και τον στείλει απευθείας στον εισαγγελέα», υποστήριζαν τις προηγούμενες ημέρες συνάδελφοι του νυν κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Νέας Δημοκρατίας.

Αν και αρμόδιοι αξιωματούχοι απορρίπτουν κάθε ισχυρισμό περί εμπλοκής της κυβερνητικής ηγεσίας στις «εξυπηρετήσεις» προς τον Μένιο Φουρθιώτη, ωστόσο, τόσο η καθυστερημένη απόσυρση της αστυνομικής φρουράς του τηλεπαρουσιαστή όσο και η εκ των υστέρων παραπομπή στη Δικαιοσύνη της υπόθεσης με τις υπερβολικές απαιτήσεις αποζημίωσης από το υπουργείο Εργασίας, δημιουργούν προβληματισμό στους πολίτες.

Το γεγονός ότι τέτοια φαινόμενα έρχονται από το παρελθόν δεν αποτελεί δικαιολογία. Ούτε μπορεί να εκληφθεί ως άλλοθι η επισήμανση ότι παλαιότερα ο συγκεκριμένος τηλεπαρουσιαστής εκθείαζε από το τηλεοπτικό του βήμα τον ΣΥΡΙΖΑ και τον αρμόδιο για τις τηλεοπτικές συχνότητες υπουργό Νίκο Παπά, ενώ ο «καναλάρχης» Φίλιππος Βρυώνης που του παρέχει τηλεοπτική στέγη είχε προσκληθεί και παρίστατο στη φιέστα… εξόδου από το Μνημόνιο που διοργάνωσε η προηγούμενη κυβέρνηση.

Παρασκευή 9 Απριλίου 2021

Πέρα από τον… καναπέ

 

Η σημειολογία της αμήχανης ορθοστασίας της επικεφαλής της Κομισιόν Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν, προτού βρεθεί στον απομακρυσμένο καναπέ που της διέθεσαν οι υπηρεσίες του Παλατιού του «Σουλτάνου» Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ήταν από πολλές πλευρές άκρως αποκαλυπτική.

Όσα προσχήματα και αν επικαλέστηκαν για τις δήθεν προβλέψεις του πρωτοκόλλου και όσα προσχήματα και αν εφευρέθηκαν για την υποτιθέμενη κακή συνεννόηση των υπηρεσιών της εθιμοτυπίας, ουδείς μπορεί να παραβλέψει τα μηνύματα που εξέπεμπε η στάση του Τούρκου Προέδρου έναντι των συνδαιτυμόνων του.

Οι οποίοι –τι ειρωνεία;- τον είχαν επισκεφθεί για να του θέσουν μεταξύ άλλων το ζήτημα που έχει ανακύψει με την αποχώρηση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης –αυτό και αν είναι ειρωνεία!- για την καταπολέμηση των διακρίσεων και της βίας κατά των γυναικών.

Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, η οποία υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης το 2011, τέθηκε σε ισχύ το 2014 και υπογράφηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2017. Είναι, όπως ανέφερε σχετικό ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, το πρώτο διεθνώς νομικά δεσμευτικό κείμενο του είδους του το οποίο υποχρεώνει τα κράτη που την επικυρώνουν να ακολουθούν ενδελεχή, δεσμευτικά κριτήρια για την πρόληψη της έμφυλης βίας, την προστασία των θυμάτων και την τιμωρία των αυτουργών.

Επίσημες έρευνες λένε ότι, ακόμη και στις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες, μία στις τρεις γυναίκες έχει υποστεί σωματική βία, σεξουαλική βία, ή και τις δύο μορφές βίας από την ηλικία των 15 ετών και έπειτα. Μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο χειρότερα είναι τα πράγματα σε χώρες χωρίς δημοκρατική παράδοση, όπως είναι η Τουρκία. Αλλά και να αντιληφθεί γιατί ο Ερντογάν έσπευσε να ενδώσει στην απαίτηση των ακόμη πιο ακραίων από τον ίδιο –ναι, υπάρχουν και τέτοιοι!- πολιτικών εταίρων του για αποχώρηση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης.

Όπως και να έχει, όμως, από τα όσα διαδραματίστηκαν κατά την επίσκεψη στην Άγκυρα του διδύμου της ευρωπαϊκής ηγεσίας και το… στρογγυλοκάθισμα του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ δίπλα στον Ερντογάν, εκείνο που εντυπωσίασε λιγότερο ήταν η προκλητικά αγενής συμπεριφορά των γειτόνων μας. Λόγω της γειτνίασης μας, άλλωστε, εμείς οι Έλληνες έχουμε υποστεί και υφιστάμεθα, πολύ πιο θρασείες προκλήσεις από την ολιγόλεπτη ορθοστασία της προέδρου της Κομισιόν.

Το μείζον ζήτημα στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι οι παθογένειες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος που αναδείχθηκαν εξαιτίας των νέο-οθωμανικών καμωμάτων της Άγκυρας. Δεν είναι μόνον ότι κανείς από το δίδυμο της ευρωπαϊκής ηγεσίας των Σαρλ Μισέλ και Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν δεν έδειξε να διαθέτει τα απαραίτητα πολιτικά ανακλαστικά άμεσης αντίδρασης μπροστά στην προσβολή που συνιστούσε η συμπεριφορά απέναντι στην επικεφαλής της Κομισιόν. Είναι, πολύ περισσότερο, ότι για μια ακόμη αναδείχθηκε η αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εκφραστεί με μια φωνή και να δείξει την ισχύ που διαθέτει.

Ο πολυπλόκαμος –και, ως εκ τούτου, γραφειοκρατικός- μηχανισμός διακυβέρνησης της Ένωσης, σε συνδυασμό με την επιλογή των προσώπων για τις ηγετικές θέσεις που γίνεται, κατά βάση, με όρους συμβιβασμού και… ελάχιστου κοινού παρονομαστή, εμποδίζουν, δυστυχώς, την ανάδειξη στιβαρής ηγεσίας ικανής να χειρίζεται κρίσεις και να βρίσκει αποτελεσματικές λύσεις στα προβλήματα που ανακύπτουν σε έναν οργανισμό 27 κρατών και εκατοντάδων –ή μήπως χιλιάδων;- κάθε είδους αντικρουόμενων συμφερόντων.

Δεν περιμέναμε βεβαίως το ταξίδι στην Άγκυρα για να διαπιστώσουμε το τεράστιο έλλειμμα αποτελεσματικής ηγεσίας που ταλανίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πριν από τον απομακρυσμένο… καναπέ, στον οποίο έβαλαν να καθίσει την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, το βιώσαμε με τους ανερμάτιστους χειρισμούς των Βρυξελλών στην πανδημία του κορωνοϊού. Στο ένα και μοναδικό εγχείρημα που ανέλαβαν να φέρουν εις πέρας και το οποίο δεν ήταν άλλο από το κοινό εμβολιαστικό πρόγραμμα, απέτυχαν παταγωδώς.

Παρά την αδιαμφισβήτητη πολιτική και οικονομική ισχύ της, η Ευρωπαϊκή Ένωση, συγκριτικά με άλλες προηγμένες χώρες, όπως, π.χ., οι ΗΠΑ ή η Βρετανία –για να μην πούμε για το Ισραήλ- αποδείχθηκε ουραγός στις προμήθειες εμβολίων και, άρα, στον αριθμό των εμβολιασμένων.

Το χειρότερο όλων, μάλιστα, είναι ότι δεν έδειξε αδράνεια, αλλά το γεγονός ότι οι προσπάθειες που κατέβαλε δεν ευοδώθηκαν, κυρίως επειδή οι φαρμακευτικές εταιρίες με τις οποίες διαπραγματεύτηκαν οι Βρυξέλλες, δεν βρήκαν απέναντι τους μια στιβαρή ηγεσία που ήταν διατεθειμένη να επιβάλει τους δικούς της όρους. Ενώ ακόμη και για να τρίξουν ελαφρώς τα δόντια στην Άγκυρα, έδειχναν μέχρι την τελευταία ώρα να περιμένουν την επίνευση της Ουάσιγκτον και διοίκησης του Τζο Μπάιντεν.

Γι΄ αυτό, λοιπόν, πέρα από τον… καναπέ του σουλτανικού Παλατιού, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι επιτακτικότερο από ποτέ να (επι)δείξει την δύναμη της. Με το Ταμείο Ανάκαμψης που υιοθέτησε τον περασμένο χρόνο έκανε ένα αξιοσημείωτο βήμα προς τα εμπρός.

Απομένουν, όμως, να κάνει πολλά ακόμη ούτως ώστε να τη σέβονται και να τη φοβούνται τόσο ο Ερντογάν όσο και οι φαρμακοβιομηχανίες. Και κυρίως να την εμπιστευόμαστε τα εκατομμύρια των Ευρωπαίων πολιτών.