Συνολικές προβολές σελίδας
Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2025
Οι αγέλες του Διαδικτύου διψούν για διχαστικές αφορμές
Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024
Τα μέσα ενημέρωσης είναι αδηφάγα, κυρίως με όσους τα τροφοδοτούν
Τον Μάρτιο του 2012 είχαμε χαλάσει τις καρδιές μας με ορισμένους γνωστούς μου, οι οποίοι, γοητευμένοι από τον αντιμνημονιακό οίστρο της εποχής, επέχαιραν με τις έντονες διαμαρτυρίες που λάμβαναν χώρα σε συναυλίες του Γιώργου Νταλάρα σε διάφορες γειτονιές της πρωτεύουσας.
Ο λόγος της διαφωνίας μας ήταν ότι οι γνωστοί μου δεν εύρισκαν προβληματικό το γεγονός ότι ομάδες δήθεν «αγανακτισμένων πολιτών» επέδραμαν και διέλυαν τις συναυλίες του γνωστού τραγουδιστή με αποδοκιμασίες, εκτοξεύοντας εναντίον του ίδιου και των μουσικών που τον συνόδευαν στη σκηνή κάδους με σκουπίδια ή νεράντζια και κραδαίνοντας πανό που έγραφαν το σύνθημα: «Έξω οι Νταλάρες από τις γειτονιές»!
Ο ίδιος ο -κατά λοιπά λαλίστατος- αοιδός έμεινε τότε άφωνος αποφεύγοντας να κάνει αυτό που έκανε τούτες τις μέρες όταν τα έβαλε με τους «μαρκουτσοφόρους» των μεσημεριανών τηλεοπτικών εκπομπών που -διόλου αδικαιολόγητα- τον πολιορκούσαν για να του ζητήσουν… διευκρινίσεις για όσα απαξιωτικά σχόλια είχε εξαπολύει νωρίτερα κατά συναδέλφων του καλλιτεχνών. Τους οποίους ομότεχνους του θεώρησε σωστό να στοχοποιήσει είτε επειδή, κατά την άποψή του, δεν είναι όσο καλλίφωνοι θεωρεί ότι είναι ο ίδιος, είτε διότι υπέπεσαν στο… αμάρτημα να κάνουν διαφημίσεις προϊόντων που δεν ετύγχαναν της αρεσκείας του κ. Νταλάρα.
Προφανώς και δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν όλοι όσοι επικροτούσαν τότε τις αθλιότητες κατά του τραγουδιστή είναι πάνω κάτω οι ίδιοι που επαινούν τώρα τις προσβλητικές επιθέσεις του κατά των εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης προς τους οποίους απηύθυνε το δήθεν καταλυτικό ερώτημα αν είναι περήφανοι οι γονείς και οι συγγενείς τους με τη συμπεριφορά τους. Ο ίδιος, άραγε, αναρωτήθηκε αν οι δικοί του συγγενείς ήταν πάντα σύμφωνοι με τη δική του συμπεριφορά; Ή προβληματίστηκε ίσως με το πως εξέλαβαν οι πολίτες τον ενθουσιασμό με τον οποίο υποδέχθηκε την αντίδρασή του ο «αψύς» Παύλος Πολάκης και οι κάθε λογής «πολακιστές»;
Όπως και να έχει, ο ρόλος των εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης -ανεξάρτητα από τον τομέα που υπηρετούν- δεν είναι άλλος από το να κάνουν τις πλέον άβολες ερωτήσεις χωρίς να επηρεάζονται από το ενδεχόμενο να φέρουν σε δύσκολη θέση όλους εκείνους προς τους οποίους απευθύνονται. Έτσι ακριβώς συνέβη τις προηγούμενες ημέρες -και μπράβο στα νέα παιδιά που έκαναν κάτι που οι πρεσβύτεροι δύσκολα κάνουμε…- όταν ο Νταλάρας εκλήθη να δώσει εξηγήσεις για όσα είχε δηλώσει νωρίτερα και αφορούσαν κυρίως ομότεχνους του.
Εφόσον ο διάσημος τραγουδιστής δεν επιθυμούσε να απαντήσει στα… ανεπιθύμητα ερωτήματα που δέχθηκε, ήταν πολύ απλό αυτό που μπορούσε να κάνει: θα απαντούσε με το στερεότυπο «κανένα σχόλιο» και θα προσπερνούσε τα «μαρκούτσια» τα οποία είχαν απλωθεί μπροστά του. Οι νεαροί «μαρκουτσοφόροι» δεν διέθεταν την παραμικρή εξουσία για να τον υποχρεώσουν να απαντήσει στα ερωτήματά τους.
Κακά τα ψέματα, για όποιον δεν καθοδηγείται από τις ιδεοληπτικές εμμονές του, η αυταπόδεικτη αλήθεια είναι ότι -σχεδόν χωρίς εξαίρεση- οι κάθε είδους διάσημοι αρέσκονται στην αναπαραγωγική και δοξαστική διάσταση των μέσων ενημέρωσης και εξεγείρονται κάθε φορά που εκδηλώνεται η κριτική και αποδομητική εκδοχή του ρόλου τον οποίο καλούνται να διαδραματίσουν.
Είτε αφορά πρωταγωνιστές της καλλιτεχνικής ζωής, είτε όσους έχουν ή διεκδικούν κεντρικούς ρόλους σε άλλους τομείς της δημόσιας σφαίρας, ο σχεδόν απαράβατος κανόνας είναι ότι οι πάντες αισθάνονται ικανοποίηση μόνον όταν οι φορείς της ενημέρωσης λειτουργούν ως προπαγανδιστικοί μηχανισμοί προβολής τους. Αν, αντιθέτως, τολμήσουν να κινηθούν διαφορετικά, θέτοντας διευκρινιστικά ερωτήματα, γίνονται αυτομάτως κατακριτέοι, πρωτίστως από όλους εκείνους οι οποίοι βρίσκονται στο επίκεντρο της κριτικής τους.
Είναι προφανές ότι το φαινόμενο δεν περιορίζεται στην καλλιτεχνική ζωή, που εκπροσωπεί ο Γιώργος Νταλάρας. Επεκτείνεται σε όλους ανεξαιρέτως τους τομείς που αποτελούν πεδίο άντλησης ειδησεογραφικής ύλης. Αρέσει ή όχι στους πρωταγωνιστές των εξελίξεων, η βασική δουλειά των μέσων ενημέρωσης στην πολιτική, οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική και λοιπή δημόσια ζωή είναι να θέτουν ερωτήματα και να ζητούν απαντήσεις.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι οι «μεσημεριανές» τηλεοπτικές εκπομπές αποτελούν το πρότυπο της δημοσιογραφίας. Ας μου επιτραπεί, μάλιστα, να εξομολογηθώ ότι, αν και προσωπικά δεν έχω παρακολουθήσει ποτέ μια ολοκληρωμένη τέτοια εκπομπή και ό,τι ξέρω για αυτές αποτελεί προϊόν δευτερογενούς ενημέρωσης, αυτό δεν με οδηγεί σε συμφωνία με τις απόψεις όσων σπεύδουν να τις καταδικάσουν μόνον όταν δεν βολεύονται από τη θεματολογία τους.
Η αλήθεια είναι ότι οι συγκεκριμένες εκπομπές είναι αδηφάγες. Όπως, άλλωστε, είναι εν γένει τα μέσα ενημέρωσης, αναλόγως με τον τομέα στον οποίο εξειδικεύονται και στο κοινό στο οποίο απευθύνονται. Η ακόμη μεγαλύτερη αλήθεια είναι ότι πολύ συχνά η «πρώτη ύλη» τους προέρχεται από εκείνους που τα τροφοδοτούν για τους δικούς τους λόγους. Δείτε, για παράδειγμα, από όσους είναι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας (είτε πρόκειται για πολιτικούς, επιστήμονες, καλλιτέχνες ή κάθε είδους celebrity’s), πόσοι είναι εκείνοι που από μόνοι τους έχουν παραχωρήσει το υλικό της αποδόμησής τους.
Η σύγκριση ανάμεσα στη σημερινή και στην προηγούμενη ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι άκρως χαρακτηριστική. Ο Αλέξης Τσίπρας κράτησε την προσωπική και οικογενειακή του ζωή μακριά από τα φώτα των κουτσομπολίστικων εκπομπών και έτσι ουδείς ασχολήθηκε με τη σύζυγο, τα παιδιά ή τα σκυλιά του. Ο Στέφανος Κασσελάκης, που τον διαδέχθηκε, θεώρησε ότι είναι καλό για τον ίδιο να βρεθούν απέναντι τον μεγεθυντικό των ενημερωτικών μέσων ο σύζυγός του, ο σκύλος του και εν γένει οι επιλογές του που δεν αφορούσαν αυτές καθεαυτές τις πολιτικές του θέσεις.
Όπως ο Νταλάρας, έτσι και ο Κασσελάκης ανακάλυψε με σχετική καθυστέρηση ότι το παιχνίδι με τα μέσα ενημέρωσης δεν είναι μονοδιάστατο και δεν παίζεται με τους κανόνες που θέλει να χαράξει όποιος διεκδικεί την αίγλη της προβολής τους. Χωρίς να αποτελεί απόδειξη ότι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ μαθαίνει όσο γρήγορα ισχυρίσθηκε ότι μπορεί να το κάνει, γεγονός είναι ότι από την απόλυτη υπερέκθεση, στην οποία κατέφυγε όταν εμφανίστηκε στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό, το τελευταίο διάστημα κινείται στον αντίποδα, επιλέγοντας την «εξαφάνιση» από το προσκήνιο που παρακολουθήσαμε τις προηγούμενες ημέρες με το «κρυφτούλι» των Σπετσών.
Για να μην αδικήσουμε, πάντως, τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πρέπει να επισημάνουμε ότι και οι νυν κυβερνώντες δεν απέχουν από την ίδια νοοτροπία. Απλώς δεν ήρθε ακόμη το πλήρωμα του χρόνου για να αισθανθούν και εκείνοι ότι τα μέσα ενημέρωσης δεν χειραγωγούνται. Και όσο και αν καταφέρει κάποιος να τα χειραγωγήσει, αυτό δεν ισχύει δια παντός. Διότι, έτσι θα χάσουν την «πρώτη ύλη» και άρα την επιρροή τους στην κοινή γνώμη.
Σάββατο 10 Απριλίου 2021
Το «Φουρθιώτης-gate» εκθέτει το… ψοφοδεές πολιτικό σύστημα
Χρόνιες παθογένειες της δημόσιας ζωής, που η διαιώνισή τους εκθέτει ανεπανόρθωτα το πολιτικό σύστημα και ειδικά όσους ασκούν εξουσία, έφεραν στο προσκήνιο της επικαιρότητας οι καταγγελίες για «τα έργα και τις ημέρες» της cult τηλεπερσόνας που ακούει στο όνομα Μένιος Φουρθιώτης.
Αν και δεν είναι η πρώτη φορά που διάφορα πρόσωπα, τα οποία κινούνται στον πολύ ευρύ χώρο της δημοσιότητας, καταφέρνουν, με μόνο εφόδιο το περίσσευμα θράσους που διαθέτουν, να προσπορίζονται ωφελήματα που δεν αντιστοιχούν ούτε στα προσόντα ούτε στις ικανότητές τους, η περίπτωση Φουρθιώτη είναι από τις πλέον προκλητικές.
Η μεγαλύτερη, ωστόσο, πρόκληση προέρχεται από τη συμπεριφορά του κρατικού μηχανισμού και του πολιτικού συστήματος. Είτε πρόκειται για υπόγειες συναλλαγές, που, πάντως, μέχρι στιγμής, δεν έχουν αποδειχθεί τεκμηριωμένα, είτε αφορά απλώς ψοφοδεή διάθεση που προέρχεται από πονηρές σκέψεις του τύπου «ας τα έχουμε καλά μαζί του για να μην μας βρίζει από το τηλεοπτικό βήμα που διαθέτει», το αποτέλεσμα για τις εντυπώσεις που προκαλούνται στην κοινή γνώμη είναι ένα και το αυτό.
Η διάθεση μόνιμης αστυνομικής φρουράς σε έναν παρουσιαστή περιθωριακού τηλεοπτικού σταθμού, ακόμη και αν δεν ήταν στην έκταση που ανέφεραν οι αρχικές καταγγελίες, αποτελεί μείζον ζήτημα από τη στιγμή που γίνεται με δαπάνες των φορολογουμένων. Πολύ περισσότερο που, όπως αποκαλύπτεται, οι αρμόδιες υπηρεσίες όφειλαν να γνωρίζουν για τους πολλούς ανοικτούς λογαριασμούς με τη Δικαιοσύνη, όπως επίσης και να είχαν γνώση του γεγονότος ότι οι αστυνομικοί τον συνόδευαν στις επισκέψεις σε υπουργικά γραφεία για να διεκδικήσει χρήματα με εκβιαστικές απειλές.
Τα ερωτήματα για το ποιος και γιατί έλαβε τις αποφάσεις για να φρουρείται ο κ. Φουρθιώτης δεν απαντήθηκαν. Η επίσημη δικαιολογία σύμφωνα με την οποία οι υπηρεσίες της ΕΛΑΣ δεν αξιολογούν χαρακτήρες ανθρώπων, αλλά εκτιμούν κινδύνους» δεν είναι πειστικές. Ακόμη και όταν συνοδεύονται με επισήμανση της αρχής ότι «η ασφάλεια αποτελεί καθολικό αγαθό». Κι αυτό διότι είναι προφανές ότι οι αστυνομικές δυνάμεις που είχαν διατεθεί στον συγκεκριμένο τηλεπαρουσιαστή, όπως και σε άλλους ομοίους του οι οποίοι θέλουν bodyguards για λόγους prestige, έλειπαν από την αστυνόμευση των γειτονιών που έχουν προβλήματα αυξημένης εγκληματικότητας.
Η ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη παραδέχτηκε ότι η φρούρηση του Μένιου Φουρθιώτη ξεκίνησε από τον Μάιο του 2020 με έναν αστυνομικό και έφτασε τον Μάρτιο του 2021 να έχει τέσσερις αστυνομικούς , εικοσιτετράωρη φύλαξη του σπιτιού του και συνοδευτικό αυτοκίνητο με μοτοσικλέτα της ασφάλειας. Η αύξηση της φρουράς του τηλεπαρουσιαστή αποδόθηκε στο φορτισμένο κλίμα που υπήρχε την συγκεκριμένη περίοδο λόγω της υπόθεσης Κουφοντίνα.
Σύμφωνα με τον υφυπουργό Λευτέρη Οικονόμου, «τον Μάιο του 2020 είχε διατεθεί ένας αστυνομικός για την ασφάλεια του κ. Φουρθιώτη με βάση ορισμένα περιστατικά και αιτήματα που αυτός είχε επικαλεστεί. Αξιολογήθηκαν από την αρμόδια επιτροπή που προβλέπεται. Στις 12 Αυγούστου του 2020 υπήρξε ένας εμπρησμός έξω από την οικία του». Με αυτή την αφορμή, ο τηλεπαρουσιαστής θεώρησε ότι δεν φρουρείται επαρκώς και πιέζοντας αρμοδίως κατάφερε να ενισχύσει βαθμηδόν την φρουρά.
*Την 1η Νοεμβρίου 2020 αποφασίστηκε η παράταση της διάθεσης του ενός αστυνομικού και παράλληλα διατέθηκε και ένας δεύτερος για ένα τρίμηνο προκειμένου να εναλλάσσονται κάθε μέρα οι δύο αστυνομικοί.
*Στις 10 Ιανουαρίου του 2021 υπήρξε εμπρησμός του αυτοκινήτου του διευθυντή του ενημερωτικού τμήματος του Έψιλον TV. Με βάση αυτό το περιστατικό -και νέα αιτήματα που υποβλήθηκαν προς το αρχηγείο της ΕΛΑΣ για αύξηση της φρουράς- στις 13 Ιανουαρίου 2021 διατάχθηκε η διάθεση και τρίτου αστυνομικού και μιας υπηρεσιακής μοτοσυκλέτας και η επιτήρηση της οικίας του.
*Τα μέτρα αυτά μέχρι και την 1η Φεβρουαρίου δεν είχαν υλοποιηθεί. Στις 18 Μαρτίου, όμως, εξαιτίας της συνολικής έντασης γύρω από τις κινητοποιήσεις υποστηρικτών του Δ. Κουφοντίνα, αποφασίστηκε να αυξηθεί η συνοδευτική ασφάλεια με τέταρτο αστυνομικό και ένα υπηρεσιακό αυτοκίνητο, ενώ διατάχθηκε εικοσιτετράωρη φύλαξη της οικίας του. Τότε είχαμε επίθεση σε σπίτια βουλευτών και άλλων προσώπων και απειλών που υπήρχαν σε μέσα μαζικής ενημέρωσης σε σχέση με την απεργία Κουφοντίνα.
Μετά τον πρόσφατο θόρυβο ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης απέσυρε την φρουρά και στις τοποθετήσεις του έδειξε αυτοκριτική διάθεση, αλλά και πρόθεση να δώσει λύση στο ζήτημα της φρούρησης των κάθε λογής «επωνύμων». O υπουργός Προστασίας του Πολίτη δεν δίστασε να πει μια μεγάλη αλήθεια που αναδεικνύει τον χρόνιο χαρακτήρα που έχουν τα νοσηρά φαινόμενα της φρούρησης με όρους… ρουσφετολογίας ή δύναμης ισχύος.
«Κάθε υπουργός προστασίας του Πολίτη τα τελευταία 20 χρόνια προσπαθεί να πάρει κόσμο από τα “επίσημα”, όπως λέγονται και να τον βάλει σε μάχιμες αστυνομικές υπηρεσίες πρώτης γραμμής, να βγάλει “την αστυνομία στους δρόμους”», δήλωσε για να προσθέσει: «Όλοι κι εγώ πρώτος, επαιρόμαστε τους δυο πρώτους μήνες ότι τα καταφέραμε και μετά γυρνάμε στα ίδια. Γιατί η πίεση της ζήτησης είναι κοινωνικό φαινόμενο και δεν λύνεται με διαταγές».
Αναλαμβάνοντας, όπως είπε, πλήρως την πολιτική ευθύνη και για λογαριασμό όλων όσοι είχαν το ίδιο πόστο τα προηγούμενα χρόνια και δεν άλλαξαν το σύστημα με το οποίο διατίθεται αστυνομική φρούρηση σε δημόσια πρόσωπα, όπως πολιτικοί, δικαστικοί και άλλοι, ο κ. Χρυσοχοΐδης δεσμεύθηκε δημοσίως ότι: «Θα νομοθετήσουμε τώρα με τόλμη και φαντασία και πολύ διάλογο». Συμπλήρωσε ότι «δεν θα ανακαλύψουμε τροχό», αλλά «θα μεταφέρουμε καλές πρακτικές άλλων Ευρωπαϊκών χωρών, που έδρασαν στο θέμα νωρίτερα από εμάς», προδιαγράφοντας τη συνεργασία της ΕΛΑΣ με ιδιωτικές εταιρίες φύλαξης.
Εξίσου προβληματικός υπήρξε, εξάλλου, και ο τρόπος αντίδρασης της ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας όταν αποκαλύφθηκε ότι μέσω εικονικών αυξήσεων στους μισθούς του, το συγκεκριμένο πρόσωπο προσπάθησε να αποσπάσει από το Δημόσιο χρήματα που δεν δικαιούνταν μέσω του προγράμματος «Συνεργασία».
Ο τότε αρμόδιος υπουργός Γιάννης Βρούτσης προχώρησε μεν σε επείγουσα νομοθετική ρύθμιση για να περιορίσει τις παράνομες απαιτήσεις του κ. Φουρθιώτη, θέτοντας πλαφόν στο ύψος της αποζημίωσης ειδικού σκοπού που μπορεί να λάβει κάποιος, πλην, όμως, δεν κατονόμασε τα πρόσωπα που τον είχαν απειλήσει. Και, πολύ περισσότερο, δεν προσέφυγε στη Δικαιοσύνη για τις παρανομίες που εξελίχθηκαν μπροστά στα μάτια του. «Θα έπρεπε την ίδια ώρα να διατάξει τη σύλληψή του και τον στείλει απευθείας στον εισαγγελέα», υποστήριζαν τις προηγούμενες ημέρες συνάδελφοι του νυν κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Νέας Δημοκρατίας.
Αν και αρμόδιοι αξιωματούχοι απορρίπτουν κάθε ισχυρισμό περί εμπλοκής της κυβερνητικής ηγεσίας στις «εξυπηρετήσεις» προς τον Μένιο Φουρθιώτη, ωστόσο, τόσο η καθυστερημένη απόσυρση της αστυνομικής φρουράς του τηλεπαρουσιαστή όσο και η εκ των υστέρων παραπομπή στη Δικαιοσύνη της υπόθεσης με τις υπερβολικές απαιτήσεις αποζημίωσης από το υπουργείο Εργασίας, δημιουργούν προβληματισμό στους πολίτες.
Το γεγονός ότι τέτοια φαινόμενα έρχονται από το παρελθόν δεν αποτελεί δικαιολογία. Ούτε μπορεί να εκληφθεί ως άλλοθι η επισήμανση ότι παλαιότερα ο συγκεκριμένος τηλεπαρουσιαστής εκθείαζε από το τηλεοπτικό του βήμα τον ΣΥΡΙΖΑ και τον αρμόδιο για τις τηλεοπτικές συχνότητες υπουργό Νίκο Παπά, ενώ ο «καναλάρχης» Φίλιππος Βρυώνης που του παρέχει τηλεοπτική στέγη είχε προσκληθεί και παρίστατο στη φιέστα… εξόδου από το Μνημόνιο που διοργάνωσε η προηγούμενη κυβέρνηση.