Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2024

Οι «αλυσιτέλειες» της δημόσιας ζωής και οι «λυσιτέλειες» των πολιτικάντηδων

 

«Δεν είναι κάτι που το αποφασίζω εγώ. Άρα, όπως όπως λέμε και στα νομικά, αλυσιτελώς με ρωτάτε…», ήταν η άμεση αντίδραση της Κατερίνας Σακελλαροπούλου όταν στη διάρκεια της δεξίωσης για τα 50 χρόνια από την αποκατάστασης της Δημοκρατίας έγινε αποδέκτρια του ερωτήματος αν θα είναι εκείνη οικοδέσποινα της εκδήλωσης και την επόμενη πενταετία, καθώς, ως γνωστόν, την προσεχή άνοιξη ολοκληρώνεται η πρώτη θητεία της στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα.

Η απάντηση την οποία έδωσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκάλεσε αίσθηση όχι μόνον για τον «διπλωματικό» της χαρακτήρα, αλλά και για το επίρρημα «αλυσιτελώς» το οποίο χρησιμοποίησε. Ως ωτακουστής του διαλόγου μπορώ να μεταφέρω την έκπληξη ορισμένων από τους παρισταμένους που αγνοούσαν τη σημασία της συγκεκριμένης σπάνια χρησιμοποιούμενης λέξης, με την οποία εκφράζεται το ανωφελές των πραγμάτων.

Είναι αλήθεια ότι στις μέρες μας δεν είναι συχνή η χρήση της λέξης «λυσιτέλεια», που σημαίνει ωφέλεια. Ούτε και τα παράγωγά της, από τα οποία πιο γνωστοί είναι οι επιθετικοί προσδιορισμοί «λυσιτελής» (σ.σ.: επωφελής) και «αλυσιτελής» (σ.σ.: ανώφελος). Και είναι μάλλον ευτυχής η συγκυρία που η κ. Σακελλαροπούλου την εισήγαγε, έστω ως δάνειο από τα νομικά, στην εγχώρια δημόσια ζωή στην οποία συχνά δυσκολεύεται κανείς να ξεχωρίσει το λυσιτελές από το αλυσιτελές, δηλαδή το ωφέλιμο από το ανώφελο.

Μόνον και μόνον τα ζητήματα τα οποία κυριάρχησαν κατά τη χθεσινή μέρα στη δημόσια σφαίρα, αποτελούν αψευδείς μαρτυρίες του φαινομένου.

Την επαύριο, για παράδειγμα, της επετείου αποκατάστασης της Δημοκρατίας, η βουλευτής Επικρατείας της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία έχει οριστεί αρμόδια για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αισθάνθηκε την ανάγκη να στηλιτεύσει την ενδυματολογική επιλογή μιας από τις εκατοντάδες προσκεκλημένες στη δεξίωση στο Προεδρικό Μέγαρο, επειδή αναγνώρισε ότι προερχόταν από τον οίκο που έχει ιδρύσει η Μαρέβα Γκραμπόφσκι, η σύζυγος του πρωθυπουργού, με την οποία βρίσκεται σε δικαστική διαμάχη και εξαιτίας της οποίας μια μέρα νωρίτερα η Βουλή ήρε ομοφώνως την ασυλία της.

Πόσο, άραγε, ωφέλιμο, δηλαδή λυσιτελές, είναι για το κόμμα της κυρίας Έλενας Ακρίτα και για τους ανθρώπους που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ ώστε να είναι εκείνη βουλευτής, η στοχοποίηση ενός οποιουδήποτε ανθρώπου για τον τρόπο που ντύνεται; Αν μάλιστα πιστέψουμε την ίδια τη βουλευτή, δεν είχε ιδέα ότι το πρόσωπο το οποίο σχολίασε επικριτικά για τον τρόπο που είχε ντυθεί ήταν η δημοσιογράφος – τηλεπαρουσιάστρια Κατερίνα Παναγοπούλου.

Αφού, όπως -άκουσον, άκουσον!- έσπευσε να διευκρινίσει δεν… παρακολουθεί το δελτίο ειδήσεων του Mega το οποίο συμβαίνει να παρουσιάζει το θύμα της επίθεσής της. Εν ολίγοις, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην δημοσιογράφος θέλησε να μας κάνει να πιστέψουμε ότι αναγνώρισε το φόρεμα και τον οίκο που το έραψε, αλλά όχι εκείνη που το φορούσε…

Κάπως έτσι, πάντως, όλο το πρωινό της χθεσινής ημέρας αναλώθηκε γύρω από το… δικαίωμα κάθε ανθρώπου να φορά ρούχα τα οποία δεν αρέσουν σε κάθε είδους αυτόκλητους… αστυνόμους της καλαισθησίας. Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε να είναι για κάποιες ώρες το κεντρικό πρόσωπο της επικαιρότητας, αφού μπορεί κάποιοι να την έψεξαν, πλην όμως την ίδια ώρα άλλοι την αποθέωναν και δήλωναν έτοιμοι να δείρουν τη δημοσιογράφο του Mega.

Η… δόξα, ωστόσο, την οποία εξασφάλισε η κυρία Ακρίτα, απεδείχθη πρόσκαιρη, καθώς δεν θα μπορούσε να αφήσει ο Παύλος Πολάκης να του πάρει άλλος τα ηνία στις τυφλές και μισαλλόδοξες επιθέσεις εναντίον οποιουδήποτε τυγχάνει να μην είναι «δικός μας».

Αν δεν ήταν η -λυσιτελής, όπως εξελίχθηκε- συγνώμη της κυρίας Αθηνάς Λινού και ο λυγμός με τον οποίο τοποθετήθηκε η καθηγήτρια Επιδημιολογίας που είναι κι εκείνη -με τη λαϊκή ψήφο- βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αποκλείεται ο πολλάκις παρεκτραπείς βουλευτής Χανίων να περνούσε αβρόχοις ποσί και μετά τη νέα άθλια επίθεση κατά της υπουργικής συνεργάτιδας που έτυχε να είναι απέναντι του στη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής Επιτροπής.

Αν και είχε απωλέσει προ πολλού το μέτρο, ίσως και επειδή ως «άθλιος ζήτουλας της προσοχής μέσω ύβρεων», όπως εύστοχα τον χαρακτήρισε ο Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας, ο κ. Πολάκης φαίνεται να είχε προεξοφλήσει την προσωπική ωφέλεια που απολάμβανε με τις άμετρες επιθέσεις που εξαπέλυε κάθε φορά.

Είναι προφανές ότι ουδόλως τον απασχόλησε που η εκτός ορίων συμπεριφορά του επισκίασε καταλυτικά την κριτική του κόμματός του και της υπόλοιπης αντιπολίτευσης για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση αλλά και για τις εμβαλωματικές λύσεις με τις οποίες αποπειράται η κυβέρνηση να θεραπεύσει τις βαθιές πληγές του ΕΣΥ.

Είναι αποκαλυπτικό, άλλωστε, το γεγονός ότι δεν συνειδητοποίησε την τεράστια απαξία του είχε η συμπεριφορά του ούτε και μετά την ομόφωνη καταδίκη από όλες τις πτέρυγες της Βουλής. Γι΄ αυτό και στη συνέχεια αμετανόητος περιφερόταν στους διαδρόμους ζητώντας από το Κοινοβούλιο αλλά και από το κόμμα του να άρουν τη βαρύτατη μομφή που του απέδωσαν.

Την ίδια ώρα, εξάλλου, το φανατικό κοινό, με το οποίο επικοινωνεί και στο οποίο απευθύνεται, τού εξέφραζε διαδικτυακά την συμπαράστασή του. Είναι το κοινό το οποίο φοβούνταν έως τώρα τόσο ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, όσο και ο νυν Στέφανος Κασσελάκης και γι΄ αυτό δεν τού έδειξαν την πόρτα της εξόδου, παρόλο που είχε υποπέσει σε επανειλημμένα ατοπήματα.

Με τη δικαιολογία ότι αποκάλυπτε, εντός ή εκτός εισαγωγικών, σκάνδαλα -κάποια ελάχιστα από τα οποία είχαν όντως βάση, αλλά θα μπορούσαν άνετα να καταγγελθούν χωρίς τον ακραίο τοξικό λόγο που συνόδευε τη δημοσιοποίησή τους-, ο βουλευτής Χανίων είχε εξασφαλίσει το απυρόβλητο και αισθανόταν πλέον ανεξέλεγκτος να κάνει και να λέει ό,τι θέλει.

Γέννημα ο ίδιος, αλλά συνάμα και απομεινάρι, των ακροτήτων της μνημονιακής περιόδου, έχει, όπως φαίνεται από τις πράξεις του, την εντύπωση ότι θα παραμείνει αιωνίως στον αφρό της επικαιρότητας με μόνα «προσόντα» την αμετροεπή θρασύτητα και τους λαϊκίστικους βερμπαλισμούς που τον ανέδειξαν στο πολιτικό στερέωμα, όταν διαφήμιζε τα διπλά βιβλία που τηρούσε ως δήμαρχος στα Σφακιά ή όταν απειλούσε ότι θα βάλει τρία μέτρα κάτω από τη γη όποιον τολμούσε να ασκήσει κριτική στα έργα και στις ημέρες του.

Το βήμα απαλλαγής από τον κ. Πολάκη που έκανε χθες ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντάς τον εκτός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, δεν είναι βέβαιο ότι θα ολοκληρωθεί. Είναι πολύ πιθανό να λειτουργήσει και πάλι ο φόβος ότι μπορεί να κάνει το δικό του κόμμα και να συσπειρώσει γύρω του όλους όσοι -λιγότεροι από το παρελθόν, αλλά όχι πολύ λίγοι- εξακολουθούν να γοητεύονται από την επικράτηση των τοξικών σχέσεων στην αντιπαράθεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.

Βλέπετε πολύ συχνά οι αλυσιτέλειες της δημόσιας ζωής συνιστούν… λυσιτέλειες για τους κάθε λογής πολιτικάντηδες, οι οποίοι, προκειμένου να επωφεληθούν οι ίδιοι, δεν… δίνουν δεκάρα ούτε για το κόμμα τους, ούτε για τη δημοκρατική ομαλότητα και τον υγιή πολιτικό διάλογο, ούτε για την χώρα.

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2024

Εκεί που παλαιά έφτιαχναν μια Επιτροπή, τώρα φτιάχνεται μια… πλατφόρμα


Τα όσα ευτράπελα έρχονται στο φως σχετικά με την ηλεκτρονική πλατφόρμα «my coast», η οποία δημιουργήθηκε για να εντοπίζονται οι παράνομες καταλήψεις παραλιών από επιχειρηματίες που δεν έχουν την απαραίτητη άδεια για να απλώνουν ξαπλώστρες και ομπρέλες μια ανάσα από το θαλάσσιο κύμα, δείχνει την τεράστια ανθεκτικότητα της… «αθάνατης» ελληνικής γραφειοκρατίας.

Ως αντίδραση στο αποκαλούμενο «Κίνημα της Πετσέτας», που ξεκίνησε πέρυσι το καλοκαίρι από την Πάρο και επεκτάθηκε σε όλη τη χώρα με διαμαρτυρίες πολιτών που δεν έβρισκαν ελεύθερους χώρους για να ξαπλώνουν σε μια παραλία χωρίς να πληρώσουν «λύτρα» στους καταπατητές της, τα συναρμόδια υπουργεία αποφάσισαν και παρουσίασαν τον περασμένο Απρίλιο την πλατφόρμα «my coast».

Στις επίσημες ανακοινώσεις που έγιναν σε υπουργικό επίπεδο τονιζόταν ότι «οι πολίτες μπορούν να ελέγχουν αν στις παραλίες, στις οποίες βρίσκονται, τηρείται η νομιμότητα των όρων παραχώρησης και να υποβάλλουν σχετική καταγγελία σε περιπτώσεις υπέρβασης των παραχωρήσεων ή αυθαίρετης κατάληψης». Προστίθετο, μάλιστα, ότι «σε επόμενη φάση με την ενσωμάτωση εργαλείου Τεχνητής Νοημοσύνης η νομιμότητα θα ελέγχεται αυτόματα από τα πληροφοριακά συστήματα».

Όποιος τα άκουγε ή τα διάβαζε όλα αυτά, δεν μπορεί παρά να έμενε εντυπωσιασμένος. Οι δηλώσεις των αρμοδίων ήταν σαν να είχαν βρει μια λύση εφάμιλλη με το περίφημο «αυγό του Κολόμβου». Μόνον όμως που, σε συνδυασμό με τη συστηματική καταγγελιομανία, η οποία χαρακτηρίζει ουκ ολίγους συμπολίτες μας, κυρίως όταν μπορούν να κρυφτούν πίσω από την ανωνυμία του Διαδικτύου, στην πράξη απεδείχθη ότι τα πράγματα δεν ήταν -και δεν θα μπορούσε να είναι- τόσο απλά όσο εξαγγέλθηκαν.

Πριν καν συμπληρωθούν δύο μήνες από τη δημιουργία της, η πλατφόρμα βομβαρδίζεται μεν από καταγγελίες, πλην όμως, αυτές είναι τόσες πολλές που μοιάζει αδύνατο να προκαλέσουν αποτελεσματικό έλεγχο. Ο αριθμός τους έχει ξεπεράσει τις 9.000 και, όπως προκύπτει από διαρροές των αρμόδιων αρχών, ένα μεγάλο μέρος εξ αυτών αποτελεί προϊόν αλληλοκαρφωμάτων από ιδιοκτήτες τουριστικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στις ίδιες ή σε κοντινές παραλίες.

Με την «κουτοπόνηρη» προσδοκία ότι θα στρέψουν τις αρχές προς τους ανταγωνιστές τους, ανεβάζουν στην πλατφόρμα πλήθος από ανώνυμες καταγγελίες ευελπιστώντας ότι θα μείνουν οι ίδιοι στο απυρόβλητο. Όπως και να έχει, όμως, οι υπηρεσίες του Δημοσίου είναι υποχρεωμένες να ελέγξουν όλες τις καταγγελίες. Οπότε το ζήτημα που εκ των πραγμάτων ανακύπτει είναι που θα βρεθεί το απαραίτητο προσωπικό για να διεκπεραιώσει έναν τόσο μεγάλο φόρτο εργασίας.

Διότι, αν ήταν πράγματι επαρκώς στελεχωμένα τα ελεγκτικά όργανα των υπηρεσιών, που αδειοδοτούν τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις, τότε θα έκαναν αυτεπάγγελτες αυτοψίες και ελέγχους. Και, άρα, δεν θα υπήρχε η ανάγκη για να δημιουργηθεί η πλατφόρμα, η οποία στην πράξη αποδεικνύεται ότι είναι το καταφύγιο για να βγάζουν διάφοροι το… άχτι τους, αλλά και η υπεκφυγή του Κράτους που κάνει «outsourcing» (σ.σ.: εξωτερική ανάθεση) στους πολίτες τις δικές του υποχρεώσεις.

Το «my coast» δεν είναι, δυστυχώς, η μόνη πλατφόρμα η οποία δεν εκπλήρωσε τις μεγάλες προσδοκίες που δημιούργησε όταν εξαγγέλθηκε. Χειρότερη ήταν η εξέλιξη που είχε η πλατφόρμα «akatharista.apps.gov.gr» στην οποία κάποιος φαεινός εγκέφαλος σκέφθηκε ότι θα έπρεπε να μπουν όλοι οι ιδιοκτήτες οικοπέδων για να δηλώσουν ότι καθάρισαν τις ιδιοκτησίες από τα ξερόχορτα έτσι ώστε να δημιουργηθούν αντιπυρικές ζώνες για τον περιορισμό των πυρκαγιών.

Αν λάβει κάποιος υπόψη του ότι στη χώρα υπάρχουν εκατομμύρια ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί οικοπέδων, είναι απορίας άξιον πόσοι υπάλληλοι χρειάζεται να επιστρατευθούν για να διασταυρώσουν ποιοι ιδιοκτήτες πράγματι καθάρισαν, όπως είναι εκ του νόμου υποχρεωμένοι, τα οικόπεδά τους και έσπευσαν να το δηλώσουν στην πλατφόρμα.

Όπως και ποιοι έκαναν τη δήλωση χωρίς να τα καθαρίσουν. Αλλά και ποιοι ούτε τα καθάρισαν και ούτε τα δήλωσαν, ενδεχομένως και για λόγους πραγματικής αδυναμίας (υπερήλικες και ασθενείς ιδιοκτήτες, κάτοικοι εξωτερικού, πολυϊδιοκτησίες με αβέβαιους κληρονόμους, κλπ).

Αν το ελληνικό δημόσιο διέθετε τον απαραίτητο αριθμό υπαλλήλων στον συγκεκριμένο τομέα, θα μπορούσε κάλλιστα να τους στείλει να κάνουν ελέγχους για να εντοπίσουν τα οικόπεδα που είναι ακαθάριστα και αυξάνουν τους κινδύνους για το ξέσπασμα και την επέκταση πυρκαγιών.

Σε αυτή την περίπτωση, οι συνεπείς πολίτες που ανταποκρίθηκαν στην υποχρέωση να καθαρίσουν τις ιδιοκτησίες τους δεν θα… τιμωρούνταν με την επιπλέον γραφειοκρατική υποχρέωση να μπουν στην πλατφόρμα για να υποβάλλουν μια αυτονόητη δήλωση. Κι αυτό την ίδια ώρα που όλοι προεξοφλούν ότι οι αδιάφοροι και αντικοινωνικοί συμπολίτες μας το πιθανότερο είναι ότι δεν θα υποστούν καμία κύρωση. Ή, και αν υποστούν, όπως θα επιβάλλεται να συμβεί, αυτό δεν θα γίνει επειδή δεν το δήλωσαν στην πλατφόρμα.

Κακά τα ψέματα και χωρίς ισοπεδωτική διάθεση, που θα έδινε την αφορμή να μιλήσει κάποιος για «τεχνοφοβία», αφού δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με το gov.gr άλλαξαν πολλά πράγματα, όπως η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και η εύκολη αναζήτηση των περισσότερων πιστοποιητικών, συχνά η πολυδιαφημισμένη ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του ελληνικού Δημοσίου καταλήγει σε απλή μεταφορά της παραδοσιακής έγχαρτης γραφειοκρατίας στο Διαδίκτυο που, αντί να διευκολύνει, δυσχεραίνει τη ζωή του πολίτη.

Θα μπορούσα να παραθέσω αρκετά παραδείγματα που κρατούν ζωντανή την… αειθαλή ελληνική γραφειοκρατία: Όπως η υποχρέωση όσων ψήφισαν τον περασμένο μήνα με την -κατά τα άλλα επιτυχημένη- επιστολική ψήφο να συνυποβάλουν στην απαντητική επιστολή φωτοτυπία της ταυτότητας, διότι αλλιώς ακυρωνόταν η ψήφος τους.

Ή οι τεράστιες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι φορολογούμενοι για να διεκπεραιώσουν υποχρεώσεις τους μέσω της πλατφόρμας της ΑΑΔΕ και χωρίς να μπορούν να βρουν κάποιον να τον καθοδηγήσει σε ένα περιβάλλον που δεν είναι καθόλου φιλικό προς τον χρήστη.

Δεν είναι λίγοι οι πολίτες, οι οποίοι χωρίς να είναι κατ΄ ανάγκην ψηφιακά αναλφάβητοι, νοσταλγούν την εποχή που στις δημόσιες υπηρεσίες υπήρχαν… ουρές, αφού όσοι οπλισμένοι με υπομονή περίμεναν σε αυτές έφευγαν έπειτα από κάποιες ώρες με ικανοποίηση του αιτήματός τους. Τώρα σε πολλές δημόσιες υπηρεσίες, όπως ο ΕΦΚΑ, αλλά και στις τράπεζες, χρειάζεται πολύ κόπος και προσπάθεια αρχικά για να κλείσεις διαδικτυακά ραντεβού και στη συνέχεια μπορεί να περάσουν μέρες και εβδομάδες για να γίνει το ραντεβού σου.

Τα παλαιότερα χρόνια λεγόταν -και όχι αδικαιολόγητα- ότι στο ελληνικό Δημόσιο και στα υπουργεία όταν δεν ήθελαν να λύσουν κάποιο πρόβλημα το παρέπεμπαν σε μια Επιτροπή. Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 λειτουργούσαν πολλές χιλιάδες επιτροπές και συμβούλια που είχαν συσταθεί γι΄ αυτό τον λόγο, αλλά και για να εξασφαλίζουν ένα μικρό επιμίσθιο τα μέλη τους.

Φοβάμαι ότι η νοοτροπία αυτή παραμένει αμετάβλητη, αφού μπορεί στις μέρες μας να μην φτιάχνονται επιτροπές, αλλά έχει βρεθεί η εξίσου εύκολη λύση να φτιάχνονται πλατφόρμες, χωρίς οι εμπνευστές και δημιουργοί τους να ενδιαφέρονται αν και πόσο βελτιώνουν ουσιαστικά την καθημερινότητα όλων μας ή απλώς μετακυλίουν τη γραφειοκρατία προς το νεοσύστατο τεχνολογικό σύμπαν.

Διότι, εν κατακλείδι, καλή και ...άγια η τεχνητή νοημοσύνη, αλλά χωρίς συναισθηματική νοημοσύνη δεν αντιμετωπίζονται σύνθετα κοινωνικά προβλήματα.