Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Η βία ως… μαμή τερατογεννήσεων

Η 12η Φεβρουαρίου 2012, είναι χαραγμένη βαθιά στη μνήμη μου, όχι μόνον γιατί αποτελεί ένα εθνικό ορόσημο, αφού είναι η ημερομηνία ψήφισης της περίφημης δανειακής σύμβασης, αλλά και για έναν προσωπικό λόγο, καθώς είναι η μέρα, ή μάλλον η νύχτα, που ένοιωσα, περισσότερο από ποτέ στη ζωή μου, την απειλή του αφιονισμένου όχλου και της «τυφλής» πολιτικής (;) βίας, για την οποία μιλάμε αυτές τις μέρες με αφορμή την… «πρωινάδικη» τηλεοπτική βιαιοπραγία.
Λίγη ώρα πριν από την ολοκλήρωση της έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης και την έναρξη της κρίσιμης ψηφοφορίας, χρειάστηκε, εκτάκτως και για λόγους ανωτέρας βίας, να εξέλθω της Βουλής, και, αψηφώντας την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα που επικρατούσε στη -φλεγόμενη από τους εμπρησμούς κτιρίων και πνιγμένη από δακρυγόνα- ευρύτερη περιοχή του Συντάγματος, ακολούθησα, ελλείψει άλλης, τη συνήθη διαδρομή. 
Έχοντας παρακολουθήσει από κοντά τα περισσότερα από τα μεγάλα συλλαλητήρια των πολλών τελευταίων χρόνων, άλλοτε από επαγγελματική υποχρέωση και άλλοτε από επαγγελματική «διαστροφή», δεν φαντάστηκα ότι η διακριτική αποχώρησή μου από τον αποκαλούμενο «ναό της δημοκρατίας» μπορούσε να με καταστήσει στόχο, επειδή κάποιος, που όταν με προσέγγισε, μου δημιούργησε την εντύπωση πως δεν ήταν παρά ένας διαταραγμένος, άρχισε να μου επιτίθεται φραστικά και να τρέχει ωρυόμενος ξωπίσω μου, παρασύροντας και άλλους στην ίδια κατεύθυνση.
Με απάλλαξαν από τα χειρότερα που θα μπορούσαν να μου συμβούν, αρχικά, η εξάντληση των αποθεμάτων αυτοκυριαρχίας, που μου επέτρεψε να σταθώ και να αντιμετωπίσω, με όση ψυχραιμία μπορούσα να επιστρατεύσω, τις άγριες διαθέσεις του πλήθους που με είχε περικυκλώσει, και, κατόπιν, η επίκληση της επαγγελματικής ιδιότητας, η οποία, ευτυχώς, για ορισμένους, απετέλεσε επαρκή δικαιολογητική βάση για την παρουσία μου στο κτίριο.
Δεν μπόρεσα να καταλάβω, και όσο το σκέφτομαι τόσο καταλήγω ότι ίσως δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, ποια ήταν η ιδεολογική προσέγγιση όσων μου επιτέθηκαν και ήταν έτοιμοι να... αυτοδικήσουν, απέναντι σε έναν άνθρωπο, σε έναν  πολίτη που το «έγκλημά» του ήταν ότι είχε βγει από τη Βουλή, την οποία, αν οι ίδιοι είχαν δύναμη, ισχυρότερη από την εξοπλισμένη Αστυνομία, εκείνη αλλά και πολλές άλλες νύχτες θα την είχαν πυρπολήσει και θα την είχαν ισοπεδώσει.
Όλο το προηγούμενο διάστημα, άλλωστε, η πλατεία Συντάγματος, πέρα από χώρος δικαιολογημένης διαμαρτυρίας πληττόμενων ανθρώπων, είχε γίνει το «στέκι» ενός αλλοπρόσαλλου συνονθυλεύματος που το μόνο που το ένωνε ήταν, κυρίως, το βίαιο πάθος κατά των κοινοβουλευτικών θεσμών, όπως μαρτυρεί το ανιστόρητο κεντρικό πανό που, επειδή έκανε ρίμα με το «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία», ισχυριζόταν ότι «η χούντα δεν τελείωσε το ΄73»!
Ενδεδυμένοι τον μανδύα του «αγανακτισμένου» και σε απόσταση λίγων μέτρων συγχρωτίζονταν, επί μήνες, «μπαχαλάκηδες» και «χρυσαυγίτες», «χουντικοί» και αριστεριστές, μισαλλόδοξοι ιερωμένοι και ακραίοι κήρυκες της εμφύλιας διαμάχης. Ποιος, αλήθεια, από όσους επαίνεσαν την πράξη του πιο γνωστού αυτόχειρα της τελευταίας περιόδου που αυτοπυροβολήθηκε στην πλατεία Συντάγματος, διάβασε επιμελώς το κείμενο που άφησε και στο οποίο… υμνούσε τη χρήση των “καλάσνικοφ”;  
Βεβαίως, η καταστροφική βία που ζήσαμε την τελευταία διετία δεν μπορεί να αποδοθεί μόνον στις ακραίες μειοψηφίες που είχαν «στρατοπεδεύσει» στο Σύνταγμα, απειλούσαν συλλήβδην τους πολιτικούς με κρεμάλες, μούντζωναν και κραύγαζαν «να καεί, να καεί το μπουρδέλο η Βουλή». Εξίσου, υπεύθυνοι είναι και πολλοί άλλοι από την πολιτική και την ενημέρωση που παρείχαν κάλυψη και «έκλειναν το μάτι» στα άκρα της «πλατείας», αποκαλώντας τις ανά την Ελλάδα, οργανωμένες, στην πλειονότητά τους, βιαιοπραγίες κατά στελεχών του ΠΑΣΟΚ «λαϊκή οργή».
Είδα με τα μάτια μου γνωστό συνδικαλιστή του εκπαιδευτικού, μάλιστα, χώρου, να εκτοξεύει με ντουντούκα υβριστικά συνθήματα κατά του τότε πρωθυπουργού σε συγκέντρωση. Άκουσα με τα αυτιά μου βουλευτή της ΝΔ από όμορη περιοχή με τη Θεσπρωτία να εκφράζεται με μίσος και να εκστομίζει ακραίους χαρακτηρισμούς, όπως «δοσίλογοι», για τα κυβερνητικά στελέχη, για τα οποία ο ίδιος έδωσε λίγες εβδομάδες αργότερα ψήφο εμπιστοσύνης και ενέκρινε μαζί τους τα επόμενα «μνημόνια».
Ποιος, εξάλλου, ξεχνά τη στάση που τήρησαν οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου στη βίαιη ματαίωση της παρέλασης της 28ης Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη; Το «Παπούλια, προδότη παραιτήσου», που εξόργισε τον αντιστασιακό Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μπορεί ενδεχομένως να ακούστηκε από χείλη επίγονων του δοσιλογισμού, πλην, όμως, τη «νομιμοποίησή» του τη βρήκε όχι μόνον από εκείνους που συμμετείχαν στην ανόσια αυτή εκδήλωση, αλλά και από όλους όσοι δεν βρήκαν κατηγορηματικά λόγια καταδίκης για το σύνολο των ακροτήτων.
Γι΄ αυτό και νομίζω ότι έχει μεγάλη δόση υποκρισίας η… ιερή οργή ορισμένων από όσους αντιδρούν στις φασιστικές προκλήσεις των «χρυσαυγιτών», που πιστεύω ότι βρήκαν έδαφος στην απώλεια του μέτρου στην πολιτική αντιπαράθεση που τη βλέπουμε έκδηλη (και) ενόψει της επικείμενης εκλογικής αναμέτρησης. Όσοι, άλλωστε, ενστερνίζονται το  μαρξιστικό “τσιτάτο” ότι «η βία είναι μαμή της ιστορίας», ας έχουν υπόψη τους και τις… τερατογεννήσεις, στις οποίες, σύμφωνα με τη λαϊκή θυμοσοφία, οδηγούν τους τοκετούς οι πολλές καβγαδίζουσες μαμές.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Με εξάρσεις βίας και χάους δεν «ξορκίζεται» η κρίση


Ο θυμός, η διαμαρτυρία, ακόμη και η ανάγκη για εκτόνωση από την ασφυκτική πίεση, την οποία αισθάνεται η ελληνική κοινωνία, που επί δεκαετίες είχε «εκπαιδευθεί» με εντελώς διαφορετικό τρόπο από εκείνον με τον οποίο καλείται να πορευθεί εφεξής, δικαιολογούνται. Δικαιολογημένη, επίσης, ως ένα βαθμό, μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να θεωρηθεί και η εκδήλωση ασυνήθιστων μορφών αντίδρασης από εκείνους που πλήττονται βάναυσα από την κρίση.
Πίσω, ωστόσο, από τα πρόσφατα θλιβερά έκτροπα, είτε αυτά αφορούν τις προ ημερών συγκρούσεις διαδηλωτών στην πλατεία Συντάγματος, που επεκτάθηκαν σε διάφορες περιοχές της χώρας, είτε το αποκορύφωμα των ανεξέλεγκτων αντιδράσεων, με τη διακοπή των παρελάσεων κατά την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, ελλοχεύουν πολύ σοβαροί κίνδυνοι για την κοινωνική συνοχή και τη δημοκρατική ομαλότητα.
Οι δυνάμεις της βίας, του χάους και του μηδενισμού που έχουν απελευθερωθεί, βρίσκουν, δυστυχώς, πρόσφορο έδαφος για να προωθήσουν ιδέες και πρακτικές, τι οποίες είναι βέβαιο ότι η συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας, παρόλο που παρακολουθεί απαθής και αμήχανη τα τεκταινόμενα, απεύχεται να ζήσει τις συνέπειες της πλήρους εφαρμογής τους.  
Η ανομία, η αμαύρωση εθνικών επετείων, η ισοπέδωση θεσμών, η καταστροφική μανία εναντίον δημόσιας, αλλά και ιδιωτικής περιουσίας, η ποδοπάτηση συμβόλων, τα υβριστικά συνθήματα και –γιατί όχι;- οι υπερβολικές και διαστρεβλωτικές αναφορές από πολιτικά πρόσωπα, όπως και από μέσα ενημέρωσης που εκπροσωπούν συγκεκριμένα συμφέροντα, στις διαστάσεις των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε, σε τίποτε δεν εξυπηρετούν τους αδυνάτους της κοινωνίας μας, στο όνομα των οποίων υποτίθεται ότι εξεγείρονται πολλοί από τους διαμαρτυρόμενους που ανήκουν στην τάξη των βολεμένων.    
Αποτελεί κανόνα απαράβατο πως με την επικράτηση κοινωνικών συνθηκών «ζούγκλας», οι πρώτοι οι οποίοι θίγονται είναι οι αδύναμοι που γίνονται βορά στους ισχυρούς, οι οποίοι έχουν τρόπους να προστατεύουν τα δικά τους «κεκτημένα». Οι δημοκρατικές συνθήκες είναι οι μόνες που επιτρέπουν στους πολλούς να εκφράσουν τη βούλησή τους και, με την συλλογική ή την ατομική  δράση τους, να απαιτήσουν και να επιβάλλουν καλύτερες συνθήκες ζωής.
Η παγκόσμια, αλλά και η ελληνική, ιστορία βρίθουν από επεισόδια επικράτησης αυταρχικών λύσεων από δυναμικές μειοψηφίες, οι οποίες, σχεδόν πάντα, ήρθαν ως επιστέγασμα παρατεταμένων καταστάσεων πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας, κατά τις οποίες οι θιασώτες του αυταρχισμού και της βίας, εκμεταλλευόμενοι, κατ΄ εξοχήν,  τις οικονομικές δυσκολίες, είχαν πάρει το «πάνω χέρι», εμφανιζόμενοι ως δήθεν υπερασπιστές των συμφερόντων του λαού.  
Η άνοδος του ναζισμού και του φασισμού μετά τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την οικονομική κρίση του 1929, ο ελληνικός εμφύλιος που ακολούθησε με το τέλος του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα Δεκεμβριανά και την αποτυχία εφαρμογής της συμφωνίας της Βάρκιζας –για την οποία η σημερινή ηγεσία της Αριστεράς δυσπιστεί (!) αν έπρεπε να είχαν κατατεθεί τα όπλα και αν καλώς ή κακώς δεν ενταχθήκαμε στον ανατολικό συνασπισμό-, όπως και οι κραυγές «δεν βρίσκεται ένας λοχίας» της περιόδου πριν από το 1967, είναι μόνον μερικά κραυγαλέα παραδείγματα.
Δεν υιοθετώ, ούτε κατά κεραία, τις ανοησίες που γράφηκαν αυτές τις μέρες σε μια γερμανική εφημερίδα για δήθεν κίνδυνο μιας νέας δικτατορίας στην Ελλάδα, γιατί η χώρα μας είναι πλέον μια ανοικτή ευρωπαϊκή κοινωνία που, παρόλα τα τρωτά και τα στραβά και τα ανάποδα που συμβαίνουν στο εσωτερικό της, δεν μπορεί να ποδηγετηθεί και να αποδεχθεί αυταρχικές λύσεις, όπως αυτές ίσως που έχουν κατά νου οι μειοψηφίες που φωνάζουν «Παπούλια, προδότη» (!) και θέλουν «κρεμάλες για όλους τους πολιτικούς», με μόνο στόχο, φυσικά, να πάρουν οι ίδιοι τα ηνία.
Δεν μπορώ, όμως, να κρύψω, την ανησυχία που ένοιωσα παρακολουθώντας τις εξελίξεις στην παρέλαση της Θεσσαλονίκης, αλλά και τη συνέχεια τους, όταν εκπρόσωποι πολιτικών δυνάμεων δεν εύρισκαν λόγια για την αυθωρεί και παραχρήμα καταδίκη της επίθεσης κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας ή άλλοι που έστρεφαν τα πυρά τους κατά της –σοφής, κατά τη γνώμη μου- απόφασης να μην επέμβει η Αστυνομία, επέμβαση που, αν είχε γίνει, θα αποτελούσε τη θρυαλλίδα για να μετατραπεί ολόκληρη η χώρα σε «Γης μαδιάμ», όπως ακριβώς επιδιώκουν οι δυνάμεις του αυταρχισμού και του χάους.       
Εκείνο το οποίο, νομίζω, ότι έχει περισσότερο ανάγκη τούτες τις δύσκολες ώρες η κοινωνία μας είναι η περίσκεψη, η ψυχραιμία και η αυτοσυγκράτηση στη δράση τόσο των συλλογικών οντοτήτων, όσο και ενός εκάστου εξ ημών. Με τις ακραίες εκδηλώσεις, τα ξεσπάσματα βίας, τις καταστροφές δεν «ξορκίζεται» η οικονομική κρίση. 
Καθώς βρισκόμαστε στο σκοτεινό και δύσβατο τούνελ της παρατεταμένης κρίσης, το χειρότερο που μπορεί να μας συμβεί είναι να ξεσπάσουμε πάνω στον συρμό που αγκομαχώντας παλεύει να μας βγάλει στο επόμενο ξέφωτο.  Το μόνο που επιτυγχάνουμε με τέτοιες ενέργειες είναι να παρατείνουμε την καθήλωση, στην οποία μας οδήγησαν χρόνιες παθογένειες.  

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.