Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παπούλιας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παπούλιας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2021

Δύο εικόνες, πολλές σκέψεις για τον διχασμό και τη συμφιλίωση

Το χειροκρότημα με το οποίο έγινε δεκτή η Ντόρα Μπακογιάννη από τον κόσμο που είχε συγκεντρωθεί έξω από τη Μητρόπολη Αθηνών για το κατευόδιο της Φώφης Γεννηματά, αλλά και οι αποδοκιμασίες με τις οποίες υποδέχθηκε μια μερίδα συνδικαλιστών τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ τα οποία, με επικεφαλής τον Τρύφωνα Αλεξιάδη, βρέθηκαν στις εγκαταστάσεις της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά για να συμπαρασταθούν στους εργαζόμενους, που είχαν κάνει συγκέντρωση διαμαρτυρίας για τον θάνατο ενός συναδέλφου τους, είναι δύο τόσο αντικρουόμενες όσο και αντιπροσωπευτικές εικόνες της ελληνικής πραγματικότητας.

Η εκδημία της προέδρου του Κινήματος Αλλαγής, μιας γυναίκας πολιτικού που σε όλη τη διαδρομή της στον δημόσιο βίο αγωνίστηκε με θέρμη για τις ιδέες της, αλλά έχοντας ως γνώμονα το μέτρο στις αντιπαραθέσεις που είχε με τους αντιπάλους της, έγινε αφορμή για πάνδημο πένθος και καταλλαγή των πολιτικών παθών. Στον αντίποδα ο άδικος θάνατος ενός εργαζομένου, ο οποίος μόλις είχε τελειώσει τη βάρδια του στο λιμάνι και θα επέστρεφε στην οικογένειά του, αντί να αποτελέσει το έναυσμα για να συμβάλουν όλες οι παρατάξεις στην προσπάθεια να ληφθούν όλα εκείνα τα μέτρα ασφαλείας που θα αποτρέψουν την επανάληψη ενός ανάλογου τραγικού δυστυχήματος, έγινε η αιτία για να αναμοχλευθούν τα πάθη και να συντηρηθούν οι διχαστικές πρακτικές και οι διαχωρισμοί.

Κακά τα ψέματα, η κοινωνία μας έχει μακρύ παρελθόν εσωτερικών διχασμών και εμφυλίων συγκρούσεων. Ένα παρελθόν που μας στοίχισε πολύ ακριβά σε αίμα, σε οικονομική δύναμη και εν γένει σε σπατάλη δυνάμεων εξαιτίας της οποίας, ήδη από τα χρόνια της Εθνικής Παλιγγενεσίας, τέθηκε πολλές φορές εν αμφιβόλω η εθνική κυριαρχία και η εδαφική μας ακεραιότητα. Μεταπολεμικά, ως αποτέλεσμα των συνεπειών του Εμφυλίου, αλλά κυρίως μεταπολιτευτικά -και αφού πληρώσαμε το βαρύ τίμημα του ακρωτηριασμού της Κύπρου στο οποίο μας οδήγησε η χουντική εκτροπή, στην πολιτική ζωή του τόπου έγιναν μεγάλα και σταθερά βήματα προς την κατεύθυνση της εθνικής συμφιλίωσης.

Στο Κοινοβούλιο, στην Αυτοδιοίκηση, στον συνδικαλισμό, αλλά και στην καθημερινή ζωή, άνθρωποι από διαφορετικές παρατάξεις μιλούσαν, συνδιαλέγονταν, συμφωνούσαν ή διαφωνούσαν χωρίς ο ένας να αντιμετωπίζει τον άλλο ως θανάσιμο εχθρό που έπρεπε να προλάβει να τον εξοντώσει για να μην κινδυνεύσει η δική του ζωή. Προϊόντος του χρόνου, μάλιστα, ακόμη και τα διαβόητα «γαλάζια» και «πράσινα» καφενεία έπαψαν να λειτουργούν με θαμώνες από μια παράταξη κάνοντας τους οπαδούς της αντίπαλης να αναζητούν τον δικό τους χώρο. Στις δεκαετίες του 1990 και του 2000 η ευημερούσα ευρωπαϊκή Ελλάδα άφηνε σιγά σιγά πίσω της τα οξυμένα κομματικά πάθη και τις ακραίες αντιπαραθέσεις. Κανείς δεν χρειαζόταν πλέον να κρύβει την εφημερίδα που διάβαζε, ούτε του απαγορευόταν να εκφράζει καθ΄ οιονδήποτε τρόπο τις απόψεις του.

Δυστυχώς, οι αυτονόητες για μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης «κατακτήσεις» αυτές, δέχθηκαν σοβαρά πλήγματα κατά την προηγούμενη μνημονιακή δεκαετία. Ο σεβασμός στους δημοκρατικούς κανόνες υποχώρησε και έδωσε τη θέση τους στη μισαλλοδοξία που συκοφαντούσε και απειλούσε ακόμη και με φυσική εξόντωση όσους εξέφραζαν διαφορετική άποψη που δεν ακολουθούσε το κυρίαρχο λαϊκίστικο αφήγημα. Ετερόκλητες δυνάμεις από τα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος συνασπίστηκαν, καταλαμβάνοντας πλατείες, στήνοντας κρεμάλες, πολιορκώντας τις ταβέρνες που έτρωγαν πολιτικοί αντιπάλων παρατάξεων και φθάνοντας μέχρι του σημείου να διαλύσουν τη στρατιωτική παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 2011 και να αποδοκιμάσουν τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, έναν σεβάσμιο πολιτικό που στα νιάτα του είχε αγωνιστεί κατά της φασιστικής Κατοχής.

Με το τέλος, ωστόσο, των ψευδαισθήσεων στο οποίο οδήγησε κατά βάση η διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, που κατέδειξε την αυταπάτη των απλουστευτικών προτάσεων για «κατάργηση του Μνημονίου με ένα νόμο και ένα άρθρο», τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν άλλη τροπή. Από τη μια η χρεωκοπία των διακηρύξεων του τύπου «ή αυτοί ή εμείς», «τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν», από την άλλη η καταδίκη της «Χρυσής Αυγής» ως εγκληματικής οργάνωσης, τα πάθη φάνηκε ότι άρχισαν βαθμηδόν να καταλαγιάζουν. Χωρίς να εξαφανιστούν οι ακραίοι, οι οποίοι λιγότερο ή περισσότερο δεν λείπουν σχεδόν από κανέναν πολιτικό χώρο, οι δυνάμεις της λογικής και της συνεννόησης άρχισαν να ξαναπαίρνουν το πάνω χέρι.

Το πνεύμα της ενότητας και της ομοψυχίας που ενέπνευσε η αδόκητη φυγή της Φώφης Γεννηματά έδειξε ότι, όσο και αν αντιστέκονται τα ζιζάνια του διχασμού, σαν αυτά που έκαναν κάποιους άλλους να συμπεριφέρονται στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως συμπεριφέρονταν και οι τελευταίοι παλαιότερα, η ελληνική κοινωνία θέλει να προχωρήσει μπροστά. Στο τέλος - τέλος, αν χειροκροτούν τη Ντόρα Μπακογιάννη άνθρωποι που δακρύζουν για την απώλεια της προέδρου του Κινήματος Αλλαγής και, κατά τεκμήριο, ψηφίζουν ΠΑΣΟΚ, γιατί δεν μπορούν να τιμήσουν όλοι μαζί οι αριστεροί τη μνήμη ενός αδικοχαμένου εργαζομένου;            

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Οι εκλογές και το Μαξίμου

Βούιξαν και πάλι χθες οι διάδρομοι της Βουλής από τις φήμες για προσφυγή στις κάλπες μόλις κυκλοφόρησε η είδηση για τις επικείμενες παραιτήσεις των τριών γενικών γραμματέων που προτίθενται να θέσουν υποψηφιότητα με τη Νέα Δημοκρατία στις επόμενες βουλευτικές εκλογές.
Είναι απίστευτο πόσο επιδραστικό μπορεί να αποδειχθεί το μείγμα της άγνοιας με την ανασφάλεια που διακατέχει ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού προσωπικού –ου μην αλλά καιτου δημοσιογραφικού δυναμικού- με αποτέλεσμα να λέγονται και να γράφονται -ακόμη και πρωτοσέλιδα- απερίγραπτες μπουρδολογίες που, ενώ δεν είναι παρά φαντασιώσεις, πασάρονται ως σοβαρές πολιτικές αναλύσεις από δήθεν γνωρίζοντες τα παρασκήνια της εξουσίας.
Θα είχε ενδιαφέρον να κατέγραφε κανείς πόσες φορές έχουν τεθεί σε… εκλογική ετοιμότητα τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατά τα τελευταία δυόμισι χρόνιαπου μας χωρίζουν από τις προηγούμενες εκλογές, όπως μας θύμισαν οι παραιτήσεις των «γαλάζιων» γενικών γραμματέων, οι οποίοιπροτίθενται να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους πριν παρέλθει το δεκαοκτάμηνο που απομένει για την ολοκλήρωση της τετραετούς θητείας της παρούσας Βουλής. Κι αυτό διότιμόνον έτσι δεν θα έχουν, σύμφωνα με το Σύνταγμα, κώλυμα εκλογιμότητας και θα μπορούν να είναι υποψήφιοι στις επόμενες εκλογές, όποτε και αν αυτές προκηρυχθούν εφεξής.
Στοιχειώδη, λοιπόν, γνώση αν είχε κανείς των συνταγματικών διατάξεων δεν θα θεωρούσε τις περί ων ο λόγος παραιτήσεις ως ένδειξη επικείμενου εκλογικού αιφνιδιασμού. Πολύ περισσότερο που οι φερόμενοι ακόμη ως υπό παραίτηση γενικοί γραμματείας, όντας στελέχη με δεσμούς με την κυβερνητική ηγεσία και το πρωθυπουργικό περιβάλλον, μάλλον δεν θα πρόδιδαν τον υποτιθέμενο αιφνιδιασμό.
Εξίσου τραγελαφικές είναι, εξάλλου, και οι αναλύσεις που θέλουν τη σημερινή κυβέρνηση να προσφεύγει στις κάλπες για να επιδιώξει την αποκαλούμενη «αριστερή παρένθεση» στοχεύοντας κατόπιν στην ανατροπή του ΣΥΡΙΖΑ την άνοιξη επ΄ ευκαιρία της προεδρικής εκλογής,κατ΄ αντιστροφή, δηλαδή, της απειλή για μη ψήφισης κανενός υποψήφιου που επισείει στην παρούσα φάση η αξιωματική αντιπολίτευση.
Όσοι διακινούν αυτού του είδους τα σενάρια τα οποία κυκλοφορούν σε διάφορες παραλλαγές –και μάλιστα με συγκεκριμένες, μεταβαλλόμενες κάθε φορά, εκλογικές Κυριακές-, αγνοούν, πέραν από την κοινή πολιτική λογική που θέλει κάθε κυβέρνηση να εξαντλεί μέχρι τελευταίας ρανίδος το… μέλι της εξουσίας, δύο πολύσοβαρούς λόγους που αποτελούν μάλλον ανυπέρβλητη τροχοπέδη στους υποτιθέμενους σχεδιασμούς για κυβερνητικό εκλογικό αιφνιδιασμό.
Ο πρώτος λόγος είναι συνταγματικός και έχει να κάνει με την ευχέρεια –τη μοναδική ίσως που διαθέτει- του Προέδρου της Δημοκρατίας να υπογράψει την πρόωρη διάλυση της Βουλής «για ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας» (άρθρο 41).
Είναι αλήθεια ότι στο παρελθόν έχει πολλές φορές παρακαμφθεί το Σύνταγμα με την προσχηματική επίκληση διαφόρων «εθνικών θεμάτων» (συνήθως το… πολύπαθο Κυπριακό, αλλά και διάφορα άλλα) που οδήγησαν σε πρόωρες κάλπες. Στην παρούσα φάση, όμως, δύσκολα μπορεί να περιμένει κανείς από τον Κάρολο Παπούλια, που βρίσκεται στο τέλος της δεκαετούς θητείας του, να κάνει δεκτό ένα τέτοιο κυβερνητικό αίτημα.  
Ο δεύτερος λόγοςπου εμποδίζει την απρόσκοπτη ξαφνική προσφυγή στις κάλπες είναι πολιτικός και σχετίζεται με το γεγονός ότι η σημερινή κυβέρνηση αποτελείται από δύο κόμματα και άρα πρέπει να συμπέσουν τα συμφέροντά τους και να ζητήσουν από κοινού τη διάλυση της Βουλής, κάτι που δεν διαφαίνεται στον πολιτικό ορίζοντα, καθώς Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ δεν έχουν, σε αυτό το ζήτημα, συγκλίνοντα συμφέροντα.
Εφόσον, λοιπόν, δεν συμφωνήσουν οι δύο κυβερνητικοί εταίροι, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει τη διαδικασία των διερευνητικών εντολών που μπορεί να μη μακρύνουν, αφού η σημερινή Βουλή, σε περίπτωση κυβερνητικής κρίσης, δύσκολα θα μπορέσει να δώσει άλλη κυβερνητική λύση, αλλά η κατάληξη θα είναι η ανάθεση της διενέργειας των εκλογών σε υπηρεσιακή κυβέρνηση.  
Σε κάθε περίπτωση και με εξαίρεση την προκήρυξη εκλογών λόγω αδυναμίας εκλογής νέου Προέδρου Δημοκρατίας, το διακύβευμα της προσφυγής σε πρόωρες εκλογές για τους κυβερνώντες είναι η παράδοση του Μεγάρου Μαξίμου σε υπηρεσιακό πρωθυπουργό και των υπουργείων σε υπηρεσιακούς υπουργούς.
Υπό αυτές τις συνθήκες, μόνον όποιος αρέσκεται να τρέφει αυταπάτες –ή απλά αναμασά όσα του σερβίρουν- μπορεί να ενστερνίζεται σενάρια για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες με κυβερνητική πρωτοβουλία πριν από τους πρώτους μήνες του 2015 που θα αποδειχθεί αν η σημερινή Βουλή μπορεί ή όχι να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Υ.Γ. Ποιος ξεχνά, άλλωστε, ότι ακόμη και ο Κώστας Καραμανλής, που, «κουρασμένος» ων, είχε αποφασίσει να παραδώσει τη διακυβέρνηση, τις εκλογές τις έκανε από το Μαξίμου;

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

Γιατί δεν μας… χόρτασε ο λόγος του Φρανσουά Ολάντ

«Ο λόγος σου μάς χόρτασε και το ψωμί σου φάτο...», θα λέγαμε υπό άλλες συνθήκες στον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ που μας επεφύλαξε, κατά την επίσκεψή του στη χώρα μας, θερμούς παρηγορητικούς λόγους και μας έδωσε πολλές υποσχέσεις για γαλλικές επενδύσεις στην Ελλάδα.
Θα μπορούσαμε, ίσως, να το πούμε αυτό αν είχε σταματήσει η πορεία της συνεχούς διολίσθησης στην οποία φαίνεται να έχουμε εγκλωβιστεί και από την οποία δεν μπορούμε να ξεφύγουμε, όσο και αν ακούμε επαίνους από τους εταίρους μας για τα οικονομικό πρόγραμμα της Ελλάδας που, όπως λένε, «βρίσκεται εντός τροχιάς», προσπαθώντας μάλλον να λειτουργήσει ο λόγος τους ως… αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Δεν ξέρω για ποια τροχιά ομιλούν, αλλά όποιος βιώνει την ελληνική πραγματικότητα, μόνον… εκτροχιασμένες καταστάσεις συναντά και σωστά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας προειδοποίησε, απευθυνόμενος στον Γάλλο ομόλογό του, για τον κίνδυνο κοινωνικής έκρηξης εξαιτίας της βαθύτατης ύφεσης στην οποία έχουμε παγιδευτεί.
Η ανεργία εξακολουθεί να καλπάζει με χίλιους συμπολίτες μας (όσοι οι κάτοικοι μιας κωμόπολης!) να χάνουν κάθε μέρα τη δουλειά τους και πολύ περισσότερους να δουλεύουν μεν αλλά να είναι απλήρωτοι, γιατί οι εργοδότες τους δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Οι πολυδιαφημισμένες δόσεις που εξασφαλίσαμε τον περασμένο Δεκέμβριο δεν φαίνεται να είχαν τη θετική επίπτωση που αναμενόταν, αφού οι τράπεζες, προς τις οποίες κατευθύνθηκαν το μεγαλύτερο μέρος αυτών των πόρων, όχι μόνον δεν διοχέτευσαν ρευστότητα στην ασφυκτιούσα αγορά, αλλά το τελευταίο διάστημα κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση έχοντας κλείσει απολύτως τις στρόφιγγες της χρηματοδότησης για όλες τις επιχειρήσεις.
Η απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, για τα οποία τόσες φορές… πανηγυρίσαμε που τα εξασφαλίσαμε, παραμένει σε απαράδεκτα χαμηλούς ρυθμούς, γεγονός που επιβεβαιώθηκε από την ανάγκη που ένοιωσε ο πρωθυπουργός να ορίσει, μόλις την περασμένη εβδομάδα, τον Κυριάκο Βιρβιδάκη  ως νέο υφυπουργό για το ΕΣΠΑ, από το οποίο, μέχρι τώρα, τα περισσότερα χρήματα που εκταμιεύονται είναι για –μάλλον «εικονικά»- επιμορφωτικά σεμινάρια.
Την ίδια ώρα τα γραφειοκρατικά εμπόδια που είναι ορθωμένα παντού γίνονται όλο και πιο απροσπέλαστα, από τα δικαστήρια που δίνουν πρώτη δικάσιμο σε δύο με τρία χρόνια, ως το ΓΕΜΗ που δημιουργήθηκε ως «σημείο μιας στάσης» για τις επιχειρήσεις και, παρότι ανήκει στην αρμοδιότητα του προέδρου του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνου Μίχαλου, τον οποίο βλέπουμε συχνά να κατακεραυνώνει γενικώς και αορίστως το κράτος, κάνει πάνω από ενάμισι μήνα για να διεκπεραιώσει μια απλή δημοσίευση καταστατικού εταιρίας.
Υπό αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, οι υποσχέσεις για επενδύσεις που μας έδωσε ο Γάλλος Πρόεδρος δεν μοιάζουν ικανές να ανατρέψουν τη δυσμενή πραγματικότητα που έχει δημιουργηθεί στη χώρα. Ακόμη και αν αύριο το πρωί οι Γάλλοι επιχειρηματίες που έφερε μαζί του ο κ. Ολάντ και έδειξαν ενδιαφέρον να επενδύσουν στη χώρα μας, ξαναπάρουν το αεροπλάνο για την Αθήνα, φθάνοντας εδώ θα βρεθούν αντιμέτωποι με τέτοιο χάος που γρήγορα θα γυρίσουν άπραγοι στο Παρίσι.
Χωρίς να θέλω να μειώσω τη σημασία των διεθνών επαφών, έχω την αίσθηση ότι οι χαρές και τα πανηγύρια που στήσαμε για την –αναμφίβολα αναγκαία και απολύτως πετυχημένη σε συμβολικό επίπεδο συμβολισμού- επίσκεψη του Γάλλου Προέδρου, σύντομα θα ξεχαστούν, γιατί θα αποδειχθούν στην πράξη άνευ ουσιαστικού αντικειμένου.
Δεν χρειάζεται, άλλωστε, κανείς να είναι εξειδικευμένος οικονομολόγος για να αντιληφθεί ότι στις μέρες μας η προσέλκυση επενδύσεων δεν γίνεται με διακρατικές συμφωνίες κορυφής, αλλά με τη δημιουργία φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Και αυτό ακριβώς είναι που λείπει από τη χώρα μας, όχι μόνον επειδή μια δράκα κουκουλοφόρων επιτίθεται στις εγκαταστάσεις του χρυσωρυχείου της Χαλκιδικής, ούτε γιατί ένας γενικός γραμματέας πιστεύει ότι έχουμε ακόμη υψηλό κατώτατο μισθό.
Για να υπάρξει ουσιαστική προσέλκυση επενδύσεων στην Ελλάδα χρειάζεται να αλλάξουν πολλά. Με κυριότερο τις νοοτροπίες του παρελθόντος που ευθύνονται για την κρίση και που αυτή, δυστυχώς, δεν έχει καταφέρει ακόμη να τις εξαλείψει.
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 20.2.2013).

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Η βία ως… μαμή τερατογεννήσεων

Η 12η Φεβρουαρίου 2012, είναι χαραγμένη βαθιά στη μνήμη μου, όχι μόνον γιατί αποτελεί ένα εθνικό ορόσημο, αφού είναι η ημερομηνία ψήφισης της περίφημης δανειακής σύμβασης, αλλά και για έναν προσωπικό λόγο, καθώς είναι η μέρα, ή μάλλον η νύχτα, που ένοιωσα, περισσότερο από ποτέ στη ζωή μου, την απειλή του αφιονισμένου όχλου και της «τυφλής» πολιτικής (;) βίας, για την οποία μιλάμε αυτές τις μέρες με αφορμή την… «πρωινάδικη» τηλεοπτική βιαιοπραγία.
Λίγη ώρα πριν από την ολοκλήρωση της έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης και την έναρξη της κρίσιμης ψηφοφορίας, χρειάστηκε, εκτάκτως και για λόγους ανωτέρας βίας, να εξέλθω της Βουλής, και, αψηφώντας την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα που επικρατούσε στη -φλεγόμενη από τους εμπρησμούς κτιρίων και πνιγμένη από δακρυγόνα- ευρύτερη περιοχή του Συντάγματος, ακολούθησα, ελλείψει άλλης, τη συνήθη διαδρομή. 
Έχοντας παρακολουθήσει από κοντά τα περισσότερα από τα μεγάλα συλλαλητήρια των πολλών τελευταίων χρόνων, άλλοτε από επαγγελματική υποχρέωση και άλλοτε από επαγγελματική «διαστροφή», δεν φαντάστηκα ότι η διακριτική αποχώρησή μου από τον αποκαλούμενο «ναό της δημοκρατίας» μπορούσε να με καταστήσει στόχο, επειδή κάποιος, που όταν με προσέγγισε, μου δημιούργησε την εντύπωση πως δεν ήταν παρά ένας διαταραγμένος, άρχισε να μου επιτίθεται φραστικά και να τρέχει ωρυόμενος ξωπίσω μου, παρασύροντας και άλλους στην ίδια κατεύθυνση.
Με απάλλαξαν από τα χειρότερα που θα μπορούσαν να μου συμβούν, αρχικά, η εξάντληση των αποθεμάτων αυτοκυριαρχίας, που μου επέτρεψε να σταθώ και να αντιμετωπίσω, με όση ψυχραιμία μπορούσα να επιστρατεύσω, τις άγριες διαθέσεις του πλήθους που με είχε περικυκλώσει, και, κατόπιν, η επίκληση της επαγγελματικής ιδιότητας, η οποία, ευτυχώς, για ορισμένους, απετέλεσε επαρκή δικαιολογητική βάση για την παρουσία μου στο κτίριο.
Δεν μπόρεσα να καταλάβω, και όσο το σκέφτομαι τόσο καταλήγω ότι ίσως δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, ποια ήταν η ιδεολογική προσέγγιση όσων μου επιτέθηκαν και ήταν έτοιμοι να... αυτοδικήσουν, απέναντι σε έναν άνθρωπο, σε έναν  πολίτη που το «έγκλημά» του ήταν ότι είχε βγει από τη Βουλή, την οποία, αν οι ίδιοι είχαν δύναμη, ισχυρότερη από την εξοπλισμένη Αστυνομία, εκείνη αλλά και πολλές άλλες νύχτες θα την είχαν πυρπολήσει και θα την είχαν ισοπεδώσει.
Όλο το προηγούμενο διάστημα, άλλωστε, η πλατεία Συντάγματος, πέρα από χώρος δικαιολογημένης διαμαρτυρίας πληττόμενων ανθρώπων, είχε γίνει το «στέκι» ενός αλλοπρόσαλλου συνονθυλεύματος που το μόνο που το ένωνε ήταν, κυρίως, το βίαιο πάθος κατά των κοινοβουλευτικών θεσμών, όπως μαρτυρεί το ανιστόρητο κεντρικό πανό που, επειδή έκανε ρίμα με το «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία», ισχυριζόταν ότι «η χούντα δεν τελείωσε το ΄73»!
Ενδεδυμένοι τον μανδύα του «αγανακτισμένου» και σε απόσταση λίγων μέτρων συγχρωτίζονταν, επί μήνες, «μπαχαλάκηδες» και «χρυσαυγίτες», «χουντικοί» και αριστεριστές, μισαλλόδοξοι ιερωμένοι και ακραίοι κήρυκες της εμφύλιας διαμάχης. Ποιος, αλήθεια, από όσους επαίνεσαν την πράξη του πιο γνωστού αυτόχειρα της τελευταίας περιόδου που αυτοπυροβολήθηκε στην πλατεία Συντάγματος, διάβασε επιμελώς το κείμενο που άφησε και στο οποίο… υμνούσε τη χρήση των “καλάσνικοφ”;  
Βεβαίως, η καταστροφική βία που ζήσαμε την τελευταία διετία δεν μπορεί να αποδοθεί μόνον στις ακραίες μειοψηφίες που είχαν «στρατοπεδεύσει» στο Σύνταγμα, απειλούσαν συλλήβδην τους πολιτικούς με κρεμάλες, μούντζωναν και κραύγαζαν «να καεί, να καεί το μπουρδέλο η Βουλή». Εξίσου, υπεύθυνοι είναι και πολλοί άλλοι από την πολιτική και την ενημέρωση που παρείχαν κάλυψη και «έκλειναν το μάτι» στα άκρα της «πλατείας», αποκαλώντας τις ανά την Ελλάδα, οργανωμένες, στην πλειονότητά τους, βιαιοπραγίες κατά στελεχών του ΠΑΣΟΚ «λαϊκή οργή».
Είδα με τα μάτια μου γνωστό συνδικαλιστή του εκπαιδευτικού, μάλιστα, χώρου, να εκτοξεύει με ντουντούκα υβριστικά συνθήματα κατά του τότε πρωθυπουργού σε συγκέντρωση. Άκουσα με τα αυτιά μου βουλευτή της ΝΔ από όμορη περιοχή με τη Θεσπρωτία να εκφράζεται με μίσος και να εκστομίζει ακραίους χαρακτηρισμούς, όπως «δοσίλογοι», για τα κυβερνητικά στελέχη, για τα οποία ο ίδιος έδωσε λίγες εβδομάδες αργότερα ψήφο εμπιστοσύνης και ενέκρινε μαζί τους τα επόμενα «μνημόνια».
Ποιος, εξάλλου, ξεχνά τη στάση που τήρησαν οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου στη βίαιη ματαίωση της παρέλασης της 28ης Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη; Το «Παπούλια, προδότη παραιτήσου», που εξόργισε τον αντιστασιακό Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μπορεί ενδεχομένως να ακούστηκε από χείλη επίγονων του δοσιλογισμού, πλην, όμως, τη «νομιμοποίησή» του τη βρήκε όχι μόνον από εκείνους που συμμετείχαν στην ανόσια αυτή εκδήλωση, αλλά και από όλους όσοι δεν βρήκαν κατηγορηματικά λόγια καταδίκης για το σύνολο των ακροτήτων.
Γι΄ αυτό και νομίζω ότι έχει μεγάλη δόση υποκρισίας η… ιερή οργή ορισμένων από όσους αντιδρούν στις φασιστικές προκλήσεις των «χρυσαυγιτών», που πιστεύω ότι βρήκαν έδαφος στην απώλεια του μέτρου στην πολιτική αντιπαράθεση που τη βλέπουμε έκδηλη (και) ενόψει της επικείμενης εκλογικής αναμέτρησης. Όσοι, άλλωστε, ενστερνίζονται το  μαρξιστικό “τσιτάτο” ότι «η βία είναι μαμή της ιστορίας», ας έχουν υπόψη τους και τις… τερατογεννήσεις, στις οποίες, σύμφωνα με τη λαϊκή θυμοσοφία, οδηγούν τους τοκετούς οι πολλές καβγαδίζουσες μαμές.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Με εξάρσεις βίας και χάους δεν «ξορκίζεται» η κρίση


Ο θυμός, η διαμαρτυρία, ακόμη και η ανάγκη για εκτόνωση από την ασφυκτική πίεση, την οποία αισθάνεται η ελληνική κοινωνία, που επί δεκαετίες είχε «εκπαιδευθεί» με εντελώς διαφορετικό τρόπο από εκείνον με τον οποίο καλείται να πορευθεί εφεξής, δικαιολογούνται. Δικαιολογημένη, επίσης, ως ένα βαθμό, μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να θεωρηθεί και η εκδήλωση ασυνήθιστων μορφών αντίδρασης από εκείνους που πλήττονται βάναυσα από την κρίση.
Πίσω, ωστόσο, από τα πρόσφατα θλιβερά έκτροπα, είτε αυτά αφορούν τις προ ημερών συγκρούσεις διαδηλωτών στην πλατεία Συντάγματος, που επεκτάθηκαν σε διάφορες περιοχές της χώρας, είτε το αποκορύφωμα των ανεξέλεγκτων αντιδράσεων, με τη διακοπή των παρελάσεων κατά την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, ελλοχεύουν πολύ σοβαροί κίνδυνοι για την κοινωνική συνοχή και τη δημοκρατική ομαλότητα.
Οι δυνάμεις της βίας, του χάους και του μηδενισμού που έχουν απελευθερωθεί, βρίσκουν, δυστυχώς, πρόσφορο έδαφος για να προωθήσουν ιδέες και πρακτικές, τι οποίες είναι βέβαιο ότι η συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας, παρόλο που παρακολουθεί απαθής και αμήχανη τα τεκταινόμενα, απεύχεται να ζήσει τις συνέπειες της πλήρους εφαρμογής τους.  
Η ανομία, η αμαύρωση εθνικών επετείων, η ισοπέδωση θεσμών, η καταστροφική μανία εναντίον δημόσιας, αλλά και ιδιωτικής περιουσίας, η ποδοπάτηση συμβόλων, τα υβριστικά συνθήματα και –γιατί όχι;- οι υπερβολικές και διαστρεβλωτικές αναφορές από πολιτικά πρόσωπα, όπως και από μέσα ενημέρωσης που εκπροσωπούν συγκεκριμένα συμφέροντα, στις διαστάσεις των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε, σε τίποτε δεν εξυπηρετούν τους αδυνάτους της κοινωνίας μας, στο όνομα των οποίων υποτίθεται ότι εξεγείρονται πολλοί από τους διαμαρτυρόμενους που ανήκουν στην τάξη των βολεμένων.    
Αποτελεί κανόνα απαράβατο πως με την επικράτηση κοινωνικών συνθηκών «ζούγκλας», οι πρώτοι οι οποίοι θίγονται είναι οι αδύναμοι που γίνονται βορά στους ισχυρούς, οι οποίοι έχουν τρόπους να προστατεύουν τα δικά τους «κεκτημένα». Οι δημοκρατικές συνθήκες είναι οι μόνες που επιτρέπουν στους πολλούς να εκφράσουν τη βούλησή τους και, με την συλλογική ή την ατομική  δράση τους, να απαιτήσουν και να επιβάλλουν καλύτερες συνθήκες ζωής.
Η παγκόσμια, αλλά και η ελληνική, ιστορία βρίθουν από επεισόδια επικράτησης αυταρχικών λύσεων από δυναμικές μειοψηφίες, οι οποίες, σχεδόν πάντα, ήρθαν ως επιστέγασμα παρατεταμένων καταστάσεων πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας, κατά τις οποίες οι θιασώτες του αυταρχισμού και της βίας, εκμεταλλευόμενοι, κατ΄ εξοχήν,  τις οικονομικές δυσκολίες, είχαν πάρει το «πάνω χέρι», εμφανιζόμενοι ως δήθεν υπερασπιστές των συμφερόντων του λαού.  
Η άνοδος του ναζισμού και του φασισμού μετά τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την οικονομική κρίση του 1929, ο ελληνικός εμφύλιος που ακολούθησε με το τέλος του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα Δεκεμβριανά και την αποτυχία εφαρμογής της συμφωνίας της Βάρκιζας –για την οποία η σημερινή ηγεσία της Αριστεράς δυσπιστεί (!) αν έπρεπε να είχαν κατατεθεί τα όπλα και αν καλώς ή κακώς δεν ενταχθήκαμε στον ανατολικό συνασπισμό-, όπως και οι κραυγές «δεν βρίσκεται ένας λοχίας» της περιόδου πριν από το 1967, είναι μόνον μερικά κραυγαλέα παραδείγματα.
Δεν υιοθετώ, ούτε κατά κεραία, τις ανοησίες που γράφηκαν αυτές τις μέρες σε μια γερμανική εφημερίδα για δήθεν κίνδυνο μιας νέας δικτατορίας στην Ελλάδα, γιατί η χώρα μας είναι πλέον μια ανοικτή ευρωπαϊκή κοινωνία που, παρόλα τα τρωτά και τα στραβά και τα ανάποδα που συμβαίνουν στο εσωτερικό της, δεν μπορεί να ποδηγετηθεί και να αποδεχθεί αυταρχικές λύσεις, όπως αυτές ίσως που έχουν κατά νου οι μειοψηφίες που φωνάζουν «Παπούλια, προδότη» (!) και θέλουν «κρεμάλες για όλους τους πολιτικούς», με μόνο στόχο, φυσικά, να πάρουν οι ίδιοι τα ηνία.
Δεν μπορώ, όμως, να κρύψω, την ανησυχία που ένοιωσα παρακολουθώντας τις εξελίξεις στην παρέλαση της Θεσσαλονίκης, αλλά και τη συνέχεια τους, όταν εκπρόσωποι πολιτικών δυνάμεων δεν εύρισκαν λόγια για την αυθωρεί και παραχρήμα καταδίκη της επίθεσης κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας ή άλλοι που έστρεφαν τα πυρά τους κατά της –σοφής, κατά τη γνώμη μου- απόφασης να μην επέμβει η Αστυνομία, επέμβαση που, αν είχε γίνει, θα αποτελούσε τη θρυαλλίδα για να μετατραπεί ολόκληρη η χώρα σε «Γης μαδιάμ», όπως ακριβώς επιδιώκουν οι δυνάμεις του αυταρχισμού και του χάους.       
Εκείνο το οποίο, νομίζω, ότι έχει περισσότερο ανάγκη τούτες τις δύσκολες ώρες η κοινωνία μας είναι η περίσκεψη, η ψυχραιμία και η αυτοσυγκράτηση στη δράση τόσο των συλλογικών οντοτήτων, όσο και ενός εκάστου εξ ημών. Με τις ακραίες εκδηλώσεις, τα ξεσπάσματα βίας, τις καταστροφές δεν «ξορκίζεται» η οικονομική κρίση. 
Καθώς βρισκόμαστε στο σκοτεινό και δύσβατο τούνελ της παρατεταμένης κρίσης, το χειρότερο που μπορεί να μας συμβεί είναι να ξεσπάσουμε πάνω στον συρμό που αγκομαχώντας παλεύει να μας βγάλει στο επόμενο ξέφωτο.  Το μόνο που επιτυγχάνουμε με τέτοιες ενέργειες είναι να παρατείνουμε την καθήλωση, στην οποία μας οδήγησαν χρόνιες παθογένειες.  

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 17 Μαΐου 2011

Μόνον η Πολιτική μπορεί να δώσει λύσεις


«Λύση υπάρχει και είναι πολιτική», διεκήρυξε την περασμένη Κυριακή από το Διδυμότειχο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας. «Αρκεί να αρθούμε όλοι πάνω από τα μικρά και να προσηλωθούμε στα μεγάλα», πρόσθεσε ο πρώτος πολίτης της χώρας σε μια ακόμη εύστοχη παρέμβασή του στα δημόσια πράγματα. «Βρισκόμαστε», τόνισε, «στη μέση μιας δύσκολης διαδρομής. Το πρόβλημα μας είναι η διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και της κοινωνικής συνοχής».
Η ευστοχία της προεδρικής παρέμβασης έγκειται, κατά την άποψή μου, στο γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα έχει γίνει «του συρμού» μαζί με τους πολιτικούς που συλλήβδην στοχοποιούνται για τη δυσχερή οικονομική κατάσταση που βιώνουν η χώρα και αρκετοί συμπολίτες μας, φαίνεται να «παίρνει η μπάλα» και την ίδια την Πολιτική που τίθεται στο στόχαστρο με διάφορους τρόπους και από πολλές πλευρές.
Ακούς, αίφνης, το γλαφυρό σύνθημα «να καεί, να καεί, το μπ... η Βουλή», που κάποτε το εκστόμιζαν μόνον οι «αναρχοαυτόνομοι», να «λανσάρεται» από μέσα ενημέρωσης, αλλά και ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και να έχει... πέραση ακόμη και σε αστικά σαλόνια, όπου, κατά τεκμήριο, κατοικοεδρεύουν άνθρωποι που, στην πλειονότητά τους, συμμετείχαν στο μεγάλο «φαγοπότι» από τα δανεικά που γινόταν εδώ και κάποιες δεκαετίες στη χώρα.
Γιατί δεν πιστεύω ότι μπορεί κάποιος εχέφρων να υποστηρίξει βάσιμα ότι τα 500 τόσα δισεκατομμύρια ευρώ του συσσωρευμένου δημόσιου χρέους πήγαν στο σύνολό τους σε «μίζες» πολιτικών.
Ένα μέρος –μικρό σε κάθε περίπτωση- αυτού του υπέρογκου ποσού, μπορεί, πράγματι, να πήγε σε «τσέπες» υπουργών, διοικητών οργανισμών, στελεχών της διοίκησης, ή ακόμη και σε κομματικά ταμεία, φαινόμενο, αναντίρρητα κατακριτέο, το οποίο, όμως, –μην ξεχνάμε- έχει καταγραφεί και σε άλλες χώρες και ίσως αυτό που το κάνει να διαφέρει στην Ελλάδα είναι η αίσθηση της ατιμωρησίας που είχε επικρατήσει τα προηγούμενα χρόνια.
Κακά τα ψέματα, όμως, το μεγαλύτερο μέρος των βαρών του παρελθόντος, που μας κρατούν τώρα καθηλωμένους στην ύφεση και στην ανεργία, σπαταλήθηκαν σε «πελατειακές σχέσεις» και «βόλεμα ημετέρων», ενώ σίγουρα δεν θα είχαμε φθάσει εδώ που φθάσαμε αν όλοι οι Έλληνες πλήρωναν τους φόρους τους και κατέβαλαν τις εισφορές τους.
Οι αναμφίβολες ευθύνες για όλα αυτά, με τις οποίες βαρύνονται αρκετοί πολιτικοί ταγοί, οι οποίοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο άσκησαν εξουσία, δεν δικαιολογούν το κλίμα που τείνει να δημιουργηθεί στην κοινή γνώμη κατά της Πολιτικής και εκδηλώνεται είτε με ακραία συνθήματα του τύπου «να κρεμάσουμε και τους 300 της Βουλής», είτε με κηρύγματα υπέρ της αποχής και της ιδιώτευσης.
Δεν είναι μόνον που τους συγκεκριμένους πολιτικούς εμείς τους επιλέξαμε και την πλειονότητά τους, μάλιστα, όχι μόνον μια φορά. Ούτε που αν... «κρεμάγαμε» τους συγκεκριμένους «300», τίποτε δεν θα άλλαζε, καθώς θα επιλέγαμε κάποιους άλλους. Είναι, κυρίως, που από αρχαιοτάτων χρόνων δεν έχει εφευρεθεί πουθενά στον κόσμο άλλος τρόπος για να διευθετηθούν οι δημόσιες υποθέσεις, αλλά και να προστατευθούν τα ιδιωτικά συμφέροντα, κυρίως των αδυνάτων, πέρα από την Πολιτική.
Δεν είναι λίγοι, εξάλλου, εκείνοι που, δικαιολογημένα κατά τη δική μου προαίρεση, αποδίδουν την τρέχουσα διεθνή οικονομική κρίση στην υποχώρηση της Πολιτικής και στην ενδοτικότητα της παγκόσμιας πολιτικής τάξης έναντι της οικονομικής εξουσίας, η οποία πήρε τα σκήπτρα και επέβαλε την απορρύθμιση των αγορών κεφαλαίου και εργασίας, δίνοντας την πρωτοκαθεδρία στον αδηφάγο χρηματοπιστωτικό τομέα.
Γι΄ αυτό ας είμαστε, τουλάχιστον, δύσπιστοι έναντι όλων εκείνων που, γενικεύοντας την κριτική τους προς τους πολιτικούς, εξακοντίζουν τα βέλη τους κατά της Πολιτικής, επιχειρώντας να μας πείσουν ότι τάχατες υπάρχουν άλλες «σωτήριες» λύσεις. Πρόκειται κυρίως για κύκλους και πρόσωπα που αν κατέβαιναν στην πολιτική κονίστρα θα αποτύγχαναν και την σίγουρη αυτή αποτυχία τους την εμφανίζουν με αντι-πολιτικό μανδύα που παίρνει διάφορες μορφές: κυβέρνηση τεχνοκρατών, «οικουμενική» και άλλα τέτοια.
            Η κυβέρνηση για να εκπληρώνει το ρόλο της πρέπει να είναι πολιτική, όπως πολιτικές είναι και οι λύσεις των προβλημάτων. Αν, π.χ., δεν μας ικανοποιεί η σημερινή κυβέρνηση και οι λύσεις που αυτή προωθεί, θα έρθει η ώρα που θα την αλλάξουμε και την θέση της θα πάρει μια άλλη κυβέρνηση, εφόσον πείσει ότι διαθέτει ότι έχει πρόγραμμα που οδηγεί σε καλύτερες λύσεις για την κοινωνική ειρήνη και την κοινωνική συνοχή, που σωστά προέταξε στην παρούσα συγκυρία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

     *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 17.5.2011)