Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεσπρωτία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεσπρωτία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 17 Αυγούστου 2011

«Αύγουστε καλέ μου μήνα, νά ΄σουν δυο φορές το χρόνο…»

         O Αύγουστος υπήρξε ανέκαθεν ο μήνας της ανάπαυλας. Πολύ πριν ο σύγχρονος τρόπος ζωής «επιβάλει» την ανάγκη του παραθερισμού, των διακοπών και της θερινής άδειας, η φύση και για την ακρίβεια ο κύκλος της παραδοσιακής αγροτικής οικονομίας, με τον θερισμό και το αλώνισμα που είχαν τελειώσει και τη νέα σπορά που έπρεπε να περιμένει τα πρωτοβρόχια, είχε καθιερώσει τον Αύγουστο ως τον μήνα της ξεκούρασης και του γλεντιού.
        Έτσι έφτασε ως τις μέρες μας η παροιμία «Αύγουστε, καλέ μου μήνα, νά ΄σουν δυο φορές το χρόνο» που εκφράζει και σήμερα τη διάθεση που δημιουργεί στους περισσότερους εξ ημών, αφενός, η προσωρινή αποχή από τη ρουτίνα της καθημερινότητας, την ίδια ώρα που, αφετέρου, ξαναζωντανεύουν τα έρημα χωριά μας και, κυρίως, τονώνεται η τουριστική «βιομηχανία» που, χωρίς αυτήν, οι ελπίδες για έξοδο από την οικονομική κρίση θα ήταν πολύ λιγότερες.
        Σε πείσμα, πάντως, της κρίσης, με χαρά διαπίστωνε κανείς αυτές τις μέρες, ότι πολύς κόσμος «βγήκε από το καβούκι του» και ξέδωσε, συμμετέχοντας σε κάθε είδους εκδηλώσεις: από ξένοιαστο «αραλίκι» στις παραλίες μας, που, παρότι δεν ήταν στην καλύτερη δυνατή κατάσταση, έσφυζαν από ζωή, παραδοσιακά πανηγύρια και ανταμώματα, έως river parties και συναυλίες.
        Ο δεύτερος, ουσιαστικά, χρόνος λειτουργίας της Εγνατίας Οδού, που, ευτυχώς, ακόμη είναι χωρίς διόδια, έφερε και πάλι αυξημένη τουριστική κίνηση από την Βόρεια Ελλάδα στα παράλια της Θεσπρωτίας. Κίνηση που θα ήταν πολύ μεγαλύτερη, ακόμη και για την ενδοχώρα του νομού, αν είχε ήδη «ανοίξει» το, πιο σημαντικό για μας, «μέτωπο» προς το Νότο, με την ολοκλήρωση τόσο της Ιόνιας Οδού που, δυστυχώς, παραμένει «παγωμένη», όσο και της Αθηνών – Πατρών που προχωράει με ρυθμούς «χελώνας».
        Δεν είναι, όμως, μόνον τα συγκεκριμένα υπερτοπικά μεγάλα έργα, που κρατούν καθηλωμένο τον μικρό μας τόπο, είναι και τα δικά μας τοπικά, με σημαντικότερα την παράκαμψη της Ηγουμενίτσας και τη σύνδεση με το μεθοριακό σταθμό στο Μαυρομάτι, που όσο μένουν στα χαρτιά τόσο θα δυσκολεύεται η ζωή όλων, ντόπιων και επισκεπτών, τουριστών και επιχειρηματιών της περιοχής.
        Τα επισημαίνω όλα αυτά όχι για λόγους μεμψιμοιρίας, ούτε για να χαλάσω την αυγουστιάτικη γιορτινή διάθεση, γκρινιάζοντας γι΄ αυτά που έπρεπε να γίνουν και δεν έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και για την συνεχιζόμενη, ασυγχώρητη ως ένα μεγάλο βαθμό, καθυστέρηση που παρατηρείται
Αν αναφέρομαι σε αυτά, είναι κυρίως επειδή είμαι πεπεισμένος πως μόνον με την άμεση και ταχύτατη προώθηση των μεγάλων αυτών έργων, όσων τουλάχιστον από αυτά είναι «ώριμα», θα σπάσει ο φαύλος κύκλος της ύφεσης και της ανεργίας που αποτελεί την επιτομή της κρίσης της ελληνικής οικονομίας.
        Μπορεί οι περισσότεροι γύρω μας, μισθωτοί και συνταξιούχοι, να διαμαρτύρονται για τις περικοπές που υπέστησαν, προσωπικά δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω ότι το άγριο πρόσωπο της οικονομικής κρίσης είναι εκείνο που βλέπουν οι εκατοντάδες χιλιάδες άνεργοι, ο αριθμός των οποίων αυξάνεται δραματικά από μήνα σε μήνα και η τάση που διαμορφώνεται προοιωνίζεται ένα δύσκολο φθινόπωρο και έναν ακόμη δυσκολότερο χειμώνα.
Χωρίς, λοιπόν, ουσιαστικά μέτρα για την ανάσχεση της ανεργίας, στόχος που μπορεί να επιτευχθεί με ένα συνεκτικό σχέδιο δημιουργίας θέσεων εργασίας, δεν πρόκειται να ξεπεραστεί η κρίση που αντιμετωπίζουμε και η οποία, όπως επανειλημμένως σημειώνω από τούτη τη στήλη, δεν είναι μόνον οικονομική, είναι πρωτίστως κοινωνική.
Όταν ο μη ενεργός πληθυσμός της χώρας είναι μεγαλύτερος από τον ενεργό και όταν σε λίγο, με το τέλος της τουριστικής σεζόν, ο αριθμός των ανέργων θα «σπάσει» το «ψυχολογικό» όριο του ενός εκατομμυρίου, όποιες –αναγκαίες, κατά τ΄ άλλα- αλλαγές και μεταρρυθμίσεις και να προωθήσει η κυβέρνηση, θα έχει χάσει το μεγάλο παιχνίδι που δεν είναι άλλο από τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.
Και δεν χρειάζεται κανείς να είναι κοινωνιολόγος για να αντιληφθεί ότι η κοινωνική συνοχή είναι όρος απαραίτητος για την πρόοδο και την ανάπτυξη της κοινωνίας.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Οι τοπάρχες, πρωταγωνιστές στην υποθήκευση του μέλλοντος

          Η ιστορία με τους δύο Δήμους της Αττικής (Αχαρνών και Ζωγράφου) που είχαν συνάψει, χωρίς να τηρήσουν τις νόμιμες προϋποθέσεις, δάνεια από το εξωτερικό,που αποκαλύφθηκαν τώρα, καθώς, εξαιτίας της θεσμικής αδυναμίας να αποπληρωθούν, παρά λίγο να τορπιλιστεί η εκταμίευση της πέμπτης δόσης του δανεισμού του ελληνικού δημοσίου από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, είναι, νομίζω, άκρως αποκαλυπτική για το τι συνέβαινε όλα τα προηγούμενα χρόνια σε αυτή τη χώρα.
Ταυτοχρόνως, όμως, είναι και απολύτως επεξηγηματική για το πώς φθάσαμε στη δυσχερή θέση να απαιτείται να εκποιήσουμε τα «ασημικά» για να ξεπληρώσουμε το δυσθεώρητο χρέος που επισωρεύτηκε στις πλάτες των επόμενων γενιών, με αποφάσεις στις οποίες τον πρωταγωνιστικό ρόλο δεν είχαν, τις περισσότερες φορές, οι «300» της Βουλής, οι οποίοι έχουν γίνει, συλλήβδην, ο «σάκος του μποξ» για την -δικαιολογημένη, ως ένα βαθμό- κοινωνική οργή και αγανάκτηση.

Το φαινόμενο της υπερχρέωσης, που έχει υποθηκεύσει το μέλλον μας για πολλά-πολλά χρόνια, δεν αποτελεί, δυστυχώς, «προνόμιο» του κεντρικού Κράτους, αλλά επεκτείνεται από άκρου εις άκρον της χώρας, καθώς οι τοπάρχες των Αχαρνών και του Ζωγράφου -που, μην έχετε αμφιβολία, ανήκαν σε διαφορετικά κόμματα- δεν αποτελούν την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα στην άφρονα οικονομική διαχείριση, που άσκησε η μεγάλη πλειονότητα των δημάρχων και νομαρχών, ανεξαρτήτως πολιτικής απόχρωσης.

Τα «χαΐρια» των δικών μας Δήμων εδώ στη Θεσπρωτία είναι γνωστά, τα ξέρουμε και τα μαθαίνουμε με όσα εξακολουθούν να αποκαλύπτονται, ενώ και στο επίπεδο της Περιφέρειας Ηπείρου, όπως ξανάγραψε η στήλη, όταν πριν από λίγους μήνες ψηφίστηκε ο προϋπολογισμός για του 2011, η κατάσταση είναι ίδια και χειρότερη.

Μπήκαμε στον έβδομο μήνα αφότου ανέλαβε η νέα διοίκηση της Περιφέρειας και ακόμη δεν έχει αποσαφηνιστεί ποιο είναι το ακριβές ύψος των οφειλών που κληροδότησαν στο νέο θεσμό οι τέσσερις πρώην νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις Ιωαννίνων, Άρτας, Πρέβεζας και Θεσπρωτίας.

Στην τελευταία συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου, που συνήλθε στις 4 Ιουλίου, ήρθε -επιτέλους!- ως θέμα ο προγραμματισμός των έργων της Περιφέρειας και, έτσι, πήραμε μια «γεύση» από το εύρος του «ανοίγματος», που σε τάξη μεγέθους είναι δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, από τις απλήρωτες οφειλές που αφορούν έργα, τα οποία, σε αρκετές περιπτώσεις, έχουν ολοκληρωθεί από ετών.

Το διαπίστωσα έκπληκτος όταν είδα να περιλαμβάνεται στον κατάλογο ένα -αρκούντως υπερκοστολογημένο- μικροέργο στο χωριό μου, υπό τον τίτλο «αποπεράτωση δρόμου Τσατσουλέικα - Κοκκινιά και των σχετικών παρακαμπτηρίων», που δεν ξεπερνά τα 300 με 400 μέτρα ασφάλτου και χρεώθηκε με 110 χιλιάδες ευρώ. Το έργο είναι έτοιμο εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια, αλλά, κατά τα φαινόμενα, δεν αποπληρώθηκε ακόμη και, έτσι, ένα υπόλοιπο 22 χιλιάδων ευρώ που οφείλονται στον εργολάβο, κληροδοτήθηκε στην Περιφέρεια.

Ενδεικτικά και μόνο για την Περιφερειακή Ενότητα Θεσπρωτίας, από τα 99 έργα που εμφανίζονται στον κατάλογο, τα 76 -και τα πλέον δαπανηρά εξ αυτών- είναι παλαιοτέρων ετών, για τα οποία έχει καταβληθεί στους εργολήπτες σχεδόν το ήμισυ των συμβατικών τιμημάτων, με ό,τι σημαίνει αυτό το «φέσι» για την αγορά, αλλά και με ό,τι υποκρύπτει το γεγονός ότι αρκετά από τα έργα ξεκίνησαν εν μέσω της τελευταίας προεκλογικής περιόδου.

Η σκληρή μάχη που δώσαμε στο Συμβούλιο, ως μείζων αντιπολίτευση, μπορεί να μην απέφερε το επιδιωκόμενο, που ήταν να πληροφορηθούμε το ύψος των συνολικών οφειλών της Περιφέρειας, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι η Θεσπρωτία είναι το 1/7 της Ηπείρου, υπήρξε, ωστόσο, αποδοτική, καθώς απεκάλυψε τις προθέσεις του τέως νομάρχη Ιωαννίνων και νυν περιφερειάρχη Ηπείρου Αλέκου Καχριμάνη.

Ο κ. Καχριμάνης, αμυνόμενος, εξακόντισε τα βέλη του κατά της αντιπολίτευσης στην τέως Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων, επειδή δεν συνηγόρησε στη σύναψη δανείου που σχεδίαζε κατά την προγηγούμενη αυτοδιοικητική περίοδο. Βέβαια, όπως προέκυψε από τη συζήτηση, ο πραγματικός λόγος που δεν έλαβε το δάνειο, που ήθελε να συνάψει ως νομάρχης, ήταν επειδή ο νόμος, τότε, δεν επέτρεπε δανειοδότηση για χρηματοδότηση παρελθόντων έργων. Έργα, τα οποία είχε σπεύσει ο ίδιος να δρομολογήσει, με προφορικές δεσμεύσεις της τότε κυβέρνησης Καραμανλή και ειδικότερα του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Γιώργου Σουφλιά για πρόσθετη χρηματοδότηση, που αποδείχθηκαν «έπεα πτερόεντα».

Ο περιφερειάρχης μάς προϊδέασε ότι αυτό που δεν μπόρεσε να κάνει τότε, επειδή το απαγόρευε ο Κώδικας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, θα επιδιώξει να το κάνει τώρα που η νομοθεσία δεν είναι περιοριστική, συνάπτοντας δάνειο για την αποπληρωμή των παλαιών οφειλών. Ελπίζουμε να μην το κάνει όπως ο... δήμαρχος Ζωγράφου και θα είμαστε εκεί για να τον ελέγξουμε.


*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 10 Μαΐου 2011

Ο Αλέκος, ο Μέτο(ς) και ο… αιώνιος Μπερίσα

             Την ευκαιρία να αναφερθώ σε ένα εξαιρετικό βιβλίο για τις ελληνοαλβανικές σχέσεις στην μετα-Χότζα εποχή, μου έδωσαν οι δημοτικές εκλογές που διεξήχθησαν την περασμένη Κυριακή στη γειτονική Αλβανία. «Στον αστερισμό του εθνικισμού», είναι ο τίτλος του  και το υπογράφει ο συντοπίτης μας –από τον Αυλότοπο Σουλίου- διακεκριμένος δημοσιογράφος Σταύρος Τζίμας, ο οποίος παρέχει στον αναγνώστη ανεκτίμητα εργαλεία για να κατανοήσει το πολιτικό παιχνίδι που παίζεται στη γείτονα με την πολιτική ένταση, ανάμεσα στις κυρίαρχες κομματικές δυνάμεις των Τιράνων, όπως και να βρει εξηγήσεις για τη διασπασμένη ελληνική μειονότητα. 
          Το βιβλίο είναι η «προσωπική μαρτυρία του συγγραφέα για τα δραματικά γεγονότα στη μετακομμουνιστική Αλβανία», «ένα εκτενές ρεπορτάζ του αυτόπτη δημοσιογράφου», όπως γράφει ο ίδιος στον πρόλογο, «ένα διαχρονικό οδοιπορικό στο οποίο καταθέτει όσα έζησε επί τόπου, όσα πληροφορήθηκε στα παρασκήνια και όλα αυτά που του αφηγήθηκαν οι πρωταγωνιστές» μιας περιόδου μεστής από εξελίξεις στην ταραγμένη βαλκανική γειτονιά μας.
          Στις σελίδες του βιβλίου, που διαβάζεται και ως πολιτικό θρίλερ, καταγράφονται η επόμενη μέρα της πτώσης του Χότζα, η επικίνδυνη ένταση στις ελληνοαλβανικές σχέσεις την περίοδο 1993-1995, η κατάρρευση της Αλβανίας, το 1997, και οι διώξεις εις βάρος της ελληνικής μειονότητας.
Αποκαλύπτονται, επίσης, τα παρασκήνια αλυτρωτικών σχεδίων και συνωμοτικών δράσεων για τη Βόρειο Ήπειρο από εθνικιστικούς κύκλους στην Ελλάδα και μυστικές υπηρεσίες, ένθεν κακείθεν των συνόρων. Όπως και το μεγάλο «φαγοπότι» στο οποίο επιδόθηκαν ορισμένοι υπερπατριώτες, μέσω των μυστικών κονδυλίων του υπουργείου Εξωτερικών και της ΕΥΠ, αλλά και με την «ανθρωπιστική» βοήθεια του αλήστου μνήμης Ιδρύματος Παλιννοστούντων.
          Ο Σταύρος Τζίμας φέρνει στο φως ενδιαφέροντα στοιχεία για το ρόλο που διαδραμάτισαν στο προσκήνιο και το παρασκήνιο διάφορα πρόσωπα στη διαμόρφωση της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης στην Αλβανία, αλλά και στις σχέσεις της με την Ελλάδα: Από τον μακαριστό μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανό και τον –ακόμα ενεργό, όπως επιμένουν δημοσιογραφικές εκτιμήσεις- συντοπίτη μας, επίσης, Νίκολας Γκέητζ (Γκατζογιάννη) έως τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τον Αντώνη Σαμαρά που ήταν στην εξουσία όταν κατέρρευσε το τελευταίο περίκλειστο καθεστώς της Ευρώπης.
          Εδώ θέλω να προσθέσω την προσωπική μου μαρτυρία για την «ψυχρολουσία» που επεφύλαξε το καθεστώς Ραμίζ Αλία στους κκ. Μητσοτάκη και Σαμαρά, όταν, τον Ιανουάριο του 1991, επισκεπτόμενοι τα Τίρανα, ως πρωθυπουργός ο ένας και ως υπουργός Εξωτερικών ο άλλος, τέθηκε για πρώτη φορά επισήμως «θέμα Τσάμηδων». Η αντίδρασή τους ήταν να επιχειρήσουν να βγάλουν… «παράφρονες» τους Έλληνες δημοσιογράφους που τους συνοδεύαμε, ισχυριζόμενοι ότι ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης των Τιράνων που μας είχε ενημερώσει για την ανακίνηση του ζητήματος στις επίσημες συνομιλίες, δεν ήταν αυτό που εμείς... νομίζαμε!
          Από τις πολλές αποκαλύψεις του βιβλίου, βρήκα ως πλέον ενδιαφέρουσα την περιγραφή του παρασκηνίου που εκτυλίχθηκε εδώ στα μέρη μας και αφορά τις προσπάθειες της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου να βρεθεί λύση στο περίπλοκο κουβάρι των σχέσεων που είχε δημιουργηθεί το 1994 μετά τη δολοφονία Αλβανών στρατιωτικών στο αλβανικό φυλάκιο της Επισκοπής και τις διώξεις που ακολούθησαν κατά στελεχών της ελληνικής μειονοτικής οργάνωσης «Ομόνοια».
          «Με πρωτοβουλία και έγκριση του Ανδρέα Παπανδρέου, ο τότε υπουργός Οικονομικών και άριστος γνώστης των ελληνοαλβανικών Αλέκος Παπαδόπουλος, προσέγγισε έναν Ελληνοαμερικανό, Τσάμη, από τους Φιλιάτες Θεσπρωτίας, ονόματι Λάγια», γράφει ο Σταύρος Τζίμας.
Επισημαίνει ότι «ο Λάγια δεν ήταν τυχαίος» και δίνοντας το προφίλ του αναφέρει ότι υπήρξε «πράκτορας της αμερικανικής DEA στον πόλεμο του Βιετνάμ και με πολλά λεφτά, διατηρούσε σχέσεις με τον Μπερίσα, η γυναίκα του ήταν Ελληνίδα και ο ίδιος κατείχε και ελληνικό διαβατήριο». Να προσθέσω εδώ ότι πρόκειται για τον ιδρυτή των Κλωστηρίων Φιλιατών (και, όπως έγραψα προ εβδομάδων στη στήλη, την πρώτη Jaguar που κυκλοφόρησε στους λασπωμένους δρόμους του Φιλιατιού τη δεκαετία του 70, την οδηγούσε ο «Μέτος», όπως τον έλεγαν οι ντόπιοι).
Οι επαφές των δύο… Θεσπρωτών δεν έφεραν αποτέλεσμα, παρά το ότι, όπως αποκαλύπτεται στο βιβλίο, «ο Αλέκος Παπαδόπουλος και ο Λάγια συναντήθηκαν δυο φορές μυστικά στο κότερο του τελευταίου, τη μια στις Γούβες της Κέρκυρας και την άλλη στα Σύβοτα Θεσπρωτίας». Και αυτό γιατί ο Μπερίσα, ο οποίος –μη ξεχνάμε- πρωταγωνιστεί ακόμη στην πολιτική κονίστρα της γείτονος, «ήταν αμετάπειστος, δεν ήθελε να αφήσει την ευκαιρία να εκθέσει την Ελλάδα ως αποσταθεροποιητικό παράγοντα της περιοχής».
Το περιστατικό αυτό, όπως και πολλά άλλα άγνωστα στην ευρεία κοινή γνώμη, που έρχονται στο φως μέσα από το βιβλίο του Σταύρου Τζίμα (το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Επίκεντρο» της Θεσσαλονίκης, όπου δραστηριοποιείται επαγγελματικά και με επιτυχία ο συγγραφέας), είναι νομίζω άκρως διδακτικά για όλους όσοι αντιμετωπίζουν τις διακρατικές σχέσεις χωρίς τους παραμορφωτικούς φακούς της εθνικιστικής παραφιλολογίας.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 10.5.2011)

Τρίτη 5 Απριλίου 2011

Χρέη, χρέη και πάλι χρέη!

Η Περιφερειακή Ενότητα Θεσπρωτίας, όπως αποκαλείται πλέον ο νομός μας, είναι η μικρότερη της Ηπείρου, αφού αντιπροσωπεύει πληθυσμιακά περίπου το 1/7 της συνολικής Περιφέρειας. Θα περίμενε, ως εκ τούτου, κανείς να είναι η πιο «νοικοκυρεμένη» ή, τέλος πάντων, να έχει μπει, λόγω μεγέθους, τάξη πιο γρήγορα στα οικονομικά της στοιχεία. Συμβαίνει, δυστυχώς, το ακριβώς αντίθετο.
Στην απογραφή και στον –ο… Θεός να τον κάνει!-  προϋπολογισμό που συζήτησε και ενέκρινε την περασμένη εβδομάδα το Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου, η Θεσπρωτία είχε τις χειρότερες επιδόσεις σχεδόν σε όλους τους τομείς. Ήταν, για να καταλάβετε, η μόνη που δεν κατάφερε να καταγράψει τα ακίνητά της και στο σχετικό πίνακα της απογραφής, ενώ για τους μεγαλύτερους νομούς: Ιωαννίνων, Άρτας και Πρέβεζας, υπήρχε συνημμένη κατάσταση με την ακίνητη περιουσία που «κληρονόμησαν» οι Περιφερειακές Ενότητες από τις πρώην Νομαρχίες, για τη Θεσπρωτία αναφερόταν: «εκκρεμούν οι απαντήσεις από υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία»!
Θα μου πείτε «έσταξε η ουρά του γαϊδάρου που δεν ξέρουμε πόσα ακίνητα έχει η Π.Ε. Θεσπρωτίας και βρήκες θέμα να κάνεις… αντιπολίτευση»; Σίγουρα όχι, είναι η απάντησή μου. Αλλά δεν μπορώ να καταπιώ τόσο εύκολα τις τραγελαφικές καταστάσεις που μαρτυρεί (και) το γεγονός ότι φθάσαμε στον Απρίλιο και οι ιθύνοντες δεν κατάφεραν ακόμη να μάθουν τη διαθέσιμη ακίνητη περιουσία, η οποία, όπως και να το κάνεις, δεν είναι δα και... μυθική.
Αν το επισημαίνω εξ αρχής, είναι γιατί αναρωτιέμαι τι θα γίνει με τα πολύ πιο σοβαρά ζητήματα που έχουμε μπροστά μας, με πρώτο και σημαντικότερο τα υπέρογκα χρέη, τα οποία είναι καταγεγραμμένα στον ίδιο πίνακα απογραφής που κατατέθηκε στο Περιφερειακό Συμβούλιο, στο πλαίσιο της υποχρέωσης του σχεδίου «Καλλικράτης», το οποίο, με τους μηχανισμούς ελέγχου που προβλέπει, συμβάλει –αν μη τι άλλο- στην, έστω αργή, προσγείωση στην οικονομική πραγματικότητα. 
Η Θεσπρωτία, για παράδειγμα, εμφανίζεται να είναι «πρωταθλήτρια» όλης της Ηπείρου στις «ανεξόφλητες οφειλές για τις οποίες έχουν εκδοθεί παραστατικά» με το ποσό των 3.284.745,02 ευρώ, όταν στο σύνολο της Περιφέρειας το αντίστοιχο ποσό των οφειλών είναι 7.263.382,02 ευρώ. Μιλάμε για χρήματα, τα οποία πρέπει να δοθούν άμεσα, καθώς οι προμηθευτές και οι κατασκευαστές τα έχουν ολοκληρώσει, έχουν πληρώσει τον αναλογούντα ΦΠΑ και κινδυνεύουν να καταστραφούν οικονομικά από την παράταση της εκκρεμότητας.
Αν στα πιο πάνω –που, ελπίζουμε, να είναι με ακρίβεια αποτυπωμένα- προσθέσουμε δύο ακόμη ποσά, όπως την οφειλή 2.770.358,37 ευρώ προς τη Δ.Ο.Υ. από «επιβολή δημοσιονομικής διόρθωσης για το έργο του τουριστικού καταφυγίου Συβότων», καθώς και το ποσό των 11.602.502,16 ευρώ από «έργα που είναι σε εξέλιξη», τότε τα συνολικά καταγεγραμμένα χρέη της Π.Ε. Θεσπρωτίας προσεγγίζουν το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 18 εκατ. ευρώ!
Με αυτά τα δεδομένα, όπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, θα περάσουν πολλά χρόνια για να απαλλαγούμε από τα συσσωρευμένα χρέη που μας κληρονόμησε η σπατάλη και η κακοδιαχείριση του παρελθόντος, όταν τα έργα δίνονταν και εκτελούνταν… διά λόγου και ήταν συνήθως πολλαπλάσια από τους διαθέσιμους πόρους, μιας και γνώμονας για την ανάθεση ήταν οι «πελατειακές» ανάγκες.
Τώρα που ήρθε η ώρα του λογαριασμού, το αποτέλεσμα δεν είναι άλλο από την πλήρη αδυναμία σχεδιασμού νέων έργων στο νομό μας, ενώ ακόμη  και η επίκληση της… περιφερειακής αλληλεγγύης δεν μπορεί να αλλάξει την δυσοίωνη αυτή προοπτική, καθώς και στους υπόλοιπους νομούς της Ηπείρου –αλλού λιγότερο και αλλού περισσότερο- η εικόνα είναι αντίστοιχη: χρέη, χρέη και πάλι χρέη!
Ο προϋπολογισμός της Περιφέρειας, άλλωστε, που δεν παρά ένα πρόχειρο άθροισμα των οικονομικών στοιχείων από τις τέσσερεις παλαιές Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, δεν περιλαμβάνει ούτε ένα καινούργιο αναπτυξιακό έργο –τοπικό ή διαπεριφερειακό- σε όλη την Ήπειρο, αφού οι πιστώσεις του δεν αρκούν καλά- καλά για την πληρωμή των ανελαστικών λειτουργικών δαπανών (μισθοί προσωπικού, ενοίκια, κ.λ.π.), πόσω μάλλον για την αποπληρωμή του συνόλου των ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Γι΄ αυτό ίσως θα είχε μεγαλύτερη αξία οι πολίτες της Ηπείρου να είχαν τη δυνατότητα να ακούσουν, περισσότερο από τις απόψεις που εκφράσαμε εμείς από τη μειοψηφία, τις αμήχανες τοποθετήσεις της πλειοψηφίας του Περιφερειακού Συμβουλίου, οι εκπρόσωποι της οποίας επιδόθηκαν σε παραπολιτικού ύφους σχόλια κατά του… κακού Κράτους που δεν δίνει χρήματα, εξαιτίας της ακόμη πιο… κακής τρόικας και του… χείριστου μνημονίου.
Νόμιζαν, προφανώς, πως έτσι θα αποκρυβεί το γεγονός ότι -με τρόικα ή χωρίς τρόικα- το μέλλον του νομού μας, όπως και ολόκληρης της Ηπείρου, είναι εξίσου, αν όχι και περισσότερο, υποθηκευμένο με το μέλλον του υπερχρεωμένου ελληνικού δημοσίου.

            *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 5.4.2011)

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

Για τους μετανάστες της Ηγουμενίτσας*


Έχω την αίσθηση ότι αν μπορούσε η ευρεία κοινωνία της Ηπείρου να παρακολουθήσει τη σημερινή –συνέχεια ουσιαστικά της εναρκτήριας- συνεδρίαση του Συμβουλίου μας, θα ένοιωθε απογοήτευση και θλίψη για το ξεκίνημά μας.
Και τα αισθήματα αυτά που –τουλάχιστον εμένα προσωπικά- με διακατείχαν από την αρχή της προηγούμενης συνεδρίασης μας, έγιναν πιο έντονα εξαιτίας της εισήγησης που μόλις ακούσαμε, όχι μόνο από το ύφος της, όσο κυρίως από το περιεχόμενό της.
Γιατί μπορεί, κύριε Πρόεδρε, ως θεσμός να είμαστε νέος, αλλά ο εισηγητής που μόλις ακούσαμε, ο κ. Πιτούλης, δεν είναι καθόλου νέος, όχι στην ηλικία -σε αυτήν φαίνεται νεότατος-, αλλά στη θητεία στα δημόσια πράγματα.
Οκτώ χρόνια δήμαρχος υπήρξε στην Ηγουμενίτσα και θα περίμενε κανείς μια πιο εμπεριστατωμένη μελέτη και παρουσίαση του σοβαρού αυτού προβλήματος που, όπως μόλις μας είπε, ταυτίζεται χρονικά με τη θητεία του. Και κυρίως θα περίμενε κανείς να ξεπερνούσε τις –όποιου επιπέδου- γενικόλογες διαπιστώσεις και ως γνώστης να μας πρότεινε εφικτές λύσεις. Δυστυχώς, όμως, δεν ακούσαμε την παραμικρή πρόταση. Πόσω μάλλον κάτι σχετικό με την ανάληψη δράσης!
Το ζήτημα, βεβαίως, δεν είναι προσωπικό του κ. Πιτούλη. Είναι βαθύτατα πολιτικό και, μετά τις δύο πολύωρες συνεδριάσεις μας, έχω, πλέον, την πεποίθηση ότι άπτεται συνολικά του τρόπου με τον οποίο προσεγγίζει η διοίκηση της Περιφέρειας τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ήπειρος.
Από την ημερήσια διάταξη, άλλωστε, της σημερινής συνεδρίασης «εξαφανίστηκε» η συζήτηση για τη λειτουργία της Κοινωνικής Επιτροπής που ήταν επόμενο στην προηγούμενη ατζέντα μας, υπό τη μορφή ενός πρωθύστερου σχήματος, το οποίο παραμένει.
Καλούμαστε, δηλαδή σήμερα να κάνουμε αυτό που λένε για το κάρο που μπαίνει πριν από το άλογο. Πως αλλιώς, αλήθεια να εξηγηθεί το γεγονός ότι καλούμαστε να συζητήσουμε πρώτα για ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή μας, προτού να συζητήσουμε για τη λειτουργία της Κοινωνικής Επιτροπής και να αποφασίσουμε για τη συγκρότησή της, όπως, καθ΄ ά γνωρίζω, έχει γίνει στις άλλες Περιφέρειες;

Τα λέω όλα αυτά, χωρίς, πιστέψτε με, την παραμικρή αντιπολιτευτική διάθεση, αλλά με γνώμονα ότι εμείς ως παράταξη πιστεύουμε σε μια Περιφέρεια που δεν αναζητεί άλλοθι στην απραξία και στην αδράνεια, αλλά, αντιθέτως, μέσα από τη λειτουργία των Επιτροπών και της Ολομέλειας, όπως και από την καθημερινή συγκροτημένη λειτουργία των αρμοδίων υπηρεσιών, αντιμετωπίζει τα προβλήματα και δεν περιορίζεται σε διαπιστώσεις καταστάσεων και απλές διεκπεραιώσεις υποθέσεων.
Και στο προκείμενο πρόβλημα του συνωστισμού των μεταναστών πέριξ του λιμανιού της Ηγουμενίτσας –που η παράταξη μας με ανακοίνωσή της ζήτησε να συζητηθεί στο Συμβούλιο μας και το οποίο, νομίζω, όλοι μας, λίγο ως πολύ, γνωρίζουμε και ξέρουμε τις διαστάσεις του, γι΄ αυτό δεν θα επεκταθώ σε περιττές περιγραφές- πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο ρόλος της Κοινωνικής Επιτροπής είναι κομβικός.

Εν τάχει και για να μην κουράσω το Σώμα θέλω να κλείσω την παρέμβασή μου με τα βασικά σημεία της πρότασής μας που είναι η άμεση σύσταση της Κοινωνικής Επιτροπής, η οποία πρέπει το γρηγορότερο δυνατόν να αναλάβει δράση, κινητοποιώντας όλες τις δυνάμεις που εμπλέκονται στο οξύ μεταναστευτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ηγουμενίτσα, στην οποία δεν είναι υπερβολή να υπογραμμίσει κανείς ότι απειλείται η κοινωνική συνοχή της πόλης και επηρεάζεται αρνητικά η οικονομική ζωή της ευρύτερης περιοχής.

Στο γενικό αυτό πλαίσιο αυτό, προτείνουμε, λοιπόν, ειδικότερα τα εξής:
*Κατ΄ αρχήν, οι κοινωνικές υπηρεσίες και οι υγειονομικές μονάδες της Περιφέρειας μας, όπως και οι εθελοντικές οργανώσεις αρωγής, μη κυβερνητικές οργανώσεις, της Εκκλησίας ή και άλλες, είναι ανάγκη να συντονίζονται από την Κοινωνική Επιτροπή, η οποία καλείται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανακούφιση τόσο των ίδιων των μεταναστών που ζουν υπό συνθήκες που προσβάλουν τις αξίες του ανθρώπινου πολιτισμού, όσο και των περιοίκων που βιώνουν αισθήματα έντονης ανασφάλειας. Και με αυτή την ευκαιρία πρέπει να χαιρετίσουμε τις πρωτοβουλίες του Δήμου Ηγουμενίτσας, για τις οποίες, δυστυχώς, δεν μπορούσε να είναι σήμερα εδώ για να τις αναπτύξει ο δήμαρχος Γιώργος Κάτσινος που έμεινε ματαίως πέντε ώρες στην προηγούμενη συνεδρίαση, αλλά δεν συζητήθηκε το θέμα. Εμείς εξαίρουμε τη στάση του και στηρίζουμε τις πρωτοβουλίες, διότι είναι η πρώτη φορά που κάποια αρχή της περιοχής μας ασχολείται επιτέλους με το μείζον αυτό ζήτημα και γι΄ αυτό ως παράταξη ήμασταν παρόντες στη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου     
*Παράλληλα, η δεύτερη επιμέρους πρότασή μας είναι ότι η Κοινωνική Επιτροπή απαιτείται να βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τις αστυνομικές και λιμενικές υπηρεσίες, όπως και με τους υπευθύνους του Οργανισμού Λιμένος Ηγουμενίτσας, προκειμένου να βρεθεί τρόπος να προπαγανδιστεί αποτελεσματικά η αδυναμία διαφυγής από την Ηγουμενίτσα που –όπως λένε ειδικότεροι από μένα- είναι ο μόνος αποτρεπτικός παράγοντας για τη συγκέντρωσή τους στις παρυφές της πόλης.   
*Επίσης, η Περιφέρεια Ηπείρου, μέσω κυρίως της Κοινωνικής Επιτροπής, αλλά όχι μόνον, πρέπει να προετοιμαστεί άμεσα και να πιέσει προς κάθε κατεύθυνση για την έγκαιρη ενεργοποίηση του νόμου που ψηφίστηκε τις προηγούμενες εβδομάδες από τη Βουλή. Ο νόμος αυτός, μεταξύ άλλων, προβλέπει τη δημιουργία Περιφερειακών Επιτροπών Ασύλου, μια από τις οποίες θα λειτουργήσει εδώ στην έδρα μας, όπως και Κέντρων Υποδοχής, για τα οποία θα πρέπει να έχει άποψη η Περιφέρεια και να υποδείξει –εφόσον θεωρηθεί αναγκαίο- άμεσα κατάλληλους χώρους.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Αν θέλουμε να δικαιώσουμε το ρόλο μας, το μόνο που δεν μπορούμε να κάνουμε είναι να μένουμε θεατές των εξελίξεων. Κι εμείς που οραματιζόμαστε την Ήπειρο, Τόπο Να Ζούμε, δεν το επιτρέπουμε στους εαυτούς μας.

       *Εισήγηση στη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου στις 9 Φεβρουαρίου 2011.

Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2011

Ο αγωγός και «τα κοντά ποδάρια»

            Ανάμεικτα συναισθήματα με διακατείχαν, καθώς παρακολουθούσα την περασμένη Τρίτη τη συζήτηση στην Επιτροπή της Βουλής για τον ελληνοϊταλικό αγωγό φυσικού αερίου που θα διέλθει από τη Θεσπρωτία. Ακούγοντας τις τοποθετήσεις του αρμόδιου υφυπουργού Ενέργειας Γ. Μανιάτη, των υπηρεσιακών παραγόντων της ΔΕΠΑ, των τοπικών μας «αρχόντων» –του περιφερειάρχη Ηπείρου Αλ. Καχριμάνη και του δημάρχου Ηγουμενίτσας Γ. Κάτσινου-, όπως και των βουλευτών που ζήτησαν το λόγο, το αίσθημα της δικαίωσης εναλλασσόταν με εκείνο της απογοήτευσης. 
Εκείνο, ωστόσο, που βάρυνε περισσότερο στις σκέψεις μου ήταν η επιβεβαίωση ενός από τους βασικούς κανόνες της πολιτικής που θέλει τα προεκλογικά ψέματα να έχουν «κοντά ποδάρια». Έβλεπα να καταρρέουν ενώπιόν μου τα «ψεύτικα, τα λόγια τα μεγάλα» και να επέρχεται το σύνηθες μετεκλογικό αποτέλεσμα που ό,τι λέει κανείς να το βρίσκει μπροστά του και, συνάμα, να γίνεται καταγέλαστος στα μάτια των συμπολιτών του. Όπως ακριβώς, δηλαδή, συμβαίνει τώρα με όλους όσοι «τζογάριζαν» προεκλογικά με τον αγωγό, εκμεταλλευόμενοι αδίστακτα τις αγωνίες των κατοίκων της Πέρδικας.
Όταν τον περασμένο Σεπτέμβριο ανακινήθηκε το ζήτημα με την δημοσίευση της προμελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, το ευκολότερο πράγμα για μένα προσωπικά, αλλά και την παράταξη μου «Ήπειρος, Τόπος Να Ζεις», θα ήταν να ακολουθήσουμε την προεκλογική «πεπατημένη», παριστάνοντας τους… υπερευαίσθητους περιβαλλοντικά και «χαϊδεύοντας τα αυτιά» όσων αντιτίθεντο στο έργο, είτε από άγνοια, ανάμεικτη -σε ορισμένες περιπτώσεις- με δικαιολογημένο ενδιαφέρον για τον τόπο τους, είτε από σκοπιμότητες και ενδεχομένως μικροσυμφέροντα που διακυβεύονται από την όδευση του αγωγού.
Το αποφύγαμε, όμως, επιλέγοντας το δύσκολο δρόμο της ειλικρίνειας, της σοβαρότητας και της αξιοπιστίας. Και το κάναμε όχι από «άγνοια κινδύνου», όπως κάποιοι κυνικοί της πολιτικής προδίκαζαν τότε, αλλά έχοντας πλήρη επίγνωση των –πρόσκαιρων- συνεπειών που θα είχε η υπεύθυνη στάση μας. Η διαστρέβλωση, άλλωστε, της θέσης μας που επιχειρήθηκε και η άθλια επίθεση παραπληροφόρησης που εκδηλώθηκε από μερίδα του τοπικού τύπου, όπως και η σπουδή των αντιπάλων μας να  την εκμεταλλευθούν, δεν μας εξέπληξαν, αλλά ούτε και μας έκαμψαν.
Σε κάθε ευκαιρία τονίζαμε ότι «ο αγωγός φυσικού αερίου Ελλάδας - Ιταλίας που θα περάσει από την περιοχή μας είναι, για μας, έργο μεγάλης εθνικής σημασίας, έργο ζωής και ανάπτυξης για την περιοχή μας» και «δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν το μεγάλο αυτό έργο να μετατραπεί σε προεκλογικό κλοτσοσκούφι».
Καυτηριάζαμε την πρακτική που ακολουθούσαν «οι συντηρητικές δυνάμεις της απραξίας» που «δεν διστάζουν να επιχειρήσουν να θυσιάσουν το έργο στο βωμό της εξυπηρέτησης ψηφοθηρικών συμφερόντων» με «διαστρέβλωση της αλήθειας, παραπλάνηση και εκφοβισμό».
          Επιμέναμε ότι «η οριστική απόφαση για τη χωροθέτηση πρέπει να ληφθεί, χωρίς την παραμικρή χρονική καθυστέρηση, μόλις εκλεγεί η νέα αιρετή Περιφέρεια, η οποία θα είναι εκεί παρούσα μαζί με τους κατοίκους της Πέρδικας για να δοθεί η καλύτερη δυνατή λύση», που «θα μειώνει στο ελάχιστο τις όποιες περιβαλλοντικές επιπτώσεις του έργου».
Υπογραμμίζαμε ότι «η προστασία του φυσικού πλούτου της περιοχής είναι για εμάς όρος αδιαπραγμάτευτος» και το ίδιο ξεκαθαρίζαμε και προς τους Περδικιώτες, τους κατοίκους αυτού του πανέμορφου χωριού που, όπως επισημαίναμε, «μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για το πως η τουριστική ανάπτυξη μπορεί να συμπορευθεί με τη διατήρηση του τοπικού χαρακτήρα μιας περιοχής».
Σε όλα αυτά οι αντίπαλοί μας αντέτειναν γενικόλογες αναφορές για «αρνητικές εξελίξεις» (αφού δεν μπορούσαν να γίνουν πιο συγκεκριμένοι, καθώς τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα επί των ημερών της προηγούμενης κυβέρνησης), ισχυρισμούς για δήθεν «τετελεσμένα που δεν αλλάζουν» στη χωροθέτηση του εργοστασίου συμπίεσης του αερίου, όπως και σκόπιμη παραπληροφόρηση ότι, τάχα, «ο αγωγός θα είναι transit και δεν θα υπάρχει κανένα αντισταθμιστικό όφελος για την περιοχή».
Είναι οι ίδιοι που τώρα, αυτοδιαψευδόμενοι, ήρθαν στα δικά μας λόγια, αναγνωρίζοντας, από τη μια, την εθνική σημασία του έργου και διατυπώνοντας, από την άλλη, προτάσεις για νέα χωροθέτηση του εργοστασίου συμπίεσης αλλά και διεκδίκησης αντισταθμιστικών.    
          Έχοντας εδραία την πεποίθηση ότι, αν τους είχαμε ακολουθήσει στον κατήφορο της ψηφοθηρίας, η κατάσταση που διαμορφώνεται θα ήταν πιο δυσοίωνη, δεν έχουμε παρά να τους παραδώσουμε στην κρίση των κατοίκων της Πέρδικας, της Θεσπρωτίας και όλης της Ηπείρου.   

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου.

(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 8.2.2011)