Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ηγουμενίτσα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ηγουμενίτσα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Στρεψοδικίες πελατειακού τύπου

            Από μια πρώτη ματιά, μπορεί και να μη διαφωνήσει κανείς με την άποψη των δημάρχων του ΣΥΡΙΖΑ και της περιφερειάρχη Ρένας Δούρου ότι για το σημερινό ξεχαρβάλωμα της δημόσιας διοίκησης ευθύνονται οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ που διόρισαν όλους αυτούς που υπηρετούν στον δημόσιο τομέα.
            Είναι, όμως, έτσι ακριβώς τα πράγματα; Με μια δεύτερη ματιά, μάλλον, όχι. Ιδίως όταν το επίδικο ξεχαρβάλωμα που επισημαίνουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αφορά την Τοπική Αυτοδιοίκηση, στην οποία, ευτυχώς ή δυστυχώς, εξουσία δεν άσκησαν μόνον δήμαρχοι από τον πάλαι ποτέ δικομματισμό.
            Σε δεκάδες δήμους όλης της χώρας, αυτοδύναμα ή σε συνεργασία, μια πλειάδα στελεχών που δεν ανήκαν ούτε στο ΠΑΣΟΚ ούτε στη ΝΔ άσκησαν –από την Ηγουμενίτσα ως την Καισαριανή και από τη Νίκαια ως την Καρδίτσα- διοίκηση για μικρότερο ή μεγαλύτερο διάστημα. Και δεν νομίζω ότι κάποια από τις περιοχές αυτές μπορεί να θεωρηθεί «όαση διοικητικής ευρυθμίας» που να την διαφοροποιεί ριζικά από άλλες που τις διοίκησαν στελέχη του… επάρατου δικομματισμού.
            Λίγο ως πολύ, από την εξυπηρέτηση του πολίτη, πριν και μετά το Μνημόνιο, ως την διάρθρωση του προσωπικού και τις προσλήψεις, τα ίδια φαινόμενα συναντούσε κανείς τις τελευταίες δεκαετίες σε όλο το εύρος της Αυτοδιοίκησης, γεγονός που μάλλον μαρτυρά ότι στο περιγραφόμενο ξεχαρβάλωμα, όπου και όσο υπάρχει, δεν υπήρχαν «αποκλειστικότητες».
Για να μη θυμηθούμε δε και πόσοι από όσους σήμερα μιλούν για αυτό το «ξεχαρβάλωμα», μια χαρά υπηρέτησαν το «ξεχαρβαλωμένο» κράτος και μισθοδοτήθηκαν από αυτό. Και, μάλιστα, χωρίς να είναι από το… σόι του Μητσοτάκη. 
            Αλλά ακόμη και αν όλοι όσοι τώρα κήρυξαν την παντιέρα της αντίστασης στον έλεγχο νομιμότητας των δικαιολογητικών πρόσληψης είναι οι ίδιοι προσωπικώς άμεμπτοι και αμόλυντοι, με ποιο ηθικό, άραγε, δικαίωμα έταξαν τους εαυτούς τους σε ρόλο ασπίδας για να καλυφθούν οι τυχόν παράνομα και παράτυπα προσλήφθηκαν από τους ρουσφετολόγους προκατόχους τους;        
            Άκουγα αυτές τις μέρες έναν από τους «επαναστάτες» δημάρχους, που κατά δήλωσή του,δραστηριοποιείται τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια στα δημοτικά πράγματα της περιοχής του, να ισχυρίζεται ότι τα φαινόμενα αδιαφάνειας στις προσλήψεις τα έχει καταγγείλει επανειλημμένα όταν ήταν στην αντιπολίτευση.
Μόνον, όμως, που ενώ, ακριβώς γι΄  αυτό, θα περίμενε κανείς να ήταν τώρα συνεπής με εκείνες τις καταγγελίες και να πρωταγωνιστεί στην εμπέδωση της νομιμότητας μιας και του δίνεται η ευκαιρία να κάνει πράξη τις αρχές και τις αξίες που διεκήρυσσε, εκείνος κατέφυγε σε στρεψόδικες αντιφάσεις.
Από εδώ το έφερνε, από εκεί το πήγαινε, την απορία για τον έλεγχο της νομιμότητας την άφηνε αναπάντητη. Μπέρδευε σκόπιμα το επίμαχο ζήτημα των πλαστών πιστοποιητικών με την αξιολόγηση –που είναι εντελώς διαφορετική διαδικασία- και τις απολύσεις που θέλει να κάνει η «μνημονιακή» κυβέρνηση.
Στην πραγματικότητα, δεν έβγαινε άκρη από τα λεγόμενα του, πέραν του ότι ήταν αποφασισμένος να προστατεύσει με κάθε μέσο και κάθε τρόπο τους «πελάτες» που κληρονόμησε από τους προκατόχους του και τώρα θεωρεί «δικούς» του, ίσως και γιατί οι περισσότεροι από αυτούς τον ψήφισαν στις τελευταίες εκλογές, όπως ακριβώς είχαν ψηφίσει και όσους τους διόρισαν.
Δεν ξέρω αν το έχουν αντιληφθεί στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αν θέλουν να γίνουν… «μαγαζάτορες» απευθυνόμενοι στους ίδιους «πελάτες» με το ίδιο προϊόν που είχαν και οι προηγούμενοι, το ηθικό πλεονέκτημα που επιχειρούν να αποσπάσουν με τις διακηρύξεις του «δεν είμαστε όλοι ίδιοι» αναιρείται εκ των πραγμάτων.
Στο τέλος – τέλος, πόσοι είναι οι παράνομοι που θα καλύψουν με την ασπίδα που θέλουν να δημιουργήσουν; Υπάρχουν εκατομμύρια περισσότεροι πολίτες σε τούτη τη χώρα που δεν παρανόμησαν, πολίτες που θέλουν ισονομία, διαφάνεια και έχουν την απαίτηση να πιάνουν τόπο οι δυσβάστακτοι φόροι που πληρώνουν.

Τρίτη 31 Ιουλίου 2012

Τα ταξί, οι βάρκες και οι παλαιοί νομάρχες



            Με τους πρώην νομάρχες Θεσπρωτίας τα «έβαλε» ο περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέκος Καχριμάνης στην τελευταία συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου που συζητούσε το ζήτημα με τις έδρες των ταξί. “Ξεσπάθωσε”, κατηγορώντας τους ότι, με «ρουσφετολογικά κριτήρια», αφενός έδιναν αφειδώς άδειες για ταξί και αφετέρου ενέκριναν τη μεταφορά της έδρας τους από τις ακριτικές περιοχές των Φιλιατών στην περιοχή πέριξ της Ηγουμενίτσας.

Το ζήτημα φαίνεται να είναι όντως υπαρκτό, στην αριθμητική του διάσταση τουλάχιστον, καθώς στον παλαιό δήμο Ηγουμενίτσας υπάρχει, πλέον, υπερπληθώρα ταξί, που έρχεται σε κραυγαλέα δυσαναλογία με το πληθυσμιακό κριτήριο που ίσχυε για την έκδοση νέων αδειών και το οποίο εξακολουθεί να ισχύει και μετά την περιβόητη «απελευθέρωση» του επαγγέλματος των αυτοκινητιστών ταξί.

Ειδικότερα, στο δημοτικό διαμέρισμα της Ηγουμενίτσας υπάρχουν 30 ταξί και άλλα επτά στα κοντινά χωριά, ενώ με βάση την αναλογία του πληθυσμού δεν θα έπρεπε  να είναι περισσότερα από 20. Συνολικά στον νέο “καλλικρατικό” δήμο Ηγουμενίτσας κινούνται 52 ταξί, στον δήμο Σουλίου Παραμυθιάς 32  (κι εδώ το πληθυσμιακό κριτήριο είναι υπερκαλυμμένο), ενώ στο δήμο Φιλιατών ο αριθμός τους περιορίζεται στα 17, εκ των οποίων τα 10 είναι στην πόλη και μόλις επτά στις δεκάδες παλαιές κοινότητες της ενδοχώρας του δήμου, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση τον παλαιό δήμο Σαγιάδας που εξυπηρετείται από μόλις ένα ταξί.

Δεν ξέρω αν αυτή η υπερπληθώρα, συνδυασμένη με την ανισοκατανομή, είναι αποτέλεσμα των «ρουσφετιών» που έκαναν οι παλαιοί νομάρχες της Θεσπρωτίας. Αρμόδιοι είναι οι ίδιοι να απαντήσουν στον κ. Καχριμάνη, ο οποίος μάλλον κάτι θα ξέρει, αφού κι ο ίδιος πρώην νομάρχης είναι και η κατάσταση στα Γιάννενα δεν είναι πολύ διαφορετική, αφού μόνον στο δημοτικό διαμέρισμα της πρωτεύουσας της Ηπείρου τα ταξί  που κυκλοφορούν φθάνουν τα 255!

Όπως και να έχει, τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής είναι γνωστά. Βοηθούσης και της δεινής οικονομικής κρίσης, στις «πιάτσες» των ταξί σχηματίζονται διπλές και τριπλές σειρές αναμονής από τους αυτοκινητιστές που… βλέπουν τους πελάτες με το μακαρόνι. Κάτι, ωστόσο, που, λιγότερο ή περισσότερο, αποτελεί πανελλαδικό φαινόμενο, τέτοιο που κάνει να μοιάζει ακόμη πιο ανούσια η σφοδρή «πολεμική» αντιπαράθεση που δημιουργήθηκε το προηγούμενο καλοκαίρι για το περίφημο «άνοιγμα» του επαγγέλματος.

“Φαινόμενο”, όμως, αποδεικνύεται ότι είναι και η… νοοτροπία του πρώην νομάρχη, από την οποία φαίνεται ότι δεν μπορεί να απαλλαγεί ο κ. Καχριμάνης, ο οποίος, στην ίδια συνεδρίαση στην οποία κατακεραύνωνε τους –κατ΄ αυτόν «ρουσφετολόγους»- τέως συναδέλφους του από τη Θεσπρωτία, έκανε τα ίδια και χειρότερα με τις άδειες για τις βάρκες στη λίμνη των Ιωαννίνων που συνδέουν την πόλη με το Nησί, δραστηριότητα που ασκείται εδώ και δεκαετίες από 13 λεμβούχους, οι οποίοι λειτουργούν με όλους τους κανόνες του «τραστ».

Η… απίθανη ιστορία, που εκτυλίχθηκε στο Περιφερειακό Συμβούλιο, ξεκίνησε πριν από ένα χρόνο. Με πρόσχημα το νόμο για την απελευθέρωση των επαγγελμάτων, ήρθε στο Συμβούλιο εισήγηση της περιφερειακής αρχής για αύξηση κατά τρεις των υφιστάμενων αδειών δρομολόγησης λέμβων προς το νησί της Παμβώτιδας. Ως αντιπολίτευση διατυπώσαμε σοβαρές ενστάσεις για τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας, βεβιασμένης, πρωτοβουλίας που δεν ήταν σαφές αν σκόπευε στο «άνοιγμα» ή στο κλείσιμο του επαγγέλματος των λεμβούχων. Ζητήσαμε να προηγηθεί μελέτη για το πόσες βάρκες μπορεί να κυκλοφορούν στη λίμνη και επιμείναμε, σε κάθε περίπτωση, οι τυχόν νέες αδειοδοτήσεις να αφορούν νεότευκτα σκάφη με μηχανές αντιρρυπαντικής τεχνολογίας.

Το τελευταίο κριτήριο, αν και έγινε δεκτό από την περιφερειακή αρχή, δεν περιλήφθηκε στην προκήρυξη που ακολούθησε, στην οποία, αυθαιρέτως, ορίστηκε ότι η κατάταξη θα γίνει με βάση τρία άλλα “κριτήρια” που (άκουσον-άκουσον) ήταν: η εντοπιότητα (να είναι δηλαδή κάποιος από τις παραλίμνιες περιοχές, γενικώς και αορίστως), η χαμηλή εισοδηματική κατάσταση (κι αυτή γενική και αόριστη, αφού δεν υπήρχαν όρια για να υπάρξει και σειρά κατάταξης) και, τέλος, η κατοχή άδειας πλοήγησης λέμβου.

Επειδή, όμως, παρά την ασάφεια των κριτηρίων, υπήρξε κίνδυνος να αποκλειστεί συγκεκριμένος ενδιαφερόμενος, στην  πορεία προστέθηκε και το… «κριτήριο» της “ετοιμότητας προς επένδυση”. Αν αναρωτιέστε γιατί, την απάντηση τη δίνει η τελική κατάταξη, στην οποία «πρώτευσε» υποψήφιος που έχει έτοιμο σκάφος, παρότι δηλώνει ελάχιστα εισοδήματα, ενώ διαθέτει και άδεια πλοήγησης, η οποία, καθώς διάγει το… 84ο έτος της ηλικίας του, αν επρόκειτο για άδεια οδήγησης οποιουδήποτε άλλου επαγγελματικού οχήματος θα του είχε αφαιρεθεί.

Τα… τραγελαφικά, όμως, δεν τελείωσαν  εκεί. Καθώς μεταξύ των υποψηφίων υπήρξε και κάποιος που διέθετε προς δρομολόγηση σκάφος που κινείται με ηλιακή ενέργεια, καλύπτοντας, έτσι, το αρχικό κριτήριο της αντιρρυπαντικής τεχνολογίας που είχε θέσει το Περιφερειακό Συμβούλιο, αλλά δεν «χώρεσε» στις τρεις –«καπαρωμένες», όπως τεκμαίρεται- άδειες, και κατετάγη τέταρτος, ήρθε στο Συμβούλιο εισήγηση για τροποποίηση της προκήρυξης, που είχε ολοκληρωθεί, έτσι ώστε να γίνουν τέσσερις οι νέες άδειες και  να «χωρέσουν» όλοι! 

Υπάρχει, έπειτα από όλα αυτά, κανείς που να πιστεύει ότι έχουν απόλυτο άδικο οι «τροϊκανοί» που υποστηρίζουν ότι οι… ιθαγενείς ιθύνοντες δεν εφαρμόζουν τα συμπεφωνημένα και, γι΄ αυτό, εγκαταστάθηκαν εδώ για να επιβλέπουν οι ίδιοι; Το ζήτημα, μάλλον, είναι που να πρωτοπάνε και πώς να αντιμετωπίσουν την… ανίκητη νοοτροπία του πρώην νομάρχη που φοβούμαι ότι είναι διάχυτη παντού.
            *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Από την απραξία στους… «γιαλαντζί Σαρκοζί»


Στις αρχές του 2011, το ελληνικό Κοινοβούλιο ψήφισε, με σχετικά σύντομες διαδικασίες, έναν ακόμη νόμο και συγκεκριμένα τον ν. 3907, με τον οποίο εναρμονίστηκε το ελληνικό δίκαιο με τις προβλέψεις ευρωπαϊκής οδηγίας του 2008 που καθιέρωσε «κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη – μέλη της ΕΕ για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών».
Ήταν η περίοδος που το οξύ μεταναστευτικό πρόβλημα, που αντιμετωπίζει εδώ και δύο δεκαετίες η χώρα μας, όπως και όλος ο ευρωπαϊκός νότος που συνορεύει με την Ασία και την Αφρική, βρισκόταν σε έξαρση, τόσο στις πύλες εξόδου προς την Ευρώπη, δηλαδή στα λιμάνια της Πάτρας και της Ηγουμενίτσας, όσο και στο κέντρο της Αθήνας, με τις συγκρούσεις ακραίων ομάδων στον Άγιο Παντελεήμονα, αλλά και τις προκλητικές πρωτοβουλίες μεταφοράς μεταναστών χωρίς νόμιμα έγγραφα σε χώρους πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.
Με αφορμή την κατάσταση στην Ηγουμενίτσα και σε συνεννόηση με την παράταξή μου, προκάλεσα, στις 9 Φεβρουαρίου 2011, συζήτηση στο νεοσύστατο, τότε, Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου, υποβάλλοντας πολύ συγκεκριμένες προτάσεις, μια από τις οποίες ήταν ότι «η Περιφέρεια Ηπείρου, μέσω κυρίως της Κοινωνικής Επιτροπής, αλλά όχι μόνον, πρέπει να προετοιμαστεί άμεσα και να πιέσει προς κάθε κατεύθυνση για την έγκαιρη ενεργοποίηση του νόμου που ψηφίστηκε τις προηγούμενες εβδομάδες από τη Βουλή».
Εξήγησα, απευθυνόμενος στο Συμβούλιο, ότι «ο νόμος αυτός, μεταξύ άλλων, προβλέπει τη δημιουργία Περιφερειακών Επιτροπών Ασύλου, μια από τις οποίες θα λειτουργήσει εδώ στην έδρα μας, όπως και Κέντρων Υποδοχής, για τα οποία θα πρέπει να έχει άποψη η Περιφέρεια και να υποδείξει –εφόσον θεωρηθεί αναγκαίο- άμεσα κατάλληλους χώρους», τονίζοντας, καταληκτικά, πως «αν θέλουμε να δικαιώσουμε το ρόλο μας, το μόνο που δεν μπορούμε να κάνουμε είναι να μένουμε θεατές των εξελίξεων».
Όπως ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί, παρακολουθώντας την τρέχουσα ειδησεογραφία, σχεδόν δεκαπέντε μήνες δεν έγινε απολύτως τίποτε. Με αποτέλεσμα ένας ακόμη νόμος του ελληνικού κράτους να παραμένει, μέχρι σήμερα, στα χαρτιά, αφού -για να είμαι δίκαιος- δεν είναι μόνον η Περιφέρεια Ηπείρου που δεν προετοιμάστηκε και μόλις την περασμένη εβδομάδα αποδέχθηκε την περυσινή πρόταση μας. Είναι το αρμόδιο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη που δεν προώθησε την εφαρμογή της νομοθεσίας που το ίδιο ψήφισε και δεν οργάνωσε τις υπηρεσίες που προβλέπονται τόσο για την παροχή ασύλου σε όσους το δικαιούνται, όσο και για την κράτηση και την επαναπροώθηση όσων εισέρχονται στην Ελλάδα για οικονομικούς και μόνον λόγους.
Όλως αιφνιδίως, τις δύο τελευταίες εβδομάδες, το τεράστιο αυτό ζήτημα, επανήλθε στο προσκήνιο, με την απαίτηση του αρμόδιου υπουργού Μιχάλη Χρυσοχοΐδη να υποδειχτούν άμεσα χώροι στην ηπειρωτική Ελλάδα για την λειτουργία κέντρων κράτησης – φιλοξενίας όσων αλλοδαπών βρίσκονται παράνομα στη χώρα και οι οποίοι, στην πλειονότητά τους, βιώνουν απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, περιφερόμενοι στους δρόμους πόλεων και χωριών, αναζητώντας τροφή σε κάδους απορριμμάτων και στέγη σε άθλιες τρώγλες.
Η ανακίνηση του ζητήματος έφερε επίσης στο τηλεοπτικό προσκήνιο αρκετούς από τους πολιτικούς κερδοσκόπους που εμφανίζονται ως «γιαλαντζί» Σαρκοζί, ενώ συνοδεύτηκε και από διαφόρων ειδών ενστάσεις. Κάποιες βάσιμες και υπαρκτές. Οι περισσότερες, όμως, απολύτως προσχηματικές, που ακολουθούν την πεπατημένη δεκαετιών σε αυτή τη χώρα, με τα γνωστά αποτελέσματα της εκτεταμένης ανομίας και ατιμωρησίας, της παγιωμένης αδράνειας και απραξίας, που συναντά κανείς σε όλους τους τομείς της κοινωνικής δραστηριότητας.
Ορισμένοι, για παράδειγμα, μίλησαν για επικοινωνιακούς χειρισμούς που εντάσσονται στην προεκλογική στρατηγική των κομμάτων και καθοδηγούνται από την δημοσκοπική άνοδο των ακροδεξιών ομάδων, οι οποίες κάνουν επίδειξη δύναμης στις περιοχές που υπάρχουν πολλοί μετανάστες, οι οποίοι συχνά πέφτουν -αδιάκριτα, μάλιστα, μεταξύ όσων διαμένουν φιλήσυχα και νόμιμα στην Ελλάδα και όσων δεν διαθέτουν τα απαραίτητα νομιμοποιητικά έγγραφα- θύματα ρατσιστικών, ακόμη και δολοφονικών επιθέσεων.
Άλλοι, την ίδια ώρα, προέβαλαν την ανθρωπιστική πλευρά του ζητήματος, απορρίπτοντας a priori τη λογική των «στρατοπέδων», που βεβαίως ηχεί άσχημα στα αυτιά κάθε προοδευτικού πολίτη. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, η άρνηση δεν συνοδεύεται από εναλλακτική πρόταση που θα κάνει την Ελλάδα να πάψει να είναι το «ξέφραγο αμπέλι», όπου όποιος θέλει μπαίνει, βρίσκει προσωρινό καταφύγιο και παραμένει εσαεί εδώ μέχρι να μπορέσει να βρει, με κάθε τίμημα, διέξοδο προς την υπόλοιπη Ευρώπη.
Δεν έλειψαν, τέλος, κι εκείνοι που, αμφισβητώντας την αποτελεσματικότητα του ελληνικού κράτους, επεχείρησαν να  «τζογάρουν» με τα φοβικά σύνδρομα των πολιτών που ζουν κοντά σε περιοχές που σχεδιάζεται να γίνουν κέντρα φύλαξης, τα οποία, όπως και τα σκουπίδια, τα… θέλουμε όλοι «στην αυλή του γείτονα». Αποσιωπούν το προφανές ότι οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν είναι απείρως μικρότεροι από μετανάστες που έχουν εξασφαλισμένη τροφή, στέγη και περίθαλψη, σε σχέση με τους περιφερόμενους ανέστιους και πεινασμένους που μπορούν να κάνουν ο,τιδήποτε για να επιβιώσουν σε μια χώρα που βρίσκεται σε βαθιά οικονομική κρίση.
Σε κάθε περίπτωση, εκείνο  που, κατά την άποψή μου, –και έτσι τοποθετήθηκα στο Περιφερειακό Συμβούλιο, «καλωσορίζοντας» την πλειοψηφία στο πεδίο της κοινής λογικής- απαιτείται να γίνει είναι να αποφευχθούν αφενός η εμπλοκή του θέματος στις συμπληγάδες της προεκλογικής περιόδου, που θα τροφοδοτήσει τους κάθε λογής «γιαλαντζί» Σαρκοζί, και αφετέρου η προχειρότητα που θα δώσει έδαφος στις δυνάμεις της παραλυτικής αδράνειας. Οργανωμένη δράση, λοιπόν, με συγκροτημένα βήματα και χωρίς άλλες καθυστερήσεις.

 *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Για την Ιόνια Οδό και τον Ε 65

 
Εισήγηση του περιφερειακού συμβούλου Θεσπρωτίας, με την παράταξη «Ήπειρος, Τόπος Να Ζεις», Γρηγόρη Τζιοβάρα στη συνεδρίαση της 13ης Φεβρουαρίου 2012 για την Ιόνια Οδό και τον Ε 65

«Αν κάπου γίνεται απολύτως απτή η βαθιά οικονομική κρίση είναι στο θέμα που απασχολεί τη συνεδρίαση μας, στο μεγάλο ζήτημα με το παρατεταμένο «βάλτωμα» της Ιόνιας Οδού και της Ε 65.
Είναι στα επικίνδυνα πρόχειρα διαχωριστικά κολονάκια της υποτιθέμενης εθνικής οδού που μας συνδέει με τη Νότια Ελλάδα, το ταξίδι προς την οποία, εκτός από πανάκριβο, λόγω των συνεχών διοδίων, είναι και επικίνδυνο.
Είναι στις μισοκατασκευασμένες γέφυρες που χάσκουν και που επειδή έχουν σκουριάσει νομίζει κανείς ότι είναι μισοκαταστραμένες ως αποτέλεσμα βομβαρδισμού.
Είναι, πολύ περισσότερο, στη διαπίστωση πως όλοι εκείνοι που μέχρι πέρυσι εργαζόταν εκεί, βιώνουν το δράμα της ανεργίας και της ανέχειας, που ως μολυσματική ασθένεια μεταδίδεται στο σύνολο του οικονομικού και κοινωνικού φάσματος, αφανίζοντας επιχειρήσεις, καταστρέφοντας καριέρες και ανατρέποντας ζωές.
Τη σημασία αυτών των δύο οδικών αξόνων, την τονίζει η, έστω ανολοκλήρωτη στην περιφέρεια μας, Εγνατία Οδός, τα οφέλη της οποίας είναι λίγα μεν, πλην, όμως, εμφανή σε τομείς της αναπτυξιακής δραστηριότητας της Ηπείρου, όπως ο τουρισμός στα παράλια της Θεσπρωτίας.
Με την ευκαιρία αυτή, θέλω να επαναφέρω για μια ακόμη φορά στο Περιφερειακό Συμβούλιο το καίριο αίτημα της απομονωμένης επαρχίας Φιλιατών να εκπληρωθεί η δέσμευση από την Εγνατία Οδός Α.Ε. και να ξεκινήσει άμεσα η εκπόνηση μελέτης για τη σύνδεση της Ηγουμενίτσας με το Μαυρομάτι Σαγιάδας και τα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Λόγω του γεγονότος, όμως, ότι οι οικονομικές αναπτυξιακές ανάγκες της Ηπείρου είναι στραμμένες προς το Νότο, η προώθηση της Ιόνιας Οδού και του Ε 65 είναι εκείνη που θα αναδείξει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής μας.
Οι δικαιολογίες που προβάλλονται από το αρμόδιο υπουργείο, πως το πρόβλημα της εγκατάλειψης των εγκατεστημένων εργοταξίων έχει να κάνει με τα προβλήματα ρευστότητας των τραπεζών και την προσπάθεια τους να απεμπλακούν από τις υποχρεώσεις τους, καθώς προεξοφλούν ότι τα έργα δεν είναι βιώσιμα, δεν μας πείθουν.
Όπως δεν μας πείθουν τα λεγόμενα αρμοδίων παραγόντων του υπουργείου, ότι εξετάζεται εναλλακτική πρόταση, ώστε να καλυφθεί η χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς πόρους, καθώς οι κατά καιρούς δοθείσες υποσχέσεις για επανέναρξη των έργων, έχουν πολλάκις διαψευσθεί.
Εμείς θεωρούμε ότι η Περιφέρεια Ηπείρου, σε συνεργασία με τις άλλες περιφέρειες από τις οποίες διέρχονται η Ιόνια Οδός και η Ε 65,  πρέπει να εμπλακεί άμεσα στο ζήτημα του ξεβαλτώματος των δύο αυτών έργων και να μην περιοριστεί στην έκδοση ενός ακόμη ατελέσφορου ψηφίσματος». 

Τετάρτη 17 Αυγούστου 2011

«Αύγουστε καλέ μου μήνα, νά ΄σουν δυο φορές το χρόνο…»

         O Αύγουστος υπήρξε ανέκαθεν ο μήνας της ανάπαυλας. Πολύ πριν ο σύγχρονος τρόπος ζωής «επιβάλει» την ανάγκη του παραθερισμού, των διακοπών και της θερινής άδειας, η φύση και για την ακρίβεια ο κύκλος της παραδοσιακής αγροτικής οικονομίας, με τον θερισμό και το αλώνισμα που είχαν τελειώσει και τη νέα σπορά που έπρεπε να περιμένει τα πρωτοβρόχια, είχε καθιερώσει τον Αύγουστο ως τον μήνα της ξεκούρασης και του γλεντιού.
        Έτσι έφτασε ως τις μέρες μας η παροιμία «Αύγουστε, καλέ μου μήνα, νά ΄σουν δυο φορές το χρόνο» που εκφράζει και σήμερα τη διάθεση που δημιουργεί στους περισσότερους εξ ημών, αφενός, η προσωρινή αποχή από τη ρουτίνα της καθημερινότητας, την ίδια ώρα που, αφετέρου, ξαναζωντανεύουν τα έρημα χωριά μας και, κυρίως, τονώνεται η τουριστική «βιομηχανία» που, χωρίς αυτήν, οι ελπίδες για έξοδο από την οικονομική κρίση θα ήταν πολύ λιγότερες.
        Σε πείσμα, πάντως, της κρίσης, με χαρά διαπίστωνε κανείς αυτές τις μέρες, ότι πολύς κόσμος «βγήκε από το καβούκι του» και ξέδωσε, συμμετέχοντας σε κάθε είδους εκδηλώσεις: από ξένοιαστο «αραλίκι» στις παραλίες μας, που, παρότι δεν ήταν στην καλύτερη δυνατή κατάσταση, έσφυζαν από ζωή, παραδοσιακά πανηγύρια και ανταμώματα, έως river parties και συναυλίες.
        Ο δεύτερος, ουσιαστικά, χρόνος λειτουργίας της Εγνατίας Οδού, που, ευτυχώς, ακόμη είναι χωρίς διόδια, έφερε και πάλι αυξημένη τουριστική κίνηση από την Βόρεια Ελλάδα στα παράλια της Θεσπρωτίας. Κίνηση που θα ήταν πολύ μεγαλύτερη, ακόμη και για την ενδοχώρα του νομού, αν είχε ήδη «ανοίξει» το, πιο σημαντικό για μας, «μέτωπο» προς το Νότο, με την ολοκλήρωση τόσο της Ιόνιας Οδού που, δυστυχώς, παραμένει «παγωμένη», όσο και της Αθηνών – Πατρών που προχωράει με ρυθμούς «χελώνας».
        Δεν είναι, όμως, μόνον τα συγκεκριμένα υπερτοπικά μεγάλα έργα, που κρατούν καθηλωμένο τον μικρό μας τόπο, είναι και τα δικά μας τοπικά, με σημαντικότερα την παράκαμψη της Ηγουμενίτσας και τη σύνδεση με το μεθοριακό σταθμό στο Μαυρομάτι, που όσο μένουν στα χαρτιά τόσο θα δυσκολεύεται η ζωή όλων, ντόπιων και επισκεπτών, τουριστών και επιχειρηματιών της περιοχής.
        Τα επισημαίνω όλα αυτά όχι για λόγους μεμψιμοιρίας, ούτε για να χαλάσω την αυγουστιάτικη γιορτινή διάθεση, γκρινιάζοντας γι΄ αυτά που έπρεπε να γίνουν και δεν έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και για την συνεχιζόμενη, ασυγχώρητη ως ένα μεγάλο βαθμό, καθυστέρηση που παρατηρείται
Αν αναφέρομαι σε αυτά, είναι κυρίως επειδή είμαι πεπεισμένος πως μόνον με την άμεση και ταχύτατη προώθηση των μεγάλων αυτών έργων, όσων τουλάχιστον από αυτά είναι «ώριμα», θα σπάσει ο φαύλος κύκλος της ύφεσης και της ανεργίας που αποτελεί την επιτομή της κρίσης της ελληνικής οικονομίας.
        Μπορεί οι περισσότεροι γύρω μας, μισθωτοί και συνταξιούχοι, να διαμαρτύρονται για τις περικοπές που υπέστησαν, προσωπικά δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω ότι το άγριο πρόσωπο της οικονομικής κρίσης είναι εκείνο που βλέπουν οι εκατοντάδες χιλιάδες άνεργοι, ο αριθμός των οποίων αυξάνεται δραματικά από μήνα σε μήνα και η τάση που διαμορφώνεται προοιωνίζεται ένα δύσκολο φθινόπωρο και έναν ακόμη δυσκολότερο χειμώνα.
Χωρίς, λοιπόν, ουσιαστικά μέτρα για την ανάσχεση της ανεργίας, στόχος που μπορεί να επιτευχθεί με ένα συνεκτικό σχέδιο δημιουργίας θέσεων εργασίας, δεν πρόκειται να ξεπεραστεί η κρίση που αντιμετωπίζουμε και η οποία, όπως επανειλημμένως σημειώνω από τούτη τη στήλη, δεν είναι μόνον οικονομική, είναι πρωτίστως κοινωνική.
Όταν ο μη ενεργός πληθυσμός της χώρας είναι μεγαλύτερος από τον ενεργό και όταν σε λίγο, με το τέλος της τουριστικής σεζόν, ο αριθμός των ανέργων θα «σπάσει» το «ψυχολογικό» όριο του ενός εκατομμυρίου, όποιες –αναγκαίες, κατά τ΄ άλλα- αλλαγές και μεταρρυθμίσεις και να προωθήσει η κυβέρνηση, θα έχει χάσει το μεγάλο παιχνίδι που δεν είναι άλλο από τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.
Και δεν χρειάζεται κανείς να είναι κοινωνιολόγος για να αντιληφθεί ότι η κοινωνική συνοχή είναι όρος απαραίτητος για την πρόοδο και την ανάπτυξη της κοινωνίας.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Ο πρωθυπουργός και το «συν Αθηνά και χείρα κίνει»

         Όποια άποψη και αν έχει κανείς για τον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, εκείνο που δεν μπορεί να του αποδώσει είναι η φυγοπονία, για την οποία αρκετοί πιστεύουν ότι χαρακτηρίζει εν γένει τους πολιτικούς -συχνή είναι η αναφορά για ορισμένους που «δεν έχουν κολλήσει ούτε ένα ένσημο»- και πάντως ουδείς αμφιβάλει ότι χαρακτήριζε τον τέως πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, που, όπως (κατα)μαρτυρούν στενοί του συνεργάτες, αντιμετώπιζε τα προβλήματα με την περιβόητη, πλέον, έκφραση «άσ΄ το για αργότερα».
          Τις σκέψεις αυτές έκανα καθώς, με την επαγγελματική του ιδιότητα, χρειάστηκε να βρεθώ την περασμένη Παρασκευή στην Άρτα, όπου ο πρωθυπουργός επί έξι ολόκληρες ώρες ήταν καθηλωμένος σε μια καρέκλα και άκουγε έναν προς έναν όλους τους φορείς της περιοχής να εκθέτουν στον ίδιο και στο κυβερνητικό κλιμάκιο που τον συνόδευε -ένας υπουργός και έξι υφυπουργοί- τα προβλήματα της περιοχής.

          Σε μια αναμφίβολα πρωτόγνωρη, όχι μόνον για τη διάρκεια της, διαδικασία εξαντλητικού διαλόγου, βρέθηκαν γύρω από το ίδιο τραπέζι και εξέθεσαν τις απόψεις και τους προβληματισμούς τους περισσότεροι από τριάντα εκπρόσωποι φορέων, προερχόμενοι από όλους τους πολιτικούς, αυτοδιοικητικούς, επιστημονικούς και παραγωγικούς χώρους.

          Χωρίς κανέναν αποκλεισμό ή άλλο περιορισμό δόθηκε ο λόγος από τον περιφερειάρχη Ηπείρου Αλέκο Καχριμάνη ή τον τοπικό βουλευτή της ΝΔ Κώστα Παπασιώζο, έως τους προέδρους των χοιροτρόφων και των πτηνοτρόφων της Άρτας. Και από τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων ή τον επικεφαλής του τοπικού σωματείου των ταξιτζήδων έως έναν μεμονωμένο επιχειρηματία, ο οποίος (ανα)ζητούσε εναγωνίως τη συνδρομή της πολιτείας για να υλοποιήσει στον τόπο του μια καινοτόμο, σε παγκόσμιο επίπεδο, ιδέα (πατέντα) που συνέλαβε και είναι, όπως εξήγησε, ένας ανελκυστήρας που κινείται χωρίς να καταναλώνει ενέργεια και για τον οποίο έχει, ήδη, εξασφαλισμένες παραγγελίες από το εξωτερικό.

          Ο πρωθυπουργός εξήγησε το χαρακτήρα της ανοικτής αυτής διαδικασίας, λέγοντας πως άποψη «για το πού πορεύεται η χώρα, πώς πρέπει να κινηθεί, με τι ρυθμούς και τι στόχους, δεν έχει μόνον η Αθήνα, έχει και η Άρτα, έχουν και οι πολίτες της περιφέρειας», ενώ προέτρεψε εξαρχής τους συνομιλητές του να μιλήσουν ανοικτά, αναφέροντας τους ότι είναι «καλοδεχούμενη και η κριτική».

          Ο ίδιος, άλλωστε, στην εισαγωγή του δεν έκρυψε την δυσμενή πραγματικότητα και είπε ξεκάθαρα: «Δεν ήρθα εδώ απλώς για να χαϊδέψω αυτιά, ούτε για να αρνηθώ ότι υπάρχουν προβλήματα, ούτε για να υποσχεθώ μαγικές λύσεις, αλλά για να συζητήσουμε μεταξύ μας, πώς από εδώ και πέρα θα πορευτούμε πολύ καλύτερα, αλλά και πώς φτάσαμε ως εδώ, ώστε να μην βρεθούμε ποτέ ξανά σ' αυτή την κατάσταση. Και κυρίως, για να μπορέσουμε μαζί να δημιουργήσουμε τη νέα Ελλάδα που όλοι μας θέλουμε, να μπούμε σε μια βιώσιμη ανάπτυξη και σε ένα δρόμο προοπτικής».  

          Χωρίς να λείψει ούτε ένα λεπτό από την αίθουσα -βγήκε μόνον για να πάει εκεί που και οι πρωθυπουργοί. πάνε μόνοι τους-, ο κ. Παπανδρέου, κατέγραφε, όπως και οι συνεργάτες του, όλα όσα ακούστηκαν στην πολύωρη σύσκεψη και στο κλείσιμό της συνόψισε, απαντώντας, ο ίδιος ή τα καθ΄ ύλην αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, σχεδόν σε όλες τις (και επικριτικές σε ορισμένες περιπτώσεις) επισημάνσεις που εκφράστηκαν.

          Αν έγραψα τούτες τις γραμμές, δεν είναι για να ισχυριστώ ότι η παρουσία του πρωθυπουργού έλυσε τα προβλήματα της Άρτας ή της Ηπείρου, τις έγραψα, κυρίως, για το μεταφέρω το μήνυμα που εξέπεμπε η τοποθέτηση του πρωθυπουργού, ένα μήνυμα δημιουργικής και ουσιαστικής συμμετοχής της ελληνικής περιφέρειας στο αναπτυξιακό γίγνεσθαι της χώρας.

          Γι΄ αυτό και δεν θα σταθώ σε όσα θετικά ειπώθηκαν από υπεύθυνα κυβερνητικά χείλη για το λιμάνι της Ηγουμενίτσας ή τον ελληνοϊταλικό αγωγό φυσικού αερίου, το ειδικό πρόγραμμα για τον Αμβρακικό ή την παραχώρηση στο δήμο Αρταίων του «Ξενία» της πόλης για πολιτικές δραστηριότητες.

          Θα σταθώ μόνον στο θέμα της γαλακτοβιομηχανίας «Δωδώνη», που αφορά όλη την Ήπειρο, και που, κατά τη γνώμη μου, η τοποθέτηση του κ. Παπανδρέου, σηματοδοτεί την απαρχή για να δοθεί λύση στο μεγάλο αυτό αναπτυξιακό ζήτημα της περιφέρειας μας. «Μην αφήνετε το θέμα στην τύχη. Βρείτε τα σχήματα που δεν θα αλλοιώνουν τον χαρακτήρα της επιχείρησης. Δείτε τι συμμαχίες μπορείτε να συνάψετε. Εμείς είμαστε υπέρ της κοινωνικής οικονομίας και θέλουμε όχι μόνον να παραμείνει, αλλά και να μεγαλώσει η συνεταιριστική παράδοση», προέτρεψε τους παριστάμενους και κυρίως όσους είχαν νωρίτερα υποστηρίξει την -ανεδαφική, κατ΄ εμέ, όπως έχω εξηγήσει και με άλλες ευκαιρίες- άποψη να «μείνει ως έχει το ιδιοκτησιακό καθεστώς» της επιχείρησης.

          Εν ολίγοις, το μήνυμα του πρωθυπουργού μπορεί να συνοψιστεί στην αρχαιοελληνική ρήση: «συν Αθηνά και χείρα κίνει». Το ερώτημα, όμως, είναι αν οι αποδέκτες του μηνύματος είναι διατεθειμένοι να κουνήσουν τα χέρια τους.

  

          *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

Οι «προφεσόροι» του Μπίσμαρκ και το νοσοκομείο Φιλιατών

Ακούγοντας από υπεύθυνα χείλη ότι τρεις διαφορετικές επιστημονικές ομάδες πρότειναν τρία διαφορετικά πράγματα για τον υγειονομικό χάρτη της Ηπείρου, ένα από τα οποία προβλέπει την διοικητική ενοποίηση του νοσοκομείου Φιλιατών με το νοσοκομείο Χατζηκώστα των Ιωαννίνων, μου ήρθε κατά νου η αξιομνημόνευτη ρήση του Όττο Μπίσμαρκ «drei professoren, vaterland verloren». Σε ελεύθερη απόδοση, ο Πρώσος (Γερμανός) καγκελάριος του τέλους του 19ου αιώνα ήθελε να πει με τη φράση αυτή, που έμεινε στην ιστορία, ότι, αν ανατεθούν οι υποθέσεις του κράτους σε τρεις καθηγητές, η πατρίδα χάθηκε.
Βρίσκω να ταιριάζει γάντι η ρήση του Μπίσμαρκ στην υπόθεση με τον υγειονομικό χάρτη της Ηπείρου, γιατί πραγματικά δεν βρήκα ούτε έναν άνθρωπο που να διαθέτει κοινό νου για να μου παραθέσει ένα επιχείρημα υπέρ της ενοποίησης δύο νοσοκομείων που και απέχουν μεταξύ τους και το ένα δεν έχει τίποτε να προσφέρει στο άλλο.
Σέβομαι απεριόριστα τους ειδικούς, στον επιστημονικό τομέα που έκαστος διακονεί, θαυμάζω τους ερευνητές που ανοίγουν νέους δρόμους στην επιστήμη τους, διατηρώ ο ίδιος σχέσεις με πανεπιστημιακούς δασκάλους και συχνά καταφεύγω στη σοφία τους, είτε δια ζώσης, είτε μέσα από τα κείμενά τους.
Πιστεύω, όμως, ακράδαντα -και το έχω επισημάνει από αυτή τη στήλη, με αφορμή τις συζητήσεις για κυβερνητικές λύσεις τεχνοκρατών- ότι τις λύσεις στα μικρά και μεγάλα κοινωνικά προβλήματα τις δίνουν οι πολιτικές ηγεσίες, ο ρόλος των οποίων είναι να ζυγιάζουν τις θέσεις και τις αντιθέσεις και να καταλήγουν στις βέλτιστες αποφάσεις.
Τα γράφω αυτά, γιατί έχω εδραία την πεποίθηση ότι κανένας γραφειοκράτης από τη βολή του γραφείου του, κανένας τεχνοκράτης, όσες έρευνες και αν έχει κάνει κλεισμένος στο εργαστήριο του, και κανένας αξιότιμος καθηγητής, όσα διπλώματα και αν έχει συλλέξει, δεν μπορεί να εισηγείται αξιόπιστες και κοινωνικά αποδεκτές προτάσεις, αν δεν έχει την ολοκληρωμένη εικόνα για τις επιπτώσεις της εισήγησής του, την οποία, κατά τεκμήριο, διαθέτουν οι πολιτικές ηγεσίες.
Προλαβαίνω τον αντίλογο για τα πελατειακά δίκτυα ανάδειξης των πολιτικών ηγεσιών, κυρίως σε τοπικό επίπεδο, που μπορεί να αντιπαραβληθεί στην πιο πάνω άποψή μου. Είμαι, άλλωστε, εξ εκείνων που σε κάθε ευκαιρία στηλιτεύω τέτοια φαινόμενα. Αυτό, ωστόσο, δεν με εμποδίζει να επισημάνω ότι παντού στον κόσμο, όπου υπάρχουν δημοκρατικά εκλεγμένες ηγεσίες, σε αυτές ανήκει η αρμοδιότητα να αποφασίζουν, κυρίως διότι είναι αυτές που έχουν αίσθηση του κοινωνικού γίγνεσθαι και είναι υπόλογες στην κοινωνική λογοδοσία.
Ας μην θεωρητικολογήσω, όμως, άλλο και ας έρθω στο κυρίως θέμα, που είναι το νοσοκομείο Φιλιατών, τη σημασία της αυτονομίας του οποίου δεν μπορεί να την αντιληφθεί κανένας τεχνοκράτης που κατασκευάζει σχεδιαγράμματα με οικονομικούς ή άλλους δείκτες, χωρίς επίγνωση του παρελθόντος και του παρόντος της ευρύτερης περιοχής, αλλά και ενσυναίσθηση του μέλλοντός της.
Ολόκληρη η παλαιά επαρχία Φιλιατών, που από την αρχή του χρόνου αποτελεί τον ομώνυμο «Καλλικρατικό» δήμο,  μετά το προ ετών κλείσιμο των Κλωστηρίων που λειτούργησαν για λίγα χρόνια στην περιοχή, «αναπνέει» αναπτυξιακά με έναν και μοναδικό «πνεύμονα», που είναι το νομαρχιακό νοσοκομείο της Θεσπρωτίας, το οποίο για λόγους ιστορικούς -που είναι της παρούσης να αναλυθούν- εδρεύει από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια στο Φιλιάτι.
Με αυτό το δεδομένο, το οποίο είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να αποτυπωθεί σε κανένα επιστημονικό σύγγραμμα διοίκησης μονάδων υγείας, τυχόν υποβάθμιση ή συρρίκνωση του νοσοκομείου Φιλιατών -για κλείσιμο ας μην γίνεται λόγος, αφού δεν υπάρχει ανάγκη να υιοθετούμε ανυπόστατα κινδυνολογικά σενάρια, όταν, μάλιστα, εντάχθηκε λίαν προσφάτως στο ΕΣΠΑ το πρόγραμμα επέκτασης του, που ξεπερνά τα 10 εκατ. ευρώ - συνιστά θανατική καταδίκη ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής.
Μια άλλη, εξίσου σημαντική διάσταση της ανάγκης ύπαρξης του συγκεκριμένου νοσηλευτικού ιδρύματος, που επίσης δεν καταγράφεται στις ασκήσεις επί χάρτου που καταρτίζουν ξεκομμένοι από την πραγματικότητα «προφεσόροι», είναι το -οικονομικά ανυπολόγιστο- αίσθημα ασφαλείας που δημιουργεί στον γηρασμένο πληθυσμό της επαρχίας Φιλιατών, ακόμη και όταν δεν έχει άμεση ανάγκη χρήσης των υπηρεσιών του, γεγονός που επιπλέον λειτουργεί ως κίνητρο για πολύμηνες επισκέψεις αποδήμων, αλλά και για την παραμονή στις πατρογονικές εστίες νεώτερων ανθρώπων.
Στο πλαίσιο αυτό και μόνον η -ούτως ή άλλως ανώφελη και, ως εκ τούτου, απαράδεκτη- συζήτηση που άνοιξε για ενοποίηση με το νοσοκομείο Χατζηκώστα, προκαλεί μεγάλη ζημιά στην περιοχή. Γι΄ αυτό και δικαίως ξεσηκώθηκαν φορείς και κάτοικοι των Φιλιατών, έστω και αν κάποιοι το «είδαν» ως αφορμή για να εκφράσουν τα αντικυβερνητικά τους αισθήματα. Νοερά ήμουν κι εγώ μαζί τους, παρόλο που δεν με βρίσκει σύμφωνο το, έστω και συμβολικό, κλείσιμο του λιμανιού της Ηγουμενίτσας που φαίνεται ότι τείνει να γίνει... του συρμού και σε λίγο καθένας που έχει ένα δίκαιο ή άδικο αίτημα, θα πηγαίνει και θα κλείνει το λιμάνι, αδιαφορώντας για τη ζημιά που αυτό μπορεί να προκαλέσει στον τουρισμό που είναι ο βασικός αναπτυξιακός αιμοδότης της Θεσπρωτίας.



 *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

«Εθνικό σπορ» το… «Ράδιο Αρβύλα»

            «Μάλλιασε» η γλώσσα μου τους τελευταίους δώδεκα, δεκατρείς μήνες να προσπαθώ να πείσω μια πλειάδα από γνωστούς και αγνώστους μου, σχετικούς και άσχετους, έχοντες και μη έχοντες, ότι δεν παρίστατο ανάγκη να μετακινήσουν τις καταθέσεις τους από τις ελληνικές τράπεζες και ότι, τέλος πάντων, ο κίνδυνος που αντιμετώπιζαν ήταν πολλαπλώς μεγαλύτερος αν είχαν τα χρήματά τους κάτω από το στρώμα ή… θαμμένα στον κήπο.
Δεν σας κρύβω ότι ακόμη και στη ματιά ορισμένων από όσους φάνηκε να πείθονται από  τα επιχειρήματά μου, που δεν ήταν… ηθικοπατριωτικού, αλλά απολύτως ορθολογικού, περιεχόμενου, διέκρινα μια αίσθηση καχυποψίας. «Μα, έμαθα ότι και υπουργοί έχουν βγάλει έξω τα λεφτά τους», ήταν ο πιο συνήθης… αντίλογος, με βάση τον οποίο η φετινή 25η Μαρτίου, όπως, άλλωστε, και η περυσινή, είχαν αναχθεί σε… «Ημέρα της Κρίσεως», επειδή συνέπιπταν με τις ευρωπαϊκές Συνόδους Κορυφής, οι αποφάσεις των οποίων, ωστόσο, για την ελληνική οικονομία ήταν ήδη σε μεγάλο βαθμό προειλημμένες.
Έχοντας θητεύσει περισσότερο από δυόμισι δεκαετίες στα μέσα ενημέρωσης, έχω επίγνωση ότι τα «κακά νέα» περνούν στον πολύ κόσμο, ο οποίος «μαγνητίζεται» από την… τρομοφοβία, πολύ πιο εύκολα από τα «καλά νέα».
Δεν μπορώ, ωστόσο, να συμφιλιωθώ με την ιδέα ότι έχει αναδειχθεί σε «εθνικό σπορ» μας το… «Ράδιο Αρβύλα». Όχι, βεβαίως η ομώνυμη, πολύ πετυχημένη, τηλεοπτική εκπομπή, αλλά οι ασύστατες διαδόσεις και φημολογίες που κυκλοφορούν για διάφορα κοινωνικά, πολιτικά, ακόμη και ακραιφνώς επιστημονικά ζητήματα και βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στις αχανείς εκτάσεις της ημιμάθειας.
 Ούτε μπορώ να…  χωνέψω πως είναι δυνατόν στις μέρες μας να έχουν ακόμη τόσο μεγάλη απήχηση οι κάθε είδους «τσαρλατάνοι» και «αγύρτες» που γίνονται πιστευτοί, διαδίδοντας ό,τι πιο απίθανο και τερατώδες φαντασιώνονται, χωρίς την παραμικρή τεκμηρίωση των ισχυρισμών τους, εκτός από την αοριστία του τύπου… «κάποιος που ξέρει μου είπε».
Ο μικρός μας τόπος, φυσικά, δεν αποτελεί εξαίρεση, όπως με θλίψη διαπίστωσα για μια ακόμη φορά την περασμένη Τετάρτη, όταν συνεδρίαζαν ταυτόχρονα τα δημοτικά συμβούλια της Ηγουμενίτσας και των Φιλιατών, έχοντας, μάλιστα, στην ατζέντα τους συναφές θέμα που αφορούσε  επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες όλοι συμφωνούμε ότι, πέρα από τον τουρισμό, είναι ο μόνος τομέας που μπορεί να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας στην περιοχή μας.
 Παρακολούθησα απευθείας από το διαδίκτυο το μεγαλύτερο μέρος της συζήτησης που έγινε  στο Δημοτικό Συμβούλιο της Ηγουμενίτσας για τον ελληνοϊταλικό αγωγό φυσικού αερίου που σχεδιάζεται να περάσει  από το νομό μας, ο οποίος θα μπορούσε , όπως και όλη η Ήπειρος, με έξυπνες διαπραγματεύσεις και διεκδικητική διάθεση να επωφεληθούν από μια τέτοια επένδυση, που, αν δεν γίνει στον τόπο μας, θα μετακινηθεί προς την Αλβανία.
Απογοητεύθηκα από το επίπεδο των επιχειρημάτων που επιστράτευαν όσοι αντιτίθενται σε αυτό το εθνικής σημασίας έργο, αλλά και από το κλίμα που επικράτησε στη συνεδρίαση και που δεν επέτρεψε στις ψύχραιμες φωνές και στις νουνεχείς απόψεις να ακουστούν με, τουλάχιστον, την ίδια ένταση που εκστομίζονταν οι κινδυνολογίες για τον επερχόμενο… Αρμαγεδδώνα που θα «σαρώσει», δήθεν, τον τουρισμό της Πέρδικας, ακόμη και της Πάργας και των Συβότων!
  Την ίδια ώρα ήμουν σε «ανοιχτή γραμμή» με το Φιλιάτι, όπου συζητείτο στο Δημοτικό Συμβούλιο ένα –τηρουμένων των αναλογιών- μικρό έργο, όπως είναι η εγκατάσταση μιας μονάδας ανεμογεννητριών στο βουνό που βρίσκεται πάνω από το χωριό μου, στην Κοκκινιά.
 Οι αντίστοιχες με τις προηγούμενες  «τερατολογίες»  που ακούστηκαν κι εδώ, (όπως –αν είναι δυνατόν!- ότι μπορεί να πληγούμε από… ραδιενέργεια), ευτυχώς υπήρξαν μειοψηφικές και η πλειοψηφία του Συμβουλίου έδωσε «πράσινο φως» στην επένδυση που, αν μη τι άλλο, μπορεί να κρατήσει στην περιοχή επτά με οκτώ οικογένειες, όσες είναι και οι θέσεις εργασίας που προβλέπεται να δημιουργηθούν όταν με το καλό φυσήξει ο αέρας του Άι Λια στη φτερωτή των ανεμογεννητριών.
 Σε αντίθεση με την Πέρδικα, το «Ράδιο Αρβύλα» ηττήθηκε στην περίπτωση της Κοκκινιάς, αλλά, φοβάμαι πως  για να πάψει να αποτελεί το «εθνικό σπορ» μας, χρειάζεται πολλή, μα πάρα πολλή δουλειά ακόμη….
 Υ.Γ.: Στον τακτικό αναγνώστη της στήλης, ο οποίος μου υπενθύμισε το ερώτημα «είναι λύση οι εκλογές;», που διατύπωνα πριν από πέντε εβδομάδες, επισημαίνοντάς μου ότι είχα γράψει ότι μπορεί να απαντηθεί μετά την 25η Μαρτίου, οφείλω να πω ότι παραμένει αναπάντητο για λόγους, τους οποίους μάλλον θα χρειαστεί να επανέλθω για να τους αναλύσω. 

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

Για τους μετανάστες της Ηγουμενίτσας*


Έχω την αίσθηση ότι αν μπορούσε η ευρεία κοινωνία της Ηπείρου να παρακολουθήσει τη σημερινή –συνέχεια ουσιαστικά της εναρκτήριας- συνεδρίαση του Συμβουλίου μας, θα ένοιωθε απογοήτευση και θλίψη για το ξεκίνημά μας.
Και τα αισθήματα αυτά που –τουλάχιστον εμένα προσωπικά- με διακατείχαν από την αρχή της προηγούμενης συνεδρίασης μας, έγιναν πιο έντονα εξαιτίας της εισήγησης που μόλις ακούσαμε, όχι μόνο από το ύφος της, όσο κυρίως από το περιεχόμενό της.
Γιατί μπορεί, κύριε Πρόεδρε, ως θεσμός να είμαστε νέος, αλλά ο εισηγητής που μόλις ακούσαμε, ο κ. Πιτούλης, δεν είναι καθόλου νέος, όχι στην ηλικία -σε αυτήν φαίνεται νεότατος-, αλλά στη θητεία στα δημόσια πράγματα.
Οκτώ χρόνια δήμαρχος υπήρξε στην Ηγουμενίτσα και θα περίμενε κανείς μια πιο εμπεριστατωμένη μελέτη και παρουσίαση του σοβαρού αυτού προβλήματος που, όπως μόλις μας είπε, ταυτίζεται χρονικά με τη θητεία του. Και κυρίως θα περίμενε κανείς να ξεπερνούσε τις –όποιου επιπέδου- γενικόλογες διαπιστώσεις και ως γνώστης να μας πρότεινε εφικτές λύσεις. Δυστυχώς, όμως, δεν ακούσαμε την παραμικρή πρόταση. Πόσω μάλλον κάτι σχετικό με την ανάληψη δράσης!
Το ζήτημα, βεβαίως, δεν είναι προσωπικό του κ. Πιτούλη. Είναι βαθύτατα πολιτικό και, μετά τις δύο πολύωρες συνεδριάσεις μας, έχω, πλέον, την πεποίθηση ότι άπτεται συνολικά του τρόπου με τον οποίο προσεγγίζει η διοίκηση της Περιφέρειας τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ήπειρος.
Από την ημερήσια διάταξη, άλλωστε, της σημερινής συνεδρίασης «εξαφανίστηκε» η συζήτηση για τη λειτουργία της Κοινωνικής Επιτροπής που ήταν επόμενο στην προηγούμενη ατζέντα μας, υπό τη μορφή ενός πρωθύστερου σχήματος, το οποίο παραμένει.
Καλούμαστε, δηλαδή σήμερα να κάνουμε αυτό που λένε για το κάρο που μπαίνει πριν από το άλογο. Πως αλλιώς, αλήθεια να εξηγηθεί το γεγονός ότι καλούμαστε να συζητήσουμε πρώτα για ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή μας, προτού να συζητήσουμε για τη λειτουργία της Κοινωνικής Επιτροπής και να αποφασίσουμε για τη συγκρότησή της, όπως, καθ΄ ά γνωρίζω, έχει γίνει στις άλλες Περιφέρειες;

Τα λέω όλα αυτά, χωρίς, πιστέψτε με, την παραμικρή αντιπολιτευτική διάθεση, αλλά με γνώμονα ότι εμείς ως παράταξη πιστεύουμε σε μια Περιφέρεια που δεν αναζητεί άλλοθι στην απραξία και στην αδράνεια, αλλά, αντιθέτως, μέσα από τη λειτουργία των Επιτροπών και της Ολομέλειας, όπως και από την καθημερινή συγκροτημένη λειτουργία των αρμοδίων υπηρεσιών, αντιμετωπίζει τα προβλήματα και δεν περιορίζεται σε διαπιστώσεις καταστάσεων και απλές διεκπεραιώσεις υποθέσεων.
Και στο προκείμενο πρόβλημα του συνωστισμού των μεταναστών πέριξ του λιμανιού της Ηγουμενίτσας –που η παράταξη μας με ανακοίνωσή της ζήτησε να συζητηθεί στο Συμβούλιο μας και το οποίο, νομίζω, όλοι μας, λίγο ως πολύ, γνωρίζουμε και ξέρουμε τις διαστάσεις του, γι΄ αυτό δεν θα επεκταθώ σε περιττές περιγραφές- πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο ρόλος της Κοινωνικής Επιτροπής είναι κομβικός.

Εν τάχει και για να μην κουράσω το Σώμα θέλω να κλείσω την παρέμβασή μου με τα βασικά σημεία της πρότασής μας που είναι η άμεση σύσταση της Κοινωνικής Επιτροπής, η οποία πρέπει το γρηγορότερο δυνατόν να αναλάβει δράση, κινητοποιώντας όλες τις δυνάμεις που εμπλέκονται στο οξύ μεταναστευτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ηγουμενίτσα, στην οποία δεν είναι υπερβολή να υπογραμμίσει κανείς ότι απειλείται η κοινωνική συνοχή της πόλης και επηρεάζεται αρνητικά η οικονομική ζωή της ευρύτερης περιοχής.

Στο γενικό αυτό πλαίσιο αυτό, προτείνουμε, λοιπόν, ειδικότερα τα εξής:
*Κατ΄ αρχήν, οι κοινωνικές υπηρεσίες και οι υγειονομικές μονάδες της Περιφέρειας μας, όπως και οι εθελοντικές οργανώσεις αρωγής, μη κυβερνητικές οργανώσεις, της Εκκλησίας ή και άλλες, είναι ανάγκη να συντονίζονται από την Κοινωνική Επιτροπή, η οποία καλείται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανακούφιση τόσο των ίδιων των μεταναστών που ζουν υπό συνθήκες που προσβάλουν τις αξίες του ανθρώπινου πολιτισμού, όσο και των περιοίκων που βιώνουν αισθήματα έντονης ανασφάλειας. Και με αυτή την ευκαιρία πρέπει να χαιρετίσουμε τις πρωτοβουλίες του Δήμου Ηγουμενίτσας, για τις οποίες, δυστυχώς, δεν μπορούσε να είναι σήμερα εδώ για να τις αναπτύξει ο δήμαρχος Γιώργος Κάτσινος που έμεινε ματαίως πέντε ώρες στην προηγούμενη συνεδρίαση, αλλά δεν συζητήθηκε το θέμα. Εμείς εξαίρουμε τη στάση του και στηρίζουμε τις πρωτοβουλίες, διότι είναι η πρώτη φορά που κάποια αρχή της περιοχής μας ασχολείται επιτέλους με το μείζον αυτό ζήτημα και γι΄ αυτό ως παράταξη ήμασταν παρόντες στη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου     
*Παράλληλα, η δεύτερη επιμέρους πρότασή μας είναι ότι η Κοινωνική Επιτροπή απαιτείται να βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τις αστυνομικές και λιμενικές υπηρεσίες, όπως και με τους υπευθύνους του Οργανισμού Λιμένος Ηγουμενίτσας, προκειμένου να βρεθεί τρόπος να προπαγανδιστεί αποτελεσματικά η αδυναμία διαφυγής από την Ηγουμενίτσα που –όπως λένε ειδικότεροι από μένα- είναι ο μόνος αποτρεπτικός παράγοντας για τη συγκέντρωσή τους στις παρυφές της πόλης.   
*Επίσης, η Περιφέρεια Ηπείρου, μέσω κυρίως της Κοινωνικής Επιτροπής, αλλά όχι μόνον, πρέπει να προετοιμαστεί άμεσα και να πιέσει προς κάθε κατεύθυνση για την έγκαιρη ενεργοποίηση του νόμου που ψηφίστηκε τις προηγούμενες εβδομάδες από τη Βουλή. Ο νόμος αυτός, μεταξύ άλλων, προβλέπει τη δημιουργία Περιφερειακών Επιτροπών Ασύλου, μια από τις οποίες θα λειτουργήσει εδώ στην έδρα μας, όπως και Κέντρων Υποδοχής, για τα οποία θα πρέπει να έχει άποψη η Περιφέρεια και να υποδείξει –εφόσον θεωρηθεί αναγκαίο- άμεσα κατάλληλους χώρους.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Αν θέλουμε να δικαιώσουμε το ρόλο μας, το μόνο που δεν μπορούμε να κάνουμε είναι να μένουμε θεατές των εξελίξεων. Κι εμείς που οραματιζόμαστε την Ήπειρο, Τόπο Να Ζούμε, δεν το επιτρέπουμε στους εαυτούς μας.

       *Εισήγηση στη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου στις 9 Φεβρουαρίου 2011.

Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2011

Ο «φράκτης» και τα βαρύγδουπα «τσιτάτα»

            Η μετανάστευση, για όσους δεν διακατέχονται από ιδεολογικές παρωπίδες, υπήρξε ανέκαθεν αναζωογονητικός παράγων για τις κοινωνίες και τις οικονομίες των χωρών υποδοχής.  Από τους αποικισμούς της αρχαίας Ελλάδας ως τα μεταμεσαιωνικά ευρωπαϊκά μεταναστευτικά ρεύματα με κατεύθυνση το λεγόμενο Νέο Κόσμο ή τις πιο σύγχρονες μαζικές μετακινήσεις εργατικού δυναμικού στις φάμπρικες της μεταπολεμικής Ευρώπης, οι μετανάστες, ακόμη και στις περιπτώσεις που ξεριζώνονταν βίαια από τους τόπους γέννησης τους, συνέβαλαν καθοριστικά στην οικονομική άνοδο των τόπων εγκατάστασής τους.
Τα παραδείγματα είναι πολλά και σίγουρα δυσκολεύεται κανείς να φανταστεί την εξέλιξη της Αμερικής χωρίς τα αλλεπάλληλα κύματα μεταναστών που έφτασαν εκεί τους προηγούμενους αιώνες ή ακόμη και τη σημερινή Ελλάδα χωρίς τους ξεριζωμένους πρόσφυγες του Πόντου και της Μικράς Ασίας. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι στη Γερμανία, η οποία στήριξε το μεταπολεμικό οικονομικό της «θαύμα» στους εργάτες από την Ελλάδα, την Γιουγκοσλαβία, την Πορτογαλία και την Τουρκία, η συμμαχική κυβέρνηση του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Γκέρχαντ Σρέντερ με τους Πράσινους ψήφισε στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας ειδικό νόμο για να προσελκύσει νέους επιστήμονες από την Ινδία και άλλες  ασιατικές χώρες για να καλύψει τις ανάγκες των επιχειρήσεων της σε εξειδικευμένο προσωπικό στις νέες τεχνολογίες.
Στο ίδιο συμπέρασμα της θετικής οικονομικής αλλά και κοινωνικής επίδρασης καταλήγουν όλες οι ψύχραιμες αποτιμήσεις του φαινομένου της μαζικής εισόδου μεταναστών στην Ελλάδα που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 και έκτοτε, δυστυχώς, συνεχίζεται με αμείωτους, αν όχι και αυξανόμενους, ρυθμούς. Παρά τον άναρχο τρόπο με τον οποίο εισήλθαν στη χώρα μας εκατοντάδες χιλιάδες Βαλκάνιοι, Ασιάτες και Αφρικανοί μετανάστες, η παρουσία τους εδώ υπήρξε αναμφίβολα τονωτική τόσο σε μακροοικονομικό επίπεδο, αφού συνέβαλε στο αυξημένο ΑΕΠ που επέτρεψε την είσοδό μας στην ευρωζώνη, όσο και σε μικροοικονομικό επίπεδο, καθώς πάμπολλες μικρές επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αλλά και μεμονωμένοι μοναχικοί συνάνθρωποι μας σε πόλεις και απομακρυσμένα χωριά, βρήκαν στα πρόσωπα των μεταναστών πολύτιμους αρωγούς.    
Έτσι, μπορούν να εξηγηθούν και οι απαράμιλλες αντοχές που πλειοψηφικά επέδειξε η ελληνική κοινωνία στην «ενσωμάτωση» ενός, κατά γενική ομολογία, πληθυσμιακά δυσανάλογα μεγάλου αριθμού μεταναστών που βρήκαν δουλειά, στέγη και σχολείο για τα παιδιά τους, έστω και αν όλα αυτά ήταν σε πολλές περιπτώσεις υπό συνθήκες υποδεέστερες από εκείνες που είχαμε εξασφαλίσει για εμάς τους ίδιους. Επειδή, όμως, σε όλες τις καταστάσεις υπάρχουν και όρια, μόνον όσοι εθελοτυφλούν  δεν αναγνωρίζουν ότι τα όρια αντοχής της ελληνικής κοινωνίας έχουν προ πολλού εξαντληθεί εξαιτίας του εγκλωβισμού μέσα στα ελληνικά σύνορα χιλιάδων –ή μήπως πλέον ή σε λίγο εκατομμυρίων;- λαθρομεταναστών που δεν θέλουν πια να μείνουν ή να δουλέψουν εδώ, αλλά χρησιμοποιούν τη χώρα μας ως σταθμό για να βρεθούν στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Οι εικόνες με τους «φτωχοδιάβολους» που πολιορκούν το λιμάνι της Ηγουμενίτσας μπορεί να αφήνουν ασυγκίνητους μόνον εκείνους που από την ασφάλεια της αυτάρεσκης βολής τους αρκούνται να εκστομίζουν βαρύγδουπα, δήθεν προοδευτικά, «τσιτάτα», όπως οι περί «αυγού του φιδιού»  χαρακτηρισμοί για την πρόθεση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη Χρήστου Παπουτσή να τοποθετηθεί φράκτης στην ελληνοτουρκική μεθόριο του Έβρου για τον περιορισμό της εισόδου λαθρομεταναστών. Απόψεις αυτού του είδους είναι εξίσου ανεδαφικές με τους λαϊκίστικους ισχυρισμούς ότι μπορούμε να κάνουμε τα «στραβά μάτια» και να επιτρέψουμε σε όσους συνωστίζονται στα ελληνικά λιμάνια την επιβίβαση στα πλοία, διευκολύνοντας, κατ΄ αυτόν τον τρόπο,  την αναχώρησή τους.       
Είναι αυτονόητη βεβαιότητα  ότι η προάσπιση ενός περίκλειστου ευρωπαϊκού κάστρου αποτελεί μια κοντόθωρη πολιτική. Και, βεβαίως, έχουν απόλυτο δίκιο όσοι υποστηρίζουν ότι το παγκόσμιο μεταναστευτικό πρόβλημα θα επιλυθεί μόνον όταν δημιουργηθούν συνθήκες μεγαλύτερης ασφάλειας και ευημερίας για τους λαούς του Τρίτου Κόσμου. Ως τότε, όμως, η Ελλάδα, η οποία δέχεται τη μεγαλύτερη πίεση, δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι το μόνο ξέφραγο αμπέλι που θα υποδέχεται όλους όσοι θέλουν να εκπορθήσουν το ευρωπαϊκό κάστρο.
Μια κυβέρνηση που σέβεται την αποστολή της έχει καθήκον και υποχρέωση να πάψει να είναι θεατής των προβλημάτων που απειλούν την κοινωνική συνοχή και να λαμβάνει μέτρα.

           *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 11.1.2011)