Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κίνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κίνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Διάβημα, κόντρα στην εικονική πραγματικότητα



Οι Κινέζοι δεν φημίζονται για την υψηλή αίσθηση του χιούμορ, αλλά αυτό ίσως να αποτελεί μια ιστορική ανακρίβεια αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι έβαλαν τον έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να φωτογραφηθεί με μια συσκευή εικονικής πραγματικότητας.
Η εικόνα του κ. Τσίπρα να ατενίζει μια άλλη πραγματικότητα είναι ίσως ό,τι πιο αντιπροσωπευτικό μπορούσε να εκπεμφθεί από ένα ταξίδι το οποίο ούτως ή άλλως εκείνο που προσέφερε ήταν ευκαιρίες για να φωτογραφηθεί η πρωθυπουργική κουστωδία σε διάφορες τουριστικού κυρίως χαρακτήρα πόζες.
Όλες τις προηγούμενες ημέρες ο ιδιαίτερος φωτογράφος του Μεγάρου Μαξίμου, που μετείχε της επίσημης αποστολής, διοχέτευε αφειδώς στα εγχώρια μέσα στιγμιότυπα με τον κ. Τσίπρα στο Σινικό Τείχος και στην Απαγορευμένη Πόλη, τα οποία, όσοι δεν τα είδατε να δημοσιεύονται στον φιλοκυβερνητικό Τύπο, καλό είναι να τα αναζητήσετε για να έχετε τη δική σας θεώρηση και το δικό σας μέτρο των πραγμάτων που διημείφθησαν εκεί.
Την ίδια ώρα, οι απεσταλμένοι των κρατικών μέσων ενημέρωσης μετέδιδαν εκστασιασμένοι ότι  σε κεντρικά σημεία του Πεκίνου κυμάτιζε η ελληνική σημαία από κοινού με την κινεζική, λες και όσοι τους άκουγαν δεν είχαν κυκλοφορήσει ποτέ στο κέντρο της Αθήνας και δεν είχαν δει τον ανάλογο σημαιοστολισμό που γίνεται κι εδώ, ακόμη και όταν φθάνει ηγέτης τριτοκοσμικής χώρας. 
Για την ουσία της επίσκεψης θα πρέπει ίσως να περιμένουμε για να δούμε τα αποτελέσματά της, αφού το μόνο απτό που έχουμε μέχρι στιγμής είναι η αναγγελία από τα πρωθυπουργικά χείλη ότι… εξάγουμε ενδυματολογικό στυλ, το οποίο όποιος είδε τις εικόνες της πρωθυπουργικής συνοδείας να περπατάει, με παράταξη ρεμπέτ ασκέρ, στο κόκκινο χαλί που είχαν στρώσει οι Κινέζοι, θα κατάλαβε γιατί η διεθνής αξιοπιστία της χώρας βρίσκεται στο ναδίρ.
Δεν είναι, εξάλλου, μόνον οι Ευρωπαίοι εταίροι που, με εξαίρεση ορισμένους κουτοπόνηρους σοσιαλδημοκράτες πολιτικούς που «χρησιμοποιούν» τον κ. Τσίπρα για ιδιοτελείς εκλογικές επιδιώξεις, δείχνουν πόσο δεν μας υπολογίζουν και γι΄ αυτό μας έκαναν ανέκδοτο για το πως θα μεταλαμπαδεύσουμε στους Βρετανούς την τεχνογνωσία της μεταστροφής της λαϊκής δημοψηφισματικής βούλησης.
Είναι και όλοι οι άλλοι που δεν μας πλησιάζουν, παρά τις ρεβεράντζες που τους κάνουμε, όπως, καλή ώρα, οι Ρώσοι οι οποίοι όχι μόνον δεν μας έστειλαν τα δισεκατομμύρια που περιμέναμε πέρυσι να μπουν στον αγωγό φυσικού αερίου, που ποτέ δεν έγινε, αλλά –κρίμα στη θερμή υποδοχή που κάναμε στον Βλαντιμίρ Πούτιν- ούτε μια πρόταση για να πάρουν τον ΟΣΕ δεν καταδέχτηκαν να μας κάνουν.
Ηχούν ακόμη στα αυτιά μας οι ιερεμιάδες που εκτοξεύτηκαν από κυβερνητικά χείλη για τα κακά συστημικά μέσα ενημέρωσης τα οποία, σε αντίθεση με τα υπάκουα κρατικά, δεν έδωσαν τη δέουσα σημασία στην «πολυσήμαντη», κατ΄ αυτούς, επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου.
Το ποιος είχε δίκιο και ποιος όχι το απέδειξε, ωστόσο, η ίδια η ζωή. Όπως θα είναι πάλι η ζωή και ο χρόνος που θα αποδείξουν αν τα αποτελέσματα της πρωθυπουργικής επίσκεψης στην Κίνα θα είναι τέτοια που θα υπερκαλύψουν το κόστος από τα… αεροπορικά εισιτήρια που πληρώσαμε οι Έλληνες φορολογούμενοι σε τόσο πολλούς ταξιδιώτες.
Αν λάβουμε, ωστόσο, υπόψη μας ότι οι απεσταλμένοι των ελληνικών μέσων ενημέρωσης ασχολήθηκαν λιγότερο με τις μελλοντικές κινεζικές επενδύσεις που θα ακολουθήσουν την Cosco και περισσότερο με τις διαρροές για το πώς «βλέπει» η κυβερνητική εξουσία να εξελίσσεται η απόπειρα διεμβολισμού της αντιπολίτευσης μέσω της νομοθετικής πρωτοβουλίας για τον εκλογικό νόμο, πιο πιθανό είναι να αποδειχθεί ότι το ταξίδι δεν άξιζε ούτε όσο τα εισιτήρια.
Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι υπήρχαν «πηγές» που μιλούσαν από το Πεκίνο για τα εσωτερικά ζητήματα, παρά ως απόλυτη απόδειξη μιας άλλης πραγματικότητας στην οποία ζουν οι άνθρωποι που μας κυβερνούν;  Είναι, προφανώς, αυτή η άλλη πραγματικότητα, η εικονική μέσα στην οποία ζουν, που τους κάνει να πιστεύουν στην αιώνια εξουσία τους και να μεθοδεύουν κάθε λογής τερτίπια για να την παρατείνουν.
Το ευτύχημα, βεβαίως, είναι ότι τα κορόιδα, τα οποία δεν εξέλιπαν παντελώς, έχουν μειωθεί αισθητά. Και αυτή τη φορά δεν θα πιαστούν πολλοί στον ύπνο, όπως συνέβη πέρυσι τον Αύγουστο με τους ηγέτες της αντιπολίτευσης που τους κατέστησε συνενόχους ο κ. Τσίπρας στην υιοθέτηση του Μνημονίου του.
Το πόσο ατυχής ήταν εκείνη η επιλογή φαίνεται τώρα που –αν είναι δυνατόν- τους εγκαλεί ο  Κατρούγκαλος ότι συνομολόγησαν στην κατάργηση του ΕΚΑΣ, παρόλο που τόσο στις εκλογές εξπρές που ακολούθησαν τον Σεπτέμβριο όσο και μεταγενέστερα κυβερνητικοί παράγοντες, με πρώτον τον ίδιο τον πρωθυπουργό, διαβεβαίωναν ότι το συγκεκριμένο επίδομα, που εισέπρατταν αποκλειστικά μικροσυνταξιούχοι, θα παρέμενε αλώβητο.
Με συγχωρείτε, αλλά και μόνον γι΄ αυτή την απροκάλυπτη εξαπάτηση, που θίγει τους πιο αδύναμους της ελληνικής κοινωνίας, τα κόμματα της αντιπολίτευσης έπρεπε να δεσμευτούν, πρωτίστως, στους εαυτούς τους ότι εφεξής δεν πρόκειται να συναινέσουν όχι μόνον σε σημαντικά ζητήματα, όπως είναι ο εκλογικός νόμος, αλλά σε καμία απολύτως νομοθετική διάταξη που θα εισάγει η κυβέρνηση Τσίπρα – Κατρούγκαλου!
Είναι το ελάχιστο διάβημα διαμαρτυρίας που μπορούν να κάνουν για να διαλύσουν, επιτέλους, την εικονική πραγματικότητα στην οποία θέλουν, εκτός από τους εαυτούς τους, να βάλουν να ζει αιωνίως ολόκληρη η χώρα.

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Χάσαμε τους συμμάχους, μας έμειναν οι «προστάτες»



            Πιο απομονωμένη διπλωματικά και περισσότερο ταπεινωμένη εθνικά, από όσο είναι σήμερα, η χώρα μας δεν πρέπει να έχει υπάρξει στο παρελθόν, ίσως από την εποχή της εθνικής Παλιγγενεσίας. 
Ακόμη και στις πλέον «ανώμαλες» περιόδους, όπως η χουντική επταετία, βρέθηκαν στη διεθνή σκηνή καθεστώτα, όπως εκείνα της Αλβανίας του Χότζα ή της Κίνας του Μάο, που για τους δικούς τους λόγους αναβάθμισαν τις σχέσεις με την Ελλάδα των συνταγματαρχών, σπάζοντας την απομόνωση στην οποία είχε περιέλθει η χώρα ιδίως μετά την υποχρεωτική αποχώρησή της από το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Έμελλε, δυστυχώς, στις μέρες μας, η Ελλάδα του σκληρού πυρήνα της ευρωπαϊκής οικονομικής και νομισματικής ένωσης, η χώρα που στο πρόσφατο παρελθόν κατήγαγε τεράστιες διπλωματικές νίκες, πετυχαίνοντας υψιπετείς στόχους, όπως η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., σε πείσμα της λυσσώδους αντίδρασης της Άγκυρας, να μετατραπεί στον απόλυτο διπλωματικό παρία της Ευρώπης των «28» που κανείς δεν τον υπολογίζει, ούτε δεν τον σέβεται, μηδέ τον υπολήπτεται.
Και μπορεί το περασμένο καλοκαίρι να μας την «χάρισαν», αναβάλλοντας τα προχωρημένα σχέδια να μας διώξουν από την ευρωζώνη και ενδεχομένως από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά τώρα που οι ολέθριοι –όχι μόνον από την δική μας πλευρά- χειρισμοί του Μεταναστευτικού δημιούργησαν μια τεράστια βόμβα η οποία απειλεί τη συνοχή χωρών και την παραμονή στην εξουσία κυβερνήσεων, όλα δείχνουν ότι πολύ δύσκολα να μας τη «ξαναχαρίσουν».
Μέρα με τη μέρα και ώρα με την ώρα, επιβεβαιώνονται οι χειρότεροι φόβοι για τη μετατροπή της ελληνικής επικράτειας σε ένα απέραντο «hotspot», όπως ευσχήμως μας έπεισαν να αποκαλούμε τα ατελείωτα «τσαντίρια» τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να στήνουμε για να φιλοξενήσουμε –εκόντες, άκοντες- τις μυριάδες των απελπισμένων από τη μισή Ασία και την άλλη μισή Αφρική που θέλουν να χρησιμοποιήσουν το ελληνικό έδαφος ως πέρασμα προς το «ευρωπαϊκό όνειρο» τους.
Το πιο απογοητευτικό στην ούτως ή άλλως απελπιστική κατάσταση, η οποία διαμορφώνεται μετά το κλείσιμο των βόρειων συνόρων, που πολλοί, εκτός από την κυβέρνηση, βλέπαμε να έρχεται αργότερα ή γρηγορότερα, είναι ότι η Ελλάδα βρέθηκε μπροστά σε τετελεσμένα χωρίς να έχει στο πλευρό της ούτε έναν πραγματικό σύμμαχο. Αντιθέτως, όλοι, μα όλοι, οι βαλκάνιοι γείτονες συντονίστηκαν με την Αυστρία, η οποία αποκτά ρόλο ρυθμιστή των ευρωπαϊκών που ούτε την εποχή του Μέτερνιχ  δεν είχε καταφέρει να αποκτήσει.
Που είναι, άραγε, εκείνες οι βαρύγδουπες εξαγγελίες για την «Συμμαχία του Ευρωπαϊκού Νότου»; Τι απέγιναν οι μεγαλόστομες διακηρύξεις για «την Ευρώπη που αλλάζει εξαιτίας του ΣΥΡΙΖΑ»; Προφανώς χάθηκαν μαζί με την δήθεν «υπερήφανη διαπραγμάτευση» που είχε ως επικεφαλής τον –σχεδόν κατά γενική ομολογία, πλέον-ανεκδιήγητο πρώην  υπουργό Οικονομικών, ο οποίος πρώτος πέτυχε την απομόνωση της χώρας στις συνεδριάσεις του Eurogroup.
Με συγχωρείτε, αλλά όταν προκαλείς τον Σλοβένο ή τον Σλοβάκο, ο οποίος, αν και φτωχότερος, συμμετέχει στο πρόγραμμα διάσωσης της χώρας σου, επειδή ανήκει στην ευρωζώνη, γιατί να σε σεβαστεί ο Ούγγρος ή ο Βούλγαρος, ιδίως όταν στον τελευταίο κλείνεις και τα σύνορα επειδή έχεις αγροτικές κινητοποιήσεις; Πολύ περισσότερο δεν θα σε σεβαστεί η πολιτική τάξη της ΠΔΓΜ που βρήκε με τη μεταναστευτική κρίση τη χρυσή ευκαιρία που χρόνια αναζητούσε για να αναδείξει γεωπολιτικό πλεονέκτημα έναντι της Ελλάδας.
Κακά τα ψέματα, είτε από άγνοια των πραγμάτων είτε από ιδεοληπτικές εμμονές, η σημερινή κυβέρνηση, από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τις τύχες της χώρας, δεν επεδίωξε τη σύναψη αποδοτικών συμμαχιών. Παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς για δήθεν πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, εκείνο που πραγματικά κυνήγησαν οι διπλωματικοί ινστρούχτορες της σημερινής κυβέρνησης ήταν η σύναψη σχέσεων «προστασίας».
Αρχικώς στράφηκαν εκτός Ευρώπης, πλην, όμως, όταν ναυάγησαν νωρίς – νωρίς τα όνειρα για κινέζικες πιστώσεις και ρωσικές προκαταβολές, το έριξαν στις γονυκλισίες προς τον Ομπάμα. Για να καταλήξουν να σέρνονται πότε πίσω από την Μέρκελ και πότε τον Ολάντ, αγνοώντας όλους τους άλλους μικρότερους Ευρωπαίους «παίκτες». Αντί, λοιπόν, να ανοίξουν εδώ και καιρό απευθείας διαύλους με τους γείτονες μας, εναπέθεσαν όλες τις ελπίδες στους «προστάτες».
Από αυτούς περιμένουν τώρα να μας… λυπηθούν και να πιέσουν τους γείτονες μας να ανοίξουν τα σύνορα και τους λοιπούς Κεντροευρωπαίους να δεχθούν να πάρουν στο έδαφός τους μερικούς από τους χιλιάδες των μεταναστών που με αμείωτη ένταση θα εξακολουθήσουν να έρχονται στην Ελλάδα, επειδή εδώ είναι πολύ καλύτερα από τις χώρες τους και αρκετά καλύτερα από την Τουρκία.
Μέχρι το ΝΑΤΟ, που οι σημερινοί κυβερνώντες ήθελαν μέχρι πρότινος τη διάλυσή του, δέχθηκαν, στο πλαίσιο αυτής της λογικής της «προστασίας», να αναλάβει τα ηνία στο Αιγαίο, κάτι που επί σειρά δεκαετιών ήταν αδιανόητο να δεχθεί οποιαδήποτε άλλη ελληνική κυβέρνηση. Παρά ταύτα, όμως, τα αποτελέσματα και αυτού του απελπισμένου διπλωματικού χειρισμού δεν άλλαξαν τη δυσχερή θέση στην οποία περιήλθε η χώρα εξαιτίας της άφρονος πολιτικής που ακολουθήθηκε τον περασμένο χρόνο.
Αλλά, πως μπορεί να περιμένει κανείς κάτι διαφορετικό στην εξωτερική πολιτική, όταν οι ίδιοι άνθρωποι δεν μπορούν να συνάψουν συμμαχίες ούτε καν στο εσωτερικό που έχουν δίπλα τους τόσο «πρόθυμους» -μέχρι παρεξηγήσεως…- συμπαραστάτες, όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, η Φώφη Γεννηματά, ο Σταύρος Θεοδωράκης και ο Βασίλης Λεβέντης;
Αντί να αδράξουν την ευκαιρία της συναίνεσης που τους προσφέρεται, ο Αλέξης Τσίπρας και η κυβερνώσα παρέα του επιλέγουν τα διχαστικά ψεύδη και τις αλαζονικές απειλές. Είναι σαφές ότι αδιαφορούν αν έτσι πριονίζουν το κλαδί στο οποίο κάθονται. Και, προφανώς, δεν δίνουν την παραμικρή σημασία στη ζημιά την οποία προκαλούν στον εθνικό και κοινωνικό κορμό.

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Ο Νίξον στην Κίνα και οι γάτες του Ντεγκ



            Ακούγοντας, τη μέρα που ορκίστηκε το νέο κυβερνητικό σχήμα, τον αναπληρωτή υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης Γιώργο Κατρούγκαλο να χρησιμοποιεί το προηγούμενο του ταξιδιού του Νίξον στην Κίνα για να επιχειρηματολογήσει υπέρ της πρόθεσης του ΣΥΡΙΖΑ να προωθήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στο ελληνικό δημόσιο, δεν σας κρύβω ότι θεώρησα πως τα λεγόμενά του δεν ήταν παρά μια ακόμη πομφόλυγα από εκείνες που ο ενθουσιασμός της νωπής εκλογικής νίκης έκανε αρκετά από τα νέα μέλη του υπουργικού συμβουλίου να εξακοντίζουν.
Παρόλο που ήμουν εξ εκείνων που πίστευαν στην επικείμενη προσγείωση της νέας κυβερνητικής ομάδας στην πραγματικότητα, βρήκα μάλλον πρόωρη τη μεταστροφή του κ. Κατρούγκαλου και αρκούντως υπερβολικό τον παραλληλισμό που έκανε με το ιστορικό ταξίδι στο Πεκίνο που πραγματοποίησε το 1972 ο συντηρητικός Πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, ανοίγοντας δρόμους στους οποίους ήταν μάλλον απίθανο ότι μπορούσε να χαράξει οποιοσδήποτε ομόλογός του από το Δημοκρατικό Κόμμα χωρίς να κατηγορηθεί ως «ενδοτικός έναντι των κομμουνιστών και προδότης των ιδανικών του ελευθέρου κόσμου». 
Η άμεση επίπτωση της καλά οργανωμένης αμερικανικής πρωτοβουλίας που έφερε τη σφραγίδα του «Μέτερνιχ» της εποχής, της πλέον πολυμήχανης αλεπούς της παγκόσμιας διπλωματίας που άκουγε στο όνομα Χένρι Κίσινγκερ, ήταν η αναδιαμόρφωση της γεωπολιτικής ισορροπίας στην ευρύτερη περιοχή της Ευρασίας που στρίμωξε την κραταιά ακόμη Σοβιετική Ένωση. Μεσοπρόθεσμα οι συνέπειες εκείνου του πρωτοπόρου ταξιδιού έγιναν εμφανείς με τα τρομακτικά ανοίγματα της κομμουνιστικής Κίνας προς τον έξω κόσμο  που ακολούθησαν την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού οικονομικού προγράμματος του Ντενγκ Χσιαοπίνγκ.
Είτε από τη μεριά του Νίξον το δει κανείς, είτε από τη σκοπιά του Ντενγκ, που έγινε διάσημος και για την έκφραση «άσπρη γάτα, μαύρη γάτα, αδιάφορο, αρκεί να πιάνει τα ποντίκια» που του αποδίδεται, το μόνο βέβαιο είναι ότι οι καταιγιστικές εξελίξεις των μόλις τεσσάρων εβδομάδων, που παρήλθαν από την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης, καταδεικνύουν την τεράστια ικανότητα προσαρμογής στην πραγματικότητα που διαθέτει η καινούργια πολιτική τάξη η οποία έχει στα χέρια της τις τύχες της Ελλάδας τον τελευταίο μήνα και, υπό προϋποθέσεις, τα πρόσωπα που την απαρτίζουν μπορεί να γίνουν οι αποτελεσματικότεροι εφαρμοστές του «Μνημονίου» ή όπως αλλιώς ονομαστεί το πρόγραμμα που θα πάρει τη θέση του.
Η ταχύτητα, άλλωστε, με την οποία προχώρησαν οι διαβουλεύσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους είναι εκπληκτική και σίγουρα δεν έχει το προηγούμενό της. Δεν ξέρω αν οι τωρινοί είναι καλύτεροι διαπραγματευτές από τους προηγούμενους, όπως -μάλλον πρόωρα- διατείνονται αρκετοί, καθώς αυτό θα φανεί όταν κλείσει ο πρώτος, έστω, κύκλος των διαπραγματεύσεων και γίνει «ταμείο» με τα κέρδη και τις απώλειες που έχουν καταγραφεί.
Είναι, ωστόσο, πασιφανές ότι με τους «ευφημισμούς» και τις «εποικοδομητικές ασάφειες», για να χρησιμοποιήσω δύο από τις αγαπημένες εκφράσεις του αρχιδιαπραγματευτή Γιάνη Βαρουφάκη, η νέα κυβέρνηση κάλυψε ένα τρομακτικά μεγάλο μέρος της απόστασης που τη χώριζε μέχρι πρότινος από τους εταίρους και δανειστές της χώρας, μια απόσταση που μάλλον κανένα άλλο σχήμα δεν θα μπορούσε να καλύψει τουλάχιστον σε τόσο σύντομο χρόνο.
    Για παράδειγμα, η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου που ανέλαβε την εξουσία τον Οκτώβριο του 2009 χρειάστηκε να φθάσει ως τον Απρίλιο του 2010 για να ξεχάσει το «λεφτά υπάρχουν» και να αποφασίσει την ένταξη στο Μνημόνιο που υπεγράφη τον επόμενο μήνα. Αλλά και στη κυβέρνηση συνεργασίας που σχημάτισε ο Αντώνης Σαμαράς τούς πήρε κάμποσους μήνες, από το καλοκαίρι του 2012 που ανέλαβαν, για να αφήσουν στην άκρη τα «Ζάππεια» και την «αναδιαπραγμάτευση» και να υιοθετήσουν αρκετούς μήνες αργότερα τα περίφημα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση των δόσεων που συνοδεύτηκαν από τους πρώτους τριγμούς στις κοινοβουλευτικές ομάδες του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ, αλλά και της ΝΔ.
Τώρα όλα μοιάζουν να είναι διαφορετικά. Τα στελέχη της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, έχοντας την έξωθεν (καλή ή κακή, μάλλον παίζεται…) μαρτυρία του «αντιμνημονιακού», όπως ο Ρεπουμπλικάνος Νίξον του «αντικομμουνιστή», μπορούν να συνομολογούν με τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές συμφωνίες που οι προκάτοχοί τους ούτε να τις διανοηθούν μπορούσαν.
Με τον ίδιο τρόπο που ο Νίξον πριν από τέσσερις δεκαετίες δεν ασχολήθηκε με τη φύση του κινεζικού καθεστώτος και έριξε το βάρος του στις εμπορικές συμφωνίες, έτσι και οι σημερινοί κυβερνώντες δείχνουν να μην τους απασχολεί αν τα μέτρα, τα οποία αργά ή γρήγορα θα κληθούν να λάβουν, είναι «μνημονιακής» κοπής, επειδή (εξαιτίας ίσως και της ευκολίας με την οποία μαζί με την κυβέρνηση τους… παραδόθηκε και η εγχώρια μηντιακή και άλλη εξουσία) πιστεύουν ότι οι ίδιοι είναι καλύτεροι… μεταρρυθμιστές!  
Στην προκειμένη περίπτωση, μάλιστα, το ακόμη σημαντικότερο είναι ότι οι βουλευτές που θα κληθούν να εγκρίνουν τα μέτρα, μπορεί να δείχνουν διάθεση να βγάλουν τα «εσώψυχα» τους στις κλειστές συνεδριάσεις των κομματικών οργάνων, δεν θα διστάσουν, όμως, ούτε θα… δειλιάσουν, όταν τα επίμαχα κείμενα φθάσουν στη Βουλή, να υπερψηφίσουν.
Αλλά και αν ακόμη κάποιοι από τους ΣΥΡΙΖΑίους βουλευτές δεν αντέξουν μέχρι τέλους, η σημερινή κυβέρνηση διαθέτει το μοναδικό πλεονέκτημα που καμία από τις προκατόχους της δεν είχε: το μεγαλύτερο μέρος της αντιπολίτευσης την προτρέπει –ειλικρινώς ή όχι δεν έχει σημασία- να συνεχίσει προς την κατεύθυνση της προσαρμογής που δείχνει να κινείται, αφήνοντας, μάλιστα, ανοικτό ορισμένοι –σίγουρα «Το Ποτάμι», αλλά πιθανότατα όχι μόνον αυτό- να την συνδράμουν σε κάθε δυσκολία που θα αντιμετωπίσει για να κάνει όλα όσα πρέπει για να κρατηθεί η χώρα στην ευρωζώνη και να μπει μια ώρα αρχύτερα στον δρόμο της οικονομικής ανάκαμψης.
            Υ.Γ.: Δεν θα εκπλαγώ διόλου αν τις επόμενες ημέρες ακούσω τον ευφραδή κ. Κατρούγκαλο να απορρίπτει την «προσφορά» του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της ΝΔ Άδωνη Γεωργιάδη να αναλάβει ρόλο εισηγητή της πλειοψηφίας στη συζήτηση επί του νομοσχεδίου που θα επικυρώνει τη συμφωνία για την «μνημονιακή» παράταση και την έναρξη του νέου… «Συμβολαίου» με τους… «Θεσμούς». Μη σας πω ότι… ηχεί ήδη στα αυτιά μου η επιχειρηματολογία του ΣΥΡΙΖΑίου υπουργού να κινείται προς την εξής κατεύθυνση: «Όχι, κ. Γεωργιάδη δεν θα σας επιτρέψουμε να μας κλέψετε τη δόξα του μεταρρυθμιστή…».