Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσακαλώτος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσακαλώτος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 9 Μαρτίου 2017

Αλίμονο στην πραγματικότητα!



            Στις κανονικές χώρες που διαθέτουν κανονικές κυβερνήσεις οι συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου είναι κάτι το σύνηθες. Και παρά ταύτα οι επικεφαλής τους προετοιμάζονται γι΄ αυτές, πολύ περισσότερο όταν φωνάζουν τις κάμερες για να κάνουν πανηγυρικές διακηρύξεις.
Στη χώρα μας που το υπουργικό συμβούλιο συνεδριάζει τόσο σπάνια -μια φορά το εξάμηνο και αν…-, το λιγότερο που θα περίμενε κανείς είναι οι συνεδριάσεις του κορυφαίου αυτού θεσμικού οργάνου να ήταν τουλάχιστον καλά οργανωμένες και ακόμα καλύτερα προγραμματισμένες οι ομιλίες του πρωθυπουργού.
Επειδή, όμως, η Ελλάδα ούτε κανονική χώρα είναι –γιατί αν ήταν διοικούμενοι και διοικούντες δεν θα συμπεριφέρονταν με τον τρόπο που συμπεριφέρονται-, ούτε κανονική κυβέρνηση διαθέτει –γιατί αν διέθετε η συντριπτική πλειονότητα όσων κάθονται τώρα σε υπουργικούς θώκους ούτε στον προθάλαμο των υπουργικών γραφείων δεν θα πλησίαζαν-, όλα γίνονται στο πόδι και τίποτε δεν είναι αποτέλεσμα ουσιαστικού σχεδιασμού.
Στο «τσάτρα πάρτα» αποφασίζεται ότι η αίθουσα του υπουργικού συμβουλίου θα γίνει το ντεκόρ για να εκφωνήσει ο πρωθυπουργός  έναν… «δεκάρικο» που συνέταξε στο «άψε σβήσε» ο λογογράφος του, κοτσάροντας διάφορους εξυπνακισμούς, για «βιολιά», «παράφωνους σκοπούς» και «μουσικές» που «είμαστε πια σε θέση, ίσως για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, να συνθέσουμε εμείς».
Υπό αυτή την έννοια, η κολοσσιαία γκάφα με την πρωθυπουργική αναγγελία της επελθούσας ανάπτυξης που διαψεύστηκε πριν καν τελειώσει το πανηγύρι το οποίο στήθηκε στην αίθουσα του υπουργικού συμβουλίου, δεν συνιστά «απλή αστοχία υλικού», όπως μπορεί να συμπεράνει όποιος θελήσει να την απομονώσει από τα συμφραζόμενα που συγκροτούν τον ιδιότυπο τρόπο διακυβέρνησης που ακολουθείται τους τελευταίους 26 μήνες.
Είτε αντιμετωπιστεί ως συμπτωματικό γεγονός η διάψευση των πρωθυπουργικών βερμπαλισμών από την ΕΛΣΤΑΤ, στην οποία κανείς από την κυβέρνηση δεν σκέφθηκε να απευθυνθεί προτού να συνταχθεί το κείμενο της επίμαχης ομιλίας, είτε υιοθετηθεί το σενάριο που θέλει πίσω από όλα αυτά να κρύβεται το χάσμα που χωρίζει το Μέγαρο Μαξίμου από το υπουργείο Οικονομικών, μικρή σημασία.
Άλλωστε, και στη μια και στην άλλη περίπτωση εκείνο που αναδύεται από τη σπουδή του Αλέξη Τσίπρα να καταφύγει στον επικό ισχυρισμό ότι «μετά από επτά χρόνια σχεδόν καταστροφικής ύφεσης, η χώρα έχει επιστρέψει ήδη σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης» είναι το συμπίλημα από αυταπάτες, ψευδαισθήσεις και φαντασιώσεις που παρουσιάζεται άλλοτε ως προεκλογικό πρόγραμμα και τώρα ως κυβερνητικό σχέδιο.
Παρά το γεγονός, όμως, ότι η πραγματικότητα διαψεύδει τη μια με την άλλη τις εκτιμήσεις τους, όπως ευθαρσώς ομολόγησε πρόσφατα ο τέως υπουργός Νίκος Φίλης στο ανώτερο κομματικό όργανο του ΣΥΡΙΖΑ, οι κυβερνώντες απτόητοι εξακολουθούν να υποτιμούν τη νοημοσύνη των πολιτών οι οποίοι τους έδωσαν την πλειοψηφία επειδή πίστεψαν τα πιο απίθανα πράγματα που έχουν πει ποτέ πολιτικοί.
Τι να ξεχωρίσει κανείς; Το «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν» του παρελθόντος; Ή τις πρόσφατες προπαγανδιστικές αρλούμπες για «την απομόνωση του Σόιμπλε» και «το τέλος της λιτότητας» που κηρύχθηκε από την ΕΡΤ μετά το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου και τη συμφωνία της ελληνικής πλευράς –διά στόματος του «αριστερού»… συνιστωσιάρχη Ευκλείδη Τσακαλώτου- να μειωθεί το αφορολόγητο και να περικοπούν οι συντάξεις.
Το μεγαλύτερο, ωστόσο, δυστύχημα δεν είναι αυτές καθεαυτές οι διαψεύσεις των κυβερνητικών εκτιμήσεων. Είναι, πολύ περισσότερο, η άρνησή τους -ή μήπως η αδυναμία από την πολυετή άσκηση στην ευκολία του να λες ό,τι νά ‘ναι- να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα. Με αποτέλεσμα κανένα από τα παθήματα να μη γίνεται μάθημα. Και να επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά η ίδια τακτική της διαστροφής της πραγματικότητας.
Είδατε, για παράδειγμα, να αναλαμβάνει κάποιος την ευθύνη για τα όσα απατηλά υποστήριξε ο πρωθυπουργός στο υπουργικό συμβούλιο περί της ανάπτυξης; Κανείς απολύτως. Υπήρξε κάποια διαρροή για επίπληξη εκείνου ή εκείνων που μπορεί να τον παρέσυραν σε αυτό το μνημειώδες ατόπημα που πλήττει την αξιοπιστία του; Ούτε κατά διάνοια.
Ακούστηκε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας να απολογείται ή, έστω, να εκφράζει τη λύπη του όταν την επομένη και την μεθεπομένη εμφανίστηκε δημοσίως; Ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Το μόνο για το οποίο φρόντισαν όσοι τον περιβάλουν ήταν να μιλήσει σε «προστατευμένο» περιβάλλον για να μην πέσει σε κανέναν… ενοχλητικό δημοσιογράφο που θα τον ρωτούσε σχετικά;
Τα ερωτήματα είναι προφανώς ρητορικά. Διότι έπειτα από δύο χρόνια διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, όλοι πλέον ξέρουμε ότι, από την εποχή που στη χώρα αποθεωνόταν η βαρουφάκειος «δημιουργική ασάφεια», το μοναδικό δόγμα στο οποίο παραμένουν σταθεροί οι άνθρωποι που απαρτίζουν τη σημερινή εξουσία είναι τούτο: Όταν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί μαζί τους, αλίμονο στην πραγματικότητα!
Υ.Γ.: Για να μην τα βλέπουμε όλα… μαύρα, πάντως, πρέπει να σημειώσουμε και κάτι θετικό που συνέβη επί των ημερών της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ: το ποσοστό όσων πιστεύουν πως «μας ψεκάζουν» υποχώρησε και από το 33,3% που το είχε βρει η εταιρία μετρήσεων Metron Analysis τον Οκτώβριο του 2013, τον Φεβρουάριο του 2017 ο ερευνητικός οργανισμός «διαΝΕΟσις» το κατέγραψε στο 26,5%. Είναι και αυτό μια κάποια πρόοδος. Δεν συμφωνείτε;

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2017

Ποια η (κολοβή) αλεπού και ποιο το αλεπουδάκι;



Όλο το προηγούμενο διάστημα, αρκετοί αναλυτές και η μεγάλη πλειονότητα των πολιτικών στελεχών της αντιπολίτευσης πιθανολογούσαν ότι η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ δεν θα άντεχε να περάσει τον σκόπελο των σκληρών αποφάσεων που είναι υποχρεωμένη να λάβει. Αποφάσεις, τις οποίες είτε συνομολόγησε η ίδια παλαιότερα είτε κατέστησαν αναπόφευκτες από τους χειρισμούς που προηγήθηκαν και την κατά γενική ομολογία παντελή έλλειψη ενός συνεκτικού σχεδίου με αρχή, μέση και τέλος.
Ορισμένοι «στοιχημάτιζαν» υπέρ της προκήρυξης πρόωρων εκλογών, υποστηρίζοντας ως πιο πιθανό ενδεχόμενο να συμβεί κάτι τέτοιο τούτες τις μέρες, δηλαδή προτού εκπνεύσει το 18μηνο από τις προηγούμενες κάλπες εντός του οποίου η ανάδειξη των βουλευτών γίνεται με λίστα και όχι με σταυρό προτίμησης.
Άλλοι επιχειρηματολογούσαν επικαλούμενοι τις αναλογίες με τις προηγούμενες κυβερνήσεις της μνημονιακής εποχής που συγκλονίζονταν για πολύ πιο πεζά πράγματα από εκείνα που αποτελούν τα τωρινά διακυβεύματα. 
Όπως, για παράδειγμα, το πόσες μέρες θα μένει στα ράφια των σούπερ μάρκετ το αγελαδινό γάλα που λίγο έλειψε να ρίξει την κυβέρνηση Σαμαρά πολύ πριν την ανατρέψει η τότε έξαλλη αντιπολίτευση των Αλέξη Τσίπρα και Πάνου Καμμένου με το μπλόκο στην προεδρική εκλογή και τις απροσχημάτιστες απειλές που εκτόξευαν από το βήμα της Βουλής προς εταίρους, δανειστές και υποψήφιους επενδυτές να μη συμφωνήσουν σε τίποτε με τη νόμιμη εξουσία τη χώρας.
Οι εξελίξεις που δρομολόγησε η τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup, στην οποία διαψεύστηκαν πέρα ως πέρα όλες οι εκτιμήσεις και οι στόχοι της κυβέρνησης, η οποία καλείται να… προνομοθετήσει μέτρα μείωσης του αφορολόγητου και περικοπής των συντάξεων, αλλά και να αποδεχθεί την παρουσία του ΔΝΤ μαζί με απλησίαστα πρωτογενή πλεονάσματα και χωρίς ουσιώδη απομείωση των δανειακών υποχρεώσεων, κάνει πολλούς να απορούν πως οι κυβερνητικοί ιθύνοντες μπορεί να διαχειριστούν τα δυσμενή δεδομένα μπροστά στα οποία βρέθηκαν.
Στο ερώτημα για το τι είναι εκείνο που διαφοροποιεί τη σημερινή κυβέρνηση από τις προηγούμενες η απάντηση είναι πολύ απλή: Το θράσος με το οποίο μπορεί να υποστηρίζει ο,τιδήποτε και το ακριβώς αντίθετό του. Να πανηγυρίζει για κάτι που αποτελεί στόχο, όπως π.χ., η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση, και με την ίδια ευκολία, μόλις αποτυγχάνει, να ισχυρίζεται ότι «δεν ήταν και φετίχ». Να αποδέχεται μέτρα διαιώνισης της λιτότητας και την ίδια στιγμή να διακηρύσσει το τέλος της.    
Σε ένα από τα γνωστά για τη θρασύτητα των διατυπώσεων τους  non paper που εξέδωσε αυτές τις μέρες ο προπαγανδιστικός μηχανισμός του Μεγάρου Μαξίμου εξαπέλυε σφοδρή επίθεση στη Νέα Δημοκρατία την οποία κατηγόρησε ότι «προσπαθεί να δημιουργήσει αναταραχή σε βάρος των πολιτών» και της απέδωσε ότι «διαρρέει ψευδώς» διάφορα πράγματα. Με τη γνωστή έπαρση που διακρίνει τους ενοίκους του πρωθυπουργικού γραφείου, το κυβερνητικό non paper κατέληγε με το ακόλουθο εκπληκτικό ερώτημα: «Εκατό η αλεπού, εκατόν ένα το αλεπουδάκι;».
Με άλλα λόγια, ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του θεωρούν ότι οι ίδιοι είναι «αλεπούδες» στην επικοινωνία. Και δεν έχουν καμία δυσκολία να υποστηρίξουν ότι μπροστά τους οι γαλάζιοι προπαγανδιστές δεν είναι παρά «αλεπουδάκια» που δεν θα καταφέρουν να τους ξεπεράσουν!
Επειδή, ωστόσο, σε αντίθεση με τη θρασύτητα και την έπαρση, η ευρυμάθεια δεν περιλαμβάνεται στα ατού των συντακτών των κυβερνητικών non paper, καλό θα ήταν να τους θυμίσει κάποιος τον Αισώπειο μύθο για την κολοβή αλεπού που προσπάθησε –ανεπιτυχώς!- να πείσει και τις υπόλοιπες αλεπούδες να κόψουν, όπως εκείνη, τις ουρές τους.
Με επιχειρηματολογία που δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από τους κυβερνητικούς προπαγανδιστές, η αλεπού του Αισώπου που είχε χάσει την ουρά της σε μια παγίδα –σαν καλή ώρα εκείνη που φαίνεται να έστησε ο Σόιμπλε στο τελευταίο Eurogroup- διατείνονταν απευθυνόμενη προς τις άλλες αλεπούδες: «Τί τις θέλουμε τις ουρές; Μόνο που μας ασκημίζουν. Μας είναι ένα περιττό βάρος. Μας δυσκολεύουν στην κίνηση, μας κάνουν πιο αργές στο τρέξιμο. Μας δυσκολεύουν όταν κρυβόμαστε. Επιπλέον, προσελκύουν τους κυνηγούς, που θέλουν να μας πιάσουν για να πάρουν την ουρά μας».
Τα «εναλλακτικά γεγονότα» και η «μεταλήθεια», όμως, που χρησιμοποίησε η κολοβή αλεπού δεν έπιασαν τόπο, αφού μια άλλη αλεπού από την αγέλη αντέτεινε πως όλα αυτά τα έλεγε αποβλέποντας στο δικό της συμφέρον που ήταν να κόψουν και οι υπόλοιπες τις δικές τους ουρές. Ντροπιασμένη η κολοβή αλεπού έσπευσε να κρυφθεί στις φυλλωσιές του δάσους, περιμένοντας μήπως βρεθεί τρόπος να αποκτήσει καινούργια ουρά.
Κάπως σαν τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, δηλαδή,  που τρεις μέρες μετά το Eurogroup φαίνεται να σιωπά, αναπολώντας, πιθανότατα, τη φουντωτή ουρά που είχε όταν παρίστανε τον ηγέτη της… αριστερής  πτέρυγας του κυβερνώντος κόμματος.

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2017

Από το έλεος της Μέρκελ ως τη γοητεία του Σουλτς



            Ηχεί ακόμη στα αυτιά όλων μας ο θόρυβος από τη δικαιολογημένη ενόχληση που είχαν αισθανθεί αρκετοί εδώ στη χώρα μας εξαιτίας της «απομόνωσης» την οποία είχαν επιφυλάξει οι ευρωπαίοι ομόλογοί του στον Γιάν(ν)η Βαρουφάκη.
Παρά, πάντως, το γεγονός ότι ο έλληνας υπουργός είχε υπερβεί επανειλημμένως τα εσκαμμένα, δηλώνοντας διάθεση να μην αποδεχθεί τους κανόνες που ίσχυαν στη λειτουργία του Eurogroup ή ισχυριζόμενος με υπαινικτικό τρόπο ότι κατέγραφε τα όσα διαμείβονταν στις απόρρητες συνεδριάσεις του εν λόγω θεσμικού οργάνου της ευρωζώνης, ουδείς διεθνής παράγων διανοήθηκε να ζητήσει δημοσίως από την ελληνική κυβέρνηση να τον αποπέμψει ή, έστω, να τον «συμμαζέψει».
Όπως όλοι καλά θυμούμαστε, τον απέπεμψε ουσιαστικά μήνες αργότερα ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας όταν έπαψε να του είναι χρήσιμος στο παιχνίδι της υποτιθέμενης διαπραγμάτευσης που έκανε κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015 και κορυφώθηκε με την παρωδία του δημοψηφίσματος.
Είναι, λοιπόν, απορίας άξιον πως ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, ο οποίος θα ανέβαινε –και δικαίως- στα… κεραμίδια εφόσον του έκανε κανείς υποδείξεις για τους συνεργάτες του, υποδεικνύει σε άλλους ηγέτες να εγκαλέσουν τους δικούς τους υπουργούς.
«Θέλω να αξιοποιήσω την παρουσία μου σ’  αυτό εδώ το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής (σ.σ.: του ΣΥΡΙΖΑ!) και να παρακαλέσω θερμά την καγκελάριο (σ.σ.: Άνγκελα Μέρκελ, που από τα προεκλογικά μπαλκόνια της φώναζε «Go back») να αποθαρρύνει τον υπουργό των Οικονομικών της, απ’ αυτή τη διαρκή επιθετικότητα εναντίον της Ελλάδας», είπε το περασμένο Σάββατο αναφερόμενος στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από το κομματικό του βήμα.
Ακόμη και αν του πιστώσει κανείς όλα το δίκια του κόσμου όταν ισχυρίστηκε ότι θεωρεί «υποτιμητικές» τις αναφορές του γερμανού υπουργού ότι «η Ελλάδα και οι Έλληνες ζουν πάνω από τις δυνατότητές τους», δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί για τη σκοπιμότητα της απροσχημάτιστης ανάμειξης του πρωθυπουργού της Ελλάδας στην προεκλογική περίοδο μιας άλλης χώρας.
Ισχυρίστηκε αρχικώς ότι οι «αφορισμοί» Σόιμπλε σχετίζονται με προσπάθεια για «συγκράτηση των διαρροών (σσ.: των χριστιανοδημοκρατών) προς το κόμμα της “Εναλλακτικής για τη Γερμανία”», για να τοποθετηθεί εν συνεχεία αναφανδόν υπέρ των θέσεων του βασικού αντιπάλου κόμματος προς το CDU των Μέρκελ - Σόιμπλε.
«Πιστεύω ότι δικαίως το SPD, το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, επισήμως μετά από αυτές τις δηλώσεις, εγκάλεσε τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών ότι επιχειρεί να συντηρήσει ένταση γύρω από το ελληνικό πρόγραμμα, προσπαθώντας να φορτώσει στην Ελλάδα τα δικά του αδιέξοδα», υποστήριξε.
Μπορεί, αλήθεια, κανείς να φανταστεί τι θα γινόταν αν το Βερολίνο αποφάσιζε να ανταποδώσει τα ίσα και έβγαιναν, για παράδειγμα, η Μέρκελ, ο Σόιμπλε ή οποιοσδήποτε άλλος γερμανός πολιτικός παράγων και έπαιρνε δημόσια θέση για το ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο στην Ελλάδα;
Για λόγους οι οποίοι, προφανώς, έχουν να κάνουν με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της, η άλλη πλευρά επέλεξε να μην απαντήσει στην πρόκληση, παρότι η παρουσία στη γερμανική πρωτεύουσα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκου Μητσοτάκη θα μπορούσε να αποτελέσει μια αφορμή για να εκφράσουν προτίμηση, αν όχι σε πρόσωπα, ενδεχομένως σε πολιτικές.
Επέλεξαν να μην το κάνουν. Δημοσίως τουλάχιστον. Υποδέχθηκαν χωρίς φανφάρες τον κ. Μητσοτάκη, τηρώντας το ίδιο ακριβώς πρωτόκολλο που είχαν εφαρμόσει και όταν ο κ. Τσίπρας με την αντίστοιχη ιδιότητα του επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε πριν από τρία χρόνια περάσει το κατώφλι του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών στο Βερολίνο.
Πρόκειται για μια επιλογή η οποία είναι μάλλον η ουσιωδέστερη διαφορά που χωρίζει τις σοβαρές χώρες που διαθέτουν στιβαρές ηγεσίες οι οποίες ασκούν πολιτικές που υπακούουν στο εθνικό τους συμφέρον, από τις αποτυχημένες χώρες («failed states», όπως τις αποκαλούν οι αγγλοσάξωνες) που… ατύχησαν να έχουν ηγεσίες οι οποίες θεωρούν ότι προέχει η δική τους παραμονή στην εξουσία.
Γι΄ αυτό φυσικά οι μεν ηγούνται της Ευρώπης και οι δε εκλιπαρούν για το έλεος των άλλων, ακόμη και όταν φαντασιώνονται ότι αλλάζουν τον κόσμο, κλείνοντας τα αυτιά τους στις επισημάνσεις των ίδιων των ηγετικών στελεχών τους, όπως ο Νίκος Φίλης, που τους λένε κατάμουτρα ότι «δεν επιβεβαιώθηκε καμία εκτίμησή μας».
Ο κίνδυνος να βρεθεί η κυβέρνηση και μαζί της και η χώρα ενώπιον μιας ακόμη διάψευσης είναι αναμφισβήτητος. Παρά ταύτα, η ηγεσία της -«αμέριμνη», όπως παρατηρεί και ο κ. Φίλης τώρα που είναι εκτός νυμφώνος- τρενάρει το κλείσιμο της αξιολόγησης σε πείσμα φίλων και εχθρών που προτείνουν το αντίθετο.
Ο κ. Τσίπρας, όμως, δεν το κάνει, προσδοκώντας να λειτουργήσει η… φιλευσπλαχνία της Μέρκελ που έχει την αυταπάτη ότι μπορεί να λυπηθεί τους Έλληνες και να ανακαλέσει στην τάξη τον στενό της συνεργάτης Β. Σόιμπλε. Ή, εναλλακτικά, -γιατί αυτή η κυβέρνηση είναι γνωστό ότι δεν… πορεύτηκε ποτέ «χωρίς plan b»- στη γοητεία που μπορεί να ασκήσει ο ηγέτης των σοσιαλδημοκρατών Μάρτιν Σουλτς στους γερμανούς ψηφοφόρους το προσεχές φθινόπωρο.
Στην οπτική ενός εχέφρονος ανθρώπου, άραγε, πόσες πιθανότητες έχουν να ευοδωθούν σχεδιασμοί αυτού του είδους;

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

«Good Bye Euclid!»



            Φανταστείτε έναν «απομονωμένο» Έλληνα ή μια «απομονωμένη» Ελληνίδα που τον τελευταίο ενάμιση χρόνο δεν είχε την ευκαιρία να ενημερώνεται από τον… «αστικό Τύπο» και τους… «διαπλεκόμενους δημοσιογράφους» για όλα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα και στον κόσμο, αφότου η πλειονότητα των συμπατριωτών μας αποφάσισε να πει το… ηρωικό «Όχι» στο δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015.
            Αν, μάλιστα, όλο αυτό το διάστημα ενημερωνόταν για τα τεκταινόμενα από τα non paper και τις ανακοινώσεις που με καταιγιστικό ρυθμό εκδίδονται από το Μέγαρο Μαξίμου και αναπαράγονται αυτούσια από τα φίλια μέσα ενημέρωσης, είναι πολύ πιθανό να αισθάνεται μια τεράστια κούραση από τις συνεχείς… νίκες τις οποίες καταγάγει η κυβέρνηση, κατατροπώνοντας σε καθημερινή βάση αμέτρητους… εχθρούς εντός και εκτός της χώρας.
            Με δεδομένη την επωδό «Κερδάμε, κερδάμε!», που αποπνέουν τα προπαγανδιστικά κείμενα των πολυπλόκαμων επικοινωνιακών μηχανισμών της κυβέρνησης, οι αποδέκτες τους πρέπει να έχουν πειστεί ότι εδώ και καιρό πνέουν τα λοίσθια τόσο οι εγχώριοι «πρόθυμοι» που συνιστούν την «τρόικα εσωτερικού» όσο και οι αλλοδαποί συντηρητικοί κύκλοι.
Ενδεχομένως να αναρωτήθηκαν κάποιες στιγμές πως και δεν έχει παραιτηθεί ακόμη ο Β. Σόιμπλε με τόσες… αποτυχίες που έχει καταγράψει σε τόσες πολλές συνεδριάσεις του Eurogroup. Ή μπορεί και να τους προκλήθηκε η απορία γιατί δεν δόθηκε ακόμη το Νόμπελ Οικονομίας στον Γιώργο Κατρούγκαλο που κατάφερε να μειώσει τόσο πολύ τη συνταξιοδοτική δαπάνη, χωρίς να κόψει τις συντάξεις, αφού ποτέ σε κανένα non paper ή σε άλλο κυβερνητικό ανακοινωθέν δεν έγινε αναφορά σε περικοπές.
Πιθανότατα, όμως, θα καθησυχάστηκαν διαβάζοντας την Αυγή η οποία στο πρώτο φύλλο της που κυκλοφόρησε μετά την επιστολή συγγνώμης που απέστειλε παραμονή Χριστουγέννων στους Ευρωπαίους εταίρους ο γνωστός χιουμορίστας (με τις πορτοκαλόπιττες και άλλα συναφή) υπουργός Ευκλείδης Τσακαλώτος, πανηγύριζε πρωτοσέλιδα υπό τον τίτλο: «Ο αγώνας αποδίδει».
Πολλώ δε μάλλον που το… πανηγύρι της κυβερνητικής εφημερίδας, όπως και εκείνο των αντίστοιχων non paper του Μαξίμου και του υπουργείου Οικονομικών, συνοδευόταν από τις επισημάνσεις ότι «ξεπαγώνουν οι ρυθμίσεις για το χρέος χωρίς ανάληψη νέων δεσμεύσεων». Ρυθμίσεις για τις οποίες ποτέ δεν έμαθαν πως και γιατί «πάγωσαν». Ενώ μόνον εμμέσως πληροφορήθηκαν –αφού το αυτούσιο κείμενο δεν βρέθηκε χώρος να φιλοξενηθεί- για τις χαρακτηριζόμενες και ως «ταπεινωτικές» δηλώσεις Τσακαλώτου, ο οποίος ρητά ανέλαβε «απόλυτη δέσμευση να παραμείνουμε συμμορφωμένοι στις υποχρεώσεις που απορρέουν από το Μνημόνιο».
Με αυτά και με πολλά άλλα αντίστοιχα επεισόδια, μου δημιουργείται η εντύπωση πως εδώ και παρά πολύ καιρό βιώνουμε -σε πραγματικές διαστάσεις και σχεδόν μόνιμη βάση- σκηνές από τη βραβευμένη γερμανικής παραγωγής κινηματογραφική ταινία «Good Bye Lenin!» που προβλήθηκε το 2003 και έκανε πάταγο διεθνώς με την πρωτοτυπία του σεναρίου της.
Αφορούσε, για όσους δεν την είδαν, μια μεσόκοπη ανατολικογερμανίδα η οποία ήταν ταυτισμένη με το καθεστώς Χόνεκερ και έπεσε σε κώμα όταν, παραμονές της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου, είδε στην τηλεόραση τον γιο της που συμμετείχε σε αντικυβερνητική πορεία να ξυλοκοπείται από αστυνομικούς.
Έπειτα από μήνες, οπότε συνήλθε από το κώμα, τα παιδιά της, ακολουθώντας ιατρικές συμβουλές για αποφυγή οποιουδήποτε σοκ που θα μπορούσε να αποδειχθεί μοιραίο για τη ζωή της, αποφάσισαν να αναπαραστήσουν στο δωμάτιο του σπιτιού τους, στο οποίο συνέχισε την ανάρρωση η μητέρα τους, ένα σκηνικό που έδειχνε ότι η Ανατολική Γερμανία δεν είχε καταρρεύσει και το καθεστώς της συνέχιζε απτόητο. Χρειάστηκε να κατασκευάσουν γι΄ αυτό τηλεοπτικές εκπομπές και δελτία με φανταστικές ειδήσεις.
Όλα έβαιναν καλώς μέχρι που η απομονωμένη γυναίκα ξέφυγε κάποια στιγμή από τον ψευδή επικοινωνιακό κλοιό που της είχαν στήσει οι δικοί της. Βγαίνοντας στον δρόμο αντίκρισε έκπληκτη να κυκλοφορούν δυτικά αυτοκίνητα και τα κτίρια να έχουν καταληφθεί από διαφημίσεις δυτικών καταστημάτων που την προβλημάτισαν.
Η «χαριστική βολή», ωστόσο, που ήρθε να την πείσει για τον κόσμο γύρω της που είχε αλλάξει, ήταν από ένα ελικόπτερο που πετούσε στον ουρανό μεταφέροντας ένα κομμάτι από κατεστραμμένο άγαλμα του αγαπημένου της Λένιν, ο οποίος είχε πλέον τεθεί εκ ποδών από την ενοποιημένη Γερμανία, χωρίς εκείνη να το έχει πληροφορηθεί.
Την ίδια έκπληξη με την ανατολικογερμανίδα ηρωίδα της ταινίας «Good Bye Lenin!», νομίζω ότι θα αισθανθούν και όλοι όσοι, εκτός από τα… επικά non paper της κυβέρνησης που μιλούν για τις «γκάφες» και τα «αυτογκόλ» της αντιπολίτευσης, η οποία «πήρε οδηγίες από τον Σόιμπλε» για να καταψηφίσει τον λεγόμενο «μποναμά Τσίπρα», μπουν στον κόπο να διαβάσουν αυτούσια την επιστολή «συμμόρφωσης» που υπέγραψε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Πολύ περισσότερο που για όσους δεν το ξεχνούν, ο Τσακαλώτος ήταν και παραμένει αρχηγός της ομάδας των «53+» που προβάλλεται και ως… αριστερή –τύφλα να έχει η ορίτζιναλ δεξιά, δηλαδή- πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ. Οπότε αν κάποια στιγμή βρεθεί σκηνοθέτης για να μεταφέρει σε ταινία όλα αυτά που ζούμε από την έλευση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην εξουσία, πιστεύω δικαίως ο τίτλος της δεν μπορεί να είναι άλλος παρά ο εξής: «Good Bye Euclid!».

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2016

Σχέδιο «πορτοκαλόπιτα»



Είτε πιστεύει κανείς είτε όχι τον Γιάν(ν)η Βαρουφάκη, ο οποίος, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και από τους πλέον αξιόπιστους ανθρώπους σε αυτόν τον πλανήτη, πολύ δύσκολα μπορεί να αμφισβητήσει ότι από όλους όσοι διαδραματίζουν ρόλο στο υπερεπταετές ελληνικό δράμα ο μόνος που έχει αποδειχθεί ότι διαθέτει στρατηγικό σχέδιο είναι ο γερμανός υπουργός των Οικονομικών.
Μπορεί, λοιπόν, να έχει τους δικούς του λόγους ο γνωστός και μη εξαιρετέος Βαρουφάκης όταν δηλώνει ότι «ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε συμπεριφέρθηκε με σκαιό τρόπο απέναντι στον Σαμαρά», αποτελεί, ωστόσο, γεγονός πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το Βερολίνο όταν αντιλήφθηκε πως η προηγούμενη κυβέρνηση υπό τον Αντώνη Σαμαρά είχε ουσιαστικά εκμετρήσει το πολιτικό ζην, τόσο με τις επιδόσεις που είχε στις ευρωεκλογές της άνοιξης του 2014 όσο και με τον τρόπο που αντέδρασε εν συνεχεία, δεν κούνησε ούτε το μικρό του δακτυλάκι για να αλλάξει την προδιαγεγραμμένη πορεία των ελληνικών πολιτικών πραγμάτων.
Αρκετοί είχαν διαβλέψει τότε ότι δεν ήταν διόλου τυχαία η παγωμένη υποδοχή της οποίας έτυχε από την καγκελάριο Μέρκελ στις 23 Σεπτεμβρίου εκείνης της μοιραίας χρονιάς ο έλληνας πρωθυπουργός που πήγε στη γερμανική πρωτεύουσα για να ζητήσει μια ελάχιστη χείρα βοηθείας προκειμένου να καταφέρει να κλείσει το μνημονιακό πρόγραμμα και να αποπειραθεί να βγει στο οικονομικό ξέφωτο με το δεκανίκι της περιώνυμης προληπτικής πιστωτικής γραμμής.
Όμως, ούτε η υποτιθέμενη ιδεολογική συνάφεια των δύο κυβερνήσεων, ούτε η επίκληση του «επαπειλούμενου κινδύνου» από την επελαύνουσα ελληνική αριστερά, έκαμψαν τις πεποιθήσεις του Βερολίνου και πιο συγκεκριμένα του κ. Σόιμπλε, ο οποίος απαίτησε την απαρέγκλιτη εφαρμογή του προγράμματος, αδιαφορώντας αν αυτό θα λειτουργούσε ως «πιστοποιητικό θανάτου» για την κυβέρνηση Σαμαρά.
Και, παρότι κανείς δεν το έχει παραδεχθεί, είναι σαφές -και από τις εκ των υστέρων ομολογίες του Γ. Βαρουφάκη- ότι ο βασικός λόγος που τους έκανε να αδιαφορούν για την τύχη της κυβέρνησης Σαμαρά ήταν ότι ουδόλως έπαιρναν τοις μετρητοίς τις παραφροσύνες οι οποίες ακούγονταν από τα ελληνικά προεκλογικά μπαλκόνια –«Go back madam Merkel». Ενώ, αντιθέτως, προεξοφλούσαν ότι οι τύποι που ανέλαβαν τις τύχες της Ελλάδος, ακόμη και αν εννοούσαν όσα έλεγαν, ήταν έτοιμοι να κάνουν κάθε συμβιβασμό και να επιδοθούν σε κάθε πιθανή και απίθανη κωλοτούμπα.
Με αυτά και με πολλά άλλα, το σχέδιο Σόιμπλε, το οποίο όπως κάθε σοβαρό σχέδιο είχε και το «plan b» του, το οποίο εκδηλώθηκε με τις (τάχατες) εναλλακτικές ιδέες που «έριχνε» ο γερμανός υπουργός αρχικώς προς τον Ευάγγελο Βενιζέλο και κατόπιν προς τον Βαρουφάκη, προτείνοντας «να σας χρηματοδοτήσουμε για να μείνετε κάποια χρόνια έξω από το ευρώ και, όταν εξυγιανθείτε οικονομικά, επιστρέφετε», είναι, δυστυχώς, εκείνο που έδινε και εξακολουθεί να δίνει τον τόνο των (δυσμενών, για μας) εξελίξεων και των (ακόμη δυσμενέστερων) προοπτικών.
Το μεγαλύτερο δυστύχημα, ωστόσο, δεν είναι ούτε οι συμβιβασμοί ούτε οι κωλοτούμπες. Είναι το πόσο αστόχαστα εξακολουθούν να λειτουργούν και πόσο ανεπίδεκτοι μαθήσεως αποδεικνύονται όσοι απαρτίζουν τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση. Ενώ στην πραγματικότητα είναι έτοιμοι να υποστούν κάθε ταπείνωση, αποδεχόμενοι πράγματα που καμία άλλη κυβέρνηση δεν θα αποδεχόταν (από το αιωνόβιο Υπερταμείο για τη δημόσια περιουσία έως τους αυτόματους «κόφτες» που διαιωνίζουν την επιτροπεία), προσπαθούν με διάφορα προσχηματικά τερτίπια να παραστήσουν πως δήθεν αντιστέκονται.
Βρίζουν, από τη μια, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τα στελέχη τους, αποκαλώντας τους «ανόητους τεχνοκράτες», και, από την άλλη, τους καλούν να… δείξουν χαρακτήρα και να υποστηρίξουν την ελληνική θέση για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα. Ομνύουν πίστη στις συμφωνίες που υπέγραψαν, αλλά την ίδια ώρα καταφεύγουν σε αχρείαστους λεονταρισμούς μοιράζοντας, χωρίς προσυνεννόηση, ψηφοθηρικούς «μποναμάδες» με την προσδοκία να πείσουν το… «πόπολο» ότι τηρούν κάποιες από τις υποσχέσεις τους.
Καταφεύγουν απερίσκεπτα στην εκτόξευση απειλών για προκήρυξη εκλογών, αγνοώντας ότι η απειλή τους μπορεί να λειτουργήσει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Αποκαλούν από την Κούβα «δυνάστες» τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές, αλλά σπεύδουν στο Βερολίνο για να ικετέψουν την καγκελάριο Μέρκελ να αγνοήσει τις δικές της κάλπες και να ανατρέψει το μόνο συνεκτικό σχέδιο για την ελληνική κρίση, που, κακά τα ψέματα, δεν είναι άλλο από το σχέδιο Σόιμπλε.
Όποιος αμφιβάλει για τη… μοναδικότητα του σχεδίου Σόιμπλε δεν έχει παρά να ανατρέξει στην πρωτοφανή για τα ελληνικά κοινοβουλευτικά χρονικά ομιλία με την οποία έκλεισε το περασμένο Σάββατο τη συζήτηση για τον κρατικό προϋπολογισμό ο έλληνας ομόλογός του, Ευκλείδης Τσακαλώτος. Υπό τα «χάχανα» των κυβερνητικών βουλευτών, που λίγο αργότερα είπαν «ναι σε όλα», ο υπουργός Οικονομικών της καθημαγμένης Ελλάδας διηγούνταν από το βήμα της Βουλής ανέκδοτα για… πορτοκαλόπιτες τις οποίες του χαρίζουν γιαγιάδες, εκφράζοντας τον θαυμασμό τους επειδή… κατατροπώνει τους πολιτικούς του αντιπάλους στην Αθήνα.
Λέτε αν επαναλάβουν στο Βερολίνο όλα όσα είπαν στην ελληνική Βουλή τόσο ο ίδιος ο χιουμορίστας υπουργός μας, που ταξιδεύει αυτές τις ημέρες στη γερμανική πρωτεύουσα, όσο και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, να καμφθούν η Μέρκελ με τον Σόιμπλε; Καλού - κακού, ας τους πάνε πεσκέσι μερικές πορτοκαλόπιτες για να καταλάβουν ότι υπάρχουν τομείς στην Ελλάδα που έχουν εκτοξευθεί επί των ημερών του Ευκλείδη. Ο οποίος ήρθε η ώρα να αποδείξει ότι, παρόλο που δυσκολεύεται ακόμη λίγο στα ελληνικά, στα ανέκδοτα τα πάει καλά και κερδίζει αφειδώς πορτοκαλόπιτες.