Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αυγή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αυγή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2022

Αν δεν πιάσει τόπο το… «GFY», ας δοκιμάσουν κατάρες ή βουντού!

Δεν ξέρω -και ειλικρινά δυσκολεύομαι πολύ να φανταστώ- τι είναι εκείνο που κάνει έναν αυτοαποκαλούμενο αριστερό της εποχής μας να εμφανίζεται διαρκώς ως θυμωμένος και να… αγανακτεί τόσο πολύ ώστε να εξαπολύει χυδαίες ύβρεις κατά των αντιπάλων του.

Η δυσκολία μου γίνεται μεγαλύτερη από το γεγονός ότι, λόγω ηλικίας ή και αναγνώσεων, έχω υπόψη μου αυθεντικούς αριστερούς οι οποίοι ήταν έτοιμοι να βάλουν το κεφάλι τους στον ντορβά -και το έβαλαν όταν χρειάστηκε- για να υπερασπιστούν τις ιδέες τους χωρίς ποτέ να καταφύγουν σε ύβρεις ακόμη και όταν ήταν αντιμέτωποι με σκληρόπετσους στρατοδίκες και αδίστακτους βασανιστές.

Μου είναι αδύνατο να σκεφτώ ότι, για παράδειγμα, ο Πλουμπίδης, ο Μπελογιάννης, ο Αμπατιέλλος, ο Λουλές, ο Κάππος κι τόσοι άλλοι οι οποίοι εκτελέστηκαν, φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν στα «πέτρινα» μετεμφυλιακά χρόνια θα διανοούνταν να χρησιμοποιήσουν -και μάλιστα στον δημόσιο λόγο τους- το ρήμα «γαμ…» δίπλα στα ονόματα των κυβερνητών της εποχής τους είτε ήταν ο Πλαστήρας, ο Παπάγος ή ο Καραμανλής, που είχαν εκλεγεί από την τότε πλειοψηφία του λαού, είτε επρόκειτο για τους σφετεριστές της εξουσίας όπως ήταν οι δικτάτορες.

Ακόμη και για σε όσους δεν… έβλεπαν φωτοστέφανα γύρω από τις κεφαλές τους, οι αριστεροί των προηγούμενων δεκαετιών ενέπνεαν σεβασμό. Ήταν, στη μεγάλη πλειονότητα τους, άνθρωποι που απέπνεαν ήθος, ανιδιοτέλεια και σοβαρότητα που απείχαν παρασάγγες από την υποκριτική σοβαροφάνεια πολλών από τους τότε κρατούντες. Η κοσμιότητα της συμπεριφοράς τους δεν μείωνε σε τίποτε την αγωνιστικότητά τους. Τουναντίον, μπορεί να ισχυριστεί κανείς.

Η μαχητικότητα και η αγωνιστικότητα που επεδείκνυαν υπήρξαν παροιμιώδεις. Και δεν ήταν μόνον ότι αναγνωρίζονταν από φίλους και αντιπάλους. Ήταν, πολύ περισσότερο, ότι δημιουργούσαν πρότυπα τα οποία ακολουθούσαν αρκετοί από τις νεότερες γενιές ακόμη και όταν το οικογενειακό τους υπόβαθρο κινούνταν σε άλλες κομματικές κατευθύνσεις.

Η εικόνα αυτή άλλαξε άρδην τα τελευταία χρόνια. Αρχής γενομένης από την πρώτη μνημονιακή περίοδο και τις πλατείες των λεγόμενων «Αγανακτισμένων», όπου έγινε ο συμφυρμός με την Ακροδεξιά, οδηγηθήκαμε βαθμιαία σε αυτό που προσφυώς ο Ευάγγελος Βενιζέλος είχε αποκαλέσει «εκτσογλανισμό της πολιτικής ζωής».

Απότοκο, προφανώς, αυτής της κατάστασης είναι το σύνθημα «Μητσοτάκη γαμ…» που άρχισαν, κυρίως μέσα από το Διαδίκτυο, να λανσάρουν ήδη από το περασμένο καλοκαίρι πρόσωπα συνδεδεμένα με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν άργησε να περάσει και στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος. Στη ΔΕΘ το φώναζαν οι συγκεντρωμένοι έξαλλοι οπαδοί του Κασιδιάρη, ενώ ακούστηκε και στις περισσότερες μαζώξεις των αντιεμβολιαστών.

Το ότι υιοθετήθηκε από αρθρογράφο της «Αυγής», έστω και με την… αγγλική του εκδοχή (το περίφημο «GFY»), αποτέλεσε μια ακόμη… ποιοτική αναβάθμιση. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που δεν έτυχε της παραμικρής αποδοκιμασίας από εκείνους που στο παρελθόν διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους ακόμη και για γελοιογραφίες που δεν ήταν της αρεσκείας τους.

Όσο αστείο, πάντως, κι αν είναι να βλέπει κανείς την… αμερικανιά, όπως είναι το «GFY» (Go Fuck Yourself!), διατυπωμένη από τη γραφίδα ενός αμετανόητου… σοβιετόφιλου, το φαινόμενο καθίσταται πολύ σοβαρό αν αναλογιστεί κανείς ότι πρόκειται για αντιγραφή συμπεριφοράς που στις ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει οι ακραίοι «τραμπιστές» που στρέφονται κατ΄ αυτόν τον τρόπο κατά του Προέδρου Τζο Μπάιντεν.

Το «fuck Joe Biden» αποτελεί το αγαπημένο σύνθημα των οπαδών του ανεκδιήγητου Αμερικανού πρώην Προέδρου. Και αυτός μόνον θα μπορούσε να ήταν ένας πολύ σοβαρός λόγος για να μην το ενστερνίζεται κανείς. Εκτός πια και αν είναι εξίσου αφιονισμένος και διψασμένος για εξουσία όσο και οι θαυμαστές του Ντόναλντ Τραμπ.

Με την τροπή, πάντως, που έχουν πάρει τα πράγματα στη χώρα μας, αν καθυστερήσουν κι άλλο οι εκλογές, ίσως δεν θα αργήσει η ώρα που το «Μητσοτάκη γαμ…» θα ακουστεί και μέσα στη Βουλή. Άλλωστε, τόσο άλλα ακούγονται το τελευταίο διάστημα. Εκτός και αν, με την απελπισία που φαίνεται να επικρατεί σε κάποια έδρανα, εκτιμηθεί ότι, αφού δεν πιάνει τόπο το «GFY», να αρχίσουν να δοκιμάζουν τις… κατάρες ή τα… βουντού ως πλέον αποτελεσματικές μεθόδους για να ανατρέψουν τους δύσκολους συσχετισμούς…

Λέτε να το δούμε μετά το επόμενο… δημοσκοπικό κύμα;

Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017

«Και ακαρτέρει, και ακαρτέρει….»



«Με μια λιτή αλλά ουσιαστική δήλωση ο υπουργός….». Έτσι ξεκινούσε η ανάρτηση για την παραίτηση του προέδρου της ΕΡΤ Δ. Τσακνή που φιλοξενούνταν σε ένα από τα site–φερέφωνα, τα οποία οι άνθρωποι που τα λειτουργούν, όταν δεν γλύφουν –με το αζημίωτο, ας υποθέσουμε- πατόκορφα τους κυβερνώντες, προσπαθούν να κάνουν καριέρα εγκαλώντας είτε την αντιπολίτευση είτε τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης επειδή ασκούν κριτική στη σημερινή εξουσία.
Η προαναφερόμενη περίπτωση δεν είναι ούτε πρωτοφανής, ούτε μοναδική. Συνιστά, ωστόσο, αξιομνημόνευτο φαινόμενο γιατί τα κρούσματα αυτού του είδους είναι πυκνά και επαναλαμβανόμενα. Η εχθροπάθεια, εξάλλου, με την οποία τα φιλοκυβερνητικά μέσα αντιμετωπίζουν όποιον –πολιτικό ή δημοσιογράφο- δεν επαινεί την κυβέρνηση είναι απαράμιλλη. Όπως απαράμιλλο είναι και το πάθος με το οποίο υπερασπίζονται όλες τις κυβερνητικές προπαγανδιστικές επιδιώξεις. Επανεμφανισθείσα προσφάτως στο προσκήνιο ιστορική εφημερίδα, που πέρασε στη σφαίρα της κυβερνητικής επιρροής, είχε τίτλο στην είδηση για τη μεγαλύτερη θαλάσσια οικολογική καταστροφή στη χώρα μας: «Πνιγήκαμε σε μια κουταλιά πετρέλαιο»…  
Σε αυτό το μοτίβο, θεωρείται φυσικό να αποσιωπάται για παράδειγμα το ασυνήθιστο γεγονός να αποκλείει ο πρωθυπουργός τα μη φίλια μέσα ενημέρωσης από τις δημόσιες εμφανίσεις του. Και δεν κουνιέται φύλλο ακόμη και όταν φθάνει στο σημείο να μη δίνει ερωτήσεις στη συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ σε όποιον εκπροσωπεί μέσο που δεν είναι της αρεσκείας του. Αντιθέτως, είναι –μπορεί και δικαίως- τεράστιο θέμα και βρίσκει χώρο για δημοσίευση το ότι η Αστυνομία παρεμπόδισε δημοσιογράφους που ήθελαν να πάνε στα ορυχεία στις Σκουριές της Χαλκιδικής.
Θέλετε κι άλλο παράδειγμα; Θεωρείται άσκηση δικαιώματος η προσφυγή στη Δικαιοσύνη υπαρκτών ή ανύπαρκτων οικολογικών οργανώσεων που θέλουν να ματαιώσουν την επένδυση του Ελληνικού, αλλά λοιδορούνται οι καναλάρχες που κάνουν το ίδιο κατά του νόμου για τις αδειοδοτήσεις των τηλεοπτικών σταθμών. «Μέσω του... αγαπημένου τους θεσμού» όπως αυτολεξεί χαρακτηριζόταν το Συμβούλιο της Επικρατείας, «δεν θέλουν πάλι να πληρώσουν», έγραφαν διάφοροι που –αυτόκλητα, άραγε;- έχουν αναλάβει ρόλο κυβερνητικών τρολ .
Αποτελεί αδιαμφισβήτητη αλήθεια ότι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είχαν, πολύ πριν ανέλθουν στην εξουσία, στήσει έναν πολυπλόκαμο επικοινωνιακό μηχανισμό. Που είχε ερείσματα παντού και ανθρώπους που ακολουθούσαν άκριτα τις κυρίαρχες νόρμες της ενημέρωσης που ήταν οι παντοειδείς λαϊκίστικες προσεγγίσεις, το εμπόριο ευαισθησίας και η καπηλεία κάθε είδους αλληλεγγύης. Και που την ίδια ώρα μετέρχονταν κάθε μέσο για την υπονόμευση όποιου δεν συνέβαλε στη δόξα των επερχόμενων που θα έσκιζαν το Μνημόνιο, θα μας γλύτωναν από τον ΕΝΦΙΑ, θα… καταργούσαν τις αυτοκτονίες και θα μας απάλλασσαν από τόσα άλλα δεινά.
Τα πράγματα, όμως, άρχισαν να αλλάζουν από τον Ιανουάριο του 2015 όταν η μια μετά την άλλη οι αυταπάτες άρχιζαν να διαλύονται. Μαζί άλλαξε και η –εντός ή εκτός εισαγωγικών- ενημέρωση. Περάσαμε πλέον στην εποχή των non paper που έγινε ο αποκλειστικός τρόπος με τον οποίο «βγαίνουν οι κυβερνητικές ειδήσεις». Οι συντάκτες που στο παρελθόν ξημεροβραδιάζονταν έξω από το Μαξίμου εκδιώχθηκαν από εκεί. Έτσι ώστε ό,τι αφορά πλέον τη λειτουργία της κυβέρνησης να το μαθαίνουν μόνον λίγοι και εκλεκτοί που είναι διασυνδεδεμένοι με τον επίσημο προπαγανδιστικό μηχανισμό που εγκαταστάθηκε στα υπόγεια του πρωθυπουργικού γραφείου και δίπλα στα υπουργικά γραφεία.     
Το αστείο είναι ότι όλοι αυτοί που κουνούσαν το δάκτυλο σε εμάς που εργαζόμαστε στα αποκαλούμενα «κατεστημένα μέσα ενημέρωσης» και μας κατηγορούσαν ότι «καταστρέφουμε την ενημέρωση», επειδή τάχατες υπερασπιζόμασταν το Μνημόνιο, έχουν μεταβληθεί την τελευταία διετία στους πλέον δουλικούς μνημονιακούς. Και επιπλέον ο ένας μετά τον άλλο εφορμούν στο Κράτος, εγκαταλείποντας τα μέσα που ως τώρα υπηρετούσαν είτε διότι τους αφήνουν επί μήνες απλήρωτους –που είναι άραγε η Επιθεώρηση Εργασίας;- είτε πειδή αντιμετωπίζουν –δυστυχώς- το φάσμα του λουκέτου.
Τελευταίος στη σειρά των ασταμάτητων μετακομίσεων στο Κράτος –«καλώς τον κι ας άργησε…» πρέπει να ήταν η φράση με την οποία τον υποδέχτηκαν οι από καιρό εγκατεστημένοι στα υπόγεια του Μαξίμου προπαγανδιστές- είναι ο θρυλικός κ. Θανάσης Καρτερός. Ο άνθρωπος που… έγραψε ιστορία όταν, ως πρωτοπόρος στην… αποκάλυψη των fake news, καλούσε την εποχή του Τσερνομπίλ τους αναγνώστες της εφημερίδας που τότε διηύθυνε να τρώνε άφοβα μαρούλια επειδή τα περί ραδιενέργειας ήταν κατασκεύασμα της δυτικής προπαγάνδας.
Είναι απορίας άξιο, πάντως, πόσοι από εκείνους τους προ τριακονταετίας αναγνώστες, θα έμειναν πιστοί στον κ. Καρτερό. Όπως αντίστοιχη απορία γεννάται για το πως θα ενημερώνονται πλέον οι -πάνω κάτω- χίλιοι αναγνώστες που διάβαζαν την καθημερινή αρθρογραφία του στην Αυγή. Αρθρογραφία, η οποία, όπως φαίνεται, εκτιμήθηκε τόσο πολύ από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα ώστε να λάβει τη βαρυσήμαντη απόφαση να τον ορίσει «νέο σερίφη» στην ενημέρωση. Αυτή, άλλωστε, είναι μια από τις αγαπημένες εκφράσεις του κ. Καρτερού, ο οποίος, κάνοντας επίδειξη –σε ποιον άραγε;- αμερικανομάθειας, όταν αναφερόταν στο τωρινό αφεντικό του, δηλαδή στον κ. Τσίπρα, έγραφε:  «There is a new sheriff in town…».              
Αν, πάντως, μετά τις «δημοσκοπήσεις» από εταιρίες – «μαϊμού», που επιστρατεύτηκαν ως «ενέσεις ηθικού» στους εναπομείναντες ΣΥΡΙΖΑίους, οι επόμενες κινήσεις για να αντιστραφεί το δυσμενές κλίμα κατά της κυβέρνησης ήταν η επανεμφάνιση στο προσκήνιο του Π. Καλφαγιάννη της ΠΡΟΣΠΕΡΤ, που κατάπιε τον άμοιρο Δ. Τσακνή, και η αντικατάσταση του «μάγου» των non paper Θ. Μιχόπουλου από τον… μαρουλοφάγο Καρτερό, η απελπισία του Μαξίμου πρέπει να είναι πολύ μεγάλη.
Απελπισία τόσο μεγάλη και τόσο ευδιάκριτη ώστε κάποιοι στους διαδρόμους της Βουλής να κάνουν λογοπαίγνιο με το όνομα του νέου αρχιπροπαγανδιστή του Μαξίμου και τη στροφή από τον «Ύμνο της Ελευθερίας» του Σολωμού που λέει: «Και ακαρτέρει, και ακαρτέρει/  φιλελεύθερη λαλιά,/  ένα εκτύπαε τ’ άλλο χέρι/ από την απελπισιά». Βάλτε, αντί για τη… μισητή στο Μαξίμου «φιλελεύθερη λαλιά», την έκφραση «δημοσκοπική ανάκαμψη» και θα έχετε το πανόραμα της κυβερνητικής «επένδυσης» στον κ. Καρτερό.

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

«Good Bye Euclid!»



            Φανταστείτε έναν «απομονωμένο» Έλληνα ή μια «απομονωμένη» Ελληνίδα που τον τελευταίο ενάμιση χρόνο δεν είχε την ευκαιρία να ενημερώνεται από τον… «αστικό Τύπο» και τους… «διαπλεκόμενους δημοσιογράφους» για όλα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα και στον κόσμο, αφότου η πλειονότητα των συμπατριωτών μας αποφάσισε να πει το… ηρωικό «Όχι» στο δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015.
            Αν, μάλιστα, όλο αυτό το διάστημα ενημερωνόταν για τα τεκταινόμενα από τα non paper και τις ανακοινώσεις που με καταιγιστικό ρυθμό εκδίδονται από το Μέγαρο Μαξίμου και αναπαράγονται αυτούσια από τα φίλια μέσα ενημέρωσης, είναι πολύ πιθανό να αισθάνεται μια τεράστια κούραση από τις συνεχείς… νίκες τις οποίες καταγάγει η κυβέρνηση, κατατροπώνοντας σε καθημερινή βάση αμέτρητους… εχθρούς εντός και εκτός της χώρας.
            Με δεδομένη την επωδό «Κερδάμε, κερδάμε!», που αποπνέουν τα προπαγανδιστικά κείμενα των πολυπλόκαμων επικοινωνιακών μηχανισμών της κυβέρνησης, οι αποδέκτες τους πρέπει να έχουν πειστεί ότι εδώ και καιρό πνέουν τα λοίσθια τόσο οι εγχώριοι «πρόθυμοι» που συνιστούν την «τρόικα εσωτερικού» όσο και οι αλλοδαποί συντηρητικοί κύκλοι.
Ενδεχομένως να αναρωτήθηκαν κάποιες στιγμές πως και δεν έχει παραιτηθεί ακόμη ο Β. Σόιμπλε με τόσες… αποτυχίες που έχει καταγράψει σε τόσες πολλές συνεδριάσεις του Eurogroup. Ή μπορεί και να τους προκλήθηκε η απορία γιατί δεν δόθηκε ακόμη το Νόμπελ Οικονομίας στον Γιώργο Κατρούγκαλο που κατάφερε να μειώσει τόσο πολύ τη συνταξιοδοτική δαπάνη, χωρίς να κόψει τις συντάξεις, αφού ποτέ σε κανένα non paper ή σε άλλο κυβερνητικό ανακοινωθέν δεν έγινε αναφορά σε περικοπές.
Πιθανότατα, όμως, θα καθησυχάστηκαν διαβάζοντας την Αυγή η οποία στο πρώτο φύλλο της που κυκλοφόρησε μετά την επιστολή συγγνώμης που απέστειλε παραμονή Χριστουγέννων στους Ευρωπαίους εταίρους ο γνωστός χιουμορίστας (με τις πορτοκαλόπιττες και άλλα συναφή) υπουργός Ευκλείδης Τσακαλώτος, πανηγύριζε πρωτοσέλιδα υπό τον τίτλο: «Ο αγώνας αποδίδει».
Πολλώ δε μάλλον που το… πανηγύρι της κυβερνητικής εφημερίδας, όπως και εκείνο των αντίστοιχων non paper του Μαξίμου και του υπουργείου Οικονομικών, συνοδευόταν από τις επισημάνσεις ότι «ξεπαγώνουν οι ρυθμίσεις για το χρέος χωρίς ανάληψη νέων δεσμεύσεων». Ρυθμίσεις για τις οποίες ποτέ δεν έμαθαν πως και γιατί «πάγωσαν». Ενώ μόνον εμμέσως πληροφορήθηκαν –αφού το αυτούσιο κείμενο δεν βρέθηκε χώρος να φιλοξενηθεί- για τις χαρακτηριζόμενες και ως «ταπεινωτικές» δηλώσεις Τσακαλώτου, ο οποίος ρητά ανέλαβε «απόλυτη δέσμευση να παραμείνουμε συμμορφωμένοι στις υποχρεώσεις που απορρέουν από το Μνημόνιο».
Με αυτά και με πολλά άλλα αντίστοιχα επεισόδια, μου δημιουργείται η εντύπωση πως εδώ και παρά πολύ καιρό βιώνουμε -σε πραγματικές διαστάσεις και σχεδόν μόνιμη βάση- σκηνές από τη βραβευμένη γερμανικής παραγωγής κινηματογραφική ταινία «Good Bye Lenin!» που προβλήθηκε το 2003 και έκανε πάταγο διεθνώς με την πρωτοτυπία του σεναρίου της.
Αφορούσε, για όσους δεν την είδαν, μια μεσόκοπη ανατολικογερμανίδα η οποία ήταν ταυτισμένη με το καθεστώς Χόνεκερ και έπεσε σε κώμα όταν, παραμονές της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου, είδε στην τηλεόραση τον γιο της που συμμετείχε σε αντικυβερνητική πορεία να ξυλοκοπείται από αστυνομικούς.
Έπειτα από μήνες, οπότε συνήλθε από το κώμα, τα παιδιά της, ακολουθώντας ιατρικές συμβουλές για αποφυγή οποιουδήποτε σοκ που θα μπορούσε να αποδειχθεί μοιραίο για τη ζωή της, αποφάσισαν να αναπαραστήσουν στο δωμάτιο του σπιτιού τους, στο οποίο συνέχισε την ανάρρωση η μητέρα τους, ένα σκηνικό που έδειχνε ότι η Ανατολική Γερμανία δεν είχε καταρρεύσει και το καθεστώς της συνέχιζε απτόητο. Χρειάστηκε να κατασκευάσουν γι΄ αυτό τηλεοπτικές εκπομπές και δελτία με φανταστικές ειδήσεις.
Όλα έβαιναν καλώς μέχρι που η απομονωμένη γυναίκα ξέφυγε κάποια στιγμή από τον ψευδή επικοινωνιακό κλοιό που της είχαν στήσει οι δικοί της. Βγαίνοντας στον δρόμο αντίκρισε έκπληκτη να κυκλοφορούν δυτικά αυτοκίνητα και τα κτίρια να έχουν καταληφθεί από διαφημίσεις δυτικών καταστημάτων που την προβλημάτισαν.
Η «χαριστική βολή», ωστόσο, που ήρθε να την πείσει για τον κόσμο γύρω της που είχε αλλάξει, ήταν από ένα ελικόπτερο που πετούσε στον ουρανό μεταφέροντας ένα κομμάτι από κατεστραμμένο άγαλμα του αγαπημένου της Λένιν, ο οποίος είχε πλέον τεθεί εκ ποδών από την ενοποιημένη Γερμανία, χωρίς εκείνη να το έχει πληροφορηθεί.
Την ίδια έκπληξη με την ανατολικογερμανίδα ηρωίδα της ταινίας «Good Bye Lenin!», νομίζω ότι θα αισθανθούν και όλοι όσοι, εκτός από τα… επικά non paper της κυβέρνησης που μιλούν για τις «γκάφες» και τα «αυτογκόλ» της αντιπολίτευσης, η οποία «πήρε οδηγίες από τον Σόιμπλε» για να καταψηφίσει τον λεγόμενο «μποναμά Τσίπρα», μπουν στον κόπο να διαβάσουν αυτούσια την επιστολή «συμμόρφωσης» που υπέγραψε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Πολύ περισσότερο που για όσους δεν το ξεχνούν, ο Τσακαλώτος ήταν και παραμένει αρχηγός της ομάδας των «53+» που προβάλλεται και ως… αριστερή –τύφλα να έχει η ορίτζιναλ δεξιά, δηλαδή- πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ. Οπότε αν κάποια στιγμή βρεθεί σκηνοθέτης για να μεταφέρει σε ταινία όλα αυτά που ζούμε από την έλευση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην εξουσία, πιστεύω δικαίως ο τίτλος της δεν μπορεί να είναι άλλος παρά ο εξής: «Good Bye Euclid!».

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

Ποιος ήταν τελικά ο «κλέφτης»;



Εάν παραβλέψουμε τον επικοινωνιακό κουρνιαχτό που σκόπιμα ξεσηκώθηκε και πάρουμε τοις μετρητοίς την κυβερνητική προπαγάνδα που ακολούθησε την αποκάλυψη για το συγχωροχάρτι που επιχειρήθηκε να δοθεί -και κατά τα φαινόμενα δόθηκε!- από την κυβέρνηση του… ηθικού πλεονεκτήματος στους πολιτικούς που έχουν off shore, στην άκρως σκανδαλώδη αυτή υπόθεση υπήρχε κάποιος… «κλέφτης»!
Δεν εξηγείται αλλιώς το ότι και οι δύο ανακοινώσεις που εκδόθηκαν από το Μέγαρο Μαξίμου, η μία με τη μορφή του ενημερωτικού σημειώματος, όπως αποκαλούνται πλέον τα πάλαι ποτέ ένδοξα «non paper», και η άλλη με την υπογραφή της κυβερνητικής εκπροσώπου, κατέληγαν με την ίδια ακριβώς παροιμία: «φωνάζει ο κλέφτης…».
Η πρώτη από τις ανακοινώσεις εκδόθηκε το μεσημέρι της Κυριακής σε μια απέλπιδα, όπως αποδείχθηκε, προσπάθεια να υποστηριχθούν τα ανυποστήρικτα που περιείχε η αρχική ανακοίνωση της γενικής γραμματείας για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, ότι τάχατες η θέσπιση ακαταδίωκτου για τους πολιτικούς που είχαν εξωχώριες εταιρείες με έδρα σε χώρες που χαρακτηρίζονται φορολογικά συνεργάσιμες είχε επιβληθεί από κοινοτική οδηγία ή ότι όλα έγιναν επειδή δήθεν ήταν ανεφάρμοστη η προϊσχύουσα νομοθεσία, με βάση την οποία, όμως, είχε μείνει πριν από τρία χρόνια εκτός Υπουργικού Συμβουλίου ο υφυπουργός Γιώργος Βερνίκος.
Με τη γνωστή θρασύτητα που χαρακτηρίζει όλους όσοι ψεύδονται ασυστόλως, το προπαγανδιστικό κυβερνητικό  σημείωμα που έφερε τον τίτλο «φωνάζει ο κλέφτης», έγραφε τα εξής απίθανα: «Είναι αξιοθρήνητη η προσπάθεια της ΝΔ, πάντα σε συντονισμό με τις φυλλάδες που εξευτελίζουν συστηματικά τη δημοσιογραφία, να ξεσηκώσει παραπλανητικό θόρυβο γύρω από τον εκσυγχρονισμό και την αυστηροποίηση της νομοθεσίας του Πόθεν Έσχες». Και κατέληγε με το ακόμη πιο απίθανο: «Τους χαιρετισμούς μας στη μονταζιέρα».
Ήταν, όμως, τόσο έωλοι οι ισχυρισμοί των προπαγανδιστών του πρωθυπουργικού Μεγάρου, που με εξαίρεση κάποια παντελώς ανόητα τρολ του διαδικτύου, δεν κατάφεραν να πείσουν ούτε καν το δημοσιογραφικό όργανο του ΣΥΡΙΖΑ, την «Αυγή», η οποία προφανώς κατά τους συντάκτες της ανακοίνωσης δεν πρέπει να ανήκει στις… «φυλλάδες που εξευτελίζουν συστηματικά τη δημοσιογραφία». Ακόμη και αυτοί οι υπεύθυνοι για την έκδοση του κομματικού εντύπου που τόσα και τόσα έχουν καταπιεί τους τελευταίους μήνες, όταν από αιώνια αντιπολιτευόμενοι έγιναν κυβερνητικοί, δεν άντεξαν τον εξευτελισμό της κοινής λογικής και εξεγέρθηκαν κατά της επίμαχης (ν)τροπολογίας που κρύφτηκε μέσα στις χιλιάδες σελίδες του πολυνομοσχεδίου. «Οφσάιντ με τις off shore», ήταν ο βασικός τίτλος στην πρώτη σελίδα του φύλλου της Τρίτης.
Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς κατόπιν τούτου ότι η θεαματική κωλοτούμπα, που μοιραία ακολούθησε με τη νέα κυβερνητική ανακοίνωση για την εκ νέου τροποποίηση της ψηφισμένης ρύθμισης, να συνοδεύεται, αν όχι από την έκφραση συγγνώμης για την ύπουλη μεθόδευση και τα απανωτά ψέματα που είχαν ειπωθεί το προηγούμενο διήμερο, τουλάχιστον από μια ταπεινότητα. Μια, έστω, σεμνότητα που ακόμη και αν δεν αναγνώριζε ευθέως την εξαπάτηση της Βουλής, τουλάχιστον να παραδέχονταν το – ας το έλεγαν και έτσι - «λάθος» που είχε γίνει ή τη «σύγχυση» που μπορούσε να δώσει αφορμή για να ξεφύγει κάποιος από την τσιμπίδα του νόμου κάνοντας χρήση του τροποποιούμενου νόμου που αποποινικοποιούσε τη συμμετοχή πολιτικού σε εξωχώριες εταιρείες με έδρα περιώνυμους φορολογικούς παραδείσους.
Ποιος έχασε, όμως, την ειλικρίνεια ή και τη γενναιότητα για να τη βρουν στο Μαξίμου; Είναι… αυταπάτη, κατά πως θα έλεγε και ο Αλέξης Τσίπρας, να πιστέψει κανείς ότι θα άλλαζαν τακτική οι αλαζονικοί ένοικοι του πρωθυπουργικού Μεγάρου που έχουν αναγάγει την κατασυκοφάντηση όσων θεωρούν οι ίδιοι αντιπάλων τους; Θυμηθείτε μόνον τη μεταχείριση που έτυχαν ο πρώην υπουργός Γκίκας Χαρδούβελης και ο νυν Δημήτρης Μάρδας για το ίδιο ζήτημα, τη μεταφορά, δηλαδή, μέρους των καταθέσεών τους στο εξωτερικό. Ο πρώτος κρεμάστηκε στα… μανταλάκια με κυβερνητικές ανακοινώσεις και διατάχθηκαν έρευνες, ενώ για τον δεύτερο επικράτησε… άκρα του τάφου σιωπή.
Με τούτα και με πολλά άλλα, ίσως και να μην προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη η περίσσεια θράσους που χαρακτήριζε τη δήλωση της Όλγας Γεροβασίλη με την οποία γνωστοποιήθηκε η αναδίπλωση της κυβέρνησης. Αφού ξεκινούσε ισχυριζόμενη ότι με την επίμαχη διάταξη η κυβέρνηση – αν είναι δυνατόν!- «έπραξε το σωστό», ανακοίνωνε τη νέα τροπολογία με την οποία «η απαγόρευση δεν θα αφορά γενικώς και αορίστως τη συμμετοχή σε εξωχώριες εταιρείες οι οποίες  ήταν και εξακολουθεί να είναι αδύνατον να οριστούν νομικά», αλλά «η απαγόρευση πλέον θα είναι γενική και καθολική».
Και γιατί όλα αυτά; Διότι, «παρά τις σαφείς διευκρινίσεις που έχουν ήδη δοθεί, όσοι κατά καιρούς έχουν βρεθεί σε λίστες και έχουν εμπλακεί αποδεδειγμένα (sic!)σε διακίνηση μαύρου χρήματος –πολιτικοί και εκδότες-  κουνάνε το δάχτυλο στην Αριστερά για δήθεν προσπάθεια συγκαλύψεων και παροχής προνομίων στο πολιτικό προσωπικό».
Και όσο για την κατάληξη της μνημειώδους ανακοίνωσης; Ίδια και απαράλλακτη με εκείνη που είχε εκδοθεί δύο μέρες νωρίτερα και τα έβρισκε όλα ωραία και καλά: «Σε αυτό τον τόπο, δεν μπορεί να γίνει άλλο ανεκτό να φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης», φώναζε όσο δυνατότερα μπορούσε η Όλγα Γεροβασίλη. Να ήθελε άραγε να… υποδείξει, έτσι, τον πραγματικό «κλέφτη»; Μάλλον, όμως, μόνον τον «φωτογράφισε». Και τη συνέχεια πρέπει πιθανότατα να την αναμένουμε από εκεί που η κυβερνητική εκπρόσωπος και οι εντολείς της βλέπουν «φυλλάδες»...

Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2015

Αυτοδυναμία ή όχι;



Με λιγότερο από δύο εβδομάδες να απομένουν ως τις κάλπες της 25ης Ιανουαρίου, το (μετ)εκλογικό σκηνικό φαίνεται σιγά-σιγά να διαμορφώνεται και μόνον ένα εντελώς απρόβλεπτο δραματικό γεγονός μπορεί να το μεταβάλει.
Λίγο ως πολύ, άλλωστε, όλες οι δημοσκοπήσεις συγκλίνουν στα βασικά που είναι η ενδυνάμωση του «δικομματισμού», που μπορεί να συγκεντρώσει αθροιστικά ποσοστό που να ξεπερνάει το 65%, και η μάχη για την τρίτη θέση, η οποία θα αποκτήσει ουσιώδη σημασία μόνον αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία, η οποία με τη σειρά της εξαρτάται κυρίως από το αν η σύνθεση της επόμενης Βουλής θα είναι εξακομματική, επτακομματική ή –πολύ δύσκολα- οκτακομματική.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το μοναδικό, ίσως, μεγάλο ζητούμενο της επερχόμενης αναμέτρησης είναι εάν το πρώτο κόμμα, που όλα –ακόμη και η… αποκαλυπτική στάση της λεγόμενης «διαπλοκής»- δείχνουν ότι θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, θα πετύχει, με το -πάλαι ποτέ αποκαλούμενο από τους τωρινούς διεκδικητές «καλπονοθευτικό»- μπόνους των 50 εδρών, την επιζητούμενη αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα επιτρέψει τον σχηματισμό μονοκομματικής κυβέρνησης.
Τα δημοσκοπικά προγνωστικά, πάντως, δείχνουν ότι, ακόμη και αν επιτευχθεί αυτοδυναμία, αυτή θα είναι απολύτως οριακή. Στην πλέον «φιλική» για τον ΣΥΡΙΖΑ έρευνα που είδε τελευταία το φως, εκείνη της εταιρίας Public Issue που δημοσιεύτηκε πρωτοσέλιδα στην «Αυγή», υπολογίζεται ότι οι έδρες που μπορεί να καταλάβει, με ποσοστό της τάξης του 38%, δεν είναι περισσότερες από 151. Έδρες οι οποίες μπορεί να γίνουν 154 αν δεν περάσουν το «κατώφλι» του 3% οι ΑΝ.ΕΛ. Ή, αντιθέτως, να μειωθούν σε 148 αν πάρει το «εισιτήριο» για την επόμενη Βουλή και το νεοπαγές «Κίνημα» του Γιώργου Παπανδρέου.
Στη συζήτηση που έχει ανοίξει για το αν μια αυτοδύναμη πλειοψηφία, τέτοια που να επιτρέπει στο πρώτο κόμμα να εφαρμόσει απαρέγκλιτα το πρόγραμμα του, είναι προτιμότερη από μια σχετική πλειοψηφία που να οδηγεί στην ανάγκη ευρύτερων κυβερνητικών συνεργασιών, οι απόψεις, ακόμη και μεταξύ πολιτικών στελεχών διαφορετικών παρατάξεων, διίστανται.
Αρκετοί υποστηρίζουν ότι, εάν δεν υπάρξει αυτοδυναμία, ο «πειρασμός» να οδηγηθούμε, κατά το προηγούμενο του 2012, σε επαναληπτικές κάλπες θα είναι μεγάλος για μια μερίδα της ηγεσίας του διαφαινόμενου πρώτου κόμματος. Και, με δεδομένη την κρισιμότητα της οικονομικής κατάστασης, ένας τέτοιος ενδεχόμενος πειραματισμός θα μεγιστοποιούσε τα προβλήματα και θα εξέθετε σε ακόμη μεγαλύτερους κινδύνους τη χώρα. 
Επίσης, οι θιασώτες της αυτοδυναμίας επιχειρηματολογούν υπέρ των «καθαρών λύσεων» που θα συμβάλουν στην άμεση εφαρμογή των προγραμματικών δεσμεύσεων της νέας κυβέρνησης και στην ταχεία προσαρμογή –η και… προσγείωση- στην πραγματικότητα, αφού τα όσα έχει να αντιμετωπίσει το επόμενο κυβερνητικό σχήμα, από τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους της χώρας ως τη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού και την είσπραξη των εσόδων που παρουσιάζουν, λόγω και των εκλογών, υστέρηση, δεν αφήνουν περιθώρια για χρονοτριβές που θα προκαλέσουν τυχόν διαβουλεύσεις για ένα συνεργατικό σχήμα.
Από μια άλλη οπτική, στην ίδια άποψη, υπέρ της αυτοδυναμίας, δηλαδή, κατατείνουν και ορισμένοι από αντίπαλους πολιτικούς σχηματισμούς, οι οποίοι θεωρούν ότι μια αμιγής κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με τις προσδοκίες που έχει καλλιεργήσει, θα αποδομηθεί μια ώρα αρχύτερα εάν δεν έχει το «άλλοθι» ότι υποχρεώνεται να συγκυβερνήσει, ειδικά στην περίπτωση που το κόμμα ή τα κόμματα με τα οποία θα υποχρεωθεί να συνάψει κυβερνητική συμμαχία δεν θα κινούνται στην ίδια (ούτω καλούμενη «αντιμνημονιακή») λογική.
Οι πλέον νουνεχείς, πάντως, αντιτείνουν ότι, πέρα από τις προεκλογικές κορώνες, οι οποίες φορτίζουν την ατμόσφαιρα των ημερών, σε αυτές τις κάλπες δίνεται η ευκαιρία να κλείσει ο κύκλος της μεγάλης πολιτικής όξυνσης που άνοιξε με τη βίαιη μνημονιακή προσαρμογή και να ξεκινήσει μια νέα πολιτική περίοδος, αν όχι με συναινέσεις, τουλάχιστον με συνεννοήσεις μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων. Συνεννοήσεις οι οποίες έλλειψαν τα τελευταία πέντε χρόνια, παρότι το μεγαλύτερο διάστημα είχαμε κυβερνήσεις συνεργασίας, οι οποίες, όμως, προήλθαν όχι από πραγματικές συγκλίσεις αλλά από επιβολές της ανάγκης.
Δεν είναι, εξάλλου, λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ακόμη και αν το ποσοστό του πρώτου κόμματος κινηθεί στο απώτατο όριο που του δίνουν οι δημοσκοπήσεις και, ελέω εκλογικού συστήματος, καταφέρει να σχηματίσει μονοκομματική κυβέρνηση, η κοινωνική νομιμοποίηση που θα διαθέτει η επόμενη κυβέρνηση θα είναι, ούτως ή άλλως, μικρή. Και, σε συνδυασμό με τους αναπόφευκτους εσωτερικούς περισπασμούς που αργά ή γρήγορα θα ξεκινήσουν, ο χρονικός ορίζοντας ενός μονοκομματικού σχήματος δεν θα είναι μακρύς.
Καθώς, λοιπόν, η ώρα της κάλπης πλησιάζει, ας τα έχουμε όλα τούτα κατά νου. Για να αποφασίσουμε ψύχραιμα. Και για τα κόμματα και για τα πρόσωπα που θα επιλέξουμε. Άλλωστε, ό,τι και αν λένε οι δημοσκοπήσεις, ό,τι και αν υποστηρίζουν οι αναλυτές, η ψήφος του καθενός μας είναι εκείνη που τελικά μετράει.