Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μάρδας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μάρδας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016

Ανασχηματισμός σε μια «κανονική» χώρα



Αν ο Αλέξης Τσίπρας ήταν «κανονικός» πρωθυπουργός σε μια «κανονική» χώρα, αυτήν την περίοδο, καθώς συμπληρώθηκε ένας χρόνος από τον σχηματισμό της κυβέρνησής του και ετοιμάζεται, κατά τα φαινόμενα, ο πρώτος ανασχηματισμός της, θα έκανε μια μάλλον αυτονόητη κίνηση: θα αξιολογούσε ένα προς ένα τα κυβερνητικά στελέχη, πριν πάρει τις οριστικές αποφάσεις του για το ποιους θα διατηρήσει στις θέσεις τους και ποιους θα στείλει στα σπίτια τους.
            Αν ήθελε, μάλιστα, να είναι ακριβοδίκαιος και να μην αδικήσει κανέναν, θα έκανε, προς την ίδια κατεύθυνση, μια επιπλέον κίνηση που θα ήταν να ζητήσει από καθέναν υπουργό και υφυπουργό να γράψει σε μια κόλλα χαρτιού τα επιτεύγματα της 12μηνης θητείας του. Και για την ακρίβεια, θα καλούσε τον καθένα να απαριθμήσει τα προβλήματα στον τομέα της αρμοδιότητάς του που έλυσε σε αυτό διάστημα. Έτσι ώστε να φανεί η αποτελεσματικότητα ενός εκάστου και πόσο δικαίωσε τον τίτλο του «υπουργού» που στην ελληνική γλώσσα σημαίνει «υπηρέτης του λαού».
            Θα είχε, δε, τεράστιο ενδιαφέρον όλα αυτά τα απολογιστικά γραπτά των υπουργών και των υφυπουργών να έβλεπαν το φως της δημοσιότητας. Και, έτσι, να πληροφορούμαστε όλοι εμείς οι άγρια φορολογούμενοι έλληνες πολίτες για το κατά πόσο αξίζουν οι θυσίες στις οποίες υποβαλλόμαστε προκειμένου να συντηρηθεί όλος αυτός ο κυβερνητικός μηχανισμός. Με τους συμβούλους, τους μετακλητούς και τους αποσπασμένους υπαλλήλους, όπως και τους λοιπούς κάθε λογής παρατρεχάμενους που στελεχώνουν τα υπουργικά γραφεία.
            Ποιός, αλήθεια, δεν θα ήθελε να μάθει πόσα κρεβάτια σε εντατικές νοσοκομείων κατάφερε να ανοίξει ο «πολύς» Παύλος Πολάκης στα διαλείμματα των διαδικτυακών καβγάδων που στήνει σε κάθε ευκαιρία και με κάθε αφορμή; Ποιός δεν έχει απορία αν προχώρησε το σχέδιο της Θεανώς Φωτίου για τις συνταγές με τα γεμιστά και τις μαρμελάδες. Ή αν απέδωσε το εγχείρημα του Δημήτρη Μάρδα για εξεύρεση επενδυτών στα hot spot με τους Σύρους πρόσφυγες;
Θα είχε αξία να μαθαίναμε πόσες αποκρατικοποιήσεις απέτρεψε ο Πάνος Σκουρλέτης και πόσες φορές βούρκωσε ο Χρίστος Σπίρτζης. Πόσους επενδυτές έφερε ο Γιώργος Σταθάκης και αν αυτοί που έδιωξε ήταν λιγότεροι ή περισσότεροι. Πόσους φίλους απέκτησε η Ελλάδα τον ένα χρόνο που έχει επικεφαλής της διπλωματίας της τον Νίκο Κοτζιά. Τι άλλο εκτός από τη γκάφα με το Ολοκαύτωμα έκανε όλο αυτό το διάστημα ο υφυπουργός Θεοδόσης Πελεγρίνης. Πόσα φουγάρα άναψε η αρμόδια για τη Βιομηχανία Θεοδώρα Τζάκρη και αν είναι εκείνη που πρέπει να τιμηθεί από το βουλγαρικό κράτος για την ανάπτυξη που τους πήγε. Τι πρόσφερε στη Μακεδονία και στη Θράκη η Μαρία Κόλλια – Τσαρούχα. Και πόσο καλά πέρασε το κυβερνητικό του δωδεκάμηνο ο Γιάννης Μπαλάφας, και αν αδικήθηκε η Μαρίνα Χρυσοβελώνη που μπήκε αργότερα στο κυβερνητικό σχήμα.
Πέραν, όμως, από την πλάκα που μπορεί να κάνει κανείς με κάποιες από τις ουκ ολίγες διασκεδαστικές φιγούρες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ –του… «χιουμορίστα» υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου μη εξαιρουμένου- θα είχε ειλικρινά μεγάλη σημασία αν ο κ. Τσίπρας αποφάσιζε να περάσει από κρησάρα τους συνεργάτες του στο υπουργικό συμβούλιο. Άλλωστε, με δεδομένο ότι, δυστυχώς, το μοναδικό σχέδιο για τη χώρα εξακολουθεί να είναι το Μνημόνιο και μόνο το Μνημόνιο, το έργο του θα ήταν είναι μάλλον πολύ εύκολο.
            Παίρνοντας μία προς μία τις μνημονιακές δεσμεύσεις, που ανέλαβε μετά το «Όχι» που έπεισε τον ελληνικό λαό να ψηφίσει στο δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015, ο πρωθυπουργός θα μπορούσε χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες να βρει τι έκαναν οι υπουργοί του, οι οποίοι χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Σε εκείνους που, έστω σέρνοντας τα πόδια τους, προωθούν που και που καμία μεταρρύθμιση για να μη χάσουμε τις δόσεις των ευρωπαϊκών δανεικών. Και στους άλλους που βάζουν εμπόδια σε κάθε τι που δεν έχει βόλεμα για φίλους και κολλητούς.  
Παρά ταύτα, δεν πρέπει να τρέφονται αυταπάτες. Διότι το πιθανότερο είναι ο κ. Τσίπρας δεν θα μπει στον κόπο να αξιολογήσει όσους πλαισιώνουν την κυβέρνησή του. Και δεν θα το κάνει επειδή τα κριτήρια με τα οποία σχημάτισε τις δύο πρώτες κυβερνήσεις του είναι όμοια και απαράλλακτα με εκείνα με τα οποία πολιτεύθηκαν όλοι όσοι εκείνος επέλεξε να έχει στο υπουργικό συμβούλιο: δηλαδή η παρέα, το κολλητηλίκι και η ικανοποίηση της πελατείας.
Στον αντίλογο, τον οποίο θα σπεύσουν ορισμένοι να προβάλλουν με το επιχείρημα ότι δεν είναι πρωτοφανή τα φαινόμενα αυτού του είδους, η απάντηση είναι απλή: Όντως, μπορεί κανείς να βρει αρκετές ομοιότητες με καταστάσεις του παρελθόντος. Δύσκολα, ωστόσο, θα βρει ιστορική αντιστοίχηση σε όλον αυτόν τον ακραίο συνδυασμό αρνητικών στοιχείων που συνθέτουν το υφιστάμενο κυβερνητικό σχήμα. Και που, κατά πάσα βεβαιότητα, θα συνθέτουν και αυτό που, αργά ή γρήγορα, θα το αντικαταστήσει.
Κακά τα ψέματα, άλλωστε, η χώρα θέλει ακόμη χρόνο για να επιστρέψει στην κανονικότητα. Στη νέα, βεβαίως, κανονικότητα που θα προκύψει ως γενικά παραδεκτή αναγκαιότητα οψέποτε κλείσουν οι λογαριασμοί με το παρελθόν και γίνει εθνικό συλλογικό όραμα το νέο ξεκίνημα.

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

Ποιος ήταν τελικά ο «κλέφτης»;



Εάν παραβλέψουμε τον επικοινωνιακό κουρνιαχτό που σκόπιμα ξεσηκώθηκε και πάρουμε τοις μετρητοίς την κυβερνητική προπαγάνδα που ακολούθησε την αποκάλυψη για το συγχωροχάρτι που επιχειρήθηκε να δοθεί -και κατά τα φαινόμενα δόθηκε!- από την κυβέρνηση του… ηθικού πλεονεκτήματος στους πολιτικούς που έχουν off shore, στην άκρως σκανδαλώδη αυτή υπόθεση υπήρχε κάποιος… «κλέφτης»!
Δεν εξηγείται αλλιώς το ότι και οι δύο ανακοινώσεις που εκδόθηκαν από το Μέγαρο Μαξίμου, η μία με τη μορφή του ενημερωτικού σημειώματος, όπως αποκαλούνται πλέον τα πάλαι ποτέ ένδοξα «non paper», και η άλλη με την υπογραφή της κυβερνητικής εκπροσώπου, κατέληγαν με την ίδια ακριβώς παροιμία: «φωνάζει ο κλέφτης…».
Η πρώτη από τις ανακοινώσεις εκδόθηκε το μεσημέρι της Κυριακής σε μια απέλπιδα, όπως αποδείχθηκε, προσπάθεια να υποστηριχθούν τα ανυποστήρικτα που περιείχε η αρχική ανακοίνωση της γενικής γραμματείας για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, ότι τάχατες η θέσπιση ακαταδίωκτου για τους πολιτικούς που είχαν εξωχώριες εταιρείες με έδρα σε χώρες που χαρακτηρίζονται φορολογικά συνεργάσιμες είχε επιβληθεί από κοινοτική οδηγία ή ότι όλα έγιναν επειδή δήθεν ήταν ανεφάρμοστη η προϊσχύουσα νομοθεσία, με βάση την οποία, όμως, είχε μείνει πριν από τρία χρόνια εκτός Υπουργικού Συμβουλίου ο υφυπουργός Γιώργος Βερνίκος.
Με τη γνωστή θρασύτητα που χαρακτηρίζει όλους όσοι ψεύδονται ασυστόλως, το προπαγανδιστικό κυβερνητικό  σημείωμα που έφερε τον τίτλο «φωνάζει ο κλέφτης», έγραφε τα εξής απίθανα: «Είναι αξιοθρήνητη η προσπάθεια της ΝΔ, πάντα σε συντονισμό με τις φυλλάδες που εξευτελίζουν συστηματικά τη δημοσιογραφία, να ξεσηκώσει παραπλανητικό θόρυβο γύρω από τον εκσυγχρονισμό και την αυστηροποίηση της νομοθεσίας του Πόθεν Έσχες». Και κατέληγε με το ακόμη πιο απίθανο: «Τους χαιρετισμούς μας στη μονταζιέρα».
Ήταν, όμως, τόσο έωλοι οι ισχυρισμοί των προπαγανδιστών του πρωθυπουργικού Μεγάρου, που με εξαίρεση κάποια παντελώς ανόητα τρολ του διαδικτύου, δεν κατάφεραν να πείσουν ούτε καν το δημοσιογραφικό όργανο του ΣΥΡΙΖΑ, την «Αυγή», η οποία προφανώς κατά τους συντάκτες της ανακοίνωσης δεν πρέπει να ανήκει στις… «φυλλάδες που εξευτελίζουν συστηματικά τη δημοσιογραφία». Ακόμη και αυτοί οι υπεύθυνοι για την έκδοση του κομματικού εντύπου που τόσα και τόσα έχουν καταπιεί τους τελευταίους μήνες, όταν από αιώνια αντιπολιτευόμενοι έγιναν κυβερνητικοί, δεν άντεξαν τον εξευτελισμό της κοινής λογικής και εξεγέρθηκαν κατά της επίμαχης (ν)τροπολογίας που κρύφτηκε μέσα στις χιλιάδες σελίδες του πολυνομοσχεδίου. «Οφσάιντ με τις off shore», ήταν ο βασικός τίτλος στην πρώτη σελίδα του φύλλου της Τρίτης.
Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς κατόπιν τούτου ότι η θεαματική κωλοτούμπα, που μοιραία ακολούθησε με τη νέα κυβερνητική ανακοίνωση για την εκ νέου τροποποίηση της ψηφισμένης ρύθμισης, να συνοδεύεται, αν όχι από την έκφραση συγγνώμης για την ύπουλη μεθόδευση και τα απανωτά ψέματα που είχαν ειπωθεί το προηγούμενο διήμερο, τουλάχιστον από μια ταπεινότητα. Μια, έστω, σεμνότητα που ακόμη και αν δεν αναγνώριζε ευθέως την εξαπάτηση της Βουλής, τουλάχιστον να παραδέχονταν το – ας το έλεγαν και έτσι - «λάθος» που είχε γίνει ή τη «σύγχυση» που μπορούσε να δώσει αφορμή για να ξεφύγει κάποιος από την τσιμπίδα του νόμου κάνοντας χρήση του τροποποιούμενου νόμου που αποποινικοποιούσε τη συμμετοχή πολιτικού σε εξωχώριες εταιρείες με έδρα περιώνυμους φορολογικούς παραδείσους.
Ποιος έχασε, όμως, την ειλικρίνεια ή και τη γενναιότητα για να τη βρουν στο Μαξίμου; Είναι… αυταπάτη, κατά πως θα έλεγε και ο Αλέξης Τσίπρας, να πιστέψει κανείς ότι θα άλλαζαν τακτική οι αλαζονικοί ένοικοι του πρωθυπουργικού Μεγάρου που έχουν αναγάγει την κατασυκοφάντηση όσων θεωρούν οι ίδιοι αντιπάλων τους; Θυμηθείτε μόνον τη μεταχείριση που έτυχαν ο πρώην υπουργός Γκίκας Χαρδούβελης και ο νυν Δημήτρης Μάρδας για το ίδιο ζήτημα, τη μεταφορά, δηλαδή, μέρους των καταθέσεών τους στο εξωτερικό. Ο πρώτος κρεμάστηκε στα… μανταλάκια με κυβερνητικές ανακοινώσεις και διατάχθηκαν έρευνες, ενώ για τον δεύτερο επικράτησε… άκρα του τάφου σιωπή.
Με τούτα και με πολλά άλλα, ίσως και να μην προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη η περίσσεια θράσους που χαρακτήριζε τη δήλωση της Όλγας Γεροβασίλη με την οποία γνωστοποιήθηκε η αναδίπλωση της κυβέρνησης. Αφού ξεκινούσε ισχυριζόμενη ότι με την επίμαχη διάταξη η κυβέρνηση – αν είναι δυνατόν!- «έπραξε το σωστό», ανακοίνωνε τη νέα τροπολογία με την οποία «η απαγόρευση δεν θα αφορά γενικώς και αορίστως τη συμμετοχή σε εξωχώριες εταιρείες οι οποίες  ήταν και εξακολουθεί να είναι αδύνατον να οριστούν νομικά», αλλά «η απαγόρευση πλέον θα είναι γενική και καθολική».
Και γιατί όλα αυτά; Διότι, «παρά τις σαφείς διευκρινίσεις που έχουν ήδη δοθεί, όσοι κατά καιρούς έχουν βρεθεί σε λίστες και έχουν εμπλακεί αποδεδειγμένα (sic!)σε διακίνηση μαύρου χρήματος –πολιτικοί και εκδότες-  κουνάνε το δάχτυλο στην Αριστερά για δήθεν προσπάθεια συγκαλύψεων και παροχής προνομίων στο πολιτικό προσωπικό».
Και όσο για την κατάληξη της μνημειώδους ανακοίνωσης; Ίδια και απαράλλακτη με εκείνη που είχε εκδοθεί δύο μέρες νωρίτερα και τα έβρισκε όλα ωραία και καλά: «Σε αυτό τον τόπο, δεν μπορεί να γίνει άλλο ανεκτό να φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης», φώναζε όσο δυνατότερα μπορούσε η Όλγα Γεροβασίλη. Να ήθελε άραγε να… υποδείξει, έτσι, τον πραγματικό «κλέφτη»; Μάλλον, όμως, μόνον τον «φωτογράφισε». Και τη συνέχεια πρέπει πιθανότατα να την αναμένουμε από εκεί που η κυβερνητική εκπρόσωπος και οι εντολείς της βλέπουν «φυλλάδες»...

Πέμπτη 14 Απριλίου 2016

Χωρίς τσίπα!




Ποιον να πάρεις; Και ποιον να αφήσεις; Για τους υπουργούς που επέλεξε ο Αλέξης Τσίπρας τα ερωτήματα που με απασχολούν, καθώς αισθάνομαι ότι τα κυβερνητικά στελέχη μοιάζουν τόσο πολύ μεταξύ τους που φαίνεται να είναι όλοι τους «κατ΄ εικόνα και καθ‘  ομοίωση» εκείνου ο οποίος τους διόρισε και είναι ο πρώτος διδάξας τις παλινωδίες.
Ιδίως μετά τις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου, παρατηρείται μια απόλυτη ομογενοποίηση των χαρακτηριστικών που διέπουν τους κυβερνώντες. Σαν να τους πέρασε ο Αλέξης Τσίπρας από μια εξονυχιστική «οντισιόν» και να τους επέβαλε να συμπεριφέρονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Δεν εξηγείται αλλιώς το γεγονός ότι λένε, λίγο ως πολύ, με την ίδια ευκολία, τα ίδια, πάνω κάτω, ψέματα: «η τρόικα εσωτερικού που, σε αγαστή συνεργασία με την ψυχορραγούσα διαπλοκή, δεν μας αφήνει να κυβερνήσουμε», «το κακό ΔΝΤ που μας εμποδίζει να αλλάξουμε την Ευρώπη» και άλλα τέτοια ηχηρά παρόμοια.
Το εξοργιστικότερο, μάλιστα, είναι ότι δε δείχνουν να διαθέτουν ίχνος πολιτικής ευθιξίας, τέτοιο που, όπως ισχύει διεθνώς, επιβάλει -σε έναν, έστω- να αναλάβει κάποιος το μερίδιο της ευθύνης που του αναλογεί για την εξακολουθητική εξαπάτηση στην οποία επιδίδονται.
Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς και τι να μην ξεχάσει; Τον Δρίτσα ο οποίος ξεφτιλίζεται με τα «είπα – ξείπα» για την παραχώρηση του ΟΛΠ στους Κινέζους; Ή τον Μάρδα που ανακαλύπτει πρόσφυγες επενδυτές μέσα από το ψαχτήρι της google;
Τον Κοντονή που ταπεινώνεται μπροστά στους παράγοντες του ποδοσφαίρου που μπαίνουν στο Μαξίμου από την πίσω πόρτα; Ή τον Τόσκα, ο οποίος δηλώνει ότι, ως δάσκαλος στρατηγικής, εντοπίζει τους… μελλοντικούς τζιχαντιστές, αλλά αδυνατεί να ασκήσει τα στοιχειώδη καθήκοντα για τα οποία ορκίστηκε υπουργός και προτιμά να κλείνει τα μάτια για τις αρμοδιότητες προστασίας των πολιτών που του έχουν ανατεθεί;
Τον Φίλη που όσο και αν προσπαθεί δεν καταφέρνει να κρυφθεί πίσω από τις (ν)τροπολογίες που τον υποχρεώνουν να συνυπογράψει; Ή τον Σπίρτζη με τα κροκοδείλια δάκρια που χύνει για τις αποκρατικοποιήσεις με τις οποίες υποτίθεται ότι διαφωνεί;
Θα μπορούσα να συνεχίσω μέχρι εξαντλήσεως του υπουργικού καταλόγου, αλλά δεν έχει νόημα. Είναι, άλλωστε, τόσο πολλοί, αλλά και τόσο ίδιοι εκείνοι που, ο ένας μετά τον άλλο, γελοιοποιούνται στα μάτια της κοινής γνώμης με όσα λένε ή κάνουν, χωρίς, όπως φαίνεται, σε κανέναν να περνάει από τον νου ότι μπορεί να αφήσει την υπουργική καρέκλα αναλαμβάνοντας την ευθύνη για μια πράξη ή μια παράλειψη.
Το μεγαλύτερο δυστύχημα, όμως, δεν είναι τόσο ότι με όλα όσα συμβαίνουν ούτε ένας δεν νοιώθει την ευαισθησία ή και την ανάγκη να παραιτηθεί για λόγους ευθιξίας. Είναι, πολύ περισσότερο, που κανείς από την κυβερνητική ηγεσία δεν τους ζητεί να το κάνουν.
Σκεφτείτε, δηλαδή, ότι με όσα έχουν συμβεί τους τελευταίους 15 μήνες, ο μόνος από τον οποίο ζητήθηκε να παραιτηθεί ήταν κείνος ο άμοιρος υφυπουργός Υποδομών Παναγιώτης Σγουρίδης που το… έγκλημα καθοσιώσεως για το οποίο πήρε την άγουσα εκτός κυβέρνησης ήταν ότι παραδέχτηκε δημοσίως πως προεκλογικά είχαν δοθεί από τον κ. Τσίπρα υποσχέσεις στους αγρότες που ήταν αδύνατο να εκπληρωθούν.
Για τόσες άλλες αστοχίες, ου μην αλλά και απροκάλυπτες ψευτιές που ειπώθηκαν, ακόμη και μετά τις εκλογές, δεν αποδόθηκε η παραμικρή ευθύνη σε κανέναν. Γι΄ αυτό προφανώς και δεν είναι λίγοι στην κυβέρνηση εκείνοι που συνεχίζουν να ψεύδονται ασυστόλως, όντας βέβαιοι ότι δεν πρόκειται να υποστούν την παραμικρή συνέπεια.
Πάρτε, για παράδειγμα, τον φοβερό και τρομερό Κατρούγκαλο ο οποίος εξακολουθεί με αβυσσαλέο θράσος να εγκαλεί τα μέσα ενημέρωσης για παραπληροφόρηση επειδή δεν καταπίνουν αμάσητη την άθλια προπαγάνδα ότι, ενώ θα περικοπεί η συνολική δαπάνη του Ασφαλιστικού κατά τουλάχιστον 1,8 δισ. ευρώ, εκείνος –ως άλλος Χριστός στον γάμο εν Κανά- θα πετύχει να δοθούν αυξήσεις στις συντάξεις!
Δεν σας κρύβω ότι την  ώρα που τον παρακολουθούσα στη συνέντευξη της περασμένης Τρίτης να ισχυρίζεται ότι «για το 80% των μισθωτών, οι νέες συντάξεις είναι υψηλότερες από τις σημερινές», προς στιγμήν κάμφθηκα. Σκέφθηκα ότι ίσως έγινε κάποιο θαύμα και προσήλωσα την προσοχή μου για να αντιληφθώ πως μπορεί να συνέβη κάτι τέτοιο.
Όταν, όμως, τον άκουσα να συμπληρώνει ότι «το νομοσχέδιο θα κατατεθεί την επόμενη εβδομάδα», αλλά «είμαστε σε φάση ποσοτικοποίησης και ανταλλαγής ορισμένων στοιχείων και με τους θεσμούς» και «πρόκειται να δεχθούμε προφανώς βελτιωτικές προτάσεις εκ μέρους τους», άρχισα να επανέρχομαι στην πραγματικότητα.
Έτσι, μόνο καγχασμό μού προκάλεσε η συνέχεια, όταν τον άκουσα να αρνείται συγκεκριμένα στοιχεία που του (αντι-)παρατέθηκαν, ισχυριζόμενος επί λέξει τα εξής απίθανα: «Αν είχα σκοπό να πω αριθμούς θα τους έλεγα. Απλώς να διορθώσω αυτό που είπα, λέγοντας ότι στην πραγματικότητα λιγότερο και από το 10% του πληθυσμού των συνταξιούχων πρόκειται να θιγούν. Και δεν πρόκειται να δώσω άλλον αριθμό, γιατί όπως σας είπα, είμαστε σε μια φάση ποσοτικοποίησης και ανταλλαγής στοιχείων».
Καταλάβατε; Συζητούμε τουλάχιστον από τον περασμένο Ιούλιο, τουλάχιστον, για τις συμφωνημένες περικοπές στο Ασφαλιστικό, έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου να κατατεθεί στη Βουλή το σχετικό νομοσχέδιο –«μονομερώς», υποτίθεται, κατά τους κυβερνητικούς λεονταρισμούς που κράτησαν λίγες μόνον ώρες-, αλλά ο αρμόδιος υπουργός που, επί τόσους μήνες, δεν «ποσοτικοποίησε» τις αλλαγές, μπερδεύεται και στην αρχή δηλώνει ότι θα αυξηθεί το 80% των συντάξεων, αλλά μετά θυμάται ότι δεν θα θιγεί το 90%.     
Πρόσφατα, αλλά και παλαιότερα, από ιδρύσεως ελληνικού κράτους, υπήρξαν αρκετοί πολιτικοί οι οποίοι, άλλοι εξ ανάγκης, επειδή έτσι το έφεραν οι συγκυρίες, και κάποιοι ενσυνείδητα, είπαν ψέματα στους Έλληνες. Προσωπικά, ωστόσο, όσο  μπορώ να θυμάμαι (ψηφίζω ο ίδιος ανελλιπώς από το 1981…), αλλά και από τα διαβάσματά μου, δεν μπορώ, ειλικρινά, να βρω –και θα είμαι ευγνώμων σε όποιον μου το υποδείκνυε- ανάλογο προηγούμενο με τέτοιας έκτασης συγχορδία διαρκών εξαπατήσεων και εξακολουθητικών διαψεύσεων.
Και το χειρότερο όλων; Χωρίς τσίπα!

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

«Προγηρία» ή «Κάτι κουρασμένα παλληκάρια»…



Από μια πρώτη άποψη φαίνεται αδιανόητο, αλλά αυτή η κυβέρνηση είναι δεν είναι παρά μόλις 45 μέρες στην εξουσία. Δεν έχει καν συμπληρωθεί ενάμισι μήνας από τη στιγμή που πήγαμε (όσοι πήγαμε…) στις κάλπες της 20ής Σεπτεμβρίου και επιλέξαμε εκείνους που θέλαμε να μας κυβερνούν.
Οι καθημερινές  αρρυθμίες, ωστόσο, των οποίων γινόμαστε όλοι μάρτυρες, όπως και ο εντελώς ανορθόδοξος σε νέους και ορεξάτους τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρονται οι κυβερνώντες, παραπέμπουν σε μια κυβέρνηση που βρίσκεται πάρα πολύ χρόνο στην εξουσία και έχει υποστεί φθορά από την άσκησή της.
Ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι στις 20 Σεπτεμβρίου δεν μηδενίστηκε το κοντέρ, αλλά ο χρόνος μετράει από τις 25 Ιανουαρίου και πάλι η εικόνα της κυβέρνησης σε τίποτε δεν θυμίζει ότι στην πραγματικότητα έχουμε να κάνουμε με μια πολύ νέα κυβέρνηση που ήρθε για να μείνει στα πράγματα.
Παρά τις… «τσαβικού» τύπου εθνολαϊκίστικες πρωτοβουλίες που σε σχεδόν όλα τα επίπεδα αναλαμβάνονται –ψευτοταξική ρητορεία, καταγγελιομανία περί διαπλοκής και διαφθοράς, δαιμονοποίηση αντιπάλων, κατασκευή εσωτερικών εχθρών, διορισμοί ημετέρων και διανομή κάθε είδους εξουσίας σε αρεστούς, απόπειρες καθυπόταξης ανεξάρτητων θεσμών και διαβολής ανεξάρτητων προσωπικοτήτων-, ο ενθουσιασμός που μέχρι την 12η Ιουλίου -και μάλλον σωστότερα την 14η Αυγούστου που ψηφίστηκε το τρίτο Μνημόνιο- συνέγειρε τις μάζες των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ που είχαν πιστέψει στα θαύματα που τους είχαν υποσχεθεί, δείχνει πλέον να έχει ξεφτίσει.
Που είναι, αλήθεια, εκείνες οι μοναδικά πρωτότυπες και τόσο παράδοξες διαδηλώσεις των οπαδών της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ στο Σύνταγμα που τις ονόμαζαν «ανάσες αξιοπρέπειας» (!) και στις οποίες αποθεωνόταν ο Γιάνης Βαρουφάκης; Θα είχε τεράστια κοινωνιολογική αξία μια πανεπιστημιακή έδρα να εύρισκε και να μελετούσε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα όσων συμμετείχαν σε εκείνα τα συλλαλητήρια και στο μεγάλο συλλαλητήριο – ξέσπασμα που οργανώθηκε τις παραμονές του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου για να διατρανωθεί το «Όχι» που έγινε «Ναι» μια εβδομάδα αργότερα.
Ίσως έτσι θα βρισκόταν ερμηνείες για το φαινόμενο της… προγηρίας που παρουσιάζει σε όλα τα επίπεδα η κατά τα άλλα νεοσύστατη κυβέρνηση, η οποία, παρότι δεν απειλείται από την αντιπολίτευση, η οποία μοιάζει –και είναι!- παγιδευμένη στα δικά της αδιέξοδα, εμφανίζει έντονα σημάδια πρόωρης γήρανσης.
Χωρίς την παραμικρή ικμάδα νεανικής ορμής, όπως θα περίμενε κάποιος από εκείνους που μόλις πριν λίγους μήνες όντας στην αντιπολίτευση ήταν λαλίστατοι και καταγγελτικοί για όλους και για όλα, τα περισσότερα κυβερνητικά στελέχη δείχνουν να έχουν αποστεωθεί πολιτικά μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Και χωρίς υπερβολή θυμίζουν «κάτι κουρασμένα παλληκάρια», κατά τον τίτλο της ομώνυμης ταινίας του παλαιού ελληνικού κινηματογράφου.
Δεν ξέρω αν οφείλεται στην πυκνότητα του πολιτικού χρόνου που τρέχει πλέον ιλιγγιωδώς και ισοπεδώνει τα πάντα στο πέρασμα του, κάνοντας να μοιάζουν «μπαγιάτικες» ακόμη και ειδήσεις που κυκλοφορούν μέσα στην ίδια ημέρα ή αν είναι το τεράστιο βάρος της απότομης μνημονιακής μετάλλαξης που δημιουργεί αυτή την έντονη εντύπωση της προγηρίας.
Αρκεί μόνον να σκεφθεί κανείς για πόσο χρόνο ίσχυσαν και πόσο παρωχημένες ακούγονται πλέον οι παραινέσεις να ασχολούνται με τα θέματά τους και να μην… καλύπτουν τον χρόνο των τηλεοπτικών πρωινάδικων που απηύθυνε στους υπουργούς του ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στην πρώτη και μόνη συνεδρίαση του υπουργικού Συμβουλίου που έγινε ως τώρα.
Όποιος ανοίγει το πρωί ή και βράδυ τηλεοπτικό δέκτη θα το αντιληφθεί, «πέφτοντας» είτε πάνω στον Φίλη να βγάζει ιστορικά πορίσματα, είτε στον Μάρδα, στον Μπαλάφα, στον Αλεξιάδη, στον Πετρόπουλο, στον Σκουρλέτη, στον Κουρουμπλή και σε τόσους άλλους που μιλάνε συνήθως επί παντός επιστητού και ο καθένας έχει και τις δικές του φαεινές ιδέες για τα «ισοδύναμα» που είναι του συρμού, αλλά και ό,τι άλλο σκαρφιστεί ο καθένας τους.
Σίγουρα, δεν είναι η πρώτη φορά που μια κυβέρνηση μοιάζει να λειτουργεί ως «σκορποχώρι». Είναι, όμως, η πρώτη φορά που κάτι τέτοιο παρατηρείται τόσο πρόωρα. Γι΄ αυτό και ευλόγως αναρωτιέται κανείς: Τι θα γίνει τον επόμενο ενάμισι μήνα; Τι μας περιμένει μέχρι να συμπληρωθεί το πρώτο εξάμηνο με τη δεύτερη φορά αριστεροδεξιά διακυβέρνηση; Και σε ένα χρόνο τι άλλο θα μας έχει συμβεί; Έχει νόημα να αναρωτηθούμε για τη διετία, την τριετία ή την τετραετία που θεωρητικώς έχουν μπροστά τους;