Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τουρκία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τουρκία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2019

«Έθνος ανάδελφον», αλλά…

Αναμφισβήτητα είναι πολύ ενθαρρυντικό το συναινετικό πνεύμα το οποίο εκπέμφθηκε από το Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής της περασμένης Τρίτης που συνήλθε για να συζητήσει τις προκλήσεις με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπη η χώρα μας εξαιτίας της κλιμακούμενης τουρκικής επιθετικότητας.
Διαχρονικά, άλλωστε, η ελληνική πολιτική τάξη δεν μας έχει συνηθίσει στον νηφάλιο διακομματικό διάλογο και στην αποφυγή της πλειοδοσίας πατριωτισμού. Ειδικά, μάλιστα, στα χρόνια της πολυεπίπεδης κρίσης που βιώνουμε την τελευταία δεκαετία, η αδυναμία συνεννόησης ανάμεσα στις εγχώριες πολιτικές δυνάμεις υπήρξε ο κυρίαρχος κανόνας που χαρακτήριζε τη δημόσια ζωή που γινόταν άνω κάτω ακόμη και όταν, εκόντες – άκοντες, οι περισσότεροι ενστερνίζονταν τις πολιτικές των Μνημονίων.
Όπως και σε όλα τα υπόλοιπα, έτσι και στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής, τα οποία στην Ελλάδα αρεσκόμεθα να χαρακτηρίζουμε «εθνικά θέματα», είναι λογικό και επιτρεπτό να υπάρχουν και να διατυπώνονται διαφορετικές οπτικές, ακόμη και διαφωνίες για τους κάθε φορά τακτικούς διπλωματικούς χειρισμούς που γίνονται ή που θα έπρεπε να γίνουν.
Το παράλογο και το ανεπίτρεπτο είναι οι κατηγορίες περί ενδοτικότητας που συχνά εκτοξεύονται από όσους είναι «έξω από τον χορό». Όπως και η συνήθης άρνηση των κυβερνώντων να ενημερώσουν την αντιπολίτευση για τις πραγματικές διαστάσεις των θεμάτων που αντιμετωπίζει η εξωτερική μας πολιτική. Ή, ακόμη χειρότερα, οι εύκολες καταγγελίες περί πατριδοκαπηλίας που εξακοντίζονται ως αντίλογος στην κριτική.
Το «Μακεδονικό» ζήτημα που ταλαιπώρησε οικτρά την πολιτική μας ζωή επί σειρά ετών είναι μια χαρακτηριστική υπόθεση, στην οποία οι μικροκομματικοί υπολογισμοί δεν επέτρεψαν τη συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων, δηλητηρίασαν την ατμόσφαιρα, δίχασαν τους πολίτες και, εν τέλει, έβλαψαν το εθνικό συμφέρον.
Τα πράγματα θα ήταν σίγουρα καλύτερα αν ο συμβιβασμός της Συμφωνίας των Πρεσπών που επελέγη με τους βόρειους γείτονες μας ήταν προϊόν ψύχραιμης συνεννόησης που θα είχε γίνει αποδεκτή από την πλειονότητα της κοινής γνώμης και όχι κατάληξη η οποία προήλθε από συνδυασμό ακραίου βολονταρισμού και κακώς εννοούμενου κομματικού ωφελιμισμού που κατακερμάτισε το εθνικό μέτωπο.
Είναι ευτύχημα, λοιπόν, που μόλις έναν χρόνο μετά την διχαστικά τοξική αντιπαράθεση για το «Μακεδονικό» η πολιτική τάξη της χώρας δείχνει ωριμότητα και εκφράζει σοβαρή διάθεση να συνομιλήσει, να διαβουλευθεί και να συνεννοηθεί, αποφεύγοντας τις αλληλοκατηγορίες και τις διαφωνίες για χάρη των διαφωνιών.
Η αλήθεια είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις δεν μπορούν παρά να έχουν συναισθανθεί ότι η απειλή την οποία δέχεται η χώρα μας σε αυτή τη φάση είναι ίσως η ισχυρότερη που έχει δεχθεί τα τελευταία 45 χρόνια. Στο πρόσφατο παρελθόν γίναμε μάρτυρες και άλλων προκλήσεων από τους εξ Ανατολών γείτονες.
Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, της Συμφωνίας που συνήψε το καθεστώς Ερντογάν με τα ενεργούμενά του στην Τρίπολη, που παριστάνουν την κυβέρνηση της πολύπαθης Λιβύης, η κατάσταση έχει φθάσει σε αυτό που θεωρείται «μη περαιτέρω».
Αν δεν κηρυχθεί άκυρη η παντελώς αγεωγράφητη επινόηση της Άγκυρας να αποκτήσει θαλάσσια σύνορα με τη Λιβύη, θα είναι η πρώτη φορά στην πρόσφατη ιστορία των διεθνών σχέσεων που μια χώρα παραβλέπει τόσο απροκάλυπτα το διεθνές δίκαιο και καταπατά τόσο προκλητικά τα δικαιώματα γειτόνων της.
Υπό αυτή την έννοια, όλοι πλέον συνειδητοποιούν ότι οποιαδήποτε αδιανόητη απόπειρα του Ερντογάν να εφαρμόσει την παράνομη Συμφωνία που ο ίδιος υπαγόρευσε στις μαριονέτες του που εδρεύουν στην Τρίπολη, δεν μπορεί να μείνει αναπάντητη από την Ελλάδα, η οποία, εφόσον η Άγκυρα ανοίξει την «πόρτα του φρενοκομείου», παραβιάζοντας τα ελληνικά σύνορα, δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να πλήξει τον επίδοξο εισβολέα.
Το τελευταίο διάστημα, είναι πολλοί και από διαφορετικές πλευρές εκείνοι που επισημαίνουν ότι σε ένα τέτοιο απευκταίο ενδεχόμενο, η χώρα μας θα είναι μόνη της. Και προειδοποιούν ότι σε ένα πιθανό θερμό επεισόδιο οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις δεν θα βρουν από πουθενά συνδρομή στην υπεράσπιση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Οι επισημάνσεις και οι προειδοποιήσεις αυτού του είδους, που θυμίζουν έντονα τη ρήση του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας (1985-1990) Χρήστου Σαρτζετάκη, σύμφωνα με την οποία «εμείς οι Έλληνες είμεθα “Έθνος ανάδελφον”», δεν πρέπει να μας κάνουν να διστάζουμε, αλλά αντιθέτως θα πρέπει να μας κινητοποιούν.
Το αρραγές εθνικό μέτωπο, οι σχεδιασμένες διπλωματικές πρωτοβουλίες και η διακήρυξη προς κάθε κατεύθυνση της αποφασιστικότητας να αποκρουσθεί κάθε προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένου εις βάρος των κατοχυρωμένων από το διεθνές δίκαιο συμφερόντων μας, είναι το τρίπτυχο που μπορεί να εγγυηθεί ταυτοχρόνως τόσο την εθνική αξιοπρέπεια όσο και την ειρήνη.
Αρκεί να αποδείξουμε σε εχθρούς και φίλους ότι, εκτός από «ανάδελφο», είμαστε και Έθνος δραστήριο…

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

Αδαείς, αμαθείς, αμετροεπείς



Δεν περνάει μέρα που ένα τουλάχιστον στέλεχος της κυβερνητικής παράταξης να μην υποπέσει σε ένα ολίσθημα: πολιτικό, ηθικό, θεσμικό ή απλώς φραστικό. Είναι σαν να βρίσκονται σε έναν διαρκή ανταγωνισμό μεταξύ τους για το ποιος θα δείξει τον μικρότερο σεβασμό σε όλους εκείνους που τους ψήφισαν και στους υπόλοιπους που τους ανέχονται.
Συμπεριφέρονται ως να μετέχουν σε ένα ιδιότυπο διαγωνισμό για το ποιος θα προσβάλει περισσότερο τη νοημοσύνη των πολιτών, εκστομίζοντας την πιο μεγάλη κουταμάρα, αρκεί να θεωρήσουν ότι με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζουν, για να θυμηθούμε και τον Άντι Γουόρχολ, μερικά λεπτά δημοσιότητας.
Έχουν άποψη για τα πάντα και μιλούν ανενδοίαστα για πράγματα που καταφανώς όχι μόνον δεν γνωρίζουν, αλλά, τις περισσότερες φορές, αρνούνται και να τα μάθουν ενώ επιτίθενται με θράσος σε όποιον επισημαίνει την προκλητική άγνοια και την αμάθεια που τους χαρακτηρίζει.
Με πρώτο διδάξαντα τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος με κυνική ευκολία κάνει επίδειξη γνώσεων πουόλοι αντιλαμβάνονται ότι δεν έχει, με πιο χαρακτηριστική την προβληματική γλωσσομάθειά του ή την επιστημονική ημιμάθεια ακόμη και στο επιστημονικό πεδίο που υποτίθεται ότι σπούδασε, ο ένας μετά τον άλλον οι συνεργάτες του ακολουθούν την ίδια τακτική, λες και τους έχει επιλέξει ακριβώς για τα συγκεκριμένα «προσόντα» τους.
Νάρκισσοι που αρέσκονται να ακούν τη φωνή τους και ζουν για να βλέπουν τη φιγούρα τους στις τηλεοπτικές οθόνες, όταν δεν συνομιλούν με τους καθρέπτες τους, είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν τα πάντα και τα αντίθετά τους, αδιαφορώντας αν και στις δύο εκδοχές συνήθως πέφτουν έξω.  
Κανακεύουν, για παράδειγμα, με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο πρόσωπα που μέχρι πρότινος ενέτασσαν οι ίδιοι στο φαινόμενο «διαπλοκή», αλλά κουνούν το δάκτυλο στους αντιπάλους τους, κατηγορώντας τους ότι εκπροσωπούν το παλαιό και διατεινόμενοι ότι τάχατεςηγούνται προοδευτικού μετώπου το οποίο όλοι βλέπουν ότι συγκροτείται με όρους χυδαίας συναλλαγής. 
Παντογνώστες της συμφοράς, υποδύονται τους σύγχρονους… αντι-Μέτερνιχ που, αντί να υπερασπίζονται τα δίκαια της χώρας τους, μιλούν με γαλαντόμο διάθεση για τα δικαιώματα των… γειτόνων, φθάνοντας μέχρι του σημείου να απευθύνουν –σε ποιους άραγε;- νουθεσίες «να μην είμαστε μοναχοφάηδες».
Οικολόγοι της… δεκάρας που αντιλαμβάνονται την ανάπτυξη με τα φουγάρα που υψώνονται στους ουρανούς, κάνουν από τηλεοράσεως μαθήματα… γεωγραφίας, αναμασώντας προπαγανδιστικές διεκδικήσεις που είναι βέβαιο ότι δεν αντιλαμβάνονταιτη σημασία τους, πλην, όμως, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για όσο τουλάχιστον έχουν επίσημες ιδιότητες και κατέχουν αξιώματα.
Προκλητικά ανελλήνιστοι, κακοποιούν βάναυσα την ελληνική γλώσσα –«άμα τη ανάληψη…», έγραψε μόλις προχθές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η Ρένα Δούρου- και όταν διανοείται κανείς να τους υποδείξει ότι πρέπει να επανορθώσουν, περνούν στην αντεπίθεση, ζητώντας τα ρέστα επειδή… «είδαμε και τους άριστους που χρεοκόπησαν τη χώρα».
Καταφεύγουν σε λεονταρισμούς περί μονομερών ενεργειών, για να δείξουν ότι δήθεν μας έβγαλαν από το Μνημόνιο, ενώ στην πραγματικότητα υποχωρούν ατάκτως μόλις οι δανειστές δηλώσουν τη διαφωνία τους. Και, βάζοντας την ουρά κάτω από τα σκέλια, νομοθετούν υπάκουα όλα όσα τους υπαγορεύονται.
Καταστρέφουν την οικονομία, στραγγαλίζοντας την υγιή επιχειρηματικότητα, με την ακραία υπερφορολόγησηπου έχουν επιβάλει, ώστε να μοιράζουν επιδόματα και να χρηματοδοτούν ρουσφέτια, αδιαφορώντας για το συγκλονιστικό γεγονός ότι το χρέος –ιδιωτικό και δημόσιο-που θα διέγραφαν, όχι μόνον δεν μειώνεται, αλλά αυξάνεται.
Θα μπορούσε κανείς να πει πολλά ακόμη, διεκτραγωδώντας τα έργα και τις ημέρες τους, αλλά ίσως είναι περιττό και μάταιο. Γιατί, κακά τα ψέματα, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι που διαχειρίζονται τις τύχες του τόπου τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια αυτό υπήρξαν πάντα: αδαείς, αμαθείς, αμετροεπείς.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι επί δεκαετίες οι Έλληνες κατέτασσαν στο πολιτικό περιθώριο τους φορείς των απόψεων που εκπροσωπούν. Όπως την ίδια τύχη επιφυλάσσουν στους ομοϊδεάτες τους στις περισσότερες χώρες του πλανήτη. Η κρίση ήταν εκείνη που τους έφερε στο προσκήνιο. Και όσο διαρκεί, θα παραμένουν στην πρώτη γραμμή.
Με άλλα λόγια, η πραγματική ανάταξη της χώρας θα ξεκινήσει μόνον όταν οι αδαείς, οι αμαθείς και οι αμετροεπείς επιστρέψουν στο περιθώριο τους. Και, φυσικά, όταν έρθουν στις θέσεις άνθρωποι που ξέρουν, μαθαίνουν και δεν λένε ό,τι τους κατεβαίνει.

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2018

Περιοδεύων θίασος σε διεθνή και εγχώρια τουρνέ



Οι δηλώσεις του υπουργού Εθνικής Άμυνας Πάνου Καμμένου από την έδρα του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες ότι η Συμφωνία των Πρεσπών «δεν θα εφαρμοστεί ποτέ» επειδή ο ίδιος θεωρεί ότι «δεν θα περάσει από τη Βουλή της ΠΓΔΜ, ούτε από το δημοψήφισμα στη γειτονική χώρα», υπό άλλες συνθήκες θα προκαλούσαν σάλο. Στη συγκεκριμένη συγκυρία, όμως, δεν ήταν παρά ένα ακόμη επεισόδιο στον μακρόσυρτο πολιτικό τραγέλαφο τον οποίο ζούμε τα τελευταία χρόνια.
Την ώρα που ο επικεφαλής της κυβέρνησης, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, παρίστατο στη Σύνοδο Κορυφής της Ατλαντικής Συμμαχίας για να υπογραμμίσει την ιδιαίτερη σημασία που δίνει στη συμφωνία που συνομολόγησε με τον ομόλογό του στα Σκόπια Ζόραν Ζάεφ, ο παρακαθήμενος συγκυβερνήτης του δεν είχε καμία δυσκολία να ισχυριστεί τα ακριβώς αντίθετα από όσα εκείνος προωθούσε.
«Μπορεί να μαζεύουν προσκλήσεις και να φωτογραφίζονται, αλλά στο ΝΑΤΟ δεν πρόκειται να μπουν όσο χρησιμοποιούν τον όρο Μακεδονία», διατεινόταν ο κ. Καμμένος. Και αυτό σε μια στιγμή που δημοσιοποιούνταν το προσχέδιο συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ με το οποίο χαιρετίζεται «η ιστορική συμφωνία μεταξύ Αθηνών και Σκοπίων στο θέμα του ονόματος». Συμφωνία που όλοι, πλέον, αναγνωρίζουν ότι ανοίγει διάπλατα τον ευρωατλαντικό δρόμο των γειτόνων είτε με το νεοαποκτηθέν όνομα «Βόρεια Μακεδονία» είτε ως FYROM.
Με μια τόσο κακοστημένη παράσταση που έστησαν οι δύο κυβερνητικοί εταίροι για καθαρά μικροκομματικούς λόγους οι οποίοι σχετίζονται με την κατανομή ρόλων –ο καθένας να απευθύνεται στο εναπομείναν δικό του ακροατήριο- είναι απορίας άξιον πως μπορεί να αναμένουν ότι θα τους πάρει στα σοβαρά κάποιος από τους υπόλοιπους ηγέτες που μετέχουν στη Σύνοδο.
Μπροστά σε αυτό το αστείο και συνάμα θλιβερό θέαμα που όμοιο δεν πρέπει να έχει υπάρξει στα παγκόσμια πολιτικά χρονικά, καθώς ποτέ άλλοτε δύο πολιτικοί από την ίδια χώρα και την ίδια κυβέρνηση δεν έχουν εμφανιστεί σε ένα τόσο υψηλού επιπέδου διεθνές forum να υποστηρίζουν ο ένας τα ακριβώς αντίθετα από τον άλλο, δύσκολα θα πειστούν ξένοι αξιωματούχοι, όπως η καγκελάριος Μέρκελ, να ανταποκριθούν στο αίτημα της ελληνικής πλευράς για άσκηση πίεσης προς την Άγκυρα ώστε να απελευθερωθούν οι δύο στρατιωτικοί μας που εξακολουθούν να κρατούνται παράνομα στην Αδριανούπολη.
Πριν από περίπου τρεις μήνες, εξάλλου, ανακοινωνόταν πομπωδώς το αίτημα για μεσολάβηση στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που είχε απευθύνει τηλεφωνικώς ο κ. Τσίπρας στον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, αίτημα το οποίο, παρά τις προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν, δεν έφερε αποτέλεσμα γιατί ο νέο-Σουλτάνος της Άγκυρας επικαλέστηκε τις απερίσκεπτες υποσχέσεις του Έλληνα πρωθυπουργού για παράδοση των οκτώ Τούρκων αξιωματικών οι οποίοι κατέφυγαν στη χώρα μας μετά το αμφιλεγόμενο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016.
Μέχρι προχθές, άλλωστε, η κυβέρνηση «κρατούσε μούτρα» στον Τούρκο Πρόεδρο και ο Έλληνας πρωθυπουργός επί σχεδόν τέσσερις μήνες δεν σήκωνε το τηλέφωνο να μιλήσει μαζί του. Και όχι μόνον αυτό. Χρησιμοποίησε το βήμα της γενικής συνέλευσης του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος για να επιτεθεί στην πρώην υπουργό Ντόρα Μπακογιάννη επειδή πήγε στην τελετή ορκωμοσίας του Τούρκου Προέδρου, ισχυριζόμενος ότι «η επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία δεν χρειάζεται κανέναν αυτόκλητο καλοθελητή» και «ούτε συμβάλλει σε τίποτα η παρουσία Ελλήνων πολιτικών σε φιέστες στην Άγκυρα».
Αίφνης, όμως, μια μέρα μετά το υβρεολόγιο κατά της Μπακογιάννη, που κλιμακώθηκε με non paper από τα υπόγεια του Μαξίμου, γινόταν γνωστό ότι επίκεται συνάντηση Τσίπρα - Ερντογάν στις Βρυξέλλες, δείγμα ότι «τα μούτρα» στον Τούρκο ξεχάστηκαν επειδή προφανώς διεφάνη ο κίνδυνος ότι μπορούσε να κλέψει κάποιος άλλος τη δόξα της απελευθέρωσης των δύο Ελλήνων κρατούμενων. Διότι, όπως όλα δείχνουν, το θέμα δεν είναι η απελευθέρωσή τους –αν ήταν θα ζητούσαν από την πρώην υπουργό να κάνει κι εκείνη ό,τι μπορεί- αλλά ποιος θα καρπωθεί το (μικρο-)κομματικό όφελος.
Και ενώ τα πρώτα ονόματα του κυβερνητικού θιάσου έδιναν την αλλοπρόσαλλη παράσταση των Βρυξελλών, με τον έναν να εκθειάζει και τον άλλο να καταδικάζει τη συμφωνία των Πρεσπών, το εγχώριο φιλοθεάμον κοινό δεν… έμενε παραπονεμένο. Την ίδια ώρα ένα άλλο «μπουλούκι», προερχόμενο από τον ίδιο θίασο και εκτελώντας εντολές του θιασάρχη που μετείχε στη διεθνή τουρνέ, ανέβαζε στο θέατρο της Βουλής ένα ακόμη πιο κακοπαιγμένο έργο. Ένα έργο το οποίο αφορούσε εν γένει τις εκλογές που φαίνεται ότι έχουν γίνει ο εφιάλτης των κυβερνώντων.
Για πρώτη φορά στα κοινοβουλευτικά χρονικά -δεν θα αφήσει κανένα ρεκόρ για ρεκόρ που να μην καταρρίψει το συνονθύλευμα που παριστάνει τη κυβέρνηση- υποβλήθηκε τροπολογία με την οποία αναιρείται κεντρική ρύθμιση ενός από τα πιο πολυδιαφημισμένα νομοσχέδια της τελευταίας περιόδου. Διότι αυτό ακριβώς γίνεται με την τροπολογία που επαναφέρει τη χρονική σύμπτωση των ευρωεκλογών με τις αυτοδιοικητικές κάλπες και που το νομοσχέδιο του υπουργού Εσωτερικών Π. Σκουρλέτη στο οποίο ενσωματώνεται όριζε το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή την αποσύνδεση.
Τι έκανε ο κ. Σκουρλέτης που από πρωταγωνιστής βρέθηκε κομπάρσος αποδεχόμενος βουλευτική τροπολογία που τον «άδειαζε»; Ό,τι ακριβώς είχε κάνει όταν ως υπουργός Εργασίας ανακοίνωνε την κατάθεση νομοσχεδίου που ανέβαζε τον κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ. Και ό,τι έπραξε όταν ως υπουργός Ενέργειας διέψευδε την πώληση μονάδων της ΔΕΗ κάνοντας λόγο για «μπίζνες» χωρίς αυτό να τον εμποδίσει να δώσει αργότερα θετική ψήφο.
Εξάλλου, τόσο ο κ. Σκουρλέτης όσο και οι περισσότεροι που συμμετέχουν στον κυβερνητικό θίασο, ρόλους υποδύονται. Αλλιώς δεν εξηγείται ότι έχουν ξεπεράσει κάθε όριο αμοραλισμού, κάνοντας σχεδόν σε όλα τα θέματα τα ακριβώς αντίθετα από όσα έλεγαν. Είτε παλαιότερα, είτε τώρα.

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2018

Εθνικές παραχωρήσεις για ένα… πινάκιο χρέους;


            Είναι παντελώς ακατανόητη η σπουδή με την οποία ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και οι συν αυτώ επιμένουν στις προαναγγελίες για επερχόμενη λύση στο Σκοπιανό. Κατά έναν πολύ περίεργο τρόπο η ελληνική πλευρά εμφανίζεται ως να είμαστε εμείς οι επισπεύδοντες που πρέπει να βιαστούμε να συμβιβαστούμε με τους βόρειους γείτονες για «να μη χαθεί η ευκαιρία».
            Ποια «ευκαιρία», όμως, είναι αυτή; Και από πού ως πού επειγόμαστε εμείς να μη χαθεί; Η επιχειρηματολογία που χρησιμοποιούν οι θιασώτες του δόγματος «λύση εδώ και τώρα» είναι σαθρή και μόνον με όρους πολιτικής εμμονής μπορεί να δικαιολογηθεί, αφού εκείνοι που την προωθούν προέρχονται κατά βάση από τις τάξεις όλων εκείνων που εδώ και χρόνια διατείνονταν ότι «δεν έχουμε να χάσουμε τίποτε ακόμη και αν τους αναγνωρίσουμε ως σκέτη “Μακεδονία”».
            Για όποιον δεν τρέφει αυταπάτες, κατά τα 27 χρόνια τα οποία πέρασαν από τότε που, με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, επανήλθε στο προσκήνιο το μείζον ζήτημα της ονομασίας που θα λάβει το κρατίδιο των Σκοπίων, απεδείχθη ότι είχαν δίκιο όλοι όσοι από την πρώτη στιγμή επέμεναν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να συναινέσει στην ψευδεπίγραφη ονομασία που διεκδικούν οι γείτονες μας.
            Πως απεδείχθη; Με τις προ καιρού αποφάσεις του νυν πρωθυπουργού της ΠΓΔΜ Ζόραν Ζάεφ να αποσύρει τα αγάλματα που παρέπεμπαν στον Μεγαλέξανδρο και στην κλεψίτυπη ιστορία των αρχαίων Μακεδόνων και να αλλάξει ονόματα στο αεροδρόμιο της πρωτεύουσας του και στον αυτοκινητόδρομο που οδηγεί στα ελληνικά σύνορα.
Αν η Αθήνα, για περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα, δεν είχε απαρέγκλιτα επιμείνει ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει συμβιβασμός αποτελεί η αφαίρεση όλων των ανιστόρητων και αλυτρωτικών συμβόλων, είναι βέβαιο ότι οι Σκοπιανοί θα συνέχιζαν να εμφανίζονται ως αποκλειστικοί κληρονόμοι των Μακεδόνων βασιλέων, ενώ και στα κυβερνητικά κτίρια των Σκοπίων θα κυμάτιζε ακόμη η εμβληματική σημαία της Βεργίνας που κατέβηκε μετά την ενδιάμεση συμφωνία του 1995.
Οι ισχυρισμοί ότι τάχατες η χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια «απώλεσε διπλωματικό κεφάλαιο» είναι παντελώς ανυπόστατοι. Κανένα διπλωματικό κεφάλαιο δεν απωλέσαμε ακόμη και όταν η επιμονή μας να χρησιμοποιείται διεθνώς η προσωρινή ονομασία FYROM προσέκρουε είτε σε κουτοπονηριές των γειτόνων μας είτε σε έλλειψη κατανόησης ή επίδειξη αδιαφορίας από ορισμένους (εντός ή εκτός εισαγωγικών) συμμάχους μας.
Το γεγονός ότι τα Σκόπια δεν μπήκαν στο ΝΑΤΟ το 2008, όπως διακαώς επιθυμούσαν υπερατλαντικοί παράγοντες, εξαιτίας της απειλής μας για «βέτο» δείχνει ότι η Ελλάδα διαθέτει ισχυρά διπλωματικά όπλα για να υπερασπιστεί τα ιστορικά της δίκαια. Το ίδιο ισχύει και για τον ευρωπαϊκό δρόμο των γειτόνων μας οι οποίοι πρέπει να καταλάβουν ότι η διαδρομή τους προς τις Βρυξέλλες περνάει υποχρεωτικά από την Αθήνα.
Άνευ αντικρίσματος είναι, εξάλλου, οι ισχυρισμοί ότι η μη εξεύρεση λύσης, όπως αυτής που θέλουν οι Σκοπιανοί –να τους λέμε εμείς όπως θέλουμε και αυτοί να έχουν διεθνώς άλλη ονομασία- διευκολύνει δήθεν την διείσδυση της ερντογανικής Τουρκίας στα Βαλκάνια. Αν, δηλαδή εμείς, χωρίς καμία άλλη προϋπόθεση, δεχθούμε να μπει ο προσδιορισμός «Βόρεια» (Servena), «Άνω» (Gorna) ή «Νέα» (Nova) πριν από τη λέξη «Μακεδονία» σε τί θα εμποδίσουμε την Άγκυρα να προσεγγίσει με τα Σκόπια;
Εξίσου έωλο είναι επίσης και το δήθεν επιχείρημα ότι εξαιτίας της εκκρεμότητας με το όνομα πλήττονται τα οικονομικά μας συμφέροντα επειδή δεν αναπτύσσονται οι οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών. Οι πάμπολλες ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη γείτονα, όπως και το σπίτι που έχει αποκτήσει ο πρωθυπουργός τους για να κάνει τα μπάνια του στη Χαλκιδική, συνιστούν αψευδείς μαρτυρίες ότι η εκκρεμότητα της ονομασίας δεν βλάπτει τα εθνικά συμφέροντα, όπως διατείνονται ορισμένοι.
Αλλά και αν δεχθούμε ότι στην προκειμένη περίπτωση μπλέκονται τα εθνικά με τα οικονομικά συμφέροντα, ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι οι οικονομικές επιπτώσεις οιουδήποτε γεγονότος είναι συνήθως πρόσκαιρες και αφορούν -στην χειρότερη περίπτωση- μια γενιά, ενώ οι εθνικές παραχωρήσεις μπορεί να αποδειχθούν αιώνιες και ανεπίστρεπτες.
Η τελευταία αυτή επισήμανση αποκτά ιδιαίτερη σημασία εξαιτίας του γεγονότος ότι η δικαιολογία η οποία παρασκηνιακά διακινείται για τη σπουδή του Μεγάρου Μαξίμου να συμβιβαστεί με τον Ζόραν Ζάεφ είναι ότι έχουν ληφθεί υποσχέσεις σύμφωνα με τις οποίες διεθνείς παράγοντες –από την Ευρώπη, αλλά και υπερατλαντικά- θα επιδείξουν μεγαλύτερη «γενναιοδωρία» στη διευθέτηση του χρέους, εάν και εφόσον εμείς «τα βρούμε» με τα Σκόπια.
Φημολογίες τέτοιου είδους, ωστόσο, είτε προέρχονται από την ίδια μήτρα που γέννησε τις ψευδαισθήσεις και τις αυταπάτες των νυν κυβερνώντων, τις οποίες βιώσαμε τόσο επώδυνα το 2015, είτε διαθέτουν ψήγματα αληθείας, δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτές από τον ελληνικό λαό.
Είναι πασιφανές τόσο από το σύνολο των μετρήσεων της κοινής γνώμης που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα όσο και από τη μαζικότητα των συλλαλητηρίων που διεξήχθησαν ότι οι Έλληνες πολίτες μπορεί, εκόντες άκοντες, να ανέχτηκαν τη φτωχοποίηση που τους επεβλήθη, δεν είναι όμως διατεθειμένοι να ανεχτούν και το εθνικό ξεπούλημα για ένα… πινάκιο χρέους.
Ας το λάβουν σοβαρά υπόψη τους οι κυβερνώντες. Και φυσικά όσοι τους σιγοντάρουν.