Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσαυτάρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσαυτάρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 10 Ιουνίου 2014

Ανασχηματισμός. Ε, και;


 
Δεν κομίζουν, σίγουρα, γλαύκα στην Αθήνα όλοι όσοι εδώ και μέρες επισημαίνουν ότι ποτέ κανένας ανασχηματισμός δεν άλλαξε τον ρου των πολιτικών πραγμάτων, αλλά  όσο διαβάζω και ξαναδιαβάζω τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης, μου δημιουργείται η αίσθηση ότι η κατάσταση μπορεί να είναι χειρότερη από αυτή που υπονοεί η συγκεκριμένη επωδός.
Αν εξαιρέσει κανείς την επιλογή του νέου υπουργού Οικονομικών Γκίκα Χαρδούβελη, ο οποίος διαθέτει όλα τα απαραίτητα εχέγγυα για να ασκήσει τον σημαντικό ρόλο που του ανατέθηκε, δύσκολα μπορεί να βρεθεί μια από τις υπόλοιπες αλλαγές του κυβερνητικού σχήματος που να υπακούει σε κριτήρια αξιοσύνης και γνώσης του τομέα που αναλαμβάνει.
Δυστυχώς, για μια ακόμη φορά οι κυβερνητικοί ιθύνοντες φαίνεται να προέκριναν και να ακολούθησαν την πεπατημένη των ισορροπιών -εσωκομματικών, γεωγραφικών και άλλων- στην ανάθεση των υπουργικών χαρτοφυλακίων, όπως μαρτυρά, πριν από ο,τιδήποτε άλλο, η αύξηση των μελών του νέου υπουργικού συμβουλίου με την προσθήκη επιπλέον θέσεων υφυπουργών που μόνο στόχο έχει να βολευθούν μερικοί ακόμη κυβερνητικοί βουλευτές.
Το ζήτημα, βεβαίως, δεν είναι αριθμητικό. Είναι πρωτίστως ποιοτικό και αφορά τους στόχους που μπορεί να έχει και να υπηρετεί μια κυβέρνηση, στην οποία «αποκεφαλίζεται» σύσσωμη η πολιτική ηγεσία σε δύο νευραλγικά υπουργεία, όπως είναι το Παιδείας και το Υγείας –στο δεύτερο, μάλιστα, δεύτερη φορά σε δύο χρόνια.
Δικαίως, λοιπόν, πολλοί αναρωτιούνται, ήδη, για το πότε οι νεοείσακτοι υπουργοί και υφυπουργοί στα δύο αυτά υπουργεία, αλλά και σε άλλα, θα προλάβουν να ενημερωθούν για τις αρμοδιότητες τους και θα δρομολογήσουν λύσεις στα προβλήματα που θα βρουν εκεί και δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν οι προκάτοχοί τους που απομακρύνθηκαν.
Πιστεύει, για παράδειγμα, κάποιος ότι ο Μάκης Βορίδης, που είναι νομικός, ο Λεωνίδας Γρηγοράκος, τουλάχιστον αυτός είναι γιατρός, και η Κατερίνα Παπακώστα, επίσης νομικός, θα καταφέρουν να βρουν κοινή γλώσσα, να μοιράσουν αρμοδιότητες και να βάλουν, σε εύλογο χρόνο, τάξη στο χάος που επικρατεί στον χώρο της Υγείας.
Το ίδιο ισχύει και για το υπουργείο Παιδείας, στο οποίο, από «καραμπόλα», όπως φαίνεται, βρέθηκε ο Ανδρέας Λοβέρδος, που είχε άλλες φιλοδοξίες και τώρα καλείται να «συγκατοικήσει» σε ένα υπουργείο που δεν ήθελε με δύο άπειρους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας που βρέθηκαν εκεί, επειδή, μάλλον, δεν χωρούσαν πουθενά αλλού: ο ένας είναι πολιτικός μηχανικός και ο άλλος αθλητής που σπούδασε στη Γυμναστική Ακαδημία.
Δεν περιορίζεται, όμως, μόνον στα δύο αυτά υπουργεία ο αρνητικός αιφνιδιασμός που προοιωνίζεται ότι οι προοπτικές του νέου κυβερνητικού σχήματος δεν θα είναι –και δεν μπορεί να είναι- καλύτερες από εκείνες του προηγούμενου και της προσφοράς που είχε στους χειμαζόμενους από την κρίση Έλληνες πολίτες.
Η αντικατάσταση από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης του Αθανάσιου Τσαυτάρη, ενός από τους ελάχιστους εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς που διέθεταν το σπάνιο προσόν να συνδυάζουν την τεχνοκρατική επάρκεια με το πολιτικό αισθητήριο, είναι ίσως η καλύτερη επιβεβαίωση αυτής της πρόβλεψης.
Και μόνον το γεγονός ότι η σημερινή κυβερνητική ηγεσία έχει εξαγγείλει ότι στην επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση θα προτείνει το ασυμβίβαστο βουλευτή και υπουργού, αλλά, με εξαίρεση τον κ. Χαρδούβελη, στο νέο σχήμα έβαλε μόνον βουλευτές, δείχνει ότι τα κυβερνητικά λόγια απέχουν πολύ από τις πράξεις.
Γι΄ αυτό και οι όποιες εντυπώσεις μπορεί να δημιούργησε η καρατόμηση ορισμένων από τους υπουργούς που δικαιολογημένα βρέθηκαν εκτός κυβέρνησης –και σίγουρα δεν θα λείψει η παρουσία τους- θα είναι, μάλλον, πολύ πρόσκαιρες. Λίαν συντόμως οι πολίτες όταν θα ακούν ότι έγινε ανασχηματισμός, θα απαντούν: Ε, και; Αν δεν το κάνουν ήδη…

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2013

«Νίκησε» η επικοινωνία του νέου διπολισμού

Έδωσαν και πήραν το τελευταίο τριήμερο οι βαθυστόχαστες αναλύσεις και οι βαρύγδουπες εκτιμήσεις για το παρασκήνιο, τη σημασία, τη σκοπιμότητα και την αποτελεσματικότητα της πρότασης μομφής του ΣΥΡΙΖΑ κατά της κυβέρνησης που συζήτησε η Βουλή.
Ορισμένοι, μάλιστα, αναλυτές έσπευσαν να ανακηρύξουν νικητές πριν καν εξελιχθεί η αναμέτρηση, την οποία αμφιβάλω αν οι ίδιοι είχαν την υπομονή να παρακολουθήσουν, με εξαίρεση, ενδεχομένως, το τελευταίο μέρος της που περιείχε τις «μονομαχίες» κορυφής, από τις οποίες και πάλι αμφισβητώ ότι στα μάτια του χειμαζόμενου μέσου πολίτη αναδείχθηκε κάποιος νικητής και τροπαιούχος.
Έχει ζήσει πολλές άσχημες στιγμές το ελληνικό Κοινοβούλιο στο πρόσφατο όπως και στο απώτερο παρελθόν. Νομίζω, όμως, ότι το τελευταίο τριήμερο ήταν μια από τις ασχημότερες, εξαιτίας, κυρίως, του επιπέδου της αντιπαράθεσης που περισσότερο από κάθε άλλη φορά υποτάχθηκε σε έναν εκατέρωθεν ανούσιο επικοινωνιακό τακτικισμό, ο οποίος δείχνει τόσο, μα τόσο, μακρινός από την πραγματικότητα που όλοι βιώνουμε.
Όντας από εκείνους που παρακολούθησαν το μεγαλύτερο μέρος αυτής της τριήμερης διαδικασίας για λόγους επαγγελματικού καθήκοντος, το οποίο από κάποια στιγμή μπορεί να μετατρέπεται και σε… διαστροφή, αναρωτήθηκα αρκετές φορές αν όλα όσα εκτυλίχθηκαν τούτες τις μέρες στο Κοινοβούλιο είχαν κάποια αντιστοίχιση με την Ελλάδα της κρίσης, την Ελλάδα που είναι παγιδευμένη στο μνημόνιο, όπως κατήγγελλαν οι μεν, την Ελλάδα που πασχίζει να βγει από το μνημόνιο, όπως αντέτειναν οι δε.
Ήταν, άλλωστε, τόσο προβλέψιμη η επιχειρηματολογία που ένθεν κακείθεν επιστρατεύθηκε και τόσο υποβαθμισμένη η ποιότητα του λόγου, με τις φθηνές και, εν πολλοίς, προκάτ ατάκες,  που επέλεξε η συντριπτική πλειονότητα των ομιλητών, ώστε να δίνεται δικαιολογημένα το έναυσμα για να γίνει, τουλάχιστον τις δύο πρώτες ημέρες, κυρίαρχη δημοσιογραφική «είδηση» το κλισέ για τα «άδεια έδρανα» ενώπιον των οποίων εναλλάσσονταν στο βήμα οι ρήτορες.
Με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις, μια από τις οποίες υπήρξε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Αθανάσιος Τσαυτάρης που περιορίστηκε να μιλήσει για το σχέδιο του, συνέστησε «συνεννόηση και ομόνοια» και, προφανώς επειδή δεν πολιτεύεται, δεν δυσκολεύθηκε να διαπιστώσει ότι οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την αγροτική ανάπτυξη δεν είναι ασύμβατες με τις κυβερνητικές, βασική επιδίωξη των περισσοτέρων που έλαβαν το λόγο ήταν να αποδείξουν τα λάθη των «άλλων» και όχι να αναπτύξουν τη δική τους πρόταση.
Οι αντιπολιτευόμενοι επιδόθηκαν σε κριτική και μόνον κριτική προς την κυβέρνηση. Οι κυβερνητικοί ανάλωναν το χρόνο τους σχολιάζοντας τις θέσεις και τη στάση της αντιπολίτευσης. Χωρίς καμία έμπνευση, δίχως την παραμικρή πρωτοτυπία. Και με μείζον ζήτημα της αντιπαράθεσης το διαδικαστικό της υπόθεσης, αν, δηλαδή, η πρόταση δυσπιστίας συσπειρώνει την συγκυβέρνηση ή αν είχε ως κίνητρο τις εσωτερικές διαμάχες της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Αν κάτι, πάντως, μένει από όλα αυτά και κυρίως μέσα από τους οξείς και προσβλητικούς προσωπικούς χαρακτηρισμούς που εκτοξεύθηκαν, του τύπου «κοιμάστε ήσυχος τα βράδια;» ή «δεν σας κοιτάω για να μη γελάσω», είναι ότι ο νέος διπολισμός που δημιουργείται στο πολιτικό μας σύστημα μοιάζει να είναι πολύ πιο σκληρός και διχαστικός από τον κλασσικό δικομματισμό που βιώσαμε στη μεταπολιτευτική και ίσως στη μεταπολεμική Ελλάδα.
Η λογική του «ο μη ών μεθ' ημών, καθ' ημών εστί», που απέπνεε σε όλη τη διάρκεια της η κοινοβουλευτική αντιπαράθεση του τελευταίου τριήμερου, στενεύει, δυστυχώς, αφόρητα τα περιθώρια για συνεννόηση, συναίνεση και συνεργασία. Και, ανεξάρτητα από τις όποιες μελλοντικές εκλογικές εξελίξεις, καθιστά, αναμφίβολα, ακόμη πιο δύσκολη την προσπάθεια εξόδου της χώρας από την κρίση.

(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 11.11.2013)

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2012

Μάχες οπισθοφυλακών με… εισαγωγή φακής

            Η απάντηση στο ερώτημα που από πολλές πλευρές τίθεται αν η κρίση έφερε το μνημόνιο, όπως επιμένουν αρκετοί, πρωτίστως από την κυβερνητική πλευρά, ή το αντίθετο, όπως ισχυρίζονται άλλοι, κυρίως από τις τάξεις της αντιπολίτευσης, δίνεται, νομίζω, από το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Τα Νέα», την περασμένη Δευτέρα, για «τα χαμένα δισεκατομμύρια της ανάπτυξης».
            Ένας πακτωλός χρημάτων που φθάνει τα 90 δισ. ευρώ εισέρευσε την τελευταία εικοσαετία στη χώρα με τα τρία διαδοχικά Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, αλλά και το εν εξελίξει ΕΣΠΑ, που κατευθύνθηκαν, σχεδόν εξ ημισείας, σε αγροτικές ενισχύσεις και σε διαρθρωτικές δράσεις.
Τα υπέρογκα αυτά ποσά, στην πρώτη, τουλάχιστον, περίπτωση, αυτή των γεωργικών ενισχύσεων, προκάλεσαν τα αντίθετα από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, καθώς το γεωργικό εισόδημα, όπως αναγνώρισε προ ημερών στη Βουλή ο αρμόδιος υπουργός Αθ. Τσαυτάρης, «βαίνει διαρκώς μειούμενο», παρά τις θηριώδεις επιδοτήσεις που, προφανώς, αντί για νέες επενδύσεις στη γεωργία, διοχετεύτηκαν στην εισαγόμενη κατανάλωση.
«Μια γεωργία με αυτάρκεια έγινε ελλειμματική», πρόσθεσε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, στην ομιλία του κατά τη συζήτηση στη Βουλή επί των προγραμματικών δηλώσεων, επισημαίνοντας ότι «το εμπορικό ισοζύγιο των αγροτικών μας προϊόντων γίνεται τα τελευταία χρόνια σταθερά αρνητικό, με τις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων να κοστίζουν περί τα 6,5 δισ., ενώ οι εξαγωγές μας είναι 4,5 δισεκατομμύρια».
«Έτσι, μία χώρα που θέλετε να λέγεται γεωργική, πέρσι κατανάλωσε έντεκα χιλιάδες οκτακόσιους τόνους φακής εκ των οποίων οι έντεκα χιλιάδες διακόσιοι ήταν εισαγωγής» (!), ήταν το χαρακτηριστικό παράδειγμα που έφερε ο κ. Τσαυτάρης, ο οποίος έκανε λόγο για «ένα γιγάντιο έλλειμμα κυρίως στη ζωική παραγωγή και στα προϊόντα της, με εξαίρεση, ίσως, την ιχθυοπαραγωγή».
 Αλλά και στον τομέα των διαρθρωτικών δράσεων, μπορεί από τους κοινοτικούς πόρους να χρηματοδοτήθηκαν ορισμένα μεγάλα αναπτυξιακά έργα, όπως, επί παραδείγματι, η Εγνατία ή το λιμάνι της Ηγουμενίτσας στην περιοχή μας, αλλά συνολικά κι εδώ τα αποτελέσματα είναι δυσανάλογα λιγότερα από εκείνα που δικαιολογούν τα διατεθέντα ποσά.
            Και να σκεφθεί κανείς πως ένα μεγάλο μέρος των κονδυλίων που ήταν στη διάθεσή μας δεν μπορέσαμε να τα απορροφήσαμε, ελλείψει των κατάλληλων προγραμμάτων, κάτι που ισχύει και για το ΕΣΠΑ, που «τρέχει» με πολύ αργούς ρυθμούς, παρόλο που, λόγω της κρίσης, οι ευρωπαίοι εταίροι μας αύξησαν από 75% σε 95% το ποσοστό της κοινοτικής συμμετοχής.
            Σε μια δύσκολη περίοδο που η παρατεταμένη ύφεση τρώει τις σάρκες της χώρας, η εκτίναξη της ανεργίας δημιουργεί κοινωνικό κομφούζιο και η αγορά ασφυκτιά από την έλλειψη ρευστότητας, τα κοινοτικά κονδύλια, όταν δεν κατασπαταλούνται σε αντιπαραγωγικά έργα, «λιμνάζουν» επειδή δεν υπάρχουν οι κατάλληλοι μηχανισμοί του κράτους που θα επιταχύνουν την απορροφητικότητά τους και θα οδηγήσουν στην επανεκκίνηση των μεγάλων αναπτυξιακών έργων.
Οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι που έχουν εμπλακεί στην υπόθεση, μέσω της ομάδας δράσης που συγκρότησε η Κομισιόν, σηκώνουν πολλές φορές ψηλά τα χέρια από τον κυκεώνα μπροστά στον οποίο βρίσκονται με τη γραφειοκρατία, την περιπλοκή με τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα και τόσα άλλα εμπόδια που τίθενται και τα οποία, πάντως, δεν έχουν σχέση με το μνημόνιο.
            Την ίδια ώρα, ο δημόσιος διάλογος στη χώρα μας μονοπωλείται σχεδόν από τη συζήτηση εάν θα γίνει η περιβόητη επαναδιαπραγμάτευση και θα μας δοθεί ή όχι παράταση στην εφαρμογή του δημοσιονομικού προγράμματος, λες και αυτή είναι η μόνη παράμετρος που θα μας βγάλει από το φαύλο κύκλο της ύφεσης.
            Η επιμονή αυτή, δεν είναι τίποτε άλλο από μια μάχη οπισθοφυλακής που, δυστυχώς, ακόμη και εάν επιτευχθεί δεν πρόκειται να λύσει το βασικό πρόβλημα της χώρας που είναι η παραγωγική αποσάρθρωση, όπως αποτυπώνεται στα προαναφερθέντα στοιχεία για την κατάσταση που επικρατεί στον αγροτικό τομέα και φοβούμαι ότι χρόνο με το χρόνο θα γίνεται χειρότερη.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.