Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παρακολουθήσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παρακολουθήσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2022

Καμπανάκια για τον Νίκο Ανδρουλάκη


Πριν από σχεδόν έναν χρόνο, τον Δεκέμβριο του 2021, το εγχώριο πολιτικό σκηνικό, το οποίο έμοιαζε σχεδόν αμετάβλητο και παγιωμένο επί περίπου μια εξαετία, εμφάνισε κάποιες πρώτες τάσεις ανατροπής.

Από τον Ιανουάριο του 2016, οπότε εξελέγη στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εκατοντάδες δημοσκοπήσεις, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν από τα αποτελέσματα που έβγαλαν οι κάλπες του Μαΐου και του Ιουλίου του 2019, έδειχναν πάνω κάτω την ίδια εικόνα: η ΝΔ να προηγείται σταθερά έναντι του ΣΥΡΙΖΑ στη διεκδίκηση της εξουσίας και ο ρόλος των υπόλοιπων κομμάτων να είναι επί της ουσίας περιθωριακός και προβλέψιμος, όπως και η σειρά κατάταξή τους.

Η εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, τον περυσινό Δεκέμβριο, προκάλεσε ισχυρές πολιτικές εντυπώσεις, οι οποίες δεν άργησαν να αποτυπωθούν και στα ευρήματα όλων των ερευνών με τις διαθέσεις της κοινής γνώμης.

Ο «νέος παίκτης», για τον οποίο έκαναν λόγο πρωτοσέλιδα των εφημερίδων εκείνης της περιόδου, έδειχνε ικανός να ρυμουλκήσει στη δική του ανοδική πορεία και τις πενιχρές επιδόσεις του άλλοτε κραταιού κόμματός του. Όπως και να δώσει πνοή στις προσδοκίες για απόκτηση του ρυθμιστικού ρόλου τον οποίο συνήθως διεκδικούν τα κόμματα που προσπαθούν και καταφέρνουν να ξεφύγουν από την άχαρη και αδιάφορη θέση της ελάσσονος αντιπολίτευση.

Έχοντας εισροές ψηφοφόρων τόσο εκ δεξιών όσο και εξ αριστερών, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη έδειξε τον πρώτο καιρό να πλησιάζει επικίνδυνα τον ΣΥΡΙΖΑ, απειλώντας, μάλιστα, σε μεταγενέστερο χρόνο να του αποσπάσει και τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. 

Σε κάποιες από τις δημοσκοπήσεις εκείνης της περιόδου βρέθηκε σε θέση βολής, καθώς το ποσοστό που συγκέντρωνε απείχε μόλις τέσσερις μονάδες από την Κουμουνδούρου. Για την ακρίβεια, το ΠΑΣΟΚ εμφανιζόταν να έχει στην πρόθεση ψήφου ποσοστό 15%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ προσγειωνόταν ανώμαλα στο 19%.

Η συνέχεια, ωστόσο, κάθε άλλο παρά δικαίωσε τις αρχικές προσδοκίες, αφού δώδεκα μήνες αργότερα το ΠΑΣΟΚ έχει πάρει για τα καλά την κατιούσα. Με αποτέλεσμα να απέχει ελάχιστα από την απώλεια του διψήφιου ποσοστού που φαινόταν να έχει κατοχυρωμένο όλο το προηγούμενο διάστημα.

Στον απόηχο του σκανδάλου διαφθοράς των Βρυξελλών που είχε (συμ)πρωταγωνίστρια την ευρωβουλευτή του Εύα Καλή, οι πρόσφατες μετρήσεις δείχνουν να υποχωρεί στο 10,5%.

Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι οι αποκαλύψεις για την εμπλοκή της Καϊλή στο πολύκροτο Qatargate επιβεβαίωσαν την προϊούσα φθορά των επιδόσεων του ΠΑΣΟΚ, το οποίο ήδη είχε απωλέσει το μεγαλύτερο μέρος από τα κέρδη που του είχε προσδώσει η προ έτους αλλαγή στην ηγεσία. 

Τα πράγματα απλώς έγιναν λίγο χειρότερα εξαιτίας των χειρισμών στο σκάνδαλο με την πράσινη ευρωβουλευτή, για την οποία μάλλον ουδείς επείσθη ότι έκανε όσα έκανε επειδή λειτουργούσε ως «δούρειος ίππος του Μαξίμου», όπως θέλησε να την εμφανίσει ο κ. Ανδρουλάκης. Άλλωστε, ακόμη και αν είχε δίκιο ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, το timing στο οποίο έκανε την καταγγελία, κάθε άλλο παρά απάλλαξε το κόμμα του από το άγος του σκανδάλου.

Σε κάθε περίπτωση η δημοσκοπική υποχώρηση είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα και όλα δείχνουν ότι οφειλόταν στα θολά και αντικρουόμενα μηνύματα που εξέπεμπε η Χαριλάου Τρικούπη στο μείζον ζητούμενο των επερχόμενων εκλογών που δεν είναι άλλο από τη διακυβέρνηση της χώρας. 

Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι το ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να αποκομίσει κέρδη από την υπόθεση της διπλής παρακολούθησης του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη τόσο από το κακόβουλο λογισμικό Predator όσο και από την ΕΥΠ. Οι ισχυρισμοί ότι δεν τον στήριξαν τα συστημικά μέσα ενημέρωσης συνιστούν μόνον προσχηματικές δικαιολογίες.

Η αρχική συμπάθεια που δημιουργήθηκε γύρω από το πρόσωπο του παρακολουθούμενου γρήγορα εξαϋλώθηκε, αφού η επαμφοτερίζουσα στάση της Χαριλάου Τρικούπη διευκόλυνε τις κινήσεις εκτόνωσης και διαφυγής από το σκάνδαλο στις οποίες προχώρησε η κυβέρνηση. Με αποτέλεσμα την όποια φθορά, εν τέλει, προκλήθηκε να την καρπωθεί μάλλον ο ΣΥΡΙΖΑ. 

Ποιος ξεχνά άλλωστε ότι μόλις ανακοινώθηκε το κυβερνητικό νομοσχέδιο με τις θεσμικές αλλαγές, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ τοποθετήθηκε θετικά, ενώ στη συνέχεια το κόμμα του το αποδόμησε;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ρόλος του Νίκου Ανδρουλάκη είναι δύσκολος καθώς το κόμμα του είναι διχασμένο σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να κινείται τόσο απέναντι στην κυβέρνηση όσο και στην αξιωματική αντιπολίτευση. 

Η πλειονότητα του εκλογικού του ακροατηρίου, σε ποσοστό περίπου 60%, διάκειται φιλικά προς τη σημερινή κυβέρνηση και εξακολουθεί να διατηρεί έντονα αντιΣΥΡΙΖΑ ανακλαστικά. 

Υπάρχει, όμως, και μια ισχυρή μειοψηφία της τάξης περίπου του 30% που είναι έντονα αντιδεξιά και υποστηρίζει ότι συνεργασία μπορεί να υπάρξει μόνον σε κεντροαριστερή κατεύθυνση και άρα με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Το πρόβλημα του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ είναι ότι όχι μόνον δεν κατάφερε να ομογενοποιήσει αυτές τις αντικρουόμενες προσεγγίσεις των στελεχών, οπαδών και ψηφοφόρων της παράταξής του αλλά μάλλον τις όξυνε. 

Ειδικά με τις τελευταίες απόψεις του πήγε κόντρα στην βούληση της πλειοψηφίας διατυπώνοντας το αίτημα να περάσει στην αντιπολίτευση το σημερινό κυβερνών κόμμα. 

Διότι, κακά τα ψέματα, υπό τις παρούσες συνθήκες, αν όντως ισχύσει κάτι τέτοιο, τότε η παλινόρθωση του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία αποτελεί μονόδρομο, ο οποίος όμως, δεν βρίσκει πολλούς να συμφωνούν.

Μέσα στις πάμπολλες πολιτικές περικοκλάδες που χρησιμοποιούν συχνά τα κόμματα, μπερδεύοντας τους ψηφοφόρους τους, τα πράγματα θα ήταν πολύ απλά αν η ηγεσία της Χαριλάου Τρικούπη έκανε μια ξεκάθαρη δήλωση με το ακόλουθο εύληπτο και συνεκτικό περιεχόμενο 33 όλων και όλων λέξεων: «Η χώρα δεν πρόκειται να μείνει ακυβέρνητη διότι το ΠΑΣΟΚ την επομένη των εκλογών θα αναλάβει τις εθύνες του και θα διαπραγματευθεί προγραμματική συμφωνία με το κόμμα που θα αναδείξουν πρώτο οι πολίτες».

Έχω την αίσθηση ότι δεν θα χρειαζόταν τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο από τη στιγμή που οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ είναι μετριοπαθείς πολίτες οι οποίοι επιθυμούν περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο την πολιτική σταθερότητα. 

Όσο αυτό δεν γίνεται, τα καμπανάκια που χτυπούν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις για τον Νίκο Ανδρουλάκη και τον περίγυρό του θα είναι όλο και πιο ηχηρά για να ακουστούν στην κωφεύουσα Χαριλάου Τρικούπη.

Αν παρά ταύτα δεν βρουν ευήκοα ώτα, τότε η καμπάνα που θα ηχήσει το βράδυ της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης θα σημάνει και το τέλος εποχής για έναν πολιτικό χώρο και μια παράταξη με μεγάλη ιστορία που δεν της αξίζει να βρεθεί οριστικά τόσο άδοξα στο πολιτικό περιθώριο.

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2022

Ο… «προδότης» Ανδρουλάκης και τα δύο μέτρα και σταθμά


Στόχος σφοδρών επιθέσεων γίνεται τις τελευταίες μέρες ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης. Όχι, αυτή τη φορά δεν είναι αντιμέτωπος με τα ανόητα επώνυμα και ανώνυμα κυβερνητικά τρολ που τον καλούσαν όλο το προηγούμενο διάστημα να αποδείξει ότι δεν είναι… «προδότης» που έθεσε σε διακινδύνευση την εθνική μας ασφάλεια και άρα δικαιολογημένα τον παρακολουθούσαν ταυτοχρόνως η ΕΥΠ και όσοι κρύβονταν πίσω από το παράνομο λογισμικό που ακούει στο όνομα «predator».

Αίφνης η σκυτάλη πέρασε σε ανώνυμους και επώνυμους φιλοσυριζαίους σχολιαστές και αναλυτές που εγκαλούν τον κ. Ανδρουλάκη ότι υπέστειλε τη σημαία του αντικυβερνητισμού επειδή -φρονίμως μάλλον ποιών- περιορίστηκε να στείλει στην ερευνητική επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου -την αποκαλούμενη PEGA στην οποία δια των υπερβολών του Δημήτρη Παπαδημούλη ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δώσει μυθώδεις διαστάσεις- υπόμνημα με τις γνωστές και διακηρυγμένες απόψεις και θέσεις γύρω από την καθόλα απαράδεκτη παρακολούθησή του.

Το έχει φαίνεται η μοίρα όσων δεν ενστερνίζονται το «άσπρο μαύρο» του δικομματισμού να γίνονται στόχοι επικρίσεων που εκπορεύονται κάθε φορά από διαφορετική αφετηρία. Οπότε ήταν μάλλον αναμενόμενη η διαφορετική προέλευση που είχαν τα νεότερα πυρά τα οποία δέχεται ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ από τη στιγμή που φάνηκε να αντιλαμβάνεται ότι η υπόθεση της παρακολούθησής του δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να γίνει «μονοκαλλιέργεια» για την παράταξή του.

Ήταν ηλίου φαεινότερο ότι μια τέτοια επιλογή βόλευε αφάνταστα τον ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος -όσο η Χαριλάου Τρικούπη βολόδερνε κυνηγώντας πρακτορικές χίμαιρες- φάνταζε ως η μόνη εναλλακτική λύση διακυβέρνησης απέναντι στη σημερινή κυβέρνηση. Γι΄ αυτό και όταν έπειτα από τρεις μήνες δικαιολογημένων αντιπαραθέσεων ο Νίκος Ανδρουλάκης κινήθηκε στη σφαίρα του πολιτικού ρεαλισμού, η Κουμουνδούρου… ενοχλήθηκε.

Από επαγγελματική διαστροφή διάβαζα χθες εμβριθή αρθρογράφο της «Αυγής», που διατέλεσε και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, αφού αναρωτιόταν στον τίτλο του κειμένου του «τι τρέχει με το ΠΑΣΟΚ;», υποστήριζε ότι «μερικές φορές με το ΠΑΣΟΚ σηκώνει κανείς τα χέρια ψηλά βλέποντας τις παλινωδίες και την έλλειψη συνοχής στη στάση του σε κορυφαία θέματα». Ποια είναι αυτά σύμφωνα με τον αρθρογράφο; 

Το πρώτο ότι «κάνει, άθελά του λογικά, πλάτες στον Μητσοτάκη, ο οποίος κρύβεται από την Εξεταστική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».

Αλλά και το δεύτερο, που κατά τον ΣΥΡΙΖΑίο αρθρογράφο αποτελεί μάλιστα «αποκορύφωμα», είναι η «άθλια στάση που τήρησε το ΠΑΣΟΚ χθες στη Βουλή, ψηφίζοντας μαζί με τη ΝΔ την άρση της ασυλίας του βουλευτή του ΜέΡΑ25 Κλέωνα Γρηγοριάδη έπειτα από μήνυση του Αλαφούζου για τις αναφορές του βουλευτή στο ότι Έλληνες εφοπλιστές μεταφέρουν το ρωσικό πετρέλαιο».

Για όσους δεν έχουν εικόνα της περί ου ο λόγος ιστορίας να διευκρινίσουμε ότι ο βουλευτής Γρηγοριάδης υποστήριξε προ ημερών ότι «Έλληνες ολιγάρχες», οι οποίοι αντιτάσσονται δια των μέσων ενημέρωσης που ελέγχουν στην ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, την ίδια ώρα μεταφέρουν παρανόμως ρωσικό πετρέλαιο. Είπε, μάλιστα, όπως περηφανεύονται ο ίδιος και το κόμμα του, και ονόματα. 

Ένας από τους κατονομαζόμενους, ωστόσο, ο καναλάρχης και εφοπλιστής Γιάννης Αλαφούζος θεώρησε συκοφαντικά τα λεγόμενα του βουλευτή και άσκησε, όπως είχε αναφαίρετο δικαίωμα, αγωγή κατά του κ. Γρηγοριάδη.

Από την επομένη ο ίδιος ο εναγόμενος και το κόμμα του, αντί να επιχαίρουν που θα τους δοθεί η ευκαιρία να πάνε στα δικαστήρια και να αποδείξουν την υποτιθέμενη μεγάλη απάτη του ελληνικού εφοπλισμού, έχουν ξεκινήσει μια επιχείρηση αυτοθυματοποίησης εμφανιζόμενοι ως διωκόμενοι από την εγχώρια ολιγαρχία. Ακόμη και η πρόσφατη αποχώρηση της τρίτης κατά σειράν βουλευτού του ΜέΡΑ 25 από το κόμμα Βαρουφάκη αποδόθηκε σε… ολιγαρχικό δάκτυλο.

Το πιο… ωραίο, όμως, ξέρετε ποιο είναι; Τη μέρα που ο ΣΥΡΙΖΑίος αρθρογράφος ξιφουλκούσε κατά του Ανδρουλάκη για την υποτιθέμενη «αθλιότητα» να ψηφίσει το κόμμα του την άρση ασυλίας βουλευτή που δέχθηκε αγωγή, η «Αυγή» πανηγύριζε επειδή εκδότης της απέναντι πλευράς υποχρεώθηκε να ανακρούσει πρύμνη και να δημοσιεύσει απόφαση καταδίκης του επειδή, κατά το δικαστήριο, συκοφάντησε τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα. 

Ο τέως πρωθυπουργός, με αφορμή την υπόθεση της ενοικίασης εξοχικής κατοικίας με τίμημα που δεν θεωρήθηκε εύλογο, στράφηκε εναντίον όσων ο ίδιος θεώρησε ότι τον συκοφάντησαν, ζητώντας την καταδίκη τους.

Το εύλογο ερώτημα που τίθεται με αυτή την αφορμή, αλλά και με αρκετές άλλες, είναι το εξής: δικαιούνται οι πολιτικοί να καταθέτουν αγωγές όταν πιστεύουν ότι συκοφαντήθηκαν; Η απάντηση για κάθε λογικό άνθρωπο είναι προφανώς καταφατική, παρόλο που σημαντικοί πολιτικοί ηγέτες, όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ή ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, είχαν επιλέξει να μην αντιδράσουν κατ΄ αυτόν τον τρόπο και δεν μήνυσαν ποτέ κανέναν παρά τα όσα κατά καιρούς τους καταμαρτυρήθηκαν. 

Αν, όμως, πολιτικοί, όπως ο Αλέξης Τσίπρας, μπορούν να καταθέτουν αγωγές, γιατί δεν μπορεί να δέχονται αγωγές πολιτικοί, όπως ο Κλέων Γρηγοριάδης;

Όσο για την ελευθερία του λόγου που κάποιοι, όπως ο βουλευτής του ΜέΡΑ 25 ή ο αρθρογράφος της «Αυγής», υποτίθεται ότι υπερασπίζονται με την αντίρρησή τους στην άσκηση αγωγών, το μόνο που μπορεί κανείς να αντιτείνει είναι ότι τόση… ευαισθησία για το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση έχει να γνωρίσει η υφήλιος από την εποχή του Στάλιν, του οποίου όλοι αυτοί υπήρξαν ή είναι ακόμη φανατικοί θαυμαστές. 

Τη γνωρίσαμε άλλωστε με την εκκωφαντική σιωπή που τηρούσαν όλοι αυτοί όταν με απαίτηση του συγκυβερνήτη τους Πάνου Καμένου συλλαμβάνονταν και διανυκτέρευαν στα αστυνομικά τμήματα δημοσιογράφοι που απλώς έκαναν τη δουλειά τους. 

Και, ακόμη χειρότερα, με την καρικατούρα της Εξεταστικής Επιτροπής για τα δάνεια των μέσων ενημέρωσης που συστάθηκε με μοναδικό στόχο να εξοντωθούν ηθικά οι εκδότες που δεν έδωσαν γη και ύδωρ στη ΣΥΡΙΖΑΝΕΛική εξουσία. Η μονομέρεια του «άλλο εμείς που έχουμε το… ηθικό πλεονέκτημα» έχει τα όρια της. Όπως και τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά. 

Δεν είναι, άλλωστε, διόλου τυχαίο ότι όταν ήταν στα πράγματα ο ΣΥΡΙΖΑ ουδείς εξ αυτών των… ευαίσθητων υπερασπιστών της ελευθεροστομίας ανέλαβε πρωτοβουλία για να καταργηθούν οι αγωγές για την έκφραση γνώμης από δημοσιογράφους ή πολιτικούς. 

Αν το είχαν κάνει, θα μπορούσαν σήμερα να χαρακτηρίζουν «αθλιότητα» την απόφαση για άρση της ασυλίας ενός βουλευτή, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να αποδείξει όσα ισχυρίστηκε εις βάρος ενός επιχειρηματία.

Επιτρέπονται, λοιπόν, ή όχι οι μηνύσεις και οι αγωγές; Ιδού η απορία. Ή μήπως το τεκμήριο της απόλυτης υποκρισίας;

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2022

Υπάρχει δίλημμα: ακρίβεια ή παρακολουθήσεις;

Δεν ξέρω αν δικαιούται ο υπουργός Ανάπτυξης να δηλώνει ότι «ο κόσμος θα πεινάσει τον χειμώνα και εμείς ασχολούμαστε με το κινητό του Ανδρουλάκη», αλλά το ρηθέν υπό του κ. Αδωνι Γεωργιάδη μπορεί κάλλιστα να λειτουργήσει ως… αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, για πολλούς και διάφορους λόγους, η κυβέρνηση καταφέρνει μέχρι στιγμής να ελέγχει επικοινωνιακά τη ζημιά που θα μπορούσε να της προκαλέσει η -εν πολλοίς ανεξήγητη- απόφαση των μυστικών υπηρεσιών της χώρας να παγιδεύσουν το τηλέφωνο ενός ευρωβουλευτή και να καταγράφουν τις συνομιλίες που είχε ο υποψήφιος αρχηγός του τρίτου κόμματος.

Το αποτυπώνουν όλες οι δημοσκοπήσεις οι οποίες δείχνουν ότι στην παρούσα φάση η πλειονότητα της κοινής γνώμης δεν αξιολογεί το συγκεκριμένο ζήτημα ως σπουδαίο λόγο για να αλλάξει εκλογική συμπεριφορά ή για να ενστερνιστεί τις απόψεις όσων θεωρούν ότι οι πολιτικές ευθύνες δεν εξαντλήθηκαν με τις παραιτήσεις του διοικητή της ΕΥΠ και του γενικού γραμματέα του πρωθυπουργού.

Οι πολίτες είναι -και σωστά- προσηλωμένοι στο άγχος και στην ανασφάλεια που τους προκαλεί η κατάσταση στην αγορά με τις συνεχείς ανατιμήσεις αγαθών και υπηρεσιών και την από πολλές πλευρές εκπορευόμενη κινδυνολογία ότι τον χειμώνα που έρχεται θα κρυώσουν και θα πεινάσουν. Πριν από αυτό, άλλωστε, τα μέσα ενημέρωσης κατακλύζονται από πληροφορίες για επίπεδα αυξήσεων στις τιμές βασικών καταναλωτικών αγαθών που δεν δικαιολογούνται απολύτως από την μεγάλη άνοδο στο κόστος της ενέργειας.

Βεβαίως όποιος πηγαίνει ο ίδιος για ψώνια στο σούπερ μάρκετ δεν χρειάζεται να του πουν τα μέσα ενημέρωσης τι συμβαίνει στην αγορά. Το αισθάνεται στο πορτοφόλι του το οποίο πρέπει να ανοίξει περισσότερο από ποτέ για να προμηθευτεί τρόφιμα και άλλα είδη για την καθημερινή διαβίωση που μέχρι πρότινος αγόραζε πολύ φθηνότερα.

Η αύξηση στις τιμές των περισσότερων βασικών αγαθών είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από τον επίσημα καταγεγραμμένο πληθωρισμό, ο οποίος αποτυπώνει το σύνολο των τιμών και συμπεριλαμβάνει αγαθά και υπηρεσίες με χαμηλότερη ζήτηση που ως εκ τούτου δεν παρουσιάζουν τόσο έντονες ανατιμητικές τάσεις.

Την ίδια ώρα πολλοί παραγωγοί σκαρφίζονται κάθε είδους τρικ για να παραπλανήσουν τους καταναλωτές ώστε να μην αντιληφθούν τις υπέρογκες αυξήσεις στις οποίες προχωρούν κρυφίως. Το πιο “δημοφιλές” από αυτά είναι η μείωση της ποσοτήτων που περιέχουν οι συσκευασίες διαφόρων προϊόντων.

Για παράδειγμα, η συσκευασία του ενός κιλού γίνεται αίφνης 900 ή 800 γραμμάρια και… ψάξε γύρευε ποιος καταναλωτής θα διαβάσει τα ψιλά γράμματα με το κόστος ανά κιλό για να αντιληφθεί την έμμεση αύξηση που επιβλήθηκε και είναι της τάξης του 10 ή 20% αν η απόλυτη τιμή μείνει όπως ήταν πριν και δεν ανέβει κιόλας.

Τις προηγούμενες ημέρες η εφημερίδα «Καθημερινή» δημοσίευσε ρεπορτάζ στο οποίο ανέφερε συγκεκριμένα προϊόντα των οποίων η τιμή αυξήθηκε κατ΄ αυτόν τον απαράδεκτο τρόπο. Και όμως, το δημοσίευμα αντιμετωπίστηκε ως το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο. Το… αυτί κανενός αρμοδίου δεν έδειξε να ιδρώνει. Γι΄ αυτό και δεν είχαμε την παραμικρή… οργισμένη παρέμβαση στα τηλεοπτικά πρωινάδικα, στις οποίες κάποιοι έχουν μόνιμο στασίδι και επιδίδονται σε σχόλια επί παντός.

Ορισμένοι μάλιστα από εκείνους που μέχρι πρότινος έλεγαν ότι δεν πρέπει να ασχολούμαστε με το κινητό του Ανδρουλάκη, επειδή προέχει ο κίνδυνος για την πείνα που μπορεί να φέρει ο χειμώνας, άρχισαν να γίνονται λαλίστατοι για την παρακολούθηση του Στέργιου Πιτσιόρλα από τις μυστικές υπηρεσίες της εποχής του ΣΥΡΙΖΑ.

Όσο και αν το συγκεκριμένο «αφήγημα» μοιάζει να είναι πλέον περισσότερο βολικό, καθώς απομακρυνόμαστε -πέρασαν ήδη έξι εβδομάδες- από την αποκάλυψη της σκανδαλώδους «επισύνδεσης» του τηλεφώνου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, χωρίς να έχουν προστεθεί νέα επεισόδια στην όλη υπόθεση, ο προσανατολισμός της κοινής γνώμης δύσκολα θα αλλάξει.

Η ακρίβεια στην αγορά και οι συνεχείς ανατιμήσεις των προϊόντων θα παραμείνουν το πλέον καθοριστικό ζήτημα για τους πολίτες που όντως αγωνιούν πως θα βγάλουν τον χειμώνα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η ψήφος την οποία θα δώσουν στις επερχόμενες κάλπες θα είναι μονοδιάστατη και θα επηρεαστεί από την τροπή που θα πάρει μόνον ένα θέμα: ακρίβεια ή παρακολουθήσεις;

Στις ανοιχτές δημοκρατικές κοινωνίες, η εκλογική συμπεριφορά των ανθρώπων ήταν πάντοτε και παραμένει μια περίπλοκη εξίσωση, η οποία περιλαμβάνει γνωστούς και άγνωστους παράγοντες από το χθες, το σήμερα και το αύριο των κοινωνιών στις οποίες ζουν. 

Γιατί να αλλάξει τώρα ο κανόνας;