Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεωργιάδης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεωργιάδης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022

Με πόσα δισ. ευρώ κερδίζονται οι εκλογές;


Μέσα στην πολυπλοκότητά τους, οι πολιτικές εξελίξεις είναι συχνά πολύ απλές και προδιαγράφονται χάρις στην ικανότητα των πρωταγωνιστών κάθε περιόδου να «διαβάζουν» την διαμορφούμενη πραγματικότητα και να διερμηνεύουν την εκάστοτε κυρίαρχη βούληση της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Δύο πρόσφατα παραδείγματα από τον δημόσιο λόγο των πρωταγωνιστών της εγχώριας πολιτικής σκηνής το μαρτυρούν. Την προηγούμενη Παρασκευή, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας σε τηλεοπτικό πρωινάδικο δήλωσε τα εξής: «Αν εγώ είχα να μοιράσω 50 δισ. θα έβγαινα πρωθυπουργός μέχρι να βαρεθώ να βγαίνω. Ο κ. Μητσοτάκης τα μοίρασε χωρίς κριτήρια. Πήγαν σε ημέτερους. Ωφελήθηκαν οι ισχυροί και η μεγάλη πλειοψηφία δεν ενισχύθηκε».

Τέσσερις μέρες αργότερα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του, είπε στους βουλευτές του: «Θέλω να είμαστε πολύ μετρημένοι στον τρόπο με τον οποίον επικοινωνούμε σε αυτές τις εξαιρετικά δύσκολες συγκυρίες. Έχουμε να επιδείξουμε πάρα πολλά ως κυβερνητικό έργο», αλλά «υπάρχει και η άλλη όψη της πραγματικότητας» που «λέει ότι η κοινωνία περνάει δύσκολα, έχει μεγάλη αβεβαιότητα για τον χειμώνα που έρχεται». 

Και γι΄ αυτό, συμπλήρωσε, «θα πρέπει να επιδεικνύουμε την απαραίτητη σεμνότητα στην επικοινωνία μας ώστε να μην αισθάνονται οι πολίτες ότι υπερφίαλα στεκόμαστε πάνω στις πολλές και σημαντικές επιτυχίες».

Που τέμνονται οι δύο αυτές -από πρώτη ματιά ασύμβατες μεταξύ τους- παρεμβάσεις; Τέμνονται στην ένθεν κακείθεν παραδοχή ότι η κυβερνητική παράταξη διαθέτει αδιαμφισβήτητο εκλογικό προβάδισμα, κάτι άλλωστε που καταγράφεται σε όλες τις μετρήσεις με τις διαθέσεις της κοινής γνώμης. 

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει σε κάθε ευκαιρία ότι δεν πιστεύει στις δημοσκοπήσεις, με το επιχείρημα ότι «δεν υπάρχει άλλη χώρα που κάνει τόσες δημοσκοπήσεις κατά τη διάρκεια του έτους». Επιχείρημα το οποίο κανονικά θα έπρεπε να τον οδηγεί στο αντίθετο συμπέρασμα από τη στιγμή που όλες αποτυπώνουν την ίδια ακριβώς τάση. 

Όταν, όμως, θεωρεί ο ίδιος ότι οι εκλογές κερδίζονται με 50 δισ. ευρώ, τότε δεν κάνει τίποτε άλλο από το να αναγνωρίζει, με προφανή ηττοπάθεια, ότι την επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση την κέρδισε ήδη ο αντίπαλος του, τον οποίο κατηγορεί ότι μοίρασε το ποσό αυτό.

Δεν ξέρω αν οι απόψεις που εκφράζει ο τέως πρωθυπουργός είναι προϊόν δικής του σύλληψης ή αποτελούν ιδέες των επικοινωνιολόγων που τον συμβουλεύουν, αλλά αυτό δεν αλλάζει ουσιωδώς την κατάσταση. Ο ίδιος, άλλωστε, κέρδισε σχετικά άνετα τις εκλογές του 2015, υποσχόμενος να διανείμει δισ. που δεν είχε στη διάθεσή του, αλλά έχασε πανηγυρικά στις κάλπες του 2019 παρόλο που είχε μοιράσει σωρεία επιδομάτων χωρίς να καταφέρει να αναστρέψει την κατάσταση. 

Στον αντίποδα, ο νυν πρωθυπουργός, είτε με δική του πρωτοβουλία, είτε επειδή έτσι τον συμβουλεύουν οι δικοί του επικοινωνιολόγοι, εμφανίζεται τόσο σίγουρος για τα αποτελέσματα της διακυβέρνησης του που αρκείται σε παροτρύνσεις προς τα στελέχη της παράταξης του να επιδεικνύουν κοινωνική ενσυναίσθηση και να μην προκαλούν τους πολίτες με τους πανηγυρισμούς τους, που όποιος ακούει κάποιους συνεργάτες του, όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης, εύκολα διαπιστώνει ότι δεν αποφεύγουν τον «πειρασμό». 

Χωρίς να υποτιμά κανείς τη σημασία που έχει η δυνατότητα μιας κυβέρνησης να διαθέτει χρήματα για τη στήριξη των πολιτών της, το κριτήριο αυτό δεν είναι το μοναδικό με βάση το οποίο οι πολίτες επιλέγουν εκείνους που θέλουν να τους κυβερνήσουν. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα που βλέπουμε γύρω μας να το αποδεικνύουν.

Στη γειτονική Ιταλία, η συμμαχία Δεξιάς και Ακροδεξιάς, η οποία οδήγησε στην πτώση την επιτυχημένη -με ευρωπαϊκούς όρους- κυβέρνηση του Μάριο Ντράγκι, αντί να τιμωρηθεί από τους Ιταλούς ψηφοφόρους για την κρίση που προκάλεσε, επιβραβεύτηκε στις κάλπες που στήθηκαν πρόωρα και η Τζόρτζια Μελόνι, που ήταν η μόνη που μέχρι πρότινος έκανε αντιπολίτευση, ετοιμάζεται να ορκιστεί πρωθυπουργός.

Στο Βερολίνο, η τρικομματική κυβέρνηση… τίναξε την μπάνκα στον αέρα αποφασίζοντας να διαθέσει 200 δισ. ευρώ για την αναχαίτιση της ενεργειακής κρίσης στη Γερμανία, αλλά η δημοτικότητα του επικεφαλής της, σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Όλαφ Σολτς, παραμένει χαμηλή και το κόμμα του είναι πολύ πιθανό ότι θα υποστεί δεινή ήττα στις τοπικές εκλογές που θα γίνουν το προσεχές διάστημα.

Δεν μπορώ να ξέρω αν ο κ. Τσίπρας, ο οποίος ταξίδεψε αυτές τις μέρες στην Πράγα για να λάβει μέρος στη Σύνοδο των -άλλοτε… «επάρατων»- Ευρωσοσιαλιστών, είχε την ευκαιρία να ανταλλάξει απόψεις με τον κ. Σολτς. Αν το έκανε, τότε μπορεί να αντελήφθη ότι η πολιτική αξιοπιστία είναι υπέρτατη αξία σε σχέση με τους προϋπολογισμούς.

Όταν, όμως, ο ίδιος κάνει ρεαλιστική στροφή στο Μεταναστευτικό, αναγνωρίζοντας αφενός ότι η θάλασσα έχει σύνορα και αφετέρου ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι ξέφραγο αμπέλι, αλλά ο περίγυρός του -με πρώτη και καλύτερη την «Αυγή»- «παρεξηγείται» επειδή η κυβέρνηση κατηγορεί την Τουρκία για εργαλειοποίηση των μεταναστών, το κέρδος του ρεαλισμού σπαταλιέται ασκόπως και δεν εκταμιεύεται. 

Το ίδιο, λίγο ως πολύ, συμβαίνει και με τα δισ., τα οποία ποτέ δεν είναι αρκετά για να αλλάξουν την προδιαγεγραμμένη πορεία.

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2022

Υπάρχει δίλημμα: ακρίβεια ή παρακολουθήσεις;

Δεν ξέρω αν δικαιούται ο υπουργός Ανάπτυξης να δηλώνει ότι «ο κόσμος θα πεινάσει τον χειμώνα και εμείς ασχολούμαστε με το κινητό του Ανδρουλάκη», αλλά το ρηθέν υπό του κ. Αδωνι Γεωργιάδη μπορεί κάλλιστα να λειτουργήσει ως… αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, για πολλούς και διάφορους λόγους, η κυβέρνηση καταφέρνει μέχρι στιγμής να ελέγχει επικοινωνιακά τη ζημιά που θα μπορούσε να της προκαλέσει η -εν πολλοίς ανεξήγητη- απόφαση των μυστικών υπηρεσιών της χώρας να παγιδεύσουν το τηλέφωνο ενός ευρωβουλευτή και να καταγράφουν τις συνομιλίες που είχε ο υποψήφιος αρχηγός του τρίτου κόμματος.

Το αποτυπώνουν όλες οι δημοσκοπήσεις οι οποίες δείχνουν ότι στην παρούσα φάση η πλειονότητα της κοινής γνώμης δεν αξιολογεί το συγκεκριμένο ζήτημα ως σπουδαίο λόγο για να αλλάξει εκλογική συμπεριφορά ή για να ενστερνιστεί τις απόψεις όσων θεωρούν ότι οι πολιτικές ευθύνες δεν εξαντλήθηκαν με τις παραιτήσεις του διοικητή της ΕΥΠ και του γενικού γραμματέα του πρωθυπουργού.

Οι πολίτες είναι -και σωστά- προσηλωμένοι στο άγχος και στην ανασφάλεια που τους προκαλεί η κατάσταση στην αγορά με τις συνεχείς ανατιμήσεις αγαθών και υπηρεσιών και την από πολλές πλευρές εκπορευόμενη κινδυνολογία ότι τον χειμώνα που έρχεται θα κρυώσουν και θα πεινάσουν. Πριν από αυτό, άλλωστε, τα μέσα ενημέρωσης κατακλύζονται από πληροφορίες για επίπεδα αυξήσεων στις τιμές βασικών καταναλωτικών αγαθών που δεν δικαιολογούνται απολύτως από την μεγάλη άνοδο στο κόστος της ενέργειας.

Βεβαίως όποιος πηγαίνει ο ίδιος για ψώνια στο σούπερ μάρκετ δεν χρειάζεται να του πουν τα μέσα ενημέρωσης τι συμβαίνει στην αγορά. Το αισθάνεται στο πορτοφόλι του το οποίο πρέπει να ανοίξει περισσότερο από ποτέ για να προμηθευτεί τρόφιμα και άλλα είδη για την καθημερινή διαβίωση που μέχρι πρότινος αγόραζε πολύ φθηνότερα.

Η αύξηση στις τιμές των περισσότερων βασικών αγαθών είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από τον επίσημα καταγεγραμμένο πληθωρισμό, ο οποίος αποτυπώνει το σύνολο των τιμών και συμπεριλαμβάνει αγαθά και υπηρεσίες με χαμηλότερη ζήτηση που ως εκ τούτου δεν παρουσιάζουν τόσο έντονες ανατιμητικές τάσεις.

Την ίδια ώρα πολλοί παραγωγοί σκαρφίζονται κάθε είδους τρικ για να παραπλανήσουν τους καταναλωτές ώστε να μην αντιληφθούν τις υπέρογκες αυξήσεις στις οποίες προχωρούν κρυφίως. Το πιο “δημοφιλές” από αυτά είναι η μείωση της ποσοτήτων που περιέχουν οι συσκευασίες διαφόρων προϊόντων.

Για παράδειγμα, η συσκευασία του ενός κιλού γίνεται αίφνης 900 ή 800 γραμμάρια και… ψάξε γύρευε ποιος καταναλωτής θα διαβάσει τα ψιλά γράμματα με το κόστος ανά κιλό για να αντιληφθεί την έμμεση αύξηση που επιβλήθηκε και είναι της τάξης του 10 ή 20% αν η απόλυτη τιμή μείνει όπως ήταν πριν και δεν ανέβει κιόλας.

Τις προηγούμενες ημέρες η εφημερίδα «Καθημερινή» δημοσίευσε ρεπορτάζ στο οποίο ανέφερε συγκεκριμένα προϊόντα των οποίων η τιμή αυξήθηκε κατ΄ αυτόν τον απαράδεκτο τρόπο. Και όμως, το δημοσίευμα αντιμετωπίστηκε ως το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο. Το… αυτί κανενός αρμοδίου δεν έδειξε να ιδρώνει. Γι΄ αυτό και δεν είχαμε την παραμικρή… οργισμένη παρέμβαση στα τηλεοπτικά πρωινάδικα, στις οποίες κάποιοι έχουν μόνιμο στασίδι και επιδίδονται σε σχόλια επί παντός.

Ορισμένοι μάλιστα από εκείνους που μέχρι πρότινος έλεγαν ότι δεν πρέπει να ασχολούμαστε με το κινητό του Ανδρουλάκη, επειδή προέχει ο κίνδυνος για την πείνα που μπορεί να φέρει ο χειμώνας, άρχισαν να γίνονται λαλίστατοι για την παρακολούθηση του Στέργιου Πιτσιόρλα από τις μυστικές υπηρεσίες της εποχής του ΣΥΡΙΖΑ.

Όσο και αν το συγκεκριμένο «αφήγημα» μοιάζει να είναι πλέον περισσότερο βολικό, καθώς απομακρυνόμαστε -πέρασαν ήδη έξι εβδομάδες- από την αποκάλυψη της σκανδαλώδους «επισύνδεσης» του τηλεφώνου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, χωρίς να έχουν προστεθεί νέα επεισόδια στην όλη υπόθεση, ο προσανατολισμός της κοινής γνώμης δύσκολα θα αλλάξει.

Η ακρίβεια στην αγορά και οι συνεχείς ανατιμήσεις των προϊόντων θα παραμείνουν το πλέον καθοριστικό ζήτημα για τους πολίτες που όντως αγωνιούν πως θα βγάλουν τον χειμώνα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η ψήφος την οποία θα δώσουν στις επερχόμενες κάλπες θα είναι μονοδιάστατη και θα επηρεαστεί από την τροπή που θα πάρει μόνον ένα θέμα: ακρίβεια ή παρακολουθήσεις;

Στις ανοιχτές δημοκρατικές κοινωνίες, η εκλογική συμπεριφορά των ανθρώπων ήταν πάντοτε και παραμένει μια περίπλοκη εξίσωση, η οποία περιλαμβάνει γνωστούς και άγνωστους παράγοντες από το χθες, το σήμερα και το αύριο των κοινωνιών στις οποίες ζουν. 

Γιατί να αλλάξει τώρα ο κανόνας;

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2021

Fake news και… χούντες στη χώρα της υπερβολής

Ώρες – ώρες είναι απίστευτη η ευκολία με την οποία εκτοξεύονται στη χώρα μας καταγγελίες επί παντός του επιστητού. Το ακόμη πιο εντυπωσιακό, όμως, είναι πόσοι άνθρωποι είναι έτοιμοι να υιοθετήσουν άκριτα την οποιαδήποτε τερατολογία διατυπώνουν πρόσωπα που δεν διαθέτουν την παραμικρή έξωθεν καλή μαρτυρία.

Είναι άκρως χαρακτηριστική η τροπή που πήρε ο δημόσιος διάλογος αμέσως μετά τους αστήρικτους, όπως αποδείχθηκε, ισχυρισμούς που διατύπωσε ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ Μιχάλης Γιαννάκος για τις υποτιθέμενες «VIP ΜΕΘ» που διατίθενται μόνον για όσους από τους επωνύμους ασθενούν από την Covid-19.

Τα «μασημένα» λόγια του εν λόγω συνδικαλιστή που ακούστηκαν σε μεταμεσονύκτια εκπομπή πήραν αίφνης μεγάλες διαστάσεις. Δικαιολογημένα εκ πρώτης, θα έλεγε κανείς, κρίνοντας από την ιδιότητα που φέρει ο καταγγέλλων ως συνδικαλιστικός ηγέτης των εργαζομένων στα δημόσια νοσοκομεία, γεγονός που δημιουργεί την εντύπωση ότι μιλάει έχοντας εκ των ένδον γνώση για τα τεκταινόμενα στο ΕΣΥ.

Επειδή, ωστόσο, όπως λέει και η γνωστή λαϊκή ρήση «τα ράσα δεν κάνουν τον παπά», δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί κανείς για την αξιοπιστία του καταγγέλλοντος. Ο κ. Γιαννάκος δεν είναι ένα άγνωστο πρόσωπο, ούτε είναι ένας τυχαίος συνδικαλιστής. Έχει βαρύ «βιογραφικό», αφού είναι ο άνθρωπος που για πάνω από επτά χρόνια, που είναι πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ ηγείται μιας δράκας συναδέλφων του οι οποίοι με συχνότητα τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα πορεύονται στο κέντρο της Αθήνας με κύριο προορισμό την οδό Αριστοτέλους όπου εδρεύει το υπουργείο Υγείας.

Σχεδόν πάντα οι συμμετέχοντες στις εκδηλώσεις που οργανώνει ο κ. Γιαννάκος είναι πολύ λίγοι, αλλά ο ίδιος βρίσκει τις περισσότερες φορές τρόπους για να κερδίσει θέση στα τηλεοπτικά δελτία με τις ακτιβιστικές πρωτοβουλίες του οι οποίες συνοδεύουν συνήθως τους αμετροεπείς και καταστροφολογικούς ισχυρισμούς του που, αυτό πρέπει να του το… αναγνωρίσουμε, διατυπώνονται ανεξαρτήτως κυβέρνησης.

Ο ίδιος, άλλωστε, δύο φορές τα τελευταία χρόνια έχει πρωταγωνιστήσει στο ακτιβιστικού χαρακτήρα… χτίσιμο με τσιμεντόλιθους της εισόδου του Δρομοκαΐτειου νοσοκομείου, από το οποίο μισθοδοτείται και έλκει τη συνδικαλιστική του ιδιότητα: η πρώτη ήταν το 2013 επί υπουργίας Άδωνη Γεωργιάδη και η δεύτερη το 2018 επί των ημερών του Ανδρέα Ξανθού και του Παύλου Πολάκη.

Οι αντιπαραθέσεις που είχε ειδικά με τον κ. Πολάκη, ο οποίος έβγαινε στα παράθυρα του υπουργείου και φωτογράφιζε τους συγκεντρωμένους κάτω από το γραφείο του για να αποδείξει ότι δεν αντιπροσώπευαν τη μεγάλη μάζα των πραγματικών εργαζομένων στα νοσοκομεία, θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο τηλεοπτικού reality που θα προκαλούσε άφθονο γέλιο στο… φιλοθεάμον κοινό.

Ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχανε ευκαιρία να χαρακτηρίζει τον πρόεδρο της ΠΟΕΔΗΝ «ξεφτίλα» και να τον προειδοποιεί ότι «έκλεισε ο κύκλος σας, η θέση σας είναι στα σκουπίδια της Ιστορίας». Αλλά και ο συνδικαλιστής δεν ήταν καθόλου φειδωλός, ανταπαντώντας εξίσου ωμά στα πυρά που δεχόταν χαρακτηρίζοντας τον κ. Πολάκη «πολιτικό μίασμα» και «βόθρο»!

Στην πραγματικότητα, βέβαια, οι δυο τους δεν ήταν τίποτε διαφορετικό από τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος που ακούει στο όνομα «λαϊκισμός χωρίς όρια». Γι΄ αυτό και μάλλον ουδείς εξεπλάγη όταν ο Παύλος Πολάκης έδωσε βροντερό παρών στην πρόσφατη συγκέντρωση που οργάνωσε ο κ. Γιαννάκος και οι συν αυτώ κατά του υποχρεωτικού εμβολιασμού των συναδέλφων τους υγειονομικών υπαλλήλων.

Όπως μάλλον δεν πρέπει να εκπλησσόμαστε από το γεγονός ότι από μια σημαντική μερίδα των μέσων ενημέρωσης ελήφθησαν σοβαρά τα όσα υποστήριξε για τις «VIP ΜΕΘ» ο συνδικαλιστής ο οποίος μόλις πριν από λίγο καιρό είχε παραδεχθεί ότι σκοπίμως συνέδεσε την παράλυση που υπέστη μιας ατυχής συνάδελφός του με τον εμβολιασμό της, προκειμένου, όπως ομολόγησε, να εξασφαλίσει ότι θα λάμβανε αποζημίωση.

Είναι νομίζω καιρός να παραδεχτούμε και να συνομολογήσουμε ότι ζούμε στη χώρα της απροσμέτρητης υπερβολής, στη χώρα που ο οποιοσδήποτε μπορεί να ισχυρίζεται οτιδήποτε, έχοντας εδραία την πεποίθηση ότι όχι μόνον δεν θα υποστεί συνέπειες και δεν θα πληρώσει τα επίχειρα των πράξεων του αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα ηρωοποιηθεί. Αναλογιστείτε μόνον πόσες φορές το τελευταίο διάστημα ακούσαμε ότι στη χώρα μας βιώνουμε καταστάσεις που θυμίζουν… «χούντα» ή συνιστούν «θεσμικό πραξικόπημα».

Από το περυσινό lockdown, το οποίο ορισμένοι ήλπιζαν και εύχονταν να εφαρμοστεί και φέτος, έως την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών που, σε πείσμα της αντίθετης άποψης σύσσωμης της τάξης των συνταγματολόγων, διάφοροι ημιμαθείς του Διαδικτύου επιμένουν να ισχυρίζονται ότι παραβιάζονται συνταγματικά δικαιώματα, την περίοδο της πανδημίας γίναμε μάρτυρες κάθε είδους δαιμονολογικής και συνωμοσιολογικής θεωρίας.

Το γεγονός ότι ισχυρά αντιεμβολιαστικά κινήματα έδρασαν και εξακολουθούν να δρουν και σε άλλες –εξίσου ή και περισσότερο προηγμένες από μας- χώρες δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για όσα αρκούντως παράδοξα ζούμε στην Ελλάδα, η οποία μπορεί να εξακολουθεί να υπολείπεται σε ορισμένα ζητήματα από τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο στον οποίο θεωρητικά ανήκει, αλλά σε πολλά άλλα –και κυρίως στις συχνά υπερβολικές δημοκρατικές διαδικασίες που ισχύουν- δεν έχει να ζηλέψει τίποτε.

Παρά ταύτα, όμως, σε οποιαδήποτε ευνοούμενη Πολιτεία κανένας συνδικαλιστής δεν θα μπορούσε να συμπεριφερθεί όπως χρόνια τώρα συμπεριφέρεται ο κ. Γιαννάκος. Και, βεβαίως, ούτε όσοι αρέσκονται με τους τωρινούς ισχυρισμούς του θα υποστήριζαν ότι διακατέχονται από… χουντική νοοτροπία όσοι ζητούν να δώσει λόγο στη Δικαιοσύνη για να αποδειχθεί αν όσα διακινεί έχουν σχέση με την πραγματικότητα ή αν αποτελούν ασύστολα fake news.

Υ.Γ.: Σκεφτείτε μόνον τι άλλο θα μπορούσαμε να ακούσουμε αν δεν ήμασταν η τελευταία δυτική χώρα που αποτίναξε το δικτατορικό καθεστώς και αν δεν μετρούσαμε μόλις 47 χρόνια απρόσκοπτου δημοκρατικού βίου και απαλλαγής από την πραγματική χούντα που ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες έζησαν…

Υ.Γ. 2: Και όλα αυτά συμβαίνουν στη χώρα που γέννησε το μέτρο. Τι άραγε να πήγε λάθος;