Στη δεύτερη επέτειο από την αποφράδα ημέρα της ύψιστης
πολιτικής αναξιοπρέπειας, όπως έχει καταγραφεί στη συλλογική μνήμη η 5η
Ιουλίου, την ημερομηνία κατά την οποία διεξήχθη στη χώρα μας το πιο
ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα στην εγχώρια, αν όχι και στην παγκόσμια, ιστορία, ο πρωθυπουργός
Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να πάει στη Βουλή.
Μόνον όμως, που η προσέλευση του κ. Τσίπρα στη Βουλή δεν
αφορούσε το δημοψήφισμα και δεν ήταν καθόλου πανηγυρική, όπως θα περίμενε
κανείς που πίστεψε πως ίσχυσε έστω και ένα ψήγμα από όλα όσα είχε ο ίδιος
διακηρύξει πριν από δύο χρόνια και είχαν εκτινάξει το «Όχι» στην κάλπη και
είχαν κάνει τόσο πολύ κόσμο να ξεχυθεί στο Σύνταγμα για να γιορτάσει το
αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Ήταν, αντιθέτως, μια έκτακτη πρωθυπουργική επίσκεψη στο
Κοινοβούλιο που στόχο είχε μάλλον να
ξεχαστεί η επέτειος και τα όσα ήρθαν με αυτή την αφορμή στην επικαιρότητα για
τα επικίνδυνα νομισματικά παιχνίδια της παρέας του ανεκδιήγητου Βαρουφάκη που
είναι ακόμη στα πράγματα και εξακολουθούν να ρυθμίζουν τις τύχες της ελληνικής
οικονομίας.
Γι΄ αυτό και ο κ. Τσίπρας πήγε εντελώς απροειδοποίητα στη
Βουλή για να αξιοποιήσει τη συζήτηση επί του πορίσματος της Ειδικής
Κοινοβουλευτικής Επιτροπής που διενήργησε προκαταρκτική εξέταση κατά του πρώην
Υπουργού Γιάννου Παπαντωνίου. Επιτροπή η οποία οδηγήθηκε σε ένα
μεγαλοπρεπέστατο φιάσκο αφού την συγκρότησαν προκειμένου να φύγει από τη
Δικαιοσύνη η υπόθεση με τις κατηγορίες κατά του υπουργού Εθνικής Άμυνας ώστε να
ενεργοποιηθεί ο νόμος περί ευθύνης υπουργών και μήνες αργότερα κατέληξαν στο
αυτονόητο: ότι, δηλαδή μόνοι αρμόδιοι για την διερεύνηση και την εκδίκαση είναι
οι εισαγγελικοί και δικαστικοί λειτουργοί.
Αντί, λοιπόν, ο κ. Τσίπρας να απολογηθεί για το φιάσκο και
την πολύμηνη καθυστέρηση που για επικοινωνιακούς λόγους προκάλεσε, πήγε στη
Βουλή για να κατηγορήσει τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκο
Μητσοτάκη και την επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Φώφη Γεννηματά που
για λόγους αυτοσεβασμού δεν παρέστησαν στην κοινοβουλευτική παρωδία η οποία
στήθηκε για τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης ευτελίζοντας τις κοινοβουλευτικές
διαδικασίες. Οι βουλευτές κλήθηκαν να ψηφίσουν για να επιστραφεί στη Δικαιοσύνη
η δικογραφία που μόλις λίγους μήνες πριν είχαν ψηφίσει ότι έπρεπε να πάει στη
Βουλή και που, αν κρατούνταν εκεί και δεν επέστρεφε στους φυσικούς δικαστές, τα
αδικήματα που βαρύνουν τον κ. Παπαντωνίου θα ήταν, με βάση το άρθρο 86 του
Συντάγματος, παραγεγραμμένα!
Δεν είναι, δυστυχώς, ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος αποπροσανατολισμός
που επιχειρεί ο προπαγανδιστικός μηχανισμός του Μαξίμου. Και όπως φάνηκε από
την απίθανη αγόρευση του κ. Τσίπρα αυτή θα είναι η κεντρική γραμμή με την οποία
σχεδόν κατ΄ αποκλειστικότητα θα κινείται
εφεξής η κυβέρνησης. Για κάθε φιάσκο που θα αντιμετωπίζουν οι προπαγανδιστές
του Μαξίμου θα ακολουθεί μια καινούργια σκευωρία.
Ζητούν, για παράδειγμα, συγνώμη τα κυβερνητικά φερέφωνα από
τον Σταύρο Παπασταύρου, τον στενό συνεργάτη του Αντώνη Σαμαρά; Ακολουθούν τα
ίδια «πιστόλια» με μια εκστρατεία λάσπης μέσω διαδόσεων κατά του Σπύρου Σημίτη,
του αδελφού του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Ο τελευταίος φαίνεται να είναι
ο εφιάλτης των «ενοίκων» του Μαξίμου, ίσως διότι εκπροσώπησε όταν ήταν στη
διακυβέρνηση όλες τις αρχές και τις αξίες που αντιστρατεύονται τον λαϊκίστικο
καθεστωτισμό των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Πέφτουν στο κενό οι υπονομευτικές επιθέσεις κατά του Γιάννη
Στουρνάρα και του Γκίκα Χαρδούβελη; Απτόητα τα κυβερνητικά χαλκεία κάνουν
θόρυβο, δίνοντας διάσταση πολιτικού σκανδάλου στα κονδύλια του ΚΕΕΛΠΝΟ, στις
μίζες της Novartis και στα απλήρωτα νοσήλια του Ερρίκος Ντυνάν. Ξεπερνά,
άλλωστε, κάθε όριο… Πολακισμού να ακούει κανείς τον πρωθυπουργό, ο οποίος
ψευδώς διατείνεται ότι είναι εκείνος που καθιέρωσε τη δωρεάν νοσηλεία για τους
ανασφάλιστους, να καταγγέλλει ότι συγγενείς πολιτικών νοσηλευόταν χαριστικά στο
νοσοκομείο που ανήκε στον Ερυθρό Σταυρό. Δεν ήταν άραγε ασφαλισμένοι όλοι
αυτοί; Προφανώς και ήταν. Αλλά θόρυβος να γίνεται για να έχει να ασχολείται με
κάτι η κυβέρνηση. Και να έχει λόγο… να πηγαίνει στο Κοινοβούλιο και ο
πρωθυπουργός.
Για όλες αυτές τις υποθέσεις, του ΚΕΛΠΝΟ, της Novartis και
του Ερρίκος Ντυνάν ασχολούνται επί μήνες και χρόνια οι δικαστικές αρχές και τα
αποτελέσματα των ερευνών τους φαίνεται να είναι πιο πενιχρά ακόμη και από τα
ψίχουλα που απέδωσαν οι υπερτιμημένοι υπολογισμοί των κυβερνητικών αξιωματούχων
για τις διαβόητες λίστες φοροφυγάδων –Λαγκάρντ, Μπόργιανς, Λιχτενστάιν και πάει
λέγοντας- από τις οποίες φαντασιώνονταν ότι θα αποκόμιζαν περισσότερα από την
εικονική περιουσία του Αρτέμη Σώρρα.
Παρά, μάλιστα, την ενασχόληση της Δικαιοσύνης με τη
διερεύνηση των φουσκωμένων, όπως αποδεικνύεται, σκανδάλων, τίποτε δεν εμπόδισε
την κοινοβουλευτική πλειοψηφία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να «σκαρώσει» Εξεταστική Επιτροπή
στη Βουλή. Όπως το ίδιο είχαν κάνει προηγουμένως με τα θαλασσοδάνεια των μέσων
ενημέρωσης και των κομμάτων, που και εδώ συγκρότησαν Εξεταστική και ας είχε
προϋπάρξει δικαστική εμπλοκή. Για να ακολουθήσει η προαναφερθείσα Προανακριτική
για τις μίζες των Εξοπλιστικών επί υπουργίας Παπαντωνίου που πηγαινοέρχεται
μεταξύ Δικαιοσύνης και Βουλής σε τρόπον ώστε να μπορεί κ. Τσίπρας να κριτικάρει
τον «εκσυγχρονισμό» υπολογίζοντας πως από λαθρεπιβάτης μπορεί να γίνει μόνιμος
επιβάτης στο όχημα της Κεντροαριστεράς.
Το γελοίο στην όλη ιστορία είναι ότι με την ίδια ακριβώς επιχειρηματολογία που σε όλες τις άλλες
υποθέσεις έγιναν ένα κουβάρι οι έρευνες Βουλής και Δικαιοσύνης, ο κ. Τσίπρας
θεωρεί ότι θα κρατήσει στο απυρόβλητο τον κυβερνητικό του εταίρο. Και γι΄ αυτό αρνείται
την πρόταση της ΝΔ για Εξεταστική Επιτροπή, επιχειρώντας να εμποδίσει την
κοινοβουλευτική διερεύνηση μιας υπόθεσης η οποία, πλέον, με όσα ο ίδιος ο Πάνος
Καμμένος παραδέχθηκε για τις ηχογραφημένες συνομιλίες που έχει στην κατοχή του,
ξεπερνά σε βαρύτητα τις αθέμιτες επικοινωνίες με τον φερόμενο ως πλοιοκτήτη του
ναρκοπλοίου Noor 1, ισοβίτη Μάκη Γιαννουσάκη.
«Θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας ώστε να αποδοθεί
δικαιοσύνη, διότι αυτό είναι το αίτημα του ελληνικού λαού», υποσχέθηκε, παρά
ταύτα, ο κ. Τσίπρας στην ομιλία του στη Βουλή. Μια υπόσχεση που είναι σαφές από
όσα είπε για να καλύψει τον κ. Καμμένο –«κάποιος ισοβίτης τηλεφώνησε στον υπουργό
Άμυνας και αυτός τού υπέδειξε, για μια πολύ σημαντική υπόθεση, που αφορά
εμπορία ναρκωτικών, να πάει στη Δικαιοσύνη»- ότι θα έχει την τύχη με όλες τις
προηγούμενες. Και τι θα μείνει από όλα αυτά; Οι σκευωρίες που η μια μετά την
άλλη καταλήγουν σε φιάσκο, μολύνοντας την πολιτική και κοινωνική ζωή.