Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 18 Ιουνίου 2021

Η Ελλάδα του φωτός κόντρα στην Ελλάδα του σκότους

Η εναλλαγή των γεγονότων που παρουσίασε η εγχώρια ειδησεογραφία την περασμένη Πέμπτη δεν μπορεί να αφήσει ασυγκίνητο ούτε τον πιο ψύχραιμο επαγγελματία της ενημέρωσης.

Η μέρα ξεκίνησε με την Ελλάδα να εκπέμπει φως μέσα από την άψογα οργανωμένη εκδήλωση για την παρουσίαση του Σχεδίου Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0» που έλαβε χώρα στον εμβληματικό χώρο της Αρχαίας Αγοράς. Το μεσημέρι μάς βρήκε σοκαρισμένους από την επιβεβαίωση όσων ασύλληπτων υποψιάζονταν αρκετοί εδώ και καιρό για το άγριο φονικό της νεαρής γυναίκας στα Γλυκά Νερά. Και το βράδυ παρακολουθήσαμε το φαντασμαγορικό σόου που οργάνωσε ο διεθνής οίκος μόδας Dior στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο.

Τρεις ειδήσεις, τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, οι οποίες έκαναν τον γύρο του κόσμου και έφεραν στο παγκόσμιο προσκήνιο δύο τόσο διαφορετικές Ελλάδες: Από τη μια την Ελλάδα του φωτός, που εργάζεται, καινοτομεί και γίνεται πόλος έλξης για την Ευρώπη και ολόκληρο ον πλανήτη. Και, από την άλλη, την Ελλάδα του σκότους που γεννά ανθρώπους που παρεκτρέπονται, εγκληματούν, αρνούνται να αναλάβουν τις ευθύνες τους και επιχειρούν να τις μεταθέσουν σε άλλους.

Το πρωί της 11ης Μαΐου που έγινε γνωστό η αποτρόπαια δολοφονία των Γλυκών Νερών είχα το δυσμενές «προνόμιο» να συνομιλώ στο Forum των Δελφών με τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη με θέμα την Αστυνομία του 21ου αιώνα. Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη δήλωσε -αλλά και ήταν φανερά- συντετριμμένος. Και ίσως είχε ως προς αυτό έναν επιπλέον λόγο που σχετιζόταν με το γεγονός ότι το συγκεκριμένο «ειδεχθές έγκλημα», όπως ο ίδιος το χαρακτήρισε, ήταν σαφές ότι θόλωνε το μήνυμά του, σύμφωνα με το οποίο «το ζητούμενο στις μέρες μας δεν είναι ο νόμος και η τάξη, αλλά η προστασία των πολιτών».

Παρά τον εμφανή συγκλονισμό του, που ίσως να οφειλόταν και στην πολιτική πίεση που αισθανόταν, καθώς οι φονταμενταλιστές του δόγματος «νόμος και τάξη» οι οποίοι καταφεύγουν στις εύκολες επικρίσεις για… ανοχή απέναντι στους «αλλοδαπούς εγκληματίες», είχαν αρχίσει τα διαδικτυακά τους κηρύγματα, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης εξέπεμπε μια ήρεμη βεβαιότητα ότι η υπόθεση θα εξιχνιαζόταν. Ο ίδιος, άλλωστε, εξυμνεί σε κάθε ευκαιρία τον επαγγελματισμό που, παρά τις δυσκολίες, χαρακτηρίζει την πλειονότητα των στελεχών της ΕΛ.ΑΣ. Και οι τελευταίες εξελίξεις τον δικαιώνουν…

Ο επαγγελματισμός των Ελλήνων αστυνομικών είναι η έκφραση της άλλης Ελλάδας. Της φωτεινής Ελλάδας που είδαμε να αναδεικνύεται τόσο στη φιέστα του Dior στο Καλλιμάρμαρο όσο και στην εκδήλωση στην Αρχαία Αγορά για το φιλόδοξο Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» που η υλοποίησή του μπορεί να αλλάξει την οικονομική μοίρα της χώρας.

Είναι προφανές ότι οι μεγάλες δοκιμασίες με τις οποίες ήρθαμε αντιμέτωποι οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια άφησαν έντονο αποτύπωμα στην ελληνική κοινωνία. Πολλά από παθήματα έγιναν μαθήματα. Όχι σε όλους φυσικά. Αλλά σε έναν επαρκή αριθμό συμπολιτών μας που είναι αρκετός για να κάνει όλο και περισσότερους να αγωνίζονται για να αλλάξουν τη δυσμενή εικόνα της Ελλάδας του μνημονιακού σκότους.

Οι ισχυρές εικόνες από την Αρχαία Αγορά και το Καλλιμάρμαρο, που έκαναν τον γύρο του κόσμου, δείχνουν ότι η Ελλάδα του φωτός μπορεί να κερδίσει το παιχνίδι και να πάρει τη ρεβάνς από την Ελλάδα του σκότους. Οι προοπτικές που διανοίγονται μπροστά μας είναι αναμφίβολα ευοίωνες. Η χώρα είχε και έχει εφεδρείες οι οποίες κάποια στιγμή θα ενεργοποιούνταν και θα έπαιρναν το πάνω χέρι από τις δυνάμεις της μιζέριας, της οπισθοδρόμησης και της αδράνειας.

Είναι οι εφεδρείες που, σε πείσμα όλων των περί του αντιθέτου προδιαγραφών, έδωσαν τη μάχη κατά της πανδημίας και την κέρδισαν. Είναι οι δυνάμεις που εκφράστηκαν με την απροσδόκητη αντοχή που επέδειξε το καταταλαιπωρημένο ΕΣΥ, με την τήρηση των περιοριστικών μέτρων από την πλειονότητα των πολιτών, αλλά και με τη μεγάλη συμμετοχή στο εμβολιαστικό πρόγραμμα, κόντρα τους κήρυκες της άρνησης αλλά στις ασυγχώρητες παλινωδίες των ανευθυνοϋπεύθυνων που έδωσαν έρεισμα στους κάθε λογής ψεκασμένους.

Όπως και να έχει, οι κοινωνίες ποτέ δεν παρουσιάζουν ομοιομορφία. Αντιθέτως, έχουν σχεδόν πάντα δύο όψεις που συνήθως συγκρούονται μεταξύ τους για την επικράτηση: η συντήρηση με την πρόοδο, η δράση με την αδράνεια, το φως με το σκοτάδι. Το ζητούμενο κάθε φορά είναι ποιος επικρατεί. Σε αυτή τη φάση, κεφάλι στην αναμέτρηση φαίνεται να παίρνει η Ελλάδα του φωτός.

Ανεξάρτητα από τις πολιτικές προτιμήσεις του καθενός, εκείνο που όλοι πρέπει να ελπίσουμε είναι ότι η Ελλάδα του φωτός θα είναι εκείνη που θα επικρατήσει.

 

Παρασκευή 11 Ιουνίου 2021

Μαστίγιο ή καρότο για τους αρνητές;

 

Ο 66χρονος γιατρός από την Πάφο που έχασε αυτές τις μέρες τη ζωή του από τον κορωνοϊό ήταν ένας παθιασμένος αρνητής των εμβολιασμών, όπως μαρτυρούν οι δεκάδες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τις οποίες έκανε όλους τους προηγούμενους μήνες. Ειδικά τις τελευταίες εβδομάδες, οπότε είχε ανοίξει η συζήτηση για την έκδοση του Ευρωπαϊκού Πιστοποιητικού για τους εμβολιασμένους, ο λόγος του γινόταν όλο και πιο ακραίος.

Από τη στιγμή που έγινε γνωστός ο θάνατός του, αρκετοί φίλοι, συνάδελφοι και ασθενείς του τεθνεώτος μιλούν με θερμά λόγια για εκείνον, εκθειάζοντας τον χαρακτήρα και την επιστημοσύνη του. Διατρέχοντας, ωστόσο, κανείς τη δημόσια διαδικτυακή δραστηριότητά του δεν διακρίνει τίποτε περισσότερο από ένα απλό αναμάσημα των γνωστών συνομωσιολογικών θεωριών που -της Ελλάδας μη εξαιρουμένης- συναντώνται σχεδόν σε όλες τις χώρες του πλανήτη.

Η διαφωνία του, όπως εύκολα φαντάζεται κανείς, δεν αφορούσε μόνον στα εμβόλια που δεν πρέπει να γίνονται επειδή οι εμβολιασμοί ξεκίνησαν να γίνονται χωρίς, υποτίθεται, να προηγηθούν οι απαραίτητες δοκιμές. Με την ίδια ένταση ξιφουλκούσε κατά των περιοριστικών μέτρων και καταφερόταν ενάντια των φαρμακευτικών, εν γένει, εταιριών, που προτίμησαν να λανσάρουν εμβόλιο και όχι φάρμακο κατά της Covid-19, του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, της Κίνας, του Μπιλ Γκέιτζ, του Σόρος αλλά και –που το θυμήθηκε άραγε;- του ιδρύματος Ροκφέλερ.

«Όλοι αυτοί», σύμφωνα με τον μακαρίτη γιατρό, «θέλουν να πουλήσουν την πραμάτεια τους που είναι τα εμβόλια». Και, όπως υποστήριζε, για να πείσουν τον πληθυσμό να εμβολιαστεί, επέλεξαν «τον συνεχή εγκλεισμό, την οικονομική πίεση και την ψυχολογική φθορά». Επειδή, όμως, διέβλεπε προφανώς ότι η «επιχειρηματολογία» του μπορεί να μη συγκινούσε τον μέσο Κύπριο, στον οποίο απευθυνόταν, συμπλήρωνε ότι τα lockdown επιβλήθηκαν με σκοπό «ο κόσμος να πάψει να ασχολείται με τα σκάνδαλα της κυβέρνησης» του προέδρου Νίκου Αναστασιάδη. Η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, αναδείχθηκε νικήτρια από τις κάλπες που στήθηκαν στη Μεγαλόνησο τις μέρες που ο άμοιρος γιατρός δοκιμαζόταν σκληρά στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Νοσοκομείου Λευκωσίας.

Στον αντίποδα της θλίψης που ίσως δικαιολογημένα εκφράζουν οι άνθρωποι που τον είχαν γνωρίσει, δεν λείπουν, δυστυχώς, και όσοι έκαναν, μάλλον χαιρέκακα, λόγο για «δίκαιη τιμωρία» του. Και αυτό διότι, όπως υποστηρίζουν, όχι μόνον αρνήθηκε να εμβολιαστεί ο ίδιος, αλλά, λόγω της επαγγελματικής του ιδιότητας, απέτρεψε και πολλούς συνανθρώπους του να κάνουν το εμβόλιο. Είναι αλήθεια ότι η στάση των υγειονομικών έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από εκείνη των υπολοίπων αρνητών, αφού επηρεάζει πολλούς ανθρώπους οι οποίοι είτε αρνούνται είτε διστάζουν και μεταθέτουν για το μέλλον για τον εμβολιασμό τους.

Καλώς ή κακώς, το φαινόμενο των αρνητών της πανδημίας, οι οποίοι μετεξελίχθηκαν σε αρνητές των εμβολιασμών, δεν περιορίζεται σε κάποιες περιοχές του πλανήτη, ούτε βρίσκει πιστούς σε ορισμένες κατηγορίες συνανθρώπων που να ορίζονται αποκλειστικά και μόνον από το μορφωτικό τους επίπεδο. Καθώς ο αριθμός των διαθέσιμων εμβολίων αυξάνεται, διαπιστώνεται ότι σε όλη την υφήλιο υπάρχει ένας σκληρός πυρήνας του πληθυσμού ό οποίος παραμένει δύσπιστος στις επανειλημμένες εκκλήσεις τόσο των κυβερνήσεων όσο και των καθ΄ ύλην αρμόδιων επιστημόνων να προσέλθουν στα εμβολιαστικά κέντρα.

Ακόμη και σε χώρες που ξεκίνησαν πολύ νωρίτερα από τις υπόλοιπες τους εμβολιασμούς, όπως είναι η Βρετανία, οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, ένα ποσοστό που κυμαίνεται από 20 έως 40% δεν δείχνει προθυμία να εμβολιαστεί παρά το γεγονός ότι όλα τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι οι νοσηλευόμενοι λόγω κορωνοϊού προέρχονται πλέον κατά συντριπτικό ποσοστό από τις τάξεις των ανεμβολίαστων.

Από τη μια οι καμπάνιες στις οποίες επιδίδονται οι κάθε λογής ψεκασμένοι ζηλωτές, από την άλλη η υπερπροβολή την οποία βρίσκουν σε μέσα ενημέρωσης κάποια μεμονωμένα περιστατικά παρενεργειών που εμφανίζονται σε εμβολιασμένους, δημιουργούν το υπόστρωμα στο οποίο καλλιεργούνται οι αμφιβολίες και οι δισταγμοί σε ανθρώπους που, υπό άλλες συνθήκες, θα έσπευδαν να εμβολιαστούν. Οι περισσότεροι εξ ημών, άλλωστε, έχουμε εμβολιάσει τα παιδιά μας και δεν διανοηθήκαμε να επικαλεστούμε τις… ανύπαρκτες διατάξεις του Συντάγματος για να μην προσκομίσουμε στο σχολείο τα σχετικά πιστοποιητικά.

Όπως και να έχει, πάντως, από τα μέχρι τώρα δεδομένα προκύπτει ότι τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς το ποσοστό όσων διστάζουν, αποφεύγουν ή και αρνούνται πεισματικά να εμβολιαστούν είναι τέτοιο που ορθώνει εμπόδιο στην οικοδόμηση του πολυπόθητου τείχους ανοσίας το οποίο θα αποτρέψει ένα νέο κύμα επέλασης του ιού. Μαζί με αυτή τη δυσοίωνη διαπίστωση ανακύπτουν και τα ερωτήματα για το δέον γενέσθαι προκειμένου να απαλλαγούμε άπαξ δια παντός από τα περιοριστικά μέτρα που δοκίμασαν τις αντοχές όλων μας. Το δίλημμα, λοιπόν, που από πολλές πλευρές τίθεται είναι το εξής: Μαστίγιο ή καρότο για τους αρνητές;

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι εδώ που φθάσαμε αποτελεί μονόδρομο η σκληρή επιβολή ειδικών περιορισμών προς όσους, ενώ μπορούν, αρνούνται να εμβολιαστούν. Άλλοι, ωστόσο, αντιτείνουν ότι προέχουν η πειθώ, τα κίνητρα, ακόμη και τα… δώρα που κάποιες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, παρέχουν σε όσους πάνε και εμβολιάζονται. Θεωρούν ότι έτσι, μαζί με τη δύναμη του παραδείγματος, θα καμφθούν, συν τω χρόνω, οι δισταγμοί όλων και περισσοτέρων.

Η συζήτηση διεθνώς μόλις άνοιξε και το πιθανότερο είναι ότι θα πάρει αρκετό χρόνο έως ότου ληφθούν οριστικές αποφάσεις.

Παρασκευή 4 Ιουνίου 2021

Το «παράδοξο» των δημοσκοπήσεων: Άλλος κυβερνά και άλλος φθείρεται

 Η μια μετά την άλλη, όλες οι μετρήσεις των διαθέσεων της κοινής γνώμης οι οποίες βλέπουν το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα επιβεβαιώνουν τη μοναδική… παραδοξότητα που χαρακτηρίζει το πολιτικό σκηνικό στην τρέχουσα περίοδο: η κυβερνητική παράταξη, αντί να φθείρεται από την άσκηση της διακυβέρνησης, ενισχύει το πολιτικό της κεφάλαιο, διευρύνοντας το προβάδισμά της έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ποιο είναι το… παράδοξο; Το γεγονός ότι ακόμη και όταν έφθασε στην κορύφωσή της η διπλή κρίση –υγειονομική και οικονομική- που βιώσαμε τον τελευταίο ενάμισι χρόνο που επέλαυνε ο κορωνοϊός, το κυβερνών κόμμα και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αύξησαν την απόσταση που τους χώριζε από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον αρχηγό του Αλέξη Τσίπρα. Ορισμένοι έσπευσαν να μιλήσουν για το φαινόμενο της «συσπείρωσης γύρω από τη σημαία» που εμφανίζεται σε περιόδους κρίσης και οδηγεί στην ενίσχυση της δημοφιλίας των κυβερνώντων.

Σε τέτοιες περιπτώσεις, ωστόσο, μόλις η κρίση αρχίσει να ξεπερνιέται, η… πλαστή αποδοχή, την οποία απολαμβάνουν οι ασκούντες εξουσία, σιγά σιγά υποχωρεί. Το τοπίο γρηγορότερα ή αργότερα ξεδιαλύνεται. Τα πραγματικά διλήμματα επανέρχονται στο προσκήνιο. Οι προτιμήσεις των πολιτών απαλλάσσονται από τις επιδράσεις της συγκυρίας. Και ο καθένας εισπράττει τα επίχειρα των πράξεων και των παραλείψεων του τόσο στη διάρκεια της κρίσης όσο πριν αλλά και έπειτα από αυτή. Η παράδοση της εξουσίας στην οποία υποχρεώνεται αυτές τις μέρες ο επί δωδεκαετία πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο οποίος εμβολίασε νωρίτερα από ολόκληρο τον πλανήτη τους συμπατριώτες του, είναι άκρως χαρακτηριστική.

Υπό αυτές τις συνθήκες, όποιος δεν εθελοτυφλεί διαπιστώνει χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία ότι στην εγχώρια πολιτική σκηνή τα πράγματα εξελίσσονται προς την αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη στην οποία θα ήθελε η αντιπολίτευση. Σε πείσμα, εξάλλου, των δαιμονολογικών θεωρήσεων ότι τάχατες τα λεγόμενα «συστημικά» -ή και… «πετσωμένα» αποκληθέντα- μέσα ενημέρωσης διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα, οι πολίτες κάνουν τις δικές τους επιλογές αποδοκιμάζοντας τους φορείς των μηδενιστικών απόψεων που κυριάρχησαν μέσα στην πανδημία, αλλά και πριν από αυτήν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κατά τη διάρκεια της σκληρής μάχης που δόθηκε για την αντιμετώπιση αυτής της τεράστιας απειλής έγιναν και στη δική μας χώρα λάθη, παραλείψεις και αστοχίες. Από την άλλη, όμως, ουδείς εχέφρων άνθρωπος μπορεί να ισχυριστεί ότι κατείχε τη συνταγή της απόλυτης αλήθειας που οδηγούσε στην αποτελεσματική αντίδραση. Με λιγότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία, εξάλλου, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη τα ίδια πρωτόκολλα ίσχυσαν και πάνω κάτω τα ίδια περιοριστικά μέτρα εφαρμόστηκαν από όλες τις κυβερνήσεις, είτε αυτές ήταν δεξιές, κεντρώες ή αριστερές.

Είναι βέβαιο ότι η διαχείριση της πανδημίας που έγινε στη χώρα μας δεν υστερούσε εμφανώς από τον αντίστοιχο τρόπο με τον οποίο λειτούργησαν άλλες χώρες. Αν δεν ήμασταν μεταξύ των καλύτερων, όπως αυτάρεσκα υποστηρίζουν ορισμένα κυβερνητικά στελέχη, σίγουρα δεν ήμασταν μεταξύ των χειρότερων, όπως χωρίς ουσιαστικά επιχειρήματα διατείνονται κάποιοι φανατικοί της απέναντι όχθης. Άλλωστε, παρά τις μεγάλες παθογένειές του, όπως το γερασμένο ιατρικό προσωπικό, οι δυσανάλογα λίγοι νοσηλευτές, ο πολυκερματισμός και η απουσία αξιολόγησης προσωπικού και δομών, το Εθνικό Σύστημα Υγείας άντεξε. Ενώ και η ελληνική κοινωνία, στη μεγάλη πλειονότητά της, υπέμεινε με καρτερία τις δυσκολίες, κατανοώντας την έλλειψη εναλλακτικών λύσεων.

Εκείνο, ωστόσο, το οποίο φάνηκε να κατανοεί η κοινωνία, δεν έδειξε να το αντιλαμβάνεται η αξιωματική αντιπολίτευση. Με αποτέλεσμα να επιδοθεί σε μια ισοπεδωτική κριτική, η οποία την απομάκρυνε από την πραγματικότητα. Κι αυτό διότι, αντί να γίνεται συμμέτοχη στην αισιόδοξη προοπτική ότι η ατομική ευθύνη ενός εκάστου ήταν ο πιο αποφασιστικός παράγων άμυνας στην πανδημία, επιδόθηκε σε έναν ατελέσφορο πόλεμο αμφισβήτησης της πραγματικότητας ότι οι ευθύνες του κράτους και της κυβέρνησης είναι πεπερασμένες.

Η αλληλουχία, για παράδειγμα, των αρνητικών δηλώσεων για το εμβολιαστικό πρόγραμμα υπήρξε μόνον ένα από τα «βατερλώ» στο οποίο κατέληξε η ευκολία της άσκησης κριτικής χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν οι πραγματικές συνθήκες. Το ίδιο ίσχυσε με τις ασταμάτητες γκρίνιες για το άνοιγμα των σχολείων ή τη χρήση της μάσκας, τις αντιφατικές τοποθετήσεις για τα lockdown, όπως και τη θερμή συνηγορία στις συναθροίσεις, αν όχι και την υποκίνησή τους.

Με αυτά και με πολλά άλλα, ανάμεσα στα οποία κυρίαρχο λόγο έχει η δυσκολία να αναγνωριστούν τα πάμπολλα λάθη και οι άπειρες αστοχίες των οποίων γίναμε μάρτυρες όσο ήταν στα πράγματα η συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, η ψαλίδα της διαφοράς ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και στον ΣΥΡΙΖΑ ανοίγει, αντί να κλείνει, όπως είναι το πλέον σύνηθες σε αντίστοιχες χρονικές συγκυρίες. Πρόκειται για πρωτοφανές γεγονός στα ελληνικά δημοσκοπικά χρονικά, αφού δεν υπάρχει ανάλογο προηγούμενο κατά το οποίο κυβερνών κόμμα να διευρύνει στο μέσον της κυβερνητικής του θητείας το προβάδισμα που κατέχει.

Το πλέον αξιοσημείωτο ίσως είναι ότι η διεύρυνση του προβαδίσματος δεν προέρχεται τόσο από την αύξηση της επιρροής του κυβερνώντος κόμματος όσο από την υποχώρηση της απήχησης του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με λίγα λόγια, άλλος κυβερνά κι άλλος φθείρεται. Κι αυτό δεν είναι καλό για τη Δημοκρατία μας. Αφού η καλή αντιπολίτευση υποχρεώνει την κυβέρνηση είτε να γίνεται καλύτερη είτε να ετοιμάζεται να της παραδώσει τα ηνία.

Παρασκευή 28 Μαΐου 2021

Σε ποια «κανονικότητα» θα μας… επιστρέψει το τέλος της πανδημίας;

 

Θα χρειαστεί μάλλον πολύς ακόμη χρόνος για να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα αναφορικά με τις επιπτώσεις που θα επιφέρει η πανδημία του κορωνοϊού τόσο στην καθημερινότητα όλων μας όσο και ευρύτερα στη διαμόρφωση των νέων κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που  αφήνει πίσω της η τεράστια αυτή δοκιμασία που επηρέασε ολόκληρη την ανθρωπότητα.

Ένας βασικός λόγος για τον οποίο δεν μπορούμε να είμαστε κατηγορηματικοί για τις συνέπειες είναι αναμφισβήτητα  το γεγονός ότι η πανδημία είναι ακόμη εδώ και, όπως όλα δείχνουν, οι περιορισμοί που μας επέβαλε θα μας συνοδεύουν για αρκετό διάστημα, έστω και αν είναι πιο χαλαροί. Εξ ου και από τα μέχρι στιγμής δεδομένα το μόνο βέβαιο είναι ότι το αύριο που μας περιμένει θα είναι διαφορετικό από το χθες.

Ως εκ τούτου, μάλλον σωστά πράττουν όσοι απορρίπτουν τον ισχυρισμό περί «επιστροφής στην κανονικότητα» που θα επιφέρει το τέλος της πανδημίας. Και αντ΄ αυτού προτιμούν τον όρο «νέα κανονικότητα» που αποτυπώνει ίσως καλύτερα τις προοπτικές που διανοίγονται και οι οποίες, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, θα διαφέρουν σημαντικά από τον κόσμο που άφησε πίσω της η εμφάνιση του κορωνοϊού τον Νοέμβριο του 2019 στην Κίνα και τον Φεβρουάριο του 2020 στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο.

Όπως και να έχει, πάντως, νομίζω ότι έχουν αρχίσει να γίνονται ορατά κάποια πρώτα ενδεικτικά στοιχεία που θα χαρακτηρίζουν τον νέο κόσμο που αργά ή γρήγορα θα ανατείλει όταν θα περάσει σε δεύτερο πλάνο η πανδημία. Το πρώτιστο από αυτά νομίζω ότι είναι ο θρίαμβος τον οποίο κατήγαγε η επιστημονική γνώση απέναντι στον συνασπισμό δυνάμεων που συνέπτυξαν ο διεθνής κομπογιαννιτισμός με την παγκόσμια ημιμάθεια.

Χρειάζεται, άλλωστε, να εθελοτυφλεί πλέον κανείς για να μην αναγνωρίσει ότι η λύση του δράματος, το οποίο βιώνει όλος ανεξαιρέτως ο πλανήτης, έρχεται μόνον μέσα από τους μαζικούς εμβολιασμούς. Οι χώρες που έχουν προχωρήσει γρήγορα τα εμβολιαστικά τους προγράμματα βλέπουν τα κρούσματα, τις νοσηλείες αλλά και τους θανάτους να υποχωρούν με ραγδαίους ρυθμούς, γεγονός που τους επιτρέπει να προχωρούν με μεγαλύτερη ταχύτητα στο άνοιγμα των οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων.

Ένα δεύτερο, εξίσου σημαντικό, συμπέρασμα που έχει προκύψει ως τώρα είναι ο θρίαμβος του συλλογικού έναντι του ατομικού. Είτε προσεγγίζει κανείς την πανδημία από υγειονομική είτε από οικονομική σκοπιά, δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει ότι και στις δύο διαστάσεις του προβλήματος οι μόνες αποτελεσματικές λύσεις προκύπτουν από τη συνολική κοινωνική δράση που πολλές φορές απαιτεί παγκόσμια κινητοποίηση.

Ποιος, για παράδειγμα, μπορεί να παραβλέψει ότι όσοι στα πέρατα της οικουμένης προσβλήθηκαν από τον ιό, είτε ήταν πλούσιοι, είτε φτωχοί, αναζήτησαν νοσηλεία για την Covid-19 στα δημόσια συστήματα υγείας; Και ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι αν δεν άνοιγαν τα κρατικά «πουγκιά», με τρόπο που ποτέ στο παρελθόν δεν έχει γίνει, οι οικονομίες όλων των χωρών θα είχαν καταρρεύσει; 

Χωρίς αμφιβολία, λοιπόν, η συσσωρευμένη επιστημονική γνώση και η συντονισμένη συλλογική δράση αποτέλεσαν τους δύο αποφασιστικούς παράγοντες που συνέβαλαν στον έλεγχο της πανδημίας. Τα όσα προηγήθηκαν τους τελευταίους 18 μήνες που συμβιώνουμε με αυτόν τον απειλητικό εφιάλτη δείχνουν ότι οι συνέπειες για την ανθρωπότητα θα ήταν ανυπολόγιστα δυσμενέστερες αν είχαν κερδίσει το παιχνίδι οι αμφισβητίες της επιστήμης και οι θιασώτες των ατομικών λύσεων.

Ακόμη και τώρα, άλλωστε αν οι προηγμένες οικονομικά χώρες, οι οποίες προνομιακά εμβολιάζουν τους πληθυσμούς τους, δεν μεριμνήσουν για να προμηθευτούν ικανές ποσότητες εμβολίων και τα φτωχότερα κράτη του πλανήτη, ο κορωνοϊός δεν πρόκειται να υποχωρήσει και οι συνέπειες της πανδημίας δεν θα περιοριστούν μόνον εκεί. Βαρύτατες επίσης θα είναι οι συνέπειες αν το κράτος αποσύρει τη στήριξή του στην απασχόληση και στο επιχειρείν με τον ίδιο ξαφνικό τρόπο με τον οποίο την παρείχε όταν ξέσπασε η πανδημία.

Γι’ αυτό και εφόσον επιθυμούμε όντως να αποδειχθεί βιώσιμη η «νέα κανονικότητα», η οποία θα προκύψει στη μετα-Covid περίοδο, δεν μπορεί παρά να απορρίψουμε τις αντιεπιστημονικές δοξασίες και τους αντικοινωνικούς ατομισμούς. Και να κάνουμε οδηγούς μας την επιστημοσύνη και το συλλογικό πνεύμα. Μόνον έτσι τα παθήματα της πανδημίας θα μας γίνουν μαθήματα.